*The older decisions of the CMEC - Committee of Media Ethics Cyprus are republished from the archive and no intervention has been made in their content.
*The older decisions of the CMEC - Committee of Media Ethics Cyprus are republished from the archive and no intervention has been made in their content.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
7/2018
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
19/04/2017
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ,ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (7/19/3/2018) από τον Αστυνομικό διευθυντή Μόρφου Γιαννάκη Χαραλάμπους σε σχέση με τη δημοσίευση είδησης στην ιστοσελίδα i-eidisi, χωρίς προηγούμενο έλεγχο της ακρίβειας των πληροφοριών. Το παράπονο ανέφερε ότι η ιστοσελίδα i-eidisi δημοσίευσε στις 13/5/2017 είδηση σε σχέση με την εφαρμογή σχεδίου Συναγερμού του Διοικητή της Εθνικής Φρουράς, η οποία, όπως διαπιστώθηκε από αστυνομική έρευνα, «δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα». Η είδηση που έφερε την υπογραφή του δημοσιογράφου Ονούφριου Σωκράτους δημοσιεύθηκε υπό τον τίτλο: «Ξεσηκώθηκαν φαντάροι - Νέο περιστατικό θερμοπληξίας σε στρατόπεδο», πάνω από φωτογραφία που παρουσίαζε φαντάρο να μεταφέρεται με φορείο, δίδοντας την εντύπωση ότι επρόκειτο για το περιγραφόμενο επεισόδιο. Η είδηση ανέφερε: «Έντονες διαμαρτυρίες από φαντάρους στην περιοχή της Λεύκας, μετά από επεισόδιο θερμοπληξίας εθνοφρουρού. Σύμφωνα με πληροφορίες του i-eidisi, ο διοικητής του 2ου τάγματος, είχε οδηγήσει για άσκηση τους εθνοφρουρούς, σε ορύγματα, υπό συνθήκες υψηλών θερμοκρασιών, σήμερα Σάββατο, ημέρα υποτίθεται ξεκούρασης. Αποτέλεσμα ήταν ένας εκ των εθνοφρουρών να καταρρεύσει, ενώ ακολούθησαν ακόμη πιο έντονες διαμαρτυρίες για την στάση του συγκεκριμένου διοικητή». Μετά την είδηση αναγράφονταν οι λέξεις «ΦΩΤΟ ΑΡΧΕΙΟ» Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι διεξήχθη αστυνομική έρευνα και ότι ο συντάκτης της είδησης σε κατάθεσή του ανέφερε ότι έλαβε την πληροφορία από αξιόπιστη πηγή του, την οποία, αφού την διασταύρωσε και την επιβεβαίωσε, τη δημοσίευσε». Ο παραπονούμενος ανέφερε πώς «ο ανακριτικός φάκελος που συμπληρώθηκε από την Αστυνομία και εστάλη στη στην Νομική Υπηρεσία, η οποία έδωσε οδηγίες όπως ο δημοσιογράφος μη διωχθεί ποινικά, παρόλο που παρόμοια δημοσιεύματα θα μπορούσαν να επιφέρουν ζημιά και να αποβούν επιζήμια για το δημόσιο συμφέρον. Ο συντάκτης της είδησης Ονούφριος Σωκράτους απάντησε στο παράπονο αναφέροντας ότι το ρεπορτάζ του στηρίχθηκε σε πραγματικό γεγονός που έλαβε χώρα στα πλαίσια στρατιωτικής άσκησης, όπως ακριβώς αποδίδεται στο δημοσιευθέν κείμενο, το οποίο έφτασε κοντά του υπό μορφή πληροφοριών, τόσο από την οικογένεια του φαντάρου, όσο και από δεύτερο πρόσωπο, το οποίο φέρει στρατιωτικό αξίωμα. Επίσης ανέφερε ότι η οικογένεια του φαντάρου αναστατωμένη επικοινώνησε μαζί του τηλεφωνικά, κάνοντας αναφορά στο περιστατικό. Ενώ η αρχική τους πρόθεση ήταν να προχωρήσουν σε καταγγελία, ο εν λόγω στρατιώτης «προειδοποιήθηκε» για τις συνέπειες από το διοικητή που εμπλέκεται στην υπόθεση, «αναγκάζοντας το οικείο περιβάλλον του στρατιώτη να κάνει δεύτερες σκέψεις» Περαιτέρω, ανέφερε ότι η δεύτερη πηγή πληροφόρησής του είναι πρόσωπο το οποίο γνωρίζει από χρόνια, του οποίου την αξιοπιστία εμπιστεύεται γιατί δεν τον άφησε ποτέ εκτεθειμένο. Η Επιτροπή, αφού μελέτησε το κείμενο της είδησης, το περιεχόμενο του παραπόνου και την απάντηση του συντάκτη, αποφάσισε ότι ο δημοσιογράφος προέβη σε διασταύρωση των πληροφοριών του. Ωστόσο η Επιτροπή αποφάσισε ότι θα ήταν ορθότερο να δοθεί στην Εθνική Φρουρά το δικαίωμα της απάντησης και σχολιασμού των πληροφοριών, κατά προτίμηση πριν από τη δημοσίευση της είδησης, σύμφωνα με την πρόνοια του άρθρου 2 του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
12/2017
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
11/04/2017
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, σε συνεδρία της στις 11 Απριλίου, 2017, εξέτασε την κατάσταση που δημιουργήθηκε όσον αφορά στην εμπλοκή και το ρόλο μερίδας των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας στην καλλιέργεια κλίματος μίσους και μισαλλοδοξίας στον τόπο (υπόθεση 12/10/4/2017), με αφορμή ακραία δημοσιεύματα, που έκρινε ότι ήταν εκτός των πλαισίων των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Ενδελεχής εξέταση των υφιστάμενων δεδομένων από την Επιτροπή κατέδειξε πως μερίδα των ΜΜΕ και κατ’ επέκταση λειτουργοί των μέσων παραβιάζουν το Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, κατά τρόπο που η Επιτροπή κρίνει όχι μόνο ως επιλήψιμο σε σχέση με τον Κώδικα, αλλά και επικίνδυνο σε σχέση με τη δημιουργία καταστάσεων μίσους, μισαλλοδοξίας και ρατσισμού, στην αποτροπή των οποίων ο Κώδικας αποβλέπει. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θεωρεί χρήσιμο και επιβεβλημένο να υπενθυμίσει στους λειτουργούς των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας τις σχετικές πρόνοιες του Κώδικα: 1. Τα Μ.Μ.Ε. μεριμνούν ώστε να μη δημοσιεύονται ανακριβείς, παραπλανητικές, φανταστικές ή διαστρεβλωτικές της αλήθειας ειδήσεις, πληροφορίες ή σχόλια. Σε περίπτωση που έχει συμβεί κάτι τέτοιο χωρούν σε άμεση διόρθωση ή και απολογία. Τα Μ.Μ.Ε., ενώ έχουν δικαίωμα να υποστηρίζουν συγκεκριμένες θέσεις, εν τούτοις θα πρέπει να καθιστούν σαφή τη διάκριση μεταξύ γεγονότος και σχολίου ή εικασίας. 2. Τα Μ.Μ.Ε. αποφεύγουν οποιαδήποτε απ’ ευθείας ή άλλη αναφορά εναντίον προσώπου η οποία περιέχει στοιχεία προκατάληψης με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη γλώσσα, τη θρησκεία, τις πολιτικές ή άλλες πεποιθήσεις, την εθνική ή κοινωνική προέλευση, την περιουσία, την καταγωγή, την ηλικία ή άλλο καθεστώς, περιλαμβανομένης της φυσικής ή διανοητικής ασθένειας ή αναπηρίας. Επί πλέον, οι λειτουργοί των ΜΜΕ οφείλουν, με βάση τον Κώδικα, να επιδεικνύουν ήθος, αξιοπρέπεια, εντιμότητα, διαγωγή, συμπεριφορά και επαγγελματικό επίπεδο της υψηλότερης δυνατής στάθμης και να σέβονται και προάγουν τη δημοκρατία, τις πανανθρώπινες αξίες, τα ανθρώπινα δικαιώματα και της βασικές ελευθερίες όλων. Επίσης ο Κώδικας προβλέπει ότι οι δημοσιογράφοι και τα ΜΜΕ δεν προβαίνουν σε ανοίκειες προσωπικές επιθέσεις και υβριστικούς και προσβλητικούς χαρακτηρισμούς που διασύρουν την τιμή και υπόληψη. Παράλληλα, η Επιτροπή επισημαίνει πως η εθνική νομοθεσία έχει καταστήσει ποινικά αδικήματα την καλλιέργεια μίσους και ρατσισμού με οποιοδήποτε τρόπο. Πέραν των πιο πάνω, η Επιτροπή συνιστά την αποφυγή υβριστικών χαρακτηρισμών, που υποβιβάζουν το δημοσιογραφικό λειτούργημα. Παράλληλα, η Επιτροπή πιστεύει ότι οι δύσκολοι καιροί που περνά ο τόπος και η κοινωνία επιβάλλουν σε όλους ανεκτικότητα και σεβασμό προς την άλλη άποψη και ιδεολογία, καθώς και νηφάλια συζήτηση στη βάση επιχειρημάτων και όχι συνθημάτων ή χαρακτηρισμών. Η Επιτροπή ευελπιστεί ότι θα υπάρξει ανταπόκριση στην έκκλησή της για σεβασμό του Κώδικα. ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΚΗΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ 18/4/2017
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
5/2017
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
11/04/2017
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε υπόθεση (5/1/3/2017) με αφορμή επιστολή της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού που κοινοποιήθηκε στην Επιτροπή, σύμφωνα με την οποία η εφημερίδα «Πολίτης» δημοσίευσε είδηση για καταγγελία νεαρής ότι ο πατέρας της την κακοποιούσε σεξουαλικά από την ηλικία των δώδεκα ετών. Η είδηση αναπαράχθηκε από την ιστοσελίδα «TOTHEMAONLINE” με αποτέλεσμα να κυκλοφορήσει ευρύτατα λόγω αναπαραγωγής της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η Επίτροπος επισήμανε ότι στοιχεία που περιλήφθηκαν στην είδηση θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην αναγνώρισή της νέας από το ευρύτερο σχολικό και φιλικό της περιβάλλον, όπως η ηλικία της, η ηλικία κατά την οποία κακοποιήθηκε για πρώτη φορά και ύστερα από κάποιο γεγονός που ήταν γνωστό στο συγγενικό περίγυρο, η ηλικία του πατέρα και ή επαρχία καταγωγής. Η Επίτροπος ανέφερε ότι πληροφορήθηκε πως ο τρόπος παρουσίασης της είδησης είχε δυσμενείς επιπτώσεις στη νέα, επισημαίνοντας: «Η ανήλικη βιώνει έντονο άγχος γιατί ανησυχεί ότι οι πληροφορίες αυτές ενδεχομένως να οδηγήσουν στην αναγνώρισή της από το ευρύτερο σχολικό και φιλικό της περιβάλλον ενώ η συμπερίληψη των λεπτομερειών των περιστατικών της κακοποίησης που υπέστη οδήγησε σε δευτερογενή επαναθυματόποιησή της και δημόσιο εξευτελισμό. Λόγω των πιο πάνω η ανήλικη αρνείται να πάει σχολείο και αμφισβητεί την ορθότητα της απόφασής της να καταγγείλει το περιστατικό στην Αστυνομία.» Εξ άλλου η Επίτροπος επισήμανε πως παρόμοια δημοσιεύματα που τείνουν να αποκαλύψουν την ταυτότητα του θύματος έχουν αντίκτυπο στη ζωή του και παράλληλα λειτουργούν αποτρεπτικά σε άλλα θύματα σεξουαλικής κακοποίησης να σπάσουν τη σιωπή τους και να προβούν σε καταγγελία. Από πλευρά του «Πολίτη» προσήλθε και παρέθεσε τις απόψεις της εφημερίδας ο Αρχισυντάκτης της Σωτήρης Παρούτης, που ανέφερε πως ήταν με έκπληξη που είδε την επιστολή της Επιτρόπου, γιατί, όπως υποστήριξε, η εφημερίδα τήρησε τη δεοντολογία προστατεύοντας το θύμα από έκθεση στην κοινωνία. Υποστήριξε πως η μόνη λεπτομέρεια που δίδει κάποια ένδειξη είναι η αναφορά της επαρχίας, η οποία όμως είναι ευρεία περιφέρεια. Εξ άλλου, ανέφερε ότι παρόμοια δημοσιεύματα δίδουν το μήνυμα πως γίνονται παρόμοιες καταγγελίες από γυναίκες και συνεπώς αποτελούν προτροπή και ενθάρρυνση για άλλα θύματα να σπάσουν τη σιωπή τους και να μιλήσουν. Επίσης ανέφερε πως θεωρεί υπερβολικές τις επισημάνσεις της Επιτρόπου γιατί από τη μια οι λεπτομέρειες δεν ήταν δυνατό να οδηγήσουν σε αναγνώριση του θύματος και από την άλλη το θύμα ήταν φυσικό να αισθάνεται άσχημα και να βασανίζεται για όσα του συνέβησαν. Η Επιτροπή αφού εξέτασε επισταμένα τις εκατέρωθεν απόψεις, αποφάσισε ότι οι λεπτομέρειες που περιλήφθηκαν στην είδηση ως προς την ηλικία του θύματος, του πατέρα, τις συνθήκες κακοποίησης και την Επαρχία καταγωγής ήταν αρκετές να οδηγήσουν στην αποκάλυψη της ταυτότητας του θύματος σε άτομα του άμεσου περίγυρου του που γνωρίζουν τα στοιχεία αυτά, ή και ευρύτερα. Περαιτέρω, η Επιτροπή έκρινε ότι οι λεπτομέρειες αυτές δεν ήταν απαραίτητες για την είδηση, που στην προκειμένη περίπτωση ήταν η καταγγελία μιας νέας ότι ο πατέρας της την κακοποιούσε σεξουαλικά, και όχι η ηλικία των εμπλεκομένων και οι περιστάσεις. Επίσης αποφάσισε ότι δεν χρειάζονταν οι λεπτομέρειες που αναφέρθηκαν προκειμένου να δοθεί το μήνυμα ότι υπάρχουν γυναίκες που τολμούν να καταγγείλουν τη σεξουαλική τους κακοποίηση και ότι αντίθετα θα ήταν δυνατό να αποτρέψουν καταγγελίες από άλλες γυναίκες από φόβο μήπως και στη δική τους περίπτωση ενδεχομένως να δημοσιευθούν λεπτομέρειες που θα αποκάλυπταν την ταυτότητά τους σε άτομα του περιγύρου τους ή και ευρύτερα. Όπως επανειλημμένα η Επιτροπή επισήμανε σε προηγούμενες αποφάσεις της, η αναγνώριση δεν είναι ανάγκη να γίνει μεταξύ ενός μεγάλου κύκλου ανθρώπων. Ακόμη και ένας μόνο άνθρωπος να μπορεί να προβεί σε αναγνώριση κάποιου είναι αρκετό να συντελεσθεί η παράβαση. Η Επιτροπή θεωρεί ότι, ι διαίτερα σε περιπτώσεις σεξουαλικών εγκλημάτων, είναι χειρότερο το θύμα να αναγνωρισθεί από άτομα του μικρού περίγυρου της οικογένειας ή των φίλων παρά από ένα ευρύτερο κύκλο για να του προκαλείται πόνος ή να επιτείνεται ο πόνος του. Κατά συνέπεια η Επιτροπή αποφάσισε ότι το δημοσίευμα συνιστά παραβίαση της ειδικής πρόνοιας περί σεξουαλικών εγκλημάτων που προβλέπει: «Τα Μ.Μ.Ε. δεν αποκαλύπτουν άμεσα ή έμμεσα την ταυτότητα των θυμάτων βιασμού και άλλων σεξουαλικών αδικημάτων και δεν δημοσιεύουν ή αναπαράγουν λεπτομέρειες, ο οποίες είναι δυνατό να προκαλέσουν ή να επιτείνουν τον ανθρώπινο πόνο. Ειδικότερα, στην περίπτωση παιδιών ισχύουν τα πιο κάτω: (α) Ουδέποτε αποκαλύπτεται, άμεσα ή έμμεσα, η ταυτότητα παιδιών ηλικίας κάτω των 16 ετών, που είναι παραπονούμενοι, μάρτυρες ή κατηγορούμενοι σε υποθέσεις διάπραξης σεξουαλικών αδικημάτων. (β) Ο όρος «αιμομιξία» δεν χρησιμοποιείται και ή κατηγορία περιγράφεται ως σοβαρό αδίκημα εναντίον παιδιών ή ενηλίκων ή με άλλη κατάλληλη παρόμοια περιγραφή. (γ) Δεν γίνεται οποιαδήποτε άμεση ή έμμεση αναφορά σε συγγένεια ή άλλη σχέση του κατηγορουμένου και του παιδιού». Η Επιτροπή αποφάσισε, περαιτέρω, ότι το δημοσίευμα αντιβαίνει και προς τη γενική πρόνοια του Κώδικα ότι οι δημοσιογράφοι «είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί και διακριτικοί στην παρουσίαση θεμάτων όπως η βία, το έγκλημα, τα σεξουαλικά παραπτώματα…». Ως προς την ιστοσελίδα TOTHEMAONLINE, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι υπήρξε παράλειψη συνεργασίας στη διερεύνηση του παραπόνου και συνεπώς παραβίαση της σχετικής ρητής πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας για την υποχρέωση συνεργασίας των ΜΜΕ με την Επιτροπή. Ως προς την ουσία του παραπόνου, η Επιτροπή αποφάσισε ότι έχουν εφαρμογή όσα αναφέρθηκαν και στην περίπτωση του «Πολίτη».
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
7/2017
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
11/04/2017
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασέ παράπονο (7/7/3/2017) για μετάδοση ανακριβούς πληροφόρησης από τον τηλεοπτικό σταθμό ΑΛΦΑ σε σχέση με τη διοργάνωση αντιπολεμικής δικοινοτικής εκδήλωσης στις 4 Μαρτίου, 2017, στη νεκρή ζώνη του Λήδρα Πάλας στη Λευκωσία. Όπως ανέφερε το μέλος της Επιτροπής Χρίστος Χριστοφίδης, ο παρουσιαστής του δελτίου, προαγγέλλοντας τις κυριότερες ειδήσεις, ανακριβώς ανέφερε ότι διαδηλωτές που μπήκαν στη ουδέτερη ζώνη στη διάρκεια αντιμιλιταριστικής εκδήλωσης και από τις δύο πλευρές της πράσινης γραμμής «συνεπλάκησαν με άνδρες της UNFICYP στη νεκρή ζώνη». Όπως ανέφερε, στην πραγματικότητα οι διαδηλωτές που μπήκαν στη νεκρή ζώνη και έμειναν αρκετή ώρα απέναντι σε στρατιώτες της ειρηνευτικής δύναμης σε καμμιά περίπτωση ήλθαν σε επαφή ή συνεπλάκησαν με τους στρατιώτες της ειρηνευτικής δύναμης. Στην κύρια είδηση που ετοίμασε η Μαρία Μασούρα, που μεταδόθηκε στο δελτίο ειδήσεων μεταδόθηκε η πραγματικότητα, δηλαδή ότι οι διαδηλωτές στάθηκαν απέναντι στους παραταγμένους στρατιώτες της ΟΥΝΦΙΚΥΠ αλλά δεν διαδραματίστηκε κανένα επεισόδιο. Σύμφωνα με το παράπονο, η ανακρίβεια που μετέδωσε ο παρουσιαστής παραβιάζει την πρόνοια του Κώδικα περί ακρίβειας των πληροφοριών και μη μετάδοσης παραπλανητικών ειδήσεων, με κίνδυνο να προκαλέσει τα αισθήματα του κόσμου, είτε εναντίον των διαδηλωτών, είτε εναντίον των στρατιωτών της UNFICYP. Ο Γ. Διευθυντής Ενημέρωσης του Αλφα Γιώργος Τσαλακός ενημέρωσε την Επιτροπή ότι η προαγγελία και το βίντεο με τις κύριες ειδήσεις της ημέρας ετοιμάστηκε το απόγευμα στη βάση των πρώτων πληροφοριών. Όπως ανέφερε, η προαγγελία δεν άλλαξε όταν υπήρξε η πλήρης εικόνα, λόγω παράβλεψης. Περαιτέρω ανέφερε ότι αυτό δεν έγινε με πρόθεση και ότι απόδειξη ήταν το γεγονός το γεγονός πως το ρεπορτάζ ήταν σωστό. Ο κ. Τσαλακός απολογήθηκε για το λάθος και εξέφρασε προθυμία για επανόρθωση. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι, στη βάση και της παραδοχής του κ. Τσαλακού, ο τηλεοπτικός σταθμός προέβη σε ανακριβή πληροφόρηση, κατά παράβαση του άρθρου 1 του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί της υποχρέωσης των ΜΜΕ και των Δημοσιογράφων να μεριμνούν ώστε να μη μεταδίδονται ανακριβείς και παραπλανητικές πληροφορίες. Η Επιτροπή σημείωσε την απολογία του κ. Τσαλακού για το λάθος και την προθυμία του για επανόρθωση.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
2/2017
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
14/02/2017
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (2/3/1/2017) από την Τόνια Σταυρινού εναντίον της ιστοσελίδας APOKALIPSI για αναδημοσίευση είδησης σχετικά με βιασμό μητέρας και κόρης από το ίδιο άτομο στη δεκαετία του 1990, η οποία στηρίχθηκε στη δικαστική απόφαση με την οποία ο δράστης καταδικάστηκε σε φυλάκιση. δεκαετίες για τη δικαστική υπόθεση βιασμού. Η παραπονούμενη ανέφερε ότι με την «άθλια ενέργεια» της ιστοσελίδας, να ξεθάψει τη δικογραφία μιας υπόθεσης που πάει πίσω 20 χρόνια, αναβιώνοντας λεπτομέρειες της υπόθεσης, τα θύματα υποβλήθηκαν στην ίδια δοκιμασία και ξανάζησαν το φρικιαστικό βιασμό τους. Η είδηση, που ανέφερε ως πηγή την ιστοσελίδα ρεπόρτερ και δημοσιεύθηκε κάτω από τον τίτλο «Βίαζε την κόρη, η μάνα άκουγε έγκλειστη στο πορτ-μπαγκάζ και μετά… το αντίστροφο» ανέφερε τη χρονολογία της υπόθεσης με αναφορά στο μήνα και το έτος, την ηλικία των δύο γυναικών και του βιαστή και περιέγραφε με κάθε λεπτομέρεια τον επανειλημμένο βιασμό των δύο θυμάτων. Στην είδηση, μάλιστα, επισημάνθηκε πως τα θύματα ξανάζησαν το βιασμό κατά τη δίκη του βιαστή, κατά την οποία ο ίδιος υπέβαλε τις δύο γυναίκες σε σαδιστική αντεξέταση, δεδομένου ότι εμφανίστηκε χωρίς δικηγόρο. Κατά την εξέταση της υπόθεσης κλήθηκε και προσήλθε ενώπιον της Επιτροπή η παραπονούμενη η οποία ανέφερε ότι συνέπεια της αναδημοσίευσης ήταν αδιαμφισβήτητα η πρόκληση ανθρώπινου πόνου και η επιβάρυνση της ψυχολογικής κατάστασης των δύο θυμάτων του βιασμού. Η παραπονούμενη ανέφερε πως η ιστοσελίδα APOKALIPSI διατήρησε ολόκληρο το αρχικό κείμενο που πήρε από την ιστοσελίδα reporter, με αποτέλεσμα να δουν το φως της δημοσιότητας ακόμη πιο αποτρόπαιες λεπτομέρειες του βιασμού, τις οποίες η συντάκτρια της είδησης στο ρεπόρτερ απάλειψε ύστερα από δική της παρέμβαση για πλήρη αφαίρεση της ανάρτησης. Η Επιτροπή απευθύνθηκε δύο φορές προς την ιστοσελίδα apokalipsi.com και ζήτησε τις απόψεις της, χωρίς καμιά ανταπόκριση. Κατά συνέπεια η Επιτροπή αποφάσισε πως η παράλειψη από μέρους της ιστοσελίδας συνιστά παραβίαση της πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας που προβλέπει ότι: «Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και οι Λειτουργοί των αναλαμβάνουν την υποχρέωση να συνεργάζονται με την Επιτροπή κατά τη διεξαγωγή των ερευνών της. Η μη συνεργασία τους συνιστά παραβίαση του παρόντα Κώδικα.» Η Επιτροπή αποφάσισε ότι η αναδημοσίευση ειδήσεων από άλλα μέσα δεν αποτελεί ελαφρυντικό παράγοντα για οποιεσδήποτε παραβιάσεις του Κώδικα ή του νόμου και επισήμανε πως τα ΜΜΕ πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικά και να ελέγχουν τις πληροφορίες οσάκις προβαίνουν σε αναδημοσίευση από άλλα ΜΜΕ. Η Επιτροπή εξέτασε το παράπονο υπό των πρίσμα των γενικών αρχών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας που επιβάλλουν στους δημοσιογράφους την υποχρέωση να «επιδεικνύουν την αρμόζουσα ευαισθησία…και είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί και διακριτικοί στην παρουσία θεμάτων όπως η βία, το έγκλημα, τα σεξουαλικά παραπτώματα και ο ανθρώπινος πόνος…καθώς και πληροφοριών ή εικόνων που είναι επιβλαβείς ή μπορούν να προκαλέσουν πανικό ή φρίκη ή αποτροπιασμό, κυρίως στα παιδιά». Επίσης έλαβε υπόψη την ειδική πρόνοια του άρθρου 10 περί σεξουαλικών εγκλημάτων, που προβλέπει ότι «τα Μ.