*The older decisions of the CMEC - Committee of Media Ethics Cyprus are republished from the archive and no intervention has been made in their content.
*The older decisions of the CMEC - Committee of Media Ethics Cyprus are republished from the archive and no intervention has been made in their content.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
32/2008
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
18/12/2008
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (32/2008 -1/12/2008) για παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας του τέως προέδρου της Ανόρθωσης Ανδρέα Παντελή, από την αθλητική εκπομπή του ΡΙΚ-2, που μεταδόθηκε στις 30 Νοεμβρίου, 2008. Στη διάρκεια της εκπομπής έγινε συζήτηση σχετικά με καταγγελίες από μέλη του Δ.Σ. της Ανόρθωσης, που οδήγησαν στη σύλληψη και έκδοση διατάγματος προσωποκράτησης του κ. Παντελή, προς διευκόλυνση των ανακρίσεων σχετικά με ισχυρισμούς περί κλοπής ποσού πέραν του ενός εκατομμυρίου ευρώ από το ταμείο της Ανόρθωσης. Στη διάρκεια της εκπομπής διατυπώθηκαν ισχυρισμοί, πέραν των καταγγελιών που είχαν γίνει στην Αστυνομία και βρίσκονταν υπό διερεύνηση, για ανάληψη διαφόρων ποσών από τα ταμεία της Ανόρθωσης για σκοπούς που δεν εκπληρώθηκαν ή για πληρωμές που δεν έγιναν, ή για ποσά που πληρώθηκαν από άλλους και παρουσιάστηκαν ότι πληρώθηκαν από το ταμείο του σωματείου. Στην εκπομπή περενέβη τηλεφωνικώς ο Γενικός Εισαγγελέας ο οποίος ανέφερε: «Διερωτώμαι αν είναι σωστό να γίνονται τέτοιου είδους συζητήσεις, ιδιαίτερα από το κρατικό ίδρυμα ραδιοφωνίας, αναφορικά με καταθέσεις που δίδονται στην αστυνομία, με τις εκατέρωθεν εξηγήσεις και αν ένα αδίκημα μπορεί να συμβιβασθεί επειδή ο παραπονούμενος αποσύρει το παράπονό του». Ο Γ.Δ. του ΡΙΚ κ. Θέμης Θεμιστοκλέους απάντησε στο παράπονο αναφέροντας ότι ο δικηγόρος του κ. Παντελή, Γιαννάκης Ιωάννου, ήταν παρών στη συζήτηση και δε διαμαρτυρήθηκε για παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας του πελάτη του. Ανέφερε επίσης ότι ο παρουσιαστής της εκπομπής δε μερολήπτησε υπέρ οποιασδήποτε πλευράς και δεν επεδίωξε παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας του κ. Παντελή. Περαιτέρω ανέφερε ότι ο παρουσιαστής δεν ήταν νομικός για να κρίνει αν όσα λέχθηκαν συνιστούσαν παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας. Ο παρουσιαστής της εκπομπής κ. Ντίνος Φοινικαρίδης ανέφερε σε έκθεσή του ότι δεν έγινε προσπάθεια καταδίκης οποιουδήποτε στα μάτια της κοινής γνώμης και ότι όσα λέχθηκαν είχαν μεταδοθεί το προηγούμενο βράδυ στα δελτία ειδήσεων όλων των καναλιών. Ανέφερε, επίσης, ότι ο εκπρόσωπος τύπου της Ανόρθωσης Αλέξανδρος Αλεξάνδρου παρουσίασε νέα στοιχεία για υποθέσεις που αφορούσαν ποσό 1.4 εκ. ευρώ, λέγοντας ότι είχε εντολή από το διοικητικό συμβούλιο της Ανόρθωσης να παραθέσει τα στοιχεία. Ανέφερε, ακόμη, ότι σε καμιά περίπτωση δεν είχε πάρει θέση υπέρ της μιάς ή της άλλης πλευράς και ότι ο χρόνος που δόθηκε στους συζητητές ήταν ο ίδιος. Τέλος, ανέφερε ότι έκαμε τέσσερις παρεμβάσεις προς τον κ. Αλεξάνδρου και τον εκτελεστικό σύμβουλο της Ανόρθωσης Ντίνο Τουμαζή και τους ρώτησε γιατί δεν έκαμαν τις καταγγελίες τους προηγουμένως, αφού οι ενέργειες που καταλογίζονταν στον κ. Παντελή είχαν γίνει πριν από καιρό. Η Επιτροπή, αφού εξέτασε τις εκατέρωθεν θέσεις και μελέτησε την εκπομπή από οτπικογράφηση, κατέληξε στις ακόλουθες διαπιστώσεις: Το γεγονός ότι ο παρουσιαστής δεν ήταν νομικός, ότι έδωσε ίσο χρόνο στους ενδιαφερόμενους και ότι έκαμε παρεμβάσεις προς τους καταγγέλλοντας με το ερώτημα γιατί δεν είχαν κάμει τις καταγγελίες τους προηγουμένως, δεν απαλλάσσει της ευθύνης για τήρηση της πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί του τεκμηρίου αθωότητάς. Η ορθή ενέργεια από μέρους του παρουσιαστή θα ήταν να παρέμβει για να παρεμποδίσει τη διατύπωση κατηγοριών, κρίσεων ή υπονοουμένων περί διάπραξης αδικημάτων πέραν εκείνων που είχαν γίνει στην Αστυνομία και είχαν αναφερθεί σε ανοικτή δικαστική διαδικασία. Η προηγούμενη μετάδοση των ίδιων ή ανάλογων ισχυρισμών σε καμιά περίπτωση δεν απαλλάσσει της υποχρέωσης τήρησης των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Αντίθετα τα ΜΜΕ έχουν υποχρέωση να αποφεύγουν την επανάληψη ή αναπαραγωγή πληροφοριών, οι οποίες συνιστούν παραβίαση του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Η Επιτροπή, επίσης, αποφάσισε ότι η παρουσία του δικηγόρου του κ. Παντελή στην εκπομπή και η μη παρέμβασή του υπέρ της αθωότητας του πελάτη του δεν αποτελεί δικαιολογία και δεν απαλλάσσει της υποχρέωσης για τήρηση των προνοιών του Κώδικα. Παρά το γεγονός ότι ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας προβλέπει ότι παρέχεται στους επηρεαζομένους το δικαίωμα της απάντησης, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις που άτομα έχουν υποστεί επίθεση, στην προκειμένη περίπτωση η άσκηση του δικαιώματος της απάντησης δε θεραπεύει την παραβίαση των προνοιών περί σεβασμού του τεκμηρίου αθωότητας και περί μη διασυρμού. Εξ άλλου, το δικαίωμα της απάντησης ασκείται από τον ίδιο τον επηρεαζόμενο ή από εκπρόσωπό του κατόπιν ρητής εξουσιοδότησης, η οποία, όπως προέκυψε από την εκπομπή, δεν είχε δοθεί στο δικηγόρο του κ. Παντελή. Με βάση τα πιο πάνω, η Επιτροπή έκρινε ότι κατά τη διάρκεια της εκπομπής παρουσιάσθηκαν ισχυρισμοί και υπονοούμενα που οδηγούσαν σε συμπεράσματα ως προς την ενοχή ή αθωότητα του τέως προέδρου της Ανόρθωσης κ. Ανδρέα Παντελή και έτειναν να τον διασύρουν. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η εκπομπή παραβίασε την πρόνοια του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας ως προς το τεκμήριο της αθωότητας.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
29/2008
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
26/11/2008
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (29/2008 -24/11/2008) εναντίον του τηλεοπτικού σταθμού ΣΙΓΜΑ από την Πρόεδρο της ΟΕΛΜΕΚ κ. Ελένη Σεμελίδου και το Γ. Γραμματέα της οργάνωσης κ. Κώστα Χατζησάββα, για λήψη τηλεοπτικών εικόνων από σχολεία χωρίς άδεια από αρμόδια όργανα και για προσβολή των εκπαιδευτικών και των μαθητών. Οι εικόνες παρουσίαζαν συμπλοκές μεταξύ μαθητών, καταστροφή επίπλων, χρήση απρεπούς γλώσσας, απρεπή συμπεριφορά προς καθηγητές, απρεπή συνθήματα στους τοίχους, κάπνισμα στην αυλή του σχολείου και επίδειξη προφυλακτικών και προβλήθηκαν στην εκπομπή του ΣΙΓΜΑ «60 λεπτά» στις 20 Νοεμβρίου, 2008, στη διάρκεια συζήτησης σχετικά με την παραβατικότητα στα σχολεία. Το ΣΙΓΜΑ απάντησε στο παράπονο δια του δικηγορικού γραφείου «Χρίστος Πατσαλίδης και Συνεργάτες» αναφέροντας ότι η εκπομπή είχε σκοπό την παρουσίαση ενός θέματος δημοσίου ενδιαφέροντος, που αφορούσε στην προστασία της παιδείας και στην ασφάλεια των μαθητών και των καθηγητών. Υποστήριξε ότι η κινηματογράφηση επιτρέπεται με βάση τις εξαιρέσεις περί προστασίας της «δημόσιας ασφάλειας…ήτοι την ασφάλεια που απολαύουν τόσο οι μαθητές όσο και οι καθηγητές τους στα δημόσια σχολεία». Επίσης ανέφερε ότι οι μυστικές βιντεογραφήσεις και ηχογραφήσεις έγιναν από μαθητές με τη συγκατάθεση των γονέων τους και δεν αποσκοπούσαν στην προσβολή των εκπαιδευτικών. Περαιτέρω υποστήριξε ότι δεν χρειαζόταν άδεια από τις αρχές τους σχολείου, γιατί επρόκειτο για δημόσια σχολεία και επομένως «δημόσιους χώρους», στους οποίους η είσοδος επιτρέπεται σε οποιοδήποτε και επομένως η κινηματογράφηση δεν αντιβαίνει στην πρόνοια που απαγορεύει την κινηματογράφηση σε «ιδιωτικό χώρο». Τέλος ανέφερε ότι ο σταθμός «δεν μπορεί να αποσιωπήσει ή να αποκρύψει τέτοια σοβαρά προβλήματα παραβατικότητας στα σχολεία». Η Επιτροπή, κατά την εξέταση του παραπόνου, έλαβε υπόψη το γεγονός ότι η μαθητική παραβατικότητα βρίσκεται σε έξαρση σε κάποια σχολεία, αποτελεί σοβαρό κοινωνικό φαινόμενο, απασχολεί την κοινή γνώμη και κατά συνέπεια η συζήτησή του ήταν δικαιολογημένη στο πλαίσιο της αποστολής των ΜΜΕ. Η Επιτροπή τονίζει ότι, ως θέμα αρχής, η κινηματογράφηση σε σχολεία, έστω και αν είναι δημόσια, δεν επιτρέπεται χωρίς την άδεια των αρμοδίων, πέραν των περιπτώσεων Δημοσίου Συμφέροντος, που παρατίθενται στη σχετική πρόνοια. Η Επιτροπή δεν αποδέχεται τη θέση ότι η προσωπική ασφάλεια των μαθητών και των καθηγητών ταυτίζεται με την έννοια της Δημόσιας Ασφάλειας, ούτε και ότι τα δημόσια σχολεία είναι ανοικτοί χώροι με ελεύθερη πρόσβαση για σκοπούς λήψης εικόνων. Ωστόσο, στην περίπτωση αυτή, έκρινε ότι η μυστική λήψη σκηνών ήταν, κατ’ εξαίρεση, δικαιολογημένη από τη σοβαρότητα του θέματος της μαθητικής παραβατικότητας, ενός θέματος υψίστου κοινωνικού συμφέροντος και ενδιαφέροντος, το οποίο απασχολεί τους εκπαιδευτικούς, την Πολιτεία και την κοινωνία γενικότερα. Η Επιτροπή κατέληξε στη θέση αυτή λαμβάνοντας υπόψη και το γεγονός ότι ακριβώς την ημέρα εξέτασης του παραπόνου, η πρόεδρος της ΟΕΛΜΕΚ προανήγγειλε τη λήψη απόφασης για στάση εργασίας των καθηγητών με σκοπό την ευαισθητοποίηση των αρμοδίων και της κοινωνίας για την παραβατικότητα στα σχολεία. Καταλήγοντας στην απόφαση αυτή, η Επιτροπή τονίζει ότι η απόφασή της δεν προδικάζει ανάλογη τοποθέτηση στο μέλλον, σε περιπτώσεις παραβίασης ιδιωτικών χώρων, έστω και αν αποκαλούνται δημόσιοι. Η Επιτροπή έλαβε περαιτέρω υπόψη τα κίνητρα της κινηματογράφησης ήταν η παρουσίαση του προβλήματος της παραβατικότητας σε σχολεία, καθώς και το γεγονός ότι δεν αποκαλύφθηκαν πρόσωπα και δεν ταυτοποιήθηκαν συγκεκριμένοι χώροι. Η Επιτροπή σημείωσε ότι κατά την παρουσίαση του θέματος υπήρξε τάση δραματοποίησης και κυρίως γενίκευσης, ιδιαίτερα κατά την παρουσίαση σκηνών πού λήφθηκαν μυστικά σε σχολείο. Κατά την προβολή των σκηνών αναφέρθηκε ότι «εικόνες και συμπεριφορές που θυμίζουν ποδοσφαιρικά γήπεδα είναι η εικόνα των γυμνασίων και των λυκείων της Κύπρου…». Για τη γενίκευση αυτή διαμαρτυρήθηκαν η πρόεδρος της ΟΕΛΜΕΚ και η Γενική Διευθύντρια του Υπουργείου Παιδείας, που υπέδειξαν ότι επρόκειτο για εξαιρέσεις και όχι για τον κανόνα. Επίσης, ο παρουσιαστής της εκπομπής σημείωσε ότι «συμφωνούμε όλοι ότι οι εικόνες αυτές δεν αφορούν σε όλους τους μαθητές, σε όλους τους εκπαιδευτικούς». Δεδομένου ότι στη συζήτηση εκπροσωπούντο οι ενδιαφερόμενοι φορείς και ακούστηκαν οι απόψεις τους, η Επιτροπή έκρινε ότι αφ’ ενός ικανοποιήθηκε το δικαίωμα απάντησης και αφ’ ετέρου ότι με τη δήλωση του παρουσιαστή υπήρξε συμμόρφωση προς την πρόνοια του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί διόρθωσης ανακριβών ή παραπλανητικών πληροφοριών. Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, η Επιτροπή αποφάσισε ότι δεν υπήρξε παραβίαση των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί διασυρμού, χωρίς διάκριση, του συνόλου των σχολείων, των εκπαιδευτικών και των μαθητών.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
28/2008
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
26/11/2008
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, στο πλαίσιο της αποστολής της για προάσπιση του δικαιώματος της Ελευθερίας Εκφρασης και της ανεξαρτησίας των δημοσιογράφων, εξέτασε παράπονο (28/2008 -20/11/08) από την κ. Ελίτα Μιχαηλίδου, παρουσιάστρια της εκπομπής του τηλεοπτικού σταθμού ΣΙΓΜΑ «Με την Ελίτα», για επίθεση εναντίον της εκπομπής της και της ιδίας προσωπικά από τον Επίσκοπο Καρπασίας κ. Χριστοφόρο. Ο Επίσκοπος Καρπασίας, σε εγκύκλιό του ημερομηνίας 7ης Νοεμβρίου, 2008, καλούσε τους Αρχιμανδρίτες, Ιερείς και Διακόνους της Ιεράς Αρχιεπισκοπής να ενημερώσουν το ποίμνιό τους, σχετικά με τη δραστηριότητα γυναίκας που υποστηρίζει ότι είναι απεσταλμένη του Θεού στη γη και επίσης διατύπωνε την κατηγορία ότι η εκπομπή της κ. Μιχαηλίδου «εργολαβικά παρουσιάζει θέματα, που διαβρώνουν επικίνδυνα την ορθόδοξη διδασκαλία και ζωή». Περαιτέρω ανέφερε ότι η Ιερά Σύνοδος «ασχολήθηκε σε δύο συνεδρίες της με τις εκπομπές τη κ. Ελίτας (Μιχαηλίδου) στον τηλεοπτικό σταθμό ΣΙΓΜΑ και αποφάσισε ότι, όσα πρόβαλλε μέσα από αυτές είναι παντελώς ασυμβίβαστα με την Ορθόδοξη Πίστη» και «για το λόγο αυτό έλαβε απόφαση όπως ουδείς κληρικός της Εκκλησίας μας λαμβάνει μέρος στις εκπομπές αυτές» Η κ. Μιχαηλίδου ανέφερε στην Επιτροπή ότι αυτό που αποφάσισε η Ιερά Σύνοδος είναι ότι, οσάκις προσκαλείται οποιοσδήποτε ιερέας σε οποιαδήποτε εκπομπή να παίρνει πρώτα τη συγκατάθεση της Μητρόπολης στην οποία ανήκει. Η Επιτροπή σημειώνει ότι είναι ένα θέμα να ενημερώνεται το ποίμνιο της Εκκλησίας για τη δράση αυτόκλητων σωτήρων και θαυματοποιών και άλλο θέμα να διατυπώνονται κατηγορίες και να εκτοξεύονται κατηγορίες και αφορισμοί εναντίον ΜΜΕ και δημοσιογράφων. Η Επιτροπή, όπως και στο παρελθόν είχε την ευκαιρία να τονίσει, θεωρεί ότι η κριτική με επιχειρήματα για το έργο των ΜΜΕ και των δημοσιογράφων είναι θεμιτή, αλλά απορρίπτει αφοριστικές επιθέσεις όπως οι πιο πάνω. Γι’ αυτό και σημείωσε με ιδιαίτερη ικανοποίηση τη βεβαίωση του προκαθημένου της Εκκλησίας της Κύπρου Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου Β΄ ότι διαφωνεί με την ενέργεια του Επισκόπου και ότι δεν γνώριζε «εκ των προτέρων ότι θα φύγει τέτοιο μήνυμα από την επίσημη Εκκλησία». Επίσης εξέφρασε ικανοποίηση για τη δήλωση του Μακαριωτάτου ότι «εδώ έχουμε ελευθερία λόγου και ακόμη και να υβριζόμαστε δεν θέλουμε να τους απαγορεύσουμε να μιλούν…Να υπάρχει λόγος και αντίλογος και ο λαός νομίζω ότι είναι ώριμος να καταλαβαίνει.» Περαιτέρω, η Επιτροπή θεωρεί ότι η τοποθέτηση του Αρχιεπισκόπου πως «αν…μια εκπομπή είναι αρνητική, δικαιούται η Εκκλησία να πει τη θέση της, όχι όμως εκ των προτέρων να καταδικάζουμε την εκπομπή» αποδίδει την ουσία του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος της Ελευθερίας Εκφρασης. Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, η Επιτροπή θεωρεί ότι η επίθεση που διατυπώθηκε εναντίον της εκπομπής της κ. Ελίτας Μιχαηλίδου και της ιδίας προσωπικά συνιστά προσπάθεια παραπλάνησης του κοινού, απόπειρα εκφοβισμού και προσπάθεια φίμωσης των ΜΜΕ και ως τέτοια στρέφεται εναντίον της Ελευθερίας του Τύπου και του δικαιώματος της Ελευθερίας Εκφρασης, η οποία αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της δημοκρατίας.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
22/2008
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
19/11/2008
