*The older decisions of the CMEC - Committee of Media Ethics Cyprus are republished from the archive and no intervention has been made in their content.
*The older decisions of the CMEC - Committee of Media Ethics Cyprus are republished from the archive and no intervention has been made in their content.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
6/2013
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
26/02/2013
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας επιλήφθηκε παραπόνου (6/12/2/2013) εναντίον της εφημερίδας «Αλήθεια» για δημοσίευση δηλώσεων του υποψηφίου για την προεδρία στην προεδρική εκλογή του Φεβρουαρίου, 2013, Κώστα Κυριάκου Ούτοπου, σχετικά με τις απόψεις του για μείωση των ορίων ερωτικής ενηλικίωσης των παιδιών, ίσως και μέχρι τα 11 ή 12 και υπέρ της παιδοφιλίας. Το δημοσίευμα με τον τίτλο «Δεν είμαι εναντίον του έρωτα των παιδιών», γραμμένο από την Κατερίνα Ηλιάδη, αποτελούσε έντονη επίκριση της Κυπριακής κοινωνίας, που ενώ «σοκάρεται με τα μικρά, επιλέγει να κάνει χάζι στη συγκεκριμένη περίπτωση που αφορά στην εκλογική διαδικασία». Ανέφερε πως «κανενός το αφτί δεν έχει ιδρώσει από τα όσα υπόσχεται ότι θα εφαρμόσει εάν εκλεγεί ο υποψήφιος για την προεδρία της Δημοκρατίας, Κώστας Κυριάκου Ούτοπος, ο οποίος υπόσχεται ότι θα κατεβάσει το όριο της ερωτικής ενηλικίωσης των παιδιών». Στη συνέχεια η εφημερίδα παραθέτει όσα ο Ούτοπος ανέφερε σε συνέντευξή του στο Super Spor FM υπέρ της παιδοφιλίας, καθώς και επικριτικές δηλώσεις της Επιτρόπου για την προστασία των Δικαιωμάτων του Παιδιού και νομικών και κοινωνιολόγων που εισηγήθηκαν τρόπους καθιέρωσης κριτηρίων για να εξασφαλίζεται ένα ελάχιστο επίπεδο οποιουδήποτε επιθυμεί να διεκδικήσει το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας. Για το δημοσίευμα της εφημερίδας υπέβαλαν παράπονο οι Μαριάννα Αλετράρη, Μαρία Καλλή και Αντιγόνη Θεμιστοκλέους, που ανέφεραν ότι θεωρούν «προκλητικό και ανεπίτρεπτο σε μια δημοκρατία να δημοσιεύονται παρόμοιας φύσης ρεπορτάζ», έστω και αν σκοπός ήταν να επικριθεί η συμπεριφορά του Κώστα Κυριάκου Ούτοπου. Και αυτό γιατί, όπως ανέφεραν, «η προβολή, ακόμη και η αρνητική προβολή δεν παύει από το να είναι προβολή και διαφήμιση» και γιατί υπάρχουν «άλλοι τρόποι για την καταδίκη των σατυρικών αυτών επιλογών που καταβαραθρώνουν το πολιτισμικό επίπεδο της ανθρώπινης ζωής και της κοινωνίας» από την προβολή τους για σκοπούς εντυπωσιασμού. Η Επιτροπή προβληματίστηκε σοβαρά γύρω από το θέμα και την επιχειρηματολογία των παραπονουμένων, την οποία θεώρησε κατά βάση σωστή. Ωστόσο αποφάσισε να μην προχωρήσει στην ουσιαστική εξέταση του παραπόνου, παρ’ όλο που κάποιες από τις αναφορές του Ούτοπου κρίθηκαν απαράδεκτες και καταδικαστέες. Και αυτό γιατί τυχόν εξέταση του παραπόνου θα μπορούσε να εκληφθεί ως αποθάρρυνση των δημοσιογράφων να επιλαμβάνονται θεμάτων παρόμοιας φύσης σε μια περίοδο που πραγματικά παρατηρείται απάθεια της κοινωνίας και των φορέων έναντι συμπεριφορών που πλήττουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και παραβιάζουν ακόμη και τη νομοθεσία. Η Επιτροπή κατέληξε στην απόφαση αυτή λαμβάνοντας υπόψη και το γεγονός ότι παρόμοια δημοσιογραφική ευαισθησία είναι πράγματι σπάνια και επίσης ότι η δημοσιογράφος δεν χρησιμοποίησε την αποδοκιμασία των δηλώσεων Ούτοπου ως πρόσχημα για να τις προβάλει, αλλά με ειλικρινή διάθεση κινητοποίησης της κοινωνίας και των φορέων για πάταξη τέτοιων συμπεριφορών. Υπό την επιφύλαξη των ανωτέρω παρατηρήσεων, η Επιτροπή δέχεται τη θέση ότι ενίοτε ακόμη και η αρνητική προβολή συνιστά προβολή, γι’ αυτό και συνιστά όπως η πρόθεση καταδίκης ή αποδοκιμασίας καταστάσεων, δηλώσεων και πράξεων που είναι έκδηλα απαράδεκτες, επιζήμιες ή μη αποδεκτές από το ευρύτερο κοινό και υπό άλλες συνθήκες δεν θα προβάλλονταν, μη χρησιμοποιείται ως πρόσχημα για την προβολή τους.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
4/2013
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
26/02/2013
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (4/18/1/2013) από την Επίτροπο Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, ύστερα από παραστάσεις της τέως συζύγου του πρέσβη Νικόλα Αιμιλίου, για αποκάλυψη προσωπικών στοιχείων του γιου τους από την εφημερίδα «Πολίτης». Ειδικότερα, η κ. Αιμιλίου παραπονέθηκε ότι σε είδηση της εφημερίδας στις 19/10/2012 η οποία αναφερόταν σε ενέργειες του τέως συζύγου της (ΣΗΜ: αποτελούν αντικείμενο του παραπόνου 30/19/11/2012 που υπέβαλε ο ίδιος για άλλο περιεχόμενό της) περιλήφθηκαν προσωπικά στοιχεία του παιδιού και ειδικότερα η ηλικία του, η πόλη διαμονής του σε Ευρωπαϊκή πρωτεύουσα, το όνομα της ιδιωτικής σχολής στην οποία φοιτά ο ανήλικος καθώς και το κόστος φοίτησης στην εν λόγω σχολή. Η μητέρα ανέφερε ότι θεωρεί πως τα στοιχεία που δημοσιεύτηκαν αποκαλύπτουν την ταυτότητα του **χρονου γιου της και, ειδικότερα, συγκεκριμενοποιούν τη σχολή στην οποία φοιτά, με ενδεχόμενο ο ανήλικος να έχει ανεπιθύμητες επισκέψεις και/ή παρεμβάσεις στην ιδιωτική του ζωή. Η Επίτροπος αναφέρει ότι σύμφωνα με το Άρθρο 3(1) της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, την οποία επικύρωσε η Κυπριακή Δημοκρατία το 1991 και, επομένως, τη δεσμεύει με αυξημένη ισχύ έναντι οποιουδήποτε εθνικού νόμου επιβάλλεται όπως: «Σε όλες τις αποφάσεις που αφορούν τα παιδιά, είτε αυτές λαμβάνονται από δημόσιους ή ιδιωτικούς οργανισμούς κοινωνικής ευημερίας, είτε από τα δικαστήρια, τις διοικητικές αρχές ή από τα νομοθετικά όργανα, πρέπει να λαμβάνεται πρωτίστως υπόψη το συμφέρον του παιδιού». Προσθέτει ότι οι “επαγγελματίες των ΜΜΕ θα πρέπει να έχουν την αρχή του συμφέροντος του παιδιού ως ένα από τα βασικά κριτήρια της διαδικασίας λήψης αποφάσεων όπου τα θέματα αφορούν παιδιά, εμπλέκονται παιδιά ή απευθύνονται σε παιδιά, ειδικά όσον αφορά τη θεματολογία αλλά και τον τρόπο παρουσίασης ενός θέματος”. Περαιτέρω αναφέρει ότι Άρθρο 16 της Σύμβασης επιβάλλει ότι: «Κανένα παιδί δεν θα αποτελεί αντικείμενο αυθαίρετων ή παράνομων παρεμβάσεων στην ιδιωτική του ζωή, στην οικογένειά του, στην κατοικία του ή στην αλληλογραφία του, ούτε παράνομων προσβολών της τιμής και της υπόληψής του», με την παρατήρηση ότι αυτό σημαίνει ότι, οι επαγγελματίες των ΜΜΕ υποχρεούνται να προστατεύουν την ταυτότητα των παιδιών στα θέματα που παρουσιάζουν. Σύμφωνα με την Επίτροπο Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, η προστασία της ταυτότητας και της αξιοπρέπειας του παιδιού περιλαμβάνει, τόσο τις περιπτώσεις όπου πρωταγωνιστής του θέματος είναι παιδί σε ρόλο θύματος, θύτη ή μάρτυρα, όσο και στις περιπτώσεις όπου το θέμα αφορά άλλα μέλη της οικογένειάς του. Η Επίτροπος ανέφερε ότι, δεδομένων των όσων ανέφερε πιο πάνω, και αφού μελέτησε το επίμαχο κείμενο, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ενώ ο σκοπός του ήταν να αποκαλύψει και να ενημερώσει για την συμπεριφορά του κ. Νίκου Αιμιλίου ως δημόσιου κρατικού λειτουργού, (σκοπός καθόλα θεμιτός) στο δημοσίευμα περιλήφθηκαν πληροφορίες, (η ηλικία, ο τόπος διαμονής και το όνομα της ιδιωτικής σχολής στην οποία φοιτά το παιδί), οι οποίες, από τη μια, δεν προσέθεταν ο,τιδήποτε στο σκοπό της αρθρογραφίας, δηλαδή της αποκάλυψης συμπεριφοράς του κ. Νίκου Αιμιλίου, ενώ, από την άλλη, άπτονται της ιδιωτικής ζωής του παιδιού. Η Επίτροπος κατέληξε στην εκτίμηση ότι παραβιάστηκε το δικαίωμα του παιδιού σε ιδιωτική ζωή και αξιοπρέπεια κοινοποίησε τη θέση της στην Επιτροπή για ενέργειες στο πλαίσιο της δικής της αρμοδιότητας. Η εφημερίδα δημοσίευσε στις 24 Ιανουαρίου, σε περίληψη, την απόφαση της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, με το ακόλουθο σχόλιο, το περιεχόμενο του οποίου έδωσε και ως ουσία της απάντησής της στην παράκληση της Επιτροπής να παραθέσει τις απόψεις της. «Διευκρινίζοντας ότι ένας επαγγελματίας των ΜΜΕ μπορεί να είναι και κάποιος πράκτορας δημοσίων σχέσεων, και όχι απαραίτητα δημοσιογράφος που επιτελεί το λειτούργημα της ενημέρωσης της κοινής γνώμης για ατασθαλίες της δημόσιας διοίκησης, ο «Π» οφείλει να σχολιάσει ότι στον ορισμό της ιδιωτικής ζωής του παιδιού, όπως περιγράφεται από τις Συμβάσεις του ΟΗΕ, τις οποίες παραθέτει η κ. Κουρσουμπά, δεν περιλαμβάνεται το σχολείο, το οποίο είναι μάλλον δημόσιος χώρος. Επιπλέον, ο «Π» ουδέποτε αναφέρθηκε στον τόπο διαμονής του **χρονου υιού του κ. Αιμιλίου, εκτός εάν με τόπο διαμονής εννοείται η πόλη ή η επαρχία, όπου ζει κάποιο παιδί». Η Επιτροπή εξέτασε το παράπονο από την άποψη των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας και ειδικότερα των άρθρων 3 περί ιδιωτικής ζωής και 11 περί των παιδιών, καθώς και του δικαιώματος της ελευθερίας έκφρασης που επιτρέπει στους δημοσιογράφους να ασχολούνται με τη συμπεριφορά δημοσίων λειτουργών. Το άρθρο 3 ορίζει ότι «η υπόληψη και η ιδιωτική ζωή κάθε προσώπου τυγχάνουν σεβασμού και δεν αποκαλύπτονται στοιχεία προσωπικού χαρακτήρα» και ότι παρεμβάσεις στην ιδιωτική ζωή προσώπων επιτρέπονται μόνο αν εμπλέκονται σε γεγονότα ή καταστάσεις που συνιστούν είδηση γενικότερου ενδιαφέροντος. Το άρθρο 11 προνοεί ότι οι δημοσιογράφοι δεν παρεμβαίνουν στη ζωή παιδιών κάτω των 16 χωρίς τη συγκατάθεση των ενηλίκων που έχουν την ευθύνη γι’ αυτά και ότι οι λειτουργοί των ΜΜΕ υποχρεούνται να τηρούν τις πρόνοιες της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, οι οποίες αναφέρθηκαν ανωτέρω από την Επίτροπο Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού. Υπό το πρίσμα του δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης η Επιτροπή θεώρησε πως η εφημερίδα είχε καθ’ όλα θεμιτό δικαίωμα να ασχοληθεί με τη συμπεριφορά του κ. Αιμιλίου και με το ειδικότερο θέμα δημοσίου ενδιαφέροντος της παραχώρησης εκπαιδευτικού επιδόματος στο γιό του από το δημόσιο, τόσο ως προς το νομότυπο της παραχώρησης όσο και το ύψος του. Επίσης εξέτασε κατά πόσο ορισμένες λεπτομέρειες που παρατέθηκαν χρειάζονταν για τους σκοπούς ελέγχου της συμπεριφοράς του κ. Αιμιλίου. Τέτοιες λεπτομέρειες που παρέθεσε η εφημερίδα και που μπορούν να θεωρηθούν ως στοιχεία προσωπικού χαρακτήρα, σύμφωνα με την πρόνοια του νόμου περί προσωπικών δεδομένων -που ορίζει ως δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα «κάθε πληροφορία που αναφέρεται σε υποκείμενο των δεδομένων που βρίσκεται εν ζωή»- είναι η ηλικία, η πόλη διαμονής και το όνομα του σχολείου. Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα στοιχεία αυτά δεν χρειάζονταν για τους σκοπούς της είδησης, που ήταν ο έλεγχος ενεργειών και συμπεριφορών του κ. Αιμιλίου. Κατά συνέπεια, αποφάσισε ότι η παράθεση των στοιχείων αυτών αντιβαίνει προς την πρόνοια του άρθρου 3 του Κώδικα περί μη παρέμβασης στην ιδιωτική ζωή, καθώς και προς το άρθρο 11 περί παιδιών, που υιοθετεί τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Παιδί και δεν εξυπηρετούσαν το συμφέρον του. Η παραχώρηση επιδόματος σπουδών στο γιο του κ. Αιμιλίου συνιστούσε υπό τις δεδομένες περιστάσεις θέμα δημοσίου ενδιαφέροντος αλλά το ίδιο το παιδί δεν εμπλεκόταν προσωπικά με κανένα τρόπο στην εξασφάλισή του. Για τους σκοπούς της επίμαχης είδησης θα ήταν αρκετό να αναφερθεί η παραχώρηση επιδόματος στο γιο του κ. Αιμιλίου χωρίς άλλες λεπτομέρειες, δεδομένου ότι δεν πρόσθεταν στην τεκμηρίωση της είδησης και δεν χρειάζονταν για να προσδώσουν μεγαλύτερη σημασία στο γεγονός της παραχώρησης του επιδόματος. Η Επιτροπή επιθυμεί να επισημάνει ότι τα ΜΜΕ, οσάκις ασχολούνται με άτομα, με τα οποία μπορούν να ασχολούνται στο πλαίσιο της αποστολής τους και του δικαιώματος της ελευθερίας έκφρασης, οφείλουν να το πράττουν με σεβασμό προς τρίτα άτομα που ενδεχομένως να εμπλέκονται χωρίς τη θέλησή τους ή χωρίς να διαδραματίζουν ουσιώδη ρόλο και να επιδεικνύουν τη δέουσα μέριμνα ώστε να μην αναφέρονται σ’ αυτά ή σε προσωπικά τους στοιχεία.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
3/2013
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
26/02/2013
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (3/17/1/2013) από την Επίτροπο Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού εκ μέρους Τουρκοκυπρίου και της Ελληνοκυπρίας συζύγου του για δημοσίευμα της εφημερίδας «Σημερινή» τον Αύγουστο του 2012, το οποίο αποκάλυπτε στοιχεία για μέλη της οικογένειας. Το παράπονο υποβλήθηκε με το ίδιο λεκτικό και εναντίον της εφημερίδας "Φιλελεύθερος", αλλά η Επιτροπή διαχώρισε τις δύο περιπτώσεις αφού διαπίστωσε ότι τα δημοσιεύματα διέφεραν ουσιωδώς μεταξύ τους ως προς τις λεπτομέρειες που περιείχαν. (Ιδε και παράπονο 3/17/1/2013 εναντίον «Φιλελεύθερου»). Ειδικότερα, το παράπονο ανέφερε ότι δημοσιεύθηκαν τα ονόματα του ζεύγους, η εθνική τους καταγωγή καθώς και ο τόπος διαμονής τους και επί πλέον φωτογραφίες των παιδιών τους που λήφθηκαν από το διαδικτυακό χώρο κοινωνικής δικτύωσης Facebook. Η εφημερίδα, κάτω από τον επίτιτλο «Με πτυχίο του ψευδοκράτους, χωρίς μάστερ και δηλωμένος οπαδός του ΑΚΕΛ ο Τ/κ» και με τίτλο «Διορισμός με επιστολή», έγραψε ότι ο προσληφθείς, ο οποίος κατά τον ουσιώδη χρόνο υπηρετούσε ως Γραμματέας Β΄ για την Αναπτυξιακή Συνεργασία και την Ανθρωπιστική και Επισιτιστική Βοήθεια, δεν πληρούσε τα κριτήρια «βάσει των οποίων συνήθως το ΥΠΕΞ προβαίνει σε προσλήψεις ειδικού επιτόπιου, επιστημονικού προσωπικού». Η εφημερίδα, επικαλούμενη πληροφορίες του «Φιλελεύθερου» στην έκδοσή του της προηγούμενης ημέρας, έγραψε ότι ο προσληφθείς είναι κάτοχος πτυχίου πανεπιστημίου των κατεχομένων, που δεν αναγνωρίζεται από την Κυπριακή Δημοκρατία και ότι προσλήφθηκε στη Μόνιμη Αντιπροσωπεία στην Ευρωπαϊκή Ενωση χωρίς προκήρυξη της θέσης. Περαιτέρω, έγραψε ότι η πρόσληψη έγινε «δι’ επιστολής του τότε Γ.Δ. του ΥΠΕΞ Νίκου Αιμιλίου προς το Μόνιμο Αντιπρόσωπο Κορνήλιο Κορνηλίου,»…. με οδηγίες η ΜΑΕΕ να μεριμνήσει για την πρόσληψή του». Περαιτέρω, η εφημερίδα έθεσε το ερώτημα πώς ο προσληφθείς γνώριζε και επέδειξε ενδιαφέρον για μια θέση που δεν είχε προκηρυχθεί. Επίσης δημοσίευσε φωτοτυπία του προφίλ του στο Facebook, όπου, στη θέση «πολιτικές πεποιθήσεις» έγραψε ΑΚΕΛ. Η εφημερίδα ανέφερε ότι δημοσίευσε τη φωτοτυπία του προφίλ του για του λόγου το αληθές και περαιτέρω έγραψε ότι η σύζυγός του, «η οποία υπηρετεί, επίσης, στη διπλωματική υπηρεσία, υπήρξε έμμισθη υπάλληλος του ΑΚΕΛ και ήταν στο εκλογικό επιτελείο του Δημήτρη Χριστόφια». Η εφημερίδα αναδημοσίευσε φωτογραφία από ρεπορτάζ της τον Οκτώβριο του 2007, που παρουσιάζει τη συζυγο ανάμεσα στα στελέχη του επιτελείου Δημήτρη Χριστόφια. Η εφημερίδα σχολίασε ότι το ζητούμενο δεν ήταν αν προσλήφθηκε άτομο από οποιαδήποτε κοινότητα αλλά κατά πόσον ο προσληφθείς πληρούσε τα κατά τους νόμους προσόντα και κατά πόσο «είθισται ο οποιοσδήποτε Γ.