Μ.Ε. δεν αποκαλύπτουν άμεσα ή έμμεσα την ταυτότητα των θυμάτων βιασμού και άλλων σεξουαλικών αδικημάτων και δεν δημοσιεύουν ή αναπαράγουν λεπτομέρειες, ο οποίες είναι δυνατό να προκαλέσουν ή να επιτείνουν τον ανθρώπινο πόνο». Η Επιτροπή εξέτασε το παράπονο υπό των πρίσμα των γενικών αρχών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας που επιβάλλουν στους δημοσιογράφους την υποχρέωση να «επιδεικνύουν την αρμόζουσα ευαισθησία…και είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί και διακριτικοί στην παρουσία θεμάτων όπως η βία, το έγκλημα, τα σεξουαλικά παραπτώματα και ο ανθρώπινος πόνος…καθώς και πληροφοριών ή εικόνων που είναι επιβλαβείς ή μπορούν να προκαλέσουν πανικό ή φρίκη ή αποτροπιασμό, κυρίως στα παιδιά». Επίσης έλαβε υπόψη την ειδική πρόνοια του άρθρου 10 περί σεξουαλικών εγκλημάτων, που προβλέπει ότι «τα Μ.Μ.Ε. δεν αποκαλύπτουν άμεσα ή έμμεσα την ταυτότητα των θυμάτων βιασμού και άλλων σεξουαλικών αδικημάτων και δεν δημοσιεύουν ή αναπαράγουν λεπτομέρειες, ο οποίες είναι δυνατό να προκαλέσουν ή να επιτείνουν τον ανθρώπινο πόνο». Η Επιτροπή θεωρεί ότι η παράθεση στην είδηση λεπτομερειών όπως ο μήνας και ο χρόνος του βιασμού και η ηλικία της κόρης κατά το χρόνο του επεισοδίου, καθώς και λεπτομερείς ανατριχιαστικές λεπτομέρειες του βιασμού, δεν αφήνει την παραμικρή αμφιβολία στα θύματα ότι επρόκειτο για τη δική τους εμπειρία, με αποτέλεσμα να ξαναζήσουν μια τρίτη φορά το μαρτύριό τους. Επίσης αποφάσισε ότι οι λεπτομέρειες είναι ενδεχόμενο να οδηγήσουν ακόμα και στην ταυτοποίησή τους από άτομα του περίγυρού τους ή άτομα που έχουν γνώση της υπόθεσης. Η Επιτροπή επισημαίνει πως, με βάση έγκυρες επιστημονικές απόψεις, ο βιασμός είναι το χειρότερο ίσως μαρτύριο στο οποίο μπορεί να υποβληθεί μια γυναίκα, το οποίο δεν είναι δυνατό να λησμονήσει ή να ξεπεράσει σε όλη της τη ζωή. (ίδε και http://www.joyfulheartfoundation.org/learn/sexual-assault-rape/effects-sexual-assault-and-rape Η Επιτροπή επισήμανε το γεγονός πως στην είδηση περιλήφθηκε και το απόσπασμα της δικαστικής απόφασης που ανέφερε: «Η μητέρα παρακολουθείται συνεχώς από ψυχίατρο και αισθάνεται ότι η ζωή της έχει τελειώσει. Η ανήλικη υποφέρει από ευερεθιστότητα με παροδικές εκρήξεις θυμού και αίσθημα καχυποψίας και επιφυλακτικότητας για τρίτα πρόσωπα. Ο βιασμός της άφησε ανεξίτηλη μελανή σφραγίδα στο ψυχικό της κόσμο που δύσκολα μπορεί να εξαλειφθεί». Επίσης επισήμανε πως στην είδηση που αναδημοσιεύθηκε υπάρχει η πιο κάτω αναφορά: «Η δοκιμασία των παραπονουμένων συνεχίστηκε και στο Κακουργιοδικείο. Αντεξετάστηκαν, πρώτα από το δικηγόρο του κατηγορούμενου και ακολούθως, αφού έπαυσε το δικηγόρο του, από τον ίδιο τον 33χρονο, με ιδιαίτερη βαναυσότητα και για αδικαιολόγητα μεγάλο χρονικό διάστημα. Αναγκάστηκαν να ζήσουν για δεύτερη φορά τις φρικτές τους εμπειρίες και, ταυτόχρονα, να δώσουν εξηγήσεις για προσωπικά θέματα που δεν είχαν παρά οριακή ή καθόλου σχέση με την υπόθεση. Τους τέθηκε σωρεία ατεκμηρίωτων υποβολών με μοναδικό σκοπό την αναστάτωσή τους, την καταρράκωση του ηθικού τους και, αν ήταν δυνατόν, την κατάρρευσή τους μέσα στο Δικαστήριο». Η Επιτροπή πιστεύει ότι αυτές οι δύο αναφορές θα έπρεπε να λειτουργήσουν ως αποτρεπτικός παράγοντας ώστε να μη αναδημοσιευθεί η είδηση Κατά συνέπεια, η Επιτροπή έκρινε πως το δημοσίευμα συνιστούσε παραβίαση των προαναφερθεισών γενικών και ειδικών προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας που επιβάλλουν στους δημοσιογράφους και στα ΜΜΕ την υποχρέωση να επιδεικνύουν ιδιαίτερη μέριμνα όταν ασχολούνται με υποθέσεις βίας και εγκλημάτων, να αποφεύγουν την πρόκληση ή την επίταση του ανθρώπινου πόνου και επίσης να μη δημοσιεύουν λεπτομέρειες που είναι δυνατό να οδηγήσουν στην αναγνώριση θυμάτων βιασμού.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
1/2017
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
14/02/2017
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (1/3/1/2017) από την Τόνια Σταυρινού εναντίον της ιστοσελίδας reporter.com για αναδημοσίευση είδησης σχετικά με βιασμό μητέρας και κόρης από το ίδιο άτομο στη δεκαετία του 1990, η οποία στηρίχθηκε στη δικαστική απόφαση με την οποία ο δράστης καταδικάστηκε σε φυλάκιση. Η παραπονούμενη ανέφερε ότι με την «άθλια ενέργεια» της ιστοσελίδας να ξεθάψει τη δικογραφία μιας υπόθεσης που πάει πίσω 20 χρόνια, αναβιώνοντας λεπτομέρειες της υπόθεσης, τα θύματα υποβλήθηκαν στην ίδια δοκιμασία και ξανάζησαν το φρικιαστικό βιασμό τους. Η είδηση στην ιστοσελίδα, κάτω από τον τίτλο «Βίαζε την κόρη, η μάνα άκουγε έγκλειστη στο πορτ-μπαγκάζ και μετά… το αντίστροφο» ανέφερε τη χρονολογία της υπόθεσης με αναφορά στο μήνα και το έτος, την ηλικία των δύο γυναικών και του βιαστή και περιέγραφε με κάθε λεπτομέρεια τον επανειλημμένο βιασμό των δύο θυμάτων. Στην είδηση, μάλιστα, επισημάνθηκε πως τα θύματα ξανάζησαν το βιασμό τους κατά τη δίκη του βιαστή, κατά την οποία ο ίδιος υπέβαλε τις δύο γυναίκες σε σαδιστική αντεξέταση, δεδομένου ότι εμφανίστηκε χωρίς δικηγόρο. Κατά την εξέταση της υπόθεσης κλήθηκε και προσήλθε ενώπιον της Επιτροπής η παραπονούμενη η οποία ανέφερε ότι συνέπεια της αναδημοσίευσης ήταν αδιαμφισβήτητα η πρόκληση ανθρώπινου πόνου και η επιβάρυνση της ψυχολογικής κατάστασης των δύο θυμάτων του βιασμού. Η παραπονούμενη ανέφερε πως μετά το δημοσίευμα απευθύνθηκε στη δημοσιογράφο Ντίνα Κλεάνθους, που υπέγραψε το ρεπορτάζ και ζήτησε να αφαιρεθεί η ανάρτηση, αλλά το μόνο που η δημοσιογράφος έκαμε ήταν να απαλείψει κάποιες από τις λεπτομέρειες στην περιγραφή του διπλού κατ’ επανάληψη βιασμού. Στη συνεδρία της Επιτροπής κλήθηκε επίσης και η Ντίνα Κλεάνθους για να παραθέσει τις απόψεις της επί του παραπόνου. Ανέφερε πως δεν υπήρχε καμιά σκοπιμότητα πίσω από την αναδημοσίευση της είδησης, που έγινε στο πλαίσιο της πρακτικής της ιστοσελίδες να κάνει αναδρομή σε παλιές δικαστικές αποφάσεις με ενδιαφέρον, κυρίως αυτές που αναφέρονταν σε δολοφονίες και άλλα εγκλήματα. Είπε ότι αναδημοσίευσε την είδηση χωρίς να σκεφθεί πως θα ήταν δυνατό να προκαλέσει ενόχληση ή πόνο στα θύματα. Πρόσθεσε πως συνειδητοποίησε το γεγονός αυτό όταν πήρε τηλεφώνημα από την Τόνια Σταυρινού και διάβασε μια σχετική ανάρτηση σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης για το δημοσίευμά της. Ανέφερε πως τώρα έχει συνειδητοποιήσει τις πιθανές επιπτώσεις από την αναδημοσίευση ειδήσεων και για το λόγο αυτό απέφυγε να δημοσιεύσει ύστερα από μερικές ημέρες άλλη είδηση για βιασμό. Η Επιτροπή εξέτασε το παράπονο υπό των πρίσμα των γενικών αρχών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας που επιβάλλουν στους δημοσιογράφους την υποχρέωση να «επιδεικνύουν την αρμόζουσα ευαισθησία…και είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί και διακριτικοί στην παρουσία θεμάτων όπως η βία, το έγκλημα, τα σεξουαλικά παραπτώματα και ο ανθρώπινος πόνος…καθώς και πληροφοριών ή εικόνων που είναι επιβλαβείς ή μπορούν να προκαλέσουν πανικό ή φρίκη ή αποτροπιασμό, κυρίως στα παιδιά». Επίσης έλαβε υπόψη την ειδική πρόνοια του άρθρου 10 περί σεξουαλικών εγκλημάτων, που προβλέπει ότι «τα Μ.Μ.Ε. δεν αποκαλύπτουν άμεσα ή έμμεσα την ταυτότητα των θυμάτων βιασμού και άλλων σεξουαλικών αδικημάτων και δεν δημοσιεύουν ή αναπαράγουν λεπτομέρειες, ο οποίες είναι δυνατό να προκαλέσουν ή να επιτείνουν τον ανθρώπινο πόνο». Η Επιτροπή θεωρεί ότι η παράθεση στην είδηση λεπτομερειών όπως ο μήνας και ο χρόνος του βιασμού και η ηλικία της κόρης κατά το χρόνο του επεισοδίου, καθώς και λεπτομερείς ανατριχιαστικές λεπτομέρειες του βιασμού, δεν αφήνει την παραμικρή αμφιβολία στα θύματα ότι επρόκειτο για τη δική τους εμπειρία, με αποτέλεσμα να ξαναζήσουν μια τρίτη φορά το μαρτύριό τους. Επίσης αποφάσισε ότι οι λεπτομέρειες είναι ενδεχόμενο να οδηγήσουν ακόμα και στην ταυτοποίησή τους από άτομα του περίγυρού τους ή άτομα που έχουν γνώση της υπόθεσης. Η Επιτροπή επισημαίνει πως, με βάση έγκυρες επιστημονικές απόψεις, ο βιασμός είναι το χειρότερο ίσως μαρτύριο στο οποίο μπορεί να υποβληθεί μια γυναίκα, το οποίο δεν είναι δυνατό να λησμονήσει ή να ξεπεράσει σε όλη της τη ζωή. (ίδε και http://www.joyfulheartfoundation.org/learn/sexual-assault-rape/effects-sexual-assault-and-rape Η Επιτροπή επισήμανε το γεγονός πως στην είδηση περιλήφθηκε και το απόσπασμα της δικαστικής απόφασης που ανέφερε: «Η μητέρα παρακολουθείται συνεχώς από ψυχίατρο και αισθάνεται ότι η ζωή της έχει τελειώσει. Η ανήλικη υποφέρει από ευερεθιστότητα με παροδικές εκρήξεις θυμού και αίσθημα καχυποψίας και επιφυλακτικότητας για τρίτα πρόσωπα. Ο βιασμός της άφησε ανεξίτηλη μελανή σφραγίδα στο ψυχικό της κόσμο που δύσκολα μπορεί να εξαλειφθεί». Επίσης επισήμανε πως στην είδηση που αναδημοσιεύθηκε υπάρχει η πιο κάτω αναφορά: «Η δοκιμασία των παραπονουμένων συνεχίστηκε και στο Κακουργιοδικείο. Αντεξετάστηκαν, πρώτα από το δικηγόρο του κατηγορούμενου και ακολούθως, αφού έπαυσε το δικηγόρο του, από τον ίδιο τον 33χρονο, με ιδιαίτερη βαναυσότητα και για αδικαιολόγητα μεγάλο χρονικό διάστημα. Αναγκάστηκαν να ζήσουν για δεύτερη φορά τις φρικτές τους εμπειρίες και, ταυτόχρονα, να δώσουν εξηγήσεις για προσωπικά θέματα που δεν είχαν παρά οριακή ή καθόλου σχέση με την υπόθεση. Τους τέθηκε σωρεία ατεκμηρίωτων υποβολών με μοναδικό σκοπό την αναστάτωσή τους, την καταρράκωση του ηθικού τους και, αν ήταν δυνατόν, την κατάρρευσή τους μέσα στο Δικαστήριο». Η Επιτροπή πιστεύει ότι αυτές οι δύο αναφορές θα έπρεπε να είχαν κτυπήσει καμπανάκι και να οδηγήσουν στην εύλογη σκέψη πως η αναδημοσίευση της υπόθεσης ύστερα από 20 χρόνια θα ήταν δυνατό να κάμει τα θύματα να ζήσουν για τρίτη φορά τις φρικτές εμπειρίες τους. Η Επιτροπή σημείωσε, πάντως, τη δήλωση της δημοσιογράφου ότι μετά την επισήμανση αυτής της πιθανότητας, είναι προσεκτική στο τι δημοσιεύει. Όμως αυτό δεν μεταβάλλει το γεγονός ότι το δημοσίευμα ήταν δυνατό να επιτείνει τον πόνο και τη ψυχολογική αναστάτωση των δύο γυναικών. Συνεπώς έκρινε πως το δημοσίευμα συνιστούσε παραβίαση των προαναφερθεισών γενικών και ειδικών προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας που επιβάλλουν στους δημοσιογράφους και στα ΜΜΕ την υποχρέωση να επιδεικνύουν ιδιαίτερη μέριμνα όταν ασχολούνται με υποθέσεις βίας και εγκλημάτων και να αποφεύγουν την πρόκληση ή την επίταση του ανθρώπινου πόνου και επίσης να μη δημοσιεύουν λεπτομέρειες που είναι δυνατό να οδηγήσουν στην αναγνώριση θυμάτων βιασμού.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
28/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
18/10/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (28/2/8/2016) από τον Αλέξανδρο Μακρυγιάννη, μέλος του προσωπικού της ΑΤΗΚ για δύο κατ’ ισχυρισμό ανακριβή και παραπλανητικά σχόλια-ειδήσεις που δημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος» στις 28 και 30 Ιουλίου. Τα σχόλια αναφέρονταν σε διακοπές που προσφέρει στα μέλη του το Ταμείο Ευημερίας της ΑΤΗΚ με επικριτική διάθεση για το γεγονός ότι τα μέλη του Ταμείου, μεταξύ των οποίων και διευθυντικά στελέχη της ΑΤΗΚ απολαμβάνουνπιο φθηνές διακοπές σε σχέση με άλλους πολίτες. Το πρώτο σχόλιο, με την υπογραφή Ε.Π. ανέφερε: «Σχεδόν δωρεάν απολαμβάνουν τις ομορφιές της Σκιάθου οι εργαζόμενοι της Cyta, ανάμεσά τους διευθυντές οι οποίοι λαμβάνουν ψηλούς μισθούς. Πληρώνοντας μόνο το ποσό των €350 ανά άτομο, ταξιδεύουν απευθείας από τη Λάρνακα στο γοητευτικό νησί των Σποράδων και διαμένουν για μια εβδομάδα σε ένα από τα πολυτελέστατα ξενοδοχεία του νησιού. Το ποσό των €350 το οποίο καταβάλλουν και για κάθε ένα μέλος της οικογένειάς τους, περιλαμβάνει το αεροπορικό εισιτήριο και τη διαμονή η οποία συνοδεύεται με πλήρη διατροφή. Οι χλιδάτες διακοπές των εργαζομένων ουσιαστικά επιχορηγούνται μέσω του ταμείου ευημερίας των υπαλλήλων, οι οποίοι κάθε μήνα καταβάλουν €3 έκαστος. Επίσης, η Cyta, κάθε τέλος του χρόνου, προσθέτει 3% επί των ετήσιων απολαβών του κάθε εργαζομένου, ποσό με το οποίο πληρώνεται η ασφάλειά τους και όσα χρήματα απομείνουν μεταφέρονται στο ταμείο ευημερίας. Οι υπόλοιποι Κύπριοι μόνο για τα αεροπορικά εισιτήρια πληρώνουν €325…» Υστερα από πολλές αντιδράσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης από υπαλλήλους της ΑΤΗΚ αλλά και μέλη του κοινού, η εφημερίδα δημοσίευσε στις 30 Ιουλίου, 2016, δεύτερο σχόλιο που ανέφερε: «Σάλο προκάλεσε το παραπολιτικό του «Φ» σχετικά με τις επιχορηγημένες διακοπές των εργαζομένων της Cyta στη Σκιάθο. Δεν μπορώ να καταλάβω τον λόγο που υπήρξαν τόσες αντιδράσεις. Οι εργαζόμενοι του Οργανισμού ενοχλήθηκαν γιατί γράψαμε ότι με ποσό €350 πάνε διακοπές με πλήρη διατροφή, αλλά στην πραγματικότητα απολαμβάνουν τις Σποράδες πληρώνοντας ποσό €485 με ημιδιατροφή. Το ζήτημα δεν είναι ούτε τα €350 ούτε τα €485, αλλά είναι ο τρόπος με τον οποίο κάνουν τις διακοπές. Κάθε χρόνο, όπως μας ανέφερε αρμόδια πηγή, η Cyta καταβάλλει στο Ταμείο Ευημερίας, ποσό ύψους €1,4 εκατ. Ο «Φ» ήθελε να κακίσει το γεγονός ότι διευθυντές με μηνιαίους μισθούς άνω των €5.000, χρησιμοποιούν τις προσφορές του Ταμείου για να κάνουν τις διακοπές τους. Για την ιστορία, οι απλοί πολίτες για εισιτήριο και διαμονή στο ίδιο ξενοδοχείο, που είναι τεσσάρων αστέρων και στο οποίο διαμένουν οι εργαζόμενοι του Οργανισμού θα καταβάλουν ποσό €799 το άτομο, ενώ αυτοί μόνο €485. Μήπως τελικά είναι ταμείο ευημερίας διευθυντών;» Ο παραπονούμενος υποστήριξε ότι η δημοσιογράφος εσκεμμένα χρησιμοποίησε τη λέξη «χλιδάτες» (έννοια: προκλητική πολυτέλεια) για να προκαλέσει την αρνητική αντίδραση του αναγνώστη, αφού υπονοεί ότι τα μέλη του Ταμείου Ευημερίας απολαμβάνουν κάτι που δεν είναι εφικτό στους υπόλοιπους Κύπριους. Περαιτέρω, ανέφερε ότι ο χαρακτηρισμός του ποσού των €350 ως ευτελούς συνιστούσε άτοπο και υπέδειξε ότιτα μέλη του Ταμείου δεν κατέβαλαν το ποσό για διαμονή και πλήρη διατροφή 7 ημερών, αλλά €485 ευρώ με ημιδιατροφή. Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι και το δεύτερο σχόλιο υπό τον τίτλο «Οι αντιδράσεις εργαζομένων της Cyta» με το οποίο απαντούσε στις επικρίσεις των εργαζομένων στην ΑΤΗΚ ήταν εξίσου παραπλανητικό γιατί ενώ προβαίνει σε διόρθωση των ανακριβών στοιχείων, δεν προέβη σε απολογία και επέμενε να προκαλεί την αρνητική αντίδραση των αναγνωστών συγκρίνοντας το ποσό που καταβάλλει ένα μέλος του Ταμείου (485 ευρώ) με ένα αυθαίρετο ποσό (799 ευρώ) που πληρώνουν άλλα μέλη του κοινού που ενδεχομένως να βρήκε στο διαδίκτυο. Ο παραπονούμενος εξήγησε ότι το Ταμείο Προνοίας ιδρύθηκε από το 1986 με αποστολή, μεταξύ άλλων, την «εξασφάλιση θερινών αναπαυτηρίων κι επιχορήγηση καλοκαιρινών διακοπών». Επίσης εξήγησε πως το κάθε μέλος πληρώνει μηνιαία συνδρομή και η Α.ΤΗ.Κ. καταβάλλει το 3% του ετήσιου μισθού βάσει συλλογικής σύμβασης (μείον τα έξοδα ασφάλισης). Η συλλογική σύμβαση, ανέφερε, δεν μπορεί να αποκλείσει κανέναν υπάλληλο, ακόμα και τους διευθυντές, που αναλογικά καταβάλλουν μεγαλύτερο ποσό, επιχορηγώντας με αυτόν τον έμμεσο τρόπο, τους χαμηλόμισθους υπαλλήλους. Ο παραπονούμενος παρέθεσε λεπτομέρειες της λειτουργίας του Ταμείου αναφέροντας ότι , κάθε χρόνο μέσω προσφορών, διοργανώνονται ταξίδια στο εξωτερικό. Η Σκιάθος είναι ένας αγαπητός προορισμός και για φέτος ζητήθηκαν από τις αρχές του χρόνου προσφορές για 735 διανυκτερεύσεις στο συγκεκριμένο ξενοδοχείο (15 δωμάτια Χ 7 εβδομάδες με τα ανάλογα αεροπορικά εισιτήρια. Ο παραπονούμενος πρόσθεσε πως το Ταμείο εξασφάλισε μέσω καλού προγραμματισμού πολύ καλές τιμές για τα μέλη του, αναφέροντας πως δεν υπάρχει ούτε προκλητική χλιδή, ούτε διάκριση έναντι των υπολοίπων Κυπρίων. Εξ άλλου, ανέφερε ότι υπάρχει ένα μικρό ποσό επιχορήγησης που προέρχεται από χρήματα των μελών του Ταμείου, είτε μέσω της μηνιαίας συνδρομής τους είτε μέσω καταβολής ποσοστού του μισθού τους. Ο τρόπος επιλογής γίνεται με κλήρωση, βασισμένη σε σύστημα μοριοδότησης στην οποία ένας διευθυντής και ένας κλητήρας έχουν ίσες πιθανότητες. Τέλος αναφέρει ότι όλα τα Ταμεία Ευημερίας λειτουργούν με παρόμοιο και ότι αν η δημοσιογράφος ερευνούσε το θέμα δεν θα παρουσίαζε τα δεδομένα με τον συγκεκριμένο τρόπο, προσβάλλοντας τα μέλη. Σύμφωνα με το παράπονο, τα δύο δημοσιεύματα παραβιάζουν τη γενική πρόνοια του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, που ορίζει ότι «Ο σεβασμός της αλήθειας και του δικαιώματος του πολίτη για αντικειμενική, ολοκληρωμένη και έγκυρη πληροφόρηση αποτελεί υποχρέωση όλων των Μέσων και των λειτουργών των», καθώς και το άρθρο 1 περί Ακρίβειας των Πληροφοριών, που προνοεί τα ακόλουθα:, «Τα Μ.Μ.Ε. μεριμνούν ώστε να μη δημοσιεύονται ανακριβείς, παραπλανητικές, φανταστικές ή διαστρεβλωτικές της αλήθειας ειδήσεις, πληροφορίες ή σχόλια. Σε περίπτωση που έχει συμβεί κάτι τέτοιο προχωρούν σε άμεση διόρθωση ή και απολογία., Τα Μ.Μ.Ε. και οι λειτουργοί των έχουν υποχρέωση να παρέχουν έγκυρη πληροφόρηση στους καταναλωτές». Η Επιτροπή προέβη σε επανειλημμένες υπομνήσεις προς την εφημερίδα, ακόμα και κατά την ημέρα της εξέτασης του παραπόνου, για παράθεση των απόψεών της. Δεδομένου ότι παρήλθαν τρεισήμισι μήνες από την αρχική ενημέρωση της εφημερίδας, η Επιτροπή αποφάσισε να προχωρήσει στην εξέτασή του παραπόνου με βάση τα ενώπιόν της στοιχεία. Η Επιτροπή, αφού διαπίστωσε την καθυστέρηση και την αμέλεια της εφημερίδας να συνεργασθεί στην εξέταση του παραπόνου εξέφρασε δυσφορία για τη στάση αυτή, που ισοδυναμεί με άρνηση συνεργασίας, η οποία συνιστά παραβίαση της πρόνοιας του Κώδικα που αναφέρει ότι «τα ΜΜΕ και οι Λειτουργοί των αναλαμβάνουν την υποχρέωση να συνεργάζονται με την Επιτροπή κατά τη διεξαγωγή των ερευνών της. Η μη συνεργασία τους συνιστά παραβίαση του παρόντα Κώδικα». Επί του παραπόνου, η Επιτροπή αποφάσισε ότι στο πρώτο δημοσίευμα της εφημερίδας περιλήφθηκαν ανακριβείς πληροφορίες ως προς ύψος του ποσού που πλήρωσαν οι υπάλληλοι της ΣΥΤΑ μέλη του Ταμείου Ευημερίας για διακοπές αφού υποστήριξε ότι πλήρωσαν €350 για διαμονή και πλήρη διατροφή 7 ημερών ενώ στην πραγματικότητα πλήρωσαν €485 για διαμονή 7 ημερών με ημιδιατροφή. Το ποσό που αναφέρθηκε για σκοπούς σύγκρισης το οποίο πληρώνουν άλλοι είναι άσχετο και δεν μεταβάλλει το γεγονός πως υπήρξε ανακριβής πληροφόρηση. Η Επιτροπή διαπίστωσε επίσης την προφανή παράλειψη ελέγχου της ακρίβειας των πληροφοριών που δημοσιεύθηκαν και τη συμπερίληψη ελλιπούς ή παραπλανητικής πληροφόρησης ως προς τις προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες διευθυντικά στελέχη της ΑΤΗΚ συμμετέχουν στο σχέδιο διακοπών του Ταμείου Ευημερίας. Ο ισχυρισμός που προβάλλεται στο δεύτερο σχόλιο, ότι "ήθελε να κακίσει το γεγονός ότι διευθυντές με μηνιαίους μισθούς άνω των €5.000, χρησιμοποιούν τις προσφορές του Ταμείου" συνιστά επίσης ανακριβή πληροφόρηση, γιατί στο πρώτο σχόλιο σαφώς αναφέρεται στο σύνολο τον υπαλλήλων με τη φράση "σχεδόν δωρεάν απολαμβάνουν τις ομορφιές της Σκιάθου οι εργαζόμενοι της Cyta, ανάμεσά τους διευθυντές οι οποίοι λαμβάνουν ψηλούς μισθούς". Περαιτέρω, διαπίστωσε ότι υπήρξε παραπλάνηση ως προς το έργο και την αποστολή του Ταμείου Ευημερίας που σαφώς αποδοκιμάζεται γιατί εξασφαλίζει φθηνές διακοπές για τα μέλη του ενώ αποστολή του είναι ακριβώς αυτή. Ως προς την καταγγελία ότι χρησιμοποιήθηκαν χαρακτηρισμοί που είναι παραπλανητικοί, όπως χλιδάτες διακοπές και ευτελές ποσό, η Επιτροπή θεώρησε ότι πρόκειται για προσωπικές κρίσεις στις οποίες υπεισέρχεται η υποκειμενική θεώρηση των πραγμάτων, που ο καθένας έχει δικαίωμα να κάνει. Επομένως είναι φυσικό κάποιος να θεωρεί χλιδάτες τις διακοπές ενός συγκεκριμένου επιπέδου που άλλος δεν τις θεωρεί ως τέτοιες και το ποσό των €350 ευτελές, που για κάποιον άλλο είναι μεγάλο. Η Επιτροπή αποφάσισε να καλέσει την εφημερίδα να δημοσιεύσει την απόφαση αυτή ή περίληψή της που να περιλαμβάνει το ουσιώδες μέρος της.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