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο 22/2008 -4/8/08) της Κίνησης για Ισότητα, Στήριξη, Αντιρατσισμό (ΚΙΣΑ) για το περιεχόμενο εκπομπής του τηλεοπτικού σταθμού NEW EXTRA TV με αντικείμενο τους αλλοδαπούς στην Κύπρο και τη λαθρομετανάστευση. Η απόφαση εκδίδεται με μεγάλη καθυστέρηση ως εκ του γεγονότος ότι ο τηλεοπτικός σταθμός παρέλειψε να ανταποκριθεί εγκαίρως στην παράκληση της Επιτροπής να παραθέσει τις απόψεις του και να την προμηθεύσει με το οπτικό υλικό της εκπομπής, το οποίο τελικά εξασφαλίστηκε από άλλη πηγή. Οι παραπονούμενοι υποστήριξαν ότι στην εκπομπή «Φύλλο και Φτερό» που μεταδόθηκε στις 31 Ιουλίου, 2008, στην οποία φιλοξενήθηκαν εκπρόσωποι της «Κίνησης για τη Σωτηρία της Κύπρου» εκφράστηκαν ρατσιστικές θέσεις και απόψεις, τόσο από τους δημοσιογράφους-συντονιστές όσο και από τους φιλοξενούμενους. Εθεσαν επίσης θέμα συμμετοχής στη συζήτηση ενός ατόμου, που είχε το «ίδιο επίθετο με το χρηματοδότη της εκπομπής». Ο Γενικός Διευθυντής του σταθμού κ. Ανδρέας Ζένος απάντησε στην παράκληση της Επιτροπής για παράθεση των απόψεων του σταθμού στις 27 Οκτωβρίου, 2008 και εξήγησε τους λόγους, τους οποίους η Επιτροπή αποδέχθηκε. Ως προς το θέμα του χορηγού της εκπομπής, ο κ. Ζένιος ανέφερε ότι δεν γνώριζε κατά πόσο ο εκ των φιλοξενουμένων κ. Αδάμος Κόμπος έχει οποιαδήποτε σχέση με το χορηγό της εκπομπής A. G. Kompos Electronics και υποστήριξε ότι η εκπομπή δεν έπασχε ως εκ της συμμετοχής του δεδομένου ότι ο χορηγός είναι εταιρεία ηλεκτρικών ειδών, τα οποία δεν έχουν καμία σχέση με το αντικείμενο της εκπομπής, που ήταν το θέμα της παράνομης μετανάστευσης. Ως προς το περιεχόμενο της εκπομπής, ο κ. Ζένιος ανέφερε ότι δεν το γνώριζε και δεν διέθετε οπτικογράφηση της, αλλά πρόσθεσε ότι ο συντονιστής της εκπομπής επιμένει ότι το περιεχόμενό της «ήταν καθαρά αντιρατσιστικό και ασχολήθηκε αποκλειστικά με το θέμα της «Παράνομης Μετανάστευσης» χωρίς ρατσιστικά κριτήρια». Επί πλέον ανέφερε ότι η πολιτική του σταθμού «είναι η πλήρης συμμόρφωση με τους διάφορους Κώδικες Δεοντολογίας» και ότι σε περιπτώσεις στις οποίες κάποιος προσκεκλημένος ενεργήσει κατά παράβασή τους, ο εκπρόσωπος του σταθμού οφείλει να τον διακόψει, να ανασκευάσει τους ισχυρισμούς και αν ο φιλοξενούμενος δεν συμμορφώνεται, να διακόπτει την εκπομπή. Τέλος ο κ. Ζένιος ανέφερε ότι «αν από τη διερεύνηση των καταγγελιών προκύψει πως ο συντονιστής (υπό την πίεση της ζωνταντής φήσης της εκπομπής) δεν ενήργησε σύμφωνα με τις πιο πάνω οδηγίες», ο σταθμός θα φροντίσει να δώσει στον παραπονούμενο την ευκαιρία να εμφανισθεί σε κάποιο μελλοντικό πρόγραμμα για να ανασκευάσει τους ισχυρισμούς που ενθαρρύνουν το ρατσισμό. Η Επιτροπή σημείωσε με ενδιαφέρον τις θέσεις του κ. Ζένιου και αποφάσισε ότι υπό τις περιστάσεις είναι σκόπιμη μια αδρή παράθεση του περιεχομένου της εκπομπής, όπως προκύπτει από μαγνητοσκόπηση, η οποία εξασφαλίστηκε από άλλη πηγή. Στην εκπομπή συμμετείχαν ο παρουσιαστή της και μία δημοσιογράφος του τηλεοπτικού σταθμού και τέσσερις φιλοξενούμενοι. Ο παρουσιαστής της εκπομπής ανέφερε ότι επέλεξε να ασχοληθεί «με το θέμα των αλλοδαπών» και δεν διευκρίνισε την ιδιότητα υπό την οποία μετείχαν στη συζήτηση οι φιλοξενούμενοι, πέραν της αναφοράς στην αρχή της εκπομπής ότι ένας από αυτούς, ο κ. Αδάμος Κόμπος είναι Δημοτικός Σύμβουλος και στο τέλος ότι ήταν ο χορηγός της εκπομπής. Οι άλλοι συζητητές ήταν ο κ. Πανίκος Αρσαλίδης, ο κ. Πέτρος Στυλιανού, ο οποίος ανέφερε ότι μιλούσε εκ μέρους της «Κίνησης για τη Σωτηρία της Κύπρου» και ο κ. Βίας Λειβαδάς, από τα λεχθέντα του οποίου προκύπτει ότι και αυτός είναι στέλεχος της Κίνησης. Καθ’ όλη τη διάρκεια της συζήτησης, που κράτησε μια ώρα περίπου, ακούστηκαν οι ίδιες απόψεις από όλους, περιλαμβανομένου του παρουσιαστή, που δεν αμφισβήτησε ο,τιδήποτε αναφέρθηκε από τους προσκεκλημένους και δεν ζήτησε υποστήριξη ή τεκμηρίωση των στοιχείων που ανέφεραν. Σε γενικές γραμμές, η όλη συζήτηση ήταν καθολικά εχθρική προς τους αλλοδαπούς. Ο κ. Κόμπος υποστήριξε ότι η παρουσία παράνομων εργατών στην Κύπρο είναι «μέρος του στρατηγικού σχεδίου της Τουρκίας για να μας δημιουργήσει ζημιά» και ότι «η παρουσία πολλών ξένων δεν επιδρά θετικά στην οικογένεια», «επιδρά κοινωνικά, εθνικά, θρησκευτικά και ακόμη και στην εργασία» και «οδηγεί σε αποχή των νέων από την εργασία». Ο κ. Λειβαδάς αναφέρθηκε σε μια πληροφορία ότι υπάρχουν 700 χιλιάδες έποικοι στην Κύπρο, ότι η λαθρομετανάστευση «είναι στοχευμένος εποικισμός από την Τουρκία» και περαιτέρω ότι «η Αγγλία είναι πίσω από τον εποικισμό και τη λαθρομετανάστευση». Ο κ. Στυλιανού αναφέρθηκε σε παρουσία 170 ξένων στην Κύπρο, από τους οποίους, όπως είπε, οι μισοί είναι παράνομοι και υποστήριξε ότι με το ρυθμό αύξησής τους σε 15 χρόνια θα είναι περισσότεροι από το γηγενή πληθυσμό. Την ίδια άποψη υποστήριξε και ο κ. Αρσαλίδης, ο οποίος επίσης αναφέρθηκε σε «οπτική εκτίμηση» ότι οι ξένοι συνιστούν το 50% του σημερινού πληθυσμού της Κύπρου και ότι η αναλογία των Κυπρίων (Ελλήνων) έπεσε από το 82% στο 54%. Είπε ακόμη ότι ένα εκατομμύριο άνθρωποι περιμένουν στη Λατάκεια για να μπαρκάρουν για την Κύπρο. Στη συνέχεια έγινε συζήτηση για την επίδραση των αλλοδαπών στο έγκλημα. Ο παρουσιαστής ρώτησε τον κ. Κόμπο κατά πόσο πιστεύει «ότι στην αύξηση της εγκληματικότητας έχουν διαδραματίσει και αυτοί το δικό τους ρόλο». Ο κ. Κόμπος απάντησε: «Δυστυχώς είναι κάποια ξενόφερτα συστήματα. Ας πάρουμε τις επιθέσεις με μαχαίρια. Στην Κύπρο οι δικοί μας πολύ σπάνια χρησιμοποιούσαν μαχαίρι. Τώρα πολύ τακτικά βλέπουμε να γίνεται η χρήση του μαχαιριού…Οι διαρρήξεις…αυτά είναι πράγματα ξενόφερτα...και ενισχύουν και τους δικούς μας που έχουν ξεφύγει .. ναρκωτικά είναι αρκετές παρανομίες που μας έχουν φέρει, μας έχουν μεταδώσει…όλα αυτά είναι κακό για την κοινωνία μας…» Παρουσιαστής: Και η πορνεία…; Κόμπος:… και η πορνεία, βεβαίως όλα αυτά είναι συνεπακόλουθα της παρουσίας όλων αυτών των ξένων οι οποίοι προέρχονται από πολύ χαλαρούς κοινωνικούς και οικογενειακούς δεσμούς…έρχονται εδώ, μεταδίδουν όλα αυτά τα πράγματα και δυστυχώς έχουμε όλο αυτό το κατάντημα της κοινωνίας μας». Λειβαδάς: Από στοιχεία που έχουμε πάρει από την Αστυνομία, η εγκληματικότητα έχει αυξηθεί πέραν του 50% από εγκλήματα που γίνονται από αλλοδαπούς. Ακόμα σε θέματα υγείας, αρρώστιας, λόγω της αύξησης των λαθρομεταναστών που δεν ελέγχονται, έχουν αυξηθεί και το έγκλημα και η αρρώστια.. Παρουσιαστής: Δεν ξέρω αν συμφωνείτε… και η κυπριακή οικογένεια έφθασε στο «δε βαριέσαι αδελφέ»...Δεν είμαστε ρατσιστές, κάθε άλλο... Σε μια παραδοσιακή οικογένεια, η γιαγιά θα μεγάλωνε ένα νήπιο, ο παππούς θα μεγάλωνε το νήπιο και θα έπαιρνε σήμερα τις βασικές του αρχές αυτό το παιδάκι… Ξέρετε τι είναι σήμερα για ένα βρέφος, να ανοίγει τα μάτια του και να βλέπει άλλα χρώματα, να ακούει γλώσσα που να μη την καταλαβαίνει….Μιλούμε για τη νέα γενιά της Κύπρου….Πώς η νέα γενιά της Κύπρου… θα αναγιώσει το μωρό μια κοπέλα από την Ινδία…Η κυπριακή οικογένεια έχει φθάσει στο «δε βαριέσαι αδελφέ». Ισως αυτό να παίζει ρόλο για τη νέα γενιά, που λέγεται ότι είναι επαναστατική. Μα παλιά τα παιδιά όταν τα μεγάλωναν ο παππούς και η γιαγιά ήταν υποδείγματα μαθητών, σέβονταν τους μεγαλύτερους…όταν σήμερα βλέπει άλλα χρώματα, γλώσσα που δεν την καταλαβαίνουν, ακούουν τα σριλανκάζικα και τα ινδιάνικα μεγαλώνοντας είναι σαν να μεγαλώνει σε άλλη χώρα, με άλλες νοοτροπίες, γι’ αυτό υπάρχει μια σχετική επανάσταση συμπεριφοράς των παιδιών…» Η Επιτροπή, αφού μελέτησε το περιεχόμενο της εκπομπής και τα άλλα ενώπιόν της στοιχεία και αφού προέβη σε διερεύνηση διαπίστωσε ότι ένας εκ των συζητητών, ο κ. Αδάμος Κόμπος ήταν το ίδιο πρόσωπο με τον ιδιοκτήτη ή και διευθυντή της εταιρείας-χορηγού της εκπομπής. Κατά συνέπεια η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η εκπομπή, αν και δεν είχε ως αντικείμενό της τα είδη που εμπορεύεται ο χορηγός της, έπασχε ως προς το τεκμήριο της αντικειμενικότητας που έπρεπε να είχε, όπως καταφάνηκε και από το γεγονός ότι ο παρουσιαστής σε καμιά περίπτωση δεν αμφισβήτησε όσα εκ των ανωτέρω ανέφερε ο κ. Κόμπος. Περαιτέρω η Επιτροπή θεωρεί ότι η εκπομπή έπασχε επίσης ως προς την αντικειμενικότητά της, ως εκ του γεγονότος ότι δε λήφθηκε μέριμνα για παρουσίαση της αντίθεσης άποψης. Περαιτέρω η Επιτροπή αποφάσισε ότι η εκπομπή, παρά την περί του αντιθέτου άποψη του παρουσιαστή της, είχε έντονα ξενοφοβικό και ρατσιστικό χαρακτήρα και θα ήταν δυνατό να ενσπείρει ανησυχία και πανικό και να διεγείρει μίσος, απέχθεια και αποστροφή προς τους ξένους με την αναφορά στοιχείων τα οποία δεν τεκμηριώθηκαν, όπως για παράδειγμα ότι η λαθρομετανάστευση αποτελεί σχέδιο της Τουρκίας σε βάρος της Κύπρου, ότι ένα εκατομμύριο άνθρωποι περιμένουν να έλθουν στην Κύπρο από τη Λατάκεια και ότι σε 15 χρόνια οι ξένοι εργάτες και λαθρομετανάστες λόγω του ρυθμού γεννητικότητας 5% θα ξεπεράσουν σε αριθμό το γηγενή πληθυσμό. Ο τελευταίος ισχυρισμός συνιστά ανακρίβεια, γιατί προϋποθέτει ότι οι ξένοι, και αν ακόμη θεωρηθεί ότι ο αριθμός τους είναι ακριβής (170 χιλιάδες, με τους μισούς να είναι παράνομοι και με ρυθμό αύξησης 5%) είναι όλοι τεκνοποιούντα ζεύγη. Επίσης προϋποθέτει ότι νόμιμοι εργάτες και λαθρομετανάστες θα παραμείνουν μόνιμα στην Κύπρο και δεν θα επιστρέψουν στις πατρίδες τους. Επίσης σημείωσε ότι ο ισχυρισμός του παρουσιαστή ότι η νέα γενιά είναι επαναστατική επειδή τα παιδιά δεν τα «αναγιώνουν» γιαγιάδες και παππούδες, αλλά αλλοδαπές, πέραν της ρατσιστικής υφής του, συνιστά ανακρίβεια και παραπλάνηση. Δεν παρουσιάστηκε καμιά τεκμηρίωση –έστω και με την απλή έκφραση γνώμης ενός ειδικού- ότι παιδιά τα οποία μεγαλώνουν με τη φροντίδα αλλοδαπών γυναικών αναπτύσσουν επιθετική ή «επαναστατική» συμπεριφορά, ενώ παράλληλα η σημερινή «επαναστατική» νέα γενιά δεν είναι δυνατό να απέκτησε τη συμπεριφορά που της αποδίδεται επειδή οι σημερινοί έφηβοι μεγάλωσαν κάτω από τη φροντίδα αλλοδαπών γυναικών, δεδομένου ότι το φαινόμενο των αλλοδαπών νταντάδων είναι μόλις πρόσφατο. Η Επιτροπή θεωρεί, συνεπώς, ότι οι θέσεις που αναφέρθηκαν κατά τη συζήτηση και παρατίθενται πιο πάνω συνιστούν βάναυση παραβίαση των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί αποφυγής οποιασδήποτε απ’ ευθείας ή άλλης αναφοράς εναντίον προσώπου, που περιέχει στοιχεία προκατάληψης με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη γλώσσα, τη θρησκεία και την εθνική προέλευση.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
27/2008
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
19/11/2008
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (27/2008 -9/10/08) παράπονο εναντίον της εφημερίδας «Αλήθεια» για δημοσίευση φωτογραφίας που παρουσίαζε ημίγυμνη γυναίκα να διαβάζει ξαπλωμένη σε παραλία και ενός γαϊδάρου σε κατάσταση στύσης να στέκεται δίπλα της. Η φωτογραφία, που δημοσιεύθηκε στις 9 Σεπτεμβρίου, 2008, έφερε τη λεζάντα: «Είναι για να δείτε κι εσείς πως τα γαούρκα δεν διαβάζουν βιβλία». Η Επιτροπή αποφάσισε ότι η φωτογραφία ήταν χυδαία και παραβίαζε την πρόνοια του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας για επαγγελματικό επίπεδο της υψηλότερης δυνατής στάθμης. Η Επιτροπή θεώρησε ως ελαφρυντικό το γεγονός ότι η εφημερίδα, στην αμέσως επόμενη έκδοσή της απολογήθηκε, ύστερα από τηλεφωνήματα αναγνωστών, για τη δημοσίευση της φωτογραφίας, αναφέροντας ότι «πράγματι ξέφυγε των ορίων».
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
26/2008
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
19/11/2008
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (26/2008 -29/8/08) παράπονο εναντίον της εφημερίδας «Αλήθεια» για δημοσίευμα που αναφερόταν σε κατ’ ισχυρισμό άσκηση πορνείας σε υποστατικό στη Λευκωσία. Το δημοσίευμα, ημερομηνίας 19 Αυγούστου, 2008, περιλάμβανε φωτογραφία της ύποπτης, λεπτομέρειες για την ιδιωτική της ζωή και τα φερόμενα αδικήματα στα οποία κατ’ ισχυρισμόν εμπλέκεται. Η εφημερίδα, ανταποκρινόμενη με σχετικά μεγάλη καθυστέρηση σε παράκληση της Επιτροπής να παραθέσει τις απόψεις της, ανέφερε ότι το δημοσίευμά της συνιστούσε αναδημοσίευση από το κυπριακό παράρτημα ελληνικής εφημερίδας και ότι σκοπός δεν ήταν να εκτεθεί οποιοδήποτε άτομο αλλά να δοθεί πληροφόρηση «δεδομένου ότι γίνονταν αρκετές συζητήσεις για την ταυτότητα της ύποτπης». Η Επιτροπή σημειώνει ευθύς εξ αρχής ότι η αναδημοσίευση από οποιοδήποτε έντυπο, ακόμη και επίσημο, δεν αποτελεί ούτε δικαιολογία, ούτε υπεράσπιση, έστω και αν η αναδημοσίευση προέρχεται από επίσημο ή αστυνομικό έγγραφο. Η παραβίαση του τεκμηρίου της αθωότητας ή ο διασυρμός ατόμων σε αστυνομικές ανακοινώσεις δεν απαλλάσσει τα ΜΜΕ και τους δημοσιογράφους της ευθύνης να τηρούν τις πρόνοιες του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, απαλείφοντας από τις ειδήσεις τους αναφορές που έρχονται σε αντίθεση με τον Κώδικα. Η Επιτροπή αποφάσισε επίσης ότι η δικαιολογία πως σκοπός του δημοσιεύματος ήταν η πληροφόρηση του κοινού επειδή γίνονταν συζητήσεις ως προς την ταυτότητα της ύποπτης δεν συνιστά επίσης υπεράσπιση ή βάσιμη δικαιολογία. Η Επιτροπή σημείωσε επίσης ότι τα γεγονότα τα οποία αναφέρονται στο δημοσίευμα δεν αποδείχθηκαν επί δικαστηρίου και συνεπώς πληροφορίες από οπουδήποτε αλλού προέρχονται δεν είναι δυνατό να θεωρούνται ως αδιαμφισβήτητα γεγονότα. Κατά συνέπεια η Επιτροπή αποφάσισε ότι το δημοσίευμα συνιστούσε παραβίαση των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί σεβασμού του τεκμηρίου αθωότητας και περί σεβασμού της ιδιωτικής ζωής και μη διασυρμού της υπόληψης ατόμων. Η Επιτροπή επιθυμεί να τονίσει ότι η ικανοποίηση της περιέργειας του κοινού για γεγονότα τα οποία δεν έχει νόμιμο συμφέρον να γνωρίζει δεν συνιστά δικαιολογία για παραβίαση των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
25/2008
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
21/10/2008
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ
H Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας απηύθυνε την ακόλουθη επιστολή προς όλα τα ΜΜΕ και προς τους δημοσιογράφους, σε σχέση με παράπονο εναντίον αριθμού εφημερίδων που είχαν δημοσιεύσει λεπτομέριες, ικανές να οδηγήσουν στην αποκάλυψη της ταυτότητας ανήλικης που κατ' ισχυρισμό είχε υποστεί σεξουαλική επίθεση από άτομο του οικογενειακού της περιβάλλοντος.
Αρχισυντάκτες
Διευθυντές Ειδήσεων
ΜΜΕ,
Δημοσιογράφους.
