*The older decisions of the CMEC - Committee of Media Ethics Cyprus are republished from the archive and no intervention has been made in their content.
*The older decisions of the CMEC - Committee of Media Ethics Cyprus are republished from the archive and no intervention has been made in their content.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
28/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
18/10/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (28/2/8/2016) από τον Αλέξανδρο Μακρυγιάννη, μέλος του προσωπικού της ΑΤΗΚ για δύο κατ’ ισχυρισμό ανακριβή και παραπλανητικά σχόλια-ειδήσεις που δημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος» στις 28 και 30 Ιουλίου. Τα σχόλια αναφέρονταν σε διακοπές που προσφέρει στα μέλη του το Ταμείο Ευημερίας της ΑΤΗΚ με επικριτική διάθεση για το γεγονός ότι τα μέλη του Ταμείου, μεταξύ των οποίων και διευθυντικά στελέχη της ΑΤΗΚ απολαμβάνουνπιο φθηνές διακοπές σε σχέση με άλλους πολίτες. Το πρώτο σχόλιο, με την υπογραφή Ε.Π. ανέφερε: «Σχεδόν δωρεάν απολαμβάνουν τις ομορφιές της Σκιάθου οι εργαζόμενοι της Cyta, ανάμεσά τους διευθυντές οι οποίοι λαμβάνουν ψηλούς μισθούς. Πληρώνοντας μόνο το ποσό των €350 ανά άτομο, ταξιδεύουν απευθείας από τη Λάρνακα στο γοητευτικό νησί των Σποράδων και διαμένουν για μια εβδομάδα σε ένα από τα πολυτελέστατα ξενοδοχεία του νησιού. Το ποσό των €350 το οποίο καταβάλλουν και για κάθε ένα μέλος της οικογένειάς τους, περιλαμβάνει το αεροπορικό εισιτήριο και τη διαμονή η οποία συνοδεύεται με πλήρη διατροφή. Οι χλιδάτες διακοπές των εργαζομένων ουσιαστικά επιχορηγούνται μέσω του ταμείου ευημερίας των υπαλλήλων, οι οποίοι κάθε μήνα καταβάλουν €3 έκαστος. Επίσης, η Cyta, κάθε τέλος του χρόνου, προσθέτει 3% επί των ετήσιων απολαβών του κάθε εργαζομένου, ποσό με το οποίο πληρώνεται η ασφάλειά τους και όσα χρήματα απομείνουν μεταφέρονται στο ταμείο ευημερίας. Οι υπόλοιποι Κύπριοι μόνο για τα αεροπορικά εισιτήρια πληρώνουν €325…» Υστερα από πολλές αντιδράσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης από υπαλλήλους της ΑΤΗΚ αλλά και μέλη του κοινού, η εφημερίδα δημοσίευσε στις 30 Ιουλίου, 2016, δεύτερο σχόλιο που ανέφερε: «Σάλο προκάλεσε το παραπολιτικό του «Φ» σχετικά με τις επιχορηγημένες διακοπές των εργαζομένων της Cyta στη Σκιάθο. Δεν μπορώ να καταλάβω τον λόγο που υπήρξαν τόσες αντιδράσεις. Οι εργαζόμενοι του Οργανισμού ενοχλήθηκαν γιατί γράψαμε ότι με ποσό €350 πάνε διακοπές με πλήρη διατροφή, αλλά στην πραγματικότητα απολαμβάνουν τις Σποράδες πληρώνοντας ποσό €485 με ημιδιατροφή. Το ζήτημα δεν είναι ούτε τα €350 ούτε τα €485, αλλά είναι ο τρόπος με τον οποίο κάνουν τις διακοπές. Κάθε χρόνο, όπως μας ανέφερε αρμόδια πηγή, η Cyta καταβάλλει στο Ταμείο Ευημερίας, ποσό ύψους €1,4 εκατ. Ο «Φ» ήθελε να κακίσει το γεγονός ότι διευθυντές με μηνιαίους μισθούς άνω των €5.000, χρησιμοποιούν τις προσφορές του Ταμείου για να κάνουν τις διακοπές τους. Για την ιστορία, οι απλοί πολίτες για εισιτήριο και διαμονή στο ίδιο ξενοδοχείο, που είναι τεσσάρων αστέρων και στο οποίο διαμένουν οι εργαζόμενοι του Οργανισμού θα καταβάλουν ποσό €799 το άτομο, ενώ αυτοί μόνο €485. Μήπως τελικά είναι ταμείο ευημερίας διευθυντών;» Ο παραπονούμενος υποστήριξε ότι η δημοσιογράφος εσκεμμένα χρησιμοποίησε τη λέξη «χλιδάτες» (έννοια: προκλητική πολυτέλεια) για να προκαλέσει την αρνητική αντίδραση του αναγνώστη, αφού υπονοεί ότι τα μέλη του Ταμείου Ευημερίας απολαμβάνουν κάτι που δεν είναι εφικτό στους υπόλοιπους Κύπριους. Περαιτέρω, ανέφερε ότι ο χαρακτηρισμός του ποσού των €350 ως ευτελούς συνιστούσε άτοπο και υπέδειξε ότιτα μέλη του Ταμείου δεν κατέβαλαν το ποσό για διαμονή και πλήρη διατροφή 7 ημερών, αλλά €485 ευρώ με ημιδιατροφή. Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι και το δεύτερο σχόλιο υπό τον τίτλο «Οι αντιδράσεις εργαζομένων της Cyta» με το οποίο απαντούσε στις επικρίσεις των εργαζομένων στην ΑΤΗΚ ήταν εξίσου παραπλανητικό γιατί ενώ προβαίνει σε διόρθωση των ανακριβών στοιχείων, δεν προέβη σε απολογία και επέμενε να προκαλεί την αρνητική αντίδραση των αναγνωστών συγκρίνοντας το ποσό που καταβάλλει ένα μέλος του Ταμείου (485 ευρώ) με ένα αυθαίρετο ποσό (799 ευρώ) που πληρώνουν άλλα μέλη του κοινού που ενδεχομένως να βρήκε στο διαδίκτυο. Ο παραπονούμενος εξήγησε ότι το Ταμείο Προνοίας ιδρύθηκε από το 1986 με αποστολή, μεταξύ άλλων, την «εξασφάλιση θερινών αναπαυτηρίων κι επιχορήγηση καλοκαιρινών διακοπών». Επίσης εξήγησε πως το κάθε μέλος πληρώνει μηνιαία συνδρομή και η Α.ΤΗ.Κ. καταβάλλει το 3% του ετήσιου μισθού βάσει συλλογικής σύμβασης (μείον τα έξοδα ασφάλισης). Η συλλογική σύμβαση, ανέφερε, δεν μπορεί να αποκλείσει κανέναν υπάλληλο, ακόμα και τους διευθυντές, που αναλογικά καταβάλλουν μεγαλύτερο ποσό, επιχορηγώντας με αυτόν τον έμμεσο τρόπο, τους χαμηλόμισθους υπαλλήλους. Ο παραπονούμενος παρέθεσε λεπτομέρειες της λειτουργίας του Ταμείου αναφέροντας ότι , κάθε χρόνο μέσω προσφορών, διοργανώνονται ταξίδια στο εξωτερικό. Η Σκιάθος είναι ένας αγαπητός προορισμός και για φέτος ζητήθηκαν από τις αρχές του χρόνου προσφορές για 735 διανυκτερεύσεις στο συγκεκριμένο ξενοδοχείο (15 δωμάτια Χ 7 εβδομάδες με τα ανάλογα αεροπορικά εισιτήρια. Ο παραπονούμενος πρόσθεσε πως το Ταμείο εξασφάλισε μέσω καλού προγραμματισμού πολύ καλές τιμές για τα μέλη του, αναφέροντας πως δεν υπάρχει ούτε προκλητική χλιδή, ούτε διάκριση έναντι των υπολοίπων Κυπρίων. Εξ άλλου, ανέφερε ότι υπάρχει ένα μικρό ποσό επιχορήγησης που προέρχεται από χρήματα των μελών του Ταμείου, είτε μέσω της μηνιαίας συνδρομής τους είτε μέσω καταβολής ποσοστού του μισθού τους. Ο τρόπος επιλογής γίνεται με κλήρωση, βασισμένη σε σύστημα μοριοδότησης στην οποία ένας διευθυντής και ένας κλητήρας έχουν ίσες πιθανότητες. Τέλος αναφέρει ότι όλα τα Ταμεία Ευημερίας λειτουργούν με παρόμοιο και ότι αν η δημοσιογράφος ερευνούσε το θέμα δεν θα παρουσίαζε τα δεδομένα με τον συγκεκριμένο τρόπο, προσβάλλοντας τα μέλη. Σύμφωνα με το παράπονο, τα δύο δημοσιεύματα παραβιάζουν τη γενική πρόνοια του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, που ορίζει ότι «Ο σεβασμός της αλήθειας και του δικαιώματος του πολίτη για αντικειμενική, ολοκληρωμένη και έγκυρη πληροφόρηση αποτελεί υποχρέωση όλων των Μέσων και των λειτουργών των», καθώς και το άρθρο 1 περί Ακρίβειας των Πληροφοριών, που προνοεί τα ακόλουθα:, «Τα Μ.Μ.Ε. μεριμνούν ώστε να μη δημοσιεύονται ανακριβείς, παραπλανητικές, φανταστικές ή διαστρεβλωτικές της αλήθειας ειδήσεις, πληροφορίες ή σχόλια. Σε περίπτωση που έχει συμβεί κάτι τέτοιο προχωρούν σε άμεση διόρθωση ή και απολογία., Τα Μ.Μ.Ε. και οι λειτουργοί των έχουν υποχρέωση να παρέχουν έγκυρη πληροφόρηση στους καταναλωτές». Η Επιτροπή προέβη σε επανειλημμένες υπομνήσεις προς την εφημερίδα, ακόμα και κατά την ημέρα της εξέτασης του παραπόνου, για παράθεση των απόψεών της. Δεδομένου ότι παρήλθαν τρεισήμισι μήνες από την αρχική ενημέρωση της εφημερίδας, η Επιτροπή αποφάσισε να προχωρήσει στην εξέτασή του παραπόνου με βάση τα ενώπιόν της στοιχεία. Η Επιτροπή, αφού διαπίστωσε την καθυστέρηση και την αμέλεια της εφημερίδας να συνεργασθεί στην εξέταση του παραπόνου εξέφρασε δυσφορία για τη στάση αυτή, που ισοδυναμεί με άρνηση συνεργασίας, η οποία συνιστά παραβίαση της πρόνοιας του Κώδικα που αναφέρει ότι «τα ΜΜΕ και οι Λειτουργοί των αναλαμβάνουν την υποχρέωση να συνεργάζονται με την Επιτροπή κατά τη διεξαγωγή των ερευνών της. Η μη συνεργασία τους συνιστά παραβίαση του παρόντα Κώδικα». Επί του παραπόνου, η Επιτροπή αποφάσισε ότι στο πρώτο δημοσίευμα της εφημερίδας περιλήφθηκαν ανακριβείς πληροφορίες ως προς ύψος του ποσού που πλήρωσαν οι υπάλληλοι της ΣΥΤΑ μέλη του Ταμείου Ευημερίας για διακοπές αφού υποστήριξε ότι πλήρωσαν €350 για διαμονή και πλήρη διατροφή 7 ημερών ενώ στην πραγματικότητα πλήρωσαν €485 για διαμονή 7 ημερών με ημιδιατροφή. Το ποσό που αναφέρθηκε για σκοπούς σύγκρισης το οποίο πληρώνουν άλλοι είναι άσχετο και δεν μεταβάλλει το γεγονός πως υπήρξε ανακριβής πληροφόρηση. Η Επιτροπή διαπίστωσε επίσης την προφανή παράλειψη ελέγχου της ακρίβειας των πληροφοριών που δημοσιεύθηκαν και τη συμπερίληψη ελλιπούς ή παραπλανητικής πληροφόρησης ως προς τις προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες διευθυντικά στελέχη της ΑΤΗΚ συμμετέχουν στο σχέδιο διακοπών του Ταμείου Ευημερίας. Ο ισχυρισμός που προβάλλεται στο δεύτερο σχόλιο, ότι "ήθελε να κακίσει το γεγονός ότι διευθυντές με μηνιαίους μισθούς άνω των €5.000, χρησιμοποιούν τις προσφορές του Ταμείου" συνιστά επίσης ανακριβή πληροφόρηση, γιατί στο πρώτο σχόλιο σαφώς αναφέρεται στο σύνολο τον υπαλλήλων με τη φράση "σχεδόν δωρεάν απολαμβάνουν τις ομορφιές της Σκιάθου οι εργαζόμενοι της Cyta, ανάμεσά τους διευθυντές οι οποίοι λαμβάνουν ψηλούς μισθούς". Περαιτέρω, διαπίστωσε ότι υπήρξε παραπλάνηση ως προς το έργο και την αποστολή του Ταμείου Ευημερίας που σαφώς αποδοκιμάζεται γιατί εξασφαλίζει φθηνές διακοπές για τα μέλη του ενώ αποστολή του είναι ακριβώς αυτή. Ως προς την καταγγελία ότι χρησιμοποιήθηκαν χαρακτηρισμοί που είναι παραπλανητικοί, όπως χλιδάτες διακοπές και ευτελές ποσό, η Επιτροπή θεώρησε ότι πρόκειται για προσωπικές κρίσεις στις οποίες υπεισέρχεται η υποκειμενική θεώρηση των πραγμάτων, που ο καθένας έχει δικαίωμα να κάνει. Επομένως είναι φυσικό κάποιος να θεωρεί χλιδάτες τις διακοπές ενός συγκεκριμένου επιπέδου που άλλος δεν τις θεωρεί ως τέτοιες και το ποσό των €350 ευτελές, που για κάποιον άλλο είναι μεγάλο. Η Επιτροπή αποφάσισε να καλέσει την εφημερίδα να δημοσιεύσει την απόφαση αυτή ή περίληψή της που να περιλαμβάνει το ουσιώδες μέρος της.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
30/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
18/10/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
None
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
29/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