26/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
18/10/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (26/22/7/2016) από τον Παγκύπριο Σύνδεσμο Νοσηλευτών και Μαιών για ανακριβή πληροφόρηση από τον τηλεοπτικό σταθμό ΣΙΓΜΑ σχετικά με τη μονάδα απεξάρτησης ΑΝΩΣΗ. Το παράπονο ανέφερε ότι στις 7 Ιουνίου, 2016 στην απογευματινή εκπομπή «Μεσημέρι» και στο κύριο δελτίο ειδήσεων του τηλεοπτικού σταθμού την ίδια ημέρα αφέθηκε εμμέσως να εννοηθεί ότι στο χώρο της μονάδας γίνεται χρήση μη νόμιμων εξαρτησιογόνων ουσιών. Ειδκότερα, όπως προκύπτει από την εξέταση μαγνητοσκόπησης της είδησης στο κύριο δελτίου του ΣΙΓΜΑ, ο παρουσιαστής Χρύσανθος Τσουρούλης ανέφερε πως το ρεπορτάζ θα παρουσίαζε αποκαλυπτικές φωτογραφίες που έδειχναν χρησιμοποιημένες σύριγγες και ψυχοφάρμακα που αφέθηκαν παρατημένα στις σκάλες της μονάδας απεξάρτησης του δημοσίου, ενώ στην οθόνη προβάλλονταν σύριγγα και κουταλάκι που χρησιμοποιούν οι χρήστες για μετατροπή του οπίου σε ηρωίνη. Στο ρεπορτάζ της Μικαέλας Κουλέ αναφέρθηκε πώς «πράγματα και θαύματα φαίνονται να γίνονται σε μονάδα νοσηλείας στην οποία δίνουν αγώνα για να απεξαρτικοποιηθούν από παράνομες ουσίες». Στη συνέχεια άτομο με αλλοιωμένη φωνή ανέφερε πως «έχουμε βρει πετάμενες χρησιμοποιημένες σύριγγες…κουτιά από χάπια…ψυχοφάρμακα και ναρκωτικά, χάπια πεταμένα, μικρά τενεκεδάκια τα οποία ήταν καμένα που καταλαβαίνω ότι ήταν οι χρήστες…που τα χρησιμοποιούσαν…για να πάρουν τη δόση τους». Η αφήγηση συνοδευόταν από φωτογραφίες των αναφερθέντων αντικειμένων και σκηνές στις οποίες μια ανθρώπινη σιλουέτα εκινείτο σε απροσδιόριστο χώρο υποβάλλοντας έκνομη δράση. Εκπρόσωπος του Υπουργείου Υγείας που ήταν φιλοξενούμενος ανέφερε πως αυτοί που εισέρχονται στη μονάδα δεν μεταφέρουν μαζί τους ναρκωτικά και ότι γίνεται έλεγχος στη βαλίτσα τους ενώ κατά την παραμονή τους γίνεται τεστ ούρων και «επομένως δεν υπάρχει περίπτωση να κάνει (κανείς) χρήση και να μη το ξέρουμε εμείς.» Εκπρόσωπος του Αντιναρκωτικού Συμβουλίου ανέφερε πως «τα κακώς έχοντα πρέπει να βγαίνουν στην επιφάνεια» και είπε ότι το Συμβούλιο θα εξέταζε ποιες πτυχές των όσων αναφέρθηκαν στο ρεπορτάζ το αφορούσαν. Ο παραπονούμενος Παγκύπριος Σύνδεσμος Νοσηλευτών και Μαιών ανέφερε στο παράπονό του πως «φαίνεται ότι η εν λόγω τηλεοπτική εκπομπή παρουσίασε ατεκμηρίωτες πληροφορίες χωρίς πρώτα να τις διασταυρώσει και βασίζοντας τες μόνο σε στείρες εικασίες». Επίσης ανέφερε πως με βάση τις γενικές διατάξεις του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, οι λειτουργοί των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας οφείλουν να μη δημοσιεύουν «ανακριβείς, παραπλανητικές, φανταστικές ή διαστρεβλωτικές της αλήθειας ειδήσεις, πληροφορίες ή σχόλια» και να «καθιστούν σαφή τη διάκριση μεταξύ γεγονότος και ερμηνείας, σχολίου ή εικασίας». Σύμφωνα με το παράπονο, "σε καμιά περίπτωση δεν φαίνεται να παρουσιάστηκαν οι πληροφορίες στην εν λόγω τηλεοπτική εκπομπή με τον ορθό τρόπο". Ο Σύνδεσμος εξήγησε πως η ΑΝΩΣΗ στεγάζεται, σε ξεχωριστό τμήμα, στον πρώτο όροφο του παλαιού νοσοκομείου Λεμεσού, ενώ στον ίδιο όροφο στεγάζονται και άλλα τμήματα. Περαιτέρω ανέφερε πως φωτογραφίες που παρουσιάστηκαν στην εν λόγω εκπομπή είχαν παρθεί από το δεύτερο όροφο του ενλόγω κτιρίου, ο οποίος είναι άδειος και δεν βρίσκεται κάτω από την αρμοδιότητα των Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας και σε καμία περίπτωση δεν βρίσκεται κάτω από την διοίκηση ή την εποπτεία της ΑΝΩΣΗΣ. Εξ άλλου, ανέφερε πως ο χώρος του πρώτου ορόφου όπου λειτουργεί η μονάδα απεξάρτησης είναι κλειδωμένος και υπάρχουν κάμερες ασφαλείας σε όλες τις εξόδους και οι θεραπευόμενοι δεν μπορούν να βγουν από το χώρο της μονάδας χωρίς να γίνουν αντιληπτοί, ενώ κατά την εισαγωγή τους στην μονάδα γίνεται έλεγχος των προσωπικών του αντικειμένων και σωματικός έλεγχος. Ο Σύνδεσμος υπέδειξε ότι με βάση τα πιο πάνω «ουδεμία ευθύνη θα μπορούσε να φέρει το νοσηλευτικό προσωπικό της ΑΝΩΣΗΣ για το τι γίνεται σε άλλα τμήματα του κτιρίου». Περαιτέρω ανέφερε ότι ενέργειες όπως το επίμαχο ρεπορτάζ «πλήττουν αδίκως το επαγγελματικό κύρος και την αξιοπρέπεια των νοσηλευτών αλλά και της νοσηλευτικής ως επαγγέλματος» και ότι «τέτοιες ενέργειες μειώνουν λανθασμένα και αχρείαστα την εμπιστοσύνη του κοινού προς τις κρατικές υπηρεσίες υγείας και δημιουργούν τρόμο, πανικό και ανασφάλεια σε μερίδα συνανθρώπων μας που χρήζουν νοσηλείας στην μονάδα όσο και προς τις οικογένειες τους ή σε άλλους που θα ήθελαν να χρησιμοποιήσουν αυτές τις υπηρεσίες». Η Επιτροπή αποτάθηκε για τις απόψεις του ΣΙΓΜΑ επί του θέματος στο Γενικό Διευθυντή Χρύσανθο Τσουρούλη, ο οποίος ανέθεσε το έργο της απάντησης στο παράπονο στη Γογώ Αλεξανδρινού, παρουσιάστρια της εκπομπής «Μεσημέρι και κάτι». Η κ. Αλεξανδρινού ανέφερε ότι ο ΣΙΓΜΑ δεν διατηρεί αρχείο εκπομπών και ρεπορτάζ με συνέπεια να μην ήταν σε θέση να γνωρίζει το ακριβές περιεχόμενό της επίμαχης εκπομπής και πρόσθεσε πως «αντιλαμβάνεστε ότι χωρίς αυτά δεν είμαστε σε θέση να επιχειρηματολογήσουμε και να τεκμηριώσουμε την όποια θέση μας». Πάντως ανέφερε πως εκ μνήμης μπορούσε να πει πως «ότι το ρεπορτάζ αποτελούσε μαρτυρία συγγενικού προσώπου ατόμου, που βρισκόταν στη Μονάδα Άνωση, το οποίο είχε προμηθεύσει το ΣΙΓΜΑ με φωτογραφικό υλικό με χρησιμοποιημένες σύριγγες στο κτίριο που στεγάζεται και η Μονάδα». Πρόσθεσε πως «σε καμία περίπτωση δεν ήταν πρόθεσή μας να μειώσουμε το έργο των νοσηλευτών της Μονάδας» και περαιτέρω ανέφερε «ότι ακόμη και αν έχει γίνει αναφορά δεν είμαστε σε θέση να την καταγράψουμε με σαφήνεια και να δώσουμε σχετικές εξηγήσεις». Κατέληξε αναφέροντας ότι «αν προκαλέσαμε οποιαδήποτε αναστάτωση, αυτό σίγουρα δεν ήταν πρόθεσή μας, και απολογούμαστε γι’ αυτό. Στόχος μας ήταν να καταγραφούν τα όποια κακώς κείμενα ώστε να διορθωθούν άμεσα». Με βάση και δική της παράκληση, η Γραμματεία έθεσε στη διάθεσή της το υλικό που είχε εξασφαλίσει μετά το παράπονο (οπτικογράφηση του ρεπορτάζ) και καταγραφή των αναφερθέντων στην είδηση, αλλά και πάλι δεν υπήρξε ανταπόκριση εκ μέρους της. Κατά την εξέταση του παραπόνου η Επιτροπή θεώρησε ως ύψιστη ανευθυνότητα τις εξηγήσεις που έδωσε η κ. Αλεξανδρινού για την αδυναμία της να προβεί σε συγκεκριμένα σχόλια επί του παραπόνου. Η Επιτροπή αποδοκίμασε έντονα τις δικαιολογίες της Γογώς Αλεξανδρινού για τη μη παράθεση ουσιαστικών απαντήσεων με το δικαιολογητικό ότι δεν είχε το περιεχόμενο της είδησης. Ο ισχυρισμός ότι το ΣΙΓΜΑ δεν διατηρεί αρχείο ειδήσεων είναι αβάσιμος και στην πραγματικότητα συνιστά παράβαση του νόμου περί ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών σταθμών, που επιβάλλει να φυλάσσονται οι εκπομπές για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Μετά την αποστολή του σχετικού υλικού από την Επιτροπή, η δικαιολογία ότι δεν μπορούσε να γνωρίζει το περιεχόμενο της είδησης θεωρήθηκε αβάσιμη και ως άρνηση συνεργασίας με την Επιτροπή, κατά παράβαση της πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας που προβλέπει ότι «τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και οι Λειτουργοί των αναλαμβάνουν την υποχρέωση να συνεργάζονται με την Επιτροπή κατά τη διεξαγωγή των ερευνών της. Η μη συνεργασία τους συνιστά παραβίαση του παρόντα Κώδικα». Επί της ουσίας του παραπόνου, η Επιτροπή αποφάσισε ότι από την εξήγηση που δόθηκε ότι το ρεπορτάζ στηρίχθηκε σε φωτογραφικό υλικό και δηλώσεις συγγενούς θεραπευομένου στην ΑΝΩΣΗ, προκύπτει πως δεν έγινε καμιά προσπάθεια επιβεβαίωσης των πληροφοριών. Ως αποτέλεσμα, ενώ οι φωτογραφίες είχαν ληφθεί στο δεύτερο όροφο του κτιρίου στο οποίου λειτουργεί η μονάδα τελείως απομονωμένη, με το ρεπορτάζ δόθηκε ευθέως η εντύπωση ότι τα αντικείμενα που φωτογραφήθηκαν βρίσκονταν σε χώρο εντός της μονάδας, που βρισκόταν υπό τον έλεγχο και φύλαξή της. Συνεπώς, η Επιτροπή έκρινε πως οι πληροφορίες που μεταδόθηκαν στο ρεπορτάζ συνιστούσαν κατάφωρη παραβίαση της πρόνοιας περί της ακρίβειας των πληροφοριών, γιατί ο σταθμός στηρίχθηκε αποκλειστικά και μόνο σε ισχυρισμούς και δηλώσεις συγγενικών προσώπων εξαρτωμένων, χωρίς καμιά προσπάθεια διαπίστωσης της ακρίβειας των πληροφοριών. Η σχετική πρόνοια αναφέρει ότι «τα Μ.Μ.Ε. μεριμνούν ώστε να μη δημοσιεύονται ανακριβείς, παραπλανητικές, φανταστικές ή διαστρεβλωτικές της αλήθειας ειδήσεις, πληροφορίες ή σχόλια. Σε περίπτωση που έχει συμβεί κάτι τέτοιο χωρούν σε άμεση διόρθωση ή και απολογία». Όπως προαναφέρθηκε, από την απάντηση της κ. Αλεξανδρινού δεν προκύπτει ότι έγινε καμιά προσπάθεια προς την κατεύθυνση των επιταγών του Κώδικα. Επί πλέον, η Επιτροπή έκρινε ότι το ρεπορτάζ αντανακλούσε στην εργασία των νοσηλευτών-μελών του Συνδέσμου Νοσηλευτών και Μαιών που εργάζονται στην ΑΝΩΣΗ, δίδοντας την εντύπωση πως παραμελούν στοιχειώδη καθήκοντα και ευθύνες και ότι αδιαφορούσαν για τη χρήση ναρκωτικών ουσιών σε ένα ίδρυμα απεξάρτησης. Ως εκ τούτου το ρεπορτάζ θεωρήθηκε ότι συνιστούσε διασυρμό των νοσηλευτών του ιδρύματος κατά παράβαση της πρόνοιας του άρθρου 12 που ορίζει ότι «ο χλευασμός, η διαπόμπευση και ο διασυρμός ατόμων ή ομάδων είναι ανεπίτρεπτος». Περαιτέρω η Επιτροπή διαπίστωσε πως η παρουσίαση αντικειμένων που οδηγούν στον τρόπο χρήση ναρκωτικών ουσιών αντιβαίνει προς τις ερμηνευτικές διατάξεις για την παρουσίαση υποθέσεων χρήσης ναρκωτικών που μεταξύ άλλων ορίζουν πως "δεν περιγράφεται και δεν παρουσιάζεται κανένας τρόπος λήψης ουσιών εξάρτησης ή όργανα παρασκευής ή χρήσης ναρκωτικών ουσιών". Η Επιτροπή αποφάσισε να καλέσει το ΣΙΓΜΑ να μεταδώσει την απόφαση ή ευρεία περίληψή της και να απολογηθεί στους επηρεαζόμενους νοσηλευτές.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
29/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
18/10/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (29/16/11/2016) από το Διευθυντή της Α’ Τεχνικής Σχολής Λεμεσού Λουκά Παπαντωνίου για δημοσιεύματα στην ιστοσελίδα TOTHEMAONLINE, τα οποία αναφέρονταν σε φερόμενα επεισόδια βίας στο σχολείο. Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι τα δημοσιεύματα «δυσφημούν το γόητρο και τη φήμη» του σχολείου και ότι οι πληροφορίες δημοσιεύθηκαν χωρίς να ερωτηθεί η διεύθυνση του σχολείου για να τους δώσει πληροφορίες. Ο διευθυντής του σχολείου ανέφερε στο παράπονό του ότι μετά από επεισόδιο κατά το οποίο εξωσχολικές νεαρές άσκησαν βία σε μαθήτρια της σχολής στις 10 Οκτωβρίου, 2016, η ιστοσελίδα έγραψε ότι «η Α΄ Τεχνική Σχολή Λεμεσού έγινε γνωστή ανά το Παγκύπριο μετά το πασίγνωστο περιστατικό βίας μεταξύ μαθητριών.» Ο παραπονούμενος υποστήριξε ότι το περιστατικό δεν έγινε στο χώρο της σχολής και ότι η μαθήτρια του σχολείου δεν ήταν αυτή που άσκησε βία αλλά υπήρξε το θύμα. Περαιτέρω ανέφερε ότι η ιστοσελίδα ανάρτησε στις 7 Νοεμβρίου, 2016 την πληροφορία ότι «Τα περιστατικά βίας δεν έχουν τελειωμό στην Α΄ Τεχνική Σχολή Λεμεσού. Άγριο Ξύλο και πάλι στην Α΄ Τεχνική Σχολή Λεμεσού! Πατέρας έδειρε καθηγητή θρησκευτικών και ο γιος του τον μισό καθηγητικό σύλλογο.» Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι ο μαθητής δεν προέβη σε καμιά πράξη βίας εναντίον καθηγητών, ούτε και βρέθηκε σε φραστική αντιπαράθεση με οποιονδήποτε καθηγητή. Επίσης ανέφερε ότι «ουδείς μαθητής της Σχολής μας προέβη σε πράξη βίας εναντίον οποιουδήποτε.» Ο Διευθυντής Ειδήσεων της ιστοσελίδας Φάνης Μακρίδης, σε γραπτή απάντησή του ανέφερε ότι το σχετικό ρεπορτάζ λήφθηκε από την εφημερίδα Πολίτης που το δημοσίευσε στις 7 Νοεμβρίου. Ανέφερε ότι για το λόγο αυτό φέρει και την ένδειξη: «Επιμέλεια: Τάσος Χριστοδούλου», που υποδηλώνει ότι δεν το υπογράφει ως δικό του αλλά απλώς ότι το επιμελήθηκε. Περαιτέρω ανέφερε ότι την επόμενη ημέρα, 8 Νοεμβρίου, 2016, η ιστοσελίδα επικοινώνησε με καθηγητή που εργάζεται στο υπό αναφορά σχολείο, ο οποίος, κατ’ ισχυρισμό αρνήθηκε να προβεί σε δηλώσεις, αλλά πληροφόρησε το δημοσιογράφο ότι το δημοσίευμα του «ΠΟΛΙΤΗ» δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα. Επίσης ανέφερε ότι στις 9 Νοεμβρίου, 2016, η ιστοσελίδα επικοινώνησε με τον κ. Λουκά Παπαντωνίου, διευθυντή της Τεχνικής Σχολής, ο οποίος σύμφωνα με την απάντηση του κ. Μακρίδη, «μόλις του αναφέραμε ότι ενδιαφερόμαστε να δημοσιεύσουμε την εκδοχή του, αρνήθηκε λέγοντας μεταξύ άλλων: «Μα, τωρά τζιαί να πάει;» Εξ άλλου, ανέφερε ότι στις 8 Νοεμβρίου ιστοσελίδα δημοσιοποίησε την εκδοχή του πατέρα του μαθητή, που δήλωσε ότι «δεν υπήρξε επεισόδιο ξυλοδαρμού», και πρόσθεσε πως ο πατέρας «με απλά λόγια ανέφερε αυτό που επιθυμούσε και ο ίδιος ο κ. Παπαντωνίου», δηλαδή ότι δεν κτυπήθηκαν καθηγητές είτε από τον πατέρα είτε από το γιό του. Ο παραπονούμενος, ενώπιον του οποίου τέθηκαν όσα αναφέρονται στην απάντηση απέφερε ότι πράγματι κάποιος του τηλεφώνησε τη μεθεπόμενη του δημοσιεύματος και ζήτησε τις θέσεις του. Είπε ότι αρνήθηκε να κάμει οποιαδήποτε δήλωση αφ’ ενός γιατί δεν γνώριζε ποιος του τηλεφωνούσε κα αφ’ ετέρου γιατί η ιστοσελίδα δημοσίευσε όσα δημοσίευσε χωρίς να ελέγξει την ακρίβειά τους ή να ζητήσει τις θέσεις της διεύθυνσης του σχολείου και η ζημιά για το σχολείο είχε ήδη γίνει. Εξ άλλου ανέφερε ότι ο καθηγητής, με τον οποίο η ιστοσελίδα ανέφερε ότι επικοινώνησε την επομένη του δημοσιεύματος, δεν ήταν αρμόδιος να ομιλεί εξ ονόματός της διεύθυνσης του σχολείου. Ο Διευθυντής Ειδήσεων της ιστοσελίδας Φάνης Μακρίδης προσήλθε επίσης σε συνεδρία υποεπιτροπής η οποία άκουσε και προφορικά τις θέσεις του, αφού προηγουμένως διενήργησε έρευνα για τα γεγονότα. Η υποεπιτροπή, με βάση τις πληροφορίες που συνέλεξε και τα όσια διαμείφθηκαν στη συνεδρία της, υπέβαλε εισήγηση στην ολομέλεια της Επιτροπής, η οποία, ύστερα από συζήτηση υιοθέτησε το περιεχόμενό της. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι ο ισχυρισμός ότι η «Α΄ Τεχνική Σχολή έγινε γνωστή ανά το Παγκύπριο» ήταν κατά βάση ορθή και ανταποκρινόταν στην κατάσταση πραγμάτων, δεδομένου ότι το επεισόδιο μεταξύ μαθητριών έτυχε ευρύτατης δημοσιότητας από το σύνολο σχεδόν των ΜΜΕ και κατά συνέπεια δεν υιοθέτησε την καταγγελία περί δυσφήμισης ή διασυρμού του σχολείου. Επίσης, με βάση τις πληροφορίες, η Επιτροπή αποφάσισε ότι στο σχολείο διαδραματίστηκε επεισόδιο ξυλοδαρμού μεταξύ μαθητριών, και ότι η ιστοσελίδα κατέβαλε προσπάθεια να πάρει τις απόψεις του σχολείου, αν και κακώς δεν το έπραξε πριν από τη δημοσίευση, παρά μόνο την επομένη αποτάθηκε σε καθηγητή που ήταν αναρμόδιος να μιλά για τη σχολή, ενώ οι πλέον αρμόδιοι ήταν ο διευθυντής του σχολείου ή το Υπουργείο Παιδείας. Με βάση τη μελέτη των κειμένων, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η είδηση της ιστοσελίδας αποτελούσε σχεδόν αντιγραφή από δημοσίευμα του Πολίτη, παρά το γεγονός ότι ο Διευθυντής Ειδήσεων της ιστοσελίδας υποστήριξε ότι έγινε επιμέλεια της είδησης και όχι αντιγραφή. Αυτό εμφαίνεται από τη σύγκριση των σχετικών κειμένων: THOTHEMAONLINE: Ο πατέρας του μαθητή, με το άκουσμα της απόφασης από τον σύλλογο καθηγητών, φανερά εκνευρισμένος άρχιζε να σπάζει ότι έβρισκε μπροστά του. Στην συνέχεια επιτέθηκε στον καθηγητή θρησκευτικών μέλος του πειθαρχικού χτυπώντας τον με τον γιό του να μπαίνει στον καβγά προς συμπαράσταση του πατέρα του αρχίζοντας και αυτός με την σειρά του να κτυπά μέλη του πειθαρχικού. Νέο περιστατικό βίας ταρακουνά το Υπουργείο Παιδείας - Πατέρας μαθητή έσπασε στο ξύλο καθηγητή στη Λεμεσό Η απίστευτη αυτή ιστορία δεν βγήκε προς τα έξω, ούτε έγινε καταγγελία στην αστυνομία καθώς η διεύθυνση του σχολείου δεν ήθελε να διασυρθεί η φήμη της Τεχνικής ακόμη περισσότερο. ΠΟΛΙΤΗΣ: Ο θερμόαιμος πατέρας έγινε έξω φρενών στο άκουσμα τηςα πόφασης για αποβολή του παιδιού του από το πειθαρχικό στη συνεδρία του οποίου είχε κληθεί και ο ίδιος. Εκνευρισμένος άρχισε να σπάζει ό,τι έβρισκε μπροστά του,ενώ στη συνέχεια επιτέθηκε και χτύπησε τον καθηγητή των θρησκευτικών. Στον καβγά έλαβε μέρος n ο γιος του επιτιθέμενος στα μέλη του πειθαρχικού. Παρά τη σοβαρότητα του επεισοδίου, οι παραπονούμενοι δεν κατήγγειλαν την υπόθεση στην Αστυνομία ισχυριζόμενοι πως δεν επιθυμούν να διασυρθεί το σχολείο στο οποίο υπηρετούν Η παράλειψη αναφοράς του γεγονότος αυτού συνιστούσε παραπλάνηση, κατά παράβαση της σχετικής πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Περαιτέρω, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η ιστοσελίδα παρέλειψε να εξακριβώσει τα γεγονότα που κατ’ ισχυρισμό διαδραματίστηκαν κατά την προσέλευση του πατέρα παραβατικού μαθητή ενώπιον του καθηγητικού συλλόγου του σχολείου, δημοσιεύοντας ανακριβώς τον ισχυρισμό «με το γιό του να μπαίνει στον καβγά προς συμπαράσταση του πατέρα του αρχίζοντας και αυτός με τη σειρά του να κτυπά μέλη του πειθαρχικού». Στον τίτλο της είδησης η ιστοσελίδα ισχυρίστηκε ότι ο μαθητής «έδειρε το μισό καθηγητικό σύλλογο.» Η Επιτροπή, με βάση τις πληροφορίες της διαπίστωσε ότι ο μαθητής απλώς κλώτσησε μια καρέκλα και συνακόλουθα αποφάσισε ότι οι ανωτέρω ισχυρισμοί συνιστούσαν παραβίαση της πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί της ακρίβειας των πληροφοριών. Στο σημείο αυτό η Επιτροπή θεωρεί χρέος της να επισημάνει προς τα ΜΜΕ και τους δημοσιογράφους ότι η αναδημοσίευση ή ο ερανισμός πληροφοριών από άλλα ΜΜΕ δεν καλύπτει τυχόν ανακρίβειες στις πληροφορίες που αναδημοσιεύουν και επίσης δεν συνιστά δικαιολογία για ενδεχόμενη δυσφήμηση οποιουδήποτε. Επομένως, τα ΜΜΕ και οι δημοσιογράφοι, εφ’ όσον προτίθενται να δημοσιεύσουν πληροφορίες που λαμβάνουν από άλλα ΜΜΕ, έχουν υποχρέωση από τη μια να αναφέρουν την πηγή και από την άλλη να διακριβώσουν την ακρίβεια των πληροφοριών. Εξ άλλου, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η χρήση της φράσης «Επιμέλεια Τάσου Χριστοδούλου» δεν δικαιολογεί την σχεδόν επί λέξει αντιγραφή της είδησης του Πολίτη. Επιμέλεια έχει τη σημασία είτε της επίδειξης προσοχής και φροντίδας στην εκτέλεση ενός έργου, είτε τον έλεγχο και διόρθωση κειμένου πριν από τη δημοσίευσή του και όχι την αναδημοσίευση πληροφοριών με το ίδιο λεκτικό. Πέραν του γεγονότος ότι η αντιγραφή ειδήσεων χωρίς αναφορά της πηγής, με βάση τη σχετική πρόνοια του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας και σχετικές αποφάσεις της Επιτροπής συνιστά παραβίαση της πρόνοιας περί πνευματικής ιδιοκτησίας, η Επιτροπή έκρινε ότι η χρήση της φράσης αυτής συνιστά και παραπλάνηση γιατί υποδηλώνει πως οι πληροφορίες είχαν συλλεγεί από την ιστοσελίδα και ότι έτυχαν επιμέλειας από τον αναφερόμενο δημοσιογράφο.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