ΘΕΜΑ: Αποκάλυψη ταυτότητας θύματος βίας και άλλα θέματα δεοντολογίας
Η Επιτροπή δημοσιογραφικής Δεοντολογίας ασχολήθηκε με παράπονο (25/2008 -30/8/08) ότι δημοσιεύματα στις ημερήσιες εφημερίδες ημερομηνίας 29ης Αυγούστου, 2008 (και μεταδόσεις από ηλεκτρονικά ΜΜΕ την προηγούμενη) περιείχαν λεπτομέρειες οι οποίες θα ήταν δυνατό να οδηγήσουν στην αποκάλυψη της ταυτότητας ανήλικης που κατ’ ισχυρισμό υπήρξε θύμα σεξουαλικής παρενόχλησης από άτομο του οικογενειακού της περιβάλλοντος. Η Επιτροπή θεώρησε ότι στην προκειμένη περίπτωση θα ήταν πιο πρόσφορο, αντί της έκδοσης απόφασης, να απευθυνθεί επιστολή προς όλα τα έντυπα με κάποιες επισημάνσεις, προς αποφυγή παρόμοιων φαινομένων στο μέλλον. Παράκληση της Επιτροπής προς όλα τα ΜΜΕ και τους δημοσιογράφους είναι να αποφεύγουν τη δημοσίευση λεπτομερειών που θα μπορούσαν σε συνδυασμό με άλλα γεγονότα και λεπτομέρειες να οδηγήσουν στην αποκάλυψη της ταυτότητας θυμάτων σεξουαλικής βίας, ιδιαίτερα ανηλίκων. Τέτοιες λεπτομέρειες είναι ιδιαίτερα ο τόπος καταγωγής, η οικογενειακή κατάσταση, ιδιαίτερα η σχέση ή ο βαθμός συγγένειας, κυρίως όταν πρόκειται για αιμομικτικά αδικήματα, και οι ηλικίες δράστη και θύματος. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η αποφυγή της αποκάλυψης της ταυτότητας θυμάτων σεξουαλικής βίας, και ιδιαίτερα ανηλίκων δεν αφορά μόνο το ευρύ κοινό αλλά και το στενό περιβάλλον της γειτονιάς ή της συνοικίας. Πέραν της αποφυγής δημοσίευσης ευαίσθητων λεπτομερειών, η Επιτροπή παρακαλεί όπως κατά το χειρισμό θεμάτων σεξουαλικής βίας λαμβάνονται επίσης υπόψη οι πρόνοιες του Κώδικα περί αποφυγής χυδαίας φρασεολογίας και παράθεσης αχρείαστων λεπτομερειών που αναπαράγουν το αδίκημα και είναι δυνατό να οξύνουν τον ανθρώπινο πόνο. Τέλος η Επιτροπή επισημαίνει ότι η δημοσίευση του περιεχομένου οπτικογραφημένων καταθέσεων θυμάτων βίας στην οικογένεια, το οποίο ενίοτε κακώς διαρρέει προς τα ΜΜΕ, πέραν του ότι απαγορεύεται από το νόμο, στην περίπτωση ανηλίκων εξισούται με τη λήψη συνέντευξης χωρίς εξουσιοδότηση υπεύθυνου ενηλίκου, γεγονός που συνιστά παραβίαση της σχετικής πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η απαγόρευση της αποκάλυψης της ταυτότητας παιδιών τα οποία είναι θύματα σεξουαλικής παρενόχλησης με βάση τις σχετικές πρόνοιες του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας είναι απόλυτη και δεν αποτελεί δικαιολογία το γεγονός ότι το όνομά τους ενδεχομένως να είχε αναφερθεί επί δικαστηρίου ή αποκαλύφθηκε από αστυνομικό όργανο.
Με εκτίμηση
Ανδρέας Μαυρομμάτης
Πρόεδρος Επιτροπής Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
24/2008
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
21/10/2008
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (24/2008 -20/8/08) από το δημοσιογράφο Λοϊζο Αντωνίου, μέσω της Ενωσης Συντακτών Κύπρου, για αντιδεοντολογικά και ανακριβή δημοσιεύματα στο «Φιλελεύθερο». Το ένα δημοσίευμα, στις 7/8/08, σχολίαζε επιστολή της Λιλής Ζωγράφου, που δημοσιεύθηκε το 1972 στον ελληνικό τύπο, με την οποία αποδοκίμαζε τις επιχορηγήσεις του Ιδρύματος Φορντ. Το σχόλιο έκανε παραλληλισμό με τις Αμερικανικές χρηματοδοτήσεις για την έγκριση του σχεδίου Ανάν στην Κύπρο. Το παράπονο ήταν ότι σχόλια που συνόδευαν την αναδημοσίευση της επιστολής από το «Φιλελεύθερο» «έχουν υπερβεί τα εσκαμμένα». Το δεύτερο δημοσίευμα, στις 12/8/08 αφορούσε στη διανομή ενθέτων από κυπριακές εφημερίδες βιβλιαρίων με περίληψη του σχεδίου Ανάν στην περίοδο προ του δημοψηφίσματος του 2004 και ανέφερε ότι οι εφημερίδες τα διένειμαν γιατί «δεν γνώριζε κανένας ποιοι κρύβονταν πίσω και έδιναν τα χρήματα, ούτε ποιος ήταν ο ρόλος των διαφόρων οργανώσεων που είχαν εμφανισθεί σαν μανιτάρια για να μας διαφωτίσουν». Σύμφωνα με το παράπονο, ο ισχυρισμός ότι «δεν γνώριζε κανένας ποιοι κρύβονταν πίσω και έδιναν τα χρήματα» είναι ανακριβής, γιατί στη δεύτερη σελίδα αναγράφονται σαφώς τα ονόματα των ατόμων που είχαν την πρωτοβουλία ετοιμασίας των βιβλιαρίων και ότι η χρηματοδότηση έγινε από τον Αμερικανικό Οργανισμό για τη Διεθνή Ανάπτυξη και από το Πρόγραμμα Αναπτύξεως των Ηνωμένων Εθνών μέσω του Γραφείου των Ηνωμένων Εθνών για Υπηρεσίες Προγραμμάτων (UNOPS). Ως προς το παράπονο για υπέρβαση των εσκαμμένων, η Επιτροπή θεωρεί ότι είναι πολύ γενικό και αόριστο και ότι, εν πάση περιπτώσει, το δημοσίευμα αποτελεί έκφραση γνώμης και δεν συνιστά παράβαση οποιασδήποτε πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Συνεπώς, αποφασίστηκε να εξετασθεί μόνο το δεύτερο παράπονο ως προς τον ισχυρισμό για ανακρίβεια του δημοσιεύματος της 12ης Αυγούστου, για το οποίο ζητήθηκαν οι απόψεις της εφημερίδας. Ο συγγραφέας του επίμαχου άρθρου αρχισυντάκτης του «Φιλελεύθερου» κ. Αριστος Μιχαηλίδης, στην απάντησή του ανέφερε ότι το επίμαχο άρθρο ήταν συνέχεια άρθρων προηγούμενων ημερών σε σχέση με αποκάλυψη από το δημοσιογράφο Μιχάλη Ιγνατίου εγγράφων του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών τα οποία, σύμφωνα με τη θέση του κ. Μιχαηλίδη, «για να αποφύγουν την ενημέρωση της κυπριακής κυβέρνησης για τον τρόπο που θα διοχέτευαν και τους παραλήπτες εκατομμυρίων δολαρίων, οι Αμερικανοί ήθελαν να υπαχθεί η διαχείριση σε πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών», και η Αμερικανική πρεσβεία αποφάσιζε ποιος θα έπαιρνε τα χρήματα. Επίσης ανέφερε ότι τα γραφόμενα του αναφέρονταν σε έγγραφο του Στέιτ Ντιπάρμεντ που εκτιμούσε ότι «το μεγάλο ποσό της ετήσιας χορηγίας -10 εκ. δολάρια ετησίως- αντιπροσωπεύει ένα σημαντικό νέο εργαλείο άσκησης πολιτικής για τις ΗΠΑ και τον ΟΗΕ». Ο κ. Μιχαηλίδης, εξήγησε ότι με τα πιο πάνω «είναι φανερό τι εννοώ όταν λέω ότι τότε «δεν γνώριζε κανένας ποιοι κρύβονταν πίσω και έδιναν τα χρήματα» και ότι οι αναφορές του δεν είχαν καμιά σχέση με το ποιοι παρουσιάζονταν ως οι εκδότες των εντύπων, (δηλαδή ο Αμερικανός Οργανισμός για τη Διεθνή Ανάπτυξη και το Πρόγραμμα Αναπτύξεως των Ηνωμένων Εθνών μέσω του Γραφείου των Ηνωμένων Εθνών για Υπηρεσίες Προγραμμάτων (UNOPS). Επίσης επικαλέστηκε το γεγονός ότι στην τελευταία παράγραφο του άρθρου του ανέφερε ότι το ένθετο «έφερε την υπογραφή εκείνων που το έκαναν». Η Επιτροπή σημείωσε ότι από το μεμονωμένο άρθρο της 12ης Αυγούστου (και χωρίς ανελλιπή παρακολούθηση της προηγούμενης ειδησεογραφίας και αρθρογραφίας) δεν ήταν δυνατό να εξαχθεί σαφές συμπέρασμα για την ακριβή έννοια της πιο πάνω φράσης του αρθρογράφου. Με τις παρασχεθείσες εξηγήσεις αποσαφηνίστηκε το νόημα των επίμαχων σημείων του άρθρου. Η Επιτροπή κατέληξε στην απόφαση ότι τα αναφερθέντα δημοσιεύματα, ως συνέχεια προηγούμενης ειδησεογραφίας και αρθρογραφίας, αν και δεν ήταν απολύτως σαφή εκ πρώτης όψεως στον αναγνώστη και θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε παραπλάνηση, υπό το φως των διευκρινίσεων που δόθηκαν, και λαμβανομένου υπόψη του θεμελιακού χαρακτήρα της ελευθερίας έκφρασης, δεν συνιστούσαν παραβίαση της πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί της ακρίβειας των δημοσιευμάτων. ΣΗΜ: Μετά την κοινοποίηση της απόφασης, ο παραπονούμενος απέστειλε επιστολή με παρατηρήσεις του, αναφέροντας ότι και τα δύο παράπονά του θα έπρεπε να είχαν γίνει αποδεκτά, παραθέτοντας διάφορα επιχειρήματα. Αργότερα κλήθηκε σε συνεδρία υποεπιτροπής και παρέθεσε τα ίδια επιχειρήματα. Ως προς το πρώτο παράπονο διαπιστώθηκε ότι η επιχειρηματολογία του δεν είχε περιληφθεί στη γραπτή διατύπωση του παραπόνου του. Ως προς το δεύτερο, υποδείχθηκε το σημείο της αρθρογραφίας στο οποίο αναφέρεται ότι τα βιβλιάρια έφεραν την υπογραφή εκείνων που το έκαναν και συνεπώς ήταν λογικό να υποτεθεί ότι ο αρθρογράφος, με την αναφορά του σε άγνωστους που κρύβονταν πίσω και έδιναν τα χρήματα, εννοούσε κάποιους που κατ’ ισχυρισμό ήταν πίσω από τους χρηματοδότες, όπως εξήγησε και ο ίδιος. Επομένως η διαπίστωση ήταν ότι επρόκειτο για ελλιπή διατύπωση ή παράλειψη, όχι όμως και για εσκεμμένη ή εξ αμελείας ή άγνοια παραπληροφόρηση. Τονίστηκε ακόμη η θέση ότι ότι το δικαίωμα της έκφρασης είναι τόσο θεμελιακό, ώστε να καλύπτει και περιπτώσεις κατά τις οποίες, λόγω ελλιπούς διατύπωσης ή παράλειψης ενδεχομένως να μη δίδεται σαφώς το νόημα. Ως προς το αίτημα για επανεξέταση της απόφασης, υποδείχθηκε στον παραπονούμενο και επικυρώθηκε από την ολομέλεια της Επιτροπής ότι με βάση την πάγια πρακτική, δεν μπορεί να γίνει επανεξέταση μιας υπόθεσης, εκτός εάν προκύψουν ουσιώδη στοιχεία τα οποία δεν ήταν γνωστά ή δεν ήταν δυνατό να ήταν γνωστά κατά το χρόνο της υποβολής του παραπόνου και εξέτασής του από την Επιτροπή.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
21/2008
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
21/10/2008
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο ότι η εφημερίδα "Πολίτης" δημοσίευσε λεπτομερή περιγραφή σεξουαλικών πράξεων σε υποστατικό, στο οποίο κατ' ισχυρισμό ασκείτο πορνεία, κατά παράβαση των προνοιών του Κώδικα Δγημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί επαγγελματικού επιπέδου.
Η Επιτροπή, αντί απόφασης, αποφάσισε να απευθύνει επιστολή προς τον Αρχιυντάκτη της εφημερίδας, για τους λόγους που αναφέρονται στην επιστολή που ακολουθεί:
Κύριο
Σωτήρη Παρούτη,
Αρχισυντάκτη,
Εφημερίδα ΠΟΛΙΤΗΣ
Κύριε,
Σας πληροφορούμε ότι η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας έχει εξετάσει παράπονο εναντίον της εφημερίδας «Πολίτης» ( 21/2008, 8ης Αυγούστου, 2008) ότι στην έκδοσή της ημερομηνίας 7/8/2008 δημοσίευσε λεπτομερή περιγραφή σεξουαλικών πράξεων με αχρείαστες λεπτομέρειες, σε υποστατικό στο οποίο κατ’ ισχυρισμό ασκείτο πορνεία. Για τους λόγους που αναφέρονται στη συνέχεια, η Επιτροπή αποφάσισε να μην εκδώσει απόφαση στην προκειμένη περίπτωση, αλλά να σας απευθύνει την παρούσα επιστολή, με την παράκληση το περιεχόμενό της να ληφθεί υπόψη και να κοινοποιηθεί στο υπόλοιπο συντακτικό προσωπικό της εφημερίδας και ιδιαίτερα σε όσους χειρίζονται συνήθως παρόμοια θέματα. Η Επιτροπή αποδέχθηκε τις εξηγήσεις σας για την προέλευση των λεπτομερειών για σεξουαλικές πράξεις από δικαστική διαδικασία για την έκδοση διατάγματος κράτησης και ότι ακόμη και σε υπόθεση του Ανωτάτου Δικαστηρίου αναφέρθηκαν πολύ πιο περιγραφικές λεπτομέρειες. Ωστόσο επιθυμεί να επισημάνει ότι σε μια δικαστική διαδικασία είναι δυνατό να αναφερθούν λεπτομέρειες για σκοπούς απόδειξης, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τέτοιες λεπτομέρειες είναι κατάλληλες να δημοσιευθούν σε μια εφημερίδα, η οποία θεωρείται οικογενειακό έντυπο. Η θέση σας είναι ότι η εφημερίδα σας δεν είχε υπερβεί τα όρια της δημοσιογραφικής δεοντολογίας, δημοσιεύοντας «αχρείαστες λεπτομέρειες». Ως προς το εάν οι λεπτομέρειες ήταν «αχρείαστες ή όχι», η Επιτροπή πιστεύει ότι το κριτήριο σε τέτοιες περιπτώσεις είναι διττό: Πρώτον, κατά πόσο το περιεχόμενο της είδησης ήταν κατάλληλο ή όχι προς δημοσίευση και δεύτερον εάν οι λεπτομέρειες ήταν απαραίτητες για να δώσουν πλήρη πληροφόρηση στο κοινό περί της υπό διερεύνηση υπόθεσης. Η Επιτροπή σημείωσε, περαιτέρω, ότι οι λεπτομερείς περιγραφές που αναφέρθηκαν στο δικαστήριο δόθηκαν από άτομο που χρησιμοποιήθηκε από την Αστυνομία ως συνεργός, με σκοπό να δοθεί αξιοπιστία στη μαρτυρία του. Η Επιτροπή σημείωσε ότι άλλες εφημερίδες περιορίστηκαν σε μία πιο γενική περιγραφή των αναφερθέντων από το συνεργάτη της αστυνομίας πράξεων, ενώ άλλη εφημερίδα αν και περιορίστηκε σε μια γενική αναφορά, δημοσίευσε μια περαιτέρω λεπτομέρεια. Υπό το φως των ανωτέρω, η Επιτροπή θεωρεί ότι οι λεπτομέρειες που δημοσιεύθηκαν από την εφημερίδα βρίσκονται στο μεταίχμιο και θεώρησε ότι θα ήταν καλύτερο να μη εκδώσει μια τυπική απόφαση, αλλά να απευθυνθεί προς την εφημερίδα σας -και τα άλλα ΜΜΕ και τους δημοσιογράφους- με την προτροπή να αποφεύγουν τη δημοσίευση ή μετάδοση λεπτομερειών για σεξουαλικές πράξεις, οι οποίες απευθύνονται όχι προς τη λογική αλλά προς τα ένστικτα, χωρίς να είναι απαραίτητες για την πλήρη και έγκυρη πληροφόρηση του κοινού. Η Επιτροπή επιθυμεί επίσης να υποδείξει ότι η πρακτική της αποφυγής δημοσίευσης τέτοιων λεπτομερειών θα πρέπει να τηρείται σε μεγαλύτερο βαθμό από εφημερίδες τις οποίες το κοινό αγοράζει καλή τη πίστει ως οικογενειακά έντυπα, με την πεποίθηση ότι δεν θα περιλαμβάνουν δημοσιεύματα ακατάλληλα ή φθοροποιά για νεαρά άτομα.