Δ. …του Υπουργείου Εξωτερικών, να στέλνει επιστολή στους Πρέσβεις/Μονίμους Αντιπροσώπους, υποδεικνύοντάς τους τις προσλήψεις στις οποίες θα πρέπει να προβούν». Η εφημερίδα αποδοκίμασε το γεγονός ότι ο προσληφθείς διορίστηκε σε μια θέση χωρίς να τηρηθούν οι καθορισμένες διαδικασίες και χωρίς ο ίδιος να έχει τα απαιτούμενα προσόντα, λόγω των πολιτικών του πεποιθήσεων και των στενών δεσμών του με το ΑΚΕΛ, σε αντιδιαστολή με τις διαδικασίες πλήρωσης δεύτερης ανάλογης θέσης, η οποία προκηρύχθηκε και πληρώθηκε ύστερα από προσωπική συνέντευξη. Σύμφωνα με όσα το ζεύγος ανέφερε στην Επίτροπο Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, η εφημερίδα δεν πήρε τη συγκατάθεση των εμπλεκόμενων προσώπων για τη δημοσίευση των στοιχείων τους. Επίσης εκφράστηκαν ανησυχίες από το ζεύγος ότι, τα στοιχεία που δημοσιεύτηκαν, αποκαλύπτουν την ταυτότητα των παιδιών τους και θα ήταν δυνατό να θέσουν σε κίνδυνο την ασφάλειά τους από αντιδράσεις ακραίων εθνικιστικών ομάδων. Η Επίτροπος ανέφερε στην επιστολή της ότι σύμφωνα με την πάγια θέση της, στα δημοσιεύματα των έντυπων μέσων πρέπει να περιλαμβάνονται μόνο οι πληροφορίες που εξυπηρετούν τους σκοπούς των εν λόγω άρθρων και να σταθμίζονται οι επιπτώσεις που πιθανόν να επιφέρει η δημοσιοποίηση στοιχείων στις οποίες εμπλέκονται και/ή επηρεάζονται παιδιά. Η δημοσιογράφος που έγραψε την είδιση Μικαέλλα Λοΐζου ήγειρε το θέμα του χρόνου υποβολής του παραπόνου, δεδομένου ότι το παράπονο διαβιβάστηκε στην Επιτροπή από την Επίτροπο Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού αφού παρήλθε η προθεσμία των 30 ημερών. Η Επιτροπή εξέτασε το θέμα και αποφάσισε ότι με βάση τους κανονισμούς και την πρακτική της, το παράπονο είχε υποβληθεί εμπρόθεσμα, εφ’ όσον τέθηκε στην Επίτροπο μέσα στην προβλεπόμενη από τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, έστω και αν στην Επιτροπή διαβιβάστηκε με μεγάλη καθυστέρηση. Παρά ταύτα, η δημοσιογράφος, στην απάντησή της προς την Επιτροπή επέμενε στο εκπρόθεσμο του παραπόνου και επί πλέον έθεσε και άλλα θέματα, των οποίων η Επιτροπή επιλήφθηκε προτού εισέλθει στην εξέταση της ουσίας του παραπόνου. Ειδικότερα, η κ. Λοΐζου στη μακροσκελή απάντησή της, η οποία διατυπώθηκε σε εριστικό και υπεροπτικό ύφος και με απαξιωτικές αναφορές, τόσο προς την Επιτροπή όσο και προς την Επίτροπο Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, υποστήριξε ότι η Επιτροπή δεν θα έπρεπε να εξετάσει το παράπονο «καθότι στερείται κάθε λογικής και στρέφεται ενάντια στην αυτονόητη ελευθερία που θα έπρεπε να είχε ο Τύπος, να αποκαλύπτει παρατυπίες και να αναδεικνύει την έλλειψη διαφάνειας», και επίσης ότι θα έπρεπε να επικροτήσει την προσπάθειά της να φανερώσει την αλήθεια σχετικά με την υπόθεση «και όχι να πέφτει στην παγίδα να ταλαιπωρεί τους δημοσιογράφους που επιδιώκουν να αναδείξουν τα κακώς έχοντα στον τόπο μας». Περαιτέρω συμβούλευσε την Επιτροπή «να αποφεύγει να πέφτει στην παγίδα των κομματικών τερτιπιών, όπως και η κ. Κουρσουμπά». Τέλος, προέβη στη διαπίστωση ότι «σε ένα πιο σωστό κόσμο, σε ένα κράτος με μεγαλύτερες ηθικές δεσμεύσεις έναντι των πολιτών του… διάφορες επιτροπές θα έτρεχαν να διερευνήσουν το θέμα» του διορισμού του παραπονούμενου και κατέληξε με την έκφραση λύπης γιατί «στην Κύπρο υπάρχει προφανώς έλλειμμα σε αυτόν τον τομέα, καθώς τόσο η Επίτροπος για την Προστασία του Παιδιού όσο και η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, διερευνούν –και μάλιστα εκπρόθεσμα- τους δημοσιογράφους που προέβησαν στην αποκάλυψη του εν λόγω σκανδάλου». Η Επιτροπή θεωρεί χρήσιμο να πληροφορήσει τη δημοσιογράφο ότι οι αφορισμοί της στηρίζονται σε ελλιπή πληροφόρηση και στην προφανή άγνοια του γεγονότος ότι ο εκδοτικός οργανισμός που την εργοδοτεί, με τη συμμετοχή ανωτάτων στελεχών του και σε συνεργασία με άλλους εκδότες και ιδιοκτήτες ΜΜΕ και την οργάνωση των δημοσιογράφων, συνέστησαν την Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας με αποκλειστική και μόνη αρμοδιότητα να πράττει αυτό που η κ. Λοΐζου ζήτησε από την Επιτροπή να μην κάμει, δηλαδή να εξετάζει παράπονα από το κοινό για κατ’ ισχυρισμό παραβίαση των Κανόνων της Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας από τα ΜΜΕ και τους δημοσιογράφους. Οι φορείς, μεταξύ των οποίων και οι δημοσιογράφοι, αυτοβούλως ανέλαβαν την υποχρέωση να συνεργάζονται πρόθυμα με την Επιτροπή στην εφαρμογή του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, και να μη θεωρούν ως ταλαιπωρία την παράθεση των θέσεών τους επί παραπόνων που υποβάλλονται για εξέταση. Οι φορείς δεν ανέθεσαν στην Επιτροπή -και δεν είχαν κανένα δικαίωμα ή εξουσιοδότηση να το πράξουν- να εξετάζει παρατυπίες της διοίκησης ούτε και να λαμβάνει υπόψη κατά την εκτέλεση της αποστολής της πολιτικά ή κομματικά κριτήρια, όπως και με θρησκευτική ευλάβεια αποφεύγει να πράξει. Τα μόνα κριτήρια που έθεσαν οι φορείς και τα οποία λαμβάνει υπόψη η Επιτροπή είναι αυτά που περιλαμβάνονται στις πρόνοιες του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας και μόνο. Ανάμεσα στις πρόνοιες αυτές εξέχουσα θέση κατέχει η προάσπιση του δικαιώματος της ελευθερίας έκφρασης των ΜΜΕ και των δημοσιογράφων, πράγμα που η Επιτροπή έχει κάμει σε πολλές περιπτώσεις, πάντα με την επισήμανση ότι το δικαίωμα αυτό ασκείται στο πλαίσιο των προνοιών του Κώδικα για άσκηση του δημοσιογραφικού λειτουργήματος τόσο με επίδειξη ήθους και επαγγελματικής διαγωγής της υψηλότερης δυνατής στάθμης, που περιλαμβάνει και τη σεμνότητα, όσο και το σεβασμό των βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων των πολιτών, όποιοι και να είναι. Μετά τις απαραίτητες αυτές επισημάνσεις τις οποίες κατέστησαν αναγκαίες οι αναφορές της κ. Λοΐζου, η Επιτροπή εξέτασε την ουσία του παραπόνου, που αναφερόταν στο δικαίωμα των μελών της οικογένειας των παραπονουμένων στην ιδιωτική ζωή και ειδικότερα στην αποκάλυψη στοιχείων του ζεύγους και των παιδιών τους, με ενδεχόμενο να δεχθούν επίθεση από ακραία εθνικιστικά στοιχεία. Η κ. Λοΐζου ανέφερε ότι δημοσίευσε φωτοτυπία μέρους του προφίλ στο λογαριασμό του προσληφθέντος από το Facebook και άλλα στοιχεία για τη σύζυγό του, ως μέρος της τεκμηρίωσης του ισχυρισμού της ότι διορίστηκε στην επίμαχη θέση επειδή ήταν ένθερμος υποστηρικτής και διέθετε διασυνδέσεις με το ΑΚΕΛ. Επίσης ανέφερε ότι ο ίδιος είχε κάμει τέτοιες ρυθμίσεις ώστε το προφίλ του να βρίσκεται σε δημόσια θέα και να είναι διαθέσιμο σε κάθε χρήστη της ιστοσελίδας και επέλεξε να δηλώσει δημοσίως ότι είναι νυμφευμένος και να τοποθετήσει τη φωτογραφία του παιδιού του στην ιστοσελίδα, αφήνοντάς την ορατή σε όλους. Το ίδιο έπραξε και η σύζυγός του. Συνεπώς, όπως ανέφερε, «και στις δύο περιπτώσεις οι ίδιοι κατέστησαν το παιδί τους αντικείμενο δημόσιας θέας και όχι η αναπαραγωγή που έγινε από μέρους της εφημερίδας μιας δημόσιας καταχώρησης». Επίσης απέρριψε τη θέση ότι το παιδί ήταν αναγνωρίσιμο γιατί η φωτοτυπία που δημοσίευσε είχε διαστάσεις 2Χ3 εκατοστών, ώστε τελικά στην εφημερίδα φαίνονταν μερικές κηλίδες χρώματος. Επίσης ανέφερε ότι δεν έγραψε πως οι παραπονούμενοι ήταν γονείς, αλλά μόνο ότι είναι παντρεμένοι. Τέλος απέρριψε το ενδεχόμενο τα γραφόμενά της να θέσουν το ζεύγος και τα παιδιά τους σε κίνδυνο από τη δράσηακραίων εθνικιστικών στοιχείων και ότι τέτοια δράση δεν παρατηρήθηκε ποτέ με αφορμή την ανάδειξη μιας παρατυπίας από την εφημερίδα, όπως δεν παρατηρήθηκε τέτοια δράση από ακραία στοιχεία ανάμεσα στα δισεκατομμύρια χρηστών του Facebook. Η Επιτροπή εξέτασε το παράπονο αποκλειστικά κάτω από το πρίσμα των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, και ειδικότερα του άρθρου 3 περί ιδιωτικής ζωής, που προβλέπει ότι «η υπόληψη και η ιδιωτική ζωή κάθε προσώπου τυγχάνουν σεβασμού και δεν αποκαλύπτονται στοιχεία προσωπικού χαρακτήρα» και ότι τέτοια παρέμβαση «μπορεί να δικαιολογηθεί μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις και αποκλειστικά προς το δημόσιο συμφέρον», καθώς και του άρθρου 11 περί μη παρέμβασης στη ζωή των παιδιών χωρίς τη συγκατάθεση αυτών που έχουν την ευθύνη γι’ αυτά και περί προστασίας τους με βάση τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού. Από την εξέταση των ενώπιόν της στοιχείων, η Επιτροπή κατέληξε στην απόφαση ότι η παράθεση των στοιχείων που δημοσίευσε η εφημερίδα, όπως ονόματα, φωτογραφία της συζύγου και πολιτικές πεποιθήσεις, η οποία κάτω από άλλες περιστάσεις θα συνιστούσε παραβίαση των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, ήταν θεμιτή στην προκειμένη περίπτωση, λαμβανομένων υπόψη όλων των περιστατικών. Η εφημερίδα είχε νόμιμο δικαίωμα να ασχοληθεί με το θέμα του διορισμού σε μια δημόσια θέση και να τεκμηριώσει τον ισχυρισμό της ότι ο διορισμός ήταν παράτυπος, δημοσιεύοντας σχετικά στοιχεία τεκμηρίωσης. Περαιτέρω, τα στοιχεία που δημοσίευσε ήταν στοιχεία που τα εμπλεκόμενα στο παράπονο άτομα επέλεξαν να κάμουν τα ίδια γνωστά στο ευρύτερο κοινό με την ανάρτησή τους σε μια σελίδα κοινωνικής δικτύωσης, χωρίς να θέσουν περιορισμούς ως προς τα άτομα που θα μπορούσαν να έχουν πρόσβαση σ’ αυτά. Σε τέτοιες περιπτώσεις δεν είναι λογικό να αναμένεται από οποιοδήποτε να προσφέρει μεγαλύτερη προστασία από όση τα ίδια τα άτομα επέλεξαν για τον εαυτό τους. Επίσης, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι δεν αποκαλύφθηκαν προσωπικά στοιχεία του παιδιού, δεδομένου ότι στο δημοσίευμα δεν αναφέρθηκε καν ότι το ζεύγος είχε παιδί, ενώ η φωτοτυπία του προσωπικού λογαριασμού του παραπονουμένου ήταν τόσο μικρή ώστε τα πρόσωπα των ατόμων σ’ αυτή να μην είναι αναγνωρίσιμα. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή αποφάσισε ότι το δημοσίευμα δεν παραβίαζε πρόνοιες του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Παρά ταύτα, η Επιτροπή επιθυμεί να επισημάνει για πολλοστή φορά ότι τρίτα άτομα έχουν δικαίωμα στην προστασία των προσωπικών τους στοιχείων. Τα ΜΜΕ και οι δημοσιογράφοι πρέπει να αποφεύγουν την αναφορά σε τρίτα άτομα ή την αποκάλυψη προσωπικών τους στοιχείων, τα οποία δεν είναι απαραίτητα για τους σκοπούς μιας είδησης. Στην προκειμένη περίπτωση και παρά το γεγονός ότι το πρόσωπο του παιδιού δεν ήταν αναγνωρίσιμο στη φωτοτυπία που δημοσιεύθηκε, η συμπερίληψή του μέρους που αναφερόταν στο παιδί δεν ήταν απαραίτητη για τους σκοπούς της είδησης δεδομένου ότι δεν πρόσθετε τίποτε σ’ αυτή.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
2/2013
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
26/02/2013
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (2/17/1/2013.) από την Επίτροπο Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού εκ μέρους Τουρκοκύπριου και της ελληνοκυπρίας συζύγου του ότι σε δημοσίευμα του «Φιλελεύθερου» τον Αύγουστο του 2012 για αποκαλύφθηκαν προσωπικά στοιχεία μελών της οικογένειας. Ειδικότερα, στο παράπονο αναφέρεται ότι δημοσιεύθηκαν τα ονόματα του ζεύγους, η εθνική τους καταγωγή καθώς και ο τόπος διαμονής τους. Το παράπονο υποβλήθηκε με το ίδιο λεκτικό και εναντίον της εφημερίδας «Σημερινή», αλλά η Επιτροπή διαχώρισε τις δύο περιπτώσεις αφού διαπίστωσε ότι τα δημοσιεύματα διέφεραν ουσιωδώς μεταξύ τους ως προς τις λεπτομέρειες που περιείχαν. (Ιδε και παράπονο 3/17/1/2013 εναντίον Σημερινής) Ο «Φιλελεύθερος», κάτω από τον τίτλο «Εξευτέλισαν το διπλωματικό σώμα» και τον υπότιτλο «Την ώρα που γίνεται διεθνώς εκστρατεία κατά των ψευδοπανεπιστημίων, το Υπουργείο Εξωτερικών εργοδοτεί απόφοιτό τους», η εφημερίδα έγραψε ότι με οδηγίες του τότε Γ.Δ. του Υπουργείου Εξωτερικών Νικόλα Αιμιλίου προς το Μόνιμο Αντιπρόσωπο της Κύπρου στις Βρυξέλλες προσλήφθηκε με διαδικασίες εξπρές Τουρκοκύπριος με πτυχίο από πανεπιστήμιο του ψευδοκράτους για τις ανάγκες της Κυπριακής Προεδρίας της ΕΕ. Η εφημερίδα παρέθεσε επίσης δήλωση του κυβερνητικού εκπροσώπου ότι η πρόσληψη έγινε για «πολιτικούς λόγους» και γιατί ο προσληφθείς «είναι ενάντια στην Τουρκική κατοχή». Ο «Φ» ανέφερε ότι ο προσληφθείς είναι απόφοιτος του “Near East University” στην κατεχόμενη Λευκωσία από το οποίο πήρε πτυχίο στα τουριστικά και στη διοίκηση και ότι περαιτέρω φοίτησε για ένα χρόνο στο βρετανικό Πανεπιστήμιο Surrey από όπου πήρε «μεταπτυχιακό στη διοίκηση ξενοδοχείων», μέσω του οποίου αναγνωρίστηκε το πτυχίο του ψευδοκράτους. Η εφημερίδα έγραψε επίσης ότι ο προσληφθείς είχε απολαβές 4.000 ευρώ και δεν λήφθηκε υπόψη το γεγονός ότι οι γνώσεις του εξαντλούνται στα τουριστικά-ξενοδοχειακά. Στην είδηση αναφέρεται ότι η Ελληνοκύπρια σύζυγός του προσληφθέντος επίσης εργαζόταν κατά τον ουσιώδη χρόνο στην αντιπροσωπεία της Κύπρου στις Βρυξέλλες, χωρίς να αναφέρεται το όνομά της. Η εφημερίδα συνόδευσε το ρεπορτάζ της με φωτογραφίες που λήφθηκαν από την ιστοσελίδα του “Near East University”, καθώς και φωτοτυπία της επιστολής του κ. Αιμιλίου με οδηγίες για πρόσληψη του στην οποία αναφέρεται το όνομά του. Στην επιστολή δίδονταν οδηγίες για την πρόσληψή του «μέσα στα πλαίσια της πολιτικής της Κυβέρνησης για την όσο καλύτερη απασχόληση των Τ/Κ για τις ανάγκες της προεδρίας του Συμβουλίου της Ε.Ε. από την Κυπριακή Δημοκρατία». Στην καθ’ αυτή είδησή της η εφημερίδα δεν ανέφερε το όνομα του προσληφθέντος και το απάλειψε από το κείμενο της επιστολής που δημοσίευσε σε παράπλευρη είδηση, αλλά όχι και από τη φωτοτυπία της επιστολής που συνόδευσε τα κείμενα. Σύμφωνα με όσα το ζεύγος ανέφερε στην Επίτροπο Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, η εφημερίδα δεν πήρε τη συγκατάθεση των εμπλεκόμενων προσώπων για τη δημοσίευση των στοιχείων τους. Επίσης εκφράστηκαν ανησυχίες από το ζεύγος ότι, τα στοιχεία που δημοσιεύτηκαν, αποκαλύπτουν την ταυτότητα των παιδιών τους και θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλειά τους από αντιδράσεις ακραίων εθνικιστικών ομάδων. Η Επίτροπος ανέφερε στην επιστολή της ότι σύμφωνα με την πάγια θέση της, στα δημοσιεύματα των έντυπων μέσων πρέπει να περιλαμβάνονται μόνο οι πληροφορίες που εξυπηρετούν τους σκοπούς των εν λόγω άρθρων και να σταθμίζονται οι επιπτώσεις που πιθανόν να επιφέρει η δημοσιοποίηση στοιχείων στις οποίες εμπλέκονται και/ή επηρεάζονται παιδιά. Η Επιτροπή εξέτασε το θέμα του χρόνου υποβολής του παραπόνου, δεδομένου του χρόνου που παρήλθε και αποφάσισε ότι είχε υποβληθεί εμπρόθεσμα στην Επίτροπο, αν και διαβιβάστηκε στην Επιτροπή με μεγάλη καθυστέρηση. Κατά συνέπεια θεώρησε το παράπονο ως υποβληθέν εμπρόθεσμα και αποφάσισε να προβεί στην εξέτασή του. Η Επιτροπή έκρινε ότι το δημοσίευμα ασχολείται με ένα θέμα δημοσίου ενδιαφέροντος δεδομένου ότι άπτεται ενεργειών και συμπεριφοράς της διοίκησης και λειτουργών της, που βρίσκονται εντός των θεμάτων τα οποία τα ΜΜΕ, στο πλαίσιο του δικαιώματος της ελευθερίας έκφρασης έχουν νόμιμο δικαίωμα να εξετάζουν και να ασκούν κριτική επ’ αυτών. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η εφημερίδα δεν επιδίωξε να προβάλει με υπερβάλλοντα τρόπο το όνομα του προσληφθέντος και ότι αυτό αναφέρθηκε μόνο σε φωτοτυπία της επιστολής για το διορισμό του, που δημοσιεύθηκε για τεκμηρίωση της είδησης. Η αναφορά το ονόματός του κρίθηκε ως δικαιολογημένη τόσο γιατί η δήλωση του κυβερνητικού εκπροσώπου περί διορισμού για πολιτικούς λόγους τον κατέστησε οιωνοί δημόσιο πρόσωπο, όσο και για το σκοπό του δημοσιεύματος, που ήταν να ψέξει τόσο τη συμπεριφορά της δημόσιας διοίκησης όσο και την κατάληψη μιας δημόσιας θέσης από άτομο που κατά τον ισχυρισμό της δεν είχε δικαίωμα να την κατέχει, ως κάτοχος πτυχίου μη ανεγνωρισμένου από το κράτος πανεπιστημίου. Εξ άλλου δεν αποκαλύφθηκε οποιοδήποτε άλλο στοιχείο που να οδηγεί στην ταυτότητα άλλων προσώπων και ειδικότερα των παιδιών του ζεύγους. Κατά συνέπεια η Επιτροπή δεν διαπίστωσε παραβίαση οποιασδήποτε πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
1/2013
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
26/02/2013
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (1/4/1/2013) από το Σταύρο Χατζησάββα ότι η εφημερίδα «Πολίτης» σε είδηση που δημοσίευσε στις 31 Δεκεμβρίου, 2012, ανακριβώς παρουσίασε το στιχουργό Λεωνίδα Μαλένη ως υποστηρικτή του ΕΛΑΜ, με αφορμή την παρουσία του σε εκδήλωση εξαγγελίας του υποψηφίου του για τις προεδρικές εκλογές του 2013. Ειδικότερα, η εφημερίδα δημοσίευσε φωτογραφία από την εκδήλωση με συνοδευτικό κείμενο παραπομπής σε εκτενέστερη είδηση, αναφέροντας ότι το ΕΛΑΜ διεκδικούσε την προεδρία της Δημοκρατίας με το μέλος του Γιώργο Χαραλάμπους, «τυγχάνοντας της στήριξης του στιχουργού Λεωνίδα Μαλένη και αγωνιστών της ΕΟΚΑ…» Μια από τις φωτογραφίες που δημοσίευσε η εφημερίδα παρουσίαζε τον κ. Μαλένη να κάθεται μαζί με άλλα άτομα, μεταξύ των οποίων και ο παραπονούμενος Σταύρος Χατζησάββας. Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι ο ισχυρισμός της εφημερίδας για τον κ. Μαλένη ήταν ανακριβής και ότι ο ίδιος και ο κ. Μαλένης παρέστησαν ως δημοσιογράφοι ύστερα από πρόσκληση του ΕΛΑΜ και κάθισαν στις καρέκλες που είχαν κρατηθεί για τους δημοσιογράφους. Παραπονέθηκε ότι η είδηση δεν είχε καμιά σχέση με την πραγματικότητα και ότι η εφημερίδα παρέλειψε να επικοινωνήσει με τον κ. Μαλένη ή με τον ίδιο προκειμένου να ερωτήσει για την παρουσία τους στην εκδήλωση του ΕΛΑΜ. Η εφημερίδα απάντησε ότι η πληροφορία που δημοσίευσε προέκυψε από μια φωτογραφία που παρουσίαζε τον κ. Μαλένη να παρευρίσκεται σε εκδήλωση του ΕΛΑΜ και ότι δημοσίευσε τη φωτογραφία συνοδεύοντάς τη με δηκτικό σχόλιο, γιατί θεώρησε σημαντική την παρουσία ενός καλλιτέχνη στην εκδήλωση μιας ακροδεξιάς ομάδας, της οποίας οι διοργανωτές δεν φημίζονται για την ανοχή τους στην αντίθετη άποψη. Επίσης ανέφερε ότι αποκατέστησε το όνομα του κ. Μαλένη με δημοσίευμα της την επομένη, καθώς και αργότερα όταν παρέστη ως προτείνων την υποψηφιότητα της κ. Πραξούλας Αντωνιάδου. Η εφημερίδα ανέφερε ότι ο ίδιος ο παραπονούμενος ήταν άγνωστος και όχι δημόσιο πρόσωπο και δεν ήταν ποτέ αντικείμενο των σχετικών δημοσιευμάτων της. Εξ άλλου, ανέφερε ότι δημοσίευσε επιστολή του παραπονουμένου, την οποία σχολίασε αναφέροντας ότι ο κ. Μαλένης δεν εμφαίνεται ως δημοσιογράφος στην ιστοσελίδα τουριστικής προβολής που διαχειρίζεται ο παραπονούμενος. Η Επιτροπή εξέτασε το θέμα παρά το γεγονός ότι το παράπονο αφορούσε σε τρίτο άτομο, και υποβλήθηκε από πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα δεν καθορίστηκε στην είδηση, έστω και αν δημοσιεύθηκε φωτογραφία του που ελήφθη σε μια δημόσια εκδήλωση. Και αυτό αφ’ ενός γιατί η παρουσία του κ. Μαλένη, που είναι γνωστή προσωπικότητα, στην εκδήλωση του ΕΛΑΜ έτυχε σχολιασμού από μέλη του κοινού και αφ’ ετέρου γιατί το θέμα αφορά στη βασική πρόνοια του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί της ακρίβειας των πληροφοριών. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι ο ισχυρισμός πως ο κ. Μαλένης, παρέστη ως υποστηρικτής του ΕΛΑΜ αποτελούσε ένα συμπέρασμα από τη θέαση μιας φωτογραφίας, του οποίου την ακρίβεια παρέλειψε να ελέγξει η εφημερίδα, με συνέπεια τη δημοσίευση μιας ανακριβούς πληροφορίας, κατά παράβαση της πρόνοιας του Κώδικα περί ακρίβειας των πληροφοριών. Παράλληλα, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η εφημερίδα συμμορφώθηκε προς τις πρόνοιες του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί ανασκευής ανακριβών πληροφοριών και παροχής του δικαιώματος απάντησης, προβαίνοντας σε διόρθωση της ανακρίβειας και δημοσιεύοντας επιστολή του παραπονουμένου.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