30/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
18/10/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
None
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
27/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
13/09/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (27/25/7/2016) από πολίτη, το οποίο υποβλήθηκε μέσω της Επιτρόπου για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Παιδιού, για ρεπορτάζ του τηλεοπτικού σταθμού Αλφα Κύπρου που αφορούσε παιδί, το οποίο υπήρξε θύμα εκφοβισμού. Ο πολίτης εξέφρασε την επιθυμία να παραμείνει ανώνυμος. Σύμφωνα με το παράπονο, η πληροφόρηση που δόθηκε στο ρεπορτάζ αποκαλύπτει την ταυτότητα και προσωπικά δεδομένα του εμπλεκόμενου στην υπόθεση παιδιού, όπως το πρόσωπο και το μικρό όνομα του πατέρα και εκτενείς πληροφορίες σχετικά με την ψυχική υγεία του παιδιού. Στο ρεπορτάζ του Αλφα, από την Ερικα Καβάζη, όπως προκύπτει από την οπτικογράφηση της είδησης, αναφέρθηκε πως ο πατέρας εξομολογήθηκε ότι η δωδεκάχρονη κόρη του προσπάθησε να θέσει τέρμα στη ζωή της, με αποτέλεσμα να μεταφερθεί για νοσηλεία στο Μακάρειο Νοσοκομείο. Το ρεπορτάζ παρουσίασε σκηνές άσκησης βίας, προφανώς από αρχείο, ενώ στη συνέχεια εμφανίστηκε ο πατέρας, του οποίου αναφέρθηκε το μικρό όνομα και χωρίς καμιά προσπάθεια κάλυψης της ταυτότητάς του ή του προσώπου του. Ο πατέρας ανέφερε ότι από την αρχή της σχολικής χρονιάς η κόρη του τον ενημέρωσε ότι αντιμετώπιζε μια απαράδεκτη συμπεριφορά από κάποιο συμμαθητή της. Της είπε να καταγγείλει το θέμα, και όπως ανέφερε, από την ημέρα που κατάγγειλε το συμμαθητή της «άρχισε ένας Γολγοθάς από συγκεκριμένους μαθητές» τους οποίους κατάγγειλε ο ίδιος προσωπικά στο σχολείο. Ανέφερε πως οι καθηγητές κατάλαβαν για ποια ομάδα μαθητών επρόκειτο. Είχαν υποσχεθεί ότι δεν θα ξαναγινόταν τίποτε, αλλά πριν από το Πάσχα του 2016 η κόρη του δέχθηκε τρία κτυπήματα στο λαιμό. Μετά από αυτό το περιστατικό το Υπουργείο Παιδείας ενέκρινε μεταγραφή της μαθήτριας σε άλλο σχολείο. Ανέφερε επίσης ότι ακόμα και μετά τη μεταγραφή οι ίδιοι μαθητές όταν συναντούσαν την κόρη του στο λεωφορείο την κοροϊδεύαν και την έβριζαν, με αποτέλεσμα η μικρή να πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο. Ο πατέρας ανέφερε ότι η κόρη του νοσηλευόταν κατά την περίοδο εκείνη στο Μακάρειο Νοσοκομείο και ότι όπως πληροφορήθηκε από τους γιατρούς είχε εκδορές στα χέρια, από τις οποίες κατάλαβε ότι η κόρη του προσπάθησε να δώσει τέλος στη ζωή της. Ο Γενικός Διευθυντής Ενημέρωσης του Αλφα, Γιώργος Τσαλακός, παραθέτοντας τις θέσεις στου σταθμού ανέφερε πως ο ίδιος ο πατέρας του κοριτσιού ήθελε να βγάλει το θέμα στη δημοσιότητα αφού επανειλημμένα διαβήματα του προς το σχολείο και το Υπουργείο Παιδείας είχαν αποβεί άκαρπα και δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα. Ανέφερε πως το αίτημα του πατέρα ήταν να μετατεθεί το παιδί του σε άλλο σχολείο ούτως ώστε να αποφύγει τον σχολικό εκφοβισμό που υφίστατο. Ο κ. Τσαλακός ανέφερε περαιτέρω ότι το ρεπορτάζ έγινε με καλή πίστη και με κίνητρο την καλώς νοούμενη δημοσιογραφική λειτουργία που αποσκοπούσε στην παρακίνηση των αρμοδίων να προστατεύσουν ένα παιδί ανήλικο, το οποίο υφίστατο σχολικό εκφοβισμό με αποτέλεσμα να βρίσκεται σε κακή ψυχολογική κατάσταση. Εξ άλλου, ανέφερε πώς ο σταθμός κα η δημοσιογράφος που έκανε το ρεπορτάζ επέδειξαν την μεγαλύτερη δυνατή φροντίδα ώστε να μην εκθέσουν στην ευρύτερη κοινή γνώμη ένα ανήλικο παιδί. Για τον λόγο αυτό δεν αναφέρθηκε στο ρεπορτάζ το πλήρες όνομα του πατέρα παρά μόνο το μικρό του όνομα, ούτε προβλήθηκε οποιαδήποτε εικόνα του ανήλικου κοριτσιού και δεν αναφέρθηκε το όνομα του σχολείου στο οποίο η ανήλικη φοιτούσε, ενώ δεν δόθηκε κανένα στοιχείο που να φωτογραφίζει το σχολείο. Επίσης ανέφερε πως τελικώς και για την προστασία του το ανήλικο παιδί μετατέθηκε σε άλλο σχολείο με αποτέλεσμα να αποφύγει τον εκφοβισμό που του ασκούσαν συμμαθητές. Ο κ. Τσαλακός επικαλέστηκε την πρόνοια του άρθρου 11 του Κώδικα που διαλαμβάνει ότι «..οι λειτουργοί κατά κανόνα δεν παίρνουν συνεντεύξεις από και δεν φωτογραφίζουν παιδιά κάτω των 16 ετών σε σχέση με θέματα που αφορούν την προσωπική τους κατάσταση ή ευημερία χωρίς την συγκατάθεση ενός γονέως του ή άλλου ενήλικου που έχει την ευθύνη γι' αυτά...», προσθέτοντας πως στην προκειμένη περίπτωση το ρεπορτάζ έγινε με παρότρυνση του ίδιου του πατέρα. Κατ’ αρχήν, η Επιτροπή ασχολήθηκε με την τυπική πτυχή του θέματος που αφορούσε στην πιθανότητα αποκάλυψης της ταυτότητας του ανήλικου κοριτσιού και αποφάσισε ότι αυτό θα ήταν δυνατό να γίνει μέσω της προβολής του προσώπου του πατέρα και την αναφορά του ονόματός του, γεγονός που καθιστούσε δυνατό σε οποιοδήποτε τον γνώριζε να οδηγηθεί στην ταυτότητα της μικρής κόρης του. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι είναι αρκετό η αναγνώριση να είναι δυνατό να γίνει έστω και από ένα άτομο, ώστε να συντελεσθεί η παραβίαση της πρόνοιας για την αποκάλυψη της ταυτότητας οποιουδήποτε. Εχοντας αποφασίσει ότι υπήρξε αποκάλυψη της ταυτότητας της ανήλικης, η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσο στην προκειμένη περίπτωση ισχύει η πρόνοια του άρθρου 11 και ειδικότερα κατά πόσο το γεγονός ότι το ρεπορτάζ έγινε με προτροπή του πατέρα υπερκαλύπτει την απαγόρευση λήψης συνεντεύξεων ή αναφορές σε θέματα που αφορούν στην προσωπική κατάσταση ή ευημερία ανηλίκου. Προς τούτο η Επιτροπή σημειώνει ότι το άρθρο 11 που προαναφέρθηκε εξεικεύεται περαιτέρω από την πρόνοια ότι "τα Μ.Μ.Ε. και οι λειτουργοί των υποχρεούντα να τηρούν τις πρόνοιες της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού". Το άρθρο 3 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, το οποίο ορίζει ότι «σε όλες τις αποφάσεις που αφορούν στα παιδιά, είτε αυτές λαμβάνονται από δημοσίους ή ιδιωτικούς οργανισμούς κοινωνικής προστασίας, είτε από τα δικαστήρια, τις διοικητικές αρχές ή από τα νομοθετικά όργανα, πρέπεινα λαμβάνεται πρωτίστως υπόψη το συμφέρον του παιδιού". Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι κανένα συμφέρον του παιδιού δεν θα ήταν δυνατό να εξυπηρετηθεί από την εμφάνιση του πατέρα από τηλεοράσεως για να αποκαλύψει ότι το παιδί του ήταν θύμα εκφοβισμού, ότι είχε ψυχολογικά προβλήματα και πάνω απ’ όλα ότι είχε κάμει απόπειρα αυτοκτονίας. Η Επιτροπή διαπίστωσε από τα αναφερθέντα γεγονότα πως το πρόβλημα ήταν ήδη γνωστό στους αρμοδίους και ότι λήφθηκαν ήδη μέτρα, π.χ. έγινε μεταγραφή σε άλλο σχολείο πριν από την εμφάνιση του πατέρα στην τηλεόραση και συνεπώς το επιχείρημα της κινητοποίησης των αρμοδίων σε δράση δεν μπορούσε να ευσταθήσει. Κατά συνέπεια η Επιτροπή, έχοντας ως κριτήριο προηγούμενες αποφάσεις επί παρομοίων παραπόνων (8//3/2014, 21/7/204, 22/7/2014) όσο και της Επιτρόπου για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Παιδιού, έκρινε πως το γεγονός ότι οι δηλώσεις έγιναν από τον πατέρα της μαθήτριας δεν εξυπηρετούσαν το συμφέρον του παιδιού, αλλά αντίθετα επιβάρυναν τη θέση του με την αναφορά ευαίσθητων προσωπικών στοιχείων, όπως η ψυχολογική του κατάσταση. Το όνομα, η πατρότητα, η οικογενειακή και ψυχολογική κατάσταση και οι συνθήκες διαβίωσης ενός παιδιού είναι μεταξύ των προσωπικών στοιχείων των οποίων η αποκάλυψη συνιστά παρέμβαση στην ιδιωτική του ζωή, η οποία ρητά απαγορεύεται από το άρθρο 16 της Σύμβασης. Κατά συνέπεια η Επιτροπή κατέληξε στην απόφαση πως το ρεπορτάζ στο σύνολό του συνιστούσε παραβίαση της πρόνοιας του Κώδικα για τα παιδιά. Η προφανής ενδεχομένως ανάγκη του πατέρα να πει τον πόνο του δεν δικαιολογεί την αποκάλυψη των προσωπικών στοιχείων της ανήλικης κόρης του, που αντίκειται όχι μόνο στην πρόνοια του άρθρου 3 του Κώδικα περί μη αποκάλυψης στοιχείων προσωπικού χαρακτήρα, αλλά και στις προαναφερθείσες πρόνοιες της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Παιδί, που έχουν αυξημένη τυπική ισχύ και υπερέχουν κάθε άλλης εσωτερικής νομοθετικής ρύθμισης. Η Επιτροπή αποφάσισε πως και στην προκειμένη περίπτωση ισχύει η υπόδειξή της στην υπόθεση 21/7/2014 ότι «ακόμη και αν οι προθέσεις είναι αγαθές, τα ΜΜΕ ενημέρωσης οφείλουν να σέβονται τις πρόνοιες της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Παιδί και να αποφεύγουν επιμελώς να δημοσιεύουν προσωπικά τους δεδομένα, ακόμη και αν έχουν τη συγκατάθεση εκείνων που είναι επιφορτισμένοι με τη μέριμνά τους, έχοντας υπόψη ότι το υπέρτατο κριτήριο είναι το συμφέρον του παιδιού». Τέλος, η Επιτροπή αποφάσισε ότι με βάση το άρθρο 5 του Κώδικα, που απαγορεύει τη δημοσίευση πληροφοριών που αναφέρονται σε αυτοκτονία, η αναφορά σε φερόμενη απόπειρα αυτοκτονίας του κοριτσιού ήταν αντιδεοντολογική και παντελώς ανεπίτρεπτη. Αυτό και μόνο θα έπρεπε να είχε αποτρέψει τον καθένα, αρχίζοντας από τον πατέρα, από του να αναφέρει κάτι τέτοιο για ένα δωδεκάχρονο παιδί. Η Επιτροπή επανειλημμένα υπέδειξε ότι σοβαροί λόγοι που έχουν αναφερθεί σε έγκυρες επιστημονικές μελέτες, επιβάλλουν να μη δημοσιεύονται ειδήσεις του είδους αυτού, όταν μάλιστα αναφέρονται σε ανήλικους και οι οποίες είναι δυνατό να οδηγήσουν σε μιμητισμό από άτομα με ανάλογα προβλήματα ή χαμηλές ψυχολογικές αντιστάσεις.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
24/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
13/09/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (24/18/7/2016) από το Σταύρο Χατζησάββα, σε σχέση με δημοσιεύματα στην ιστοσελίδα NEWSBOMB.CY, τα οποία αναφέρονταν σε σχόλια επί θεμάτων που αφορούσαν στο ποδόσφαιρο. Ειδικότερα, ο κ. Χατζησάββας, ο οποίος υπήρξε υποψήφιος βουλευτής της ΕΔΕΚ στις βουλευτικές εκλογές του Μαΐου, 2016, παραπονέθηκε ότι η ιστοσελίδα δημοσίευσε διάφορα κείμενα στις 28 Απριλίου, 2016 σε σχέση με σχόλια που ανάρτησε ο ίδιος στο Twitter και σε φερόμενη αντίδραση ης ΕΔΕΚ για τη συμπεριφορά του ιδίου. Οι αναρτήσεις του παραπονούμενου σχολίαζαν ανάρτηση στο Twitter του επίσης υποψήφιου βουλευτή Μάριου Χαννίδη που αναφερόταν στους οπαδούς του ΑΠΟΕΛ, με αφορμή επικείμενο ποδοσφαιρικό αγώνα μεταξύ ΑΠΟΕΛ και Ομόνοιας. Ο παραπονούμενος υπέβαλε το παράπονο του στις 18 Ιουλίου, 2016, χωρίς να αναφέρει συγκεκριμένη παραβίαση του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, αλλά έκαμε αναφορά σε κακόγουστη φαρσοκωμωδία που στήθηκε σε βάρος του «από κάποιον κακοπροαίρετο «κίτρινο τύπο» που έχει τη ψευδαίσθηση ότι είναι δημοσιογράφος». Όπως προκύπτει από το όλο κείμενο που απέστειλε στην Επιτροπή, το παράπονό του είναι ότι η ιστοσελίδα πήρε κείμενα που ανάρτησε στο Twitter υπό μορφή χιούμορ και τα μετέτρεψε σε ειδήσεις, με υπόβαθρο τις επικείμενες βουλευτικές εκλογές. Συγκεκριμένα ανέφερε στο παράπονό του: «Από τα λίγα πράγματα που φρόντισαν ορισμένοι να μας αφήσουν σε αυτό τον τόπο είναι το χιούμορ. Ας μην επιτρέψουμε σε ορισμένους κακοπροαίρετους να μας το κλέψουν. Είμαι από τους ανθρώπους που πιστεύουν ότι μας ενώνουν πολύ περισσότερα από όσα φρόντισαν ορισμένοι να μας πείσουν όλα αυτά τα χρόνια πως μας χωρίζουν, έστω και εάν μας έκλεψαν αρκετά από τα χρόνια μας ''δικοί μας και ξένοι''. Τελικά είναι ωραίο πράγμα αυτού του είδους η ‘δημοσιογραφία’ – ανθρωποφαγία;» Τα περιγραφόμενα στο παράπονο δημοσιεύματα, όπως εμφαίνεται από τις τα ενώπιον της Επιτροπής στοιχεία, αναρτήθηκαν στις 28/4/2016, δηλαδή 81 ημέρες προηγουμένως. Ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, κανονισμός λειτουργίας 12, ορίζει ότι: «Παράπονα για παραβίαση προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας υποβάλλονται εγγράφως στην Επιτροπή εντός τριάκοντα (30) ημερών από το χρόνο κατά τον οποίο περιήλθε ή ευλόγως θα έπρεπε να περιέλθει σε γνώση του παραπονούμενου ή άλλου ενδιαφερόμενου το επίμαχο δημοσίευμα ή μετάδοση». Η Επιτροπή διαπίστωσε πως τα επίμαχα κείμενα είχαν περιέλθει σε γνώση του παραπονούμενου από την πρώτη στιγμή, αφού μετείχε ενεργά στη συζήτηση και στην εξέλιξή της και επομένως δεν υπάρχει η δικαιολογία πως δεν τα γνώριζε. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή απέρριψε το παράπονο ως εκπρόθεσμο. Παρά ταύτα, και επί της ουσίας, η Επιτροπή θεωρεί χρήσιμο να σημειώσει πως τα δημοσιεύματα στην ιστοσελίδα προήλθαν από αναρτήσεις δύο υποψήφιων βουλευτών, δηλαδή δύο δημοσίων προσώπων που βρίσκονταν στην επικαιρότητα διεκδικώντας μια έδρα στη Βουλή, μεσούσης της προεκλογικής εκστρατείας. Τα δημοσιεύματα αυτά, είτε υπό μορφή χιούμορ είτε άλλως πως, είχαν προκαλέσει την αντίδραση των ηγετών δύο κομμάτων, του ΑΚΕΛ και της ΕΔΕΚ, οι οποίοι προέβησαν σε δημόσιες δηλώσεις. Οποιοσδήποτε δημοσιογράφος ή Μέσο Μαζικής Επικοινωνίας θα είχε το δικαίωμα να κάμει χρήση δηλώσεων υποψηφίων βουλευτών που έγιναν ή αναρτήθηκαν δημοσίως και να τις δημοσιεύσει ή να τις σχολιάσει. Πέραν τούτου, τα δημοσιεύματα της ιστοσελίδας δεν περιείχαν επιλήψιμες αναφορές ή χαρακτηρισμούς για κανένα εκ των αναφερομένων προσώπων και απλώς επαναλάμβαναν αυτά που δημοσίευσαν ή δήλωσαν «δημόσια πρόσωπα», δηλαδή άτομα που βρίσκονταν στο επίκεντρο της δημοσιότητας και επικαιρότητας ως υποψήφιοι βουλευτές. Υπό το φως των ανωτέρων, η Επιτροπή θεωρεί ότι οποιαδήποτε προσπάθεια παρεμπόδισης δημοσιευμάτων που αφορούν σε άτομα που τα ίδια επέλεξαν να προβληθούν δημοσίως θα συνιστούσε αδικαιολόγητη παρέμβαση στο δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
25/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
13/09/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (25/18/7/2016) από τη Μαρίνα Χριστοφόρου ότι το SIGMALIVE έδωσε ανακριβή πληροφόρηση σχετικά με το επάγγελμα του συζύγου της που βρύκε το θάνατο σε αυτοκινητικό δυστύχημα. Ειδικότερα, ανέφερε πως η ιστοσελίδα στις 9/7/2016 ανάρτησε στο YOUTUBE video με είδηση που αναφερόταν σε θανατηφόρο αυτοκινητικό δυστύχημα στο δρόμο Λάρνακας-Αμμοχώστου παρά το Δασάκι Αχνας, στο οποίο σκοτώθηκε ο σύζυγός της, στην οποία περιεχόταν ο ισχυρισμός ότι κατά την ώρα του δυστυχήματος ο σύζυγός της κατευθυνόταν στην Αυγόρου, όπου ήταν συνέταιρος σε μπυραρία. Η παραπονούμενη βεβαίωσε πώς ο ισχυρισμός ότι ό σύζυγός της ήταν συνέταιρος σε μπυραρία δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και ότι εργαζόταν μόνο ως φωτογράφος, διατηρώντας το φωτογραφείο ΦΩΤΟ-ΛΥΣΗ Στο πλαίσιο της πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας που αναφέρει ότι «προτού εξετάσει το παράπονο, η Επιτροπή προσπαθεί να επιτύχει διευθέτηση με διαβούλευση με τα δύο μέρη ή με απ’ ευθείας διαβούλευση ή συνεννόηση των μερών…» η Γραμματεία ενημέρωσε στις 18/7/2016 τη διεύθυνση του SIGMALIVE για το παράπονο. Η υπεύθυνη της ιστοσελίδας ανέφερε ότι είχε αναρτήσει αυτούσια είδηση του τηλεοπτικού σταθμού ΣΙΓΜΑ στο YOUTUBE για το δυστύχημα και ότι η ιστοσελίδα στη δικής της ειδησεογραφία δημοσίευσε σύντομη είδηση που πήρε από το ΚΥΠΕ για το δυστύχημα, που δεν ανέφερε πολλές λεπτομέρειες. Επίσης ανέφερε ότι το video αφαιρέθηκε αμέσως και απολογήθηκε προς την παραπονούμενη για την αναστάτωση που της προκάλεσε Ειδικότερα, της απέστειλε επιστολή στην οποία ανέφερε πως παρ’ όλο που το σχετικό ρεπορτάζ στο βίντεο έγινε από την τηλεόραση, θα ήθελε προσωπικά να ζητήσει συγνώμη για την όποια ταλαιπωρία και αναστάτωση που της προκάλεσε η είδηση. Επίσης ανέφερε πως «σε καμία περίπτωση δεν θέλαμε να προκληθεί οποιαδήποτε οδύνη πλέον της απώλειας του ανθρώπου σας" και πληροφόρησε την παραπονούμενη ότι έγινε σοβαρότατη επίπληξη στον δημοσιογράφο για την απαράδεκτη αμέλεια του να επαληθεύσει ότι όλα όσα ανέφερε στην είδησή του ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα, εκφράζοντας τέλος «ειλικρινή και βαθύτατη απολογία». Η Επιτροπή θεώρησε ότι η αναγνώριση της ανακρίβειας ευθέως και η άμεση απολογία προς την παραπονούμενη, η οποία την αποδέχθηκε ως ειλικρινή και επαρκή συνιστούσαν αποκατάσταση των πραγμάτων, η οποία θα ήταν πλήρης αν η ιστοσελίδα δημοσίευσε την αναγνώριση της ανακρίβειας και την απολογία προς την παραπονούμενη.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
23/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