Με εκτίμηση
Ανδρέας Μαυρομμάτης
Πρόεδρος Επιτροπής Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
23/2008
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
21/10/2008
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (23/2008 -6/8/08) της Συμβουλευτικής Επιτροπής για την Πρόληψη της Βίας στην Οικογένεια ότι η εφημερίδα «Πολίτης», κατά παράβαση της νομοθεσίας, δημοσίευσε το περιεχόμενο οπτικογραφημένης κατάθεσης παιδιού που φέρεται να είναι μάρτυρας σε υπόθεση άσκησης βίας εναντίον της μητέρας του. Το παράπονο αφορά τη δημοσίευση στις 5/8/2008 περίληψης οπτικογραφημένης μαρτυρίας ανήλικου παιδιού σε υπόθεση άσκησης βίας από τον πατέρα εναντίον της μητέρας του. Ο «Πολίτης» ανέφερε προς την Επιτροπή ότι το περιεχόμενο της είδησης αναφέρθηκε σε δημόσια δικαστική διαδικασία και ότι με το περιεχόμενό της δεν αποκαλύπτεται η ταυτότητα του παιδιού. Η εφημερίδα υποστήριξε περαιτέρω ότι τα φαινόμενα βίας στην οικογένεια δεν αντιμετωπίζονται με το να «σκεπάζουμε το πρόβλημα κάτω από το χαλί», αλλά με τη δημοσιοποίηση λεπτομερειών, με σεβασμό πάντα προς τα θύματα και με γνώμονα τη μη αποκάλυψη της ταυτότητάς τους. Η Επιτροπή συμφωνεί με την τελευταία παρατήρηση της εφημερίδας αλλά σημειώνει ότι το παράπονο δεν αφορά στη δημοσιοποίηση είτε της υπόθεσης είτε της ταυτότητας των εμπλεκομένων, αλλά στη δημοσίευση της οπτικογραφημένης κατάθεσης ανήλικου παιδιού. Οι Νόμοι Περί Βίας στην Οικογένεια του 2000 και του 2004 προβλέπουν, στον άρθρο 35 (1) ότι «απαγορεύεται η παράδοση, παραλαβή ή δημοσίευση οποιασδήποτε κατάθεσης θύματος ή μάρτυρα σε αδίκημα βίας, η οποία λήφθηκε με οποιοδήποτε τρόπο σε οποιοδήποτε πρόσωπο που δεν έχει σχέση με τη διερεύνηση, δίωξη ή εκδίκαση της υπόθεσης». Η Επιτροπή δεν έχει αρμοδιότητα εφαρμογής του Νόμου και θεωρεί περαιτέρω ότι ανάγεται στην αρμοδιότητα άλλων αρχών, όπως της ηγεσίας της Αστυνομίας, του Γενικού Εισαγγελέα και των αρμοδίων δικαστηρίων να λάβουν μέτρα προς εφαρμογή της πρόνοιας του νόμου ως προς τη δημοσίευση οπτικογραφημένων μαρτυριών. Ωστόσο, όταν πρόκειται για οπτικογραφημένη μαρτυρία παιδιών, η Επιτροπή έχει αρμοδιότητα εφαρμογής της πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας ότι «οι δημοσιογράφοι δεν παίρνουν συνεντεύξεις από…παιδιά κάτω των 16 ετών σε σχέση με θέματα που αφορούν την προσωπική τους κατάσταση ή ευημερία, χωρίς τη συγκατάθεση γονέως των ή άλλου ενηλίκου που έχει την ευθύνη γι’ αυτά». Ο όρος «συνέντευξη» δεν σημαίνει μόνο τη λήψη δηλώσεων μέσω προσωπικής επαφής του δημοσιογράφου με το παιδί αλλά επεκτείνεται στη λήψη δηλώσεών στις οποίες το παιδί προέβη προς οποιοδήποτε τρίτο και υπό οποιεσδήποτε περιστάσεις. Συνεπώς, η δημοσίευση της οπτικογραφημένης μαρτυρίας του παιδιού στη συγκεκριμένη υπόθεση, για την οποία δεν φαίνεται να υπήρξε οποιαδήποτε συγκατάθεση των γονέων ή άλλου ενηλίκου που είχε την ευθύνη για το παιδί (όπως πχ. του Γραφείου Ευημερίας) συνιστά παραβίαση της σχετικής πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
12/2008
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
11/09/2008
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (12/2008 (18/6/2008) που υπέβαλε ο κ. Πάμπος Δημητριάδης, κυβερνήτης και εκπαιδευτής της «Γιουροσύπρια» εναντίον του δημοσιογράφου Πέτρου Θεοχαρίδη (Φιλελεύθερος) για αντιδεοντολογική διαρροή επιστολής του προς τρίτα άτομα. Ο παραπονούμενος υποστήριξε ότι ο κ. Θεοχαρίδης αφ’ ενός παρέλειψε να δημοσιεύσει επιστολή που του απέστειλε κατόπιν τηλεφωνικής συνεννόησής τους και αφ’ ετέρου διαβίβασε την επιστολή σε τρίτο πρόσωπο με κακόβουλη πρόθεση. Η Επιστολή του παραπονουμένου, ημερομηνίας 30/5/2008, περιείχε σχόλια επί του περιεχομένου είδησης του κ. Θεοχαρίδη που δημοσιεύθηκε λίγες ημέρες νωρίτερα στο «Φιλελεύθερο» σχετικά με ορισμένες πτυχές που αφορούσαν στην ασφάλεια πτήσεων της Γιουροσύπρια. Μεταξύ άλλων η επιστολή αναφερόταν στα τέσσερα άτομα που υπηρετούν ως Επιθεωρητές στο Τμήμα Πολιτικής Αεροπορίας και στα προσόντα τους. Η επιστολή αντί να δημοσιευθεί, κατέληξε, σύμφωνα με το παράπονο, στα χέρια του Επιθεωρητή Κυριάκου Λαζάρου, ο οποίος τηλεφώνησε στον παραπονούμενο και το ρώτησε αν είχε γράψει επιστολή με το συγκεκριμένο περιεχόμενο. Ο παραπονούμενος υποστήριξε ότι δεν είχε κοινοποιήσει την επιστολή σε κανένα τρίτο και επομένως η μόνη δυνατή πηγή διαρροής της ήταν ο κ. Θεοχαρίδης. Είπε επίσης ότι σκοπός του ήταν να δημοσιευθεί η επιστολή προκειμένου να ασκηθεί πίεση για λήψη μέτρων σχετικά με τα θέματα που αναφέρονταν και όχι να φθάσει απλώς στα χέρια κάποιων τρίτων. Ο κ. Θεοχαρίδης αρνήθηκε κατηγορηματικά ότι διαβίβασε την επιστολή σε οποιοδήποτε τρίτο. Είπε ότι δεν τη δημοσίευσε, γιατί αφ’ ενός «δεν παρουσίαζε δημοσιογραφική χρησιμότητα» και αφ’ ετέρου γιατί «ήταν γεμάτη λιβέλλους» και περιείχε «χαρακτηρισμούς και ύβρεις". Ενώπιον των ανωτέρω διαμετρικά αντίθετων θέσεων και δεδομένου ότι το βάρος της απόδειξής μιας καταγγελίας βρίσκεται στους ώμους του παραπονουμένου, η Επιτροπή ζήτησε από τον παραπονούμενο επιβεβαιωτική μαρτυρία, η οποία δεν παρουσιάστηκε. Στο πλαίσιο περαιτέρω διερεύνησης του θέματος, η Επιτροπή επικοινώνησε με τον Επιθεωρητή Κυριάκο Λαζάρου, ο οποίος υποστήριξε ότι είχε πάρει την επιστολή του παραπονούμενου σε μορφή τηλεομοιότυπου από συνάδελφό του Επιθεωρητή Ασφάλειας, ο οποίος τον πληροφόρησε ότι την είχε πάρει από συνάδελφο του παραπονουμένου, πιλότο της Γιουροσύπρια. Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, η Επιτροπή αποφάσισε ότι λόγω των αντικρουομένων θέσεων των δύο πλευρών, αδυνατεί να καταλήξει σε ασφαλή απόφαση ως προς την πηγή διαρροής της επιστολής. Ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι ο κ. Θεοχαρίδης αρνείται ότι κοινοποίησε την επιστολή σε οποιοδήποτε τρίτο, η Επιτροπή θεωρεί ότι ενεργώντας στο πλαίσιο της δημοσιογραφικής του ιδιότητας, είχε δικαίωμα να θέσει το περιεχόμενο της επιστολής υπόψη του κ. Λαζάρου ή οποιουδήποτε άλλου στον οποίο γινόταν αναφορά στην επιστολή, προκειμένου να πάρει τα σχόλιά του σχετικά με τις προσωπικές αναφορές. Περαιτέρω, η ενέργεια αυτή θα ήταν δικαιολογημένη, δεδομένου ότι η επιστολή αφορούσε και σε άλλα θέματα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των Επιθεωρητών Ασφάλειας του Τμήματος Πολιτικής Αεροπορίας. Οι θέσεις αυτές αφορούν στο συγκεκριμένο παράπονο, με τα ιδιαίτερα δεδομένα του και δεν πρέπει να εκληφθούν ως καθολική αρχή που θα μπορούσε να έχει εφαρμογή σε άλλες περιπτώσεις. Η Επιτροπή επανέλαβε επίσης την πάγια θέση της ότι τα ΜΜΕ έχουν δικαίωμα να αρνηθούν τη δημοσίευση επιστολών, όταν κατά την άποψή τους υπάρχει ενδεχόμενο το περιεχόμενό τους να επισύρει νομικές συνέπειες για τα ίδια ή για τρίτους.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
18/2008
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
11/09/2008
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (18/2008 -18/7/2008) το οποίο υπέβαλε ο πρόεδρος του Παγκύπριου Συνδέσμου Φυσικοπαθητικών κ. Ανδρέας Νικολάου εναντίον του ΣΙΓΜΑ και του παρουσιαστή κ. Χρύσανθου Τσουρούλη, για παραβίαση σειράς προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, σε δύο εκπομπές του προγράμματος «60 λεπτά». Το παράπονο εξετάστηκε σε μεγάλο βαθμό σε σχέση με τον παράπονο 13/2008, που υπέβαλε γυναίκα φυσικοπαθητικός για την πρώτη εκπομπή. Το παράπονο ήταν από τα πιο περίπλοκα που υποβλήθηκαν ποτέ στην Επιτροπή, γιατί αφορούσε σε πλείστες όσες των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας και η εξέτασή του υπήρξε ιδιαίτερα χρονοβόρα και αργή, γεγονός που εξηγεί γιατί χρειάστηκαν έξι περίπου μήνες για την ολοκλήρωσή της. Στο πλαίσιο της εξέτασης προσήλθαν και κατέθεσαν ενώπιον υποεπιτροπής τόσο ο παραπονούμενος και άλλα άτομα, όσο και ο κ. Τσουρούλης. Το παράπονο αφορούσε σε δύο εκπομπές που μεταδόθηκαν η μια στις 16/6/2008 και η άλλη στις 14/7/2008 και είχαν ως αντικείμενο τον τσαρλατανισμό που κατ’ ισχυρισμόν ασκείται από άτομα που αποκαλούνται φυσικοπαθητικοί ή ανήκουν στον Παγκύπριο Σύνδεσμο Φυσικοπαθητικής. Τα παράπονα αφορούσαν στις πρόνοιες του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί ακρίβειας των πληροφοριών, δυσμενών διακρίσεων (άνισης μεταχείρισης), δικαιώματος απάντησης, εξασφάλισης πληροφοριών με δόλιο τρόπο ή εκφοβισμό, χλευασμού, διασυρμού ή διαπόμπευσης και ιδιωτικής ζωής, Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι η φυσικοπαθητική είναι αναγνωρισμένο επάγγελμα παροχής εναλλακτικής θεραπείας σε πολλές χώρες και λειτουργούν σχολές και κολλέγια που παρέχουν πτυχία στον κλάδο αυτό. Ανέφερε επίσης ότι ο ίδιος είναι αναγνωρισμένος εκπαιδευτής εναλλακτικής ιατρικής και έχει ιδρύσει στην Κύπρο σχολή εκπαίδευσης στη φυσικοπαθητική. Περαιτέρω, παρουσίασε φωτοαντίγραφα πιστοποιητικών με τα οποία εμφαίνεται ότι το Υπουργείο Εσωτερικών, με βάση τον περί Σωματείων και Ιδρυμάτων Νόμο έχει εγγράψει ως Σωματεία τον Παγκύπριο Σύνδεσμο Εναλλακτικής Θεραπευτικής, τον Παγκύπριο Σύνδεσμο Φυσικοπαθητικής Θεραπευτικής και τον Παγκύπριο Σύνδεσμο Παραδοσιακού Βελονισμού και Ηλεκτροβελονισμού. Επίσης κατέθεσε Κώδικα Ηθικής και Επαγγελματικής Δεοντολογίας του «Κυπριακού Γενικού Συμβουλίου Εγγραφής Συμπληρωματικών και Εναλλακτικών Θεραπευτών», που όμως δεν έχει γίνει δεκτό για εγγραφή. Ο κ. Νικολάου ανέφερε ότι βρίσκεται σε επαφή με το Υπουργείο Υγείας και τον Παγκύπριο Ιατρικό Σύλλογο προς ρύθμιση του θέματος της φυσικοπαθητικής στην Κύπρο. Η φυσικοπαθητική μέθοδος παρέχει εναλλακτικές θεραπείες χωρίς φάρμακα και έχει της ρίζες της στο κίνημα Φυσικής Θεραπείας που εμφανίστηκε στην Ευρώπη στις αρχές του 20ύ αιώνα και θεωρείται ως συμπληρωματική ή εναλλακτική θεραπευτική μέθοδος. Στηρίζεται στην αντίληψη ότι το σώμα έχει έμφυτες ικανότητες αυτοθεραπείας και στις θεραπευτικές ιδιότητες ορισμένων βοτάνων και τροφών. Ασκείται σε πολλές χώρες, είτε με νομική αναγνώριση, είτε με σιωπηρή αποδοχή διαφόρων επιπέδων και λειτουργούν κολλέγια ή σχολές φυσικοπαθητικής που παρέχουν διπλώματα. Γενικά, δεν υπάρχει ομοιόμορφη αντιμετώπιση της φυσικοπαθητικής και είναι ενδεικτικό ότι στις Ηνωμένες Πολιτείες 16 Πολιτείες και στον Καναδά 5 επαρχίες αναγνωρίζουν την άσκηση της φυσικοπαθητικής από αποφοίτους αναγνωρισμένων σχολών, ενώ αλλού η φυσικοπαθητική δεν τυγχάνει οποιασδήποτε αναγνώρισης ή προστασίας. Στην Κύπρο δεν υπάρχει οποιαδήποτε ρητή νομική αναφορά στην άσκηση της φυσικοπαθητικής. Η Επιτροπή εξέτασε 10 επί μέρους παράπονα που διατυπώθηκαν σχετικά με τις δύο εκπομπές, και κατέληξε σε αποφάσεις σε καθένα από αυτά ξεχωριστά, ως ακολούθως: Ο κ. Τσουρούλης, προκειμένου να πείσει τον παραπονούμενο να συμμετάσχει στη συζήτηση, έδωσε παραπλανητικές πληροφορίες για το θέμα της εκπομπής της 16ης Ιουνίου, 2008, αναφέροντας ότι αντικείμενο συζήτησης θα ήταν οι διαφορές ανάμεσα στη Φυσικοπαθητική και τη Διαιτολογία, ενώ το θέμα της εκπομπής ήταν τελικά η άσκηση τσαρλατανισμού στον τομέα της διαιτητικής διατροφής. Το ΣΙΓΜΑ απάντησε δια του νομικού του συμβούλου, απορρίπτοντας τις κατηγορίες ότι ο παρουσιαστής της εκπομπής ενήργησε με δόλο ως προς την παρουσία του κ. Νικολάου, είτε στην πρώτη, είτε στη δεύτερη εκπομπή. Κατά την εξέταση του παραπόνου αυτού, η Επιτροπή έλαβε υπόψη τη δήλωση της βουλευτού κ. Ελένης Θεοχάρους στη διάρκεια της εκπομπής ότι η εντύπωσή της ήταν πως αντικείμενο της συζήτησης ήταν η άσκηση τσαρλατανισμού στον τομέα της υγείας, ενώ τελικά συνεζητείτο θέμα διαιτητικής διατροφής. Εξ άλλου, ο παραπονούμενος, αν θεωρούσε ότι είχε παραπλανηθεί, θα μπορούσε, είτε να διαμαρτυρηθεί και να καταγγείλει το γεγονός στη διάρκεια της εκπομπής, είτε και να αποχωρήσει, όπως είχε δικαίωμα να πράξει. Εν όψει της διάψευσης του κ. Τσουρούλη ότι έδωσε παραπλανητικές πληροφορίες και της έλλειψης οποιασδήποτε ενισχυτικής μαρτυρίας, η Επιτροπή έκρινε ότι δεν θα μπορούσε να αποφασίσει βασίμως επί του παραπόνου αυτού. Παραχωρήθηκε μικρότερος χρόνος στον ίδιο σε σχέση με τους άλλους προσκεκλημένους για να εκφέρει τις απόψεις του. Το ΣΙΓΜΑ απέρριψε το παράπονο για παραχώρηση άνισου χρόνου στους συζητητές. Από την εξέταση των οπτικογραφήσεων των δύο εκπομπών δεν προκύπτει ότι ο ο χρόνος που δόθηκε στον παραπονούμενο για να εκφέρει τις απόψεις του δεν ήταν ουσιωδώς άνισος σε σχέση με το χρόνο των άλλων και σε καμιά περίπτωση δεν του αφαιρέθηκε ο λόγος και δεν παρεμποδίστηκε να ομιλήσει. Για τους πιο πάνω λόγους το παράπονο περί άνισης ή δυσμενούς διάκρισης απορρίφθηκε. Ο κ. Τσουρούλης διατύπωσε απειλές ότι θα δυσφημούσε πάνω σε εικοσιτετράωρη βάση, από την τηλεόραση και το ραδιόφωνου του ΣΙΓΜΑ, το επάγγελμα της Φυσικοπαθητικής αν μέλη του Συνδέσμου κινούσαν αγωγές ή διατύπωναν παράπονα για την εκπομπή και απαίτησε υπογραφή δήλωσης ότι δεν θα κινούνταν αγωγές, προκειμένου να καλέσει τον κ. Νικολάου σε μια δεύτερη συζήτηση για να παραθέσει τις απόψεις του, καθώς και ότι τον παραπλάνησε ως προς το αντικείμενο της συζήτησης. Το ΣΙΓΜΑ απέρριψε τις κατηγορίες για διατύπωση απειλών ή την παροχή υποσχέσεων από τον παρουσιαστή της εκπομπής, καθώς και για αξίωση υπογραφής οποιασδήποτε δήλωσης. Επίσης αρνήθηκε ότι ο κ. Τσουρούλης παραπλάνησε οποιονδήποτε ως προς το αντικείμενο της συζήτησης. Επί του συγκεκριμένου παραπόνου προσήλθαν και κατέθεσαν ενώπιον υποεπιτροπής ο παραπονούμενος κ. Ανδρέας Νικολάου, η κ. Νταϊάνα Νικολάου, Γραμματέας του Συνδέσμου Φυσικοπαθητικών και η κ. Αδριανή Λοϊζου, σπουδάστρια φυσικοπαθητικής. Και οι τρεις υποστήριξαν ότι άκουσαν τον κ. Τσουρούλη να διατυπώνει, σε ανοικτή τηλεφωνική συνομιλία με τον κ. Νικολάου, μετά την πρώτη εκπομπή, τις προαναφερθείσες απειλές, αλλά ο καθένας έδωσε διαφορετική εκδοχή ως προς τις φράσεις ή λέξεις που χρησιμοποιήθηκαν. Ο κ. Νικολάου ανέφερε ότι όταν διαμαρτυρήθηκε για το γεγονός ότι αντικείμενο και της δεύτερης εκπομπής θα ήταν ο τσαρλατανισμός, ο κ. Τσουρούλης τον απείλησε με τη φράση: «Είμαι σε θέση να σας διαλύσω το Σύνδεσμο, θα σας πολεμώ σε εικοσιτετράωρη βάση μέσω ραδιοφώνου και τηλεόρασης». Επίσης είπε ότι πριν από τη δεύτερη εκπομπή ο κ. Τσουρούλης του ζήτησε να πείσει τα μέλη του Συνδέσμου να μην υλοποιήσουν πρόθεσή τους να κινήσουν αγωγή λιβέλου και να υπογράψει σχετικό έγγραφο, αλλά τελικά δεν ζήτησε την υπογραφή οποιουδήποτε εγγράφου. Η κ. Νταϊάνα Νικολάου είπε ότι ο κ. Τσουρούλης απείλησε με τη φράση «αν συνεχίσετε θα καταστρέψω τη φυσικοπαθητική, θα βάζω υποτίτλους σε εικοσιτετράωρη βάση». Πρόσθεσε ότι τελικά τα πνεύματα ηρέμησαν και συμφώνησαν να γίνει μια δεύτερη εκπομπή χωρίς αναφορά σε τσαρλατάνους, υπό τον όρο ότι δεν θα πήγαιναν μέλη του Συνδέσμου στα δικαστήρια. Η κ. Νικολάου ανέφερε επίσης ότι όταν μέλος του συνδέσμου απέστειλε επιστολή στον κ. Τσουρούλη, το ΣΙΓΜΑ μετέδιδε προαγγελίες για την εκπομπή με αναφορές σε τσαρλατανισμό. Η κ. Αδριανή Λοϊζου, φοιτήτρια φυσικοπαθητικής, είπε ότι άκουσε τον κ. Τσουρούλη να λέγει: «Αν συνεχίσετε και δεν σταματήσετε τη διαδικασία (των αγωγών) θα σας πολεμώ μέχρι τέλους». Η Επιτροπή σημειώνει ότι το παράπονο αφορά στην πρόνοια του Κώδικα ότι «οι λειτουργοί (των ΜΜΕ) δεν επιχειρούν να εξασφαλίσουν …πληροφορίες ή εικόνες/φωτογραφίες με ψευδείς παραστάσεις ή με άλλο δόλιο τρόπο…ούτε προσπαθούν να τις αποκτήσουν…με εκφοβισμό ή εκβιασμό». Οι φράσεις που αποδίδονται στον κ. Τσουρούλη, ακόμη και αν είχαν ειπωθεί, από μόνες τους δεν θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως παραβίαση της πιο πάνω πρόνοιας του Κώδικα, δεδομένης της παραδοχής της κ. Νικολάου ότι υπήρξε συμφωνία για πραγματοποίηση δεύτερης τηλεοπτικής εκπομπής με τη συμμετοχή του