18/10/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (29/16/11/2016) από το Διευθυντή της Α’ Τεχνικής Σχολής Λεμεσού Λουκά Παπαντωνίου για δημοσιεύματα στην ιστοσελίδα TOTHEMAONLINE, τα οποία αναφέρονταν σε φερόμενα επεισόδια βίας στο σχολείο. Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι τα δημοσιεύματα «δυσφημούν το γόητρο και τη φήμη» του σχολείου και ότι οι πληροφορίες δημοσιεύθηκαν χωρίς να ερωτηθεί η διεύθυνση του σχολείου για να τους δώσει πληροφορίες. Ο διευθυντής του σχολείου ανέφερε στο παράπονό του ότι μετά από επεισόδιο κατά το οποίο εξωσχολικές νεαρές άσκησαν βία σε μαθήτρια της σχολής στις 10 Οκτωβρίου, 2016, η ιστοσελίδα έγραψε ότι «η Α΄ Τεχνική Σχολή Λεμεσού έγινε γνωστή ανά το Παγκύπριο μετά το πασίγνωστο περιστατικό βίας μεταξύ μαθητριών.» Ο παραπονούμενος υποστήριξε ότι το περιστατικό δεν έγινε στο χώρο της σχολής και ότι η μαθήτρια του σχολείου δεν ήταν αυτή που άσκησε βία αλλά υπήρξε το θύμα. Περαιτέρω ανέφερε ότι η ιστοσελίδα ανάρτησε στις 7 Νοεμβρίου, 2016 την πληροφορία ότι «Τα περιστατικά βίας δεν έχουν τελειωμό στην Α΄ Τεχνική Σχολή Λεμεσού. Άγριο Ξύλο και πάλι στην Α΄ Τεχνική Σχολή Λεμεσού! Πατέρας έδειρε καθηγητή θρησκευτικών και ο γιος του τον μισό καθηγητικό σύλλογο.» Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι ο μαθητής δεν προέβη σε καμιά πράξη βίας εναντίον καθηγητών, ούτε και βρέθηκε σε φραστική αντιπαράθεση με οποιονδήποτε καθηγητή. Επίσης ανέφερε ότι «ουδείς μαθητής της Σχολής μας προέβη σε πράξη βίας εναντίον οποιουδήποτε.» Ο Διευθυντής Ειδήσεων της ιστοσελίδας Φάνης Μακρίδης, σε γραπτή απάντησή του ανέφερε ότι το σχετικό ρεπορτάζ λήφθηκε από την εφημερίδα Πολίτης που το δημοσίευσε στις 7 Νοεμβρίου. Ανέφερε ότι για το λόγο αυτό φέρει και την ένδειξη: «Επιμέλεια: Τάσος Χριστοδούλου», που υποδηλώνει ότι δεν το υπογράφει ως δικό του αλλά απλώς ότι το επιμελήθηκε. Περαιτέρω ανέφερε ότι την επόμενη ημέρα, 8 Νοεμβρίου, 2016, η ιστοσελίδα επικοινώνησε με καθηγητή που εργάζεται στο υπό αναφορά σχολείο, ο οποίος, κατ’ ισχυρισμό αρνήθηκε να προβεί σε δηλώσεις, αλλά πληροφόρησε το δημοσιογράφο ότι το δημοσίευμα του «ΠΟΛΙΤΗ» δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα. Επίσης ανέφερε ότι στις 9 Νοεμβρίου, 2016, η ιστοσελίδα επικοινώνησε με τον κ. Λουκά Παπαντωνίου, διευθυντή της Τεχνικής Σχολής, ο οποίος σύμφωνα με την απάντηση του κ. Μακρίδη, «μόλις του αναφέραμε ότι ενδιαφερόμαστε να δημοσιεύσουμε την εκδοχή του, αρνήθηκε λέγοντας μεταξύ άλλων: «Μα, τωρά τζιαί να πάει;» Εξ άλλου, ανέφερε ότι στις 8 Νοεμβρίου ιστοσελίδα δημοσιοποίησε την εκδοχή του πατέρα του μαθητή, που δήλωσε ότι «δεν υπήρξε επεισόδιο ξυλοδαρμού», και πρόσθεσε πως ο πατέρας «με απλά λόγια ανέφερε αυτό που επιθυμούσε και ο ίδιος ο κ. Παπαντωνίου», δηλαδή ότι δεν κτυπήθηκαν καθηγητές είτε από τον πατέρα είτε από το γιό του. Ο παραπονούμενος, ενώπιον του οποίου τέθηκαν όσα αναφέρονται στην απάντηση απέφερε ότι πράγματι κάποιος του τηλεφώνησε τη μεθεπόμενη του δημοσιεύματος και ζήτησε τις θέσεις του. Είπε ότι αρνήθηκε να κάμει οποιαδήποτε δήλωση αφ’ ενός γιατί δεν γνώριζε ποιος του τηλεφωνούσε κα αφ’ ετέρου γιατί η ιστοσελίδα δημοσίευσε όσα δημοσίευσε χωρίς να ελέγξει την ακρίβειά τους ή να ζητήσει τις θέσεις της διεύθυνσης του σχολείου και η ζημιά για το σχολείο είχε ήδη γίνει. Εξ άλλου ανέφερε ότι ο καθηγητής, με τον οποίο η ιστοσελίδα ανέφερε ότι επικοινώνησε την επομένη του δημοσιεύματος, δεν ήταν αρμόδιος να ομιλεί εξ ονόματός της διεύθυνσης του σχολείου. Ο Διευθυντής Ειδήσεων της ιστοσελίδας Φάνης Μακρίδης προσήλθε επίσης σε συνεδρία υποεπιτροπής η οποία άκουσε και προφορικά τις θέσεις του, αφού προηγουμένως διενήργησε έρευνα για τα γεγονότα. Η υποεπιτροπή, με βάση τις πληροφορίες που συνέλεξε και τα όσια διαμείφθηκαν στη συνεδρία της, υπέβαλε εισήγηση στην ολομέλεια της Επιτροπής, η οποία, ύστερα από συζήτηση υιοθέτησε το περιεχόμενό της. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι ο ισχυρισμός ότι η «Α΄ Τεχνική Σχολή έγινε γνωστή ανά το Παγκύπριο» ήταν κατά βάση ορθή και ανταποκρινόταν στην κατάσταση πραγμάτων, δεδομένου ότι το επεισόδιο μεταξύ μαθητριών έτυχε ευρύτατης δημοσιότητας από το σύνολο σχεδόν των ΜΜΕ και κατά συνέπεια δεν υιοθέτησε την καταγγελία περί δυσφήμισης ή διασυρμού του σχολείου. Επίσης, με βάση τις πληροφορίες, η Επιτροπή αποφάσισε ότι στο σχολείο διαδραματίστηκε επεισόδιο ξυλοδαρμού μεταξύ μαθητριών, και ότι η ιστοσελίδα κατέβαλε προσπάθεια να πάρει τις απόψεις του σχολείου, αν και κακώς δεν το έπραξε πριν από τη δημοσίευση, παρά μόνο την επομένη αποτάθηκε σε καθηγητή που ήταν αναρμόδιος να μιλά για τη σχολή, ενώ οι πλέον αρμόδιοι ήταν ο διευθυντής του σχολείου ή το Υπουργείο Παιδείας. Με βάση τη μελέτη των κειμένων, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η είδηση της ιστοσελίδας αποτελούσε σχεδόν αντιγραφή από δημοσίευμα του Πολίτη, παρά το γεγονός ότι ο Διευθυντής Ειδήσεων της ιστοσελίδας υποστήριξε ότι έγινε επιμέλεια της είδησης και όχι αντιγραφή. Αυτό εμφαίνεται από τη σύγκριση των σχετικών κειμένων: THOTHEMAONLINE: Ο πατέρας του μαθητή, με το άκουσμα της απόφασης από τον σύλλογο καθηγητών, φανερά εκνευρισμένος άρχιζε να σπάζει ότι έβρισκε μπροστά του. Στην συνέχεια επιτέθηκε στον καθηγητή θρησκευτικών μέλος του πειθαρχικού χτυπώντας τον με τον γιό του να μπαίνει στον καβγά προς συμπαράσταση του πατέρα του αρχίζοντας και αυτός με την σειρά του να κτυπά μέλη του πειθαρχικού. Νέο περιστατικό βίας ταρακουνά το Υπουργείο Παιδείας - Πατέρας μαθητή έσπασε στο ξύλο καθηγητή στη Λεμεσό Η απίστευτη αυτή ιστορία δεν βγήκε προς τα έξω, ούτε έγινε καταγγελία στην αστυνομία καθώς η διεύθυνση του σχολείου δεν ήθελε να διασυρθεί η φήμη της Τεχνικής ακόμη περισσότερο. ΠΟΛΙΤΗΣ: Ο θερμόαιμος πατέρας έγινε έξω φρενών στο άκουσμα τηςα πόφασης για αποβολή του παιδιού του από το πειθαρχικό στη συνεδρία του οποίου είχε κληθεί και ο ίδιος. Εκνευρισμένος άρχισε να σπάζει ό,τι έβρισκε μπροστά του,ενώ στη συνέχεια επιτέθηκε και χτύπησε τον καθηγητή των θρησκευτικών. Στον καβγά έλαβε μέρος n ο γιος του επιτιθέμενος στα μέλη του πειθαρχικού. Παρά τη σοβαρότητα του επεισοδίου, οι παραπονούμενοι δεν κατήγγειλαν την υπόθεση στην Αστυνομία ισχυριζόμενοι πως δεν επιθυμούν να διασυρθεί το σχολείο στο οποίο υπηρετούν Η παράλειψη αναφοράς του γεγονότος αυτού συνιστούσε παραπλάνηση, κατά παράβαση της σχετικής πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Περαιτέρω, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η ιστοσελίδα παρέλειψε να εξακριβώσει τα γεγονότα που κατ’ ισχυρισμό διαδραματίστηκαν κατά την προσέλευση του πατέρα παραβατικού μαθητή ενώπιον του καθηγητικού συλλόγου του σχολείου, δημοσιεύοντας ανακριβώς τον ισχυρισμό «με το γιό του να μπαίνει στον καβγά προς συμπαράσταση του πατέρα του αρχίζοντας και αυτός με τη σειρά του να κτυπά μέλη του πειθαρχικού». Στον τίτλο της είδησης η ιστοσελίδα ισχυρίστηκε ότι ο μαθητής «έδειρε το μισό καθηγητικό σύλλογο.» Η Επιτροπή, με βάση τις πληροφορίες της διαπίστωσε ότι ο μαθητής απλώς κλώτσησε μια καρέκλα και συνακόλουθα αποφάσισε ότι οι ανωτέρω ισχυρισμοί συνιστούσαν παραβίαση της πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί της ακρίβειας των πληροφοριών. Στο σημείο αυτό η Επιτροπή θεωρεί χρέος της να επισημάνει προς τα ΜΜΕ και τους δημοσιογράφους ότι η αναδημοσίευση ή ο ερανισμός πληροφοριών από άλλα ΜΜΕ δεν καλύπτει τυχόν ανακρίβειες στις πληροφορίες που αναδημοσιεύουν και επίσης δεν συνιστά δικαιολογία για ενδεχόμενη δυσφήμηση οποιουδήποτε. Επομένως, τα ΜΜΕ και οι δημοσιογράφοι, εφ’ όσον προτίθενται να δημοσιεύσουν πληροφορίες που λαμβάνουν από άλλα ΜΜΕ, έχουν υποχρέωση από τη μια να αναφέρουν την πηγή και από την άλλη να διακριβώσουν την ακρίβεια των πληροφοριών. Εξ άλλου, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η χρήση της φράσης «Επιμέλεια Τάσου Χριστοδούλου» δεν δικαιολογεί την σχεδόν επί λέξει αντιγραφή της είδησης του Πολίτη. Επιμέλεια έχει τη σημασία είτε της επίδειξης προσοχής και φροντίδας στην εκτέλεση ενός έργου, είτε τον έλεγχο και διόρθωση κειμένου πριν από τη δημοσίευσή του και όχι την αναδημοσίευση πληροφοριών με το ίδιο λεκτικό. Πέραν του γεγονότος ότι η αντιγραφή ειδήσεων χωρίς αναφορά της πηγής, με βάση τη σχετική πρόνοια του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας και σχετικές αποφάσεις της Επιτροπής συνιστά παραβίαση της πρόνοιας περί πνευματικής ιδιοκτησίας, η Επιτροπή έκρινε ότι η χρήση της φράσης αυτής συνιστά και παραπλάνηση γιατί υποδηλώνει πως οι πληροφορίες είχαν συλλεγεί από την ιστοσελίδα και ότι έτυχαν επιμέλειας από τον αναφερόμενο δημοσιογράφο.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
26/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