30/11
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
22/01/2013
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (30/19/11/2012) από τον πρέσβη κ. Νικόλα Αιμιλίου, για τα πιο κάτω δημοσιεύματα της εφημερίδας «Πολίτης»: Ημερ. 19 Οκτωβρίου 2012, με τίτλο «Ζήτησε επίδομα και για τον γιο της συντρόφου!», σελ. 1 και «ΥΠΕΞαίρεση ...προνομίων», σελ. 18. Ημερ. 14 Νοεμβρίου 2012, με τίτλο «ΥΠΕΞ: ΥΠΕΡΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΟΙΚΕΙΩΝ -Οι γραφείς από δύο έγιναν τέσσερεις», σελ. 1 και «ΥΠ.Εξαιρετικές τακτοποιήσεις», σελ. 3. Ημερ. 16 Νοεμβρίου 2012, με τίτλο «Ν. Αιμιλίου - Διαβατήριο στην ιδιαιτέρα», σελ. 1 και «Αιτιολογημένη Παρατυπία» σελ. 3 «Με άποψη - Μικρογραφία διοίκησης», ημερ. 17ης Νοεμβρίου, σελ. 12 και «Διπλωματική ... πόρτα», ίδιας ημερομηνίας, σελ. 17. «Επιτόπια ... τα απόρρητα», ημερ. 18ης Νοεμβρίου, σελ. 19. Ο παραπονούμενος υπηρετεί στο Υπουργείο Εξωτερικών και διετέλεσε πριν από το παράπονο Μόνιμος Αντιπρόσωπος στις Βρυξέλλες και Γενικός Διευθυντής στο Υπουργείο (2009-2012), ενώ όταν υπέβαλε το παράπονο ήταν Μόνιμος Αντιπρόσωπος στην έδρα των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη. Τα δημοσιεύματα για τα οποία υποβλήθηκαν παράπονα φέρουν την υπογραφή του δημοσιογράφου Μιχάλη Θεοδώρου και στηρίζονταν σε επιστολές του κ. Αιμιλίου προς το Υπουργείο Εξωτερικών, στις οποίες η εφημερίδα είχε αποκτήσει πρόσβαση . Τα δημοσιεύματα συνοψίζονται στα ακόλουθα θέματα: (α) Κατ’ ισχυρισμό πρόσληψη της τέως συζύγου του ως μέλους του επιτόπιου προσωπικού στη Μόνιμη Αντιπροσωπεία της Κύπρου στις Βρυξέλλες. (β) Αίτημα για καταβολή εκπαιδευτικού επιδόματος για το γιο της συντρόφου του και καταβολή εκπαιδευτικού επιδόματος στον ευρισκόμενο στο εξωτερικό γιό του ενώ ο ίδιος υπηρετούσε στην Κύπρο. (γ) Έκδοση διπλωματικού διαβατηρίου στη σύντροφο του. (δ) Στήριξη του αιτήματος της ιδιαιτέρας γραμματέως του στη Μόνιμη Αντιπροσωπεία στη Νέα Υόρκη (ΜΑΝΥ) για έκδοση σε αυτή διπλωματικού διαβατηρίου. (ε) Γεγονότα γύρω από τη στελέχωση της ΜΑΝΥ και σκίτσο-γελοιογραφία του κ. Αιμιλίου. Ο παραπονούμενος υποστήριξε ότι στα δημοσιεύματα υπήρξε εσκεμμένη διαστρέβλωση γεγονότων, ανακριβείς πληροφορίες και παρουσίασή τους κατά τρόπο που να δημιουργεί εσφαλμένες εντυπώσεις και επίσης ότι δεν ζητήθηκαν από την εφημερίδα οι απόψεις του ως άμεσα επηρεαζόμενου, είτε πριν είτε μετά τη δημοσίευση τους. Ο παραπονούμενος ανέφερε περαιτέρω ότι μια συνολική ανάγνωση και αξιολόγηση των κειμένων που αναφέρθηκαν πιο πάνω «δείχνει ότι η εφημερίδα καταχράται το προνόμιο της ενημέρωσης που έχει και της προστασίας που απολαμβάνει στο πλαίσιο της ελευθερίας του λόγου» και ότι ο τρόπος άσκησης της δημοσιογραφίας «που εσχάτως μου επεφύλαξε ο «Πολίτης» τότε στην ουσία τόσο ο παραπονούμενος, όσο και οποιοσδήποτε άλλος πολίτης ή δημόσιος λειτουργός, είναι έρμαιο στις διαθέσεις κάθε δημοσιογράφου ο οποίος για οποιοδήποτε λόγο αποφασίζει να τον πλήξει προσωπικά ή και επαγγελματικά». Περαιτέρω ανέφερε ότι ήταν τόσο το μένος της εφημερίδας να τον πλήξει ηθικά, ώστε δεν δίστασε να αναφερθεί σε άλλα πρόσωπα, μεταξύ των οποίων και δύο έφηβοι, «διασύροντας τα και αναστατώνοντας τη ζωή τους». Επίσης υποστήριξε ότι η εφημερίδα σε όλα τα κείμενά της χρησιμοποίησε μία και μόνη φωτογραφία του, που όπως ανέφερε επελέγη σκόπιμα, η οποία τον παρουσίαζε την ημέρα που προσήλθε για να καταθέσει στην Επιτροπή Πολυβίου για την έκρηξη στο Μαρί και η οποία ενδεχομένως να δημιουργεί συνειρμούς. Η Επιτροπή, αφού εξέτασε το σύνολο των δημοσιευμάτων του «Πολίτη» που ανέφερε ο παραπονούμενος δεν έχει καμιά αμφιβολία ότι γράφτηκαν με επικριτική διάθεση. Περί αυτού δεν αφήνει καμιά αμφιβολία η ίδια η εφημερίδα, η οποία στις 17 Νοεμβρίου, 2012 δημοσίευσε άρθρο υπό τον τίτλο «Μικρογραφία διοίκησης», σαφώς επικριτικό για τα συμβαίνοντα στο Υπουργείο Εξωτερικών, αναφέροντας ότι «είτε είναι σημαντικά σκάνδαλα είτε ασήμαντες παρατυπίες… περιγράφουν την παγιωμένη αντίληψη που καλλιεργείται από συγκεκριμένους ανώτερους λειτουργούς της Δημοκρατίας για την εργασία τους και της σχέση τους με αυτή». Εκαμε ιδιαίτερη αναφορά στον κ. Αιμιλίου, «πρέσβη με απαράμιλλες εμπειρίες και γνώσεις» αναφέροντας ότι «ελέγχεται για σειρά αποφάσεων ή αιτημάτων του, τα οποία ομολογούν σχέση αδιάκοπης οφειλής του κράτους προς το πρόσωπό του» και επίσης ότι «είτε πρόκειται για εκπαιδευτικά επιδόματα είτε πρόκειται για την παράτυπη έκδοση διπλωματικών διαβατηρίων είτε ακόμα πρόκειται για την απλή μετάθεση μιας γραμματέως στη ΜΑΝΥ, ο κ. Αιμιλίου δείχνει να έχει χάσει το μέτρο ως προς τη σχέση εξυπηρέτησης δημόσιου συμφέροντος και εκτέλεσης της εργασίας του». Ανέφερε επίσης ότι παρόμοιες συμπεριφορές είναι που ενδεχομένως καλλιεργούν στα νεότερα στελέχη την εντύπωση ότι το ΥΠΕΞ είναι κάτι σαν τσιφλίκι, οπότε η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΞ, αν θέλει αυτή η νοοτροπία να παταχθεί, οφείλει να αντιμετωπίσει με παραδειγματικό τρόπο τα αιτήματα και τις συμπεριφορές ενός εκ των επιφανέστερων διπλωματών της Κύπρου». Σε σχέση με το άρθρο αυτό ο κ. Αιμιλίου παραπονέθηκε ότι η εφημερίδα καλούσε την πολιτική του προϊστάμενο να τον χρησιμοποιήσει ως εξιλαστήριο θύμα και αποδιοπομπαίο τράγο για όλα τα κακώς κείμενα τις τελευταίες δεκαετίες στο Υπουργείο Εξωτερικών και ότι το περιεχόμενο του άρθρου συνιστούσε βάναυση προσβολή της προσωπικής και επαγγελματικής του υπόστασης. Η Επιτροπή θεώρησε σκόπιμο, προτού επιληφθεί των λεπτομερειών των δημοσιευμάτων και σε άμεση σχέση με την πιο πάνω θέση του κ. Αιμιλίου, να ασχοληθεί με δύο σημεία που ανέφερε ο παραπονούμενος. Το πρώτο αφορά την κριτική της εφημερίδας για ενέργειές του και το δεύτερο την υποχρέωση των ΜΜΕ και των δημοσιογράφων να παρέχουν σε άμεσα επηρεαζομένους από δημοσιεύματά τους την ευκαιρία αντίκρουσης. Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι δημοσιογράφοι και τα ΜΜΕ, στο πλαίσιο της ελευθερίας έκφρασης, έχουν το δικαίωμα να δημοσιεύουν πληροφορίες που αναφέρονται στη δημόσια διοίκηση και σε αξιωματούχους ή λειτουργούς της στο πλαίσιο άσκησης των καθηκόντων και αρμοδιοτήτων τους και να ελέγχουν πράξεις ή παραλείψεις τους, ασκώντας κριτική και διατυπώνοντας επικρίσεις, δεδομένου ότι στηρίζονται επί πραγματικών γεγονότων. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή δεν θεωρεί ότι η άσκηση κριτικής για ενέργειες του παραπονούμενου στο πλαίσιο της επαγγελματικής του δραστηριότητας είναι εκτός του πλαισίου του δικαιώματος έκφρασης. Αντίθετα, βρισκόταν εντός των δικαιωμάτων της εφημερίδας στο πλαίσιο της αποστολής της και του δικαιώματος της ελευθερίας έκφρασης να κρίνει ενέργειές του με τον τρόπο με τον οποίο τις έκρινε και να ζητήσει αντιμετώπισή τους από τους άμεσα αρμοδίους. Σε τελευταία ανάλυση δεν είναι δημοσιεύματα εφημερίδων που καθορίζουν την επαγγελματική υπόσταση δημόσιων λειτουργών και την αντιμετώπισή τους από την προϊσταμένη αρχή αλλά η δική τους συμπεριφορά και ενέργειες, καθώς και η επάρκεια στην εκτέλεση των καθηκόντων τους. Συναφώς, η Επιτροπή σημείωσε ότι η εφημερίδα αναγνώρισε απαράμιλλες εμπειρίες και γνώσεις στον παραπονούμενο και το χαρακτήρισε ένα των επιφανέστερων διπλωματών. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή έκρινε ότι η κριτική που άσκησε η εφημερίδα και οι επικρίσεις που διατύπωσε δεν παραβιάζουν οποιαδήποτε πρόνοια του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας δεδομένου ότι δεν συνιστούσαν προσωπική επίθεση, διασυρμό ή διαπόμπευση του παραπονούμενου. Παράλληλα, η Επιτροπή τονίζει ότι το δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης συνεπάγεται αντίστοιχη υποχρέωση από μέρους των ΜΜΕ και των δημοσιογράφων να ελέγχουν την ακρίβεια των πληροφοριών τους και είναι άρρηκτα συνυφασμένο με την υποχρέωση τους να παρέχουν το δικαίωμα της απάντησης, που περιλαμβάνει την ταυτόχρονη απόκρουση, σε άτομα που επηρεάζονται άμεσα. Ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας προβλέπει ότι «τα ΜΜΕ μεριμνούν ώστε να μη δημοσιεύονται ανακριβείς, παραπλανητικές, φανταστικές ή διαστρεβλωτικές της αλήθειας ειδήσεις, πληροφορίες ή σχόλια» (άρθρο 1) και επίσης «παρέχουν στους επηρεαζομένους, στην κατάλληλη περίπτωση και ιδιαιτέρως όταν έχουν υποστεί επίθεση, την ευκαιρία να απαντήσουν» (άρθρο 2). Η Επιτροπή θεωρεί ότι οσάκις τα ΜΜΕ πρόκειται να δημοσιεύσουν πληροφορίες για άτομα ή ισχυρισμούς τρίτων που είναι ενδεχόμενο να θίξουν άλλα άτομα, η κατάλληλη περίπτωση παροχής του δικαιώματος απάντησης είναι πριν από τη δημοσίευση. Τα ΜΜΕ οφείλουν ελέγχουν τις πληροφορίες τους με το άμεσα ενδιαφερόμενο άτομο και να του παρέχουν το δικαίωμα αντίκρουσης και σχολιασμού πληροφοριών ή δηλώσεων που αφορούν σ’ αυτό, για ταυτόχρονη δημοσίευση. Όταν το δικαίωμα αυτό παρέχεται εκ των υστέρων, η άσκησή του καθίσταται πλειστάκις άνευ αντικειμένου ή είναι αναποτελεσματική, όταν θα έχουν ήδη δημιουργηθεί εντυπώσεις. Στην προκειμένη περίπτωση, προηγούμενη επικοινωνία με τον παραπονούμενο θα συνέβαλλε στην αποφυγή ανακριβειών στα επίμαχα δημοσιεύματα, στα οποία λεπτομερέστερη αναφορά θα γίνει στη συνέχεια. Για το λόγο αυτό, η Επιτροπή έκρινε ότι η παράλειψη εκ των προτέρων επικοινωνίας με τον παραπονούμενο για θέματα που τον αφορούσαν άμεσα, συνιστά παραβίαση των προνοιών του Κώδικα περί καταβολής μέριμνας για αποφυγή δημοσίευσης ανακριβών πληροφοριών και παροχή του δικαιώματος απάντησης. Αναλυτική εξέταση των παραπόνων: Φερόμενη πρόσληψη της τέως συζύγου του παραπονούμενου στη Μόνιμη Αντιπροσωπεία στις Βρυξέλλες. Ο Πολίτης δημοσίευσε στις 14 Νοεμβρίου, 2012, κάτω από τον επίτιτλο «Ενέκρινε την υπεράριθμη πρόσληψη της συζύγου του στις Βρυξέλλες» και με τίτλο «ΥΠ.Εξαιρετικές τακτοποιήσεις» είδηση που ανέφερε ότι ο κ. Αιμιλίου, ως Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εξωτερικών, είχε εγκρίνει το Φεβρουάριο του 2012 «την πρόσληψη της τέως συζύγου του στη θέση γραφέως-δακτυλογράφου στη Μόνιμη Αντιπροσωπεία της Κύπρου στις Βρυξέλλες». Η εφημερίδα ανέφερε ότι ο παραπονούμενος ενέκρινε κατάλογο με τέσσερις αιτήτριες, μεταξύ των οποίων και η τέως σύζυγός του, από τις οποίες η Μόνιμη Αντιπροσωπεία θα προσλάμβανε δύο. Εγραψε επίσης ότι τελικά προσλήφθηκαν και οι τέσσερις. Ο παραπονούμενος αναφέρει ότι η επιστολή του Υπουργείου προς τη Μόνιμη Αντιπροσωπεία την οποία επικαλέστηκε ο «Πολίτης» αφορούσε σε προσφορά εργασίας και όχι σε πρόσληψη, για σκοπούς επιλογής από τη Μόνιμη Αντιπροσωπεία δύο ατόμων από τα τέσσερα του καταλόγου που είχε υποβληθεί στο Υπουργείο. Τελικά η τέως σύζυγός του, αν και της προτάθηκε θέση, επέλεξε να απορρίψει την προσφορά διορισμού της και δεν εργοδοτήθηκε στις Βρυξέλλες. Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι είχε τηλεφωνική επικοινωνία με ανώτερο στέλεχος της εφημερίδας στις 15 Νοεμβρίου, στο οποίο ανέφερε τα πιο πάνω, αλλά η εφημερίδα, κακόπιστα όπως υποστηρίζει, στις 16 Νοεμβρίου, 2012, σε άλλο δημοσίευμα που αναφερόταν σε σύστασή του για έκδοση διπλωματικού διαβατηρίου στην ιδιαιτέρα του, αναφέρθηκε και πάλι σε φερόμενη «υπεράριθμη πρόσληψη της τέως συζύγου του στη Μόνιμη Αντιπροσωπεία της Κύπρου κατά τη διάρκεια της δικής του γενικής διεύθυνσης του ΥΠΕΞ». Στις 17 Νοεμβρίου, 2012, ο «Πολίτης» δημοσίευσε επιστολή της τέως συζύγου του κ. Αιμιλίου, στην οποία ανέφερε ότι αν και είχε εκδηλώσει ενδιαφέρον για τη θέση στις Βρυξέλλες, τελικά απέρριψε την προσφορά για εργασία. Στην ίδια επιστολή παραπονέθηκε ότι το δημοσίευμα για τη φοίτηση του γιου της στις Βρυξέλλες συνιστούσε αδικαιολόγητη παρέμβαση στην ιδιωτική ζωή ενός ανηλίκου. Η εφημερίδα απάντησε ότι ο κ. Αιμιλίου μετέθεσε το θέμα από την ουσία του, που ήταν η έγκριση από τον ίδιο της προσφοράς της τέως συζύγου του να εργαστεί στη Μόνιμη Αντιπροσωπεία της Κύπρου στις Βρυξέλλες, δεδομένου ότι ο κ. Αιμιλίου δεν ελεγχόταν για την τελική έγκριση, ως γενικός διευθυντής του Υπουργείου Εξωτερικών. Η εφημερίδα ανέφερε ότι απολογήθηκε για την ανακρίβεια στην είδηση περί πρόσληψης της συζύγου του κ. Αιμιλίου. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι στην είδηση αυτή υπήρχε ανακρίβεια κατά παράβαση της σχετικής πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας (άρθρο 1) ως προς τον ισχυρισμό ότι η τέως σύζυγος του κ. Αιμιλίου προσλήφθηκε στη Μόνιμη Αντιπροσωπεία, ενώ στην πραγματικότητα η ίδια απέρριψε την προσφορά και δεν αποδέχθηκε το διορισμό, καθώς και παράλειψη ελέγχου της ακρίβειας της πληροφορίας. Περαιτέρω αποφάσισε ότι η εφημερίδα παραβίασε την πρόνοια περί παροχής του δικαιώματος απάντησης με την παράλειψή της να δημοσιεύσει δηλώσεις στις οποίες είχε προβεί ο κ. Αιμιλίου σε στέλεχός της, αν και παραχώρησε το δικαίωμα αυτό στην τέως σύζυγό του. Αίτημα για εκπαιδευτικό επίδομα στο γιο της συντρόφου του παραπονούμενου και καταβολή εκπαιδευτικού επιδόματος στο γιο του. Ο «Πολίτης», στις 19 Οκτωβρίου, 2012, δημοσίευσε είδηση η οποία αναφερόταν σε απόρριψη από το διευθυντή του τμήματος Δημόσιας Διοίκησης και προσωπικού αιτήματος του Υπουργείου Εξωτερικών για παραχώρηση επιδόματος για τη φοίτηση του γιου της συντρόφου του σε ιδιωτικό σχολείο στη Νέα Υόρκη. Το αίτημα υποβλήθηκε ύστερα από προηγούμενο αίτημα του κ. Αιμιλίου προς το Υπουργείο Εξωτερικών. Το Υπουργείο ανέφερε στην επικοινωνία του με το τμήμα Δημόσιας Διοίκησης ότι ο σχετικός κανονισμός προβλέπει εκπαιδευτικό επίδομα μόνο για τα τέκνα δημοσίων υπαλλήλων που υπηρετούν σε χώρες του εξωτερικού –και όχι σε τέκνα συντρόφων τους- αλλά πρόθετε ότι το αίτημα θα έπρεπε να εξετασθεί «θετικά κατ’ εξαίρεση» και παρέθετε ως αιτιολογικό ότι η σύντροφος του κ. Αιμιλίου εγκατέλειψε την εργασία της στη Λευκωσία για να τον συνοδεύσει στη Νέα Υόρκη. Σύμφωνα με την είδηση, το αίτημα απορρίφθηκε με το αιτιολογικό ότι «η παραχώρηση εκπαιδευτικού επιδόματος σε περιπτώσεις που δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις δημιουργεί επικίνδυνο προηγούμενο για άλλες διεκδικήσεις» . Περαιτέρω η είδηση αναφερόταν στο εκπαιδευτικό επίδομα που παραχωρήθηκε στο γιο του κ. Αιμιλίου, που κατά το χρόνο της υποβολής του παραπόνου φοιτούσε σε ιδιωτική γαλλικό λύκειο στης Βρυξέλλες, με το σχόλιο ότι το επίδομα αυτό δεν δικαιολογείτο με βάση τους ισχύοντες κανονισμούς, για το χρόνο κατά τον οποίο ο κ. Αιμιλίου υπηρετούσε ως διευθυντής στο Υπουργείο Εξωτερικών. Σε ότι αφορά στο θέμα του εκπαιδευτικού επιδόματος για τον γιο του, ο κ. Αιμιλίου ανέφερε ότι αυτό σαφώς προνοείται από τους σχετικούς κανονισμούς, ακόμα και σε περιπτώσεις στις οποίες το τέκνο φοιτά σε σχολείο που βρίσκεται σε χώρα διαφορετική από την χώρα υπηρεσίας του γονέα. Όσον αφορά το θέμα της αίτησης για εκπαιδευτικό επίδομα για τον υιό της συντρόφου του, ο κ. Αιμιλίου ανέφερε ότι το ζήτησε επικαλούμενος τις ιδιαιτερότητες της περίπτωσης, πιστεύοντας ότι έπρεπε να εξετασθεί, «αν και δεν εμπίπτει αυστηρώς ομιλούντες στο γράμμα ενός πεπαλαιωμένου κανονισμού». Ο «Πολίτης» στο πλαίσιο της παράθεσης των απόψεών του στην Επιτροπή δεν αμφισβήτησε όσα παρέθεσε ο κ. Αιμιλίου για το εκπαιδευτικό επίδομα του γιου του και ανέφερε ότι έκαμε αναφορά στο θέμα αυτό μόνο σε σχέση με το αίτημά του για κρατική επιδότηση της φοίτησης του γιου της συντρόφου του σε ιδιωτικό σχολείο στη Νέα Υόρκη, ενώ ο φυσικός πατέρας του παιδιού εφέρετο να είναι κάτοικος Νέας Υόρκης. Ως προς το θέμα του αιτήματος για επίδομα για το γιο της συντρόφου του, ο «Πολίτης» ανέφερε στην Επιτροπή ότι ο κ. Αιμιλίου, με τα αιτήματά του προς τη Δημοκρατία, όπως και με το παράπονό του στην Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, δείχνει να καλλιεργεί μία ιδιότυπη αντίληψη για τη σχέση του με τον εργοδότη του. Σύμφωνα με την εφημερίδα, η αντίληψη αυτή άπτεται του δημοσίου ενδιαφέροντος, καθώς ενίοτε συνεπάγεται επιπλέον κόστος για το κράτος. Υπό το φως του γεγονότος ότι ο κ. Αιμιλίου κατέθεσε –όπως έγραψε και η εφημερίδα- παράπονο στο γραφείο της Επιτρόπου Διοικήσεως εναντίον της απόφασης απόρριψης του αιτήματος, η Επιτροπή αποφάσισε να μην εξετάσει προς το παρόν τη πτυχή του παραπόνου που αναφέρεται στο αίτημα για εκπαιδευτικό επίδομα στο γιο της συντρόφου του κ. Αιμιλίου, θεωρώντας ότι το θέμα άπτεται βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ως προς το θέμα του εκπαιδευτικού επιδόματος προς το γιο του κ. Αιμιλίου, αν και ο «Πολίτης» στην απάντησή του προς την Επιτροπή δεν αμφισβητούσε όσα ο κ. Αιμιλίου ανέφερε, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η είδηση της εφημερίδας περιείχε ανακριβή πληροφορία περί παρατυπίας στην παραχώρηση του επιδόματος, κατά παράβαση του άρθρου 1του Κώδικα περί ακρίβειας των πληροφοριών. Εκδοση διπλωματικού διαβατηρίου για τη σύντροφο του κ. Αιμιλίου. Στην είδηση που δημοσίευσε στις 19 Οκτωβρίου, 2012, σχετικά με τα εκπαιδευτικά επιδόματα, η εφημερίδα έκαμε επίσης