παραπονουμένου, Περαιτέρω, σημειώνεται ότι δεν παρουσιάστηκε κανένα στοιχείο ότι ο παραπονούμενος πήρε μέρος στην εκπομπή υπό το κράτος φόβου που του δημιούργησαν τα λόγια του κ. Τσουρούλη. Ως προς το σημείο του παραπόνου περί παραπλάνησης, η Επιτροπή σημείωσε την αναφορά της κ. Νικολάου ότι το αντικείμενο της εκπομπής ήταν γνωστό εκ των προτέρων από τις σχετικές διαφημίσεις που μετέδιδε το ΣΙΓΜΑ. Από την άλλη, ακόμη και αν γίνει δεκτό ότι ο παραπονούμενος τελούσε σε άγνοια ως προς το πραγματικό αντικείμενο της συζήτησης, όταν αντιλήφθηκε, σύμφωνα με δική του δήλωση, προτού αρχίσει η εκπομπή, πως το θέμα της θα ήταν διαφορετικό από εκείνο που είχε την εντύπωση ότι θα ήταν, θα μπορούσε να αρνηθεί συμμετοχή σ’ αυτή, ή να προσέλθει και να καταγγείλει την φερόμενη παραπλάνησή του ή και να αποχωρήσει από την εκπομπή. Για τους ανωτέρω λόγους το παράπονο δεν μπορεί να θεωρηθεί ως τεκμηριωμένο. Μετέδιδε ανακριβείς πληροφορίες ότι οι φυσικοπαθητικοί είναι παράνομοι, ασπούδαστοι και χωρίς πτυχία και τους διέσυρε χαρακτηρίζοντάς τους αγύρτες, τσαρλατάνους και κομπογιαννίτες. Από την εξέταση των εκπομπών, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι ήταν σαφής η θέση του κ. Τσουρούλη ότι από άτομα που παρουσιάζονται ως φυσικοπαθητικοί ασκείται τσαρλατανισμός και κομπογιαννιτισμός στον τομέα της υγείας, χωρίς να αποδίδει όμως τους χαρακτηρισμούς στο σύνολο των φυσικοπαθητικών. Επίσης, τόσο ο κ. Νικολάου στην πρώτη και δεύτερη εκπομπή, όσο και καθηγήτρια της φυσικοπαθητικής από την Ελλάδα, που πήρε μέρος στην εκπομπή, σαφώς διαχώρισαν τη θέση τους από την πρακτική ορισμένων, όπως παρουσιάστηκε μέσα από μυστικές κινηματογραφήσεις. Ειδικότερα ο κ. Νικολάου ανέφερε: «Αυτοί δεν έχουν καμιά σχέση μαζί μας, τα καταδικάζω…δεν έχουμε τέτοια μέλη, αυτά είναι καταδικαστέα…έχουμε κώδικα δεοντολογίας και όποιος τον παραβαίνει αποπέμπεται…αυτά που είδαμε τα αποκηρύσσουμε». Η καθηγήτρια φυσικοπαθητικής ανέφερε σαφώς: «Αυτά δεν είναι φυσικοπαθητική…» Συνεπώς η Επιτροπή αποφάσισε ότι δεν τίθεται θέμα διασυρμού ολόκληρης της ομάδας των φυσικοπαθητιών. Παραιτέρω, η θέση του κ. Τσουρούλη ήταν ότι οι φυσικοπαθητικοί δεν έχουν πτυχία από αναγνωρισμένες από το κυπριακό κράτος ιατρικές ή άλλες σχολές και δεν έχουν εγγραφεί ως άτομα αρμόδια να παρέχουν υπηρεσίες υγείας από αναγνωρισμένο από το Υπουργείο Παιδείας σώμα. Επίσης ο ισχυρισμός του ήταν ότι άτομα που παρουσιάζονταν ως φυσικοπαθητικοί προέβαιναν σε διαγνώσεις και παρείχαν συμβουλές δίαιτας και διατροφής, ενώ αυτό το δικαίωμα έχουν, με βάση το νόμο, εγγεγραμμένοι διαιτολόγοι/διατροφολόγοι. Η αναφορά του σε παρανομία πρέπει να εξετασθεί υπό το των πιο πάνω και της έλλειψης νόμου, που να επιτρέπει ή να διέπει με οποιοδήποτε τρόπο την άσκηση της φυσικοπαθητικής. Προς ενίσχυση της θέσης του, ο κ. Τσουρούλης παρουσίασε έγγραφο του Υπουργείου Υγείας προς το Υπουργείο Εσωτερικών, στο οποίο ανέφερε ότι δεν συμφωνούσε με την εγγραφή σωματείου με την επωνυμία «Γενικό Συμβούλιο Εγγραφής Επαγγελματιών Συμπληρωματικών Θεραπευτών Κύπρου», που σχετιζόταν με την «Νεοϊπποκρατική Σχολή Κύπρου» του κ. Νικολάου, η οποία παρέχει φοίτηση στη φυσικοπαθητική, επειδή «τα τυχόν απαιτούμενα προσόντα που θα πρέπει να έχει ένας επαγγελματίας ειδικότερα στον τομέα της υγείας, πρέπει να καθορισθούν με νομοθεσία και δεν είναι δυνατό να αναγνωρίζονται από ένα Σύνδεσμο». Η Επιστολή ανέφερε επίσης ότι η «Νεοϊπποκρατική Σχολή Κύπρου δεν έχει οποιαδήποτε άδεια από την Αρμόδια Αρχή. Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, η Επιτροπή αποφάσισε ότι δεν υπήρξε ανακρίβεια στον ισχυρισμό που διατυπώθηκε στις δύο εκπομπές περί παρανομίας από ορισμένα άτομα που παρουσιάζονταν ως φυσικοπαθητικοί και επομένως το συγκεκριμένο παράπονο δεν θα μπορούσε βάσιμα να γίνει αποδεκτό. Μετέδωσε ανακριβείς πληροφορίες ότι δεν υπάρχει νόμιμα εγγεγραμμένος Σύνδεσμος Φυσικοπαθητικής που να ελέγχει τους επαγγελματίες Φυσικοπαθητικούς, ενώ υπάρχει τέτοιος σύνδεσμος νόμιμα εγγεγραμμένος. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι ο ισχυρισμός του κ. Τσουρούλη δεν ήταν πως δεν υπάρχει νομίμως εγγεγραμμένος Παγκύπριος Σύνδεσμος Φυσικοπαθητικής, αλλά ότι ο Σύνδεσμος ενεγράφη από το Υπουργείο Εσωτερικών ως σωματείο, με βάση την πρόνοια του περί Σωματείων Νόμου και όχι κατόπιν εξουσιοδότησης του αρμοδίου Υπουργείου Υγείας να εγγράφει προσοντούχα άτομα στον τομέα της θεραπευτικής. Προς τούτο επικαλέστηκε και πάλι την ανωτέρω αναφερόμενη επιστολή του Υπουργείου Υγείας προς το Υπουργείο Εσωτερικών. Στον κ. Νικολάου δόθηκε η ευκαιρία κατά τη συζήτησηνα εξηγήσει τη θέση του, ότι ο Σύνδεσμος ήταν νομίμως εγγεγραμμένος από το Υπουργείο Εσωτερικών. Συνεπώς, η Επιτροπή δεν διαπίστωσε παραβίαση της πρόνοιας του Κώδικα περί μη μετάδοσης ανακριβών ή παραπλανητικών πληροφοριών. Στη διάρκεια της εκπομπής προέβη σε δυσμενείς διακρίσεις σε βάρος του και δεν του επέτρεψε να δώσει πληροφορίες. Από την εξέταση και των δύο εκπομπών η Επιτροπή δεν διαπίστωσε δυσμενή διάκριση σε βάρος του κ. Νικολάου και δεν παρενέβη για να αποτρέψει την παροχή πληροφοριών. Ο κ. Τσουρούλης ήταν σαφώς τοποθετημένος επί του θέματος, καθώς και έντονος στην υποβολή των ερωτήσεών του, επιμένοντας να πάρει απαντήσεις σε συγκεκριμένες ερωτήσεις που υπέβαλε. Ο επιθετικός, έντονος ή επίμονος τρόπος υποβολής ερωτήσεων ενδεχομένως να ενοχλεί τα άτομα στα οποία απευθύνονται οι ερωτήσεις ή και μέλη του κοινού, αλλά η πρακτική αυτή είναι αποδεκτή, νοουμένου ότι οι ερωτήσεις είναι κόσμιες, δηλαδή δεν εμπεριέχουν το στοιχείο της πρόθεσης ή προσπάθειας διασυρμού του ερωτώμενου και δεν χρησιμοποιούνται προσβλητικοί χαρακτηρισμοί. Αντίθετη άποψη θα συνιστούσε υπέρμετρο περιορισμό της ελευθερίας των δημοσιογράφων να ασκούν το λειτούργημά τους και ιδιαίτερα στις περιπτώσεις διερευνητικής δημοσιογραφίας. Στην προκειμένη περίπτωση, είναι η άποψη της Επιτροπής ο τρόπος με τον οποίο ο κ. Τσουρούλης υπέβαλλε τις ερωτήσεις του στις συγκεκριμένες εκπομπές ήταν εντός των επιτρεπομένων δημοσιογραφικών ορίων και δεν εμπεριείχε το στοιχείο της προσπάθειας ή πρόθεσης διασυρμού. Επίσης η Επιτροπή θεωρεί ότι η τοποθέτηση των δημοσιογράφων επί ενός θέματος και η υποστήριξη συγκεκριμένων απόψεων και θέσεων καλύπτεται από τη σχετική πρόνοια του Κώδικα, που προβλέπει ότι «έχουν το δικαίωμα να προβαίνουν σε αναλύσεις και να υποστηρίζουν συγκεκριμένες θέσεις», εφ’ όσο καθιστούν σαφή τη διάκριση μεταξύ γεγονότος και ερμηνείας, σχολίου ή εικασίας. Συνεπώς η Επιτροπή θεωρεί ότι το παράπονο δεν ευσταθεί. Συνεργείο του ΣΙΓΜΑ πήρε συνεντεύξεις με παραπλανητικό τρόπο από ασθενείς και μετέδωσε εσκεμμένα λανθασμένες πληροφορίες, με σκοπό να εκθέσει τους φυσικοπαθητικούς στην κατηγορία ότι αποκαλούνται «ιατροί». Το παράπονο αυτό σχετίζεται με τη λήψη συνεντεύξεων από άτομα που ανέφεραν ότι θεραπεύθηκαν από φυσικοπαθητικούς. Στη μια συνέντευξη μια ηλικιωμένη γυναίκα αναφέρθηκε στο θεραπευτή της ως «γιατρό». Λήφθηκε δεύτερη συνέντευξη στην οποία παραλήφθηκε η αναφορά σε «γιατρό», αλλά τελικά μεταδόθηκε η πρώτη συνέντευξη, Κατά την άποψη της Επιτροπής, η λήψη της πρώτης συνέντευξης δεν έγινε με δόλιο τρόπο και η δημοσιογράφος που την πήρε δεν προκάλεσε με κανένα τρόπο της αναφορά της γυναίκας σε «γιατρό». Η μετάδοση μιας συνέντευξης που λήφθηκε χωρίς δόλιο τρόπο δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι παραβιάζει οποιαδήποτε πρόνοια του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Παράλληλα ο παρουσιαστής της εκπομπής, παρά τις έντονες απόψεις του εναντίον των φυσικοπαθητικών, δεν χρησιμοποίησε σε καμιά περίπτωση την αναφορά σε «γιατρό» προκειμένου να κατηγορήσει τους φυσικοπαθητικούς ή να τους εκθέσει σε κατηγορίες. Στη διάρκεια της εκπομπής ακολούθησε μεροληπτική τακτική και με επιθετικό τρόπο επεχείρησε να διασύρει τον ίδιο και τους φυσικοπαθητικούς. Όπως προαναφέρθηκε, ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας δίδει το δικαίωμα στους δημοσιογράφους να τοποθετούνται και να υποστηρίζουν συγκεκριμένες θέσεις, αρκεί να κάνουν διάκριση μεταξύ γεγονότων και σχολίων. Η υποστήριξη συγκεκριμένων θέσεων επί ενός θέματος και στη συγκεκριμένη περίπτωση της νομιμότητας ή μη της άσκησης της φυσικοπαθητικής, τα όρια της οποίας είναι ασαφή λόγω ανυπαρξίας σχετικής νομοθεσίας, με έντονο ή ακόμη και επιθετικό τρόπο, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως μεροληπτική στάση. Επί πλέον, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, είναι εντός των δικαιωμάτων των δημοσιογράφων η υποβολή ερωτήσεων με επιθετικό τρόπο και η εμμονή στη λήψη απαντήσεων, χωρίς αυτή η πρακτική να θεωρείται ως διασυρμός ή προσπάθεια διασυρμού. Συνεπώς η Επιτροπή δεν θεωρεί ότι υπήρξε παραβίαση της πρόνοιας περί δυσμενών διακρίσεων και διασυρμού. Το ΣΙΓΜΑ εξασφάλισε με δόλιο τρόπο εικόνες από χώρους εργασίας και αποκάλυψε στοιχεία προσωπικού χαρακτήρα. Είναι παραδεκτό από το ΣΙΓΜΑ ότι οι κινηματογραφήσεις σε ιδιωτικούς χώρους εργασίας ατόμων που παρουσιάζονταν ως φυσικοπαθητικοί, έγιναν με μυστικό τρόπο. Ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας ορίζει ότι κατ’ εξαίρεση μπορούν να ληφθούν έγγραφα και εικόνες/φωτογραφίες χωρίς συγκατάθεση προς εξυπηρέτηση του Δημοσίου Συμφέροντος. Περαιτέρω ορίζει ότι περίπτώσεις οι οποίες κατ’ επίκληση του δημοσίου συμφέροντος δικαιολογούν παρέκκλιση από τον κανόνα είναι, μεταξύ άλλων, η «προστασία της δημόσιας ασφάλειας και υγείας» και η «παρεμπόδιση παραπλάνησης του κοινοιύ ως αποτέλεσμα πράξεων ή δηλώσεων ατόμων ή οργανισμών». Κατά συνέπεια, δεδομένου ότι η μυστική κινηματογράφηση έγινε κατ’ επίκληση της προστασίας της δημόσιας υγείας και παρεμπόδισης παραπλάνησης του κοινού, η Επιτροπή αποφάσισε ότι το παράπονο δεν ευσταθεί. Περαιτέρω, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι ταινίες που λήφθηκαν μυστικά δεν αποκάλυπταν ουσιώδεις λεπτομέρειες που θα ήταν δυνατό να οδηγήσουν σε αποκάλυψη προσωπικών στοιχείων στο μέσο τηλεθεατή. Ακόμη και αν υπήρχαν τέτοιες λεπτομέρειες, η κινηματογράφηση δεν αφορούσε στον παραπονούμενο αλλά σε άλλα άτομα, τα οποία δεν υπέβαλαν οποιοδήποτε παράπονο για αποκάλυψη προσωπικών τους δεδομένων. Περαιτέρω, και αν ακόμη κάποια χαρακτηριστικά που παρουσιάστηκαν θα μπορούσαν να είχαν οδηγήσει στην αποκάλυψη τέτοιων στοιχείων, ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας ορίζει ότι δικαιολογούνται «σε εξαιρετικές περιπτώσεις και αποκλειστικά προς το δημόσιο συμφέρον» παρεμβάσεις και έρευνες στην ιδιωτική ζωή, καθώς και αποκάλυψη προσωπικών στοιχείων. Στον ορισμό του δημοσίου συμφέροντος περιλαμβάνεται και η προστασία της δημόσιας υγείας, κατ’ επίκληση της οποίας έγινε η κινηματογράφηση και η προβολή σκηνών σε ιδιωτικούς χώρους. Εσκεμμένα ο κ. Τσουρούλης διέσυρε τον ίδιο επειδή δεν παρεμπόδισε μέλη του Συνδέσμου από του να κινήσουν αγωγή. Ο παρουσιαστής της εκπομπής απορρίπτει τον ισχυρισμό ότι η στάση του υπαγορεύθηκε από τη μη παρεμπόδιση μελών του Συνδέσμου Φυσικοπαθητικών να λάβουν νομικά μέτρα. Η Επιτροπή δεν είχε ενώπιόν της οποιοδήποτε ενισχυτικό στοιχείο το οποίο να αποδεικνύει τον ισχυρισμό και επί πλέον έλαβε υπόψη ότι ο κ. Τσουρούλης είχε τηρήσει την ίδια στάση και κατά την πρώτη εκπομπή, οπότε δεν υπήρχε θέμα λήψης νομικών μέτρων. Από την εξέταση της οπτικογράφησης των επίμαχων εκπομπών, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι ο παρουσιαστής υπήρξε έντονος και σε μερικές περιπτώσεις επιθετικός στην υποβολή ερωτήσεων προς τον παραπονούμενο, ζητώντας του να σχολιάσει διάφορα έγγραφα ή να εκφέρει γνώμη για την πρακτική ορισμένων ατόμων. Ο παρουσιαστής είχε ευθύς εξ αρχής σαφή θέση εναντίον της φυσικοπαθητικής, επικαλούμενος προς τούτο την έλλειψη νομοθεσίας η οποία να ρυθμίζει την άσκησή της. Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η υποστήριξη συγκεκριμένων θέσεων επί του θέματος της συζήτησης και η διατύπωση ερωτήσεων με επιθετικό τρόπο δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ως παραβίαση των κανόνων του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας και ειδικότερα των προνοιών περί αποφυγής χλευασμού, διαπόμπευσης ή διασυρμού. Ο παραπονούμενος υπέβαλε σειρά εγγράφων και δικαιολογητικών προς υποστήριξη των προσόντων που κατέχει ή απόδειξη του γεγονότος ότι η φυσικοπαθητική είναι αποδεκτή μέθοδος εναλλακτικής θεραπείας. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι είναι εκτός των αρμοδιοτήτων της να αποφανθεί επί του αποδεκτού ή όχι της φυσικοπαθητικής ως εναλλακτικής θεραπευτικής μεθόδου ή των προσόντων οποιουδήποτε, δεδομένου ότι η ρύθμιση του θέματος αυτού ανήκει στην απόλυτη αρμοδιότητα και ευθύνη του Υπουργείου Υγείας.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
19/2008
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
11/09/2008
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (19/2008-23/7/08) που διατυπώθηκε δημοσίως για ελλιπή ενημέρωση από το ΡΙΚ λόγω παράλειψής του να αναφερθεί, στο τηλεοπτικό δελτίο της 19ης Ιουλίου, 2008, στο γεγονός ότι κύριος ομιλητής κατά την κηδεία 4 αγνοουμένων της οικογένειας της Χαρίτας Μάντολες ήταν ο πρώην αρχισυντάκτης του Δημήτρης Ανδρέου, κατά παράβαση των προνοιών περί πλήρους, ολοκληρωμένης και αντικειμενικής ενημέρωσης και αποφυγής δυσμενών διακρίσεων. Ο Διευθυντής Ειδήσεων του ΡΙΚ κ. Γιάννης Καρεκλάς, απαντώντας σε παράκληση της Επιτροπής να παραθέσεις της απόψεις του Ιδρύματος επί του παραπόνου, ανέφερε ότι δεν υπήρξε πρόθεση δυσμενούς διάκρισης, ότι η παράλειψη ήταν τυχαία και όχι σκόπιμη και οφειλόταν σε παράβλεψη λόγω όγκου εργασίας και της πίεσης του χρόνου. Υπό το πρίσμα της απάντησης αυτής, η Επιτροπή αποφάσισε ότι υπήρξε ακούσια παράλειψη πλήρους ενημέρωσης, για την οποία υπάρχει το ελαφρυντικό της έλλειψης δυσμενούς πρόθεσης ή σκοπιμότητας.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
17/2008
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
11/09/2008
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΔΕΝ ΕΞΕΤΑΣΤΗΚΕ
Στην Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας υποβληθηκε παράπονο από το Παρατηρητήριο για το Ρατσισμό και τη Ξενοφοβία στην Κύπρο ότι ορισμένα ηλεκτρονικά ΜΜΕ φιλοξένησαν και μετέδωσαν ρατσιστικές δηλώσεις στελεχών οργάνωσης. Το παράπονο, που παρατίθεται πιο κάτω, δεν περιλάμβανε συγκεκριμένα στοιχεία για να καταστεί δυνατή η διερεύνησή του, και η Επιτροπή πληροφόρησε αναλόγως τον παραπονούμενο, με την ακόλουθη επιστολή:
Κύριο
Νίκο Τριμικλινιώτη,
Παρατηρητήριο για το Ρατσισμό και τη Ξενοφοβία στην Κύπρο.
ΘΕΜΑ: Παράπονο για ξενοφοβικές εκπομπές
Σε συνέχεια επιστολής μας ημερομηνίας 17ης Ιουλίου, 2008, σας πληροφορούμε ότι η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας επελήφθη του παραπόνου σας για ξενοφοβικές εκπομπές που φιλοξένησαν απόψεις συγκεκριμένων οργανώσεων. Η Επιτροπή προσπάθησε να εξασφαλίσει στοιχεία για τις εκπομπές αυτές, τα οποία οι ενδιαφερόμενοι απέφυγαν να δώσουν επικαλούμενοι το γεγονός ότι δεν τους δόθηκαν συγκεκριμένες ημερομηνίες και εκπομπές. Λόγω έλλειψης στοιχείων η Επιτροπή αδυνατεί να εξετάσει περαιτέρω το παράπονο, εκτός ένα είστε σε θέση να κάμετε πιο συγκεκριμένη την καταγγελία σας. Η Επιτροπή επιθυμεί να σας πληροφορήσει ότι ανάλογο παράπονο έχει υποβληθεί από την ΚΙΣΑ εναντίον του καναλιού TV EXTRA, οπότε οι θέσεις των οργανώσεων αυτών θα κριθούν έμμεσα με τη διαπίστωση ή όχι παράβασης από το συγκεκριμένο κανάλι. Είμαστε στη διάθεσή σας για ο,τιδήποτε περαιτέρω.
Με εκτίμηση
Ανδρέας Μαυρομμάτης Πρόεδρος Επιτροπής Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας.