18/10/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (26/22/7/2016) από τον Παγκύπριο Σύνδεσμο Νοσηλευτών και Μαιών για ανακριβή πληροφόρηση από τον τηλεοπτικό σταθμό ΣΙΓΜΑ σχετικά με τη μονάδα απεξάρτησης ΑΝΩΣΗ. Το παράπονο ανέφερε ότι στις 7 Ιουνίου, 2016 στην απογευματινή εκπομπή «Μεσημέρι» και στο κύριο δελτίο ειδήσεων του τηλεοπτικού σταθμού την ίδια ημέρα αφέθηκε εμμέσως να εννοηθεί ότι στο χώρο της μονάδας γίνεται χρήση μη νόμιμων εξαρτησιογόνων ουσιών. Ειδκότερα, όπως προκύπτει από την εξέταση μαγνητοσκόπησης της είδησης στο κύριο δελτίου του ΣΙΓΜΑ, ο παρουσιαστής Χρύσανθος Τσουρούλης ανέφερε πως το ρεπορτάζ θα παρουσίαζε αποκαλυπτικές φωτογραφίες που έδειχναν χρησιμοποιημένες σύριγγες και ψυχοφάρμακα που αφέθηκαν παρατημένα στις σκάλες της μονάδας απεξάρτησης του δημοσίου, ενώ στην οθόνη προβάλλονταν σύριγγα και κουταλάκι που χρησιμοποιούν οι χρήστες για μετατροπή του οπίου σε ηρωίνη. Στο ρεπορτάζ της Μικαέλας Κουλέ αναφέρθηκε πώς «πράγματα και θαύματα φαίνονται να γίνονται σε μονάδα νοσηλείας στην οποία δίνουν αγώνα για να απεξαρτικοποιηθούν από παράνομες ουσίες». Στη συνέχεια άτομο με αλλοιωμένη φωνή ανέφερε πως «έχουμε βρει πετάμενες χρησιμοποιημένες σύριγγες…κουτιά από χάπια…ψυχοφάρμακα και ναρκωτικά, χάπια πεταμένα, μικρά τενεκεδάκια τα οποία ήταν καμένα που καταλαβαίνω ότι ήταν οι χρήστες…που τα χρησιμοποιούσαν…για να πάρουν τη δόση τους». Η αφήγηση συνοδευόταν από φωτογραφίες των αναφερθέντων αντικειμένων και σκηνές στις οποίες μια ανθρώπινη σιλουέτα εκινείτο σε απροσδιόριστο χώρο υποβάλλοντας έκνομη δράση. Εκπρόσωπος του Υπουργείου Υγείας που ήταν φιλοξενούμενος ανέφερε πως αυτοί που εισέρχονται στη μονάδα δεν μεταφέρουν μαζί τους ναρκωτικά και ότι γίνεται έλεγχος στη βαλίτσα τους ενώ κατά την παραμονή τους γίνεται τεστ ούρων και «επομένως δεν υπάρχει περίπτωση να κάνει (κανείς) χρήση και να μη το ξέρουμε εμείς.» Εκπρόσωπος του Αντιναρκωτικού Συμβουλίου ανέφερε πως «τα κακώς έχοντα πρέπει να βγαίνουν στην επιφάνεια» και είπε ότι το Συμβούλιο θα εξέταζε ποιες πτυχές των όσων αναφέρθηκαν στο ρεπορτάζ το αφορούσαν. Ο παραπονούμενος Παγκύπριος Σύνδεσμος Νοσηλευτών και Μαιών ανέφερε στο παράπονό του πως «φαίνεται ότι η εν λόγω τηλεοπτική εκπομπή παρουσίασε ατεκμηρίωτες πληροφορίες χωρίς πρώτα να τις διασταυρώσει και βασίζοντας τες μόνο σε στείρες εικασίες». Επίσης ανέφερε πως με βάση τις γενικές διατάξεις του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, οι λειτουργοί των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας οφείλουν να μη δημοσιεύουν «ανακριβείς, παραπλανητικές, φανταστικές ή διαστρεβλωτικές της αλήθειας ειδήσεις, πληροφορίες ή σχόλια» και να «καθιστούν σαφή τη διάκριση μεταξύ γεγονότος και ερμηνείας, σχολίου ή εικασίας». Σύμφωνα με το παράπονο, "σε καμιά περίπτωση δεν φαίνεται να παρουσιάστηκαν οι πληροφορίες στην εν λόγω τηλεοπτική εκπομπή με τον ορθό τρόπο". Ο Σύνδεσμος εξήγησε πως η ΑΝΩΣΗ στεγάζεται, σε ξεχωριστό τμήμα, στον πρώτο όροφο του παλαιού νοσοκομείου Λεμεσού, ενώ στον ίδιο όροφο στεγάζονται και άλλα τμήματα. Περαιτέρω ανέφερε πως φωτογραφίες που παρουσιάστηκαν στην εν λόγω εκπομπή είχαν παρθεί από το δεύτερο όροφο του ενλόγω κτιρίου, ο οποίος είναι άδειος και δεν βρίσκεται κάτω από την αρμοδιότητα των Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας και σε καμία περίπτωση δεν βρίσκεται κάτω από την διοίκηση ή την εποπτεία της ΑΝΩΣΗΣ. Εξ άλλου, ανέφερε πως ο χώρος του πρώτου ορόφου όπου λειτουργεί η μονάδα απεξάρτησης είναι κλειδωμένος και υπάρχουν κάμερες ασφαλείας σε όλες τις εξόδους και οι θεραπευόμενοι δεν μπορούν να βγουν από το χώρο της μονάδας χωρίς να γίνουν αντιληπτοί, ενώ κατά την εισαγωγή τους στην μονάδα γίνεται έλεγχος των προσωπικών του αντικειμένων και σωματικός έλεγχος. Ο Σύνδεσμος υπέδειξε ότι με βάση τα πιο πάνω «ουδεμία ευθύνη θα μπορούσε να φέρει το νοσηλευτικό προσωπικό της ΑΝΩΣΗΣ για το τι γίνεται σε άλλα τμήματα του κτιρίου». Περαιτέρω ανέφερε ότι ενέργειες όπως το επίμαχο ρεπορτάζ «πλήττουν αδίκως το επαγγελματικό κύρος και την αξιοπρέπεια των νοσηλευτών αλλά και της νοσηλευτικής ως επαγγέλματος» και ότι «τέτοιες ενέργειες μειώνουν λανθασμένα και αχρείαστα την εμπιστοσύνη του κοινού προς τις κρατικές υπηρεσίες υγείας και δημιουργούν τρόμο, πανικό και ανασφάλεια σε μερίδα συνανθρώπων μας που χρήζουν νοσηλείας στην μονάδα όσο και προς τις οικογένειες τους ή σε άλλους που θα ήθελαν να χρησιμοποιήσουν αυτές τις υπηρεσίες». Η Επιτροπή αποτάθηκε για τις απόψεις του ΣΙΓΜΑ επί του θέματος στο Γενικό Διευθυντή Χρύσανθο Τσουρούλη, ο οποίος ανέθεσε το έργο της απάντησης στο παράπονο στη Γογώ Αλεξανδρινού, παρουσιάστρια της εκπομπής «Μεσημέρι και κάτι». Η κ. Αλεξανδρινού ανέφερε ότι ο ΣΙΓΜΑ δεν διατηρεί αρχείο εκπομπών και ρεπορτάζ με συνέπεια να μην ήταν σε θέση να γνωρίζει το ακριβές περιεχόμενό της επίμαχης εκπομπής και πρόσθεσε πως «αντιλαμβάνεστε ότι χωρίς αυτά δεν είμαστε σε θέση να επιχειρηματολογήσουμε και να τεκμηριώσουμε την όποια θέση μας». Πάντως ανέφερε πως εκ μνήμης μπορούσε να πει πως «ότι το ρεπορτάζ αποτελούσε μαρτυρία συγγενικού προσώπου ατόμου, που βρισκόταν στη Μονάδα Άνωση, το οποίο είχε προμηθεύσει το ΣΙΓΜΑ με φωτογραφικό υλικό με χρησιμοποιημένες σύριγγες στο κτίριο που στεγάζεται και η Μονάδα». Πρόσθεσε πως «σε καμία περίπτωση δεν ήταν πρόθεσή μας να μειώσουμε το έργο των νοσηλευτών της Μονάδας» και περαιτέρω ανέφερε «ότι ακόμη και αν έχει γίνει αναφορά δεν είμαστε σε θέση να την καταγράψουμε με σαφήνεια και να δώσουμε σχετικές εξηγήσεις». Κατέληξε αναφέροντας ότι «αν προκαλέσαμε οποιαδήποτε αναστάτωση, αυτό σίγουρα δεν ήταν πρόθεσή μας, και απολογούμαστε γι’ αυτό. Στόχος μας ήταν να καταγραφούν τα όποια κακώς κείμενα ώστε να διορθωθούν άμεσα». Με βάση και δική της παράκληση, η Γραμματεία έθεσε στη διάθεσή της το υλικό που είχε εξασφαλίσει μετά το παράπονο (οπτικογράφηση του ρεπορτάζ) και καταγραφή των αναφερθέντων στην είδηση, αλλά και πάλι δεν υπήρξε ανταπόκριση εκ μέρους της. Κατά την εξέταση του παραπόνου η Επιτροπή θεώρησε ως ύψιστη ανευθυνότητα τις εξηγήσεις που έδωσε η κ. Αλεξανδρινού για την αδυναμία της να προβεί σε συγκεκριμένα σχόλια επί του παραπόνου. Η Επιτροπή αποδοκίμασε έντονα τις δικαιολογίες της Γογώς Αλεξανδρινού για τη μη παράθεση ουσιαστικών απαντήσεων με το δικαιολογητικό ότι δεν είχε το περιεχόμενο της είδησης. Ο ισχυρισμός ότι το ΣΙΓΜΑ δεν διατηρεί αρχείο ειδήσεων είναι αβάσιμος και στην πραγματικότητα συνιστά παράβαση του νόμου περί ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών σταθμών, που επιβάλλει να φυλάσσονται οι εκπομπές για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Μετά την αποστολή του σχετικού υλικού από την Επιτροπή, η δικαιολογία ότι δεν μπορούσε να γνωρίζει το περιεχόμενο της είδησης θεωρήθηκε αβάσιμη και ως άρνηση συνεργασίας με την Επιτροπή, κατά παράβαση της πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας που προβλέπει ότι «τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και οι Λειτουργοί των αναλαμβάνουν την υποχρέωση να συνεργάζονται με την Επιτροπή κατά τη διεξαγωγή των ερευνών της. Η μη συνεργασία τους συνιστά παραβίαση του παρόντα Κώδικα». Επί της ουσίας του παραπόνου, η Επιτροπή αποφάσισε ότι από την εξήγηση που δόθηκε ότι το ρεπορτάζ στηρίχθηκε σε φωτογραφικό υλικό και δηλώσεις συγγενούς θεραπευομένου στην ΑΝΩΣΗ, προκύπτει πως δεν έγινε καμιά προσπάθεια επιβεβαίωσης των πληροφοριών. Ως αποτέλεσμα, ενώ οι φωτογραφίες είχαν ληφθεί στο δεύτερο όροφο του κτιρίου στο οποίου λειτουργεί η μονάδα τελείως απομονωμένη, με το ρεπορτάζ δόθηκε ευθέως η εντύπωση ότι τα αντικείμενα που φωτογραφήθηκαν βρίσκονταν σε χώρο εντός της μονάδας, που βρισκόταν υπό τον έλεγχο και φύλαξή της. Συνεπώς, η Επιτροπή έκρινε πως οι πληροφορίες που μεταδόθηκαν στο ρεπορτάζ συνιστούσαν κατάφωρη παραβίαση της πρόνοιας περί της ακρίβειας των πληροφοριών, γιατί ο σταθμός στηρίχθηκε αποκλειστικά και μόνο σε ισχυρισμούς και δηλώσεις συγγενικών προσώπων εξαρτωμένων, χωρίς καμιά προσπάθεια διαπίστωσης της ακρίβειας των πληροφοριών. Η σχετική πρόνοια αναφέρει ότι «τα Μ.Μ.Ε. μεριμνούν ώστε να μη δημοσιεύονται ανακριβείς, παραπλανητικές, φανταστικές ή διαστρεβλωτικές της αλήθειας ειδήσεις, πληροφορίες ή σχόλια. Σε περίπτωση που έχει συμβεί κάτι τέτοιο χωρούν σε άμεση διόρθωση ή και απολογία». Όπως προαναφέρθηκε, από την απάντηση της κ. Αλεξανδρινού δεν προκύπτει ότι έγινε καμιά προσπάθεια προς την κατεύθυνση των επιταγών του Κώδικα. Επί πλέον, η Επιτροπή έκρινε ότι το ρεπορτάζ αντανακλούσε στην εργασία των νοσηλευτών-μελών του Συνδέσμου Νοσηλευτών και Μαιών που εργάζονται στην ΑΝΩΣΗ, δίδοντας την εντύπωση πως παραμελούν στοιχειώδη καθήκοντα και ευθύνες και ότι αδιαφορούσαν για τη χρήση ναρκωτικών ουσιών σε ένα ίδρυμα απεξάρτησης. Ως εκ τούτου το ρεπορτάζ θεωρήθηκε ότι συνιστούσε διασυρμό των νοσηλευτών του ιδρύματος κατά παράβαση της πρόνοιας του άρθρου 12 που ορίζει ότι «ο χλευασμός, η διαπόμπευση και ο διασυρμός ατόμων ή ομάδων είναι ανεπίτρεπτος». Περαιτέρω η Επιτροπή διαπίστωσε πως η παρουσίαση αντικειμένων που οδηγούν στον τρόπο χρήση ναρκωτικών ουσιών αντιβαίνει προς τις ερμηνευτικές διατάξεις για την παρουσίαση υποθέσεων χρήσης ναρκωτικών που μεταξύ άλλων ορίζουν πως "δεν περιγράφεται και δεν παρουσιάζεται κανένας τρόπος λήψης ουσιών εξάρτησης ή όργανα παρασκευής ή χρήσης ναρκωτικών ουσιών". Η Επιτροπή αποφάσισε να καλέσει το ΣΙΓΜΑ να μεταδώσει την απόφαση ή ευρεία περίληψή της και να απολογηθεί στους επηρεαζόμενους νοσηλευτές.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
23/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