13/09/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (23/7/6/2016) από τον Αν. Διευθυντή/Αρχισυντάκτη του Κυπριακού Πρακτορείου Ειδήσεων Γιώργο Πενηνταέξ για δημοσίευση από την εφημερίδα «Φιλελεύθερος» αποκλειστικής είδησης του Πρακτορείου χωρίς αναφορά στην πηγή. Ειδικότερα παραπονέθηκε η εφημερίδα δημοσίευσε στις 5/52016 αποκλειστική κάλυψη από δημοσιογράφο και κινηματογραφιστή του ΚΥΠΕ της πορείας των εργασιών αναστήλωσης του μοναστηριού του Αποστόλου Ανδρέα, χωρίς αναφορά στην πηγή, κατά παράβαση των σχετικών προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Η είδηση μεταδόθηκε από το ΚΥΠΕ στις 4/5/2016 και περιλάμβανε αποκλειστικές δηλώσεις στην απεσταλμένη του πρακτορείου Αιμιλία Χριστοφή. Ο παραπονούμενος επισύναψε φωτοαντίγραφα τόσο των ειδήσεων του ΚΥΠΕ όσο και των προαναφερθέντων δημοσιευμάτων από τα οποία προκύπτει η ακρίβεια των καταγγελιών του. Η εφημερίδα απάντησε στο παράπονο αναφέροντας ότι είναι εκ συμβολαίου συνδρομήτρια στις υπηρεσίες του ΚΥΠΕ και πρόσθεσε ότι η μη αναφορά της πηγής της είδησης οφείλεται σε παραδρομή και ότι δεν αποτελεί πολιτική της εφημερίδας η δημοσίευση ειδήσεων χωρίς αναφορά στην πηγή. Ανέφερε ακόμη πως «ο σεβασμός και η αναγνώριση της εργασίας των άλλων με την αναφορά της πηγής είναι ο κανόνας». Ωστόσο ανέφερε πως «δεν νομίζουμε ότι η μεμονωμένη και εκ παραδρομής μη αναφορά στην πηγή συνιστά παράβαση του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας». Πρόσθεσε πως «σε πολλές περιπτώσεις εντοπίστηκαν, μεταξύ άλλων και δημοσιεύματα του ΚΥΠΕ, τα οποία αντλήθηκαν από δημοσιεύματα της εφημερίδας ο Φιλελεύθερος, χωρίς αναφορά στην πηγή». Η Επιτροπή θεώρησε θετική, και εξέφρασε την ευαρέσκειά της γι’ αυτή, τη βεβαίωση ότι η παράλειψη αναφοράς της πηγής οφείλεται σε παραδρομή και ότι «δεν αποτελεί πολιτική της εφημερίδας η δημοσίευση ειδήσεων χωρίς αναφορά στην πηγή». Ωστόσο η Επιτροπή δεν συμμερίζεται την άποψη ότι η παράλειψη δεν συνιστά παραβίαση του Κώδικα επειδή οφείλεται σε παραδρομή, δεδομένου ότι αποτελεί ευθύνη ενός συντάκτη και της εφημερίδας να βεβαιώνονται πως δεν υπάρχουν βασικές παραλείψεις, όπως είναι η προέλευση μιας είδησης, δεδομένου του γεγονότος ότι δεν προερχόταν από το συντάκτη που την έγραψε ή επιμελήθηκε. Αποτελεί βασική αρχή ότι είτε η παράλειψη είτε η άγνοια δεν συνιστούν λόγο απαλλαγής από την ευθύνη παραβίασης ενός κανόνα, έστω και αν ενίοτε η παραβίαση κάτω από αυτές τις συνθήκες δυνατό να μην έχει το ίδιο βάρος με την εκ προθέσεως παραβίαση. Η Επιτροπή θεωρεί επίσης ότι το γεγονός πως υπήρξαν περιπτώσεις στις οποίες δημοσιεύματα του ΚΥΠΕ αντλήθηκαν από δημοσιεύματα της εφημερίδας «Φιλελεύθερος» χωρίς αναφορά της πηγής δεν μεταβάλλει το γεγονός της εκ παράλειψης ευθύνης. Η παράνομη ή αντιδεοντολογική συμπεριφορά κάποιου δεν αποτελεί λόγο απαλλαγής άλλου από την ευθύνη, γιατί τότε θα ίσχυε το αντιδικαιϊκό «οφθαλμόν αντί οφθαλμού». Εξ άλλου, εάν υπήρξαν οι κατ’ ισχυρισμό περιπτώσεις παραβίασης της δεοντολογίας από το ΚΥΠΕ η ορθή πρακτική θα ήταν η καταγγελία τους. Η Επιτροπή περαιτέρω εξέτασε το παράπονο υπό το πρίσμα του άρθρου 7 του Κώδικα περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας, το οποίο ορίζει ότι: «Τα Μ.Μ.Ε. και οι λειτουργοί σέβονται και εφαρμόζουν το εκάστοτε ισχύον Δίκαιο και συμβάσεις που αφορούν στην προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας. Εκεί που επιτρέπεται, η αναδημοσίευση από άλλη πηγή γίνεται με σεβασμό προς το συγγραφέα/δημιουργό ή τον ιδιοκτήτη. Τα Μ.Μ.Ε. και οι λειτουργοί των υποχρεούνται να αναφέρουν την προέλευση». Στην απουσία Ευρωπαϊκής οδηγίας το ισχύον δίκαιο είναι το Κυπριακό, που όπως και πολλές άλλες εθνικές νομοθεσίες στηρίζεται στη Διεθνή Σύμβαση περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας του 1968. Το άρθρο 2 της Σύμβασης καθορίζει ότι μεταξύ άλλων προστατεύονται «φιλολογικά, καλλιτεχνικά και επιστημονικά έργα». Στον ορισμό αυτό εμπίπτουν και τα δημοσιογραφικά κείμενα σε έντυπα και ηλεκτρονικά ΜΜΕ, τα οποία παρουσιάζουν γεγονότα ή ιδέες. Η αναπαραγωγή αυτών των πνευματικών δημιουργημάτων, ανεξάρτητα από την ποιότητα, το επίπεδό και την αξία ή σημασία τους, δεν επιτρέπεται χωρίς την άδεια του κατόχου των πνευματικών δικαιωμάτων, ενώ στις περιπτώσεις που όπως αναλύεται κατωτέρω επιτρέπεται, η αναπαραγωγή γίνεται με αναφορά στην πηγή. Σε περιπτώσεις «πνευματικών δημιουργημάτων» όπως ορίζονται πιο πάνω, επιτρέπεται η καλή τη πίστη αναδημοσίευση, πχ η δημοσίευση αποσπασμάτων από άρθρα ιδεών για σκοπούς κριτικής, προβολής των ιδεών που περιλαμβάνονται στο κείμενο, έκφρασης αντίθετων ιδεών ή απόψεων, ως μέρος είδησης, ως επιχείρημα προς υποστήριξη συγκεκριμένων θέσεων, ως παρωδία, κλπ. Τα κριτήρια της καλής πίστης στις περιπτώσεις αυτές καθορίζονται από το σκοπό της χρήσης, κατά πόσο η αναδημοσίευση περιορίζεται στο απολύτως απαραίτητο για τους σκοπούς της χρήσης, από το κατά πόσο με την αναδημοσίευση έχει μεταβληθεί ουσιωδώς το αρχικό άρθρο, κατά πόσο η αναδημοσίευση αποβλέπει στην εξυπηρέτηση του ιδίου σκοπού με το πρωτότυπο, κατά πόσο με την αναδημοσίευση επιδιώκεται εμπορικό κέρδος και κατά πόσο με την αναδημοσίευση μειώνεται η εμπορική αξία της προστατευόμενης πνευματικής ιδιοκτησίας. Η καλή τη πίστη αναδημοσίευση επιτρέπεται από τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας («εκεί που επιτρέπεται, η αναδημοσίευση γίνεται...»), αλλά υπό τους όρους που θέτει ο Κώδικας, δηλαδή με σεβασμό προς το συγγραφέα/δημιουργό, γεγονός που σημαίνει την αναγνώριση της πατρότητας του έργου με αναφορά στην προέλευση. Η προστασία αφορά σε «πρωτότυπα συγγραφικά έργα» και με την έννοια αυτή τα γεγονότα στα οποία αναφέρεται μια είδηση δεν θεωρούνται πρωτότυπα. Τα γεγονότα είναι το δημιούργημα κάποιου ατόμου ή αιτίας και επομένως ένας δημοσιογράφος ή ένα ΜΜΕ δεν μπορεί να τα κατοχυρώσει κάτω από το δικαίωμα της πνευματικής ιδιοκτησίας. Κατά τον ίδιο τρόπο δεν μπορούν να κατοχυρωθούν ευρήματα που αποκαλύπτονται μέσα από δημοσιογραφική έρευνα εφ’ όσον αυτά δεν είναι το δημιούργημα του ερευνητή, (όμως ο τρόπος παρουσίασής τους, π.χ. ένα γραφικό που αποτυπώνει το αποτέλεσμα της έρευνας μπορεί να είναι πρωτότυπο δημιούργημα) ούτε και οι ιδέες, π.χ. απόψεις επί ενός συγκεκριμένου θέματος ή ο τρόπος για την κατασκευή ή δημιουργία ενός αντικειμένου, π.χ. την παρασκευή ενός συγκεκριμένου πιάτου φαγητού. Όμως ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονται ιδέες, ή γεγονότα ή προϋπάρχοντα δεδομένα σε ένα δημοσιογραφικό κείμενο, δηλαδή η επιλογή και η σειρά τοποθέτησης των λέξεων σε ένα κείμενο και εν τέλει το ύφος (στυλ), αποτελεί πνευματική δημιουργία και προστατεύεται από το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας. Με βάση τα πιο πάνω, ένα ΜΜΕ μπορεί να δημοσιεύσει ή να μεταδώσει γεγονότα που δημοσίευσε ή μετέδωσε προηγουμένως ένα άλλο ΜΜΕ, είτε ύστερα από δική του επιβεβαίωση των γεγονότων είτε και χωρίς επιβεβαίωση. Πρόκειται για επιτρεπόμενη αναδημοσίευση, η οποία, όμως, δεν μπορεί να γίνει με τη χρήση του ιδίου λεξιλογίου, της ίδιας φρασεολογίας και του ιδίου ύφους. Νοείται ότι το προϊόν μιας δημοσιογραφικής έρευνας επί γεγονότων που δημοσιεύτηκαν δεν θεωρείται αναδημοσίευση αν η είδηση που προέκυψε από μια τέτοια έρευνα υπερακοντίζει ουσιωδώς την αρχική ή είναι μια εντελώς διαφορετική είδηση. Όπως προκύπτει από τα ανωτέρω, και με την επιφύλαξη για τους όρους του συμβολαίου μεταξύ παρόχου και συνδρομητή, τα ΜΜΕ έχουν υποχρέωση να σέβονται το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας των πρακτορείων ειδήσεων από τα οποία λαμβάνουν την πληροφόρησή τους, ιδιαίτερα οσάκις διατηρούν τη φρασεολογία και το ύφος της αρχικής είδησης και στις περιπτώσεις που τα ίδια τα πρακτορεία δημοσιεύουν ειδοποίηση ότι διατηρούν τα πνευματικά δικαιώματα επί των ειδήσεών τους. Στην προκειμένη περίπτωση δεν πρόκειται για καλή τη πίστη δημοσίευση ως αναλύεται ανωτέρω, ή για σύνταξη νέας είδησης επί των ιδίων γεγονότων. Από τη σύγκριση της είδησης του ΚΥΠΕ και της είδηση του «Φιλελεύθερου» έκδηλα προκύπτει πως πρόκειται για είδηση, η οποία έγινε με απλή αντιγραφή της πρωτότυπης και τη χρήση του ιδίου λεξιλογίου και ύφους. Κατά συνέπεια, και λαμβάνοντας υπόψη της πιο πάνω αρχές, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η δημοσίευση του κειμένου για την πορεία των εργασιών αναστήλωσης της Μονής Αποστόλου Ανδρέα εφημερίδα «Φιλελεύθερος» χωρίς αναφορά στην πηγή συνιστά παραβίαση των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.. Η Επιτροπή θεωρεί χρήσιμο να υποδείξει ότι ανεξάρτητα από το σεβασμό των κατοχυρωμένων δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας ως ανωτέρω, λόγοι στοιχειώδους αβροφροσύνης μεταξύ των δημοσιογράφων και των ΜΜΕ σε ένα μικρό χώρο όπως η Κύπρος συνηγορούν υπέρ του σεβασμού και της αναγνώρισης της εργασίας των άλλων με την αναφορά της πηγής σε κάθε περίπτωση. Επίσης θεωρεί ότι οι δημοσιογράφοι και τα ΜΜΕ θα πρέπει να αναφέρουν, στις περιπτώσεις και στο βαθμό που αυτό είναι δυνατό, με όσο πιο συγκεκριμένο τρόπο γίνεται την πηγή προέλευσης της πληροφόρησής τους, γεγονός που βοηθά το κοινό να εκτιμήσει την αξιοπιστία των πληροφοριών. Από την άλλη, η αναφορά της πηγής προέλευσης αποτελεί σε κάποιο βαθμό ασπίδα προστασίας, έχοντας όμως πάντα υπόψη ότι η επίκληση της αναδημοσίευσης δεν αποτελεί υπεράσπιση για οποιαδήποτε παραβίαση είτε δεοντολογικών είτε νομικών κανόνων.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
17/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
12/07/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας επιλήφθηκε παραπόνου (17/4/5/2016) από δικηγόρο για δημοσίευμα στον ΠΟΛΙΤΗ σε σχέση με επεισόδια που είχαν διαδραματισθεί σε ορεινό χωριό τον Αύγουστο του 2015 και δικαστικά μέτρα που λήφθηκαν ύστερα από αυτά. Ο παραπονούμενος, αναφέροντας πως ενεργούσε και εκ μέρους της συζύγου του, υποστήριξε ότι η εφημερίδα παρέλειψε να εξακριβώσει τα γεγονότα και να παραθέσει την άλλη άποψη. Το επίμαχο δημοσίευμα, ημερομηνίας 30/4/2016, αναφερόταν σε δικηγόρο, το όνομα του οποίου δεν αναφέρθηκε, ο οποίος φέρεται να μπήκε στο υποστατικό της επιχείρησης του θείου της συζύγου του και του επιτέθηκε, επειδή τον θεώρησε υπεύθυνο για το σκίσιμο αφίσας που διαφήμιζε καλλιτεχνικό γεγονός στο χωριό, τον Αύγουστο του 2015, στο οποίο θα τραγουδούσε η σύζυγός του. Το δημοσίευμα ανέφερε ότι ο θείος της συζύγου είχε καταχωρίσει αγωγή εναντίον του δικηγόρου, συζύγου της ανεψιάς του, για αποζημιώσεις 200.000 μέχρι 500.000 ευρώ και ότι επέκειτο και η καταχώριση ποινικής αγωγής εναντίον του δικηγόρου για επίθεση και πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης, ενώ με διάταγμα δικαστηρίου δεσμεύτηκε η ακίνητη περιουσία του, προκειμένου να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις της πολιτικής αγωγής. Το δημοσίευμα, επικαλούμενο ισχυρισμούς του θείου που λήφθηκαν από το δικόγραφο της πολιτικής αγωγής, ανέφερε ότι οι καλές σχέσεις του θείου με την οικογένεια της ανεψιάς του διαταράχθηκαν τον Αύγουστο 2015 όταν η σύζυγος του εναγόμενου δημοσιοποίησε την απόφασή της να διοργανώσει μουσική βραδιά σε εξοχική της κατοικία, σε ημερομηνία η οποία συνέπιπτε με ήδη προγραμματισμένη αντίστοιχη εκδήλωση που θα γινόταν στην επιχείρηση του ενάγοντος θείου. Σύμφωνα πάντα με το δημοσίευμα, ο θείος πήγε στο σπίτι της αδελφής του και της ζήτησε να πει στην κόρη της να μεταφέρει την εκδήλωσή της σε άλλη ημερομηνία, οπότε, όπως ισχυρίστηκε, δέχθηκε λεκτική επίθεση από τον δικηγόρο που ήταν παρών, ο οποίος τον εξύβρισε με άσχημους χαρακτηρισμούς. Αργότερα η ανεψιά μετέθεσε τη δική της εκδήλωση για τις 18 Αυγούστου 2015 και μάλιστα τραγούδησε στην εκδήλωση που έγινε στην επιχείρηση του θείου της δύο ημέρες νωρίτερα. Περαιτέρω το δημοσίευμα ανέφερε ότι το πρωί της 18ης Αυγούστου, σύμφωνα με όσα υποστηρίζονται στην αγωγή, ο δικηγόρος περνούσε με το ποδήλατό του έξω από την επιχείρηση του ενάγοντος και παρατήρησε ότι μία αφίσα που διαφήμιζέ την εκδήλωση της συζύγου του και βρισκόταν σε πάσσαλο έξω από την επιχείρηση ήταν σκισμένη. Ο δικηγόρος εισήλθε στο υποστατικό ενώ σ’ αυτό βρίσκονταν πελάτες οι οποίοι έτρωγαν και «αφού τον άρπαξε βίαια από τον λαιμό ενώ αυτός εξακολουθούσε να είναι καθήμενος, τον έσφιγγε δυνατά και με μανία σε ένα σιδερένιο περιτοίχισμα που βρίσκεται περιμετρικά ενός χαμηλού τοίχου». Αποτέλεσμα της επίθεσης ήταν ο ενάγων να υποστεί εγκεφαλικό επεισόδιο και να περιέλθει σε κατάσταση αφασίας. Αφού ο δικηγόρος αποχώρησε, ο ενάγων μεταφέρθηκε στο τοπικό νοσοκομείο, ενώ στη συνέχεια, λόγω της σοβαρότητας της κατάστασής του, διεκομίσθη στις πρώτες βοήθειες του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας». Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι το γεγονός ότι δεν υπήρξε έστω και προσχηματική προσπάθεια επικοινωνίας με τον ίδιο και τη σύζυγό του για σχολιασμό και επιβεβαίωση ή διάψευση όσων αναφέρονται στο δημοσίευμα καταδεικνύει περίτρανα αλλότρια κίνητρα. Περαιτέρω ανέφερε ότι η παράλειψη αυτή αντιβαίνει στις πρόνοιες των άρθρων 1 περί ακρίβειας των πληροφοριών, στο άρθρο 3 περί ιδιωτικής ζωής και στο άρθρο 9 περί τεκμηρίου αθωότητας. Εξ άλλου ανέφερε ότι η σύζυγός του έχει κάμει καταγγελία στην αστυνομία για απειλή κατά της ζωής της, επίθεση, απειλή χρήσης βίας, επέμβαση στην προσωπικότητα της και προσβολή της προσωπικότητας της, ψυχική οδύνη, παρενόχληση, ταλαιπωρία και συναφείς ζημιές και απώλειες που υπέστη από το θείο της στις 13/08/2015, εντός της αυλής της κατοικίας της. Υποστήριξε επίσης ότι κατά το επεισόδιο ο θείος της συζύγου του εξύβρισε τον ίδιο και τη σύζυγό του και διατύπωσε απειλές ότι θα τους σκότωνα με όπλο που κατείχε, αν η σύζυγός του δεν ακύρωνε μουσική εκδήλωση που είχε προγραμματίσει στη αυλή της κατοικίας της στις 15/08/2015, εκδήλωση που η σύζυγος του, φοβούμενη για την ζωή της και της οικογένειας, της εξαναγκάστηκε να ακυρώσει. Ο παραπονούμενος διατύπωσε παράπονα και εναντίον του θείου και άλλου ατόμου, ότι την ημέρα του Πάσχα και τη Δευτέρα του Πάσχα διένειμαν στον Πεδουλά φωτοτυπία του επίμαχου δημοσιεύματος. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι ήταν αναρμόδια να ασχοληθεί με το παράπονο εναντίον των δύο ιδιωτών, δεδομένου ότι δεν εμπίπτουν στη δικαιοδοσία της. Παραθέτοντας γραπτώς τις θέσεις της, η εφημερίδα πληροφόρησε την Επιτροπή ότι το δημοσίευμά της στηρίχθηκε σε δύο δικαστικά έγγραφα, δηλαδή σε αγωγή που καταχωρήθηκε στο επαρχιακό δικαστήριο Λευκωσίας εναντίον του δικηγόρου και περαιτέρω σε απόφαση του επαρχιακού δικαστηρίου Λευκωσίας, με την οποία έγινε αποδεκτό το αίτημα για δήμευση της περιουσίας του δικηγόρου προκειμένου να μην αποξενωθεί, ώστε να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις της αγωγής. Όπως ανέφερε η εφημερίδα, επειδή η είδηση στηριζόταν σε δικαστικά έγγραφα και αποφάσεις δεν θεώρησε ότι είχε υποχρέωση να διασταυρώσει τις πληροφορίες ή να λάβει της θέσεις του δικηγόρου, αν και είχε όλη την καλή πρόθεση να φιλοξενήσει την άποψή του αν το επιθυμούσε. Εξ άλλου ανέφερε ότι δημοσίευσε και τις δικές του θέσεις, στις 11 Μαΐου, 2016, τις οποίες πήρε από επιστολή του προς την εφημερίδα ημερομηνίας 4/5/2016. Όπως ανέφερε η εφημερίδα, η καθυστέρηση στη δημοσίευση οφειλόταν στο γεγονός ότι ο συντάκτης της είδησης απουσίαζε με άδεια. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι δεν μπορούσε να παρέμβει στην προκειμένη περίπτωση, δεδομένου ότι το δημοσίευμα της εφημερίδας ήταν προνομιούχο, εφ’ όσο είχε ως πηγή πληροφόρησης το κείμενο δικαστικής αγωγής και απόφαση δικαστηρίου. Επίσης αποφάσισε να ασκήσει τη διακριτική της ευχέρεια και να μη ασχοληθεί με ένα θέμα που βρίσκεται ενώπιον δικαστηρίου, με βάση τη σχετική πρόνοια του Κώδικα, αναστέλλοντας την ουσιαστική εξέταση του παραπόνου μέχρις ότι περατωθούν οι δικαστικές διαμάχες. Η Επιτροπή επιφυλάχθηκε να αποφασίσει αν θα επανέλθει επί του παραπόνου υπό το φως της εξέλιξης των δικαστικής διαμάχης. Παρά ταύτα, η Επιτροπή, έχοντας υπόψη ότι μια ιδιωτική αγωγή εκ των πραγμάτων περιέχει τις απόψεις μόνο της μιας πλευράς σε μια δικαστική διαμάχη, θεωρεί σκόπιμο να επισημάνει ότι η δημοσιογραφική δεοντολογία επιβάλλει να ακούγονται και οι δύο απόψεις σε μια διαμάχη. Η εφημερίδα είχε δύο επιλογές, είτε να ζητήσει τις απόψεις του αναφερόμενου στην είδηση δικηγόρου (απόψεις που δημοσίευσε λαμβάνοντάς τις από το κείμενο επιστολής του), είτε να παρακολουθήσει την εξέλιξη της υπόθεσης και να δημοσιεύσει την απάντησή του στην αγωγή. Η υποχρέωση παρακολούθησης της εξέλιξης της υπόθεσης παραμένει στο πλαίσιο της πρόνοιας για παροχή ολοκληρωμένης πληροφόρησης. Όμως η Επιτροπή θεώρησε ως μη ορθή τη θέση της εφημερίδας ότι δεν είχε υποχρέωση διασταύρωσης των πληροφοριών της επειδή δεν κατονόμασε το δικηγόρο ή το χωριό στο οποίο διαδραματίστηκαν τα επεισόδια. Από το όλο πλέγμα των γεγονότων και τη διανομή φωτοτυπίας του δημοσιεύματος, που ομολογουμένως ήταν εκτός του ελέγχου της εφημερίδας, δεν ήταν δύσκολο για τους κατοίκους του χωριού ή κάποιους από αυτούς, άσχετα πολλούς ή λίγους, να αντιληφθούν σε ποιον αναφερόταν η εφημερίδα. Επομένως, η υποχρέωσης παρακολούθησης της εξέλιξης της δικαστικής υπόθεσης και ενημέρωσης των αναγνωστών της εφημερίδας παραμένει. Η Επιτροπή θεωρεί σκόπιμο να υποδείξει ότι οι δημοσιογράφοι πρέπει να είναι ιδιαιτέρα προσεκτικοί όταν δεν κατονομάζουν άτομα γιατί είναι δυνατό από άλλα στοιχεία σε μια είδηση να προκύπτει η ταυτότητά τους. Αυτό είναι κάτι που οι δημοσιογράφοι πρέπει να είναι έτοιμοι να προβλέψουν όταν δεν κατονομάζουν άτομα στις ειδήσεις τους, έχοντας την εντύπωση ότι με αυτό τον τρόπο είναι καλυμμένοι. Τέλος η Επιτροπή θεωρεί αναγκαίο να σχολιάσει το ύφος και το περιεχόμενο της επιστολής-παραπόνου, επισημαίνοντας ότι ήταν υποτιμητικό και υβριστικό για την εφημερίδα και το συντάκτη της είδησης, έστω και αν δεν αναφερόταν το όνομά του. Η Επιτροπή δεν ζήτησε να αποσυρθούν οι υποτιμητικοί και υβριστικοί χαρακτηρισμοί για το λόγο και μόνο ότι αποφάσισε να μην εξετάσει το παράπονο στην ουσία του για τους λόγους που προαναφέρθηκαν.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
18/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