Το παράπονο δημοσιεύεται κατωτέρω, γιατί περιλαμβάνει αξιόλογες παρατηρήσεις. Από το κείμενο έχουν αναφερθεί αναφορές σε άτομα και ΜΜΕ, δεδομένου ότι δεν κλήθηκαν να απαντήσουν, επειδή δεν αναφέρθηκαν συγκεκριμένα στοιχεία για τις εκμπομπές:
13/7/2008
κ. Αντρέα Μαυρομμάτη
Πρόεδρο Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας
ΘΕΜΑ: Καταγγελία για Ρατσιστικό Λόγο
Αγαπητέ κ. Μαυρομμάτη
Εισαγωγή: Ο Απαγορευμένος Ρατσιστικός Λόγος
Με την παρούσα θα ήθελα να υποβάλω παράπονο στην Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εκ μέρους του Κυπριακού Παρατηρητήριου για τον Ρατσισμό και τη Ξενοφοβία. Η καταγγελία μου στρέφεται ενάντια στους ακόλουθους: (Παραλείπονται τα ονόματα) Η ανάγκη προστασίας από τον ρατσισμό, την απαράδεκτη αυτή ιδεολογία και όλες τις μορφές που αυτός παίρνει (θεσμικός, διαπροσωπικός, καθημερινές πρακτικές και δημόσιος λόγος) οδήγησε την πολιτεία να νομοθετήσει ενάντια σ’ αυτό το φαινόμενο. Αναφέρομε σε πανευρωπαϊκή πλέον νομοθεσία στα πλαίσια της Ε.Ε. και του Συμβουλίου της Ευρώπης, αλλά στον ΟΗΕ: έχουμε κυρώσει ως Κυπριακή Δημοκρατία σχετικές συμβάσεις, κι έχουμε ενσωματώσει τις Ευρωπαϊκές οδηγίες που απαγορεύουν τόσο τις ρατσιστικές πράξεις, όσο την προαγωγή του φυλετικού μίσους και την δημιουργία ρατσιστικού κλίματος. Το βασικό νομικό, αλλά και ηθικό πολιτικό ζήτημα είναι η διαφύλαξη μας από τον ρατσιστικό λόγο ενώ παράλληλα ο σεβασμός προς την ελεύθερη έκφραση. Αυτό το εκ πρώτης όψης δύσκολο συνταγματικό δίλημμα ανάμεσα στους δυο πόλους το λύνουμε σχετικά εύκολα αν δούμε τι ακριβώς προνοεί η νομοθεσία κατά του ρατσισμού και των διακρίσεων. Ο ρατσιστικός λόγος είτε εκδηλώνεται σε επίπεδο επίσημου λόγου του κράτους, είτε σε πολιτικό ή εκπαιδευτικό επίπεδο, είτε σε ακαδημαϊκό/επιστημονικό ή στο ΜΜΕ ή διαπροσωπικό επίπεδο καθημερινότητας κρίνεται από τα παραγόμενα αποτελέσματα του: Εκφράζει κι αναπαράγει τις ρατσιστικές ιδεολογίες που νομιμοποιούν ρατσιστικές πρακτικές: επομένως γίνεται αυτό που ο νόμος ρητά απαγορεύει – προαγωγή φυλετικού μίσους. Δημιουργεί ρατσιστικό κλίμα δηλαδή εκφοβιστικό, εχθρικό, ταπεινωτικό ή υποτιμητικό για συγκεκριμένες κατηγορίες του πληθυσμού λόγω φυλής ή εθνικής καταγωγής. Υπάρχουν νομικές ρυθμίσεις που απαγορεύουν τον ρατσιστικό λόγο, υπό ορισμένες προϋποθέσεις για την προστασία των ευάλωτων ομάδων κι ευρύτερα για την υπεράσπιση της αξιοπρέπειας και της συνοχής και της ελεύθερης κοινωνίας. «Κίνηση για τη Σωτηρία της Κύπρου»: Αρχέτυπο Ρατσιστικού Λόγου Η αποστολή της οργάνωσης αυτής, όπως φαίνεται από τα έγγραφα που κυκλοφόρησαν, είναι βασισμένη σε δύο άξονες, που έχουν ταλαιπωρήσει και εξακολουθούν να ταλαιπωρούν την ανθρωπότητα και που έχουν αφάνισαν εκατομμύρια ανθρώπους ανά τον κόσμο τον 20ο και τον 21ο αιώνα: το ρατσισμό και τον εθνικισμό. Γιατί μόνο ρατσιστική μπορεί να χαρακτηριστεί η θέση ότι οι μετανάστες θα «εισβάλουν» και θα εποικίσουν τη χώρα μας, θα αλλοιώσουν το δημογραφικό μας χαρακτήρα και εν γένει θα μας εξαφανίσουν, πλην όμως τα σχέδια τους τώρα αποκαλύφτηκαν και θα ανατραπούν από τους «σωτήρες» της Κύπρου. Οι μνήμες είναι ακόμα νωπές από τον πόνο και την καταστροφή που προκάλεσαν εκείνοι που θέλησαν να «σώσουν» τη Γερμανία από τους Εβραίους, την Ελλάδα από τον κομμουνισμό, την Κύπρο από τον Μακάριο, την Χιλή από τον Αγιέντε κλπ κλπ. Το δε σενάριο για συνωμοσία της Τουρκίας πίσω από την «εισβολή» την μεταναστών, εκτός από αφελές και βλακώδες, είναι εμποτισμένο με εθνικισμό και τυφλό αντι-τουρκικό φανατισμό, που δεν αφήνει τους «σωτήρες» να δουν το αυτονόητο: ότι κανείς δεν μπορεί να ελέγξει τη ροή της μετανάστευσης και κανείς δεν είναι σε θέσει να εκμεταλλευτεί τη ροή αυτή προς όφελος του. Ασφαλώς υπάρχουν συμφέροντα που κερδοσκοπούν σε βάρος των μεταναστών: αυτό εξάλλου είναι αποτέλεσμα της μαζικής ζήτηση για εργατική δύναμη από εργοδότες στην Κύπρος όπως και σε άλλες χώρες, πράγμα που εκμεταλλεύονται οι διακινητές. Πώς αλήθεια συμφέρει την Τουρκία να υπάρχουν “πολλοί” μετανάστες στην Κύπρο; Μήπως είναι όλοι «εγκάθετοι» της και υπάρχει μυστικό σχέδιο να μας πετάξουν στη θάλασσα; Αυτά δεν είναι σοβαρά πράγματα. Οι δε αναφορές τους σε «αφροασιατικές», «Μουσουλμανοασιατικές» και «Τουρκο-ασιατικές» ορδές που εισβάλλουν και «γεννοβολούν» καλλιεργούν τον πανικό, τη ξενοφοβία και το ρατσισμό και ξεκάθαρα δημιουργούν κλίμα φυλετικού μίσους. Τα δύο βιβλιαράκια που εξέδωσαν περιέχουν πληθώρα ρατσιστικών και ξενοφοβικών στοιχείων που αξίζει να μελετηθούν ως αρχέτυπο ρατσιστικού λόγου στην χώρα μας. Η δε απόπειρα των «σωτήρων να φωτογραφίσουν όσους ασχολούνται με ανθρώπινα δικαιώματα σαν «όργανα» των ξένων αποτελεί ύβρη και λίβελλο για τη δημοκρατία. Παραθέτω επίσης ένα απόσπασμα από σχετικό απόσπασμα από την ανακοίνωση της ΚΙΣΑ: υπογραφή2 Για το περιεχόμενο της εκδήλωσης οι διοργανωτές βρήκαν και βήμα στο * , του * και του * στα οποία παρουσίασαν τις θέσεις τους για τον εποικισμό... από τους αλλοδαπούς. Μάλιστα εκτός από αυθαίρετους αριθμούς, παρουσίασαν και αλβανικό μανιφέστο ... το οποίο βρήκαν στο διαδίκτυο, για το τι απεργάζονται οι Αλβανοί μετανάστες στην "Τσαμουριά", προειδοποιώντας ότι τα ίδια θα συμβούν και στην Κύπρο. Με τις απόψεις τους συμφωνούσε και ο παρουσιαστής του Ρ* λέγοντας ότι είναι φως φανάρι ότι υπάρχει οργανωμένο σχέδιο για διοχέτευση λαθρομεταναστών. Τα βιβλιαράκια και οι ανακοινώσεις στον τύπο αποτελούν παράνομη ρατσιστική έκδοση με βάση τα εξής: (α) Παραβιάζουν το Σύνταγμα το οποίο ρητά απαγορεύει τις δυσμενείς διακρίσεις «αμέσου ή εμμέσου εις βάρος οιουδήποτε ατόμου ένεκα της κοινότητος, της φυλής, του χρώματος, της θρησκείας, της γλώσσης, του φύλου, των πολιτικών ή άλλων πεποιθήσεων, της εθνικής ή κοινωνικής καταγωγής, της γεννήσεως, του πλούτου, της κοινωνικής τάξεως αυτού ή ένεκα οιουδήποτε άλλου λόγου» Επίσης, διασφαλίζει «το δικαίωμα ελευθερίας σκέψεως, συνειδήσεως και θρησκείας» και ορίζει ότι «πάσαι αι θρησκείαι είναι ίσαι ενώπιον του νόμου», ενώ απαγορεύει οποιαδήποτε «νομοθετική, εκτελεστική ή διοικητική πράξις της Δημοκρατίας δύναται να κάμη δυσμενή διάκρισιν εις βάρος οιουδήποτε θρησκευτικού ιδρύματος ή θρησκείας» και γενικά διασφαλίζει τη θρησκευτική ελευθερία. (β) Παραβιάζουν τη Διεθνή Σύμβαση για την Εξάλειψη όλων των μορφών των φυλετικών διακρίσεων με βάση το άρθρο 2Α του τροποποιημένου νόμου καθιστά υπόλογους απέναντι στο νόμο τα πρόσωπα που: Εξωθούν σε πράξεις που μπορούν να προκαλέσουν διακρίσεις, μίσος ή βία ενάντια σε πρόσωπα με βάση τη φυλή, την εθνική καταγωγή ή τη θρησκεία. Δημιουργούν ή συμμετέχουν σε οργανώσεις που προωθούν προπαγάνδα με σκοπό τις διακρίσεις λόγω φυλής. Εκφράζουν ιδέες που εξυβρίζουν πρόσωπα λόγω της φυλής τους, της εθνικής καταγωγής ή της θρησκείας τους. Αρνούνται να παρέχουν αγαθά και υπηρεσίες σε ανθρώπους λόγω της φυλής, της εθνικής καταγωγής ή της θρησκείας τους. (γ) Παραβιάζουν τον Ποινικό Κώδικα, και συγκεκριμένα το Άρθρο 48: “πρόθεση να προωθηθούν αρνητικά συναισθήματα και εχθρότητα μεταξύ διαφορετικών κοινοτήτων ή τάξεων του πληθυσμού της Δημοκρατίας”. (δ) Παραβιάζουν τον Ποινικό Κώδικα, και συγκεκριμένα τα Άρθρα 51 και 51Α: η προμελετημένη δήλωση, έντυπη ή δημοσιευμένη, που “ενθαρρύνει την προσφυγή στη βία εκ μέρους όποιων από τους κατοίκους ή “ενθαρρύνει την προσφυγή στη βία ή προωθεί αρνητικά συναισθήματα μεταξύ διαφορετικών τάξεων ή κοινοτήτων ή προσώπων στην Κυπριακή Δημοκρατία” ή που “εξωθεί τους κατοίκους σε πράξεις βίας μεταξύ τους ή σε αμοιβαία διαφωνία ή υποθάλπει τη δημιουργία πνεύματος δυσανεξίας.” (ε) Το δε Άρθρο 142 του Ποινικού κώδικα που ρητά προνοεί ότι «η έκδοση ενός βιβλίου ή φυλλαδίου ή όποιας επιστολής ή άρθρου σε εφημερίδα ή περιοδικό που εκλαμβάνεται από μια ομάδα ανθρώπων ως δημόσια εξύβριση της θρησκείας τους, με σκοπό να εξευτελίσουν αυτή τη θρησκεία ή να κλονίσουν ή να εξυβρίσουν τους πιστούς της». Ξεκάθαρα οι εκδόσεις της «Κίνησης» εξυβρίζει του Μουσουλμάνους και γενικά τους μη Έλληνες Ορθόδοξους. Δεν δικαιούνται κρατικοί λειτουργοί και κάτοχοι κυβερνητικών αξιωμάτων να στηρίζουν Ρατσιστικές Οργανώσεις Αυτά θα έπρεπε να απασχολήσουν όσους επίσημους και μη αποφασίσουν να νομιμοποιήσουν τους «σωτήρες» με την παρουσία τους στην εκδήλωση τους. Βεβαίως, δικαίωμα του κάθε ιδιώτη να παραστεί σε όποια εκδήλωση θέλει και να εκφράσει την όποια άποψη του. Το δικαίωμα αυτό, όμως, δεν έχουν πολιτειακοί λειτουργοί που είναι επιφορτισμένοι με την εφαρμογή των νόμων και της δικαιοσύνης, την προστασία των δικαιωμάτων των πολιτών να συμμετάσχει σ εκδηλώσεις που έκδηλα προωθούν το φυλετικό μίσος και τη ξενοφοβία: οφείλει να αποφύγει να παρέχει κρατική στήριξη και επίσημο μανδύα στους διάφορους «σωτήρες». Ας παραιτηθούν λοιπόν όσοι κρατικοί λειτουργοί θέλουν να συμμετάσχουν και ως απλοί πολίτες πλέον ας συμμετάσχουν σε όποιες ακροδεξιές και φασιστικές οργανώσεις θέλουν: ωστόσο δεν δικαιούνται ούτε ως ιδιώτες προαγάγουν το φυλετικό μίσος. Ενόσω κατέχουν κρατικά αξιώματα, δεν έχουν το δικαίωμα να προβαίνουν σε πράξεις που τους κάνουν περίγελους όχι μόνο στην Κύπρο αλλά και στα Ευρωπαϊκά σώματα. Τα ΜΜΕ δεν δικαιούνται να στηρίζουν και προαγάγουν Ρατσιστικές Οργανώσεις που υποθάλπουν το φυλετικό μίσος, τον ρατσισμό και τη ξενοφοβία Καλούμε τους θεσμούς για τους οποίους τόσο περήφανα παρουσιάζουμε στην ΕΕ, όπως για παράδειγμα η Αρχή κατά του Ρατσισμού και των Διακρίσεων, η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης και Επιτροπή Δεοντολογίας να παρέμβουν επιτέλους για να αναχαιτίσουν την εθνικιστική-ρατσιστική λαίλαπα: Τι θα γίνει με τα διάφορα κανάλια που υποθάλπουν τον ρατσισμό, όπως οι δημοσιογράφοι και υπεύθυνοι των καναλιών *,*,* που πρόβαλαν την «Κίνηση για τη Σωτηρία της Κύπρου» και παρότρυναν το κοινό να συμμετάσχει στη εκδήλωση της κατά παράβαση της νομοθεσίας που θεωρεί την πράξη αυτή ποινικό αδίκημα (βλ. Νόμος Ν. 12/1967); Ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας (ΚΔΔ) έχει θεσπίσει αρχές με «πρώτη και κύρια» το «σεβασμό της αλήθειας και του δικαιώματος του πολίτη για σωστή, αντικειμενική και ολοκληρωμένη πληροφόρηση». Συγκεκριμένα το σημείο 12 με τίτλο «ΔΥΣΜΕΝΕΙΣ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ» του ΚΔΔ ρητά αναφέρει: «Τα Μ.Μ.Ε. αποφεύγουν οποιαδήποτε απ’ ευθείας ή άλλη αναφορά ή ενέργεια εναντίον προσώπου η οποία περιέχει στοιχεία προκατάληψης με βάση στη φυλή, το χρώμα, τη γλώσσα, τη θρησκεία, τις πολιτικές ή άλλες πεποιθήσεις, την εθνική ή κοινωνική προέλευση, την περιουσία, την καταγωγή, την ηλικία, το φύλο και το προσωπικό καθεστώς, περιλαμβανομένης της φυσικής ή διανοητικής ασθένειας ή αναπηρίας. Ο χλευασμός, η διαπόμπευση και ο διασυρμός ατόμων ή ομάδων είναι ανεπίτρεπτος.» Επίσης η «Διακήρυξη Αρχών Κώδικα Δημοσιογράφων» της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δημοσιογράφων αναφέρει: «Ο δημοσιογράφος έχει υπόψη του τον κίνδυνο εφαρμογής διακρίσεων από τα ΜΜΕ και κάνει καθετί δυνατό ώστε να αποφεύγει να διευκολύνει τέτοιες διακρίσεις στηριγμένες ανάμεσα σ’ άλλα στη φυλή, το φύλο, τη φυλετική προέλευση, τη γλώσσα, τη θρησκεία, τις πολιτικές και άλλες απόψεις και την εθνική ή κοινωνική προσέλευσης.» Παρόμοιες προσεγγίσεις έχει και το Ψήφισμα 1003 (1993) για τη Δημοσιογραφική Δεοντολογία. Με την απουσία δράσης επιτρέπεται στους διάφορους αυτόκλητους «Σωτήρες» να δημιουργούν εκφοβιστικό κλίμα ενάντια στις ευάλωτες ομάδες και οξύνεται κι αναπαράγεται ο ρατσισμός. Υπενθυμίζουμε ότι υπάρχει το προηγούμενο στη Βρετανία όπου η αδράνεια της αστυνομίας στην ορθή διερεύνηση της υπόθεσης Lawrence αποτέλεσε «θεσμικό ρατσισμό».
Παρακαλώ όπως διερευνήσετε το παράπονο.