αναφορά και στην έκδοση διπλωματικού διαβατηρίου στο όνομα της συντρόφου του κ. Αιμιλίου «κατά παράβαση των σχετικών κανονισμών», το οποίο χρησιμοποίησε για να τον συνοδεύσει σε υπηρεσιακό ταξίδι στο Πεκίνο, το οποίο, όμως, σύμφωνα με την εφημερίδα, εκείνη εξακολούθησε να χρησιμοποιεί. Ο κ. Αιμιλίου ανέφερε στο παράπονό του προς την Επιτροπή ότι το διαβατήριο επεστράφη και πρόσθεσε πως στην τηλεφωνική επικοινωνία που είχε με την εφημερίδα στις 15 Νοεμβρίου είχε ενημερώσει πως το διπλωματικό διαβατήριο της συντρόφου του επεστράφη στο Υπουργείο. Ο «Πολίτης στις 16 Νοεμβρίου έγραψε ότι «δεν έχει δηλωθεί ακόμα από το ΥΠΕΞ αν το εν λόγω διπλωματικό διαβατήριο έχει επιστραφεί». Στις 17 Νοεμβρίου η εφημερίδα δημοσίευσε δήλωση της Υπουργού Εξωτερικών Ερατώς Κοζάκου Μαρκουλλή σύμφωνα με την οποία, μετά το σχετικό δημοσίευμα της εφημερίδας, η σύντροφος του κ. Αιμιλίου επέστρεψε το διπλωματικό διαβατήριο που της είχε εκδοθεί το 2010. Σχετικά με την αναφορά στην εφημερίδα ότι το διαβατήριο είχε εκδοθεί «κατά παράβαση των σχετικών κανονισμών», ο κ. Αιμιλίου ανέφερε ότι αυτό αποτελούσε θέμα ερμηνείας των κανονισμών . Η θέση της εφημερίδας είναι ότι το διπλωματικό διαβατήριο που εκδόθηκε στη σύντροφο του κ. Αιμιλίου επιστράφηκε μετά τα σχετικά δημοσιεύματα του «Πολίτη». Η εφημερίδα ανέφερε επίσης ότι «δημόσιος λειτουργός δεν μπορεί να επικαλείται «θέμα ερμηνείας» των κανονισμών για να κρύψει μία παρατυπία του, την οποία ο «Πολίτης» αποκάλυψε στην κοινή γνώμη». Η Επιτροπή αποφάσισε ότι δεν υπήρχε οποιαδήποτε ανακρίβεια στις προαναφερθείσες ειδήσεις της εφημερίδας, αλλά διαπίστωσε ότι η εφημερίδα παρέλειψε να δημοσιεύσει τις δηλώσεις που έκαμε προς στέλεχός της ο κ. Αιμιλίου στις 15 Οκτωβρίου, κατά παράβαση της πρόνοιας του Κώδικα (άρθρο 2) περί παροχής του δικαιώματος απάντησης. Αίτημα για έκδοση διπλωματικού διαβατηρίου για την ιδιαιτέρα του κ. Αιμιλίου. Στις 16 Νοεμβρίου, 2012, ο «Πολίτης», κάτω από τη γενική εισαγωγή ότι «όλο και περισσότερα έγγραφα του Υπουργείου Εξωτερικών, στα οποία αποκτά πρόσβαση ο «Π», αφήνουν εκτεθειμένο τον πρέσβη Νίκο Αιμιλίου… αναφορικά με τις απαιτήσεις του, οικονομικές και άλλες, που προβάλλει προς το κράτος,» έγραψε ότι ο κ. Αιμιλίου, σε επιστολή του ημερομηνίας 12ης Οκτωβρίου, 2012, προς το Διευθυντή Εθιμοτυπίας έγραψε ότι έκρινε «αιτιολογημένο το αίτημα της ιδιαιτέρας γραμματέως του στη μόνιμη αντιπροσωπεία στα Ηνωμένα Εθνη για έκδοση διπλωματικού διαβατηρίου, γιατί θεωρούσε «δίκαιο όλο το μόνιμο προσωπικό που τοποθετείται στη ΜΑΝΥ, διπλωματικό και μη, να τυγχάνει ίσης μεταχείρισης και ειδικά στην παρούσα περίπτωση που η παροχή ωφελημάτων από τη φιλοξενούσα χώρα κρίνεται από το είδος του διαβατηρίου». Την επομένη η εφημερίδα επανήλθε στο θέμα γράφοντας ότι το Υπουργείο Εξωτερικών απέρριψε το αίτημα για έκδοση διαβατηρίου στην ιδιαιτέρα του κ. Αιμιλίου και παρέθεσε σχετική δήλωση της Υπουργού Εξωτερικών Ερατώς Κοζάκου Μαρκουλλή. Ο κ. Αιμιλίου ανέφερε ότι ο τίτλος της είδησης «Αιτιολογημένη Παρατυπία» είναι παραπλανητικός. Περαιτέρω ανέφερε πως το αίτημα δεν περιείχε καμία παρατυπία, ούτε τυχόν έκδοση διπλωματικού διαβατηρίου στην ιδιαιτέρα του θα ήταν παράτυπη, αφού με βάση τις σχετικές αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου, ο Υπουργός Εξωτερικών έχει σημαντικό βαθμό διακριτικής ευχέρειας χορήγησης διπλωματικού διαβατηρίου σε πολίτες, δημόσιους υπαλλήλους ή μη και ότι έχουν εκδοθεί δεκάδες διπλωματικά διαβατήρια σε δημόσιους υπαλλήλους, μέλη του γραμματειακού προσωπικού, που υπηρετούν σε Διπλωματικές Αποστολές της Δημοκρατίας για λόγους παρόμοιους με εκείνους που επικαλέστηκε η ιδιαιτέρα του στη σχετική επιστολή της, δηλαδή για επίτευξη φορολογικών απαλλαγών. Ο κ. Αιμιλίου υποστήριξε ότι το δημοσίευμα αυτό καθιστά φανερή την ύπαρξη κακοπιστίας εκ μέρους της εφημερίδας και ότι οι τίτλοι των δημοσιευμάτων ήταν διατυπωμένοι κατά τρόπο που να αναδύεται η οσμή «σκανδάλου» και «παρατυπίας» ούτως ώστε εκ προθέσεως να επιτείνεται η βλάβη προς το πρόσωπο του. Η εφημερίδα απάντησε πως το αίτημα μιας γραμματειακού λειτουργού να εκδοθεί διπλωματικό διαβατήριο στο όνομά της δεν μπορεί να δικαιολογείται στη βάση των φορολογικών ελαφρύνσεων που συνοδεύουν το διπλωματικό διαβατήριο, το οποίο αποτελεί επίσημο έγγραφο της Δημοκρατίας. Η Επιτροπή έκρινε ότι δεν υπήρχε οποιαδήποτε ανακρίβεια στις πληροφορίες που δημοσιεύθηκαν ή στον τίτλο της είδησης για το αίτημα έκδοσης διπλωματικού διαβατηρίου στην ιδιαιτέρα του κ. Αιμιλίου. Η εφημερίδα είχε το δικαίωμα στο πλαίσιο του δικαιώματος της ελευθερίας έκφρασης να κρίνει με το δικό της τρόπο το αίτημα, εφ’ όσο δεν υπάρχει σαφής κανονισμός επί του θέματος και υπό το φως της μη έγκρισης του αιτήματος να το χαρακτηρίσει παράτυπο . Γεγονότα γύρω από τη στελέχωση της ΜΑΝΥ και σκίτσο-γελοιογραφία του κ. Αιμιλίου. Στις 18 Νοεμβρίου, 2012, η εφημερίδα δημοσίευσε μακροσκελή είδηση για την οργάνωση της αντιπροσωπείας στα Ηνωμένα Εθνη, στην οποία ανέφερε ότι υπάλληλος του Υπουργείου Εξωτερικών εστάλη στη Νέα Υόρκη για να αναλάβει το αρχείο επικοινωνιών αλλά με εισήγηση του κ. Αιμιλίου, τότε Γ.Δ. στο ΥΠΕΞ, ανέλαβε ως ιδιαιτέρα του Μόνιμου Αντιπροσώπου, θέση την οποία θα αναλάμβανε ο ίδιο σε λίγους μήνες, «χωρίς να υφίσταται τέτοια ανάγκη», σύμφωνα με τη θέση της εφημερίδας. Στο πλαίσιο της είδησης αυτής ο «Πολίτης» δημοσίευσε σκίτσο το οποίο παρουσιάζει τον κ. Αιμιλίου ως μικροπωλητή να προσφέρει διπλωματικά διαβατήρια, συνοδευόμενο από φωτοτυπίες επιστολών του κ. Αιμιλίου για την έκδοση διπλωματικού διαβατηρίου στην ιδιαιτέρα του και οδηγίες όπως η ίδια υπάλληλος αναλάβει καθήκοντα ιδιαιτέρας του Μόνιμου Αντιπροσώπου από την ημερομηνία μετάθεσής της στη Νέα Υόρκη. Ο κ. Αιμιλίου παραπονέθηκε ότι το περιεχόμενο της είδησης αυτής ήταν παραπλανητικό γιατί ο συντάκτης της αγνοούσε παντελώς τον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας της Μόνιμης Αντιπροσωπείας στη Νέα Υόρκη και έθεσε το ερώτημα πώς ήταν σε θέση να γνωρίζει αν υπήρχε ανάγκη ή όχι σε σχέση με τη θέση της ιδιαιτέρας του Πρέσβη. Ανέφερε επίσης ότι οι οδηγίες του για τη θέση της ιδιαιτέρας γραμματέως δόθηκαν κατόπιν συνεννόησης με τον άμεσα προκάτοχο του Πρέσβη και βασίστηκαν στις συστάσεις δύο εκ των προκατόχων του για την υπάλληλο σε σχέση με προηγούμενη θητεία της στη MANY την περίοδο 2000-2005. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι το κείμενο του δημοσιεύματος αυτού δεν περιείχε οποιαδήποτε ανακρίβεια και ότι οι απόψεις που δημοσίευσε η εφημερίδα ήταν θεμιτές στη βάση των πληροφοριών που είχε και στο πλαίσιο του δικαιώματος της ελευθερίας έκφρασης. Το δικαίωμα αυτό περιλαμβάνει την ελευθερία διατύπωσης θέσεων ή κριτικής για πράξεις ή παραλείψεις αξιωματούχων και λειτουργών της ευρύτερης δημόσιας διοίκησης και για τον τρόπο άσκησής της , δεδομένου ότι με αυτές σχολιάζονται υπαρκτά γεγονότα ή εξακριβωμένες και ακριβείς πληροφορίες. Όπως αναφέρθηκε και στην αρχή, το δικαίωμα αυτό είναι άμεσα συνυφασμένο με την υποχρέωση παροχής του δικαιώματος απάντησης στους άμεσα ενδιαφερομένους. Η Επιτροπή αποφάσισε επίσης ότι το σκίτσο αποτελούσε μέρος της όλης είδησης και του σχολιασμού που περιέχεται σ’ αυτή και δεν το έκρινε ξεχωριστά.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
26/12
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
22/01/2013
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (26/15/102012) από τον Ανδρέα Ιωάννου, υπασπιστή του Προέδρου της Δημοκρατίας, για δημοσίευμα της εφημερίδας «Αλήθεια», που αναφερόταν σε κατ’ ισχυρισμό μίνι-κρουαζιέρες του Προέδρου με το ιδιωτικό σκάφος του παραπονούμενου.. Το δημοσίευμα, στην έκδοση της «Αλήθειας» ημερομηνίας 14ης Οκτωβρίου, 2012, κάτω από τον τίτλο «Θαλάσσιες βόλτες Χριστόφια με το σκάφους του υπασπιστή», ανέφερε ότι το σκάφος έχει βάση το Αλιευτικό Καταφύγιο Ζυγίου και βρίσκεται υπό την επιτήρηση κλειστού κυκλώματος παρακολούθησης, το οποίο εγκαταστάθηκε χωρίς τις νόμιμες διαδικασίες και ότι «πολίτες που επικοινώνησαν με την εφημερίδα, θέτουν ερωτηματικά για την προέλευση του σκάφους αναψυχής.» Σύμφωνα με το επίμαχο δημοσίευμα, κάτω από την υπογραφή του δημοσιογράφου Παναγιώτη Χατζηδημητρίου, το σκάφος ανήκει στον υπασπιστή του Προέδρου της Δημοκρατίας Ανδρέα Ιωάννου, ο οποίος φέρεται να δώρισε στο Τμήμα Αλιείας το σύστημα κλειστού κυκλώματος από δύο κάμερες, με το οποίο παρακολουθείται το σκάφος. Η εφημερίδα ανέφερε ότι το σύστημα εγκαταστάθηκε στο κτίριο του Τμήματος «χωρίς να ακολουθηθούν οι νόμιμες διαδικασίες, δηλαδή ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο δεν τοποθετήθηκε καμιά σήμανση και ότι δεν στον Επίτροπο Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων το σχετικό έντυπο προκειμένου να ελεγχθεί ότι η εγκατάσταση παρακολούθησης βρίσκεται στα πλαίσιο του νόμου. Το Γραφείου του Επιτρόπου Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, σύμφωνα με την είδηση της εφημερίδα, δεν είχε περιλάβει στα αρχεία του το κύκλωμα που εγκαταστάθηκε στο γραφείου του Τμήματος Αλιείας στο Ζύγι. Η είδηση ανέφερε ότι το Γραφείου του Επιτρόπου κάλεσε το Τμήμα Αλιείας να υποβάλει τα σχετικά έντυπα και όπως τοποθετηθούν σημάνσεις, ότι ο χώρος παρακολουθείται από κλειστό σύστημα παρακολούθησης. Εξ άλλου, η είδηση ανέφερε ότι σύμφωνα με πληροφορίες που συνέλεξε ο δημοσιογράφος, ο Πρόεδρος Χριστόφιας σε 2-3 τουλάχιστο περιπτώσεις έκαμε τη θαλάσσια βόλτα του με το σκάφος. Ο δημοσιογράφος έγραψε ότι είχε απευθυνθεί σε υπάλληλο του Τμήματος Αλιείας στο γραφείο Ζυγίου, αλλά όταν του ανέφερε το θέμα αρνήθηκε έστω και να μιλήσει μαζί του. Επίσης ανέφερε ότι ζήτησε να πάρει στοιχεία από το Τμήμα Εμπορικής Ναυτιλίας στη Λεμεσό, αλλά οι εκεί αρμόδιοι του ανέφεραν ότι δεν μπορούσε να κάμει έρευνα για ιδιωτικά σκάφη αναψυχής γιατί υπεισέρχονταν θέματα προσωπικών δεδομένων. Ο παραπονούμενος απηύθυνε επιστολή στην εφημερίδα, στην οποία, μεταξύ άλλων ζητούσε από την Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας επιληφθεί παραπόνου ότι ο συντάκτης της είδησης παρέλειψε να επικοινωνήσει μαζί του για να πάρει πληροφορίες για το θέμα. Διατύπωσε επίσης παράπονο για αποκάλυψη προσωπικών δεδομένων και ανέφερε ότι ήταν μόνο κατά το ήμισυ ιδιοκτήτης του σκάφους, του οποίου η αξία είναι δέκα χιλιάδες ευρώ. Η εφημερίδα δημοσίευσε την επιστολή του παραπονούμενου στις 16 Οκτωβρίου, 2012 και τη σχολίασε αναφέροντας ότι το περιεχόμενο της ήταν πολύ επιθετικό για ένα ρεπορτάζ που αφορούσε απλή καταγραφή του αποτελέσματος έρευνας που είχε κάνει. Αφού επανέλαβε τις αρχικές πληροφορίες, ανέφερε ότι ο κ. Ιωάννου αντί να απαντήσει στα ερωτήματα για την προέλευση του σκάφους επικεντρώθηκε στο θέμα της αξίας του σκάφους, για την οποία δεν είχε αναφερθεί ό,τιδήποτε στην αρχική είδησή. Στη συνέχεια, ο παραπονούμενος, σε επιστολή του που δημοσιεύθηκε στη «Χαραυγή», ανέφερε ότι ενώ ανέμενε από τον κ. Χατζηδημητρίου να ανακαλέσει «πέρασε σε λιβελογράφημα και ως εκ τούτου η μόνη οδός που μου αφήνει είναι αυτή της αγωγής για λίβελο». Ο δημοσιογράφος απάντησε στην Επιτροπή επαναλαμβάνοντας ουσιαστικά όσα ανέφερε και στο ρεπορτάζ του, με κάποιες πρόσθετες πληροφορίες που είχε πάρει από τρίτους ως προς την προέλευση του σκάφους, τις οποίες όμως δε δημοσίευσε, επειδή δεν είχαν επιβεβαιωθεί. Περαιτέρω, ανέφερε ότι η εφημερίδα ενήργησε στο πλαίσιο της δημοσιογραφικής δεοντολογίας και ότι το γεγονός πως ο πρόεδρος Χριστόφιας πηγαίνει μίνι κρουαζιέρες με το σκάφος του υπασπιστή του έχει δημοσιογραφικό ενδιαφέρον και ότι αποσκοπούσε στο να ξεκαθαρίσει «όλα τα θέματα γύρω από το σκάφος του υπασπιστή». Ενώ η υπόθεση βρισκόταν υπό εξέταση, ο παραπονούμενος ενημέρωσε προφορικά την Επιτροπή ότι είχε δώσει οδηγίες στο δικηγόρο του να κινήσει αγωγή λιβέλου για υπονοούμενα ως προς την προέλευση του σκάφους. Πρόσθεσε ότι πήρε τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για βόλτα μόνο μια φορά και επίσης ότι πράγματι δώρισε στο Τμήμα Αλιείας σύστημα κλειστής παρακολούθησης, αλλά σημείωσε ότι η εγκατάσταση και η διαδικασία ενημέρωσης του Επιτρόπου Προσωπικών Δεδομένων ήταν δουλεία του Τμήματος. Η Επιτροπή, κάνοντας χρήση της διακριτικής της ευχέρειας, αποφάσισε να μη υπεισέλθει στο θέμα της ακρίβειας των επί μέρους πληροφοριών που δημοσίευσε η εφημερίδα, οι οποίες ενδεχομένως να είναι αντικείμενο εξέτασης σε δικαστική διαδικασία. Ωστόσο, η Επιτροπή ασχολήθηκε με άλλες σοβαρές πτυχές του θέματος και αποφάσισε ότι η εφημερίδα και ο δημοσιογράφος Παναγιώτης Χατζηδημητρίου ήταν θεμιτό να ασχοληθούν με τις κινήσεις του Προέδρου της Δημοκρατίας, στο πλαίσιο του δικαιώματος της ελευθερίας έκφρασης, όπως και με «όλα τα θέματα γύρω από το σκάφος του υπασπιστή», το οποίο ο Πρόεδρος χρησιμοποίησε, ως θεμάτων δημοσίου ενδιαφέροντος. Ωστόσο, η Επιτροπή, θωρώντας ότι το δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης είναι αναπόσπαστα συνυφασμένο με την υποχρέωση της παροχής του δικαιώματος απάντησης στα επηρεαζόμενα άτομα, αποφάσισε περαιτέρω, ότι η εφημερίδα και ο συντάκτης της είδησης ελέγχονται για παραβίαση των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας που αφορούν στο δικαίωμα απάντησης (άρθρο 2), το οποίο προβλέπει ότι «τα ΜΜΕ παρέχουν στους επηρεαζομένους, στην κατάλληλη περίπτωση, και ιδιαιτέρως όταν έχουν υποστεί επίθεση, την ευκαιρία να απαντήσουν…» Η Επιτροπή θεωρεί ότι η «κατάλληλη περίπτωση» παροχής της δυνατότητας απάντησης, οσάκις δημοσιογράφοι δημοσιεύουν πληροφορίες ή σχόλια που προέρχονται από τρίτους και αφορούν σε άλλα άτομα είναι πριν από τη δημοσίευση. Στο δικαίωμα απάντησης ενυπάρχει το δικαίωμα του επηρεαζομένου να αντικρούσει πληροφορίες ή σχόλια και να παραθέσει τις δικές του θέσεις, απαντήσεις ή σχόλια, για ταυτόχρονη δημοσίευση. Το δικαίωμα της αντίκρουσης είναι βασικής σημασίας και θα πρέπει να παρέχεται εγκαίρως, δεδομένου ότι η εκ των υστέρων αντίκρουση, όταν ήδη θα έχουν δημιουργηθεί εντυπώσεις, ενδεχομένως να είναι αναποτελεσματική και να οδηγεί σε κατάχρηση του δικαιώματος της ελευθερίας έκφρασης από μέρους των ΜΜΕ και των δημοσιογράφων.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
21/12
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
14/12/2012
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας επιλήφθηκε παραπόνου (21/13/12/2011) από πολίτη σχετικά με τη δημοσίευση πληθώρας φωτογραφιών γυναίκας και της μικρής κόρης της, που υπήρξαν θύματα δολοφονίας από το σύντροφο της μητέρας. Οι φωτογραφίες τις παρουσίαζαν σε οικογενειακές στιγμές. Το παράπονο ανέφερε ότι η δημοσίευση τόσων πολλών φωτογραφιών συνιστούσε έλλειψη σεβασμού προς τα δύο θύματα. Αντί απόφασης, η Επιτροπή εξέδωσε την πιο κάτω ανακοίνωση: «Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εκφράζει την απαρέσκειά της για τη μετάδοση και δημοσίευση από όλα σχεδόν τα ηλεκτρονικά και έντυπα ΜΜΕ, περιλαμβανομένων των διαδικτυακών τους εκδόσεων, πληθώρας φωτογραφιών των θυμάτων του άγριου φόνου που διεπράχθη σε παραλιακή περιοχή της Πάφου, με θύματα νεαρή μητέρα και την τριών μόλις χρόνων κόρη της. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι δημοσιεύθηκαν φωτογραφίες των δύο θυμάτων, της νεαρής εγκύου μητέρας και της ηλικίας τριών χρόνων κόρης της, σε αριθμό πολύ πέραν του αναγκαίου για ταυτοποίησή τους, οι οποίες τις παρουσιάζουν σε προσωπικές και οικογενειακές στιγμές. Η Επιτροπή θεωρεί ότι η δημοσίευση τόσων φωτογραφιών –σε κάποιες περιπτώσεις άνω των 10-, πέραν του γεγονότος ότι συνιστά έλλειψη σεβασμού προς τα θύματα και είναι δυνατό να θεωρηθεί ως παραβίαση της γενικής διάταξης του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, που ορίζει ότι οι δημοσιογράφοι οφείλουν να «είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί και διακριτικοί στην παρουσίαση θεμάτων όπως η βία, το έγκλημα,…ο ανθρώπινος πόνος και ο θάνατος», βρίσκεται σε διάσταση με τις πρόνοιες που αποτρέπουν την επέμβαση στην ιδιωτική ζωή, τη δημοσίευση φωτογραφιών παιδιών και την όξυνση του ανθρώπινου πόνου. Το γεγονός ότι τα άτομα των οποίων οι φωτογραφίες δημοσιεύθηκαν και μεταδόθηκαν κατά κόρον δεν βρίσκονται στη ζωή δε καταργεί την ισχύ των προνοιών του Κώδικα που προαναφέρθηκαν και δημοσίευσή τους μπορεί να εκληφθεί ως ένδειξη έλλειψης σεβασμού προς μια νεαρή έγκυο γυναίκα που δολοφονήθηκε άγρια και προς ένα κοριτσάκι που έφυγε τόσο πρόωρα και με τόσο άγριο τρόπο από τη ζωή. Η Επιτροπή θεωρεί ότι η δημοσίευση τόσο πολλών φωτογραφιών ήταν αχρείαστη και δίδει την εντύπωση ότι μόνο σκοπό είχε την ικανοποίηση της κοινής περιέργειας. Η Επιτροπή ευελπιστεί ότι τα ΜΜΕ και οι δημοσιογράφοι θα χειρισθούν στο εξής το θέμα αυτό με περισσότερη διακριτικότητα και σεβασμό προς τα θύματα και επίσης θα επιδείξουν σεβασμό προς το τεκμήριο της αθωότητας ατόμων που φέρονται να εμπλέκονται στην υπόθεση. 14/12.2011
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
25/12
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