12/07/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (18/20/5/2016) από το Μιχάλη Αλεξόπουλο εναντίον της ιστοσελίδας TOTHEMAONLINE για δημοσίευμα σχετικά με επεισόδιο σε σχολείο στο οποίο δάσκαλος φέρεται να είχε κτυπήσει μαθητή. Ειδικότερα, ο παραπονούμενος, ο οποίος ανέφερε ότι είναι γενικός αντιπρόσωπος της ΠΟΕΔ, παραπονέθηκε ότι στις 12 Μαΐου, 2016, η ιστοσελίδα TOTHEMAONLINE δημοσίευσε είδηση με την υπογραφή του δημοσιογράφου Φάνη Μακρίδη, σύμφωνα με την οποία υποβλήθηκε στην αστυνομία παράπονο ότι δάσκαλος στο σχολείο του Καλού Χωριού της επαρχίας Λάρνακας κτύπησε και έστειλε στο νοσοκομείο δεκάχρονο μαθητή, υποστηρίζοντας ότι ο ισχυρισμός αυτός δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα. Όπως ανέφερε, είναι προσωπικός φίλος του θιγομένου δασκάλου, ο οποίος είναι ενήμερος για το παράπονο και το προσυπογράφει. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, οι γονείς παιδιού που φοιτά στο σχολείο Καλού Χωριού Λάρνακας κατάγγειλαν το δάσκαλο ότι, στις 11/5/2016, κτύπησε το παιδί στο σβέρκο εντός της τάξης, με αποτέλεσμα το παιδί να πέσει με το κεφάλι πάνω σε κρεμάστρα και να τραυματισθεί. Επίσης ανέφερε πως το «παράδοξο» ήταν ότι το σχολείο δεν ειδοποίησε για το συμβάν τους γονείς του μαθητή, αλλά το πληροφορήθηκε η μητέρα του παιδιού από άλλο γονέα που περίμενε να παραλάβει το παιδί του. Σύμφωνα πάντα με ο δημοσίευμα, η μητέρα αφού παρέλαβε το παιδί της, πήγε με το σύζυγό της στον αστυνομικό σταθμό Αραδίππου και κατήγγειλε το γεγονός. Το δημοσίευμα ανέφερε πως το παιδί μεταφέρθηκε στης Πρώτες Βοήθειες του Γενικού Νοσοκομείου Λάρνακας όπου υποβλήθηκε σε εξετάσεις, περιλαμβανομένων ακτινογραφιών. Οι γιατροί, σύμφωνα με το δημοσίευμα, συνέστησαν στους γονείς να μην πάει το παιδί στο σχολείο την επόμενη μέρα και να επισκεφθεί και πάλι το νοσοκομείο. Τέλος ο δημοσίευμα ανέφερε πως η καταγγελία του δασκάλου στο Υπουργείο Παιδείας θεωρείτο δεδομένη και πως ο δάσκαλος φερόταν να άσκησε ψυχολογική πίεση στα παιδιά για να μην επιβαρύνουν τη θέση του. Κάτω από το δημοσίευμα αναρτήθηκαν πολλά σχόλια από επισκέπτες, μερικοί από τους οποίους επέκριναν το δάσκαλο, άλλοι έκαμαν εικασίες για το τι δυνατό να έκαμε το παιδί και άλλοι υποστήριζαν ότι τα γεγονότα δεν είχαν ακριβώς όπως περιγράφονταν στο δημοσίευμα. Ο παραπονούμενος ανέφερε πως το δημοσίευμα βρίθει δεοντολογικών ατοπημάτων και ότι, όπως πληροφορήθηκε από την αστυνομία και από αυτόπτες μάρτυρες, το φερόμενο περιστατικό «δεν έχει καμιά σχέση με την πραγματικότητα», προσθέτοντας πως ο δημοσιογράφος όφειλε να διερευνήσει τα γεγονότα, πράγμα που δεν έπραξε, με αποτέλεσμα να παρουσιάσει τις θέσεις μόνο της μιας πλευράς. Ο παραπονούμενος ανέφερε πως, όπως πληροφορήθηκε, ο μαθητής πέταξε μια μπουκάλα στον εκπαιδευτικό αφού έκανε και άλλες αταξίες στην τάξη και ο εκπαιδευτικός τον έβγαλε από την τάξη, για να ηρεμήσει. Περαιτέρω ανέφερε πως τη σκηνή είδε μια γυναίκα που τυχαία βρέθηκε έξω από το σχολείο τη στιγμή εκείνη που θεώρησε πως έπρεπε να ζητήσει το λόγο, μπαίνοντας παράνομα στο κτίριο και στη συνέχεια υπέβαλε καταγγελία στην αστυνομία. Τέλος ο παραπονούμενος ανέφερε πως η υπόθεση έχει αποσυρθεί από την αστυνομία και η οικογένεια παραδέχτηκε πως το παιδί δεν κτυπήθηκε από τον δάσκαλο, γεγονότα που η ιστοσελίδα παρέλειψε να δημοσιεύσει όπως είχε υποχρέωση. Ο Διευθυντής ειδήσεων της ιστοσελίδας Φάνης Μακρίδης, παραθέτοντας της θέσεις του ανέφερε πως στο επίμαχο ρεπορτάζ προβλήθηκαν οι ισχυρισμοί της οικογένειας του παιδιού, χωρίς σε καμία περίπτωση να υιοθετηθούν από την ιστοσελίδα και γι’ αυτό χρησιμοποιήθηκαν λέξεις όπως «φέρεται» και «καταγγέλθηκε». Επίσης ανέφερε: «Σημειώστε ότι είχαμε όλα τα απαραίτητα στοιχεία που επιβεβαίωναν την ύπαρξη καταγγελίας. Ακόμα και το χαρτί από τις Πρώτες Βοήθειες του Γενικού Νοσοκομείου Λάρνακας που επιβεβαιώνουν ότι υπήρχαν ισχυρισμοί των γονέων περί τραυματισμού του παιδιού τους (σ.σ. επισυνάπτω το σχετικό έγγραφο). Πέραν απ’ αυτό, δεν κατονομάσαμε σε καμία περίπτωση τον υπό κατηγορία δάσκαλο, παρ’ όλο που ήταν αντικείμενο αστυνομικής έρευνας. Κι αυτό για να μην τον εκθέσουμε. Με λίγα λόγια, τηρήσαμε τη δεοντολογία, αποφεύγοντας να κάνουμε δικαστήριο μέσω διαδικτύου. «Ακόμη, επικοινωνήσαμε με τον πρόεδρο του Συνδέσμου Γονέων του Δημοτικού Σχολείου Καλού Χωριού Λάρνακας,… ο οποίος μας μετέφερε τις θέσεις του συνδέσμου και μας πληροφόρησε ότι ήρθε σε επαφή με τον ίδιο τον δάσκαλο. Του αναφέραμε ότι είμαστε στη διάθεση του δασκάλου για να μεταφέρουμε και τις δικές του θέσεις. Του είπαμε, συγκεκριμένα, ότι μπορεί ελεύθερα να διαβιβάσει το μήνυμά στον δάσκαλο». Εξ άλλου ανέφερε ότι σε νεότερο δημοσίευμα την επομένη «καλύψαμε και τη θέση του δασκάλου μέσω πληροφοριών μας». Στο δεύτερο δημοσίευμα, στις 13/5/2016, υπό τον τίτλο «Καλό Χωριό- Καταγγελία ξυλοδαρμού 10χρονου από δάσκαλο- Η ιατρική έκθεση δείχνει τραυματισμό –ΕΓΓΡΑΦΟ» αναφερόταν κυρίως στο περιεχόμενο ιατρικής βεβαίωσης (της οποίας δημοσιεύθηκε φωτοτυπία) ότι δηλαδή υπήρξε η διάγνωση ότι: «Αναφερόμενος ξυλοδαρμός –κάκωση κεφαλής» και σύσταση παραμονής εκτός σχολείου για μια ημέρα και επανόδου στο νοσοκομείο για περαιτέρω εξέταση. Στη συνέχεια επαναλαμβανόταν το περιεχόμενο της προηγούμενης είδησης τις ιστοσελίδας με την προσθήκη ότι «για κατάθεση κλήθηκε και ο δάσκαλος, ο οποίος ισχυρίστηκε ότι το παιδί του έριξε πλαστικό μπουκάλι στην πλάτη και ότι απλώς το έβγαλε έξω από την τάξη». Η είδηση αναφερόταν επίσης σε επικοινωνία με τον πρόεδρο του Συνδέσμου Γονέων του σχολείου και κατέληγε με την πληροφορία ότι «το Υπουργείο Παιδείας είναι ενημερωμένο για το συμβάν και θα περιμένει να δει την κατάληξη του θέματος και σε περίπτωση που προχωρήσει νομικά η υπόθεση τότε ανάλογα με την ετυμηγορία του Δικαστηρίου θα ενεργήσει. Ο καθ’ ου το παράπονο υποστήριξε τέλος ότι η θέση του είναι πως «τηρήθηκε η δεοντολογία στο έπακρο». Η Επιτροπή εξέτασε πρωτίστως τη θέση του καθ’ ου το παράπονο ότι δεν κατονόμασε σε καμιά περίπτωση τον «υπό κατηγορία» δάσκαλο, σημειώνοντας ότι ο χαρακτηρισμός «υπό κατηγορία» είναι ανακριβής, δεδομένου ότι στο στάδιο κατά το οποίο γραφόταν η είδηση ο δάσκαλος δεν ήταν καν ύποπτος, αλλά απλώς υπό καταγγελία και ποτέ δεν υπήρξε ύποπτος ή κατηγορούμενος. Το γεγονός πως δεν κατονομάστηκε ο δάσκαλος δεν έχει καμιά σημασία, γιατί δεν χρειάζεται να αναφερθεί το όνομα κάποιου προκειμένου να αναγνωρισθεί. Είναι αρκετό από τα στοιχεία που αναφέρονται σε μια είδηση να είναι δυνατό έστω και ένα άτομο να αναγνωρίσει κάποιον για να συντελεστεί η ταυτοποίησή του. Ο αριθμός των προσώπων που θα το αναγνωρίσουν έχει σχέση με την έκταση της αναγνώρισης, αλλά όχι με τον αναγνώριση αυτή καθ’ εαυτή. Το σύνολο των εκπαιδευτικών του δημοτικού σχολείου Καλού Χωριού ανέρχεται σε 10 άτομα, από τα οποία μόνο 4 είναι άνδρες. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι σε μια μικρή κοινότατα όπως το Καλό Χωριό είναι αναμενόμενο να γνωρίζει ο καθένας ποιος δάσκαλος ανάμεσα σε τέσσερις ενεχόταν στο κατ’ ισχυρισμό επεισόδιο, όπως επίσης και οι συνάδελφοί του δασκάλου, φίλοι και γνωστοί. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα ατόμων που καταδικάστηκαν σε αγωγές δυσφήμησης που ήγειραν πρόσωπα που δεν κατονομάστηκαν αλλά τα οποία ήταν δυνατό να αναγνωρισθούν από τα συμφραζόμενα. Συνήθως ένα άτομο πρέπει να ανήκει σε μια σχετικά πολυάριθμη ομάδα για να μπορεί να ευσταθήσει ο ισχυρισμός ότι δεν ήταν δυνατό να αναγνωρισθεί μεταξύ των άλλων μελών της ομάδας. Στη δικαστική πρακτική και ανάλογα με την περίπτωση θεωρείται ότι μια αγωγή μπορεί να ευσταθήσει όταν εγείρεται από ένα άτομο που δεν κατονομάστηκε αλλά ανήκει σε μια ομάδα όχι μεγαλύτερη των 12 ατόμων. Επίσης η Επιτροπή επισήμανε πως το επίμαχο στοιχείο στο παράπονο δεν ήταν κατά πόσο έγινε καταγγελία στην αστυνομία, αλλά κατά πόσο το δημοσίευμα στο σύνολό του έθιγε το δάσκαλο και κατά πόσο επιδείχθηκε η δέουσα μέριμνα για να παρουσιασθεί η δική του θέση. Εξετάζοντας το περιεχόμενο της επίμαχης είδησης, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι ο τίτλος, που είναι αναπόσπαστο μέρος της είδησης και μάλιστα το πιο κρίσιμο, γιατί μεταφέρει αυτό που θεωρείται η ουσία της είδησης, καταλόγιζε ευθέως και χωρίς περιστροφές ή επιφυλάξεις μια αξιόποινη πράξη στο δάσκαλο. Ο τίτλος ανέφερε: «Καλό Χωριό: Δάσκαλος «έστειλε» 10χρονο μαθητή στο Νοσοκομείο! – Καταγγελία στην Αραδίππου». Ο τίτλος είναι το πρώτο πράγμα που διαβάζει ο αναγνώστης και σε πολλές περιπτώσεις ίσως και το μόνο. Στην περίπτωση αυτό το μήνυμα είναι τόσο ευθύ και σαφές που κατά την άποψη της Επιτροπής δεν χρειάζεται καν συζήτηση για το αν η είδηση καταλογίζει στον δάσκαλο το γεγονός ότι «έστειλε» μαθητή στο Νοσοκομείο. Επίσης η Επιτροπή σημείωσε ότι η είδηση συνοδεύθηκε από εικόνες αστυνομικού τμήματος, που καμιά σχέση δεν είχαν με το επίμαχο επεισόδιο, οι οποίες τείνουν να ενισχύσουν την αληθοφάνεια όσων αναφέρονται στο κείμενο στην αντίληψη ανίδεων επισκεπτών της ιστοσελίδας. Επιβεβαίωση της θέσης αυτής αποτελούν τα σχόλια επισκεπτών της ιστοσελίδας, τα οποία άνευ ετέρου θεώρησαν το δάσκαλο ένοχο και τον καταδίκασαν, ενώ διατύπωσαν διάφορες κατηγορίες και χαρακτηρισμούς κατά των δασκάλων γενικά. Είναι εντυπωσιακοί οι χαρακτηρισμοί που χρησιμοποιήθηκαν για το δάσκαλο και τους δασκάλους γενικά, με αφορμή την είδηση: «ο κάθε τυχαίος», «να πάει σε ψυχολόγο», «δεν είχε δικαίωμα να το κτυπήσει», «θέλει ένα γερό ξύλο», «ο άχρηστος», «κανονικά οι δάσκαλοι πρέπει να περνάνε από ψυχολόγο». Όπως η Επιτροπή αποφάσισε σε προηγούμενες ανάλογες περιπτώσεις, η ιστοσελίδα που δίδει αφορμή και τη δυνατότητα να αναρτηθούν σχόλια και αφήνει αναρτημένα επιλήψιμα σχόλια αναγνωστών φέρει απόλυτη ευθύνη γι’ αυτά. (Ιδε υποθέσεις 8/27/5/2015 και (1/14/1/2014, καθώς και απόφαση ΕΔΑΔ στην υπόθεση DEFLI v. ESTONIA, αντίστοιχα: http://www.cmcc.org.cy/Decisions/index_2014_files/1_2014.html http://www.cmcc.org.cy/Decisions/index_2015_files/8_2015.html http://hudoc.echr.coe.int/eng?i=001-155105 ) Κατά συνέπεια η Επιτροπή έκρινε ότι το περιεχόμενο του τίτλου, αλλά και των καταδικαστικών, υβριστικών και προσβλητικών σχολίων για το δάσκαλο, που αφέθηκαν αναρτημένα, συνιστούσε παραβίαση του τεκμηρίου της αθωότητας του δασκάλου, κατά παράβαση της πρόνοιας του άρθρου 9 του Κώδικα Δημοσιγοραφικής Δεοντολογίας. Το άρθρο 9 προνοεί ότι: «Οι λειτουργοί σέβονται πλήρως την αρχή ότι ο ύποπτος ή κατηγορούμενος για διάπραξη αδικήματος είναι αθώος μέχρις αποδείξεως του αντιθέτου, σύμφωνα με τη νόμιμη διαδικασία και συνεπώς αποφεύγουν να δημοσιοποιήσουν ο,τιδήποτε το οποίο να οδηγεί σε συμπεράσματα ως προς την ενοχή ή αθωότητα του υπόπτου ή/και κατηγορουμένου ή τείνει να τον διασύρει ή διαπομπεύσει». Η Επιτροπή έκρινε επίσης ότι η είδηση συνιστά παραβίαση των προνοιών του άρθρου 12 που προβλέπει ότι είναι γενικά ανεπίτρεπτος ο χλευασμός, η διαπόμπευση και ο διασυρμός οποιωνδήποτε ατόμων ή ομάδων και όχι μόνο των κατηγορουμένων ή υπόπτων. Η Επιτροπή αποφάσισε περαιτέρω ότι η είδηση ήταν μονομερής και μεροληπτική κατά παράβαση της γενικής διάταξης περί παροχής αντικειμενικής και ολοκληρωμένης πληροφόρησης, δεδομένου ότι περιορίστηκε στην παράθεση των ισχυρισμών της μιας πλευράς, χωρίς καμιά ουσιαστική μέριμνα να παρουσιασθεί η άποψη του δασκάλου. Μια καταγγελία στην αστυνομία συνιστά εκ των πραγμάτων μια μονομερή παράθεση γεγονότων και το γεγονός ότι απλώς έγινε μια καταγγελία δεν αποτελεί δικαιολογία για να παρατίθενται οι απόψεις της μιας πλευράς σε μια υπόθεση, κατά τρόπο που παραβιάζει τις αρχές της δημοσιογραφικής δεοντολογίας περί ακρίβειας των πληροφοριών, παροχής αντικειμενικής, ολοκληρωμένης και έγκυρης πληροφόρησης και παροχής της ευκαιρίας για άσκηση του δικαιώματος απάντησης. Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι διαβίβασε μήνυμα προς το δάσκαλο μέσω του προέδρου του Συνδέσμου Γονέων ότι ήταν πρόθυμος να δημοσιεύσει τη θέση του για το επεισόδιο. Όμως η Επιτροπή έκρινε ότι αυτό δεν συνιστούσε επαρκή προσπάθεια, γιατί μια σοβαρή ενέργεια, όπως ήταν η λήψη της άλλης άποψης, αφέθηκε στην καλή θέληση ενός τρίτου. Η Επιτροπή θώρησε πως, δεδομένης της σοβαρότητας της καταγγελίας που διατυπώθηκε εναντίον του για μια πράξη που έθετε σε κίνδυνο τη θέση του ως δασκάλου, θα έπρεπε να είχε επιδιωχθεί άμεση και προσωπική επαφή με τον ίδιο το δάσκαλο. Είναι γεγονός ότι στην είδηση για το ίδιο θέμα την επομένη ημέρα αναφέρθηκε ότι ο δάσκαλος κλήθηκε σε κατάθεση και «ισχυρίστηκε ότι το παιδί του έριξε πλαστικό μπουκάλι στην πλάτη και ότι απλώς το έβγαλε έξω από την τάξη». Η Επιτροπή έκρινε ότι η ζημιά για το δάσκαλο είχε ήδη γίνει με το πρώτο δημοσίευμα, λαμβάνοντας υπόψη και την έκταση που δόθηκε στο θέμα. Επίσης σημείωσε πως η παράθεση των απόψεων του δασκάλου δεν ήταν το κύριο μέρος της είδησης, η οποία μάλλον επικεντρώθηκε στο θέμα του φερόμενου ξυλοδαρμού του παιδιού και στην ενίσχυση της εντύπωσης αυτής, με τη δημοσίευση της φωτοτυπίας του πιστοποιητικού του νοσοκομείου ύστερα από εξέτασή του, το οποίο εξασφάλισε η ιστοσελίδα. Περαιτέρω, η Επιτροπή έκρινε ότι η πληροφόρηση που παρέσχε η ιστοσελίδα δεν ήταν ολοκληρωμένη, γιατί ήγειρε διάφορα σημεία τα οποία άφησε να αιωρούνται. Μεταξύ άλλων είχε γράψει πως «η καταγγελία του εν λόγω δασκάλου στο Υπουργείο Παιδείας θεωρείται δεδομένη». Η φράση «θεωρείται δεδομένη» υπονοεί ότι η αναφορά αυτή συνιστά εικασία ότι θα ακολουθούσε η λήψη μέτρων κατά του δασκάλου, αναφέροντας μάλιστα ότι το Υπουργείο θα ενεργούσε ανάλογα με την ετυμηγορία του Δικαστηρίου αν προχωρούσε νομικά η υπόθεση. Ωστόσο, η ιστοσελίδα άφησε αναπάντητα ερωτήματα και τη σκιά πάνω από το δάσκαλο, παραλείποντας να επανέλθει στο θέμα που ανέδειξε και να παράσχει πληροφόρηση για την εξέλιξη και κατάληξη της υπόθεσης, η οποία εκ των υστέρων διαφάνηκε ότι δεν ήταν τόσο σοβαρή όσο δόθηκε η εντύπωση ότι ήταν. Η Επιτροπή, διερευνώντας το θέμα, έλαβε υπεύθυνη πληροφόρηση από την Αστυνομία πως οι γονείς του παιδιού που υπέβαλαν την καταγγελία στην Αστυνομία την απέσυραν στη συνέχεια, αφού είχαν συνάντηση με τη διευθύντρια του σχολείου και το δάσκαλο, κατά την οποία δόθηκαν αμοιβαίες εξηγήσεις, τόσο ως προς το επεισόδιο όσο και για το πώς προκλήθηκε το τραύμα στην κεφαλή του παιδιού. Επίσης το Υπουργείο Παιδείας δεν θεώρησε ότι μπορούσε ή είχε επαρκή στοιχεία για να κινηθεί πειθαρχικά εναντίον του δασκάλου. Η Επιτροπή θεωρεί την περίπτωση αυτή τυπική πολλών άλλων υποθέσεων κατά τις οποίες ειδήσεις στηρίζονται σε καταγγελίες στην Αστυνομία. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι μια καταγγελία στην αστυνομία είναι εξ ορισμού ένας μονόπλευρος ισχυρισμός, γι’ αυτό και οι δημοσιογράφοι όταν χειρίζονται υποθέσεις του είδους αυτού οφείλουν να ενεργούν προσεκτικά ώστε να μη παρέχουν μονόπλευρη πληροφόρηση, να μη διασύρουν πρόσωπα και να μη παραβιάζουν το τεκμήριο της αθωότητας προσώπων προτού καν μια υπόθεση οδηγηθεί στο δικαστήριο. Επίσης οφείλουν να έχουν υπόψη ότι πλείστες όσες καταγγελίες δεν έχουν δικαστική συνέχεια και επομένως είναι άδικο και αντιδεοντολογικό να θυματοποιούνται άτομα και να κρίνονται από την κοινή γνώμη χωρίς δίκη. Η Επιτροπή επισημαίνει σχετικά ότι η χρήση λέξεων που στην ουσία παρέχουν κάλυψη στο δημοσιογράφο, δεν παρέχουν την ίδια προστασία στα επηρεαζόμενα πρόσωπα. Φράσεις όπως «φέρεται», «έγινε καταγγελία ότι…», «υπάρχει ισχυρισμός ότι…» δίδουν τη δυνατότητα στο δημοσιογράφο να προβάλει το επιχείρημα ότι δεν υιοθετεί τα αναφερόμενα σε μια είδηση, αλλά είναι γενικά παρατηρημένο ότι οι φράσεις αυτές και παρόμοιες είναι ψιλά γράμματα για τους πλείστους αναγνώστες. Το θέμα που εγείρεται δεν είναι αν ο δημοσιογράφος συμμερίζεται ή όχι αυτά που καταγγέλλονται, αλλά αν τα άτομα προς τα οποία απευθύνεται η είδηση, δηλαδή οι αναγνώστες, είναι δυνατό να τα εκλάβουν.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
19/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
12/07/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (19/24/5/2016) από τη Μελίνα Καραγεωργίου εναντίον του δημοσιογράφου Μαρίνου Νομικού για «χυδαία και σεξιστική» επίθεση εναντίον της, με ανάρτησή του στο Twitter. Το παράπονο αφορούσε σε σχόλιο του Μαρίνου Νομικού για την περιγραφή του πρώτου ημιτελικού του διαγωνισμού τραγουδιού της Eurovision στις 10/5/2016. Ειδικότερα, ο Μαρίνος Νομικός έγραψε το ακόλουθο σχόλιο στο Twitter : «Τα αστεία Μελίνα μου είναι όπως τα αρχίδια στην πίπα. Πρέπει πρώτα να τα πιάσεις για να μπορείς να αποδώσεις #eurovisioncy #eurovisiongr . » Η παραπονούμενη ανέφερε πως επρόκειτο για ένα σχόλιο «άκρως προσβλητικό, για το οποίο οποιοσδήποτε χαρακτηρισμός είναι λίγος». Το tweet, όπως ανέφερε, διαβάστηκε ή μπορούσε να διαβαστεί από οποιονδήποτε χρήστη του διαδικτύου. Επίσης ανέφερε: «Πρόκειται για σχόλιο που ασφαλώς ουδεμία σχέση έχει με την καλόπιστη κριτική, ούτε καν την κακόπιστη, αλλά για μια πρόστυχη προσβολή και συκοφαντική δυσφήμηση. Αισθάνομαι προσβεβλημένη ως επαγγελματίας δημοσιογράφος, ως γυναίκα, ως πολίτης. Πρόκειται για ανήθικη επίθεση που μου προκάλεσε ψυχική οδύνη και αγανάκτηση…». Εξ άλλου, ανέφερε πως ο Μαρίνος Νομικός, απαντώντας σε δικό της tweet στο οποίο επεσήμανε ότι η αναφορά του αποτελούσε χυδαιότητα και σεξιστικό παραλήρημα, έγραψε : «@Melina_Kara «Φυσικά και θα έπαιζες το χαρτί του σεξισμού - ελλείψει επιχειρημάτων. Περάσαμε καλά στις διακοπές στη Σουηδία δημοσία δαπάνη;» Η παραπονούμενη υποστήριξε πως η αναφορά αυτή αποτελούσε προσβολή για την ίδια και το ΡΙΚ ότι την έστειλε για διακοπές και όχι για κάλυψη του διαγωνισμού, κατηγορώντας το ΡΙΚ έμμεσα ότι σπαταλά δημόσιο χρήμα. Ο Μαρίνος Νομικός απάντησε στο παράπονο αναφέροντας πως ο λογαριασμός στον οποίο αναρτήθηκε το επίμαχο tweet είναι δικός του και γράφτηκε κατά τη διάρκεια της ζωντανής μετάδοσης του διαγωνισμού της Γιουροβίζιον «όπου έπρεπε μεταξύ άλλων να υποστούμε και την «περιγραφή» της εν λόγω συναδέλφου». Ανέφερε επίσης ότι το tweet γράφτηκε σε ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ λογαριασμό στον οποίο γράφει ως Μαρίνος Νομικός και όχι με τη δημοσιογραφική του ιδιότητα και έθεσε το ερώτημα κατά πόσο αν βριζόταν με την παραπονούμενη στον δρόμο, θα μπορούσε να επέμβει η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Ο Μαρίνος Νομικός παραδέχθηκε ότι το σχόλιό του ήταν «πρόστυχο, χυδαίο και σχεδόν πορνογραφικό –όπως πολλά από τα tweets μου, είναι το γνώριμο στιλ μου», αλλά ήταν ένα αστείο και σε καμιά περίπτωση σεξιστικό, «εκτός κι αν η κα Καραγεωργίου θεωρεί την πίπα αποκλειστικό γυναικείο προνόμιο (ας την πληροφορήσει κάποιος ότι την κάνουν και άντρες)» Πρόσθεσε πως το tweet αναφερόταν στον τρόπο που η παραπονούμενη «αντιλαμβανόταν τα αστεία (ή πιο σωστά που ΔΕΝ) των Σουηδών διοργανωτών και έκανα έναν παραλληλισμό με το πιάνω και το «πιάνω», χυδαίο μεν και ίσως κακόγουστο όμως αφορούσε καθαρά τη δουλειά της». Εξ άλλου, έθεσε το ερώτημα «από πότε η αναφορά σε μια καθόλα συνηθισμένη σεξουαλική πράξη είναι σεξισμός; Επειδή απευθύνθηκα σε γυναίκα;» προσθέτοντας πως προσωπικά δεν κάνει ποτέ τέτοιες διακρίσεις φύλου. Περαιτέρω ανέφερε πως «το χυδαίο χιούμορ και η καφρίλα δεν είναι για όλους – αυτοί όμως που δεν το αντέχουν ας μείνουν μακριά από το Twitter, υπάρχουν πάντα το FB και το Instagram». Τέλος ανέφερε πως όταν αντιλήφθηκε πόσο πολύ την πείραξε την παραπονούμενη διέγραψε το επίμαχο tweet γιατί δεν ήταν στην πρόθεσή του να προσβάλει κανένα, προσθέτοντας πως «αν παραμένει «συγκλονισμένη», «σοκαρισμένη» και «βαθιά προσβεβλημένη ως προσωπικότητα» από το tweet, τότε έχει την ειλικρινή