Δρ. Νίκος Τριμικλινιώτης
Επιστημονικός Διευθυντής του Παρατηρητηρίου για τον Ρατσισμό στην Κύπρο (RAXEN)
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
20/2008
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
11/09/2008
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (20/2008-29/7/08 για δημοσίευμα στο περιοδικό ΟΜΙΚΡΟΝ έκδοσης Αυγούστου, 2008, το οποίο περιείχε περιγραφή σεξουαλικών πράξεων και για παρουσία του περιοδικού σε αίθουσα αναμονής ιατρού. Η παραπονούμενη εξήγησε ότι το παράπονο δεν υποβλήθηκε λόγω υπερβολικής σεμνοτυφίας, αλλά επειδή το περιοδικό ήταν διαθέσιμο στο θάλαμο αναμονής ιατρού όπου θα μπορούσαν να το διαβάσουν ανήλικοι ή άτομα που ενδεχομένως να ενοχλούντο από το περιεχόμενο. Η νομική σύμβουλος της εταιρείας «Φιλελεύθερος» που εκδίδει το περιοδικό, εξήγησε ότι το επίμαχο απόσπασμα ήταν μέρος παρουσίασης υπό έκδοση βιβλίου ιατρού, που έχει ως αντικείμενο την αγάπη και την ερωτική συμπεριφορά των Κυπρίων. Περαιτέρω ανέφερε ότι τα υπό αναφορά δημοσιεύματα δεν μπορούσαν να θεωρηθούν αισχρά και ανήθικα, γιατί δεν έτειναν προς διαφθορά και εξαχρείωση και ότι το θέμα θα έπρεπε να εξετασθεί από τη σκοπιά του μέσου πολίτη. Η Επιτροπή θεωρεί ότι επί του προκειμένου δεν υπάρχει διαμάχη, δεδομένου ότι στο παράπονο δεν διατυπώνεται ισχυρισμός για αισχρότητα ή ανηθικότητα του δημοσιεύματος. Περαιτέρω, η Επιτροπή αποφάσισε ότι το ΟΜΙΚΡΟΝ, ως περιοδικό γενικής και ποικίλης ύλης, απευθυνόμενο σε ενήλικες, μπορεί να φιλοξενεί απόψεις, εμπειρίες και αναλύσεις επί διαφόρων θεμάτων και θεματικών αποχρώσεων. Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, η Επιτροπή αποφάσισε ότι δεν υπήρξε παραβίαση οποιασδήποτε πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Δεδομένου ότι είναι εκτός της αρμοδιότητας της Επιτροπής να κρίνει την τοποθέτηση του περιοδικού σε οποιοδήποτε χώρο αναμονής, η Επιτροπή θεωρεί ότι επαφίεται στους χρήστες του περιοδικού να το κρίνουν και να το αξιοποιήσουν κατά την κρίση τους. Επί του προκειμένου, θεωρεί επίσης ότι είναι ευθύνη του αναγνώστη, εάν θεωρεί το περιεχόμενο του περιοδικού αισχρό ή χυδαίο ή ακατάλληλο για κάποιες ηλικιακές ομάδες, να υποδείξει στον υπεύθυνο του χώρου ότι δεν πρέπει να εκτίθεται σε χώρο όπου ενδεχομένως να έχουν πρόσβαση και ανήλικοι ή άτομα που ενδεχομένως να ενοχλούνται από το περιεχόμενό του.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
13/2008
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
11/09/2008
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (13/2008 -18/6/2008) γυναίκας φυσικοπαθητικού εναντίον της εκπομπής «60 λεπτά» του ΣΙΓΜΑ και του παρουσιαστή της Χρύσανθου Τσουρούλη, για εξασφάλιση εικόνων με δόλιο τρόπο από το χώρο εργασίας της, αποκάλυψη στοιχείων προσωπικού χαρακτήρα, δυσφήμηση της εργασίας της και για ανοίκεια συμπεριφορά. Το παράπονο εξετάστηκε σε μεγάλο βαθμό σε σχέση με τον παράπονο 18/2008, που υπέβαλε ο Παγκύπριος Σύνδεσμος Φυσικοπαθητικών για την ίδια εκπομπή και για μια δεύτερη. Τα δύο παράπονα, ιδιαίτερα το δεύτερο, ήταν από τα πιο περίπλοκα που υποβλήθηκαν ποτέ στην επιτροπή και η εξέτασή τους ιδιαίτερα χρονοβόρα και αργή, γεγονός που απαίτησε έξι περίπου μήνες για την ολοκλήρωσή της. Η παραπονούμενη ανέφερε ότι είναι φυσικοπαθητικός, κατέχει επαγγελματική άδεια από τον Παγκύπριο Σύνδεσμο Φυσικοπαθητικών και είναι μέλος του Βρετανικού Διεθνούς Συνδέσμου Φυσικοπαθητικών (BIFRAN). Σύμφωνα με το παράπονό της, το ΣΙΓΜΑ παραβίασε το χώρο εργασίας της, που είναι και η ιδιωτική της κατοικία και οπτικογράφησε μυστικά εξέταση ασθενούς της, την οποία ο παρουσιαστής της εκπομπής «60 λετπά» Χρύσανθος Τσουρούλης παρουσίασε με αρνητικό και δυσφημητικό για την εργασία της τρόπο, στις 16 Ιουνίου, 2008. Συμπληρωματικά, ανέφερε ότι ο κ. Τσουρούλης της τηλεφώνησε στις 23 Ιουνίου, 2008 και της είπε ότι με βάση το Νόμο περί Εγγραφής Επιστημόνων Τροφίμων και Διαιτολόγων «είστε ένα τίποτα» και ότι είχε «10 καταγγελίες εις βάρος σας» για τις οποίες έχει ειδοποιηθεί η Αστυνομία. Το ΣΙΓΜΑ απάντησε δια των νομικών του συμβούλων, αναφέροντας ότι οποιαδήποτε μυστική κινηματογράφηση έγινε με σκοπό την προστασία του δημοσίου συμφέροντος και της δημόσιας υγείας και δεν αποσκοπούσε στην προσβολή της προσωπικότητας ή την παρουσίαση στοιχείων προσωπικού χαρακτήρα της παραπονούμενης. Περαιτέρω ανέφερε ότι λήφθηκε μέριμνα για τη μη αποκάλυψη «στο μέσο τηλεθεατή» προσωπικών στοιχείων οποιουδήποτε και ότι το ΣΙΓΜΑ παρουσίασε ένα θέμα δημοσίου ενδιαφέροντος, όπως ήταν το γεγονός ότι άτομα που με βάση το σχετικό νόμο δεν ήταν αρμοδίως εγγεγραμμένα ασκούσαν το επάγγελμα του διαιτολόγου. Περαιτέρω ανέφερε ότι η επιστήμη που ασκεί η παραπονούμενη δεν είναι αναγνωρισμένη από το νόμο και επομένως δυνατό η ίδια να παραβιάζει το νόμο. Στο σημείο αυτό είναι αναγκαίο να αναφερθούν ορισμένα στοιχεία σχετικά με τη φυσικοπαθητική. Η παροχή εναλλακτικής θεραπείας με τη φυσικοπαθητική μέθοδο, δηλαδή χωρίς φάρμακα, έχει της ρίζες της στο κίνημα Φυσικής Θεραπείας που εμφανίστηκε στην Ευρώπη στις αρχές του 20ύ αιώνα και θεωρείται ως συμπληρωματική ή εναλλακτική θεραπευτική μέθοδος. Στηρίζεται στην αντίληψη ότι το σώμα έχει έμφυτες ικανότητες αυτοθεραπείας και στις θεραπευτικές ιδιότητες ορισμένων βοτάνων και τροφών. Ασκείται σε πολλές χώρες, είτε με νομική αναγνώριση, είτε με σιωπηρή αποδοχή διαφόρων επιπέδων και λειτουργούν κολλέγια ή σχολές φυσικοπαθητικής που παρέχουν διπλώματα. Είναι ενδεικτικό ότι στις Ηνωμένες Πολιτείες 16 Πολιτείες και στον Καναδά 5 επαρχίες αναγνωρίζουν την άσκηση της φυσικοπαθητικής από αποφοίτους αναγνωρισμένων σχολών, ενώ αλλού η φυσικοπαθητική δεν τυγχάνει οποιασδήποτε αναγνώρισης ή προστασίας. Στην Κύπρο δεν υπάρχει οποιαδήποτε ρητή νομική αναφορά στην άσκηση της φυσικοπαθητικής. Ο παρουσιαστής της εκπομπής «60 λεπτά» Χρύσανθος Τσουρούλης παρουσίασε τέσσερις ταινίες μικρού μήκους που ήταν προφανές ότι λήφθηκαν με μυστικό τρόπο και παρουσίαζαν φυσικοπαθητικούς να παρέχουν συμβουλές για δίαιτα ύστερα από εξέταση με τη χρήση ηλεκτρονικού υπολογιστή. Τα πρόσωπα είχαν αποκρυβεί και οι φωνές αλλοιωθεί ώστε να μην είναι αναγνωρίσιμα και γενικά δεν παρουσιάστηκαν στοιχεία που κατά την άποψη της Επιτροπής θα μπορούσαν να οδηγήσουν κάποιον, εκτός από όσους ενδεχομένως να είχαν καλή γνώση, να αναγνωρίσουν οποιοδήποτε χώρο. Ο κ. Τσουρούληςήταν σαφώς τοποθετηθετημένος επί του θέματος της εκπομπής, που ήταν «Δίαιτα, προσπάθεια απώλεια βάρους και τσαρλατάνοι», όπως φανέρωνε και ο τίτλος «Τσαρλατάνοι απειλούν τη ζωή μας». Υποστήριξε ότι κάποιοι που ήταν μέλη του Παγκύπριου Συνδέσμου Φυσικοπαθητικών «πούλησαν κάλπικες ελπίδες, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν προβλήματα υγείας και ότι η φυσικοπαθητική δεν ήταν αναγνωρισμένη στην Κύπρο. Οι συζητητές συμφώνησαν ότι η διαγνωστική μέθοδος που παρουσιάστηκε μέσα από τις τέσσερις ταινίες δεν ήταν η ενδεδειγμένη. Ο Πρόεδρος του Παγκύπριου Συνδέσμου Φυσικοπαθητικών ανέφερε ότι «αυτοί δεν έχουν καμιά σχέση μαζί μας…δεν έχουμε τέτοια μέλη, αυτά είναι καταδικαστέα…έχουμε κώδικα δεοντολογίας και όποιος τον παραβαίνει αποπέμπεται…αυτά που είδαμε τα αποκηρύσσουμε». Η Πρόεδρος της Επιτροπής Υγείας της Βουλής Ελένη Θεοχάρους παρατήρησε επίσης ότι «δεν έχουν ρυθμισθεί όλα τα ζητήματα που αφορούν νέες ειδικότητες ή υποειδικότητες» από το Υπουργείο Υγείας, το οποίο «δεν κινείται με ταχύτητα» στα θέματα αυτά. Η Επιτροπή, αφού εξέτασε τις εκατέρωθεν θέσεις και είδε τις επίμαχες εκπομπές από οπτικογράφηση κατέληξε στις ακόλουθες αποφάσεις επί των διαφόρων σημείων του παραπόνου: Δόλια εξασφάλιση πληροφοριών ή εικόνων. Ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας ορίζει ότι «οι λειτουργοί (των ΜΜΕ) δεν πρέπει να επιχειρούν να εξασφαλίσουν, οι ίδιοι ή μέσω τρίτων, πληροφορίες ή εικόνες/φωτογραφίες με ψευδείς παραστάσεις ή με άλλο δόλιο τρόπο» και ότι «με εξαίρεση την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος…εικόνες/φωτογραφίες μπορούν να λαμβάνονται μόνο με τη συγκατάθεση του ιδιοκτήτη τους». Η πρόνοια περί δημοσίου συμφέροντος ορίζει ότι «περιπτώσεις οι οποίες κατ’ επίκληση του δημοσίου συμφέροντος δικαιολογούν παρέκκλιση από τον κανόνα, είναι κυρίως η «προστασία της δημόσιας ασφάλειας και υγείας» και η «παρεμπόδιση παραπλάνησης του κοινού ως αποτέλεσμα πράξεων ή δηλώσεων ατόμων και οργανισμών». Η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη ότι εκπρόσωποι της Επιτροπής Διαιτολογίας του Παγκύπριου Ιατρικού Συλλόγου, της Ομοιοπαθητικής Ιατρικής Εταιρείας, του Συνδέσμου Διαιτολόγων-Διατροφολόγων Κύπρου, της Επιτροπής Εγγραφής Διαιτολόγων-Διατροφολόγων, του Συνδέσμου Φαρμακοποιών. η Πρόεδρος της Επιτροπής Υγείας της Βουλής και ακόμη και ο Πρόεδρος Συνδέσμου Φυσικοπαθητικών Κύπρου θεώρησαν ότι η πρακτική που ασκήθηκε στις τέσσερις περιπτώσεις οι οποίες παρουσιάστηκαν δεν ήταν, το λιγότερο, η ενδεδειγμένη, έκρινε ότι η εκπομπή «60 λεπτά» είχε ως αντικείμενο την άσκηση πρακτικής που αφορούσε στη δημόσια υγεία και την ενδεχόμενη παραπλάνηση του κοινού από κατ’ ισχυρισμό μη προσοντούχα άτομα, Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, η Επιτροπή, χωρίς να τοποθετείται επί των απόψεων για μη ενδεδειγμένη ή επικίνδυνη για την υγεία πρακτική, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η μυστική κινηματογράφηση σε ιδιωτικούς χώρους ήταν δικαιολογημένη, ως γενομένη κατ’ εξαίρεση για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας και αποφυγής παραπλάνησης. Συνεπώς κατέληξε στην απόφαση ότι δεν υπήρξε παραβίαση του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Αποκάλυψη προσωπικών στοιχείων και ειδικότερα στοιχείων από τα οποία θα ήταν δυνατό να αναγνωρισθεί ο χώρος όπου ασκεί το επάγγελμά της. Όπως προαναφέρθηκε, από την εξέταση της εκπομπής από οπτικογράφηση, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι είχε ληφθεί μέριμνα αλλοίωσης της εικόνας και των φωνών από τις ταινίες πού λήφθηκαν μυστικά. Τα άλλα στοιχεία που παρουσιάστηκαν σε τουλάχιστο δύο ταινίες, όπως κάποιες δοκοί ή κορνίζες στους τοίχους ήταν εκτός εστίασης και η προβολή τους τυχαία και σχεδόν φευγαλέα, ώστε να μην ήταν δυνατό σε οποιονδήποτε δεν είχε πολύ καλή και λεπτομερή γνώση των χώρων να τους αναγνωρίσει. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή αποφάσισε ότι το παράπονο για αποκάλυψη προσωπικών στοιχείων δεν ευσταθεί. Δεδομένης της απόφασης ότι δεν αποκαλύφθηκε η ταυτότητα κανενός ατόμου, η Επιτροπή έκρινε ότι, αν και το παράπονο υποβλήθηκε επώνυμα, θα ήταν άδικο προς την παραπονούμενη και αντίθετο προς το πνεύμα των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, να αποκαλυφθεί η ταυτότητα της παραπονούμενης, Παραβίαση της πρόνοιας του Κώδικα περί του δικαιώματος απάντησης. Με βάση τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, τα ΜΜΕ πρέπει να παρέχουν στους επηρεαζόμενους και ιδιαίτερα όταν έχουν υποστεί επίθεση, την ευκαιρία να απαντήσουν. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι στην παρούσα περίπτωση δεν ετίθετο θέμα εφαρμογής της πρόνοιας αυτής, δεδομένου ότι δεν έγινε αναφορά στο όνομα της παραπονούμενης και δεν αποκαλύφθηκαν τέτοια στοιχεία τα οποία θα ήταν δυνατό να οδηγήσουν στην αποκάλυψη της ταυτότητάς της στο μέσο τηλεθεατή. Δυσφήμηση εργασίας ή διασυρμός. Δεδομένης της διαπίστωσης ότι δεν αποκαλύφθηκε η ταυτότητα της παραπονούμενης, αλλά και του γεγονότος ότι οποιαδήποτε αναφορά ή κριτική έγινε κατ’ επίκληση της προστασίας της δημόσιας υγείας, η Επιτροπή αποφάσισε ότι το παράπονο δεν ευσταθεί. Ανοίκεια συμπεριφορά του κ. Τσουρούλη. Δεδομένου ότι ο κ. Τσουρούλης απέρριψε την καταγγελία ότι συμπεριφέρθηκε ανοίκεια και επειδή δεν ήταν δυνατό να εξασφαλισθεί ενισχυτική μαρτυρία για το παράπονο, η Επιτροπή αποφάσισε ότι δεν μπορούσε να τοποθετηθεί επί του συγκεκριμένου σημείου.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
15/2008
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
23/07/2008
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ (ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ)
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε, ύστερα από την υποβολή παραπόνου από την Πρόεδρο της Συμβουλευτικής Επιτροπής για την Πρόληψη και Καταπολέμηση της Βίας στην Οικογένεια εναντίον δύο εντύπων και αυτεπάγγελτα όσον αφορά τα υπόλοιπα ΜΜΕ, τον τρόπο με τον οποίο όλα σχεδόν τα ΜΜΕ, έντυπα και ηλεκτρονικά, χειρίστηκαν δύο περιπτώσεις σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων κορασίδων, με φερόμενους ως δράστες συγγενικά τους πρόσωπα (υποθέσεις 14/2008 και 15/2008). Η μία περίπτωση αφορούσε τη σεξουαλική κακοποίηση και βιασμό ανήλικου κοριτσιού από άτομο 63 χρόνων και η άλλη ανήλικου κοριτσιού από δύο νεαρά άτομα. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι και στις δύο περιπτώσεις, με διαφορά δύο ημερών μεταξύ τους, τα ΜΜΕ σχεδόν στην ολότητά τους, παραβίασαν αφ’ ενός τις πρόνοιες της νομοθεσίας Περί Βίας στην Οικογένεια (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων), και αφ’ ετέρου τις πρόνοιες του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί μη αποκάλυψης της ταυτότητας θυμάτων σεξουαλικών εγκλημάτων και ιδιαίτερα παιδιών. Ειδικότερα, στην πρώτη περίτπωση τα ΜΜΕ παραβίασαν την πρόνοια του Νόμου που απαγορεύει τη δημοσίευση κατάθεσης θύματος ή μάρτυρα σε αδίκημα βίας. Επειδή προβλήθηκε η δικαιολογία ότι δε δημοσιεύθηκε αντίγραφο της κατάθεσης, επισημαίνεται ότι η απαγόρευση καλύπτει και τη δημοσίευση επί μέρους λεπτομερειών ή περίληψης της κατάθεσης. Στη δεύτερη περίπτωση, διαπιστώθηκε ότι κατά παράβαση των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας δημοσιεύθηκαν, σε διαφορετική έκταση, λεπτομέρειες που οδηγούσαν στην αποκάλυψη της ταυτότητας των θυμάτων. Η Επιτροπή απευθύνει έκκληση προς τα ΜΜΕ, οσάκις προκύπτουν παρόμοιες περιπτώσεις, να εξετάζουν σοβαρά τη σκοπιμότητα ή χρησιμότητα δημοσίευσης η μετάδοσης τέτοιων ειδήσεων και εάν κρίνουν ότι υφίσταται αποχρών λόγος να ασχοληθούν με ειδήσεις του είδους αυτού, να αποφεύγουν σχολαστικά στοιχεία και λεπτομέρειες που οδηγούν έμμεσα στην αποκάλυψη της ταυτότητας. Σε οποιαδήποτε κοινωνία, αλλά ιδιαίτερα στις μικρές κυπριακές κοινωνίες, ο βαθμός και το είδος συγγένειας θύματος και φερόμενου ως δράστη και η οικογενειακή τους κατάσταση είναι στοιχεία που οδηγούν σε αποκάλυψη της ταυτότητας και πρέπει να αποφεύγονται. Άλλες λεπτομέρειες είναι, ενδεικτικά, ο ακριβής τόπος ή η γεωγραφική καταγωγής θύματος και φερόμενου ως δράστη και στοιχεία της ηλικίας τους και της σύλληψής. Μερικά έντυπα υπέδειξαν ότι οι λεπτομέρειες που δημοσιεύθηκαν είχαν αποκαλυφθεί από αρμόδιο μέλος της Αστυνομικής Δύναμης. Η Επιτροπή επισημαίνει, για άλλη μια φορά, ότι δηλώσεις οιωνδήποτε τρίτων, περιλαμβανομένων και αξιωματούχων ή επισήμων της Πολιτείας, δεν απαλλάσσει τα ΜΜΕ και τους λειτουργούς τους, της υποχρέωσης να τηρούν της πρόνοιες του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Η Επιτροπή απευθύνεται και δημοσίως προς τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης και τον Αρχηγό της Αστυνομίας, να δώσουν οδηγίες προς τους υφισταμένους τους να αποφεύγουν δηλώσεις ή αποκάλυψη στοιχείων που θα μπορούσαν να συνιστούν παραβίαση νομοθεσίας και των Κανόνων της Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Τέλος, η Επιτροπή σημειώνει το γεγονός ότι μερικά έντυπα παρέλειψαν να ανταποκριθούν στην παράκληση να παραθέσουν τις απόψεις τους για το θέμα. Επί του προκειμένου, επισημαίνεται ότι η Επιτροπή αποτελεί δημιούργημα των ίδιων των ΜΜΕ και των λειτουργών τους και κατά συνέπεια αναπόσπαστο τμήμα του συστήματος ενημέρωσης. Η συνεργασία των ΜΜΕ με την Επιτροπή συνιστά όχι μόνο εκπλήρωση υποχρέωσης που έχουν αναλάβει με βάση τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, αλλά και συμβάλλει στην κατοχύρωση του συστήματος αυτορρύθμισης και στην αποτροπή τάσεων για ποινικοποίηση της δημοσιογραφίας. Σε σχέση με τις υποθέσεις αυτές (14/2008 και 15/2008) και σε σχέση με το θέμα της συχνής παραβίασης του τεκμηρίου αθωότητας με βάση δηλώσεις αστυνομικών οργάνων, η Επιτροπή απευθύνθηκε με επιστολή της προς τον Αρχηγό της Αστυνομίας ζητώντας την παρέμβασή του για να σταματήσει η αποκάλυψη ευαίσθητων στοιχείων από εντεταλμένα μέλη της Αστυνομίας. Ο Αρχηγός της Αστυνομίας απάντησε ότι έδωσε ήδη εντολή για διεξαγωγή έρευνας και ανέφερε ότι τέτοιου είδους συμπεριφορές δεν θα γίνονται ανεκτές.
Η επιστολή προς τον Αρχηγό της Αστυνομίας και η απάντηση παρατίθενται κατωτέρω.
Κύριο
Ιάκωβο Παπακώστα,
Αρχηγό Αστυνομίας,
Λευκωσία
ΘΕΜΑ: Αποκάλυψη ευαίσθητων στοιχείων προς τα ΜΜΕ
Κύριε Αρχηγέ,
Αναφερόμαστε στο πιο πάνω θέμα με την παράκληση να ενεργήσετε προς τα αρμόδια όργανα της Αστυνομικής Δύναμης προκειμένου να σταματήσει το φαινόμενο της αποκάλυψης στοιχείων προς τα ΜΜΕ, η οποία όχι μόνο οδηγεί σε καταστρατήγηση προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, αλλά ενίοτε συνιστά και παραβίαση ρητών διατάξεων της Κυπριακής Νομοθεσίας. Ειδικότερα, αναφερόμαστε στο φαινόμενο της διαρροής προς τα ΜΜΕ λεπτομερειών που αφορούν σε υποθέσεις σεξουαλικών αδικημάτων όχι μόνο εναντίον ενηλίκων αλλά κυρίως ανηλίκων, ακόμη και όταν η δικαστική διαδικασία διεξάγεται κεκλεισμένων των θυρών. Η αποκάλυψη τέτοιων λεπτομερειών, όπως τόπου καταγωγής, ηλικίας θύματος και φερόμενου ως δράστη, σχέσης ή βαθμού συγγενείας κλπ, οδηγεί στην αποκάλυψη της ταυτότητας του θύματος, γεγονός το οποίο καταστρατηγεί την πρόνοια του Κώδικα περί μη αποκάλυψης της ταυτότητας θυμάτων σεξουαλικών εγκλημάτων. Επί του προκειμένου, έχομε συγκεκριμένα παραδείγματα. Στην υπόθεση ανήλικης κορασίδας, η οποία κατ’ ισχυρισμό παρενοχλήθηκε σεξουαλικά από τους ανήλικους θείους της, δημοσιεύθηκαν τόσες λεπτομέρειες ώστε η ταυτότητά της να καταστεί γνωστή σε ένα ευρύ κοινό της κοινότητάς της, η Επιτροπή είχε μαρτυρία από ΜΜΕ ότι οι λεπτομέρειες που δημοσίευσαν είχαν αποκαλυφθεί από αρμόδιο αστυνομικό όργανο. Σε μια άλλη πρόσφατη υπόθεση που τελεί υπό εξέταση, ειδικότερα στην υπόθεση φερόμενης σεξουαλικής παρενόχλησης 12χρονης από το θετό πατέρα της, η ομοιότητα των δημοσιευμάτων (ίδετε επισυναπτόμενες φωτοτυπίες) δεν αφήνει αμφιβολία ότι είχαν την ίδια πηγή προέλευσης, και πάλι παρά το γεγονός ότι η διαδικασία έγινε κεκλεισμένων των θυρών. Άλλες περιπτώσεις που απασχόλησαν πρόσφατα την Επιτροπή, ύστερα από καταγγελία της Συμβουλευτικής Επιτροπής για την πρόληψη και Καταπολέμηση της Βίας στην Οικογένεια, αφορούσαν στην αποκάλυψη του περιεχομένου οπτικογραφημένων καταθέσεων ατόμων που εμπλέκονταν ως παραπονούμενοι ή μάρτυρες σε υποθέσεις βίας στην οικογένεια, περιλαμβανομένων φυσικής και σεξουαλικής βίας. Από τα ενώπιόν της στοιχεία, η Επιτροπή οδηγείται στο συμπέρασμα ότι η αποκάλυψη του περιεχομένου οπτικογραφημένων καταθέσεων προήλθε από αστυνομικά όργανα. Όπως καλώς γνωρίζετε, ακόμη και η απλή κατοχή τέτοιων καταθέσεων από μη εξουσιοδοτημένα άτομα, ή η αποκάλυψη σε μη εξουσιοδοτημένα άτομα, απαγορεύεται ρητά από το Νόμο περί Βίας στην Οικογένεια, άρθρο 35(1). Εχοντας υπόψη την ευαισθησία σας ως προς την τήρηση των Νόμων και Κανονισμών από τα μέλη της Δύναμης, δεν έχουμε την ελάχιστη αμφιβολία ότι θα ενεργήσετε δεόντως. Η Επιτροπή παρακαλεί όπως διευθετήσετε συνάντηση με αντιπροσωπεία της για συζήτηση γενικότερων θεμάτων συνεργασίας μεταξύ της Επιτροπής και της Αστυνομίας, η οποία βρίσκεται ομολογουμένως σε πολύ υψηλό επίπεδο.