20/11/2012
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (25/11/10/2012) από τον Αρχηγό της Αστυνομίας εναντίον της εφημερίδας «Πολίτης» για δημοσίευμα στις 5 Οκτωβρίου, 2012, αναφορικά με υπόθεση παράτασης διαθεσιμότητας δύο αστυνομικών για ανάρμοστη συμπεριφορά λόγω φερόμενης εμπλοκή τους σε επεισόδιο σε δημόσιο χώρο Το επίμαχο δημοσίευμα, υπό τον τίτλο «Εκδικητικές διώξεις με κόστος για τους φορολογούμενους-Πληρώνουμε τις εμμονές,» αρχίζει με την ακόλουθη εισαγωγή: «Ο Αρχηγός Αστυνομίας, όταν επιθυμεί, «διυλίζει τον κώνωπα» ενώ σε άλλες περιπτώσεις δεν έχει πρόβλημα να «καταπιεί την κάμηλον». «Χαρακτηριστική είναι περίπτωση του κυνηγητού εναντίον δύο αστυνομικών τους οποίους επιμένει να καταδιώκει ακόμα και παρά τις δικαστικές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί, ενώ την ίδια στιγμή «κάνει έρευνες» για περιπτώσεις όπως τον ξυλοδαρμό αλλοδαπού από μέλη της προεδρικής φρουράς, χωρίς να τολμά να αγγίξει οποιονδήποτε. Την ίδια τακτική επιδεικνύει και έναντι ανώτερου αξιωματικού, ο οποίος κυκλοφορεί μεθυσμένος, πυροβολεί και βρίζει δημοσίως αστυνομικούς. Πόση εμπάθεια πια;» Στη συνέχεια το δημοσίευμα αναφέρεται σε ακύρωση της διαθεσιμότητας των δυο αστυνομικών από το Ανώτατο Δικαστήριο, την οποία χαρακτήρισε «δικαστικό χαστούκι», ενώ εναντίον της διαθεσιμότητας είχε εκδοθεί προσωρινό διάταγμα, το οποίο, μετά από άρνηση του Γενικού Εισαγγελέα να το υποστηρίξει, έγινε οριστικό. Η εφημερίδα, υπό τον υπότιτλο «αστειότητες» ανέφερε ότι η δικαιολογία του Αρχηγού για το νέο διάταγμα, δηλαδή «για να μην επηρεάσουν μαρτυρίες «προκαλεί γέλωτα, αφού η πειθαρχική υπόθεση έχει σχεδόν ολοκληρωθεί και συνεπώς δεν μπορούν να επηρεαστούν μάρτυρες», δεδομένου μάλιστα ότι οι δύο αστυνομικοί μέχρι πριν από δύο ημέρες βρίσκονταν στην υπηρεσία τους. Ο Αρχηγός Αστυνομίας παραπονέθηκε ότι η εφημερίδα έκαμε αναφορά «σε δήθεν εκδικητικότητα προς τα δύο μέλη της Αστυνομίας» και ότι «οι ενέργειες στις οποίες προέβη ο Αρχηγός Αστυνομίας στο πλαίσιο διερεύνησης της καταγγελίας, παρουσιάζονται με παραπλανητικό, αρνητικό αλλά και ειρωνικό τρόπο, αφού αφήνονται αρκετές αιχμές στο πρόσωπο του για δήθεν εκδικητικότητα και λανθασμένο τρόπο χειρισμού». Επίσης ανέφερε ότι από τα δημοσιεύματα «γεννιούνται αρκετοί προβληματισμοί ως προς τα κίνητρα των συντακτών των άρθρων αυτών» και ότι «εύλογα διερωτάται κανείς ποιος είναι ο στόχος των συντακτών τους, όταν μάλιστα παρουσιάζουν μια παραπλανητική και αρνητική εικόνα εναντίον του Αρχηγού της Αστυνομίας, ως θεσμού». Περαιτέρω υποστήριξε ότι «ανυπόστατα δημοσιεύματα που καταφέρονται με αρνητικό και ειρωνικό τρόπο εναντίον του Αρχηγού Αστυνομίας… πλήττουν τόσο το πρόσωπο του Αρχηγού Αστυνομίας, όσο και το κύρος, την εικόνα και την αποστολή της Αστυνομίας» Η εφημερίδα απάντησε με μακρά επιστολή της, στην οποία επισύναψε έγγραφα και δημοσιεύματα για τεκμηρίωση των θέσεών της. Αφού παρέθεσε τα γεγονότα της υπόθεσης, η εφημερίδα ανέφερε πως οι θέσεις και οι χαρακτηρισμοί της ήταν δικαιολογημένοι για τους ακόλουθους λόγους: Ο χαρακτηρισμός «εμμονές» αντικατοπτρίζει τις ενέργειες του αρχηγού αστυνομίας ο οποίος: Διέταξε πειθαρχική έρευνα χωρίς να υπάρχει παράπονο και παραπονούμενος. Απέρριψε τις εισηγήσεις δύο ερευνώντων αξιωματικών που αποφάνθηκαν ότι δεν υπήρχε υπόθεση και διόρισε τρίτο, ο οποίος - ας σημειωθεί είχε προαχθεί λίγο νωρίτερα από τον κ. Παπαγεωργίου - και υποστήριξε πως προέκυπταν στοιχεία για πειθαρχική δίωξη. Μετά την παρέλευση τριμήνου, αποφάσισε να παρατείνει την διαθεσιμότητα των δύο αστυνομικών. Απέστειλε επιστολή στον Πρόεδρο του Ανωτάτου Δικαστηρίου καταγγέλλοντας τον Ανώτατο Δικαστή Α. Κραμβή γιατί εξέδωσε προσωρινό διάταγμα αναστολής της απόφασης του για παράταση της διαθεσιμότητας. Δεν δέχθηκε την εισήγηση του Γενικού Εισαγγελέα να ακυρώσει την απόφαση του για παράταση της διαθεσιμότητας. Επέμεινε στην εκδίκαση της υπόθεσης παρά το ότι ο Γενικός Εισαγγελέας αρνήθηκε να τον εκπροσωπήσει. Επέμεινε στην εκδίκαση της υπόθεσης παρά το ότι αρνήθηκε και ο κ. Σάββας Μάτσας, να τον εκπροσωπήσει ως ιδιώτης δικηγόρος. Μία ημέρα πριν από την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, για ακύρωση της απόφασης για παράταση της διαθεσιμότητας, έθεσε εκ νέου τους δύο αστυνομικούς σε διαθεσιμότητα με αναδρομική ισχύ. Σε άλλες περιπτώσεις, δεν επεδείχθη η ίδια «ευαισθησία» από τον αρχηγό αστυνομίας. Στην περίπτωση αξιωματικού που πυροβολούσε στο αέρα και κυκλοφορούσε μεθυσμένος, δεν υπήρξε απόφαση για διαθεσιμότητα. Το ίδιο συνέβη και στην υπόθεση μελών της Προεδρικής Φρουράς που ξυλοκόπησαν αλλοδαπό στην μέση του δρόμου και στη συνέχεια τον μετέφεραν στο Προεδρικό μέγαρο. Επίσης ανέφερε ότι τα δικαστικά έξοδα τα επωμίζεται η Δημοκρατία και συνεπώς ο φορολογούμενος, ενώ οι δύο αστυνομικοί αμείβονταν με το ήμισυ του μισθού τους χωρίς εργάζονται για όσο χρόνο βρίσκονταν σε διαθεσιμότητα και ότι ενδεχόμενες νέες δικαστικές ακροάσεις θα βαρύνουν και πάλι το δημόσιο. Η εφημερίδα ανέφερε ότι δεν επικοινώνησε με τον Αρχηγό της Αστυνομίας πριν από το δημοσίευμα της 5ης Οκτωβρίου 2012, γιατί η επικοινωνία δεν κρίθηκε σκόπιμη, καθώς ο δημοσιογράφος, είχε στην κατοχή του όλα τα σχετικά στοιχεία. Επί πλέον επικαλέστηκε το γεγονός πως «διαχρονικά ο αρχηγός της αστυνομίας τηρεί μια αρνητική στάση έναντι των δημοσιογράφων» , ότι μόλις ανέλαβε τα καθήκοντά του προειδοποίησε πως θα μπορούσε να κάνει χρήση του νόμου για «διασπορά ψευδών ειδήσεων», ότι συχνά δημοσιογράφοι καλούντα να δώσουν καταθέσεις για διάφορα δημοσιεύματά τους και ότι είχε εκδώσει εγκύκλιο με την οποία απειλούσε τους αστυνομικούς που μιλούν με δημοσιογράφους με πειθαρχικά μέτρα. Η εφημερίδα υποστήριξε ότι «τους διαύλους επικοινωνίας τους παρεμποδίζει ο ίδιος με την όλη στάση του.» Η Επιτροπή αποφάσισε ότι δεν θα ήταν σκόπιμο να υπεισέλθει στις λεπτομέρειες για τα γεγονότα σχετικά με τα οποία οι δύο αστυνομικοί τέθηκαν σε διαθεσιμότητα, τα οποία και κατά τον ουσιώδη χρόνο αποτελούσαν αντικείμενο διερεύνησης αρμοδίων οργάνων. Περαιτέρω διαπίστωσε ότι δεν υπάρχουν ανακρίβειες στις πληροφορίες που δημοσίευσε η εφημερίδα, οι οποίες άλλωστε δεν αμφισβητήθηκαν ρητώς από τον παραπονούμενο, και έκρινε πως δεν υπήρξε πρόθεση να δοθεί παραπλανητική εικόνα. Η Επιτροπή αποφάσισε επίσης ότι στο πλαίσιο του δικαιώματος της ελευθερίας έκφρασης η εφημερίδα είχε δικαίωμα να κρίνει και να επικρίνει τις ενέργειες του Αρχηγού της Αστυνομίας, ως δημοσίου προσώπου, ακόμη και με ειρωνικό ή σατιρικό ύφος, νοουμένου ότι δεν θα παραβίαζε την πρόνοια του άρθρου 12 του Κώδικα περί αποφυγής χλευασμού, διαπόμπευσης ή διασυρμού. Στην προκειμένη περίπτωση κρίθηκε ότι το περιεχόμενο του δημοσιεύματος, έστω και αν θεωρηθεί ότι το ύφος του ήταν ειρωνικό ή επικριτικό, δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ως παραβίαση των προνοιών του άρθρου 12, δεδομένου ότι το δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης περιλαμβάνει την άσκηση κριτικής για πράξεις ή παραλείψεις δημοσίων προσώπων ή οργάνων και θεσμών. Το θέμα που εγείρεται είναι κατά πόσο η άσκηση κριτικής έγινε με αντικειμενικό τρόπο και ειδικότερα εάν παραχωρήθηκε στον Αρχηγό της Αστυνομίας η ευκαιρία να παραθέσει τις θέσεις του επί του θέματος. Ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας ορίζει ότι «τα Μ.Μ.Ε. παρέχουν στους επηρεαζομένους, στην κατάλληλη περίπτωση και ιδιαιτέρως όταν έχουν υποστεί επίθεση, την ευκαιρία να απαντήσουν…». Πάγια θέση της Επιτροπής είναι ότι οσάκις τα ΜΜΕ δημοσιεύουν πληροφορίες που αφορούν σε άτομα και σε ενέργειές τους και πολύ περισσότερο όταν ταυτόχρονα προβαίνουν σε σχολιασμό και κριτική με βάση τις πληροφορίες που δημοσιεύουν, οφείλουν να τηρούν τον κανόνα της αντίκρουσης, δηλαδή να ζητούν την απάντηση ή τα σχόλια του άμεσα επηρεαζομένου για ταυτόχρονη δημοσίευση. Συνακόλουθα, η Επιτροπή κατέληξε στην απόφαση ότι το δημοσίευμα της εφημερίδας, συνιστούσε παραβίαση της πρόνοιας του άρθρου 2 του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί παραχώρησης του δικαιώματος απάντησης στους άμεσα επηρεαζομένους, επειδή δεν ζητήθηκαν οι θέσεις του Αρχηγού της Αστυνομίας για σχολιασμό των πληροφοριών και των σε βάρος του επικριτικών εικασιών που αφορούσαν σε ενέργειές του, για ταυτόχρονη δημοσίευση. Οι λόγοι που επικαλείται η εφημερίδα για τη μη επικοινωνία της με τον Αρχηγό της Αστυνομίας δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτοί ως επαρκής λόγος για την παράλειψη. Ούτε ενδεχόμενη προηγούμενη άρνησή του να έχει επικοινωνία με δημοσιογράφους, ούτε η κατ’ ισχυρισμό διαχρονικά αρνητική ή απειλητική στάση του προς τους δημοσιογράφους ή προς αστυνομικούς που μιλούν σε δημοσιογράφους μπορούν να δικαιολογήσουν την παράλειψη μιας επιβεβλημένης ενέργειας, κατά παράβαση μιας από τις πιο βασικές πρόνοιες του Κώδικα δημοσιογραφικής δεοντολογίας, που είναι συνυφασμένη με το δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης. Τα ΜΜΕ και οι δημοσιογράφοι έχουν υποχρέωση να τηρούν τον Κώδικα έστω και αν θεωρούν ότι άλλοι τηρούν απέναντί τους στάση αρνητική ή απαξιωτική. Η Επιτροπή σημειώνει ότι ο Αρχηγός της Αστυνομίας διατηρεί το δικαίωμα της απάντησης και μπορεί να διαβιβάσει στην εφημερίδα της θέσεις του για το όλο θέμα για δημοσίευση, με βάση το άρθρο 2 του Κώδικα.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
28/12
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
20/11/2012
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε αίτημα του Αρχηγού της Αστυνομίας (υπόθεση 28/8/10/2012) για ανάληψη ενεργειών από μέρους της Επιτροπής σε σχέση με φερόμενη άρνηση του δημοσιογράφου Χρύσανθου Τσουρούλη να αποκαλύψει πληροφορίες για άτομα που πιθανό να εμπλέκονται σε κύκλωμα διακίνησης λαθρομεταναστών. Όπως ανέφερε ο Αρχηγός της Αστυνομίας, κατά τη διάρκεια της εκπομπής «60 λεπτά» του τηλεοπτικού σταθμού ΣΙΓΜΑ την 1η Δεκεμβρίου, 2010, έγινε λόγος από το δημοσιογράφο για κύκλωμα διακίνησης λαθρομεταναστών από τις κατεχόμενες προς τις ελεύθερες περιοχές της Κύπρου, με σκοπό την εξασφάλιση επιδομάτων από την Κυπριακή Δημοκρατία, με τη συνδρομή και βοήθεια δικηγόρων, λειτουργών του Γραφείου Ευημερίας, καθώς και μελών της Αστυνομίας. Σύμφωνα με την επιστολή του Αρχηγού της Αστυνομίας, ο δημοσιογράφος ανέφερε πως ήταν διατεθειμένος να παραδώσει στην Αστυνομία τα στοιχεία που κατείχε. Ο Αρχηγός της Αστυνομίας ανέφερε ότι δόθηκαν οδηγίες στο Τμήμα Ανιχνεύσεως Εγκλημάτων Αρχηγείου για διερεύνηση των ισχυρισμών που προβλήθηκαν και στις 15/10/12 ανακριτές συναντήθηκαν με το δημοσιογράφο Χρύσανθο Τσουρούλη, ο οποίος αρνήθηκε να δώσει οποιαδήποτε στοιχεία που σχετίζονται με την υπόθεση, επικαλούμενος το δημοσιογραφικό απόρρητο. Με τη συμπλήρωση των εξετάσεων, ο φάκελος υποβλήθηκε στο Γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα, ο οποίος έδωσε οδηγίες όπως ενημερωθούν η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας και η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης σχετικά με την ακόλουθη παράγραφο που περιλαμβάνεται στην απάντησή του προς την Αστυνομία: «Εκείνο όμως που πρέπει να απασχολήσει τους πιο πάνω είναι το κατά πόσο με τη στάση τους βοηθούν στην τιμωρία των παρανομούντων Λειτουργών του Δημοσίου και στην εξάλειψη τέτοιων φαινομένων. Επίσης, θα πρέπει να τους απασχολήσει και το ενδεχόμενο με τη στάση τους αυτή, κατά πόσο συνεργούν σε προβολή/παρουσίαση θεμάτων που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα αλλά αποσκοπούν εκ μέρους των δημοσιογράφων ή των Σταθμών σε αλλότριους σκοπούς και εξυπηρέτηση ιδιοτελών συμφερόντων». Ο Αρχηγός της Αστυνομίας ζήτησε τη λήψη οποιωνδήποτε ενεργειών στο πλαίσιο της αρμοδιότητας της Επιτροπής. Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας ξεκαθαρίζει ευθύς εξ αρχής ότι οι όροι εντολής και οι αρμοδιότητές της καταγράφονται στον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, που αποτελούν και το αποκλειστικό κριτήριο των αποφάσεων και ενεργειών της. Η Επιτροπή εξέτασε το θέμα επισταμένα γιατί άπτεται τόσο των υποχρεώσεων των ΜΜΕ και των δημοσιογράφων όσο και των ουσιωδών δικαιωμάτων τους. Στο πλαίσιο της εξέτασης του θέματος, η Επιτροπή ζήτησε πληροφόρηση από τον κ. Τσουρούλη, ο οποίος απάντησε ότι πράγματι στη διάρκεια της εκπομπής ανέφερε ότι ήταν πρόθυμος να δώσει ονόματα των φερομένων ως εμπλεκομένων στην Αστυνομία και να συμβάλει στην τιμωρία τους. Ο κ. Τσουρούλης είπε ακόμη ότι είναι πρόθυμος να πράξει αυτό που είπε, στο βαθμό όμως που δεν θα ζητηθούν ενέργειες από μέρους του, που θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο την προσωπική του ασφάλεια και την ασφάλεια των μελών της οικογένειάς του. Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας διαπίστωσε ότι, με βάση τις πρόνοιες του Κώδικα, έχει αρμοδιότητα να εκδίδει αποφάσεις επί παραπόνων αλλά δεν έχει εξουσία να δώσει οδηγία σε οποιοδήποτε ΜΜΕ ή δημοσιογράφο να προβεί σε συγκεκριμένη ενέργεια. Περαιτέρω, διαπίστωσε πως ο Κώδικας δεν περιέχει οποιαδήποτε πρόνοια που να αναφέρεται σε υποχρέωση των δημοσιογράφων να παρέχουν στις αρχές πληροφορίες που συνέλεξαν στο πλαίσιο της εργασίας τους για άτομα που εμπλέκονται σε εγκλήματα. Η μόνη υποχρέωση των δημοσιογράφων που πηγάζει από τον Κώδικα είναι να επιδεικνύουν ευαισθησία σε θέματα που αφορούν στην εθνική ασφάλεια και να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί και διακριτικοί στην παρουσίαση θεμάτων όπως η βία, το έγκλημα, τα σεξουαλικά παραπτώματα, ο ανθρώπινος πόνος και ο θάνατος. Στην προκειμένη περίπτωση δεν υπήρξε ισχυρισμός ότι τα αναφερόμενα στην επιστολή του Αρχηγού της Αστυνομίας αδικήματα, δηλαδή της διακίνησης λαθρομεταναστών και της δόλιας εξασφάλισης επιδόματος, εμπίπτουν στη σφαίρα της εθνικής ασφάλειας ή ότι παραβιάστηκαν οι άλλοι όροι των της πιο πάνω πρόνοιας. Εξ άλλου, ο Κώδικας ορίζει ότι οι δημοσιογράφοι οφείλουν να τηρούν την επαγγελματική εχεμύθεια για την πηγή πληροφοριών που λήφθηκαν εμπιστευτικά και δεν υποχρεούνται να αποκαλύψουν την πηγή των πληροφοριών τους. Η Επιτροπή καθοδηγήθηκε επίσης από πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην υπόθεση δύο Ολλανδών δημοσιογράφων που είχαν κρατηθεί ύστερα από διάταγμα δικαστηρίων της χώρας τους για άρνησή τους να παραδώσουν έγγραφα τα οποία είχαν στην κατοχή τους. Τα έγγραφα αναφέρονταν σε έρευνες των Ολλανδικών μυστικών υπηρεσιών για ποινικά ζητήματα και ζητήθηκε η παράδοσή τους με σκοπό την ταυτοποίηση μέσω εξέτασης δακτυλικών αποτυπωμάτων των ατόμων που τους τα είχαν δώσει (υπόθεση Telegraaf Media Nederland Landelijke Media BV εναντίον Ολλανδίας). Στην υπόθεση αυτή το ΕΔΑΔ έκρινε ότι συνιστά παραβίαση του δικαιώματος σεβασμού στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή και του δικαιώματος στην ελευθερία της έκφρασης και πληροφόρησης ο εξαναγκασμός δημοσιογράφων από τις αρχές να αποκαλύπτουν τις πηγές πληροφοριών τους και επέβαλε πρόστιμο στην Ολλανδία. Εν όψει των ανωτέρω, η Επιτροπή έκρινε ότι δεν μπορεί να εμπλακεί με οποιοδήποτε τρόπο στο υπό αναφορά θέμα και ότι δεν μπορεί να ζητήσει από το δημοσιογράφο να αποκαλύψει στοιχεία που φέρεται να υποσχέθηκε στη διάρκεια της εκπομπής του ότι θα έδιδε στην Αστυνομία, πολύ περισσότερο αν τα στοιχεία αυτά θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην αποκάλυψη των πηγών του. Ως προς την προτροπή στο ανωτέρω απόσπασμα της επιστολής του Γενικού Εισαγγελέα για εξέταση θέματος ενδεχόμενης ανακρίβειας των πληροφοριών που μεταδόθηκαν στη διάρκεια της εκπομπής, η Επιτροπή αποφάσισε ότι δεν μπορεί να ασχοληθεί με το θέμα, γιατί ο Κώδικα προβλέπει πως παράπονα υποβάλλονται σε διάστημα 30 ημερών από φερόμενη παραβίαση προνοιών του.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
27/12
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
20/11/2012