13/09/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (23/7/6/2016) από τον Αν. Διευθυντή/Αρχισυντάκτη του Κυπριακού Πρακτορείου Ειδήσεων Γιώργο Πενηνταέξ για δημοσίευση από την εφημερίδα «Φιλελεύθερος» αποκλειστικής είδησης του Πρακτορείου χωρίς αναφορά στην πηγή. Ειδικότερα παραπονέθηκε η εφημερίδα δημοσίευσε στις 5/52016 αποκλειστική κάλυψη από δημοσιογράφο και κινηματογραφιστή του ΚΥΠΕ της πορείας των εργασιών αναστήλωσης του μοναστηριού του Αποστόλου Ανδρέα, χωρίς αναφορά στην πηγή, κατά παράβαση των σχετικών προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Η είδηση μεταδόθηκε από το ΚΥΠΕ στις 4/5/2016 και περιλάμβανε αποκλειστικές δηλώσεις στην απεσταλμένη του πρακτορείου Αιμιλία Χριστοφή. Ο παραπονούμενος επισύναψε φωτοαντίγραφα τόσο των ειδήσεων του ΚΥΠΕ όσο και των προαναφερθέντων δημοσιευμάτων από τα οποία προκύπτει η ακρίβεια των καταγγελιών του. Η εφημερίδα απάντησε στο παράπονο αναφέροντας ότι είναι εκ συμβολαίου συνδρομήτρια στις υπηρεσίες του ΚΥΠΕ και πρόσθεσε ότι η μη αναφορά της πηγής της είδησης οφείλεται σε παραδρομή και ότι δεν αποτελεί πολιτική της εφημερίδας η δημοσίευση ειδήσεων χωρίς αναφορά στην πηγή. Ανέφερε ακόμη πως «ο σεβασμός και η αναγνώριση της εργασίας των άλλων με την αναφορά της πηγής είναι ο κανόνας». Ωστόσο ανέφερε πως «δεν νομίζουμε ότι η μεμονωμένη και εκ παραδρομής μη αναφορά στην πηγή συνιστά παράβαση του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας». Πρόσθεσε πως «σε πολλές περιπτώσεις εντοπίστηκαν, μεταξύ άλλων και δημοσιεύματα του ΚΥΠΕ, τα οποία αντλήθηκαν από δημοσιεύματα της εφημερίδας ο Φιλελεύθερος, χωρίς αναφορά στην πηγή». Η Επιτροπή θεώρησε θετική, και εξέφρασε την ευαρέσκειά της γι’ αυτή, τη βεβαίωση ότι η παράλειψη αναφοράς της πηγής οφείλεται σε παραδρομή και ότι «δεν αποτελεί πολιτική της εφημερίδας η δημοσίευση ειδήσεων χωρίς αναφορά στην πηγή». Ωστόσο η Επιτροπή δεν συμμερίζεται την άποψη ότι η παράλειψη δεν συνιστά παραβίαση του Κώδικα επειδή οφείλεται σε παραδρομή, δεδομένου ότι αποτελεί ευθύνη ενός συντάκτη και της εφημερίδας να βεβαιώνονται πως δεν υπάρχουν βασικές παραλείψεις, όπως είναι η προέλευση μιας είδησης, δεδομένου του γεγονότος ότι δεν προερχόταν από το συντάκτη που την έγραψε ή επιμελήθηκε. Αποτελεί βασική αρχή ότι είτε η παράλειψη είτε η άγνοια δεν συνιστούν λόγο απαλλαγής από την ευθύνη παραβίασης ενός κανόνα, έστω και αν ενίοτε η παραβίαση κάτω από αυτές τις συνθήκες δυνατό να μην έχει το ίδιο βάρος με την εκ προθέσεως παραβίαση. Η Επιτροπή θεωρεί επίσης ότι το γεγονός πως υπήρξαν περιπτώσεις στις οποίες δημοσιεύματα του ΚΥΠΕ αντλήθηκαν από δημοσιεύματα της εφημερίδας «Φιλελεύθερος» χωρίς αναφορά της πηγής δεν μεταβάλλει το γεγονός της εκ παράλειψης ευθύνης. Η παράνομη ή αντιδεοντολογική συμπεριφορά κάποιου δεν αποτελεί λόγο απαλλαγής άλλου από την ευθύνη, γιατί τότε θα ίσχυε το αντιδικαιϊκό «οφθαλμόν αντί οφθαλμού». Εξ άλλου, εάν υπήρξαν οι κατ’ ισχυρισμό περιπτώσεις παραβίασης της δεοντολογίας από το ΚΥΠΕ η ορθή πρακτική θα ήταν η καταγγελία τους. Η Επιτροπή περαιτέρω εξέτασε το παράπονο υπό το πρίσμα του άρθρου 7 του Κώδικα περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας, το οποίο ορίζει ότι: «Τα Μ.Μ.Ε. και οι λειτουργοί σέβονται και εφαρμόζουν το εκάστοτε ισχύον Δίκαιο και συμβάσεις που αφορούν στην προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας. Εκεί που επιτρέπεται, η αναδημοσίευση από άλλη πηγή γίνεται με σεβασμό προς το συγγραφέα/δημιουργό ή τον ιδιοκτήτη. Τα Μ.Μ.Ε. και οι λειτουργοί των υποχρεούνται να αναφέρουν την προέλευση». Στην απουσία Ευρωπαϊκής οδηγίας το ισχύον δίκαιο είναι το Κυπριακό, που όπως και πολλές άλλες εθνικές νομοθεσίες στηρίζεται στη Διεθνή Σύμβαση περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας του 1968. Το άρθρο 2 της Σύμβασης καθορίζει ότι μεταξύ άλλων προστατεύονται «φιλολογικά, καλλιτεχνικά και επιστημονικά έργα». Στον ορισμό αυτό εμπίπτουν και τα δημοσιογραφικά κείμενα σε έντυπα και ηλεκτρονικά ΜΜΕ, τα οποία παρουσιάζουν γεγονότα ή ιδέες. Η αναπαραγωγή αυτών των πνευματικών δημιουργημάτων, ανεξάρτητα από την ποιότητα, το επίπεδό και την αξία ή σημασία τους, δεν επιτρέπεται χωρίς την άδεια του κατόχου των πνευματικών δικαιωμάτων, ενώ στις περιπτώσεις που όπως αναλύεται κατωτέρω επιτρέπεται, η αναπαραγωγή γίνεται με αναφορά στην πηγή. Σε περιπτώσεις «πνευματικών δημιουργημάτων» όπως ορίζονται πιο πάνω, επιτρέπεται η καλή τη πίστη αναδημοσίευση, πχ η δημοσίευση αποσπασμάτων από άρθρα ιδεών για σκοπούς κριτικής, προβολής των ιδεών που περιλαμβάνονται στο κείμενο, έκφρασης αντίθετων ιδεών ή απόψεων, ως μέρος είδησης, ως επιχείρημα προς υποστήριξη συγκεκριμένων θέσεων, ως παρωδία, κλπ. Τα κριτήρια της καλής πίστης στις περιπτώσεις αυτές καθορίζονται από το σκοπό της χρήσης, κατά πόσο η αναδημοσίευση περιορίζεται στο απολύτως απαραίτητο για τους σκοπούς της χρήσης, από το κατά πόσο με την αναδημοσίευση έχει μεταβληθεί ουσιωδώς το αρχικό άρθρο, κατά πόσο η αναδημοσίευση αποβλέπει στην εξυπηρέτηση του ιδίου σκοπού με το πρωτότυπο, κατά πόσο με την αναδημοσίευση επιδιώκεται εμπορικό κέρδος και κατά πόσο με την αναδημοσίευση μειώνεται η εμπορική αξία της προστατευόμενης πνευματικής ιδιοκτησίας. Η καλή τη πίστη αναδημοσίευση επιτρέπεται από τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας («εκεί που επιτρέπεται, η αναδημοσίευση γίνεται...»), αλλά υπό τους όρους που θέτει ο Κώδικας, δηλαδή με σεβασμό προς το συγγραφέα/δημιουργό, γεγονός που σημαίνει την αναγνώριση της πατρότητας του έργου με αναφορά στην προέλευση. Η προστασία αφορά σε «πρωτότυπα συγγραφικά έργα» και με την έννοια αυτή τα γεγονότα στα οποία αναφέρεται μια είδηση δεν θεωρούνται πρωτότυπα. Τα γεγονότα είναι το δημιούργημα κάποιου ατόμου ή αιτίας και επομένως ένας δημοσιογράφος ή ένα ΜΜΕ δεν μπορεί να τα κατοχυρώσει κάτω από το δικαίωμα της πνευματικής ιδιοκτησίας. Κατά τον ίδιο τρόπο δεν μπορούν να κατοχυρωθούν ευρήματα που αποκαλύπτονται μέσα από δημοσιογραφική έρευνα εφ’ όσον αυτά δεν είναι το δημιούργημα του ερευνητή, (όμως ο τρόπος παρουσίασής τους, π.χ. ένα γραφικό που αποτυπώνει το αποτέλεσμα της έρευνας μπορεί να είναι πρωτότυπο δημιούργημα) ούτε και οι ιδέες, π.χ. απόψεις επί ενός συγκεκριμένου θέματος ή ο τρόπος για την κατασκευή ή δημιουργία ενός αντικειμένου, π.χ. την παρασκευή ενός συγκεκριμένου πιάτου φαγητού. Όμως ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονται ιδέες, ή γεγονότα ή προϋπάρχοντα δεδομένα σε ένα δημοσιογραφικό κείμενο, δηλαδή η επιλογή και η σειρά τοποθέτησης των λέξεων σε ένα κείμενο και εν τέλει το ύφος (στυλ), αποτελεί πνευματική δημιουργία και προστατεύεται από το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας. Με βάση τα πιο πάνω, ένα ΜΜΕ μπορεί να δημοσιεύσει ή να μεταδώσει γεγονότα που δημοσίευσε ή μετέδωσε προηγουμένως ένα άλλο ΜΜΕ, είτε ύστερα από δική του επιβεβαίωση των γεγονότων είτε και χωρίς επιβεβαίωση. Πρόκειται για επιτρεπόμενη αναδημοσίευση, η οποία, όμως, δεν μπορεί να γίνει με τη χρήση του ιδίου λεξιλογίου, της ίδιας φρασεολογίας και του ιδίου ύφους. Νοείται ότι το προϊόν μιας δημοσιογραφικής έρευνας επί γεγονότων που δημοσιεύτηκαν δεν θεωρείται αναδημοσίευση αν η είδηση που προέκυψε από μια τέτοια έρευνα υπερακοντίζει ουσιωδώς την αρχική ή είναι μια εντελώς διαφορετική είδηση. Όπως προκύπτει από τα ανωτέρω, και με την επιφύλαξη για τους όρους του συμβολαίου μεταξύ παρόχου και συνδρομητή, τα ΜΜΕ έχουν υποχρέωση να σέβονται το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας των πρακτορείων ειδήσεων από τα οποία λαμβάνουν την πληροφόρησή τους, ιδιαίτερα οσάκις διατηρούν τη φρασεολογία και το ύφος της αρχικής είδησης και στις περιπτώσεις που τα ίδια τα πρακτορεία δημοσιεύουν ειδοποίηση ότι διατηρούν τα πνευματικά δικαιώματα επί των ειδήσεών τους. Στην προκειμένη περίπτωση δεν πρόκειται για καλή τη πίστη δημοσίευση ως αναλύεται ανωτέρω, ή για σύνταξη νέας είδησης επί των ιδίων γεγονότων. Από τη σύγκριση της είδησης του ΚΥΠΕ και της είδηση του «Φιλελεύθερου» έκδηλα προκύπτει πως πρόκειται για είδηση, η οποία έγινε με απλή αντιγραφή της πρωτότυπης και τη χρήση του ιδίου λεξιλογίου και ύφους. Κατά συνέπεια, και λαμβάνοντας υπόψη της πιο πάνω αρχές, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η δημοσίευση του κειμένου για την πορεία των εργασιών αναστήλωσης της Μονής Αποστόλου Ανδρέα εφημερίδα «Φιλελεύθερος» χωρίς αναφορά στην πηγή συνιστά παραβίαση των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.. Η Επιτροπή θεωρεί χρήσιμο να υποδείξει ότι ανεξάρτητα από το σεβασμό των κατοχυρωμένων δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας ως ανωτέρω, λόγοι στοιχειώδους αβροφροσύνης μεταξύ των δημοσιογράφων και των ΜΜΕ σε ένα μικρό χώρο όπως η Κύπρος συνηγορούν υπέρ του σεβασμού και της αναγνώρισης της εργασίας των άλλων με την αναφορά της πηγής σε κάθε περίπτωση. Επίσης θεωρεί ότι οι δημοσιογράφοι και τα ΜΜΕ θα πρέπει να αναφέρουν, στις περιπτώσεις και στο βαθμό που αυτό είναι δυνατό, με όσο πιο συγκεκριμένο τρόπο γίνεται την πηγή προέλευσης της πληροφόρησής τους, γεγονός που βοηθά το κοινό να εκτιμήσει την αξιοπιστία των πληροφοριών. Από την άλλη, η αναφορά της πηγής προέλευσης αποτελεί σε κάποιο βαθμό ασπίδα προστασίας, έχοντας όμως πάντα υπόψη ότι η επίκληση της αναδημοσίευσης δεν αποτελεί υπεράσπιση για οποιαδήποτε παραβίαση είτε δεοντολογικών είτε νομικών κανόνων.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
24/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
13/09/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (24/18/7/2016) από το Σταύρο Χατζησάββα, σε σχέση με δημοσιεύματα στην ιστοσελίδα NEWSBOMB.CY, τα οποία αναφέρονταν σε σχόλια επί θεμάτων που αφορούσαν στο ποδόσφαιρο. Ειδικότερα, ο κ. Χατζησάββας, ο οποίος υπήρξε υποψήφιος βουλευτής της ΕΔΕΚ στις βουλευτικές εκλογές του Μαΐου, 2016, παραπονέθηκε ότι η ιστοσελίδα δημοσίευσε διάφορα κείμενα στις 28 Απριλίου, 2016 σε σχέση με σχόλια που ανάρτησε ο ίδιος στο Twitter και σε φερόμενη αντίδραση ης ΕΔΕΚ για τη συμπεριφορά του ιδίου. Οι αναρτήσεις του παραπονούμενου σχολίαζαν ανάρτηση στο Twitter του επίσης υποψήφιου βουλευτή Μάριου Χαννίδη που αναφερόταν στους οπαδούς του ΑΠΟΕΛ, με αφορμή επικείμενο ποδοσφαιρικό αγώνα μεταξύ ΑΠΟΕΛ και Ομόνοιας. Ο παραπονούμενος υπέβαλε το παράπονο του στις 18 Ιουλίου, 2016, χωρίς να αναφέρει συγκεκριμένη παραβίαση του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, αλλά έκαμε αναφορά σε κακόγουστη φαρσοκωμωδία που στήθηκε σε βάρος του «από κάποιον κακοπροαίρετο «κίτρινο τύπο» που έχει τη ψευδαίσθηση ότι είναι δημοσιογράφος». Όπως προκύπτει από το όλο κείμενο που απέστειλε στην Επιτροπή, το παράπονό του είναι ότι η ιστοσελίδα πήρε κείμενα που ανάρτησε στο Twitter υπό μορφή χιούμορ και τα μετέτρεψε σε ειδήσεις, με υπόβαθρο τις επικείμενες βουλευτικές εκλογές. Συγκεκριμένα ανέφερε στο παράπονό του: «Από τα λίγα πράγματα που φρόντισαν ορισμένοι να μας αφήσουν σε αυτό τον τόπο είναι το χιούμορ. Ας μην επιτρέψουμε σε ορισμένους κακοπροαίρετους να μας το κλέψουν. Είμαι από τους ανθρώπους που πιστεύουν ότι μας ενώνουν πολύ περισσότερα από όσα φρόντισαν ορισμένοι να μας πείσουν όλα αυτά τα χρόνια πως μας χωρίζουν, έστω και εάν μας έκλεψαν αρκετά από τα χρόνια μας ''δικοί μας και ξένοι''. Τελικά είναι ωραίο πράγμα αυτού του είδους η ‘δημοσιογραφία’ – ανθρωποφαγία;» Τα περιγραφόμενα στο παράπονο δημοσιεύματα, όπως εμφαίνεται από τις τα ενώπιον της Επιτροπής στοιχεία, αναρτήθηκαν στις 28/4/2016, δηλαδή 81 ημέρες προηγουμένως. Ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, κανονισμός λειτουργίας 12, ορίζει ότι: «Παράπονα για παραβίαση προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας υποβάλλονται εγγράφως στην Επιτροπή εντός τριάκοντα (30) ημερών από το χρόνο κατά τον οποίο περιήλθε ή ευλόγως θα έπρεπε να περιέλθει σε γνώση του παραπονούμενου ή άλλου ενδιαφερόμενου το επίμαχο δημοσίευμα ή μετάδοση». Η Επιτροπή διαπίστωσε πως τα επίμαχα κείμενα είχαν περιέλθει σε γνώση του παραπονούμενου από την πρώτη στιγμή, αφού μετείχε ενεργά στη συζήτηση και στην εξέλιξή της και επομένως δεν υπάρχει η δικαιολογία πως δεν τα γνώριζε. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή απέρριψε το παράπονο ως εκπρόθεσμο. Παρά ταύτα, και επί της ουσίας, η Επιτροπή θεωρεί χρήσιμο να σημειώσει πως τα δημοσιεύματα στην ιστοσελίδα προήλθαν από αναρτήσεις δύο υποψήφιων βουλευτών, δηλαδή δύο δημοσίων προσώπων που βρίσκονταν στην επικαιρότητα διεκδικώντας μια έδρα στη Βουλή, μεσούσης της προεκλογικής εκστρατείας. Τα δημοσιεύματα αυτά, είτε υπό μορφή χιούμορ είτε άλλως πως, είχαν προκαλέσει την αντίδραση των ηγετών δύο κομμάτων, του ΑΚΕΛ και της ΕΔΕΚ, οι οποίοι προέβησαν σε δημόσιες δηλώσεις. Οποιοσδήποτε δημοσιογράφος ή Μέσο Μαζικής Επικοινωνίας θα είχε το δικαίωμα να κάμει χρήση δηλώσεων υποψηφίων βουλευτών που έγιναν ή αναρτήθηκαν δημοσίως και να τις δημοσιεύσει ή να τις σχολιάσει. Πέραν τούτου, τα δημοσιεύματα της ιστοσελίδας δεν περιείχαν επιλήψιμες αναφορές ή χαρακτηρισμούς για κανένα εκ των αναφερομένων προσώπων και απλώς επαναλάμβαναν αυτά που δημοσίευσαν ή δήλωσαν «δημόσια πρόσωπα», δηλαδή άτομα που βρίσκονταν στο επίκεντρο της δημοσιότητας και επικαιρότητας ως υποψήφιοι βουλευτές. Υπό το φως των ανωτέρων, η Επιτροπή θεωρεί ότι οποιαδήποτε προσπάθεια παρεμπόδισης δημοσιευμάτων που αφορούν σε άτομα που τα ίδια επέλεξαν να προβληθούν δημοσίως θα συνιστούσε αδικαιολόγητη παρέμβαση στο δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
25/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
13/09/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (25/18/7/2016) από τη Μαρίνα Χριστοφόρου ότι το SIGMALIVE έδωσε ανακριβή πληροφόρηση σχετικά με το επάγγελμα του συζύγου της που βρύκε το θάνατο σε αυτοκινητικό δυστύχημα. Ειδικότερα, ανέφερε πως η ιστοσελίδα στις 9/7/2016 ανάρτησε στο YOUTUBE video με είδηση που αναφερόταν σε θανατηφόρο αυτοκινητικό δυστύχημα στο δρόμο Λάρνακας-Αμμοχώστου παρά το Δασάκι Αχνας, στο οποίο σκοτώθηκε ο σύζυγός της, στην οποία περιεχόταν ο ισχυρισμός ότι κατά την ώρα του δυστυχήματος ο σύζυγός της κατευθυνόταν στην Αυγόρου, όπου ήταν συνέταιρος σε μπυραρία. Η παραπονούμενη βεβαίωσε πώς ο ισχυρισμός ότι ό σύζυγός της ήταν συνέταιρος σε μπυραρία δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και ότι εργαζόταν μόνο ως φωτογράφος, διατηρώντας το φωτογραφείο ΦΩΤΟ-ΛΥΣΗ Στο πλαίσιο της πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας που αναφέρει ότι «προτού εξετάσει το παράπονο, η Επιτροπή προσπαθεί να επιτύχει διευθέτηση με διαβούλευση με τα δύο μέρη ή με απ’ ευθείας διαβούλευση ή συνεννόηση των μερών…» η Γραμματεία ενημέρωσε στις 18/7/2016 τη διεύθυνση του SIGMALIVE για το παράπονο. Η υπεύθυνη της ιστοσελίδας ανέφερε ότι είχε αναρτήσει αυτούσια είδηση του τηλεοπτικού σταθμού ΣΙΓΜΑ στο YOUTUBE για το δυστύχημα και ότι η ιστοσελίδα στη δικής της ειδησεογραφία δημοσίευσε σύντομη είδηση που πήρε από το ΚΥΠΕ για το δυστύχημα, που δεν ανέφερε πολλές λεπτομέρειες. Επίσης ανέφερε ότι το video αφαιρέθηκε αμέσως και απολογήθηκε προς την παραπονούμενη για την αναστάτωση που της προκάλεσε Ειδικότερα, της απέστειλε επιστολή στην οποία ανέφερε πως παρ’ όλο που το σχετικό ρεπορτάζ στο βίντεο έγινε από την τηλεόραση, θα ήθελε προσωπικά να ζητήσει συγνώμη για την όποια ταλαιπωρία και αναστάτωση που της προκάλεσε η είδηση. Επίσης ανέφερε πως «σε καμία περίπτωση δεν θέλαμε να προκληθεί οποιαδήποτε οδύνη πλέον της απώλειας του ανθρώπου σας" και πληροφόρησε την παραπονούμενη ότι έγινε σοβαρότατη επίπληξη στον δημοσιογράφο για την απαράδεκτη αμέλεια του να επαληθεύσει ότι όλα όσα ανέφερε στην είδησή του ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα, εκφράζοντας τέλος «ειλικρινή και βαθύτατη απολογία». Η Επιτροπή θεώρησε ότι η αναγνώριση της ανακρίβειας ευθέως και η άμεση απολογία προς την παραπονούμενη, η οποία την αποδέχθηκε ως ειλικρινή και επαρκή συνιστούσαν αποκατάσταση των πραγμάτων, η οποία θα ήταν πλήρης αν η ιστοσελίδα δημοσίευσε την αναγνώριση της ανακρίβειας και την απολογία προς την παραπονούμενη.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
27/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
13/09/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (27/25/7/2016) από πολίτη, το οποίο υποβλήθηκε μέσω της Επιτρόπου για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Παιδιού, για ρεπορτάζ του τηλεοπτικού σταθμού Αλφα Κύπρου που αφορούσε παιδί, το οποίο υπήρξε θύμα εκφοβισμού. Ο πολίτης εξέφρασε την επιθυμία να παραμείνει ανώνυμος. Σύμφωνα με το παράπονο, η πληροφόρηση που δόθηκε στο ρεπορτάζ αποκαλύπτει την ταυτότητα και προσωπικά δεδομένα του εμπλεκόμενου στην υπόθεση παιδιού, όπως το πρόσωπο και το μικρό όνομα του πατέρα και εκτενείς πληροφορίες σχετικά με την ψυχική υγεία του παιδιού. Στο ρεπορτάζ του Αλφα, από την Ερικα Καβάζη, όπως προκύπτει από την οπτικογράφηση της είδησης, αναφέρθηκε πως ο πατέρας εξομολογήθηκε ότι η δωδεκάχρονη κόρη του προσπάθησε να θέσει τέρμα στη ζωή της, με αποτέλεσμα να μεταφερθεί για νοσηλεία στο Μακάρειο Νοσοκομείο. Το ρεπορτάζ παρουσίασε σκηνές άσκησης βίας, προφανώς από αρχείο, ενώ στη συνέχεια εμφανίστηκε ο πατέρας, του οποίου αναφέρθηκε το μικρό όνομα και χωρίς καμιά προσπάθεια κάλυψης της ταυτότητάς του ή του προσώπου του. Ο πατέρας ανέφερε ότι από την αρχή της σχολικής χρονιάς η κόρη του τον ενημέρωσε ότι αντιμετώπιζε μια απαράδεκτη συμπεριφορά από κάποιο συμμαθητή της. Της είπε να καταγγείλει το θέμα, και όπως ανέφερε, από την ημέρα που κατάγγειλε το συμμαθητή της «άρχισε ένας Γολγοθάς από συγκεκριμένους μαθητές» τους οποίους κατάγγειλε ο ίδιος προσωπικά στο σχολείο. Ανέφερε πως οι καθηγητές κατάλαβαν για ποια ομάδα μαθητών επρόκειτο. Είχαν υποσχεθεί ότι δεν θα ξαναγινόταν τίποτε, αλλά πριν από το Πάσχα του 2016 η κόρη του δέχθηκε τρία κτυπήματα στο λαιμό. Μετά από αυτό το περιστατικό το Υπουργείο Παιδείας ενέκρινε μεταγραφή της μαθήτριας σε άλλο σχολείο. Ανέφερε επίσης ότι ακόμα και μετά τη μεταγραφή οι ίδιοι μαθητές όταν συναντούσαν την κόρη του στο λεωφορείο την κοροϊδεύαν και την έβριζαν, με αποτέλεσμα η μικρή να πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο. Ο πατέρας ανέφερε ότι η κόρη του νοσηλευόταν κατά την περίοδο εκείνη στο Μακάρειο Νοσοκομείο και ότι όπως πληροφορήθηκε από τους γιατρούς είχε εκδορές στα χέρια, από τις οποίες κατάλαβε ότι η κόρη του προσπάθησε να δώσει τέλος στη ζωή της. Ο Γενικός Διευθυντής Ενημέρωσης του Αλφα, Γιώργος Τσαλακός, παραθέτοντας τις θέσεις στου σταθμού ανέφερε πως ο ίδιος ο πατέρας του κοριτσιού ήθελε να βγάλει το θέμα στη δημοσιότητα αφού επανειλημμένα διαβήματα του προς το σχολείο και το Υπουργείο Παιδείας είχαν αποβεί άκαρπα και δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα. Ανέφερε πως το αίτημα του πατέρα ήταν να μετατεθεί το παιδί του σε άλλο σχολείο ούτως ώστε να αποφύγει τον σχολικό εκφοβισμό που υφίστατο. Ο κ. Τσαλακός ανέφερε περαιτέρω ότι το ρεπορτάζ έγινε με καλή πίστη και με κίνητρο την καλώς νοούμενη δημοσιογραφική λειτουργία που αποσκοπούσε στην παρακίνηση των αρμοδίων να προστατεύσουν ένα παιδί ανήλικο, το οποίο υφίστατο σχολικό εκφοβισμό με αποτέλεσμα να βρίσκεται σε κακή ψυχολογική κατάσταση. Εξ άλλου, ανέφερε πώς ο σταθμός κα η δημοσιογράφος που έκανε το ρεπορτάζ επέδειξαν την μεγαλύτερη δυνατή φροντίδα ώστε να μην εκθέσουν στην ευρύτερη κοινή γνώμη ένα ανήλικο παιδί. Για τον λόγο αυτό δεν αναφέρθηκε στο ρεπορτάζ το πλήρες όνομα του πατέρα παρά μόνο το μικρό του όνομα, ούτε προβλήθηκε οποιαδήποτε εικόνα του ανήλικου κοριτσιού και δεν αναφέρθηκε το όνομα του σχολείου στο οποίο η ανήλικη φοιτούσε, ενώ δεν δόθηκε κανένα στοιχείο που να φωτογραφίζει το σχολείο. Επίσης ανέφερε πως τελικώς και για την προστασία του το ανήλικο παιδί μετατέθηκε σε άλλο σχολείο με αποτέλεσμα να αποφύγει τον εκφοβισμό που του ασκούσαν συμμαθητές. Ο κ. Τσαλακός επικαλέστηκε την πρόνοια του άρθρου 11 του Κώδικα που διαλαμβάνει ότι «..οι λειτουργοί κατά κανόνα δεν παίρνουν συνεντεύξεις από και δεν φωτογραφίζουν παιδιά κάτω των 16 ετών σε σχέση με θέματα που αφορούν την προσωπική τους κατάσταση ή ευημερία χωρίς την συγκατάθεση ενός γονέως του ή άλλου ενήλικου που έχει την ευθύνη γι' αυτά...», προσθέτοντας πως στην προκειμένη περίπτωση το ρεπορτάζ έγινε με παρότρυνση του ίδιου του πατέρα. Κατ’ αρχήν, η Επιτροπή ασχολήθηκε με την τυπική πτυχή του θέματος που αφορούσε στην πιθανότητα αποκάλυψης της ταυτότητας του ανήλικου κοριτσιού και αποφάσισε ότι αυτό θα ήταν δυνατό να γίνει μέσω της προβολής του προσώπου του πατέρα και την αναφορά του ονόματός του, γεγονός που καθιστούσε δυνατό σε οποιοδήποτε τον γνώριζε να οδηγηθεί στην ταυτότητα της μικρής κόρης του. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι είναι αρκετό η αναγνώριση να είναι δυνατό να γίνει έστω και από ένα άτομο, ώστε να συντελεσθεί η παραβίαση της πρόνοιας για την αποκάλυψη της ταυτότητας οποιουδήποτε. Εχοντας αποφασίσει ότι υπήρξε αποκάλυψη της ταυτότητας της ανήλικης, η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσο στην προκειμένη περίπτωση ισχύει η πρόνοια του άρθρου 11 και ειδικότερα κατά πόσο το γεγονός ότι το ρεπορτάζ έγινε με προτροπή του πατέρα υπερκαλύπτει την απαγόρευση λήψης συνεντεύξεων ή αναφορές σε θέματα που αφορούν στην προσωπική κατάσταση ή ευημερία ανηλίκου. Προς τούτο η Επιτροπή σημειώνει ότι το άρθρο 11 που προαναφέρθηκε εξεικεύεται περαιτέρω από την πρόνοια ότι "τα Μ.Μ.Ε. και οι λειτουργοί των υποχρεούντα να τηρούν τις πρόνοιες της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού". Το άρθρο 3 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, το οποίο ορίζει ότι «σε όλες τις αποφάσεις που αφορούν στα παιδιά, είτε αυτές λαμβάνονται από δημοσίους ή ιδιωτικούς οργανισμούς κοινωνικής προστασίας, είτε από τα δικαστήρια, τις διοικητικές αρχές ή από τα νομοθετικά όργανα, πρέπεινα λαμβάνεται πρωτίστως υπόψη το συμφέρον του παιδιού". Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι κανένα συμφέρον του παιδιού δεν θα ήταν δυνατό να εξυπηρετηθεί από την εμφάνιση του πατέρα από τηλεοράσεως για να αποκαλύψει ότι το παιδί του ήταν θύμα εκφοβισμού, ότι είχε ψυχολογικά προβλήματα και πάνω απ’ όλα ότι είχε κάμει απόπειρα αυτοκτονίας. Η Επιτροπή διαπίστωσε από τα αναφερθέντα γεγονότα πως το πρόβλημα ήταν ήδη γνωστό στους αρμοδίους και ότι λήφθηκαν ήδη μέτρα, π.χ. έγινε μεταγραφή σε άλλο σχολείο πριν από την εμφάνιση του πατέρα στην τηλεόραση και συνεπώς το επιχείρημα της κινητοποίησης των αρμοδίων σε δράση δεν μπορούσε να ευσταθήσει. Κατά συνέπεια η Επιτροπή, έχοντας ως κριτήριο προηγούμενες αποφάσεις επί παρομοίων παραπόνων (8//3/2014, 21/7/204, 22/7/2014) όσο και της Επιτρόπου για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Παιδιού, έκρινε πως το γεγονός ότι οι δηλώσεις έγιναν από τον πατέρα της μαθήτριας δεν εξυπηρετούσαν το συμφέρον του παιδιού, αλλά αντίθετα επιβάρυναν τη θέση του με την αναφορά ευαίσθητων προσωπικών στοιχείων, όπως η ψυχολογική του κατάσταση. Το όνομα, η πατρότητα, η οικογενειακή και ψυχολογική κατάσταση και οι συνθήκες διαβίωσης ενός παιδιού είναι μεταξύ των προσωπικών στοιχείων των οποίων η αποκάλυψη συνιστά παρέμβαση στην ιδιωτική του ζωή, η οποία ρητά απαγορεύεται από το άρθρο 16 της Σύμβασης. Κατά συνέπεια η Επιτροπή κατέληξε στην απόφαση πως το ρεπορτάζ στο σύνολό του συνιστούσε παραβίαση της πρόνοιας του Κώδικα για τα παιδιά. Η προφανής ενδεχομένως ανάγκη του πατέρα να πει τον πόνο του δεν δικαιολογεί την αποκάλυψη των προσωπικών στοιχείων της ανήλικης κόρης του, που αντίκειται όχι μόνο στην πρόνοια του άρθρου 3 του Κώδικα περί μη αποκάλυψης στοιχείων προσωπικού χαρακτήρα, αλλά και στις προαναφερθείσες πρόνοιες της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Παιδί, που έχουν αυξημένη τυπική ισχύ και υπερέχουν κάθε άλλης εσωτερικής νομοθετικής ρύθμισης. Η Επιτροπή αποφάσισε πως και στην προκειμένη περίπτωση ισχύει η υπόδειξή της στην υπόθεση 21/7/2014 ότι «ακόμη και αν οι προθέσεις είναι αγαθές, τα ΜΜΕ ενημέρωσης οφείλουν να σέβονται τις πρόνοιες της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Παιδί και να αποφεύγουν επιμελώς να δημοσιεύουν προσωπικά τους δεδομένα, ακόμη και αν έχουν τη συγκατάθεση εκείνων που είναι επιφορτισμένοι με τη μέριμνά τους, έχοντας υπόψη ότι το υπέρτατο κριτήριο είναι το συμφέρον του παιδιού». Τέλος, η Επιτροπή αποφάσισε ότι με βάση το άρθρο 5 του Κώδικα, που απαγορεύει τη δημοσίευση πληροφοριών που αναφέρονται σε αυτοκτονία, η αναφορά σε φερόμενη απόπειρα αυτοκτονίας του κοριτσιού ήταν αντιδεοντολογική και παντελώς ανεπίτρεπτη. Αυτό και μόνο θα έπρεπε να είχε αποτρέψει τον καθένα, αρχίζοντας από τον πατέρα, από του να αναφέρει κάτι τέτοιο για ένα δωδεκάχρονο παιδί. Η Επιτροπή επανειλημμένα υπέδειξε ότι σοβαροί λόγοι που έχουν αναφερθεί σε έγκυρες επιστημονικές μελέτες, επιβάλλουν να μη δημοσιεύονται ειδήσεις του είδους αυτού, όταν μάλιστα αναφέρονται σε ανήλικους και οι οποίες είναι δυνατό να οδηγήσουν σε μιμητισμό από άτομα με ανάλογα προβλήματα ή χαμηλές ψυχολογικές αντιστάσεις.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
21/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
12/07/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (21/7/6/2016) από τον Αν. Διευθυντή/Αρχισυντάκτη του Κυπριακού Πρακτορείου Ειδήσεων Γιώργο Πενηνταέξ για δημοσίευση από το Cyprus Mail είδησης του Πρακτορείου, ακόμα και αποκλειστικών συνεντεύξεων, χωρίς αναφορά στην πηγή. Ειδικότερα παραπονέθηκε η εφημερίδα δημοσίευσε στις 5/5/2016 αποκλειστική κάλυψη από δημοσιογράφο και κινηματογραφιστή του ΚΥΠΕ της πορείας των εργασιών αναστήλωσης του μοναστηριού του Αποστόλου Ανδρέα, χωρίς αναφορά στην πηγή, κατά παράβαση των σχετικών προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Η είδηση μεταδόθηκε από το ΚΥΠΕ στις 4/5/2016 και περιλάμβανε αποκλειστικές δηλώσεις στην απεσταλμένη του πρακτορείου Αιμιλία Χριστοφή. Η εφημερίδα απάντησε ότι στις 4/5/16 λίγο μετά τις 8 το βράδυ το ΚΥΠΕ ανάρτησε στην ιστοσελίδα του ιστορία για τον Απόστολο Ανδρέα με τον τίτλο «History is in the making». Λίγο πριν τις 9 το βράδυ η Cyprus Mail ανάρτησε στην ιστοσελίδα της www.cyprus-mail.com την είδηση αυτή αυτούσια (http://cyprus-mail.com/2016/05/04/history-in-the-making-at-apostolos-andreas/). Ως συντάκτης της είδησης τις ιστοσελίδας αναγράφετε η Αιμιλία Χριστοφή, και αναφέρεται ως πηγή το CNA News Service. Επίσης στον τίτλο του κειμένου αποδίδεται και το συνοδευτικό video στο ΚΥΠΕ (History in the making at Apostolos Andreas (VIDEO by CΝΑ.) Στην έντυπη έκδοση της εφημερίδας Cyprus Mail στις 5/5/16 δημοσιεύθηκε είδηση υπό τον τίτλο ‘History is in the making’ με συντάκτη την Αντρια Καδής. Η εφημερίδα ανάφερε ότι η δημοσιογράφος άντλησε από το ΚΥΠΕ καθώς και από άλλες πηγές (UNDP) για την είδηση που έγραψε. Όπως ανέφερε η εφημερίδα, η είδηση της κυρίας Καδής είναι 519 λέξεις ενώ της Αιμιλίας Χριστοφή 837. Σύμφωανα με την εφημερίδα, σύγκριση των δύο κειμένων που έγινε με τη χρήση της ιστοσελίδας www.copyscape.com κατέδειξε ότι μόνο 8% των λέξεων είναι κοινές εκ των οποίων οι πλείστες δεν μπορούσαν να γραφτούν διαφορετικά. (Greek Cypriots, Turkish Cypriots, Church of Cyprus, University of Patra και άλλες) Η εφημερίδα ανέφερε ότι δεν ήταν σκοπός της να χρησιμοποιήσει κείμενα χωρίς αναφορά της πηγής, αν και το συγκεκριμένο κείμενο είχε γραφτεί εξ ολοκλήρου από την δημοσιογράφο της εφημερίδας, αλλά ενδεχομένως εκ παραδρομής δεν αναφέρθηκε ότι ορισμένες από τις πληροφορίες αντλήθηκαν και από το ΚΥΠΕ. Από την εξέταση των κειμένων προκύπτει ότι πράγματι η είδηση που δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα της εφημερίδας αποδίδεται στην Αιμιλία Χριστοφή και αναφέρεται ως πηγή το ΚΥΠΕ. Η είδηση που δημοσιεύθηκε στην έντυπη εφημερίδα με συντάκτη την Αντρια Καδής είναι πιο σύντομη από εκείνη του ΚΥΠΕ. Κάποια στοιχεία θα μπορούσαν να αντληθούν από άλλες πηγές, αλλά από τη σύγκριση των δύο κειμένου προκύπτει ότι περιλαμβάνει δηλώσεις που έγιναν αποκλειστικά στην Αιμιλία Χριστοφή από τους συμπροέδρους της Επιτροπής για την Πολιτιστική Κληρονομιά Τάκη Χατζηδημητρίου και Αλί Τουνσάϋ. Επίσης, παρά τη θέση ότι μόνο το 8% των λέξεων είναι οι ίδιες, κάποιες παράγραφοι της είδηση λήφθηκαν αυτούσιες από το κείμενο της είδησης της ιστοσελίδας του Cyprus Mail, που είχε ληφθεί αυτούσια από το ΚΥΠΕ. Ενδεικτικά αναφέρονται οι παράγραφοι 1, 2, 7,8 9,10 και 11 της είδησης που είναι γραμμένες λέξη προς λέξη όπως γράφτηκαν στην είδηση του ΚΥΠΕ. Αφού εξέτασε τα ενώπιόν της δεδομένα, η Επιτροπή επισήμανε ότι σε προηγούμενες αποφάσεις της επί παρόμοιας φύσεως παραπόνων υπέδειξε ότι η προστασία των δικαιωμάτων αυτών διέπεται από τις αρχές οι οποίες προκύπτουν από τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, που παραπέμπει επίσης στην ισχύουσα νομοθεσία, καθώς και από τη σχετική νομολογία. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι δεν υπάρχει ενιαία πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης επί του θέματος αλλά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επεξεργάζεται οδηγία προς τα κράτη-μέλη, ώστε να υπάρχει ενιαία ρύθμιση στο χώρο της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Το άρθρο 7 του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας προβλέπει ότι: «Τα Μ.Μ.Ε. και οι λειτουργοί σέβονται και εφαρμόζουν το εκάστοτε ισχύον Δίκαιο και συμβάσεις που αφορούν στην προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας. Εκεί που επιτρέπεται, η αναδημοσίευση από άλλη πηγή γίνεται με σεβασμό προς το συγγραφέα/δημιουργό ή τον ιδιοκτήτη. Τα Μ.Μ.Ε. και οι λειτουργοί των υποχρεούνται να αναφέρουν την προέλευση». Το άρθρο 2 της Διεθνούς Σύμβασης περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας του 1968, πάνω στην οποία στηρίζονται πλείστες εθνικές νομοθεσίες, καθορίζει ότι μεταξύ άλλων προστατεύονται «φιλολογικά, καλλιτεχνικά και επιστημονικά έργα». Στον ορισμό αυτό εμπίπτουν και τα δημοσιογραφικά κείμενα σε έντυπα και ηλεκτρονικά ΜΜΕ, τα οποία παρουσιάζουν γεγονότα ή ιδέες. Η αναπαραγωγή αυτών των πνευματικών δημιουργημάτων, ανεξάρτητα από την ποιότητα και το επίπεδό τους, δεν επιτρέπεται χωρίς την άδεια του κατόχου των πνευματικών δικαιωμάτων, ενώ στις περιπτώσεις που όπως αναλύεται κατωτέρω επιτρέπεται, η αναπαραγωγή γίνεται με αναφορά στην πηγή. Σε περιπτώσεις «πνευματικών δημιουργημάτων» όπως ορίζονται πιο πάνω, επιτρέπεται η καλή τη πίστη αναδημοσίευση, πχ η δημοσίευση αποσπασμάτων από άρθρα ιδεών για σκοπούς κριτικής, προβολής των ιδεών που περιλαμβάνονται στο κείμενο, έκφρασης αντίθετων ιδεών ή απόψεων, ως μέρος είδησης, ως επιχείρημα προς υποστήριξη συγκεκριμένων θέσεων, ως παρωδία, κλπ. Τα κριτήρια της καλής πίστης στις περιπτώσεις αυτές καθορίζονται από το σκοπό της χρήσης, κατά πόσο η αναδημοσίευση περιορίζεται στο απολύτως απαραίτητο για τους σκοπούς της χρήσης, από το κατά πόσο με την αναδημοσίευση έχει μεταβληθεί ουσιωδώς το αρχικό άρθρο, κατά πόσο η αναδημοσίευση αποβλέπει στην εξυπηρέτηση του ιδίου σκοπού με το πρωτότυπο, κατά πόσο με την αναδημοσίευση επιδιώκεται εμπορικό κέρδος και κατά πόσο με την αναδημοσίευση μειώνεται η εμπορική αξία της προστατευόμενης πνευματικής ιδιοκτησίας. Η καλή τη πίστη αναδημοσίευση επιτρέπεται από τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας («εκεί που επιτρέπεται, η αναδημοσίευση γίνεται...»), αλλά υπό τους όρους που θέτει ο Κώδικας, δηλαδή με σεβασμό προς το συγγραφέα/δημιουργό, γεγονός που σημαίνει την αναγνώριση της πατρότητας του έργου με αναφορά στην προέλευση. Η προστασία αφορά σε «πρωτότυπα συγγραφικά έργα» και με την έννοια αυτή τα γεγονότα στα οποία αναφέρεται μια είδηση δεν θεωρούνται πρωτότυπα. Τα γεγονότα είναι το δημιούργημα κάποιου ατόμου ή αιτίας και επομένως ένας δημοσιογράφος ή ένα ΜΜΕ δεν μπορεί να τα κατοχυρώσει κάτω από το δικαίωμα της πνευματικής ιδιοκτησίας. Κατά τον ίδιο τρόπο δεν μπορούν να κατοχυρωθούν ευρήματα που αποκαλύπτονται μέσα από δημοσιογραφική έρευνα εφ’ όσον αυτά δεν είναι το δημιούργημα του ερευνητή, (όμως ο τρόπος παρουσίασής τους, π.