Με εκτίμηση
Ανδρέας Μαυρομμάτης
Πρόεδρος Επιτροπής Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας.
ΑΠΑΝΤΗΣΗ
Κύριο Ανδρέα Μαυρομμάτη
Πρόεδρο Επιτροπής Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας
Κύριε,
Αποκάλυψη Ευαίσθητων Στοιχείων ττρος τα Μ Μ Ε
Γνωρίζω λήψη της επιστολής σας, ημερ. 20/09/2008, σχετικά με το πιο πάνω θέμα. Ομολογουμένως, το θέμα που εγείρετε στην επιστολή σας, είναι πάρα πολύ σοβαρό και για το σκοπό αυτό έχουν δοθεί αυστηρές οδηγίες σε όλα τα μέλη μας και ειδικά σε όσους υπηρετούν στα Τμήματα Ανιχνεύσεως Εγκλημάτων, ότι τέτοιου είδους συμπεριφοράς δεν θα γίνονται ανεκτές, αλλά αντιθέτως, θα ασκούνται και πειθαρχικές διώξεις εκεί όπου ενδείκνυται. Όσον αφορά τις συγκεκριμένες υποθέσεις, στις οποίες αναφέρεστε στην επιστολή σας, έχουν δοθεί οδηγίες για διεξαγωγή έρευνας σχετικά με το ενδεχόμενο διάπραξης πειθαρχικών ή άλλων αδικημάτων από οποιοδήποτε άλλο μέλος μας.
Α. Γεωργίου,
Αστυνόμος Α
για Αρχηγό Αστυνομίας
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
14/2008
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
23/07/2008
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ (ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ)
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε, ύστερα από την υποβολή παραπόνου από την Πρόεδρο της Συμβουλευτικής Επιτροπής για την Πρόληψη και Καταπολέμηση της Βίας στην Οικογένεια εναντίον δύο εντύπων και αυτεπάγγελτα όσον αφορά τα υπόλοιπα ΜΜΕ, τον τρόπο με τον οποίο όλα σχεδόν τα ΜΜΕ, έντυπα και ηλεκτρονικά, χειρίστηκαν δύο περιπτώσεις σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων κορασίδων, με φερόμενους ως δράστες συγγενικά τους πρόσωπα (υποθέσεις 14/2008 και 15/2008).
Η μία περίπτωση αφορούσε τη σεξουαλική κακοποίηση και βιασμό ανήλικου κοριτσιού από άτομο 63 χρόνων και η άλλη ανήλικου κοριτσιού από δύο νεαρά άτομα.
Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι και στις δύο περιπτώσεις, με διαφορά δύο ημερών μεταξύ τους, τα ΜΜΕ σχεδόν στην ολότητά τους, παραβίασαν αφ’ ενός τις πρόνοιες της νομοθεσίας Περί Βίας στην Οικογένεια (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων), και αφ’ ετέρου τις πρόνοιες του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί μη αποκάλυψης της ταυτότητας θυμάτων σεξουαλικών εγκλημάτων και ιδιαίτερα παιδιών. Ειδικότερα, στην πρώτη περίτπωση τα ΜΜΕ παραβίασαν την πρόνοια του Νόμου που απαγορεύει τη δημοσίευση κατάθεσης θύματος ή μάρτυρα σε αδίκημα βίας. Επειδή προβλήθηκε η δικαιολογία ότι δε δημοσιεύθηκε αντίγραφο της κατάθεσης, επισημαίνεται ότι η απαγόρευση καλύπτει και τη δημοσίευση επί μέρους λεπτομερειών ή περίληψης της κατάθεσης. Στη δεύτερη περίπτωση, διαπιστώθηκε ότι κατά παράβαση των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας δημοσιεύθηκαν, σε διαφορετική έκταση, λεπτομέρειες που οδηγούσαν στην αποκάλυψη της ταυτότητας των θυμάτων. Η Επιτροπή απευθύνει έκκληση προς τα ΜΜΕ, οσάκις προκύπτουν παρόμοιες περιπτώσεις, να εξετάζουν σοβαρά τη σκοπιμότητα ή χρησιμότητα δημοσίευσης η μετάδοσης τέτοιων ειδήσεων και εάν κρίνουν ότι υφίσταται αποχρών λόγος να ασχοληθούν με ειδήσεις του είδους αυτού, να αποφεύγουν σχολαστικά στοιχεία και λεπτομέρειες που οδηγούν έμμεσα στην αποκάλυψη της ταυτότητας. Σε οποιαδήποτε κοινωνία, αλλά ιδιαίτερα στις μικρές κυπριακές κοινωνίες, ο βαθμός και το είδος συγγένειας θύματος και φερόμενου ως δράστη και η οικογενειακή τους κατάσταση είναι στοιχεία που οδηγούν σε αποκάλυψη της ταυτότητας και πρέπει να αποφεύγονται. Άλλες λεπτομέρειες είναι, ενδεικτικά, ο ακριβής τόπος ή η γεωγραφική καταγωγής θύματος και φερόμενου ως δράστη και στοιχεία της ηλικίας τους και της σύλληψής. Μερικά έντυπα υπέδειξαν ότι οι λεπτομέρειες που δημοσιεύθηκαν είχαν αποκαλυφθεί από αρμόδιο μέλος της Αστυνομικής Δύναμης. Η Επιτροπή επισημαίνει, για άλλη μια φορά, ότι δηλώσεις οιωνδήποτε τρίτων, περιλαμβανομένων και αξιωματούχων ή επισήμων της Πολιτείας, δεν απαλλάσσει τα ΜΜΕ και τους λειτουργούς τους, της υποχρέωσης να τηρούν της πρόνοιες του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Η Επιτροπή απευθύνεται και δημοσίως προς τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης και τον Αρχηγό της Αστυνομίας, να δώσουν οδηγίες προς τους υφισταμένους τους να αποφεύγουν δηλώσεις ή αποκάλυψη στοιχείων που θα μπορούσαν να συνιστούν παραβίαση νομοθεσίας και των Κανόνων της Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Τέλος, η Επιτροπή σημειώνει το γεγονός ότι μερικά έντυπα παρέλειψαν να ανταποκριθούν στην παράκληση να παραθέσουν τις απόψεις τους για το θέμα. Επί του προκειμένου, επισημαίνεται ότι η Επιτροπή αποτελεί δημιούργημα των ίδιων των ΜΜΕ και των λειτουργών τους και κατά συνέπεια αναπόσπαστο τμήμα του συστήματος ενημέρωσης. Η συνεργασία των ΜΜΕ με την Επιτροπή συνιστά όχι μόνο εκπλήρωση υποχρέωσης που έχουν αναλάβει με βάση τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, αλλά και συμβάλλει στην κατοχύρωση του συστήματος αυτορρύθμισης και στην αποτροπή τάσεων για ποινικοποίηση της δημοσιογραφίας.
Σε σχέση με τις υποθέσεις αυτές (14/2008 και 15/2008) και σε σχέση με το θέμα της συχνής παραβίασης του τεκμηρίου αθωότητας με βάση δηλώσεις αστυνομικών οργάνων, η Επιτροπή απευθύνθηκε με επιστολή της προς τον Αρχηγό της Αστυνομίας ζητώντας την παρέμβασή του για να σταματήσει η αποκάλυψη ευαίσθητων στοιχείων από εντεταλμένα μέλη της Αστυνομίας. Ο Αρχηγός της Αστυνομίας απάντησε ότι έδωσε ήδη εντολή για διεξαγωγή έρευνας και ανέφερε ότι τέτοιου είδους συμπεριφορές δεν θα γίνονται ανεκτές.
Η επιστολή προς τον Αρχηγό της Αστυνομίας και η απάντηση παρατίθενται κατωτέρω.
Κύριο
Ιάκωβο Παπακώστα,
Αρχηγό Αστυνομίας,
Λευκωσία
ΘΕΜΑ: Αποκάλυψη ευαίσθητων στοιχείων προς τα ΜΜΕ
Κύριε Αρχηγέ,
Αναφερόμαστε στο πιο πάνω θέμα με την παράκληση να ενεργήσετε προς τα αρμόδια όργανα της Αστυνομικής Δύναμης προκειμένου να σταματήσει το φαινόμενο της αποκάλυψης στοιχείων προς τα ΜΜΕ, η οποία όχι μόνο οδηγεί σε καταστρατήγηση προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, αλλά ενίοτε συνιστά και παραβίαση ρητών διατάξεων της Κυπριακής Νομοθεσίας.
Ειδικότερα, αναφερόμαστε στο φαινόμενο της διαρροής προς τα ΜΜΕ λεπτομερειών που αφορούν σε υποθέσεις σεξουαλικών αδικημάτων όχι μόνο εναντίον ενηλίκων αλλά κυρίως ανηλίκων, ακόμη και όταν η δικαστική διαδικασία διεξάγεται κεκλεισμένων των θυρών. Η αποκάλυψη τέτοιων λεπτομερειών, όπως τόπου καταγωγής, ηλικίας θύματος και φερόμενου ως δράστη, σχέσης ή βαθμού συγγενείας κλπ, οδηγεί στην αποκάλυψη της ταυτότητας του θύματος, γεγονός το οποίο καταστρατηγεί την πρόνοια του Κώδικα περί μη αποκάλυψης της ταυτότητας θυμάτων σεξουαλικών εγκλημάτων.
Επί του προκειμένου, έχομε συγκεκριμένα παραδείγματα. Στην υπόθεση ανήλικης κορασίδας, η οποία κατ’ ισχυρισμό παρενοχλήθηκε σεξουαλικά από τους ανήλικους θείους της, δημοσιεύθηκαν τόσες λεπτομέρειες ώστε η ταυτότητά της να καταστεί γνωστή σε ένα ευρύ κοινό της κοινότητάς της, η Επιτροπή είχε μαρτυρία από ΜΜΕ ότι οι λεπτομέρειες που δημοσίευσαν είχαν αποκαλυφθεί από αρμόδιο αστυνομικό όργανο.
Σε μια άλλη πρόσφατη υπόθεση που τελεί υπό εξέταση, ειδικότερα στην υπόθεση φερόμενης σεξουαλικής παρενόχλησης 12χρονης από το θετό πατέρα της, η ομοιότητα των δημοσιευμάτων (ίδετε επισυναπτόμενες φωτοτυπίες) δεν αφήνει αμφιβολία ότι είχαν την ίδια πηγή προέλευσης, και πάλι παρά το γεγονός ότι η διαδικασία έγινε κεκλεισμένων των θυρών.
Άλλες περιπτώσεις που απασχόλησαν πρόσφατα την Επιτροπή, ύστερα από καταγγελία της Συμβουλευτικής Επιτροπής για την πρόληψη και Καταπολέμηση της Βίας στην Οικογένεια, αφορούσαν στην αποκάλυψη του περιεχομένου οπτικογραφημένων καταθέσεων ατόμων που εμπλέκονταν ως παραπονούμενοι ή μάρτυρες σε υποθέσεις βίας στην οικογένεια, περιλαμβανομένων φυσικής και σεξουαλικής βίας.
Από τα ενώπιόν της στοιχεία, η Επιτροπή οδηγείται στο συμπέρασμα ότι η αποκάλυψη του περιεχομένου οπτικογραφημένων καταθέσεων προήλθε από αστυνομικά όργανα.
Όπως καλώς γνωρίζετε, ακόμη και η απλή κατοχή τέτοιων καταθέσεων από μη εξουσιοδοτημένα άτομα, ή η αποκάλυψη σε μη εξουσιοδοτημένα άτομα, απαγορεύεται ρητά από το Νόμο περί Βίας στην Οικογένεια, άρθρο 35(1). Εχοντας υπόψη την ευαισθησία σας ως προς την τήρηση των Νόμων και Κανονισμών από τα μέλη της Δύναμης, δεν έχουμε την ελάχιστη αμφιβολία ότι θα ενεργήσετε δεόντως.
Η Επιτροπή παρακαλεί όπως διευθετήσετε συνάντηση με αντιπροσωπεία της για συζήτηση γενικότερων θεμάτων συνεργασίας μεταξύ της Επιτροπής και της Αστυνομίας, η οποία βρίσκεται ομολογουμένως σε πολύ υψηλό επίπεδο.
Με εκτίμηση
Ανδρέας Μαυρομμάτης
Πρόεδρος Επιτροπής Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας.
ΑΠΑΝΤΗΣΗ
Κύριο Ανδρέα Μαυρομμάτη
Πρόεδρο Επιτροπής Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας
Κύριε,
Αποκάλυψη Ευαίσθητων Στοιχείων ττρος τα Μ Μ Ε
Γνωρίζω λήψη της επιστολής σας, ημερ. 20/09/2008, σχετικά με το πιο πάνω θέμα. Ομολογουμένως, το θέμα που εγείρετε στην επιστολή σας, είναι πάρα πολύ σοβαρό και για το σκοπό αυτό έχουν δοθεί αυστηρές οδηγίες σε όλα τα μέλη μας και ειδικά σε όσους υπηρετούν στα Τμήματα Ανιχνεύσεως Εγκλημάτων, ότι τέτοιου είδους συμπεριφοράς δεν θα γίνονται ανεκτές, αλλά αντιθέτως, θα ασκούνται και πειθαρχικές διώξεις εκεί όπου ενδείκνυται.
Όσον αφορά τις συγκεκριμένες υποθέσεις, στις οποίες αναφέρεστε στην επιστολή σας, έχουν δοθεί οδηγίες για διεξαγωγή έρευνας σχετικά με το ενδεχόμενο διάπραξης πειθαρχικών ή άλλων αδικημάτων από οποιοδήποτε άλλο μέλος μας.
Α. Γεωργίου,
Αστυνόμος Α
για Αρχηγό Αστυνομίας
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
16/2008
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
23/07/2008
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ ΜΕΡΙΚΩΣ, ΔΙΕΥΘΕΤΗΘΕΝ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (16/2008 -11/7/2008) από τον πρώην Υφυπουργό παρά τω Προέδρω κ. Πάτροκλο Σταύρου ότι ο «Φιλελεύθερος» σε είδηση που δημοσιεύθηκε στις 10/7/2008 ανέφερε ανακριβώς ότι στη διάρκεια κατάθεσής του στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή για το Φάκελο της Κύπρου, που διερευνά το πραξικόπημα του 1974, σημειώθηκαν αντεγκλήσεις μεταξύ του ιδίου και μελών της Επιτροπής και ότι ο ίδιος δεν κατέθεσε οποιαδήποτε έγγραφα. Μετά τη δημοσίευση της είδησης η κοινοβουλευτική Επιτροπή για το Φάκελο της Κύπρου εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία απέδιδε την είδηση στο δημοσιογράφο Ανδρέα Πιμπίσιη και στην οποία ανέφερε ότι «εκφράζει λύπη για όσα αναφέρονται περί αντεγκλήσεων των μελών της Επιτροπής με τον κ. Πάτροκλο Σταύρου και δηλώνει ότι αυτά ουδόλως ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα». Η ανακοίνωση κατέληγε με έκκληση προς τα ΜΜΕ να σέβονται το απόρρητο των συνεδριάσεών της «καθώς και να αποφεύγουν να δημοσιεύουν πληροφορίες οι οποίες δεν είναι διασταυρωμένες». Στην ανακοίνωση «σημειώνεται ακόμη ότι ο κ. Σταύρου κατέθεσε έγγραφα μερικά από τα οποία εκτιμώνται ως ιδιαιτέρως σημαντικά». Την επομένη ο «Φιλελεύθερος» δημοσίευσε το ουσιώδες μέρος της ανακοίνωσης, δηλαδή ότι κατατέθηκαν έγγραφα, μερικά από τα οποία «εκτιμώνται ως ιδιαιτέρως σημαντικά» και ότι δεν σημειώθηκαν αντεγκλήσεις στη συνεδρία. Στην ίδια έκδοση της εφημερίδας, ο δημοσιογράφος Ανδρέας Πιμπίσιης σχολίασε επικριτικά το γεγονός ότι η ανακοίνωση απέδιδε την είδηση στον ίδιο, ενώ στην πραγματικότητα η είδηση δεν έφερε υπογραφή. Η Επιτροπή ενημερώθηκε ότι ο κ. Πιμπίσιης, στο πλαίσιο διερεύνησης της είδησης είχε συνομιλήσει με τον κ. Σταύρου, στον οποίο είχε υποβάλει ερωτήσεις. Εχοντας υπόψη τα πιο πάνω, η Επιτροπή αποφάσισε ότι ο «Φιλελεύθερος» ικανοποίησε το δικαίωμα της απάντησης ως προς τον ισχυρισμό για ανακρίβειες στην είδησή του, δημοσιεύοντας το ουσιώδες μέρος της ανακοίνωσης της Επιτροπής της Βουλής. Η Επιτροπή θεωρεί ότι για σκοπούς σαφήνειας και πλήρους πληροφόρησης, η εφημερίδα θα έπρεπε να είχε αναφέρει ότι η ανακοίνωση είχε εκδοθεί με αφορμή τη δική της αρχική είδηση. Εξ άλλου, η Επιτροπή αποδοκίμασε το γεγονός ότι η Επιτροπή της Βουλής επέρριψε ονομαστικά ευθύνη σε δημοσιογράφο για είδηση, που δεν έφερε την υπογραφή του.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
11/2008
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
16/07/2008
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (11/2008 (6/6/2008) για δημοσίευμα της εφημερίδας «ΜΑΧΗ», στις 4 Ιουνίου, 2008, που αφορούσε σε καταγγελίες της ΣΕΚ ότι κατά τις προσλήψεις έκτακτου προσωπικού στη δημόσια υπηρεσία προτιμώνται άτομα από συγκεκριμένο πολιτικό χώρο και ανέφερε ότι η ΠΕΟ «κόβει και ράβει». Η είδηση δημοσιεύθηκε ως κύριο θέμα στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας, κάτω από τον τίτλο, με κόκκινα γράμματα «ΧΧΧ…ΘΗΛΑΖΕΤΑΙ η Δημόσια Υπηρεσία». Η Επιτροπή θεωρεί ότι ο τίτλος της είδησης συνιστά χυδαία βωμολοχία, η οποία δε συνάδει προς τις πρόνοιες του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας ότι το ήθος, η διαγωγή και το επαγγελματικό επίπεδο των δημοσιογράφων πρέπει να είναι της υψηλότερης δυνατής στάθμης και ότι πρέπει να αποφεύγεται η χρήση χυδαίων ή αισχρών εκφράσεων. Η Επιτροπή αποφάσισε περαιτέρω ότι η παράλειψη της εφημερίδας να ανταποκριθεί σε δύο επιστολές για παράθεση των θέσεών της επί του θέματος, συνιστά επίσης παραβίαση της πρόνοιας του Κώδικα περί της υποχρέωσης των ΜΜΕ και των λειτουργών τους να συνεργάζονται με την Επιτροπή και να υποβοηθούν το έργο της. Με βάση τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, που προσυπέγραψαν τα ΜΜΕ, η Επιτροπή καλεί την εφημερίδα να δημοσιεύσει την απόφαση αυτή.