μου συγγνώμη. Ήταν χιούμορ. Χυδαίο μεν αλλά χιούμορ». Η Επιτροπή εξέτασε το παράπονο και τις θέσεις του καθ’ ου το παράπονο επισταμένα, γιατί εγείρονται σοβαρότατα θέματα τα οποία άπτονται της αρμοδιότητας της Επιτροπής τόσο επί των δημοσιογράφων όσο και των αναρτήσεων στο διαδίκτυο, είτε πρόκειται για σελίδες κοινωνικής δικτύωσης είτε για blogs. Το πιο σοβαρό ερώτημα που απασχόλησε την Επιτροπή είναι κατά πόσο δημοσιογράφοι που γράφουν σε σελίδες κοινωνικής δικτύωσης σε «προσωπικούς» λογαριασμούς είναι υπόλογοι στην Επιτροπή ή διαφεύγουν του ελέγχου επειδή ο λογαριασμός στον οποίο γράφουν χαρακτηρίζεται προσωπικός. Η Επιτροπή έκρινε ότι έχει πλήρη εφαρμογή απόφασή της σε προηγούμενο παρόμοιο παράπονο (11/19/3/2014), στην οποία επισήμανε πως ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας προβλέπει ότι η εφαρμογή του εκτείνεται «επί όλων των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης… και των λειτουργών των» και ότι η «Επιτροπή δέχεται, επιλαμβάνεται και αποφασίζει επί παραπόνων για κατ’ ισχυρισμό παραβιάσεις του παρόντα Κώδικα από Λειτουργό ή/και Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης…» Στην υπόθεση εκείνη αποφάσισε πως το Facebook γενικά, ως σαφώς ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης είναι εκτός της αρμοδιότητάς της Επιτροπής. Κατ’ αναλογία, η Επιτροπή αποφάσισε πως και το Twitter γενικά δεν εμπίπτει στη δικαιοδοσία της Επιτροπής. Όμως, η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι σελίδες κοινωνικής δικτύωσης χρησιμοποιούνται όλο και περισσότερο ως δίαυλοι μετάδοσης και διασποράς ειδήσεων από τα ΜΜΕ και τους δημοσιογράφους, αποφάσισε πως ο ορθότερος τρόπος αντιμετώπισης των θεμάτων που ανακύπτουν είναι η εξέταση κάθε περίπτωσης ξεχωριστά, στη βάση των εκάστοτε δεδομένων. Πρόκειται για μια πρακτική που ακολουθείται από όλα τα μη θεσμοθετημένα Συμβούλια Τύπου στην Ευρώπη, δηλαδή από τα Συμβούλια των οποίων η αρμοδιότητά δεν καθορίζεται από το νόμο. Το βασικό ερώτημα που εξετάζεται είναι κατά πόσο, λαμβάνοντας όλα τα δεδομένα υπόψη το συμπέρασμα που προκύπτει είναι κατά πόσο ο γράφων ενήργησε στη βάση του δημοσιογραφικού του υπόβαθρου, ή αντίθετα, κατά πόσο θα έγραφε τα ίδια αν δεν ήταν δημοσιογράφος. Υπάρχουν θεσμοθετημένα συμβούλια των οποίων η αρμοδιότητα επί των διαδικτυακών ιστοσελίδων καθορίζεται από το νόμο. Τα μη θεσμοθετημένα συμβούλια στον Ευρωπαϊκό χώρο σχεδόν στην ολότητά τους δέχονται παράπονα για δημοσιεύματα σε σελίδες κοινωνικής δικτύωσης ή blogs οσάκις οι γράφοντες είναι δυνατό να συνδεθούν με έντυπο, το οποίο είναι μέλος του συστήματος αυτορρύθμισης και εφ’ όσον ο Αρχισυντάκτης ελεγχόμενου εντύπου ασκεί έλεγχο πάνω τους ή οσάκις οι γράφοντες το πράττουν ενεργώντας ως δημοσιογράφοι. Στην Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία που συνδέονται στενά με το Ευρωπαϊκό σύστημα αυτορρύθμισης, ακόμη και bloggers που δεν είναι δημοσιογράφοι εξ επαγγέλματος θεωρούνται και τυγχάνουν χειρισμού ως δημοσιογράφοι όταν συστηματικά παρέχουν στα blogs τους πληροφόρηση. Θα πρέπει επίσης να τονισθεί ότι αποτελεί πάγια πρακτική να θεωρούνται υπεύθυνοι όσοι παρέχουν την ευκαιρία σε μέλη του κοινού, είτε πρόκειται για ΜΜΕ ή για δημοσιογράφους, να αναρτούν σχόλια τα οποία είναι επιλήψιμα, με βάση σχετική απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.http://www.cmcc.org.cy/Decisions/index_2014_files/1_2014.html http://www.cmcc.org.cy/Decisions/index_2015_files/8_2015.html http://hudoc.echr.coe.int/eng?i=001-155105 Πέραν των όσων έχουν αναφερθεί ανωτέρω ως καθιερωμένη πρακτική, η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας σαφώς έχει αρμοδιότητα επί των λειτουργών των ΜΜΕ που πηγάζει ρητά από τον Κώδικα, όπως έχει αναφερθεί πιο πάνω, η οποία αφορά στην επαγγελματική τους συμπεριφορά ανεξάρτητα από τον τρόπο και το μέσο εκδήλωσής της. Ο Κώδικας σαφώς ορίζει ότι «το ήθος, η αξιοπρέπεια και εντιμότητα, η διαγωγή, η συμπεριφορά και το επαγγελματικό επίπεδο των λειτουργών θα πρέπει να είναι της υψηλότερης δυνατής στάθμης», χωρίς να κάνει διάκριση ανάλογα με το αν η συμπεριφορά αυτή εκδηλώνεται σε ΜΜΕ ή άλλως πως. Αυτό σημαίνει ότι η επαγγελματική συμπεριφορά των δημοσιογράφων θα πρέπει να είναι ενιαία και η τήρηση των κανόνων της δημοσιογραφικής δεοντολογίας διαχρονική και ανεξάρτητη από τον τρόπο εκδήλωσης της, επομένως και μέσα από τις σελίδες κοινωνικής δικτύωσης, οι οποίες συνεχώς αποκτούν και μεγαλύτερη σημασία όσον αφορά στην ενημέρωση. Και αυτό γιατί θα ήταν αντιφατικό και υπονομευτικό του κύρους του δημοσιογραφικού λειτουργήματος, οι λειτουργοί των ΜΜΕ να σέβονται μεν τις πρόνοιες του Κώδικα μέσα στο χώρο της δημοσιογραφικής εργασίας αλλά να τις ξεχνούν και να τις παραβιάζουν όταν περάσουν το κατώφλι του δημοσιογραφικού γραφείου, ή να μπορούν να ξεφεύγουν από την υποχρέωση εφαρμογής των προνοιών του Κώδικα με το επιχείρημα της ιδιωτικής ή προσωπικής δραστηριότητας. Στην προκειμένη περίπτωση, το ερώτημα είναι κατά πόσο η δημοσιογραφική επαγγελματική ιδιότητα του καθ’ ου το παράπονο μπορεί να ανιχνευθεί πίσω από τη δραστηριότητα στο συγκεκριμένο μήνυμα που ανάρτησε στο Twitter. Ο Μαρίνος Νομικός είναι γνωστός δημοσιογράφος-σχολιαστής σε διάφορα έντυπα επί τηλεοπτικών και κινηματογραφικών θεμάτων. Η Επιτροπή θεωρεί πως, αν και ο ίδιος χαρακτηρίζει το λογαριασμό του «προσωπικό» πλείστα όσα μηνύματά του εκπηγάζουν από τη δημοσιογραφική του ιδιότητα. Στην προκειμένη περίπτωση σχολιάζεται με την κριτική ματιά του δημοσιογράφου η εργασία ενός άλλου δημοσιογράφου, προς την οποία απευθύνεται μάλιστα με συναδελφική οικειότητα, π.χ. «τα αστεία Μελίνα μου…» Υπό το φως των ανωτέρω, η Επιτροπή αποφάσισε ότι έχει αρμοδιότητα να κρίνει το tweet του Μαρίνου Νομικού το οποίο ανάρτησε στο Twitter, όπου θα μπορούσαν να το δουν χιλιάδες άτομα και να το διαβάσει οποιοσδήποτε. Ο Μαρίνος Νομικός έθεσε το ερώτημα «εάν βριζόμασταν με τη Μελίνα στο δρόμο θα μπορούσε να επέμβει η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας». Η απάντηση είναι αρνητική. Όμως στην προκειμένη περίπτωση δεν επρόκειτο για ένα ιδιωτικό μήνυμα, αλλά για μήνυμα που αναρτήθηκε δημοσίως σε ένα λογαριασμό Twitter που τον ακολουθούν σχεδόν πέντε χιλιάδες άτομα και θα μπορούσαν να το δουν άλλες τόσες χιλιάδες τυχαίοι επισκέπτες Όπως παραδέχεται και ο ίδιος, το σχόλιό του «ήταν πρόστυχο, χυδαίο και σχεδόν πορνογραφικό» –όπως πολλά από τα tweets του, σύμφωνα με τη δική του παραδοχή. Περαιτέρω, στο δεύτερο tweet που έγραψε την κατηγορεί, ή αφήνει σαφώς να υπονοηθεί ότι πήγε στη Σουηδία όχι για να κάμει δημοσιογραφική εργασία, δηλαδή να μεταδώσει το διαγωνισμό τραγουδιού της Γιουροβίζιον αλλά για να κάμει διακοπές πληρωμένες από το ΡΙΚ. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή αποφάσισε ότι τα δύο μηνύματα περιέχουν αναφορές που συνιστούν παραβιάσεις, οι οποίες διαπερνούν το σύνολο της γενικής πρόνοιας του Κώδικα που προβλέπει ότι: «Το ήθος, η αξιοπρέπεια και εντιμότητα, η διαγωγή, η συμπεριφορά και το επαγγελματικό επίπεδο των λειτουργών θα πρέπει να είναι της υψηλότερης δυνατής στάθμης. Οι λειτουργοί των ΜΜΕ αποφεύγουν δημοσιεύματα ή μεταδόσεις ή τη χρήση γλώσσας, που με βάση τις επικρατούσες αντιλήψεις, έχουν χυδαίο ή αισχρό περιεχόμενο. Οι λειτουργοί έχουν δικαίωμα να κρίνουν το έργο συναδέλφων τους, αλλά το πράττουν με σεβασμό στην τιμή και υπόληψή τους και αποφεύγουν προσωπικές επιθέσεις και μειωτικές της προσωπικότητας αναφορές». Δεδομένης της θέσης του Μαρίνου Νομικού ότι προσωπικά δεν κάνει διακρίσεις φύλου, η Επιτροπή δεν θεώρησε την πρώτη ανάρτησή του ως «σεξιστική», δηλαδή ως παραβίαση της πρόνοιας του άρθρου 12 περί αποφυγής δυσμενών διακρίσεων στη βάση του φύλου και του προσωπικού καθεστώτος της παραπονούμενης. Η Επιτροπή θεωρεί χρήσιμο να υποδείξει ότι η διαχωριστική γραμμή μεταξύ της συμπεριφοράς των λειτουργών των ΜΜΕ ως δημοσιογράφων και ως ιδιωτών πολιτών είναι πολύ λεπτή οσάκις αφορά σε θέματα που είναι δυνατό να υποδηλώνουν «δημοσιογραφική δραστηριότητα». Γι’ αυτό απευθύνεται προς τα ΜΜΕ αναφέροντας ότι έχουν ευθύνη, αλλά και συμφέρον, να επιστήσουν την προσοχή των δημοσιογράφων που εργοδοτούν στο γεγονός ότι η διάταξη του Κώδικα η οποία ορίζει πως «το ήθος, η αξιοπρέπεια και εντιμότητα, η διαγωγή, η συμπεριφορά και το επαγγελματικό επίπεδο των λειτουργών θα πρέπει να είναι της υψηλότερης δυνατής στάθμης» αφορά σε όλες τις ενέργειές τους που σχετίζονται με τη δημοσιογραφική επαγγελματική τους ιδιότητα ή εκπορεύονται από την ιδιότητα αυτή. Σε τελευταία ανάλυση η κρίση του κοινού για τη συμπεριφορά των δημοσιογράφων αντανακλά στα ίδια τα ΜΜΕ.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
20/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
12/07/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (20/6/6/2016) από τον Αν. Διευθυντή/Αρχισυντάκτη του Κυπριακού Πρακτορείου Ειδήσεων Γιώργο Πενηνταέξ για δημοσίευση από τη ΧΑΡΑΥΓΗ ειδήσεων του Πρακτορείου, περιλαμβανομένης και αποκλειστικής συνέντευξης, χωρίς αναφορά στην πηγή. Ειδικότερα παραπονέθηκε ότι η εφημερίδα «Χαραυγή» δημοσίευσε στις 19/52016 αποκλειστική συνέντευξη του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας Κώστα Κληρίδη χωρίς αναφορά στην πηγή και στις 13/5/2016 αποκλειστική είδηση του ΚΥΠΕ για την επαναλειτουργία της εκκλησίας Αγίας Αννας στην Αμμόχωστο ύστερα από 600 χρόνια, επίσης χωρίς αναφορά στην πηγή, κατά παράβαση των σχετικών προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Η πρώτη είδηση αφορούσε απαντήσεις που έδωσε ο Γενικός Εισαγγελέας στο ΚΥΠΕ σε σειρά ερωτήσεων για τρέχοντα θέματα, όπως τα Panama papers, η λίστα Λαγκάρντ, η πορεία της δίωξης των Ανδρέα Βγενόπουλου και Ευθύμιου Μπουλούτα και η κατάσταση στη Γενική Εισαγγελία. Η συνέντευξη είχε μεταδοθεί από το ΚΥΠΕ στις 18/5/2016 υπό τον τίτλο «Γ. Εισαγγελέας στο ΚΥΠΕ: Θα κάνουμε το παν για να οδηγηθούν οι υπαίτιοι στη δικαιοσύνη». Η είδηση για την τέλεση εσπερινού στον ιερό Ναό Αγία Αννας των Μαρωνιτών στην εντός των τειχών κατεχόμενη Αμμόχωστο για πρώτη φορά ύστερα από 600 χρόνια μεταδόθηκε από το ΚΥΠΕ στις 12/5/2016 και δημοσιεύθηκε την επομένη στη «Χαραυγή». Ο παραπονούμενος επισύναψε φωτοαντίγραφα τόσο των ειδήσεων του ΚΥΠΕ όσο και των προαναφερθέντων δημοσιευμάτων από τα οποία προκύπτει η ακρίβεια των καταγγελιών του. Η αρχισυντάκτρια της εφημερίδας Νίκη Κουλέρμου παραθέτοντας της θέσεις της εφημερίδας ανέφερε ότι «είναι συνήθης πρακτική της Χαραυγής να αναφέρεται το ΚΥΠΕ ως η πηγή της είδησης, όταν αυτό ισχύει, έστω και αν η εφημερίδα είναι συνδρομητής του Κυπριακού Πρακτορείου Ειδήσεων και ότι την ίδια πρακτική ακολουθεί ιδιαίτερα όταν αναδημοσιεύει αποκλειστικότητες του ΚΥΠΕ ή άλλων ΜΜΕ». Περαιτέρω ανέφερε ότι στις επίμαχες περιπτώσεις η μη αναφορά στην πηγή δεν οφειλόταν σε σκοπιμότητα αλλά σε αβλεψία. Εξ άλλου ενημέρωσε την Επιτροπή ότι έχει ήδη γίνει σύσταση στο συντακτικό προσωπικό της εφημερίδας σε περιπτώσεις μεταφοράς ειδήσεων από άλλα μέσα και την ανάγκη αναφοράς της πηγής και επίσης απηύθυνε σχετική επιστολή στον ΚΥΠΕ. Αφού εξέτασε τα ενώπιόν της δεδομένα, η Επιτροπή επισήμανε ότι σε προηγούμενες αποφάσεις της επί παρόμοιας φύσεως παραπόνων υπέδειξε ότι η προστασία των δικαιωμάτων αυτών διέπεται από τις αρχές οι οποίες προκύπτουν από τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, που παραπέμπει επίσης στην ισχύουσα νομοθεσία, καθώς και από τη σχετική νομολογία. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι δεν υπάρχει ενιαία πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης επί του θέματος αλλά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επεξεργάζεται οδηγία προς τα κράτη-μέλη, ώστε να υπάρχει ενιαία ρύθμιση στο χώρο της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Το άρθρο 7 του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας προβλέπει ότι: «Τα Μ.Μ.Ε. και οι λειτουργοί σέβονται και εφαρμόζουν το εκάστοτε ισχύον Δίκαιο και συμβάσεις που αφορούν στην προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας. Εκεί που επιτρέπεται, η αναδημοσίευση από άλλη πηγή γίνεται με σεβασμό προς το συγγραφέα/δημιουργό ή τον ιδιοκτήτη. Τα Μ.Μ.Ε. και οι λειτουργοί των υποχρεούνται να αναφέρουν την προέλευση». Το άρθρο 2 της Διεθνούς Σύμβασης περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας του 1968, πάνω στην οποία στηρίζονται οι πλείστες εθνικές νομοθεσίες, καθορίζει ότι μεταξύ άλλων προστατεύονται «φιλολογικά, καλλιτεχνικά και επιστημονικά έργα». Στον ορισμό αυτό εμπίπτουν και τα δημοσιογραφικά κείμενα σε έντυπα και ηλεκτρονικά ΜΜΕ, τα οποία παρουσιάζουν γεγονότα ή ιδέες. Η αναπαραγωγή αυτών των πνευματικών δημιουργημάτων, ανεξάρτητα από την ποιότητα και το επίπεδό τους, δεν επιτρέπεται χωρίς την άδεια του κατόχου των πνευματικών δικαιωμάτων, ενώ στις περιπτώσεις που, όπως αναλύεται κατωτέρω, επιτρέπεται η αναπαραγωγή αυτή πρέπει να γίνεται με αναφορά στην πηγή. Σε περιπτώσεις «πνευματικών δημιουργημάτων» όπως ορίζονται πιο πάνω, επιτρέπεται η καλή τη πίστη αναδημοσίευση, πχ η δημοσίευση αποσπασμάτων από άρθρα ιδεών για σκοπούς κριτικής, προβολής των ιδεών που περιλαμβάνονται στο κείμενο, έκφρασης αντίθετων ιδεών ή απόψεων, ως μέρος είδησης, ως επιχείρημα προς υποστήριξη συγκεκριμένων θέσεων, ως παρωδία, κλπ. Τα κριτήρια της καλής πίστης στις περιπτώσεις αυτές καθορίζονται από το σκοπό της χρήσης, κατά πόσο η αναδημοσίευση περιορίζεται στο απολύτως απαραίτητο για τους σκοπούς της χρήσης, από το κατά πόσο με την αναδημοσίευση έχει μεταβληθεί ουσιωδώς το αρχικό άρθρο, κατά πόσο η αναδημοσίευση αποβλέπει στην εξυπηρέτηση του ιδίου σκοπού με το πρωτότυπο, κατά πόσο με την αναδημοσίευση επιδιώκεται εμπορικό κέρδος και κατά πόσο με την αναδημοσίευση μειώνεται η εμπορική αξία της προστατευόμενης πνευματικής ιδιοκτησίας. Η καλή τη πίστη αναδημοσίευση επιτρέπεται από τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας («εκεί που επιτρέπεται, η αναδημοσίευση γίνεται...»), αλλά υπό τους όρους που θέτει ο Κώδικας, δηλαδή με σεβασμό προς το συγγραφέα/δημιουργό, γεγονός που σημαίνει την αναγνώριση της πατρότητας του έργου με αναφορά στην προέλευση. Η προστασία αφορά σε «πρωτότυπα συγγραφικά έργα» και με την έννοια αυτή τα γεγονότα στα οποία αναφέρεται μια είδηση δεν θεωρούνται πρωτότυπα. Τα γεγονότα είναι το δημιούργημα κάποιου ατόμου ή αιτίας και επομένως ένας δημοσιογράφος ή ένα ΜΜΕ δεν μπορεί να τα κατοχυρώσει κάτω από το δικαίωμα της πνευματικής ιδιοκτησίας. Κατά τον ίδιο τρόπο δεν μπορούν να κατοχυρωθούν ευρήματα που αποκαλύπτονται μέσα από δημοσιογραφική έρευνα εφ’ όσον αυτά δεν είναι το δημιούργημα του ερευνητή, πχ μια έρευνα για την εξέλιξη ενός συγκεκριμένου τομέα της οικονομίας. Ομως ο τρόπος παρουσίασής τους, δηλαδή η επιλογή και η σειρά των λέξεων σε ένα κείμενο ή ένα γραφικό που αποτυπώνει το αποτέλεσμα της έρευνας μπορεί να είναι πρωτότυπο δημιούργημα. Επίσης, ούτε και οι ιδέες ή οι απόψεις επί ενός συγκεκριμένου θέματος ή ο τρόπος για την κατασκευή ή δημιουργία ενός αντικειμένου, π.χ. την παρασκευή ενός συγκεκριμένου πιάτου φαγητού δεν μπορούν να κατοχυρωθούν, όμως ο τρόπος περιγραφής, δηλαδή το ύφος, μπορεί να θεωρηθεί ως πρωτότυπο πνευματικό δημιούργημα. Επομένως είναι ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονται ιδέες, ή γεγονότα ή προϋπάρχοντα δεδομένα σε ένα δημοσιογραφικό κείμενο, δηλαδή η επιλογή και η σειρά τοποθέτησης των λέξεων σε ένα κείμενο και εν τέλει το ύφος (στυλ) που αποτελεί πνευματική δημιουργία η οποία προστατεύεται από το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας. Με βάση τα πιο πάνω, ένα ΜΜΕ μπορεί να δημοσιεύσει ή να μεταδώσει γεγονότα που δημοσίευσε ή μετέδωσε προηγουμένως ένα άλλο ΜΜΕ, είτε ύστερα από δική του επιβεβαίωση των γεγονότων είτε και χωρίς επιβεβαίωση. Πρόκειται για επιτρεπόμενη αναδημοσίευση, η οποία, όμως, δεν μπορεί να γίνει με τη χρήση του ιδίου λεξιλογίου, της ίδιας φρασεολογίας και του ιδίου ύφους. Νοείται ότι το προϊόν μιας δημοσιογραφικής έρευνας επί γεγονότων που δημοσιεύτηκαν δεν θεωρείται αναδημοσίευση αν η είδηση που προέκυψε από μια τέτοια έρευνα υπερακοντίζει ουσιωδώς την αρχική ή είναι μια εντελώς διαφορετική είδηση. Όπως προκύπτει από τα ανωτέρω, και με την επιφύλαξη για τους όρους του συμβολαίου μεταξύ παρόχου και συνδρομητή, τα ΜΜΕ έχουν υποχρέωση να σέβονται το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας των πρακτορείων ειδήσεων από τα οποία λαμβάνουν την πληροφόρησή τους, ιδιαίτερα οσάκις διατηρούν τη φρασεολογία και το ύφος της αρχικής είδησης και δη στις περιπτώσεις που τα ίδια τα πρακτορεία δημοσιεύουν ειδοποίηση ότι διατηρούν τα πνευματικά δικαιώματα επί των ειδήσεών τους. Κατά συνέπεια, και λαμβάνοντας υπόψη τις πιο πάνω αρχές, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η δημοσίευση των προαναφερθέντων κειμένων από τη «Χαραυγή» χωρίς αναφορά στην πηγή συνιστά παραβίαση των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Η Επιτροπή έλαβε υπόψη το γεγονός και σημείωσε με ικανοποίηση τη βεβαίωση της εφημερίδας ότι η παράλειψη οφείλεται σε παραδρομή και επίσης ότι έγινε σύσταση στο προσωπικό για την ανάγκη αναφοράς στην πηγή των ειδήσεων. Η Επιτροπή θεωρεί χρήσιμο να υποδείξει ότι ανεξάρτητα από το σεβασμό των κατοχυρωμένων δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας ως ανωτέρω, λόγοι στοιχειώδους αβροφροσύνης μεταξύ των δημοσιογράφων και των ΜΜΕ σε ένα μικρό χώρο όπως η Κύπρος συνηγορούν υπέρ του σεβασμού και της αναγνώρισης της εργασίας των άλλων με την αναφορά της πηγής σε κάθε περίπτωση. Επίσης θεωρεί ότι οι δημοσιογράφοι και τα ΜΜΕ θα πρέπει να αναφέρουν, στις περιπτώσεις και στο βαθμό που αυτό είναι δυνατό, με όσο πιο συγκεκριμένο τρόπο γίνεται την πηγή προέλευσης της πληροφόρησής τους, γεγονός που βοηθά το κοινό να εκτιμήσει την αξιοπιστία των πληροφοριών. Από την άλλη, η αναφορά της πηγής προέλευσης αποτελεί σε κάποιο βαθμό ασπίδα προστασίας, έχοντας όμως πάντα υπόψη ότι η επίκληση της αναδημοσίευσης δεν αποτελεί υπεράσπιση για οποιαδήποτε παραβίαση είτε δεοντολογικών είτε νομικών κανόνων.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
21/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