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (27/16/10/2012) για δημοσίευμα της «Αλήθειας» στις 12 Οκτωβρίου, 2012, σχετικά με φερόμενη αυτοκτονία επιχειρηματία λόγω οικονομικών προβλημάτων, που υποβλήθηκε από τον πατέρα του φερόμενου ως αυτόχειρα. Η ειδησεογραφία της εφημερίδας, κάτω από ολοσέλιδο τίτλο στην πρώτη σελίδα με παραπομπή σε εσωτερική της σελίδα, ανέφερε πως η οικονομική κρίση και οι οικονομικές δυσκολίες οδήγησαν τον επιχειρηματία στην αυτοκτονία. Η εφημερίδα δημοσίευσε την ηλικία του, την πόλη και τον τομέα επιχειρηματικής δραστηριότητας του και επίσης έγραψε ότι επρόκειτο για τη δεύτερη παρόμοια αυτοχειρία σε μερικούς μήνες για τους ίδιους λόγους. Η εφημερίδα επικαλέστηκε δηλώσεις του αδελφού του φερόμενου ως αυτόχειρα ότι δεχόταν πιέσεις από την τράπεζα με την οποία συνεργαζόταν να καταβάλει τη δόση του δανείου του. Επίσης επικαλέστηκε πληροφορίες από μη προσδιοριζόμενη πηγή σύμφωνα με τις οποίες η γυναίκα υπάλληλος της τράπεζας συνέδεσε την αυτοκτονία με τις πιέσεις που ασκούσε η ίδια για τις οικονομικές του εκκρεμότητες και αυτό την επηρέασε ψυχολογικά. Η εφημερίδα δημοσίευσε λεπτομέρειες του τρόπου αυτοκτονίας, που όπως ανέφερε, ήταν ο ίδιος με εκείνο της προηγούμενης αυτοχειρίας. Εξ άλλου, παρέθεσε απόψεις ψυχολόγου, ο οποίος συμβούλευσε ότι δεν πρέπει να τονίζονται ιδιαίτερα τέτοιες περιπτώσεις, γιατί υπάρχουν πρόσωπα που μπορούν εύκολα να ταυτιστούν και να φθάσουν στην απονενοημένη πράξη. Παραθέτοντας τις θέσεις της επί του θέματος, η εφημερίδα ανέφερε ότι τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπιζε ο επιχειρηματίας δεν ήταν άσχετα με τη γενικότερη οικονομική κρίση, όπως και οι πιέσεις της τράπεζας. Περαιτέρω ανέφερε ότι η εφημερίδα δημοσιεύει ειδήσεις για αυτοκτονίες σε εξαιρετικές περιπτώσεις και πως στην προκειμένη περίπτωση δεν αποκάλυψε το όνομα του επιχειρηματία. Η εφημερίδα έγραψε ότι περιπτώσεις αυτοκτονιών λόγω της οικονομικής κρίσης αποτελούν πολύ μεγάλο κοινωνικό γεγονός με σοβαρότατες επιπτώσεις και ως εκ τούτου ένα αξιόπιστο μέσο ενημέρωσης που σέβεται τον εαυτό του και τους αναγνώστες του δεν μπορεί να το αγνοήσει. Επίσης διατύπωσε τη θέση πως το ενδεχόμενο η οικονομική κρίση να οδηγεί συμπατριώτες μας σε απονενοημένες πράξεις είναι θέμα που πρέπει να εξεταστεί, με σκοπό να ληφθούν μέτρα αποτροπής. Η Επιτροπή, αφού εξέτασε το περιεχόμενο του δημοσιεύματος και τις θέσεις της εφημερίδας αποφάσισε ότι οι περιπτώσεις αυτοκτονίας ανθρώπων λόγω της οικονομικής κρίσης μπορούν να υπαχθούν στις εξαιρετικές περιπτώσεις, για τις οποίες ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας προβλέπει ότι τα ΜΜΕ μπορούν να δημοσιεύσουν ειδήσεις. Πέραν τούτου, όμως, η Επιτροπή τονίζει πως όταν τα ΜΜΕ ασχολούνται με θέματα αυτοκτονίας, θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη το σύνολο των συναφών προνοιών του εδαφίου 3 του άρθρου 5, του Κώδικα, το οποίο ορίζει πως πρέπει να επιδεικνύεται ευαισθησία και ιδιαίτερη προσοχή για αποφυγή λεπτομερειών για τη μέθοδο, ακόμα και όταν οι πληροφορίες προέρχονται από προνομιούχο διαδικασία, που περιλαμβάνει και τη δικαστική ακρόαση. Στην προκειμένη περίπτωση, η εφημερίδα δημοσίευσε στοιχεία που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην ταυτότητα του φερόμενου ως αυτόχειρα, καθώς και πληροφορίες για τον τρόπο αυτοκτονίας όχι μόνο του επιχειρηματία, αλλά και άλλου ατόμου που φέρεται επίσης να αυτοκτόνησε μερικούς μήνες προηγουμένως με τον ίδιο τρόπο. Η Επιτροπή έκρινε πως η δημοσίευση πληροφοριών για τον τρόπο αυτοκτονίας αντιβαίνει στη ρητή διάταξη του άρθρου 5 του Κώδικα. Περαιτέρω, η Επιτροπή, έχοντας πάρει πρόσθετες πληροφορίες για τους πιθανούς λόγους της φερόμενης αυτοκτονίας και λαμβάνοντας υπόψη την πρόνοια του άρθρου 1 του Κώδικα, που ορίζει ότι «τα Μ.Μ.Ε. μεριμνούν ώστε να μη δημοσιεύονται ανακριβείς, παραπλανητικές, φανταστικές ή διαστρεβλωτικές της αλήθειας ειδήσεις, πληροφορίες ή σχόλια», προβληματίστηκε σοβαρά γύρω από το θέμα της ακρίβειας των πληροφοριών της εφημερίδας ότι τα οικονομικά προβλήματα λόγω της κρίσης ή και οι πιθανές πιέσεις από την Τράπεζα ήταν οι αποκλειστικοί λόγοι για την πράξη. Δεν αμφισβητείται πως συγγενικό άτομο του επιχειρηματία δυνατό να ανέφερε ότι ο φερόμενος ως αυτόχειρας αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα λόγω της κρίσης, όμως άλλα συγγενικά άτομα έκαμαν αναφορά στην ύπαρξη άλλων ή πρόσθετων λόγων, πέραν των οικονομικών δυσκολιών και της πίεσης της Τράπεζας, που ενδεχομένως να συνέβαλαν πολύ περισσότερο στο απονενοημένο διάβημα. Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι πληροφορίες για τους λόγους της αυτοκτονίας προερχόμενες από άτομα που βρίσκονταν ακόμη κάτω από τη φόρτιση του γεγονότος και σχεδόν αμέσως μετά το γεγονός, χωρίς προηγούμενη διερεύνηση ή στην απουσία αδιαμφισβήτητης μαρτυρίας, είναι δυνατό να συνιστούσαν προϊόν εικασιών ή ελλιπούς γνώσης. Δεδομένης της ύπαρξης άλλων πληροφοριών για τα πιθανά αίτια της φερόμενης αυτοχειρίας και στην απουσία πορίσματος δικαστικής θανατικής ανάκρισης, ή σαφούς και μη αμφισβητούμενης μαρτυρίας για τα αίτια της φερόμενης αυτοχειρίας, η Επιτροπή έκρινε ότι η δημοσίευση πληροφοριών για τα αίτια της φερόμενης αυτοχειρίας ήταν ασυμβίβαστη με τις πρόνοιες του άρθρου 1του Κώδικα περί της υποχρέωσης δημοσίευσης εξακριβωμένων πληροφοριών, καθώς εκείνων του άρθρου 14 του Κώδικα περί της υποχρέωσης των δημοσιογράφων να βεβαιώνονται ότι οι πηγές πληροφόρησής τους και οι πληροφορίες που παρέχουν είναι έγκυρες. Η Επιτροπή έκρινε ότι η εφημερίδα ορθώς περιέλαβε την άποψη ψυχολόγου γύρω από το θέμα των αυτοκτονιών, δηλαδή πως δεν πρέπει τα ΜΜΕ να τονίζουν ιδιαίτερα τέτοιες περιπτώσεις, γιατί υπάρχουν άτομα που μπορούν να ταυτιστούν με την απονενοημένη πράξη, αλλά διαπίστωσε ότι δυστυχώς έπραξε ακριβώς το αντίθετο, δημοσιεύοντας τις πληροφορίες της με πηχυαίους τίτλους και με εντυπωσιακό τρόπο, μη επιδεικνύοντας την επιβαλλόμενη από το άρθρο 5 του Κώδικα επιβαλλόμενη ευαισθησία και προσοχή στο χειρισμό θεμάτων αυτοκτονίας.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
24/12
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
20/11/2012
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (24/11/10/2012) από τον Αρχηγό της Αστυνομίας εναντίον της εφημερίδας «Αλήθεια» για δημοσιεύματα στις 4 και 5 Οκτωβρίου, 2012, αναφορικά με υπόθεση διαθεσιμότητας δύο αστυνομικών για ανάρμοστη συμπεριφορά λόγω φερόμενης εμπλοκής τους επεισόδιο σε δημόσιο χώρο. Το πρώτο δημοσίευμα της «Αλήθειας» υπό τον τίτλο «Η εκδίκηση… του αρχηγού» ανέφερε ότι ο Αρχηγός της Αστυνομίας, με ξαφνική απόφασή του έθεσε σε διαθεσιμότητα τους δύο αστυνομικούς που φέρονταν να εμπλέκονται σε επεισόδιο σε εστιατόριο στη Λάρνακα, μια μέρα πριν από την ορισθείσα έκδοση απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε προσφυγή τους εναντίον της διαθεσιμότητας, γεγονός που, όπως έγραψε η εφημερίδα, οι ίδιοι θεωρούσαν ως εκδικητική στάση. Η εφημερίδα παρέθεσε το ιστορικό της υπόθεσης από τις 2 Δεκεμβρίου, 2011 και σε φερόμενες ενέργειες του Αρχηγού της Αστυνομίας. Το δεύτερο δημοσίευμα, στις 5 Οκτωβρίου, 2012, υπό τον τίτλο «Χαστούκι Ανωτάτου στον Αρχηγό» παρέθεσε την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου που εκδόθηκε την προηγούμενη ημέρα, με την οποία ακυρώθηκε η απόφαση του Αρχηγού της Αστυνομίας ημερομηνίας 2ας Μαρτίου, 2012, να παρατείνει τη διαθεσιμότητα των δύο αστυνομικών μέχρι την περάτωση της εις βάρος τους πειθαρχικής έρευνας. Η αιτιολογία του Δικαστηρίου ήταν ότι στη σχετική πράξη δεν αναγράφονταν ειδικοί λόγοι στη βάση των οποίου θα μπορούσε νομίμως να δικαιολογηθεί η απόφαση για παράταση της περιόδου διαθεσιμότητας. Η εφημερίδα παρέθεσε το ιστορικό της υπόθεσης όπως αναφέρθηκε στην απόφαση του Δικαστηρίου. Σύμφωνα με το ιστορικό αυτό, οι δύο αστυνομικοί είχαν αρχικά τεθεί σε διαθεσιμότητα για περίοδο τριών μηνών, μετά το επεισόδιο στη Λάρνακα. Η διαθεσιμότητά τους παρατάθηκε και εναντίον της σχετικής απόφασης οι δύο αστυνομικοί κατέθεσαν προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο, που τους δικαίωσε με την προαναφερθείσα απόφασή του. Οι δύο αστυνομικοί τέθηκαν εκ νέου σε διαθεσιμότητα μιαν ημέρα πριν από την έκδοση της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου, με το αιτιολογικό ότι ήταν αναγκαία για να μην επηρεάσουν μάρτυρες ή να καταστρέψουν τεκμήρια. Η εφημερίδα έγραψε επίσης ότι ο Αρχηγός της Αστυνομίας διέταξε τρεις συνολικά πειθαρχικές έρευνες εναντίον τους, αφού στις δύο πρώτες οι ερευνώντες λειτουργοί αποφάνθηκαν ότι δεν προέκυπτε υπόθεση εις βάρος τους. Επίσης ανέφερε ότι η νομική υπηρεσία διαφώνησε με τους χειρισμούς του Αρχηγού της Αστυνομίας και αρνήθηκε να τον εκπροσωπήσει στο Ανώτατο Δικαστήριο, ενώ ιδιώτης νομικός, πρώην μέλος της νομικής υπηρεσίας, επίσης αποχώρησε. Εξ άλλου, ανέφερε ότι ο Τούρκος που ενεπλάκη στο επεισόδιο καταζητείτο από την αστυνομία για σοβαρά εγκλήματα. Οι δύο αστυνομικοί, σύμφωνα με την είδηση, εξακολουθούσαν να βρίσκονται σε διαθεσιμότητα εν όψει της εκκρεμούσης πειθαρχικής έρευνας από τρίτο ερευνώντα αξιωματικό. Ο συντάκτης της είδησης Γιώργος Μιχαηλίδης έγραψε ότι πριν από την είδηση της 5ης Οκτωβρίου επικοινώνησε με το Αρχηγείο της Αστυνομίας ζητώντας τη θέση του Αρχηγού για το όλο θέμα, αλλά του λέχθηκε ότι ο Αρχηγός δεν ήθελε να σχολιάσει ο,τιδήποτε. Ο Αρχηγός Αστυνομίας παραπονέθηκε ότι η εφημερίδα έκαμε αναφορά «σε δήθεν εκδικητικότητα προς τα δύο μέλη της Αστυνομίας» και ότι «οι ενέργειες στις οποίες προέβη ο Αρχηγός Αστυνομίας στο πλαίσιο διερεύνησης της καταγγελίας, παρουσιάζονται με παραπλανητικό, αρνητικό αλλά και ειρωνικό τρόπο, αφού αφήνονται αρκετές αιχμές στο πρόσωπο του για δήθεν εκδικητικότητα και λανθασμένο τρόπο χειρισμού». Επίσης ανέφερε ότι από τα δημοσιεύματα «γεννιούνται αρκετοί προβληματισμοί ως προς τα κίνητρα των συντακτών των άρθρων αυτών» και ότι «εύλογα διερωτάται κανείς ποιος είναι ο στόχος των συντακτών τους, όταν μάλιστα παρουσιάζουν μια παραπλανητική και αρνητική εικόνα εναντίον του Αρχηγού της Αστυνομίας, ως θεσμού». Επίσης ανέφερε ότι «ανυπόστατα δημοσιεύματα που καταφέρονται με αρνητικό και ειρωνικό τρόπο εναντίον του Αρχηγού Αστυνομίας… πλήττουν τόσο το πρόσωπο του Αρχηγού Αστυνομίας, όσο και το κύρος, την εικόνα και την αποστολή της Αστυνομίας». Ο συντάκτης της είδησης, Γιώργος Μιχαηλίδης, παραθέτοντας τις θέσεις του επί του θέματος, ανέφερε ότι εκ των υστέρων αποδείχθηκε ότι οι πληροφορίες που είχε συλλέξει ήταν ορθές και ότι τα δύο ρεπορτάζ ακριβή, έγκυρα και αξιόπιστα. Επίσης ανέφερε ότι όταν εξασφάλισε τις πληροφορίες του επικοινώνησε και στις δύο περιπτώσεις με το γραφείο Τύπου του Αρχηγείου της Αστυνομίας ζητώντας την άποψη του Αρχηγού, αλλά του λέχθηκε ότι δεν ήθελε να σχολιάσει ο,τιδήποτε. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι δεν θα ήταν σκόπιμο να υπεισέλθει σε κρίση επί των λεπτομερειών ως προς τα γεγονότα σχετικά με τα οποία οι δύο αστυνομικοί τέθηκαν σε διαθεσιμότητα, τα οποία και κατά τον ουσιώδη χρόνο αποτελούσαν αντικείμενο διερεύνησης από αρμόδια όργανα. Περαιτέρω διαπίστωσε ότι δεν υπάρχουν ανακρίβειες στις πληροφορίες που δημοσίευσε η εφημερίδα, οι οποίες άλλωστε δεν αμφισβητήθηκαν ρητώς από τον παραπονούμενο, ούτε και παραπλάνηση. Ως εκ τούτου έκρινε ότι οι θέσεις του Αρχηγού της Αστυνομίας ως προς τα κίνητρα, το ύφος και τις συνέπειες από δημοσιεύματα που δεν ήταν ανακριβή δεν μπορούσαν να ευσταθήσουν, δεδομένου ότι στο πλαίσιο του δικαιώματος της ελευθερίας έκφρασης η εφημερίδα είχε δικαίωμα να κρίνει και να επικρίνει ενέργειες του Αρχηγού της Αστυνομίας, ως δημοσίου προσώπου, ακόμη και με ειρωνικό ύφος ή σατιρική διάθεση, νοουμένου ότι δεν θα παραβίαζε την πρόνοια του άρθρου 12 του Κώδικα περί αποφυγής χλευασμού, διαπόμπευσης ή διασυρμού. Στην προκειμένη περίπτωση κρίθηκε ότι το περιεχόμενο του δημοσιεύματος, έστω και αν θεωρηθεί ότι το ύφος του ήταν ειρωνικό ή επικριτικό, δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι συνιστούσε χλευασμό, (δηλαδή υβριστική ή περιφρονητική κοροϊδία, ή περίγελο), διαπόμπευση ή διασυρμό. Το δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης περιλαμβάνει την άσκηση κριτικής και επίκρισης για πράξεις ή παραλείψεις δημοσίων προσώπων ή οργάνων που μπορούν να θεωρηθούν ως θεσμοί, ακόμη και με ειρωνικό ύφος. Κατά συνέπεια, απομένει να εξετασθεί κατά πόσο το δικαίωμα της κριτικής ασκήθηκε με αντικειμενικό τρόπο και αν τηρήθηκαν οι υποχρεώσεις που είναι άρρηκτα συνυφασμένες με το δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης, δηλαδή αν παραχωρήθηκε στον Αρχηγό της Αστυνομίας η ευκαιρία να παραθέσει τις απόψεις του, για δύο λόγους: Ο πρώτος είναι ότι στο δημοσίευμα της 4ης Οκτωβρίου παρατίθενται γεγονότα τα οποία αποτελούν τη βάση έκφρασης γνώμης και κριτικής για τις ενέργειές του με την παρουσίαση της διαθεσιμότητας των δύο αστυνομικών ως ξαφνικής και εκδικητικής (τίτλος: «Η εκδίκηση… του αρχηγού») ενώ στο δημοσίευμα της 5ης Οκτωβρίου, 2012, η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου για τερματισμό της διαθεσιμότητας κρίνεται ως «χαστούκι του Ανωτάτου στον Αρχηγό.» Ο δεύτερος λόγος είναι ότι στο δημοσίευμα της 4ης Οκτωβρίου παρατέθηκε η άποψη των δύο αστυνομικών ότι η στάση του Αρχηγού της Αστυνομίας ήταν εκδικητική προς αυτούς, χωρίς να υπάρχει και η δική του θέση. Ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας ορίζει ότι «τα Μ.Μ.Ε. παρέχουν στους επηρεαζομένους, στην κατάλληλη περίπτωση και ιδιαιτέρως όταν έχουν υποστεί επίθεση, την ευκαιρία να απαντήσουν…». Πάγια θέση της Επιτροπής είναι ότι οσάκις τα ΜΜΕ ασκούν κριτική βασισμένη σε πληροφορίες επί γεγονότων για τα οποία δεν υπάρχει αμφισβήτηση ή το τεκμήριο της γενικής αποδοχής ή δημοσιεύουν δηλώσεις άλλων που περιέχουν επίκριση για τρίτους, οφείλουν να τηρούν τον κανόνα της αντίκρουσης, δηλαδή να ζητούν και να παραθέτουν και τη θέση του άμεσα επηρεαζομένου για ταυτόχρονη δημοσίευση. Ο δημοσιογράφος Γιώργος Μιχαηλίδης υποστήριξε ότι επικοινώνησε με το Αρχηγείο της Αστυνομίας τόσο πριν από την είδηση της 4ης Οκτωβρίου, όσο και πριν από την είδηση της 5ης Οκτωβρίου.. Η θέση αυτή του δημοσιογράφου τέθηκε υπόψη του Αρχηγού της Αστυνομίας ο οποίος με επιστολή του απάντησε ότι «δεν υπάρχουν στοιχεία ότι ο συντάκτης των δύο άρθρων» αποτάθηκε στο Αρχηγείο Αστυνομίας για να ζητήσει τις θέσεις του. Περαιτέρω ανέφερε (σε σχέση με επιστολή του προς δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου) ότι μετά τη δημοσίευση των δύο ειδήσεων τηλεφώνησε ο ίδιος στο δημοσιογράφο και του ανέφερε απόψεις του σχετικά με το δικαίωμα του να σχολιάζει αποφάσεις ή δηλώσεις που επηρεάζουν αρνητικά το έργο που επιτελεί η Αστυνομία χωρίς ο δημοσιογράφος να δημοσιοποιήσει τη θέση του Αρχηγού της Αστυνομίας για το θέμα σε επόμενες εκδόσεις της εφημερίδας. Δεδομένου του γεγονότος ότι κατά την υποβολή του παραπόνου δεν αμφισβητήθηκε η πληροφορία που δημοσιεύθηκε στις 5 Οκτωβρίου ότι ο δημοσιογράφος είχε επικοινωνήσει με το αρχηγείο της Αστυνομίας, η Επιτροπή είναι υποχρεωμένη να δεχθεί τη θέση του συντάκτη της είδησης ότι ειδικά στην περίπτωση εκείνη είχε αποταθεί στο Αρχηγείο της Αστυνομίας. Συνακόλουθα, η Επιτροπή δε διαπίστωσε παραβίαση της πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί του δικαιώματος απάντησης στην περίπτωση του δημοσιεύματος στις 5 Οκτωβρίου. Ως προς το δημοσίευμα της 4ης Οκτωβρίου, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι αυτό πάσχει, είτε γίνει αποδεκτή η θέση του Αρχηγού της Αστυνομίας ότι δεν έγινε επικοινωνία, είτε τη θέση του δημοσιογράφου. Σε περίπτωση που δεν έγινε επικοινωνία, η Επιτροπή θεωρεί ότι υπήρξε παράλειψη να ζητηθούν οι θέσεις του άμεσα θιγομένου από το δημοσίευμα προσώπου πριν από τη δημοσίευση, κατά παράβαση της πρόνοιας περί παροχής του δικαιώματος απάντησης (άρθρο 2). Σε περίπτωση που ο δημοσιογράφος επικοινώνησε με το Αρχηγείο της Αστυνομίας, υπήρξε παράλειψη παροχής πλήρους ενημέρωσης λόγω παράλειψης ουσιώδους λεπτομέρειας, γιατί η θέση του Αρχηγού της Αστυνομίας επί του θέματος, έστω και άρνησή του να σχολιάσει τις πληροφορίες, συνιστούσε σημαντικό στοιχείο πληροφόρησης των αναγνωστών. Αυτό άλλωστε καταφαίνεται και από το γεγονός ότι η πληροφορία αυτή θεωρήθηκε σημαντική και περιλήφθηκε στην είδηση της 5ης Οκτωβρίου. Η Επιτροπή θεωρεί ότι η παράλειψη αυτή αντιβαίνει στην πρόνοια του Κώδικα, που ορίζει ότι «ο σεβασμός της αλήθειας και του δικαιώματος του πολίτη για αντικειμενική, ολοκληρωμένη και έγκυρη πληροφόρηση αποτελεί υποχρέωση όλων των Μέσων και των λειτουργών των». Περαιτέρω, η Επιτροπή διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 2 του Κώδικα περί παροχής του δικαιώματος απάντησης λόγω της παράλειψης δημοσίευσης των απόψεων του Αρχηγού τις Αστυνομίας τις οποίες παρέθεσε ο ίδιος στην τηλεφωνική του συνομιλία με το δημοσιογράφο. Η Επιτροπή σημειώνει ότι ο Αρχηγός της Αστυνομίας διατηρεί το δικαίωμα της απάντησης και μπορεί να διαβιβάσει στην εφημερίδα τις θέσεις του για το όλο θέμα για δημοσίευση στην εφημερίδα, με βάση το άρθρο 2 του Κώδικα.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
29/11
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
20/11/2012