χ. ένα γραφικό που αποτυπώνει το αποτέλεσμα της έρευνας μπορεί να είναι πρωτότυπο δημιούργημα) ούτε και οι ιδέες, π.χ. απόψεις επί ενός συγκεκριμένου θέματος ή ο τρόπος για την κατασκευή ή δημιουργία ενός αντικειμένου, π.χ. την παρασκευή ενός συγκεκριμένου πιάτου φαγητού. Όμως ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονται ιδέες, ή γεγονότα ή προϋπάρχοντα δεδομένα σε ένα δημοσιογραφικό κείμενο, δηλαδή η επιλογή και η σειρά τοποθέτησης των λέξεων σε ένα κείμενο και εν τέλει το ύφος (στυλ), αποτελεί πνευματική δημιουργία και προστατεύεται από το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας. Με βάση τα πιο πάνω, ένα ΜΜΕ μπορεί να δημοσιεύσει ή να μεταδώσει γεγονότα που δημοσίευσε ή μετέδωσε προηγουμένως ένα άλλο ΜΜΕ, είτε ύστερα από δική του επιβεβαίωση των γεγονότων είτε και χωρίς επιβεβαίωση. Πρόκειται για επιτρεπόμενη αναδημοσίευση, η οποία, όμως, δεν μπορεί να γίνει με τη χρήση του ιδίου λεξιλογίου, της ίδιας φρασεολογίας και του ιδίου ύφους. Νοείται ότι το προϊόν μιας δημοσιογραφικής έρευνας επί γεγονότων που δημοσιεύτηκαν δεν θεωρείται αναδημοσίευση αν η είδηση που προέκυψε από μια τέτοια έρευνα υπερακοντίζει ουσιωδώς την αρχική ή είναι μια εντελώς διαφορετική είδηση. Όπως προκύπτει από τα ανωτέρω, και με την επιφύλαξη για τους όρους του συμβολαίου μεταξύ παρόχου και συνδρομητή, τα ΜΜΕ έχουν υποχρέωση να σέβονται το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας των πρακτορείων ειδήσεων από τα οποία λαμβάνουν την πληροφόρησή τους, ιδιαίτερα οσάκις διατηρούν τη φρασεολογία και το ύφος της αρχικής είδησης και στις περιπτώσεις που τα ίδια τα πρακτορεία δημοσιεύουν ειδοποίηση ότι διατηρούν τα πνευματικά δικαιώματα επί των ειδήσεών τους. Κατά συνέπεια, και λαμβάνοντας υπόψη της πιο πάνω αρχές, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η δημοσίευση του κειμένου για την πορεία των εργασιών αναστήλωσης της Μονής Αποστόλου Ανδρέα στην έντυπη έκδοση του Cyprus Mail χωρίς αναφορά στην πηγή συνιστά παραβίαση των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Η Επιτροπή σημείωσε με ικανοποίηση τη βεβαίωση της εφημερίδας ότι η παράλειψη οφείλεται σε παραδρομή και επίσης ότι δεν αποτελεί πολιτική της εφημερίδας η δημοσίευση ειδήσεων χωρίς αναφορά στην πηγή. Η Επιτροπή θεωρεί χρήσιμο να υποδείξει ότι ανεξάρτητα από το σεβασμό των κατοχυρωμένων δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας ως ανωτέρω, λόγοι στοιχειώδους αβροφροσύνης μεταξύ των δημοσιογράφων και των ΜΜΕ σε ένα μικρό χώρο όπως η Κύπρος συνηγορούν υπέρ του σεβασμού και της αναγνώρισης της εργασίας των άλλων με την αναφορά της πηγής σε κάθε περίπτωση. Επίσης θεωρεί ότι οι δημοσιογράφοι και τα ΜΜΕ θα πρέπει να αναφέρουν, στις περιπτώσεις και στο βαθμό που αυτό είναι δυνατό, με όσο πιο συγκεκριμένο τρόπο γίνεται την πηγή προέλευσης της πληροφόρησής τους, γεγονός που βοηθά το κοινό να εκτιμήσει την αξιοπιστία των πληροφοριών. Από την άλλη, η αναφορά της πηγής προέλευσης αποτελεί σε κάποιο βαθμό ασπίδα προστασίας, έχοντας όμως πάντα υπόψη ότι η επίκληση της αναδημοσίευσης δεν αποτελεί υπεράσπιση για οποιαδήποτε παραβίαση είτε δεοντολογικών είτε νομικών κανόνων.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
20/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
12/07/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (20/6/6/2016) από τον Αν. Διευθυντή/Αρχισυντάκτη του Κυπριακού Πρακτορείου Ειδήσεων Γιώργο Πενηνταέξ για δημοσίευση από τη ΧΑΡΑΥΓΗ ειδήσεων του Πρακτορείου, περιλαμβανομένης και αποκλειστικής συνέντευξης, χωρίς αναφορά στην πηγή. Ειδικότερα παραπονέθηκε ότι η εφημερίδα «Χαραυγή» δημοσίευσε στις 19/52016 αποκλειστική συνέντευξη του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας Κώστα Κληρίδη χωρίς αναφορά στην πηγή και στις 13/5/2016 αποκλειστική είδηση του ΚΥΠΕ για την επαναλειτουργία της εκκλησίας Αγίας Αννας στην Αμμόχωστο ύστερα από 600 χρόνια, επίσης χωρίς αναφορά στην πηγή, κατά παράβαση των σχετικών προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Η πρώτη είδηση αφορούσε απαντήσεις που έδωσε ο Γενικός Εισαγγελέας στο ΚΥΠΕ σε σειρά ερωτήσεων για τρέχοντα θέματα, όπως τα Panama papers, η λίστα Λαγκάρντ, η πορεία της δίωξης των Ανδρέα Βγενόπουλου και Ευθύμιου Μπουλούτα και η κατάσταση στη Γενική Εισαγγελία. Η συνέντευξη είχε μεταδοθεί από το ΚΥΠΕ στις 18/5/2016 υπό τον τίτλο «Γ. Εισαγγελέας στο ΚΥΠΕ: Θα κάνουμε το παν για να οδηγηθούν οι υπαίτιοι στη δικαιοσύνη». Η είδηση για την τέλεση εσπερινού στον ιερό Ναό Αγία Αννας των Μαρωνιτών στην εντός των τειχών κατεχόμενη Αμμόχωστο για πρώτη φορά ύστερα από 600 χρόνια μεταδόθηκε από το ΚΥΠΕ στις 12/5/2016 και δημοσιεύθηκε την επομένη στη «Χαραυγή». Ο παραπονούμενος επισύναψε φωτοαντίγραφα τόσο των ειδήσεων του ΚΥΠΕ όσο και των προαναφερθέντων δημοσιευμάτων από τα οποία προκύπτει η ακρίβεια των καταγγελιών του. Η αρχισυντάκτρια της εφημερίδας Νίκη Κουλέρμου παραθέτοντας της θέσεις της εφημερίδας ανέφερε ότι «είναι συνήθης πρακτική της Χαραυγής να αναφέρεται το ΚΥΠΕ ως η πηγή της είδησης, όταν αυτό ισχύει, έστω και αν η εφημερίδα είναι συνδρομητής του Κυπριακού Πρακτορείου Ειδήσεων και ότι την ίδια πρακτική ακολουθεί ιδιαίτερα όταν αναδημοσιεύει αποκλειστικότητες του ΚΥΠΕ ή άλλων ΜΜΕ». Περαιτέρω ανέφερε ότι στις επίμαχες περιπτώσεις η μη αναφορά στην πηγή δεν οφειλόταν σε σκοπιμότητα αλλά σε αβλεψία. Εξ άλλου ενημέρωσε την Επιτροπή ότι έχει ήδη γίνει σύσταση στο συντακτικό προσωπικό της εφημερίδας σε περιπτώσεις μεταφοράς ειδήσεων από άλλα μέσα και την ανάγκη αναφοράς της πηγής και επίσης απηύθυνε σχετική επιστολή στον ΚΥΠΕ. Αφού εξέτασε τα ενώπιόν της δεδομένα, η Επιτροπή επισήμανε ότι σε προηγούμενες αποφάσεις της επί παρόμοιας φύσεως παραπόνων υπέδειξε ότι η προστασία των δικαιωμάτων αυτών διέπεται από τις αρχές οι οποίες προκύπτουν από τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, που παραπέμπει επίσης στην ισχύουσα νομοθεσία, καθώς και από τη σχετική νομολογία. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι δεν υπάρχει ενιαία πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης επί του θέματος αλλά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επεξεργάζεται οδηγία προς τα κράτη-μέλη, ώστε να υπάρχει ενιαία ρύθμιση στο χώρο της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Το άρθρο 7 του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας προβλέπει ότι: «Τα Μ.Μ.Ε. και οι λειτουργοί σέβονται και εφαρμόζουν το εκάστοτε ισχύον Δίκαιο και συμβάσεις που αφορούν στην προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας. Εκεί που επιτρέπεται, η αναδημοσίευση από άλλη πηγή γίνεται με σεβασμό προς το συγγραφέα/δημιουργό ή τον ιδιοκτήτη. Τα Μ.Μ.Ε. και οι λειτουργοί των υποχρεούνται να αναφέρουν την προέλευση». Το άρθρο 2 της Διεθνούς Σύμβασης περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας του 1968, πάνω στην οποία στηρίζονται οι πλείστες εθνικές νομοθεσίες, καθορίζει ότι μεταξύ άλλων προστατεύονται «φιλολογικά, καλλιτεχνικά και επιστημονικά έργα». Στον ορισμό αυτό εμπίπτουν και τα δημοσιογραφικά κείμενα σε έντυπα και ηλεκτρονικά ΜΜΕ, τα οποία παρουσιάζουν γεγονότα ή ιδέες. Η αναπαραγωγή αυτών των πνευματικών δημιουργημάτων, ανεξάρτητα από την ποιότητα και το επίπεδό τους, δεν επιτρέπεται χωρίς την άδεια του κατόχου των πνευματικών δικαιωμάτων, ενώ στις περιπτώσεις που, όπως αναλύεται κατωτέρω, επιτρέπεται η αναπαραγωγή αυτή πρέπει να γίνεται με αναφορά στην πηγή. Σε περιπτώσεις «πνευματικών δημιουργημάτων» όπως ορίζονται πιο πάνω, επιτρέπεται η καλή τη πίστη αναδημοσίευση, πχ η δημοσίευση αποσπασμάτων από άρθρα ιδεών για σκοπούς κριτικής, προβολής των ιδεών που περιλαμβάνονται στο κείμενο, έκφρασης αντίθετων ιδεών ή απόψεων, ως μέρος είδησης, ως επιχείρημα προς υποστήριξη συγκεκριμένων θέσεων, ως παρωδία, κλπ. Τα κριτήρια της καλής πίστης στις περιπτώσεις αυτές καθορίζονται από το σκοπό της χρήσης, κατά πόσο η αναδημοσίευση περιορίζεται στο απολύτως απαραίτητο για τους σκοπούς της χρήσης, από το κατά πόσο με την αναδημοσίευση έχει μεταβληθεί ουσιωδώς το αρχικό άρθρο, κατά πόσο η αναδημοσίευση αποβλέπει στην εξυπηρέτηση του ιδίου σκοπού με το πρωτότυπο, κατά πόσο με την αναδημοσίευση επιδιώκεται εμπορικό κέρδος και κατά πόσο με την αναδημοσίευση μειώνεται η εμπορική αξία της προστατευόμενης πνευματικής ιδιοκτησίας. Η καλή τη πίστη αναδημοσίευση επιτρέπεται από τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας («εκεί που επιτρέπεται, η αναδημοσίευση γίνεται...»), αλλά υπό τους όρους που θέτει ο Κώδικας, δηλαδή με σεβασμό προς το συγγραφέα/δημιουργό, γεγονός που σημαίνει την αναγνώριση της πατρότητας του έργου με αναφορά στην προέλευση. Η προστασία αφορά σε «πρωτότυπα συγγραφικά έργα» και με την έννοια αυτή τα γεγονότα στα οποία αναφέρεται μια είδηση δεν θεωρούνται πρωτότυπα. Τα γεγονότα είναι το δημιούργημα κάποιου ατόμου ή αιτίας και επομένως ένας δημοσιογράφος ή ένα ΜΜΕ δεν μπορεί να τα κατοχυρώσει κάτω από το δικαίωμα της πνευματικής ιδιοκτησίας. Κατά τον ίδιο τρόπο δεν μπορούν να κατοχυρωθούν ευρήματα που αποκαλύπτονται μέσα από δημοσιογραφική έρευνα εφ’ όσον αυτά δεν είναι το δημιούργημα του ερευνητή, πχ μια έρευνα για την εξέλιξη ενός συγκεκριμένου τομέα της οικονομίας. Ομως ο τρόπος παρουσίασής τους, δηλαδή η επιλογή και η σειρά των λέξεων σε ένα κείμενο ή ένα γραφικό που αποτυπώνει το αποτέλεσμα της έρευνας μπορεί να είναι πρωτότυπο δημιούργημα. Επίσης, ούτε και οι ιδέες ή οι απόψεις επί ενός συγκεκριμένου θέματος ή ο τρόπος για την κατασκευή ή δημιουργία ενός αντικειμένου, π.