12/07/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (21/7/6/2016) από τον Αν. Διευθυντή/Αρχισυντάκτη του Κυπριακού Πρακτορείου Ειδήσεων Γιώργο Πενηνταέξ για δημοσίευση από το Cyprus Mail είδησης του Πρακτορείου, ακόμα και αποκλειστικών συνεντεύξεων, χωρίς αναφορά στην πηγή. Ειδικότερα παραπονέθηκε η εφημερίδα δημοσίευσε στις 5/5/2016 αποκλειστική κάλυψη από δημοσιογράφο και κινηματογραφιστή του ΚΥΠΕ της πορείας των εργασιών αναστήλωσης του μοναστηριού του Αποστόλου Ανδρέα, χωρίς αναφορά στην πηγή, κατά παράβαση των σχετικών προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Η είδηση μεταδόθηκε από το ΚΥΠΕ στις 4/5/2016 και περιλάμβανε αποκλειστικές δηλώσεις στην απεσταλμένη του πρακτορείου Αιμιλία Χριστοφή. Η εφημερίδα απάντησε ότι στις 4/5/16 λίγο μετά τις 8 το βράδυ το ΚΥΠΕ ανάρτησε στην ιστοσελίδα του ιστορία για τον Απόστολο Ανδρέα με τον τίτλο «History is in the making». Λίγο πριν τις 9 το βράδυ η Cyprus Mail ανάρτησε στην ιστοσελίδα της www.cyprus-mail.com την είδηση αυτή αυτούσια (http://cyprus-mail.com/2016/05/04/history-in-the-making-at-apostolos-andreas/). Ως συντάκτης της είδησης τις ιστοσελίδας αναγράφετε η Αιμιλία Χριστοφή, και αναφέρεται ως πηγή το CNA News Service. Επίσης στον τίτλο του κειμένου αποδίδεται και το συνοδευτικό video στο ΚΥΠΕ (History in the making at Apostolos Andreas (VIDEO by CΝΑ.) Στην έντυπη έκδοση της εφημερίδας Cyprus Mail στις 5/5/16 δημοσιεύθηκε είδηση υπό τον τίτλο ‘History is in the making’ με συντάκτη την Αντρια Καδής. Η εφημερίδα ανάφερε ότι η δημοσιογράφος άντλησε από το ΚΥΠΕ καθώς και από άλλες πηγές (UNDP) για την είδηση που έγραψε. Όπως ανέφερε η εφημερίδα, η είδηση της κυρίας Καδής είναι 519 λέξεις ενώ της Αιμιλίας Χριστοφή 837. Σύμφωανα με την εφημερίδα, σύγκριση των δύο κειμένων που έγινε με τη χρήση της ιστοσελίδας www.copyscape.com κατέδειξε ότι μόνο 8% των λέξεων είναι κοινές εκ των οποίων οι πλείστες δεν μπορούσαν να γραφτούν διαφορετικά. (Greek Cypriots, Turkish Cypriots, Church of Cyprus, University of Patra και άλλες) Η εφημερίδα ανέφερε ότι δεν ήταν σκοπός της να χρησιμοποιήσει κείμενα χωρίς αναφορά της πηγής, αν και το συγκεκριμένο κείμενο είχε γραφτεί εξ ολοκλήρου από την δημοσιογράφο της εφημερίδας, αλλά ενδεχομένως εκ παραδρομής δεν αναφέρθηκε ότι ορισμένες από τις πληροφορίες αντλήθηκαν και από το ΚΥΠΕ. Από την εξέταση των κειμένων προκύπτει ότι πράγματι η είδηση που δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα της εφημερίδας αποδίδεται στην Αιμιλία Χριστοφή και αναφέρεται ως πηγή το ΚΥΠΕ. Η είδηση που δημοσιεύθηκε στην έντυπη εφημερίδα με συντάκτη την Αντρια Καδής είναι πιο σύντομη από εκείνη του ΚΥΠΕ. Κάποια στοιχεία θα μπορούσαν να αντληθούν από άλλες πηγές, αλλά από τη σύγκριση των δύο κειμένου προκύπτει ότι περιλαμβάνει δηλώσεις που έγιναν αποκλειστικά στην Αιμιλία Χριστοφή από τους συμπροέδρους της Επιτροπής για την Πολιτιστική Κληρονομιά Τάκη Χατζηδημητρίου και Αλί Τουνσάϋ. Επίσης, παρά τη θέση ότι μόνο το 8% των λέξεων είναι οι ίδιες, κάποιες παράγραφοι της είδηση λήφθηκαν αυτούσιες από το κείμενο της είδησης της ιστοσελίδας του Cyprus Mail, που είχε ληφθεί αυτούσια από το ΚΥΠΕ. Ενδεικτικά αναφέρονται οι παράγραφοι 1, 2, 7,8 9,10 και 11 της είδησης που είναι γραμμένες λέξη προς λέξη όπως γράφτηκαν στην είδηση του ΚΥΠΕ. Αφού εξέτασε τα ενώπιόν της δεδομένα, η Επιτροπή επισήμανε ότι σε προηγούμενες αποφάσεις της επί παρόμοιας φύσεως παραπόνων υπέδειξε ότι η προστασία των δικαιωμάτων αυτών διέπεται από τις αρχές οι οποίες προκύπτουν από τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, που παραπέμπει επίσης στην ισχύουσα νομοθεσία, καθώς και από τη σχετική νομολογία. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι δεν υπάρχει ενιαία πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης επί του θέματος αλλά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επεξεργάζεται οδηγία προς τα κράτη-μέλη, ώστε να υπάρχει ενιαία ρύθμιση στο χώρο της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Το άρθρο 7 του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας προβλέπει ότι: «Τα Μ.Μ.Ε. και οι λειτουργοί σέβονται και εφαρμόζουν το εκάστοτε ισχύον Δίκαιο και συμβάσεις που αφορούν στην προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας. Εκεί που επιτρέπεται, η αναδημοσίευση από άλλη πηγή γίνεται με σεβασμό προς το συγγραφέα/δημιουργό ή τον ιδιοκτήτη. Τα Μ.Μ.Ε. και οι λειτουργοί των υποχρεούνται να αναφέρουν την προέλευση». Το άρθρο 2 της Διεθνούς Σύμβασης περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας του 1968, πάνω στην οποία στηρίζονται πλείστες εθνικές νομοθεσίες, καθορίζει ότι μεταξύ άλλων προστατεύονται «φιλολογικά, καλλιτεχνικά και επιστημονικά έργα». Στον ορισμό αυτό εμπίπτουν και τα δημοσιογραφικά κείμενα σε έντυπα και ηλεκτρονικά ΜΜΕ, τα οποία παρουσιάζουν γεγονότα ή ιδέες. Η αναπαραγωγή αυτών των πνευματικών δημιουργημάτων, ανεξάρτητα από την ποιότητα και το επίπεδό τους, δεν επιτρέπεται χωρίς την άδεια του κατόχου των πνευματικών δικαιωμάτων, ενώ στις περιπτώσεις που όπως αναλύεται κατωτέρω επιτρέπεται, η αναπαραγωγή γίνεται με αναφορά στην πηγή. Σε περιπτώσεις «πνευματικών δημιουργημάτων» όπως ορίζονται πιο πάνω, επιτρέπεται η καλή τη πίστη αναδημοσίευση, πχ η δημοσίευση αποσπασμάτων από άρθρα ιδεών για σκοπούς κριτικής, προβολής των ιδεών που περιλαμβάνονται στο κείμενο, έκφρασης αντίθετων ιδεών ή απόψεων, ως μέρος είδησης, ως επιχείρημα προς υποστήριξη συγκεκριμένων θέσεων, ως παρωδία, κλπ. Τα κριτήρια της καλής πίστης στις περιπτώσεις αυτές καθορίζονται από το σκοπό της χρήσης, κατά πόσο η αναδημοσίευση περιορίζεται στο απολύτως απαραίτητο για τους σκοπούς της χρήσης, από το κατά πόσο με την αναδημοσίευση έχει μεταβληθεί ουσιωδώς το αρχικό άρθρο, κατά πόσο η αναδημοσίευση αποβλέπει στην εξυπηρέτηση του ιδίου σκοπού με το πρωτότυπο, κατά πόσο με την αναδημοσίευση επιδιώκεται εμπορικό κέρδος και κατά πόσο με την αναδημοσίευση μειώνεται η εμπορική αξία της προστατευόμενης πνευματικής ιδιοκτησίας. Η καλή τη πίστη αναδημοσίευση επιτρέπεται από τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας («εκεί που επιτρέπεται, η αναδημοσίευση γίνεται...»), αλλά υπό τους όρους που θέτει ο Κώδικας, δηλαδή με σεβασμό προς το συγγραφέα/δημιουργό, γεγονός που σημαίνει την αναγνώριση της πατρότητας του έργου με αναφορά στην προέλευση. Η προστασία αφορά σε «πρωτότυπα συγγραφικά έργα» και με την έννοια αυτή τα γεγονότα στα οποία αναφέρεται μια είδηση δεν θεωρούνται πρωτότυπα. Τα γεγονότα είναι το δημιούργημα κάποιου ατόμου ή αιτίας και επομένως ένας δημοσιογράφος ή ένα ΜΜΕ δεν μπορεί να τα κατοχυρώσει κάτω από το δικαίωμα της πνευματικής ιδιοκτησίας. Κατά τον ίδιο τρόπο δεν μπορούν να κατοχυρωθούν ευρήματα που αποκαλύπτονται μέσα από δημοσιογραφική έρευνα εφ’ όσον αυτά δεν είναι το δημιούργημα του ερευνητή, (όμως ο τρόπος παρουσίασής τους, π.χ. ένα γραφικό που αποτυπώνει το αποτέλεσμα της έρευνας μπορεί να είναι πρωτότυπο δημιούργημα) ούτε και οι ιδέες, π.χ. απόψεις επί ενός συγκεκριμένου θέματος ή ο τρόπος για την κατασκευή ή δημιουργία ενός αντικειμένου, π.χ. την παρασκευή ενός συγκεκριμένου πιάτου φαγητού. Όμως ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονται ιδέες, ή γεγονότα ή προϋπάρχοντα δεδομένα σε ένα δημοσιογραφικό κείμενο, δηλαδή η επιλογή και η σειρά τοποθέτησης των λέξεων σε ένα κείμενο και εν τέλει το ύφος (στυλ), αποτελεί πνευματική δημιουργία και προστατεύεται από το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας. Με βάση τα πιο πάνω, ένα ΜΜΕ μπορεί να δημοσιεύσει ή να μεταδώσει γεγονότα που δημοσίευσε ή μετέδωσε προηγουμένως ένα άλλο ΜΜΕ, είτε ύστερα από δική του επιβεβαίωση των γεγονότων είτε και χωρίς επιβεβαίωση. Πρόκειται για επιτρεπόμενη αναδημοσίευση, η οποία, όμως, δεν μπορεί να γίνει με τη χρήση του ιδίου λεξιλογίου, της ίδιας φρασεολογίας και του ιδίου ύφους. Νοείται ότι το προϊόν μιας δημοσιογραφικής έρευνας επί γεγονότων που δημοσιεύτηκαν δεν θεωρείται αναδημοσίευση αν η είδηση που προέκυψε από μια τέτοια έρευνα υπερακοντίζει ουσιωδώς την αρχική ή είναι μια εντελώς διαφορετική είδηση. Όπως προκύπτει από τα ανωτέρω, και με την επιφύλαξη για τους όρους του συμβολαίου μεταξύ παρόχου και συνδρομητή, τα ΜΜΕ έχουν υποχρέωση να σέβονται το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας των πρακτορείων ειδήσεων από τα οποία λαμβάνουν την πληροφόρησή τους, ιδιαίτερα οσάκις διατηρούν τη φρασεολογία και το ύφος της αρχικής είδησης και στις περιπτώσεις που τα ίδια τα πρακτορεία δημοσιεύουν ειδοποίηση ότι διατηρούν τα πνευματικά δικαιώματα επί των ειδήσεών τους. Κατά συνέπεια, και λαμβάνοντας υπόψη της πιο πάνω αρχές, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η δημοσίευση του κειμένου για την πορεία των εργασιών αναστήλωσης της Μονής Αποστόλου Ανδρέα στην έντυπη έκδοση του Cyprus Mail χωρίς αναφορά στην πηγή συνιστά παραβίαση των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Η Επιτροπή σημείωσε με ικανοποίηση τη βεβαίωση της εφημερίδας ότι η παράλειψη οφείλεται σε παραδρομή και επίσης ότι δεν αποτελεί πολιτική της εφημερίδας η δημοσίευση ειδήσεων χωρίς αναφορά στην πηγή. Η Επιτροπή θεωρεί χρήσιμο να υποδείξει ότι ανεξάρτητα από το σεβασμό των κατοχυρωμένων δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας ως ανωτέρω, λόγοι στοιχειώδους αβροφροσύνης μεταξύ των δημοσιογράφων και των ΜΜΕ σε ένα μικρό χώρο όπως η Κύπρος συνηγορούν υπέρ του σεβασμού και της αναγνώρισης της εργασίας των άλλων με την αναφορά της πηγής σε κάθε περίπτωση. Επίσης θεωρεί ότι οι δημοσιογράφοι και τα ΜΜΕ θα πρέπει να αναφέρουν, στις περιπτώσεις και στο βαθμό που αυτό είναι δυνατό, με όσο πιο συγκεκριμένο τρόπο γίνεται την πηγή προέλευσης της πληροφόρησής τους, γεγονός που βοηθά το κοινό να εκτιμήσει την αξιοπιστία των πληροφοριών. Από την άλλη, η αναφορά της πηγής προέλευσης αποτελεί σε κάποιο βαθμό ασπίδα προστασίας, έχοντας όμως πάντα υπόψη ότι η επίκληση της αναδημοσίευσης δεν αποτελεί υπεράσπιση για οποιαδήποτε παραβίαση είτε δεοντολογικών είτε νομικών κανόνων.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
22/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
12/07/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
1 ΟΧΙ, 2 ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (22/7/6/2016) από τον Αν. Διευθυντή/Αρχισυντάκτη του Κυπριακού Πρακτορείου Ειδήσεων Γιώργο Πενηνταέξ για δημοσίευση από την εφημερίδα «Αλήθεια» δύο αποκλειστικών ειδήσεων του Πρακτορείου χωρίς αναφορά στην πηγή. Ειδικότερα παραπονέθηκε η εφημερίδα δημοσίευσε στις 5/52016 αποκλειστική κάλυψη από δημοσιογράφο και κινηματογραφιστή του ΚΥΠΕ της πορείας των εργασιών αναστήλωσης του μοναστηριού του Αποστόλου Ανδρέα, χωρίς αναφορά στην πηγή, κατά παράβαση των σχετικών προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Η είδηση μεταδόθηκε από το ΚΥΠΕ στις 4/5/2016 και περιλάμβανε αποκλειστικές δηλώσεις στην απεσταλμένη του πρακτορείου Αιμιλία Χριστοφή. Επίσης παραπονέθηκε ότι δημοσίευσε στις 13/5/2013 αποκλειστικής είδησης για την επαναλειτουργία της εκκλησίας Αγίας Αννας στην Αμμόχωστο ύστερα από 600 χρόνια χωρίς αναφορά στην πηγή. Ο παραπονούμενος επισύναψε φωτοαντίγραφα τόσο των ειδήσεων του ΚΥΠΕ όσο και των προαναφερθέντων δημοσιευμάτων από τα οποία προκύπτει η ακρίβεια των καταγγελιών του. Ο δημοσιογράφος Αριστείδης Βικέτος, που έγραψε την είδηση της εφημερίδας για τις εργασίες αναστήλωσης της Μονής Αποστόλου Ανδρέα πληροφόρησε την Επιτροπή έγραψε την είδηση ύστερα από προσωπική επίσκεψη στον Απόστολο Ανδρέα αργότερα την ίδια ημέρα κατά την οποία έγινε και η επίσκεψη της ομάδας του ΚΥΠΕ και μίλησε με τους δύο εργολάβους του έργου, που του έδωσαν πληροφορίες για το τι λέχθηκε προηγουμένως. Μάλιστα ανέφερε πως από τον Απόστολο Ανδρέα τον μετέφερε στη Λευκωσία ο Τουρκοκύπριος εργολάβος Γακούπ Τελ. Το γεγονός της επίσκεψης του επιβεβαιώνεται από φωτογραφίες που έλαβε της υπό αναστήλωση μονής. Κατά συνέπεια το παράπονο ως προς την είδηση που αφορά στον Απόστολο Ανδρέα δεν ευσταθεί και απορρίπτεται. Ωστόσο, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η είδηση για τη λειτουργία στον ιερό ναό Αγίας Αννας στην κατεχόμενη Αμμόχωστο λήφθηκε από το ΚΥΠΕ και ότι υπήρξε παράλειψη αναφοράς της πηγής. Αφού εξέτασε τα ενώπιόν της δεδομένα, η Επιτροπή επισήμανε ότι σε προηγούμενες αποφάσεις της επί παρόμοιας φύσεως παραπόνων υπέδειξε ότι η προστασία των δικαιωμάτων αυτών διέπεται από τις αρχές οι οποίες προκύπτουν από τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, που παραπέμπει επίσης στην ισχύουσα νομοθεσία, καθώς και από τη σχετική νομολογία. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι δεν υπάρχει ενιαία πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης επί του θέματος αλλά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επεξεργάζεται οδηγία προς τα κράτη-μέλη, ώστε να υπάρχει ενιαία ρύθμιση στο χώρο της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Το άρθρο 7 του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας προβλέπει ότι: «Τα Μ.Μ.Ε. και οι λειτουργοί σέβονται και εφαρμόζουν το εκάστοτε ισχύον Δίκαιο και συμβάσεις που αφορούν στην προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας. Εκεί που επιτρέπεται, η αναδημοσίευση από άλλη πηγή γίνεται με σεβασμό προς το συγγραφέα/δημιουργό ή τον ιδιοκτήτη. Τα Μ.Μ.Ε. και οι λειτουργοί των υποχρεούνται να αναφέρουν την προέλευση». Το άρθρο 2 της Διεθνούς Σύμβασης περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας του 1968, πάνω στην οποία στηρίζονται πλείστες εθνικές νομοθεσίες, καθορίζει ότι μεταξύ άλλων προστατεύονται «φιλολογικά, καλλιτεχνικά και επιστημονικά έργα». Στον ορισμό αυτό εμπίπτουν και τα δημοσιογραφικά κείμενα σε έντυπα και ηλεκτρονικά ΜΜΕ, τα οποία παρουσιάζουν γεγονότα ή ιδέες. Η αναπαραγωγή αυτών των πνευματικών δημιουργημάτων, ανεξάρτητα από την ποιότητα και το επίπεδό τους, δεν επιτρέπεται χωρίς την άδεια του κατόχου των πνευματικών δικαιωμάτων, ενώ στις περιπτώσεις που όπως αναλύεται κατωτέρω επιτρέπεται, η αναπαραγωγή γίνεται με αναφορά στην πηγή. Σε περιπτώσεις «πνευματικών δημιουργημάτων» όπως ορίζονται πιο πάνω, επιτρέπεται η καλή τη πίστη αναδημοσίευση, πχ η δημοσίευση αποσπασμάτων από άρθρα ιδεών για σκοπούς κριτικής, προβολής των ιδεών που περιλαμβάνονται στο κείμενο, έκφρασης αντίθετων ιδεών ή απόψεων, ως μέρος είδησης, ως επιχείρημα προς υποστήριξη συγκεκριμένων θέσεων, ως παρωδία, κλπ. Τα κριτήρια της καλής πίστης στις περιπτώσεις αυτές καθορίζονται από το σκοπό της χρήσης, κατά πόσο η αναδημοσίευση περιορίζεται στο απολύτως απαραίτητο για τους σκοπούς της χρήσης, από το κατά πόσο με την αναδημοσίευση έχει μεταβληθεί ουσιωδώς το αρχικό άρθρο, κατά πόσο η αναδημοσίευση αποβλέπει στην εξυπηρέτηση του ιδίου σκοπού με το πρωτότυπο, κατά πόσο με την αναδημοσίευση επιδιώκεται εμπορικό κέρδος και κατά πόσο με την αναδημοσίευση μειώνεται η εμπορική αξία της προστατευόμενης πνευματικής ιδιοκτησίας. Η καλή τη πίστη αναδημοσίευση επιτρέπεται από τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας («εκεί που επιτρέπεται, η αναδημοσίευση γίνεται...»), αλλά υπό τους όρους που θέτει ο Κώδικας, δηλαδή με σεβασμό προς το συγγραφέα/δημιουργό, γεγονός που σημαίνει την αναγνώριση της πατρότητας του έργου με αναφορά στην προέλευση. Η προστασία αφορά σε «πρωτότυπα συγγραφικά έργα» και με την έννοια αυτή τα γεγονότα στα οποία αναφέρεται μια είδηση δεν θεωρούνται πρωτότυπα. Τα γεγονότα είναι το δημιούργημα κάποιου ατόμου ή αιτίας και επομένως ένας δημοσιογράφος ή ένα ΜΜΕ δεν μπορεί να τα κατοχυρώσει κάτω από το δικαίωμα της πνευματικής ιδιοκτησίας. Κατά τον ίδιο τρόπο δεν μπορούν να κατοχυρωθούν ευρήματα που αποκαλύπτονται μέσα από δημοσιογραφική έρευνα εφ’ όσον αυτά δεν είναι το δημιούργημα του ερευνητή, (όμως ο τρόπος παρουσίασής τους, π.χ. ένα γραφικό που αποτυπώνει το αποτέλεσμα της έρευνας μπορεί να είναι πρωτότυπο δημιούργημα) ούτε και οι ιδέες, π.χ. απόψεις επί ενός συγκεκριμένου θέματος ή ο τρόπος για την κατασκευή ή δημιουργία ενός αντικειμένου, π.χ. την παρασκευή ενός συγκεκριμένου πιάτου φαγητού. Όμως ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονται ιδέες, ή γεγονότα ή προϋπάρχοντα δεδομένα σε ένα δημοσιογραφικό κείμενο, δηλαδή η επιλογή και η σειρά τοποθέτησης των λέξεων σε ένα κείμενο και εν τέλει το ύφος (στυλ), αποτελεί πνευματική δημιουργία και προστατεύεται από το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας. Με βάση τα πιο πάνω, ένα ΜΜΕ μπορεί να δημοσιεύσει ή να μεταδώσει γεγονότα που δημοσίευσε ή μετέδωσε προηγουμένως ένα άλλο ΜΜΕ, είτε ύστερα από δική του επιβεβαίωση των γεγονότων είτε και χωρίς επιβεβαίωση. Πρόκειται για επιτρεπόμενη αναδημοσίευση, η οποία, όμως, δεν μπορεί να γίνει με τη χρήση του ιδίου λεξιλογίου, της ίδιας φρασεολογίας και του ιδίου ύφους. Νοείται ότι το προϊόν μιας δημοσιογραφικής έρευνας επί γεγονότων που δημοσιεύτηκαν δεν θεωρείται αναδημοσίευση αν η είδηση που προέκυψε από μια τέτοια έρευνα υπερακοντίζει ουσιωδώς την αρχική ή είναι μια εντελώς διαφορετική είδηση. Όπως προκύπτει από τα ανωτέρω, και με την επιφύλαξη για τους όρους του συμβολαίου μεταξύ παρόχου και συνδρομητή, τα ΜΜΕ έχουν υποχρέωση να σέβονται το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας των πρακτορείων ειδήσεων από τα οποία λαμβάνουν την πληροφόρησή τους, ιδιαίτερα οσάκις διατηρούν τη φρασεολογία και το ύφος της αρχικής είδησης και στις περιπτώσεις που τα ίδια τα πρακτορεία δημοσιεύουν ειδοποίηση ότι διατηρούν τα πνευματικά δικαιώματα επί των ειδήσεών τους. Κατά συνέπεια, και λαμβάνοντας υπόψη τις πιο πάνω αρχές, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η δημοσίευση του κειμένου για τη λειτουργία στον ιερό ναό Αγίας Αννας συνιστά παραβίαση των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Η Επιτροπή θεωρεί χρήσιμο να υποδείξει ότι ανεξάρτητα από το σεβασμό των κατοχυρωμένων δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας ως ανωτέρω, λόγοι στοιχειώδους αβροφροσύνης μεταξύ των δημοσιογράφων και των ΜΜΕ σε ένα μικρό χώρο όπως η Κύπρος συνηγορούν υπέρ του σεβασμού και της αναγνώρισης της εργασίας των άλλων με την αναφορά της πηγής σε κάθε περίπτωση. Επίσης θεωρεί ότι οι δημοσιογράφοι και τα ΜΜΕ θα πρέπει να αναφέρουν, στις περιπτώσεις και στο βαθμό που αυτό είναι δυνατό, με όσο πιο συγκεκριμένο τρόπο γίνεται την πηγή προέλευσης της πληροφόρησής τους, γεγονός που βοηθά το κοινό να εκτιμήσει την αξιοπιστία των πληροφοριών. Από την άλλη, η αναφορά της πηγής προέλευσης αποτελεί σε κάποιο βαθμό ασπίδα προστασίας, έχοντας όμως πάντα υπόψη ότι η επίκληση της αναδημοσίευσης δεν αποτελεί υπεράσπιση για οποιαδήποτε παραβίαση είτε δεοντολογικών είτε νομικών κανόνων.