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας αποφάσισε να κάμει αυτεπάγγελτη παρέμβαση στο θέμα του δικαιώματος της ελευθερίας έκφρασης και της προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τα ΜΜΕ και τους δημοσιογράφους με αφορμή δημοσιεύματα και μεταδόσεις που αναφέρονταν στον τρόπο άσκησης του δημοσιογραφικού λειτουργήματος (υπόθεση 29/26/11/2012), εκδίδοντας την ακόλουθη ανακοίνωση: Η σημασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και η ανάγκη για πρωταγωνιστικό ρόλο των ΜΜΕ στη γνώση γι’ αυτά, ως αναγκαίου προαπαιτούμενου για τη διεκδίκησή τους, ιδιαίτερα του δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης και της μη δυσμενούς διάκρισης ως προϋπόθεσης για την εφαρμογή όλων των δικαιωμάτων και ελευθεριών, οδήγησε την Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας στην ετοιμασία του πιο κάτω καθοδηγητικού κειμένου: Ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας ορίζει ότι τα ΜΜΕ και οι λειτουργοί τους «σέβονται και προάγουν τη δημοκρατία και… τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις βασικές ελευθερίες όλων». Περαιτέρω, το άρθρο 12 περί δυσμενών διακρίσεων ορίζει ότι τα Μ.Μ.Ε. αποφεύγουν οποιαδήποτε αναφορά ή ενέργεια εναντίον προσώπου η οποία περιέχει στοιχεία προκατάληψης με βάση, μεταξύ άλλων, τη φυλή, το χρώμα, τη γλώσσα, τη θρησκεία, την εθνική καταγωγή, την κοινωνική προέλευση, το φύλο και το προσωπικό καθεστώς. Επίσης, στο προοίμιο του Κώδικα γίνεται αναφορά στην ανάγκη σεβασμού του δικαιώματος έκφρασης και στο δικαίωμα του πολίτη σε ολοκληρωμένη και έγκυρη ενημέρωση, γεγονός που υποδεικνύει ότι η ενημέρωση δεν πρέπει να περιορίζεται στην απλή παράθεση γεγονότων, αλλά να ολοκληρώνεται με θέσεις και απόψεις βασισμένες στις ισχύουσες πρόνοιες περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Τα ανωτέρω δημιουργούν την υποχρέωση στους λειτουργούς των ΜΜΕ να προασπίζουν το δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης και να αντιδρούν και να παρεμβαίνουν οσάκις κατά την άσκηση του λειτουργήματός τους καθίστανται μάρτυρες περιπτώσεων παραβίασης των δημοκρατικών αρχών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και να τα προασπίζουν ενεργά και κατά την κρίση τους σε ό,τι αφορά στο χρόνο, τον τρόπο και το περιεχόμενο της παρέμβασής τους, νοουμένου ότι θα κάνουν σαφή διαχωρισμό μεταξύ γεγονότων και σχολίων.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
16/12
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
16/10/2012
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (16/10/7/2012) από γυναίκα ότι στη διάρκεια της εκπομπής «Τολμώ» του ΣΙΓΜΑ, τον Ιούλιο του 2012, αποκαλύφθηκαν προσωπικά στοιχεία της ταυτότητας της ιδίας και των τριών παιδιών της. Επίσης παραπονέθηκε ότι το περιεχόμενο της εκπομπής προκάλεσε πόνο και αναστάτωση στην ίδια και τα παιδιά της. Η εκπομπή είχε σα θέμα της ζωή ενός τρανσέξουαλ ατόμου – ενός άνδρα που είχε παντρευτεί και αποκτήσει τρία παιδιά προτού υποβληθεί σε επέμβαση αλλαγής φύλου. Σύμφωνα με το παράπονο, στη διάρκειά της εκπομπής αναφέρθηκαν στοιχεία που οδηγούσαν στην αποκάλυψη της ταυτότητας της ιδίας ως πρώην συζύγου του τρανσέξουαλ και των τριών παιδιών της και ειδικότερα ο τόπος καταγωγής του, η πόλη διαμονής του με την οικογένειά του για 10 χρόνια και το είδος της εργασίας που έκανε. Ανέφερε ότι μόλις αντιλήφθηκε από τα πρώτα λεπτά το αντικείμενο της εκπομπής τηλεφώνησε και ζήτησε να σταματήσει η μετάδοση, αλλά της έκλεισαν το τηλέφωνο και στη συνέχεια δεν απαντούσαν στα τηλεφωνήματά της. Η παραπονούμενη υποστήριξε ότι δέχθηκε τουλάχιστο 12 τηλεφωνήματα και μηνύματα από γνωστούς και φίλους που αντιλήφθηκαν ότι επρόκειτο για τον πρώην σύζυγό της. Περαιτέρω ανέφερε ότι διαταράχθηκε στο μέγιστο η ζωή της οικογένειας και των τριών παιδιών της, που είχαν άγνοια για την αλλαγή φύλου του πατέρα τους. Εξ άλλου, η παραπονούμενη ανέφερε ότι στη διάρκεια της εκπομπής αναφέρθηκαν σοβαρές ανακρίβειες, όπως για παράδειγμα ότι η ίδια γνώριζε για την κατάσταση του συζύγου της και ότι επέδειξε κατανόηση και προσπάθησε να τον βοηθήσει, καθώς και για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες χώρισε το ζευγάρι. Ζητήθηκαν οι θέσεις του παρουσιαστή της εκπομπής Ανδρέα Δημητρόπουλου ο οποίος ανέφερε στην Επιτροπή ότι στη διάρκεια της εκπομπής δεν αναφέρθηκε οποιοδήποτε συγκεκριμένο στοιχείο που θα μπορούσε να αποκαλύψει την ταυτότητα της παραπονούμενης ή που ήταν δυνατό να τη θίξει. Επίσης ανέφερε πως ό,τι ειπώθηκε από τον καλεσμένο στην εκπομπή δεν ήταν προσχεδιασμένο και ότι δεν υπήρχε σκοπός να αναστατωθεί η παραπονούμενη και τα παιδιά τη. Πρόσθεσε ότι επρόκειτο για ζωντανή εκπομπή, στην οποία ο παρουσιαστής δεν ήταν δυνατό να έχει τον απόλυτο έλεγχο για το τι θα έλεγε ο φιλοξενούμενος. Ανέφερε επίσης ότι ανακρίβειες στα λεχθέντα από το φιλοξενούμενο άτομο δεν ήταν δυνατό να ελεγχθούν είτε πριν είτε μετά. Ο κ. Δημητρόπουλος ανέφερε ότι σκοπός της εκπομπής ήταν να προωθηθεί η αποδοχή της διαφορετικότητας. Είπε επίσης ότι έγινε σκέψη να χρησιμοποιηθεί ηλεκτρονική σκίαση αλλά τελικά η επιλογή αυτή αποκλείστηκε, δεδομένου του σκοπού της εκπομπής. Η Επιτροπή είδε το περιεχόμενο της εκπομπής από μαγνητοσκόπηση και αφού εξέτασε τις εκατέρωθεν θέσεις αποφάσισε ότι στη διάρκεια της εκπομπής δεν αποκαλύφθηκαν στοιχεία προσωπικού χαρακτήρα τρίτων προσώπων, όπως ονόματα, συγκεκριμένες διευθύνσεις κατοικίας ή άλλα προσδιοριστικά στοιχεία ταυτότητας. Εγιναν μεν αναφορές στον τόπο καταγωγής του φιλοξενούμενου, στο είδος εργασίας του, στην πόλη διαμονής του κλπ, τα οποία όμως αφορούσαν σε πολύ απομακρυσμένο χρόνο. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή έκρινε πως οι αναφορές ήταν πολύ έμμεσες όσον αφορά στην παραπονούμενη και ότι τα στοιχεία αυτά δεν θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην αποκάλυψη της ταυτότητας της σε ένα ευρύτερο κοινό, πέραν των προσώπων του άμεσου περιβάλλοντός της, δεδομένου και του χρόνου που είχε παρέλθει. Η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι στη διάρκεια μιας ζωντανής εκπομπής είναι δυνατό να λεχθούν μη επιθυμητά πράγματα, χωρίς όμως να σημαίνει ότι το γεγονός αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως άλλοθι όταν θίγονται τρίτα πρόσωπα. Το γεγονός αυτό υπογραμμίζει την υποχρέωση που έχουν οι παρουσιαστές να παρεμβαίνουν έγκαιρα, αποφασιστικά και διορθωτικά όταν επιβάλλεται. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι, επειδή δεν αναφέρθηκαν στοιχεία που να παραπέμπουν κατά άμεσο και σαφή τρόπο σε τρίτα άτομα, θα ήταν άνευ αντικειμένου να υπεισέλθει στο θέμα ενδεχόμενων ανακριβειών που αφορούσαν στα άτομα αυτά. Ως προς το παράπονο που υποβλήθηκε για πρόκληση πόνου και αναστάτωσης στα παιδιά της παραπονουμένης, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι τα παιδιά ήταν ενήλικα άτομα και ως εκ τούτου αποφάσισε, σύμφωνα με την πάγια πρακτική της, ότι δεν θα μπορούσε να εξετάσει παράπονο για ενδεχόμενη παραβίαση δικαιωμάτων τρίτων ατόμων.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
21/12
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
16/10/2012
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΔΙΕΥΘΕΤΗΘΕΝ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (21/23/8/2012) από τον προϊστάμενο του Γραφείου Διοικητή & Επικοινωνίας της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου κ. Γιώργο Μ. Γεωργίου για δημοσίευμα στην ιστοσελίδα SigmaLive στις 31 Ιουλίου, 2012. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, που επικαλείτο πηγές του Υπουργείου Οικονομικών, ο ίδιος ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας, σε συνάντηση που είχε με την Τρόικα ανέφερε ότι θα χρειάζονταν 10 δισεκατομμύρια ευρώ για ανακεφαλαιοποίηση των Τραπεζών, προκειμένου να ενισχυθεί η κυβερνητική θέση πως η Κύπρος εντάσσεται στο μηχανισμό στήριξης της ΕΕ λόγω τραπεζών και όχι λόγω δημοσιονομικών προβλημάτων. Ωστόσο, σύμφωνα πάντα με το δημοσίευμα, «όταν διαπιστώθηκαν οι συνέπειες από το παραφούσκωμα του ποσού, κυβέρνηση και κεντρική ανέκρουσαν πρύμναν και άρχισαν να μιλούν για χαμηλότερο ποσό, που θα είναι μικρότερο των 10 δισεκατομμυρίων». Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι το δημοσίευμα, υπό τον τίτλο «Κυβέρνηση και Κεντρική Τράπεζα ‘μαγειρεύουν αριθμούς’ του Θανάση Αθανασίου δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα, δεν επιδείκνυε σεβασμό προς την αλήθεια και το δικαίωμα του κοινού για την αλήθεια και έπληττε το θεσμό της Κεντρικής Τράπεζας, «με ενδεχόμενο να επιφέρει σοβαρότατες και αρνητικές συνέπειες στη χρηματοοικονομική σταθερότητα». Ο συντάκτης της είδησης απάντησε ότι οι πληροφορίες του ήταν «διασταυρωμένες και εγκυρότατες και ότι «αντιδεοντολογικό και ανήθικο» θα ήταν να έχει τέτοιες πληροφορίες και να τις κρύψει. Επίσης ανέφερε ότι δημοσίευσε στο τέλος της είδησης τη διάψευση των πληροφοριών, που έκαμε κυβερνητική πηγή και την επομένη δημοσίευσε ανακοίνωση της Κεντρικής Τράπεζας, που επίσης διέψευδε κατηγορηματικά τις πληροφορίες. Ενώ η εξέταση της υπόθεση βρισκόταν σε πολύ προχωρημένο στάδιο, ο παραπονούμενος, ενεργώντας εκ μέρους της Κεντρικής Τράπεζας, απέσυρε το παράπονο. Εν όψει το ανωτέρω, και παρά το γεγονός ότι η υπόθεση βρισκόταν σχεδόν στο τέλος της, η Επιτροπή έδωσε τη συγκατάθεσή της για απόσυρση του παραπόνου, στο πλαίσιο της πρόνοιας του Κώδικα για φιλική διευθέτηση, με βάση το άρθρο 17 των κανονισμών λειτουργίας της. Κατόπιν τούτου η υπόθεση θεωρήθηκε ως διευθετηθείσα.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
22/12
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
16/10/2012
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΔΙΕΥΘΕΤΗΘΕΝ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (22/23/8/2012) από τον προϊστάμενο του Γραφείου Διοικητή & Επικοινωνίας της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου κ. Γιώργο Μ. Γεωργίου για δημοσίευμα στην ιστοσελίδα SigmaLive στις 31 Ιουλίου, 2012. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας Πανίκος Δημητριάδης διαβίβασε, στην παρουσία του Υπουργού Οικονομικών και του εκ των συνεργατών του διοικητή Σπύρου Σταυρινάκη, την επιθυμία του προέδρου της Δημοκρατίας για απομάκρυνση του προέδρου της Λαϊκής Τράπεζας Μιχάλη Σαρρή. Το δημοσίευμα επέκρινε τον Πανίκο Δημητριάδη ότι ενεργώντας με αυτό τον τρόπο «ανέλαβε ουσιαστικά ρόλο «μεταφορέα» των επιθυμιών του Προέδρου της Κυβέρνησης, ενεργώντας αντ’ αυτού». Επίσης έθετε το ερώτημα γιατί δεν δόθηκε στο Μιχάλη Σαρρή επιστολή και παρέθετε ως απάντηση δηλώσεις «έγκριτου νομικού» σύμφωνα με τον οποίο ο μόνος λόγος για τον οποίο θα μπορούσε να ζητηθεί παραίτησή του από την Κεντρική Τράπεζα ήταν ότι ήταν μη προσοντούχος για τη θέση, γεγονός που δεν μπορούσε να υποστηριχθεί. Επίσης διατυπωνόταν ο ισχυρισμός ότι ένας πρόσθετος λόγος απομάκρυνσης του κ. Σαρρή από την προεδρία της Λαϊκής ήταν ότι αρνήθηκε να παραχωρήσει δάνειο πολλών εκατομμυρίων στο σωματείο «Ομόνοια». Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι το δημοσίευμα, υπό τον τίτλο «Ολίσθημα διοικητή, πλήγμα στο θεσμό» της Νάνσιας Παλάλα δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα, δεν επιδείκνυε σεβασμό προς την αλήθεια και το δικαίωμα του κοινού για την αλήθεια και έπληττε το θεσμό της Κεντρικής Τράπεζας, «με ενδεχόμενο να επιφέρει σοβαρότατες και αρνητικές συνέπειες στη χρηματοοικονομική σταθερότητα». Η Νάνσια Παλάλα απάντησε ότι το δημοσίευμά της, που πρωτοεμφανίστηκε στην εφημερίδα «Σημερινή» ανταποκρινόταν πλήρως στην πραγματικότητα, γιατί στηριζόταν σε πλήρως εξακριβωμένες πληροφορίες, τις οποίες εξασφάλισε «από εγκυρότατες πηγές που είναι σε θέση να γνωρίζουν τι έγινε και τι διημείφθη στη συνάντηση του διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας με το Μιχάλη Σαρρή, στην παρουσία του Υπουργού Οικονομικών και στελέχους της Κεντρικής Τράπεζας». Ενώ η εξέταση της υπόθεση βρισκόταν σε πολύ προχωρημένο στάδιο, ο παραπονούμενος, ενεργώντας εκ μέρους της Κεντρικής Τράπεζας, απέσυρε το παράπονο. Εν όψει το ανωτέρω, και παρά το γεγονός ότι η υπόθεση βρισκόταν σχεδόν στο τέλος της, η Επιτροπή έδωσε τη συγκατάθεσή της για απόσυρση του παραπόνου, στο πλαίσιο της πρόνοιας του Κώδικα για φιλική διευθέτηση, με βάση το άρθρο 17 των κανονισμών λειτουργίας της. Κατόπιν τούτου η υπόθεση θεωρήθηκε ως διευθετηθείσα.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
23/12
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
16/10/2012
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (23/19/9/2012) από την SEAWAVE FISHERIES για τον τρόπο με τον οποίο τα ΜΜΕ παρουσίασαν δολιοφθορά σε ιχθυοκλωβούς στην περιοχή της Ακτής του Κυβερνήτη που είχε ως αποτέλεσμα να ξεφύγουν εμπορεύσιμα ψάρια τσιπούρες βάρους 70 τόνων. Το παράπονο ανέφερε ότι, «όπως πάντοτε όλα τα Μ.Μ.Ε αντιμετωπίζουν αυτές τις δραματικές στιγμές της τραγωδίας, της καταστροφής και της απόγνωσης ως κωμωδία, σαν μέρες χαράς, διασκέδασης και ξεκούρασης για το κοινό.» Παρέθετε τίτλους ειδήσεων, χωρίς να αναφέρει πού δημοσιεύθηκαν και πρόσθετε πως «αυτό γίνεται πάντα σε κάθε καταστροφή και σιγά σιγά έχουν εμπεδώσει στο κοινό την πεποίθηση ότι τέτοια εγκλήματα, είναι καλοδεχούμενα και απαραίτητα στον κόσμο που «απολαμβάνει» το χόμπι του». Περαιτέρω ανέφερε ότι «…όλοι αυτοί ΕΝΟΡΧΗΣΤΡΩΜΕΝΑ, έδρασαν σαν υποστηρικτές περίπου του εγκλήματος» και ότι με πυρήνα ρεπορτάζ και ανταποκρίσεις «όλα τα Μ.Μ.Ε έδωσαν τεράστια δημοσιότητα στο έγκλημα, και το παρουσίασαν σαν ‘μέρα χαράς και ευτυχίας και μάννα εξ' ουρανού'». Ωστόσο, συγκεκριμένο παράπονο διατυπώθηκε μόνο για δύο δημοσιεύματα στο «Φιλελεύθερο», στις 7 και 12 Σεπτεμβρίου, με τον ισχυρισμό ότι οι συντάκτες των ειδήσεων και οι εφημερίδες που τους εργοδοτούν «καθίστανται αυτόματα αυτουργοί διάπραξης νέων εγκλημάτων και στέλλουν το μήνυμα ότι τέτοια εγκλήματα δεν είναι κάτι κακό». Περαιτέρω, το παράπονο αναφερόταν στη συρροή εκατοντάδων ερασιτεχνών ψαράδων στις ακτές και πρόσθετε πως «το επόμενο βήμα θα αναζητούν τρόπους να ξαναζήσουν τέτοιες στιγμές. Εξάλλου τα Μ.Μ.Ε ΟΛΑ, επιμένουμε, αφήνουν άμεσα ή έμμεσα να νοηθεί ότι κάθε άλλο παρά έγκλημα είναι». Η Επιτροπή επιθυμεί να ξεκαθαρίσει, ευθύς εξ αρχής, ότι με βάση τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας και τους κανονισμούς λειτουργίας της, εξετάζει παράπονα τα οποία αφορούν σε συγκεκριμένο ή συγκεκριμένα ΜΜΕ και όχι καταγγελίες για συγκεκριμένες παραβιάσεις του Κώδικα εναντίον των ΜΜΕ και των δημοσιογράφων γενικά και αόριστα.. Κατά συνέπεια, ασχολήθηκε μόνο με το παράπονο που αφορούσε σε δύο συγκεκριμένα δημοσιεύματα του «Φιλελεύθερου». Αφού εξέτασε τόσο το κείμενο του παραπόνου όσο και τα συγκεκριμένα δημοσιεύματα, διαπίστωσε ότι, αντίθετα με τον ισχυρισμό που διατυπώθηκε στο παράπονο ότι παραγνωρίστηκε το έγκλημα, στο ρεπορτάζ στις 7 Σεπτεμβρίου τονιζόταν ότι επρόκειτο για εγκληματική ενέργεια που είχε ως αποτέλεσμα την απελευθέρωση 70 τόνων εμπορεύσιμης τσιπούρας. Το ρεπορτάζ ήταν αφιερωμένο κατά το ήμισυ της έκτασής του στην καταστροφή που προκάλεσαν άγνωστοι και έκανε σαφή αναφορά σε κακόβουλη ζημιά και εγκληματική ενέργεια, καθώς και στην πρόκληση χρηματικής απώλειας 400.000 ευρώ, για την οποία δεν υπάρχει ασφαλιστική κάλυψη. Το υπόλοιπο μέρος του ρεπορτάζ ήταν αφιερωμένο στις συνέπειες από την απελευθέρωση των ψαριών και ειδικότερα στη συρροή πολλών ψαράδων στις ακτές για την αλίευσή τους. Η περιγραφή των σκηνών που διαδραματίστηκαν στις ακτές θεωρήθηκε από την Επιτροπή θεμιτή, στο πλαίσιο του δικαιώματος του δημοσιογράφου στην ελευθερία έκφρασης. Εξ άλλου, η Επιτροπή αποφάσισε ότι αποτελεί δικαίωμα των δημοσιογράφων να επιλέγουν τον τρόπο παρουσίασης των ειδήσεών τους, εφ’ όσο τηρούν την πρόνοια του Κώδικα για σεβασμό της αλήθειας και του δικαιώματος του πολίτη για αντικειμενική, ολοκληρωμένη και έγκυρη πληροφόρηση. Το ρεπορτάζ του «Φιλελεύθερου» της 12ης Σεπτεμβρίου ήταν αφιερωμένο στο γεγονός της εμφάνισης και στην παραλία της Λάρνακας τσιπούρων που διέφυγαν από τους ιχθυοκλωβούς της θάλασσας της Ακτής του Κυβερνήτη και στη συρροή εκατοντάδων ψαράδων στις ακτές. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι η περιγραφή των σκηνών που διαδραματίστηκαν αποτελούσε δικαίωμα του δημοσιογράφου στο πλαίσιο της ελευθερίας έκφρασης. Εν όψει των ανωτέρω, κρίθηκε αβάσιμο το παράπονο ότι συντάκτες και εφημερίδες καθίστανται «αυτουργοί διάπραξης νέων εγκλημάτων και στέλλουν το μήνυμα ότι τέτοια εγκλήματα δεν είναι κάτι κακό». Η Επιτροπή αποφάσισε ότι το παράπονο πως οι δημοσιογράφοι ενήργησαν ενορχηστρωμένα και έδρασαν ως υποστηρικτές του εγκλήματος είναι γενικό, αόριστο και δεν υποστηρίζεται από τα γεγονότα και ως εκ τούτου δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτό.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
20/12
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
11/09/2012
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΔΙΕΥΘΕΤΗΘΕΝ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (20/10/8/2012) από το δημιουργό και διαχειριστή της ενημερωτικής ιστοσελίδας http://www.sotiranews.com Μαρίνο Παυλικκά για λογοκλοπή από την Ελευθερία Σωφρονίου, δημιουργία και διαχειρίστρια της ιστοσελίδας http://www.famagusta-news.com. Ειδικότερα, ανέφερε ότι στις 7 Αυγούστου, 2012, είχε αναρτήσει την ακόλουθη είδηση στην ιστοσελίδα του. «Ο Δήμος μας απέκτησε τη δική του υπερσύγχρονη ιστοσελίδα. Πραγματικότητα έγινε μετά από πολύ κόπο και αρκετή δουλειά η ιστοσελίδα του Δήμου μας, που από σήμερα μπορεί κανείς να την επισκεφθεί κανονικά... Όπως αναφέραμε και σε προηγούμενές μας αναρτήσεις, η ιστοσελίδα του Δήμου αποτελεί ένα υπερσύγχρονο μέσο επικοινωνίας από και προς τον πολίτη. Όπως δήλωσε σήμερα ο Δήμαρχος Σωτήρας, μετά την δημοσιοποίησή της, "ο Δήμος αποκτά επιτέλους τη δική του φωνή, όπου η πληροφόρηση θα γίνεται αμφίδρομα, δηλαδή προς και από τον δημότη της Σωτήρας". Η ιστοσελίδα δεν έχει τελειοποιηθεί πλήρως, καθώς αναμένονται να δημοσιοποιηθούν περισσότερες τρισδιάστατες εικονικές περιηγήσεις από διάφορα αξιοθέατα, καθώς και διαδικτυακή λήψη αρχείων, καθώς και η υπηρεσία Εξυπηρέτησης του Πολίτη που θα γίνει σύντομα πραγματικότητα. Επισκεφθείτε, λοιπόν, την ιστοσελίδα του Δήμου μας στη διεύθυνση: sotira.org.cy» Στις 10 Αυγούστου, η ιστοσελίδα http://www.famagusta-news.com/ δημοσίευσε την ακόλουθη είδηση: «Σάρκα και οστά έχει πάρει μετά από πολύ κόπο και αρκετή δουλειά η ιστοσελίδα του Δήμου Σωτήρας. Όπως δήλωσε ο Δήμαρχος Σωτήρας, Γιώργος Τάκκας, μετά την δημοσιοποίησή της, «ο Δήμος αποκτά επιτέλους τη δική του φωνή, όπου η πληροφόρηση θα γίνεται αμφίδρομα, δηλαδή προς και από τον δημότη της Σωτήρας». Η ιστοσελίδα δεν έχει τελειοποιηθεί πλήρως, καθώς αναμένονται να δημοσιοποιηθούν περισσότερες τρισδιάστατες εικονικές περιηγήσεις από διάφορα αξιοθέατα, καθώς και διαδικτυακή λήψη αρχείων, καθώς και η υπηρεσία Εξυπηρέτησης του Πολίτη που θα γίνει σύντομα πραγματικότητα. Επισκεφθείτε, λοιπόν, την ιστοσελίδα του Δήμου Σωτήρας στη διεύθυνση: sotira.org.cy.» Ζητήθηκαν οι απόψεις της διαχειρίστριας της ιστοσελίδας, αλλά προτού ληφθούν ο παραπονούμενος πληροφόρησε την Επιτροπή ότι επιθυμούσε να αποσύρει το παράπονό του, ύστερα από προσωπική επικοινωνία με την καθ’ ης το παράπονο, κατά την οποία, όπως ανέφερε, υπήρξε «πλήρης κατανόηση και ταύτιση απόψεων». Μετά την εξέλιξη αυτή, η Επιτροπή αποφάσισε ότι θεωρεί το θέμα ως διευθετηθέν. Ωστόσο, με αφορμή το παράπονο αυτό, η Επιτροπή θεώρησε χρήσιμο να επαναλάβει προηγούμενη υπόμνησή της ότι η δεοντολογία, αλλά και η στοιχειώδης αβρότητα, επιβάλλουν όπως σε περιπτώσεις στις οποίες χρησιμοποιούνται κείμενα που έχουν δημοσιοποιηθεί προηγουμένως, γίνεται αναφορά στην πηγή τους. Η πρακτική αυτή όχι μόνο κατοχυρώνει δημοσιογράφους και ΜΜΕ έναντι κατηγοριών για λογοκλοπή αλλά και προφυλάσσει στην περίπτωση ύπαρξης ανακρίβειας.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
18/12
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
11/09/2012
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (18/22/7/2012) από την Επίτροπο Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού Λήδα Κουρσουμπά ότι η εφημερίδα «Σημερινή» δημοσίευσε φωτογραφία ανήλικου παιδιού κατά παράβαση της σχετικής Πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας για προστασία των Παιδών (άρθρο 11). Η Επίτροπος ανέφερε στο παράπονό της ότι σύμφωνα με το Άρθρο 3(1) της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, την οποία επικύρωσε η Κυπριακή Δημοκρατία το 1991και, επομένως, τη δεσμεύει με αυξημένη ισχύ έναντι οποιουδήποτε εθνικού νόμου επιβάλλεται όπως: «Σε όλες τις αποφάσεις που αφορούν τα παιδιά, είτε αυτές λαμβάνονται από δημόσιους ή ιδιωτικούς οργανισμούς κοινωνικής ευημερίας, είτε από τα δικαστήρια, τις διοικητικές αρχές ή από τα νομοθετικά όργανα, πρέπει να λαμβάνεται πρωτίστως υπόψη το συμφέρον του παιδιού». Περαιτέρω αναφέρει ότι το Άρθρο 16 της Σύμβασης επιβάλλει ότι: «Κανένα παιδί δεν θα αποτελεί αντικείμενο αυθαίρετων ή παράνομων παρεμβάσεων στην ιδιωτική του ζωή, στην οικογένειά του, στην κατοικία του ή στην αλληλογραφία του, ούτε παράνομων προσβολών της τιμής και της υπόληψής του». Όπως αναφέρεται στο παράπονο, οι πρόνοιες του άρθρου 16 επιβάλλουν στους επαγγελματίες των ΜΜΕ να προστατεύουν την ταυτότητα του Παιδιού στις περιπτώσεις όπου πρωταγωνιστής είναι παιδί σε ρόλο θύματος, θύτη ή μάρτυρα, είτε σε αναφορά με άλλα μέλη της οικογένειάς του. Η Επίτροπος υποδεικνύει ότι τα δικαιώματα, όπως αναλύονται στην Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, παρουσιάζουν μεγάλη αλληλεξάρτηση και σημαντική λειτουργική συνοχή, και δεν ιεραρχούνται με οποιοδήποτε τρόπο. Ως εκ τούτου, δεν είναι νοητό να καταγγέλλονται παραβιάσεις των δικαιωμάτων των παιδιών με τρόπο ο οποίος να συνιστά παραβίαση άλλων δικαιωμάτων. Το παράπονο επισημαίνει ότι, το περιεχόμενο του δημοσιεύματος περιλαμβάνει πληροφορίες οι οποίες αφορούν την ιδιωτική ζωή των παιδιών της οικογένειας και, ειδικότερα, θέματα υγείας 11χρονου παιδιού, του οποίου οι φωτογραφίες συνοδεύουν το άρθρο αποκαλύπτοντας την ταυτότητά του. Επίσης αναφέρει ότι για τους σκοπούς του συγκεκριμένου άρθρου που ήταν η ευαισθητοποίηση των αρμόδιων Αρχών για την οικονομική δυσχέρεια της οικογένειας, δεν χρειαζόταν να αποκαλυφθεί το πρόσωπο του παιδιού και η εφημερίδα θα έπρεπε τουλάχιστο να αλλοιώσει ή να αποκρύψει το πρόσωπο του παιδιού. Η Επίτροπος αναφέρει ότι παραβιάστηκε το δικαίωμα ιδιωτικής ζωής και αξιοπρέπειας του παιδιού και ενδεχομένως και της εθνικής νομοθεσίας σε σχέση με την αποκάλυψη και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, δεδομένου ότι η προβολή παιδιών από τα ΜΜΕ, υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, πρέπει να γίνεται με μεγάλη προσοχή και πάντοτε με πλήρη σεβασμό των δικαιωμάτων κάθε παιδιού του οποίου η περίπτωση προβάλλεται, ώστε η προβολή να μην προκαλέσει περαιτέρω ζημιά, πόνο και στιγματισμό για το παιδί. Ο αρχισυντάκτης της εφημερίδας και ο δημοσιογράφος που έγραψε το ρεπορτάζ ανέφεραν στην παράθεση των θέσεών τους ότι αποδέχονται το συμπέρασμα της κ. Κουρσουμπά για παραβίαση του δικαιώματος του συγκεκριμένου παιδιού σε ιδιωτική ζωή και αξιοπρέπεια. Υπέδειξαν ότι η παραβίαση δεν ήταν σκόπιμη και έγινε στο πλαίσιο της προσπάθειας για ευαισθητοποίηση των αρμόδιων Αρχών για την οικονομική δυσχέρεια της οικογένειας, αλλά παραδέχθηκαν ότι πράγματι δεν χρειαζόταν να αποκαλυφθεί στη φωτογραφία το πρόσωπο του παιδιού, έστω και αν αυτό έγινε με τη συγκατάθεση της μητέρας. Ανέφεραν επίσης ότι: «Σε κάθε περίπτωση, αναγνωρίζουμε ότι δεν νομιμοποιείται η παραβίαση από οποιονδήποτε, δικαιωμάτων των παιδιών, έστω και αν αυτή γίνεται με καλή προαίρεση – όπως συνέβη στο άρθρο μας της 10ης Ιουλίου 2012 - για να προβληθεί η ανάγκη σεβασμού άλλων δικαιωμάτων των παιδιών. Εκτιμούμε ότι η παρέμβαση της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, μας βοηθά στην πληρέστερη κατανόηση του σχετικού νόμου για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων του παιδιού και μας ενισχύει στον αγώνα μας, ως λειτουργών του Τύπου, που είναι εξάλλου κοινός, για το καλό και το συμφέρον των παιδιών και ολόκληρης της κυπριακής κοινωνίας». Τέλος ανέφεραν ότι μελλοντικά θα είναι πολύ πιο προσεκτικοί στη δημοσίευση θεμάτων όπου εμπλέκονται παιδιά, για αποφυγή τυχόν στιγματισμού τους. Στην ειδησεογραφία της για το συγκεκριμένο παιδί, η εφημερίδα δημοσίευσε φωτογραφία του παιδιού και της μητέρας του, που είναι διαζευγμένη, στην πρώτη σελίδα η οποία παρέπεμπε σε ολοσέλιδη είδηση στη σελίδα 7, που ανέφερε ότι η μητέρα δεν είχε τους πόρους να θρέψει τα τρία παιδιά της, γιατί οι Υπηρεσίες Χορηγιών και Επιδομάτων του Υπουργείου Οικονομικών της απέκοψαν το επίδομα. Η εφημερίδα δημοσίευσε άλλες δύο φωτογραφίες του παιδιού, καθώς και το όνομά του και επίσης το όνομα και το επίθετο της μητέρας και τον τόπο διαμονής της στο προσφυγικό σπίτι της μητέρας της σε κατονομαζόμενο προσφυγικό συνοικισμό. Εγραψε ακόμη ότι έχει μια κόρη 17 χρόνων και δυο γιους, 15 και 11 ετών, από τους οποίους ο πιο μικρός γεννήθηκε με σοβαρή κινητική αναπηρία και δεν μπορεί να περπατήσει. Η Επιτροπή, με βάση και την αποδοχή των θέσεων της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού από τους καθ’ ων το παράπονο, υιοθέτησε τις θέσεις της στο σύνολό τους. Επίσης εξέφρασε την ευαρέσκειά της για την άνευ περιστροφών παραδοχή του λάθους της εφημερίδας στη δημοσίευση των φωτογραφιών και των προσωπικών στοιχείων του παιδιού. Η Επιτροπή εξέτασε το περιεχόμενο του υπό το πρίσμα του συνόλου των σχετικών προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, που αποτελεί μέρος του Κώδικα, και των ερμηνευτικών σχολίων διεθνών δικαιοδοτικών οργάνων για τα ανθρώπινα δικαιώματα, ιδιαίτερα εκείνα που αφορούν στην προστασία του Παιδιού, τα οποία θεωρούνται πλέον ως διεθνές εθιμικό δίκαιο. Ο Κώδικας προβλέπει ότι: «Οι λειτουργοί κατά κανόνα δεν παίρνουν συνεντεύξεις από και δεν φωτογραφίζουν παιδιά κάτω των 16 ετών σε σχέση με θέματα που αφορούν την προσωπική τους κατάσταση ή ευημερία, χωρίς τη συγκατάθεση γονέως των ή άλλου ενηλίκου που έχει την ευθύνη γι’ αυτά. Τα Μ.Μ.Ε. και οι λειτουργοί των υποχρεούνται να τηρούν τις πρόνοιες της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού». Παρά τη συγκατάθεση της μητέρας στη λήψη και δημοσίευση των φωτογραφιών, η Επιτροπή θεωρεί ότι θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το σύνολο των σχετικών προνοιών της Σύμβασης για το Παιδί και ιδιαίτερα εκείνων των άρθρων 3(1) και. 16 (1) όπως παρατίθενται στο παράπονο της κ. Κουρσουμπά. Επομένως η συγκατάθεση της μητέρας πρέπει να κριθεί υπό το φως του συμφέροντος του παιδιού και της απαγόρευσης της παρέμβασης στην ιδιωτική του ζωή και της επίδειξης σεβασμού προς την τιμή και την αξιοπρέπεια του παιδιού. Επειδή το παιδί δεν έχει τη δυνατότητα αντίδρασης, πρέπει να υπάρχει αυξημένη ευαισθησία για το δικαίωμά του να μην προσβάλλεται η τιμή και η αξιοπρέπειά του με οποιοδήποτε τρόπο και επομένως τα ΜΜΕ οφείλουν να του παρέχουν αυξημένη προστασία, σε οποιοδήποτε ρόλο και αν βρίσκεται το παιδί. Η ρητή ή τεκμαιρόμενη συγκατάθεση οποιουδήποτε έχει την ευθύνη για το παιδί δε σημαίνει ότι επικαλύπτει το συμφέρον του παιδιού και δεν θα πρέπει να είναι το βασικό κριτήριο. Πολύ πιο σημαντικό από τη συγκατάθεση του ατόμου που έχει την ευθύνη για το παιδί είναι το κριτήριο του συμφέροντός του και είναι αυτό που πρέπει να αποτελεί τον καθοδηγητικό παράγοντα στη λήψη της απόφασης δημοσίευσης ή μη στοιχείων που πλήττουν την τιμή και αξιοπρέπεια του παιδιού. Η Επιτροπή έλαβε υπόψη, ως μετριαστικό στοιχείο, το γεγονός ότι το δημοσίευμα αποσκοπούσε στην ευαισθητοποίηση για την κακή οικονομική κατάσταση της οικογένειας και την παροχή βοήθειας σ’ αυτήν. Ωστόσο, η προαγωγή αυτής της πλευράς των δικαιωμάτων του παιδιού δεν θα έπρεπε να γίνει με την παραβίαση άλλων ζωτικών δικαιωμάτων του, όπως είναι το δικαίωμά του στην ιδιωτική ζωή και στην προστασία της τιμής και της αξιοπρέπειάς του. Εξ άλλου, η προβολή της δεινής οικονομικής θέσης της οικογένειας του παιδιού θα μπορούσε να γίνει και χωρίς τη δημοσίευση φωτογραφιών στις οποίες φαίνεται το πρόσωπό του ή στις οποίες η ταυτότητά του θα μπορούσε να αποκαλυφθεί μέσω της φωτογραφίας της μητέρας. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η δημοσίευση των φωτογραφιών δεν ήταν προς το συμφέρον του παιδιού και συνιστούσε παραβίαση των δικαιωμάτων του για μη παρέμβαση στην ιδιωτική ζωή και μη προσβολή της τιμής και αξιοπρέπειάς του, κατά παράβαση των προνοιών του άρθρου 11 του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι δημοσιογράφοι και τα ΜΜΕ θα πρέπει να έχουν ως κατευθυντήρια αρχή το κριτήριο του συμφέροντος του παιδιού όταν λαμβάνουν αποφάσεις ή ενεργούν σε θέματα στα οποία εμπλέκονται παιδιά ή απευθύνονται σε παιδιά, ειδικά όσον αφορά τη θεματολογία αλλά και τον τρόπο παρουσίασης, ακόμη και όταν υπάρχει συγκατάθεση των ατόμων που έχουν την ευθύνη για το παιδί. Επομένως, όταν ασχολούνται με θέματα που αφορούν σε παιδιά θα πρέπει να θεωρούν ότι η δημοσίευση πληροφοριών και στοιχείων που αφορούν στην ιδιωτική ζωή των παιδιών ή φωτογραφιών τους επιτρέπεται μόνο σε πολύ εξαιρετικές και απόλυτα δικαιολογημένες περιπτώσεις.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
19/12
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
11/09/2012
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ,ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (19/27/7/2012) από τη Διευθύντρια των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας του Υπουργείου Εργασίας για τη δημοσίευση φωτογραφιών παιδιού από την εφημερίδα «Σημερινή», στις 10 Ιουλίου, 2012. Πρόκειται για το ίδιο δημοσίευμα το οποίο ήταν το αντικείμενο παραπόνου της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού,(18/22/7/2012) αλλά εγείρει διαφορετικά σημεία. Ειδικότερα, εγείρει θέμα ακρίβειας των πληροφοριών της εφημερίδας σε σχέση με την αποκοπή του επιδόματος της οικογένειας και εκμετάλλευσης του παιδιού. Ειδικότερα, διατυπώθηκε παράπονο ότι ο δημοσιογράφος κ. Μάριος Δημητρίου πριν από τη δημοσιοποίηση του σχετικού θέματος δεν μερίμνησε, σύμφωνα με το άρθρο 1 του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, να επικοινωνήσει με τις Υπηρεσίες Κοινωνικές Ευημερίας ώστε να μη δημοσιεύονται ανακριβείς, παραπλανητικές, φανταστικές ή διαστρεβλωτικές της αλήθειας ειδήσεις, πληροφορίες ή σχόλια. Επίσης ανέφερε ότι οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, δεν απέκοψαν το επίδομα του ανήλικου παιδιού της οικογένειας και ότι για το μήνα Ιούνιο είχαν δοθεί όλα τα δικαιώματα του ανάπηρου παιδιού και μέρος των βασικών αναγκών των δύο ανήλικων παιδιών ηλικίας 17 και 15 χρόνων αντίστοιχα. Παράλληλα, επισημάνθηκε ότι σε περιπτώσεις που αφορούν σε παιδιά απαιτείται ιδιαίτερη ευαισθησία στην προστασία του παιδιού, στη διασφάλιση των δικαιωμάτων του και στο σεβασμό της αξιοπρέπειας του και ότι για τους σκοπούς του δημοσιεύματος δεν χρειαζόταν η προβολή του παιδιού. Εξ άλλου, διατυπώθηκε η θέση ότι η γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε στο δημοσίευμα επιδίωκε «να συγκινήσει τον αναγνώστη και περαιτέρω να ενισχύσει την αναγνωσιμότητα, προκαλώντας τον οίκτο, αναπαράγοντας στερεότυπα που δημιουργούν εντυπωσιασμό στο κοινό, σε βάρος της ψυχοσυναισθηματικής ευημερίας του παιδιού». Ο συντάκτης της είδησης Μάριος Δημητρίου, παραθέτοντας τις θέσεις του ανέφερε ότι πουθενά στο ρεπορτάζ του δεν έκαμε αναφορά σε επιδόματα των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, ούτε σε αποκοπή αυτών των επιδομάτων για τη συγκεκριμένη μητέρα μονογονιό και συνεπώς δεν υπήρξε ανάγκη να επικοινωνήσει με τις Υπηρεσίες για επιβεβαίωση, πριν τη δημοσίευση του ρεπορτάζ. Επίσης ανέφερε ότι αυτό που έγραψε ήταν ότι αποκόπηκε το επίδομα της γυναίκας αυτής, από την Υπηρεσία Χορηγιών και Επιδομάτων του Υπουργείου Οικονομικών, πληροφορία που δεν αμφισβητήθηκε από τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας και για την οποία η γυναίκα παρουσίασε στην εφημερίδα επίσημη γραπτή ειδοποίηση από το Υπουργείο Οικονομικών. Ως προς την καταγγελία περί «εκμετάλλευσης της δυσχερούς θέσης της οικογένειας για επίτευξη αναγνωσιμότητας», ανέφερε ότι τη θεωρούσε ατυχή, υποκειμενική και άδικη για τον ίδιο και δεν την αποδεχόταν. Πρόσθεσε πως αναγνωρίζει την προσφορά των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας στην κοινωνία και ιδιαίτερα στα ευάλωτα μέλη της, «αλλά αυτό δεν δικαιολογεί τέτοιου είδους προσβλητικές επιθέσεις σε βάρος δημοσιογράφων, όταν αυτοί ασχοληθούν με θέματα των αρμοδιοτήτων των Υπηρεσιών, με τρόπο που δεν ικανοποιούν τις Υπηρεσίες». Ανέφερε ότι σκοπός του ρεπορτάζ ήταν η ευαισθητοποίηση των αρμόδιων Αρχών για την οικονομική δυσχέρεια της οικογένειας και η όσο το δυνατόν πιο αντικειμενική πληροφόρηση του κοινού και τίποτα περισσότερο. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι για τη πτυχή του παραπόνου που αναφέρεται στην παρέμβαση στην ιδιωτική ζωή του παιδιού και την προσβολή της τιμής και αξιοπρέπειάς του η Επιτροπή ισχύει η απόφαση σχετικά με το παράπονο της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού. (Ιδε απόφαση στην υπόθεση 18/22/7/2012) Ως προς το παράπονο περί ανακρίβειας πληροφοριών, από την ανάγνωση της είδησης προκύπτει ότι δεν έγινε αναφορά σε αποκοπή του επιδόματος από την Υπηρεσία Χορηγιών και Επιδομάτων του Υπουργείου Οικονομικών και όχι από τις Υπηρεσίας Κοινωνικής Ευημερίας. Συνακόλουθα, η Επιτροπή αποφάσισε ότι αντικειμενικά δεν ετίθετο θέμα επικοινωνίας με τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας για επιβεβαίωση πληροφορίας περί αποκοπής επιδόματος από τις Υπηρεσίας και ως εκ τούτου το παράπονο ως προς το σημείο αυτό δεν ευσταθεί. Εξ άλλου, οι Υπηρεσίας Κοινωνικής Ευημερίας απηύθυναν επιστολή προς την εφημερίδα, η οποία δημοσιεύθηκε αυτούσια στην εφημερίδα και συνεπώς ικανοποιήθηκε το δικαίωμα απάντησης που απορρέει από τον Κώδικα. Η Επιτροπή συμφώνησε με τη θέση του Μάριου Δημητρίου ότι ο ισχυρισμός των Κοινωνικών Υπηρεσιών πως η γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε στο δημοσίευμα επιδίωκε «να συγκινήσει τον αναγνώστη και περαιτέρω να ενισχύσει την αναγνωσιμότητα, προκαλώντας τον οίκτο, αναπαράγοντας στερεότυπα που δημιουργούν εντυπωσιασμό στο κοινό…» δεν είχε θέση και αποφάσισε ότι αποτελεί δικαίωμα των δημοσιογράφων να ασχολούνται με περιπτώσεις δυσπραγούντων ατόμων ή οικογενειών και να τις παρουσιάζουν στην κοινή γνώμη.