χ. την παρασκευή ενός συγκεκριμένου πιάτου φαγητού δεν μπορούν να κατοχυρωθούν, όμως ο τρόπος περιγραφής, δηλαδή το ύφος, μπορεί να θεωρηθεί ως πρωτότυπο πνευματικό δημιούργημα. Επομένως είναι ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονται ιδέες, ή γεγονότα ή προϋπάρχοντα δεδομένα σε ένα δημοσιογραφικό κείμενο, δηλαδή η επιλογή και η σειρά τοποθέτησης των λέξεων σε ένα κείμενο και εν τέλει το ύφος (στυλ) που αποτελεί πνευματική δημιουργία η οποία προστατεύεται από το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας. Με βάση τα πιο πάνω, ένα ΜΜΕ μπορεί να δημοσιεύσει ή να μεταδώσει γεγονότα που δημοσίευσε ή μετέδωσε προηγουμένως ένα άλλο ΜΜΕ, είτε ύστερα από δική του επιβεβαίωση των γεγονότων είτε και χωρίς επιβεβαίωση. Πρόκειται για επιτρεπόμενη αναδημοσίευση, η οποία, όμως, δεν μπορεί να γίνει με τη χρήση του ιδίου λεξιλογίου, της ίδιας φρασεολογίας και του ιδίου ύφους. Νοείται ότι το προϊόν μιας δημοσιογραφικής έρευνας επί γεγονότων που δημοσιεύτηκαν δεν θεωρείται αναδημοσίευση αν η είδηση που προέκυψε από μια τέτοια έρευνα υπερακοντίζει ουσιωδώς την αρχική ή είναι μια εντελώς διαφορετική είδηση. Όπως προκύπτει από τα ανωτέρω, και με την επιφύλαξη για τους όρους του συμβολαίου μεταξύ παρόχου και συνδρομητή, τα ΜΜΕ έχουν υποχρέωση να σέβονται το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας των πρακτορείων ειδήσεων από τα οποία λαμβάνουν την πληροφόρησή τους, ιδιαίτερα οσάκις διατηρούν τη φρασεολογία και το ύφος της αρχικής είδησης και δη στις περιπτώσεις που τα ίδια τα πρακτορεία δημοσιεύουν ειδοποίηση ότι διατηρούν τα πνευματικά δικαιώματα επί των ειδήσεών τους. Κατά συνέπεια, και λαμβάνοντας υπόψη τις πιο πάνω αρχές, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η δημοσίευση των προαναφερθέντων κειμένων από τη «Χαραυγή» χωρίς αναφορά στην πηγή συνιστά παραβίαση των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Η Επιτροπή έλαβε υπόψη το γεγονός και σημείωσε με ικανοποίηση τη βεβαίωση της εφημερίδας ότι η παράλειψη οφείλεται σε παραδρομή και επίσης ότι έγινε σύσταση στο προσωπικό για την ανάγκη αναφοράς στην πηγή των ειδήσεων. Η Επιτροπή θεωρεί χρήσιμο να υποδείξει ότι ανεξάρτητα από το σεβασμό των κατοχυρωμένων δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας ως ανωτέρω, λόγοι στοιχειώδους αβροφροσύνης μεταξύ των δημοσιογράφων και των ΜΜΕ σε ένα μικρό χώρο όπως η Κύπρος συνηγορούν υπέρ του σεβασμού και της αναγνώρισης της εργασίας των άλλων με την αναφορά της πηγής σε κάθε περίπτωση. Επίσης θεωρεί ότι οι δημοσιογράφοι και τα ΜΜΕ θα πρέπει να αναφέρουν, στις περιπτώσεις και στο βαθμό που αυτό είναι δυνατό, με όσο πιο συγκεκριμένο τρόπο γίνεται την πηγή προέλευσης της πληροφόρησής τους, γεγονός που βοηθά το κοινό να εκτιμήσει την αξιοπιστία των πληροφοριών. Από την άλλη, η αναφορά της πηγής προέλευσης αποτελεί σε κάποιο βαθμό ασπίδα προστασίας, έχοντας όμως πάντα υπόψη ότι η επίκληση της αναδημοσίευσης δεν αποτελεί υπεράσπιση για οποιαδήποτε παραβίαση είτε δεοντολογικών είτε νομικών κανόνων.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
22/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
12/07/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
1 ΟΧΙ, 2 ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (22/7/6/2016) από τον Αν. Διευθυντή/Αρχισυντάκτη του Κυπριακού Πρακτορείου Ειδήσεων Γιώργο Πενηνταέξ για δημοσίευση από την εφημερίδα «Αλήθεια» δύο αποκλειστικών ειδήσεων του Πρακτορείου χωρίς αναφορά στην πηγή. Ειδικότερα παραπονέθηκε η εφημερίδα δημοσίευσε στις 5/52016 αποκλειστική κάλυψη από δημοσιογράφο και κινηματογραφιστή του ΚΥΠΕ της πορείας των εργασιών αναστήλωσης του μοναστηριού του Αποστόλου Ανδρέα, χωρίς αναφορά στην πηγή, κατά παράβαση των σχετικών προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Η είδηση μεταδόθηκε από το ΚΥΠΕ στις 4/5/2016 και περιλάμβανε αποκλειστικές δηλώσεις στην απεσταλμένη του πρακτορείου Αιμιλία Χριστοφή. Επίσης παραπονέθηκε ότι δημοσίευσε στις 13/5/2013 αποκλειστικής είδησης για την επαναλειτουργία της εκκλησίας Αγίας Αννας στην Αμμόχωστο ύστερα από 600 χρόνια χωρίς αναφορά στην πηγή. Ο παραπονούμενος επισύναψε φωτοαντίγραφα τόσο των ειδήσεων του ΚΥΠΕ όσο και των προαναφερθέντων δημοσιευμάτων από τα οποία προκύπτει η ακρίβεια των καταγγελιών του. Ο δημοσιογράφος Αριστείδης Βικέτος, που έγραψε την είδηση της εφημερίδας για τις εργασίες αναστήλωσης της Μονής Αποστόλου Ανδρέα πληροφόρησε την Επιτροπή έγραψε την είδηση ύστερα από προσωπική επίσκεψη στον Απόστολο Ανδρέα αργότερα την ίδια ημέρα κατά την οποία έγινε και η επίσκεψη της ομάδας του ΚΥΠΕ και μίλησε με τους δύο εργολάβους του έργου, που του έδωσαν πληροφορίες για το τι λέχθηκε προηγουμένως. Μάλιστα ανέφερε πως από τον Απόστολο Ανδρέα τον μετέφερε στη Λευκωσία ο Τουρκοκύπριος εργολάβος Γακούπ Τελ. Το γεγονός της επίσκεψης του επιβεβαιώνεται από φωτογραφίες που έλαβε της υπό αναστήλωση μονής. Κατά συνέπεια το παράπονο ως προς την είδηση που αφορά στον Απόστολο Ανδρέα δεν ευσταθεί και απορρίπτεται. Ωστόσο, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η είδηση για τη λειτουργία στον ιερό ναό Αγίας Αννας στην κατεχόμενη Αμμόχωστο λήφθηκε από το ΚΥΠΕ και ότι υπήρξε παράλειψη αναφοράς της πηγής. Αφού εξέτασε τα ενώπιόν της δεδομένα, η Επιτροπή επισήμανε ότι σε προηγούμενες αποφάσεις της επί παρόμοιας φύσεως παραπόνων υπέδειξε ότι η προστασία των δικαιωμάτων αυτών διέπεται από τις αρχές οι οποίες προκύπτουν από τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, που παραπέμπει επίσης στην ισχύουσα νομοθεσία, καθώς και από τη σχετική νομολογία. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι δεν υπάρχει ενιαία πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης επί του θέματος αλλά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επεξεργάζεται οδηγία προς τα κράτη-μέλη, ώστε να υπάρχει ενιαία ρύθμιση στο χώρο της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Το άρθρο 7 του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας προβλέπει ότι: «Τα Μ.Μ.Ε. και οι λειτουργοί σέβονται και εφαρμόζουν το εκάστοτε ισχύον Δίκαιο και συμβάσεις που αφορούν στην προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας. Εκεί που επιτρέπεται, η αναδημοσίευση από άλλη πηγή γίνεται με σεβασμό προς το συγγραφέα/δημιουργό ή τον ιδιοκτήτη. Τα Μ.Μ.Ε. και οι λειτουργοί των υποχρεούνται να αναφέρουν την προέλευση». Το άρθρο 2 της Διεθνούς Σύμβασης περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας του 1968, πάνω στην οποία στηρίζονται πλείστες εθνικές νομοθεσίες, καθορίζει ότι μεταξύ άλλων προστατεύονται «φιλολογικά, καλλιτεχνικά και επιστημονικά έργα». Στον ορισμό αυτό εμπίπτουν και τα δημοσιογραφικά κείμενα σε έντυπα και ηλεκτρονικά ΜΜΕ, τα οποία παρουσιάζουν γεγονότα ή ιδέες. Η αναπαραγωγή αυτών των πνευματικών δημιουργημάτων, ανεξάρτητα από την ποιότητα και το επίπεδό τους, δεν επιτρέπεται χωρίς την άδεια του κατόχου των πνευματικών δικαιωμάτων, ενώ στις περιπτώσεις που όπως αναλύεται κατωτέρω επιτρέπεται, η αναπαραγωγή γίνεται με αναφορά στην πηγή. Σε περιπτώσεις «πνευματικών δημιουργημάτων» όπως ορίζονται πιο πάνω, επιτρέπεται η καλή τη πίστη αναδημοσίευση, πχ η δημοσίευση αποσπασμάτων από άρθρα ιδεών για σκοπούς κριτικής, προβολής των ιδεών που περιλαμβάνονται στο κείμενο, έκφρασης αντίθετων ιδεών ή απόψεων, ως μέρος είδησης, ως επιχείρημα προς υποστήριξη συγκεκριμένων θέσεων, ως παρωδία, κλπ. Τα κριτήρια της καλής πίστης στις περιπτώσεις αυτές καθορίζονται από το σκοπό της χρήσης, κατά πόσο η αναδημοσίευση περιορίζεται στο απολύτως απαραίτητο για τους σκοπούς της χρήσης, από το κατά πόσο με την αναδημοσίευση έχει μεταβληθεί ουσιωδώς το αρχικό άρθρο, κατά πόσο η αναδημοσίευση αποβλέπει στην εξυπηρέτηση του ιδίου σκοπού με το πρωτότυπο, κατά πόσο με την αναδημοσίευση επιδιώκεται εμπορικό κέρδος και κατά πόσο με την αναδημοσίευση μειώνεται η εμπορική αξία της προστατευόμενης πνευματικής ιδιοκτησίας. Η καλή τη πίστη αναδημοσίευση επιτρέπεται από τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας («εκεί που επιτρέπεται, η αναδημοσίευση γίνεται...»), αλλά υπό τους όρους που θέτει ο Κώδικας, δηλαδή με σεβασμό προς το συγγραφέα/δημιουργό, γεγονός που σημαίνει την αναγνώριση της πατρότητας του έργου με αναφορά στην προέλευση. Η προστασία αφορά σε «πρωτότυπα συγγραφικά έργα» και με την έννοια αυτή τα γεγονότα στα οποία αναφέρεται μια είδηση δεν θεωρούνται πρωτότυπα. Τα γεγονότα είναι το δημιούργημα κάποιου ατόμου ή αιτίας και επομένως ένας δημοσιογράφος ή ένα ΜΜΕ δεν μπορεί να τα κατοχυρώσει κάτω από το δικαίωμα της πνευματικής ιδιοκτησίας. Κατά τον ίδιο τρόπο δεν μπορούν να κατοχυρωθούν ευρήματα που αποκαλύπτονται μέσα από δημοσιογραφική έρευνα εφ’ όσον αυτά δεν είναι το δημιούργημα του ερευνητή, (όμως ο τρόπος παρουσίασής τους, π.χ. ένα γραφικό που αποτυπώνει το αποτέλεσμα της έρευνας μπορεί να είναι πρωτότυπο δημιούργημα) ούτε και οι ιδέες, π.χ. απόψεις επί ενός συγκεκριμένου θέματος ή ο τρόπος για την κατασκευή ή δημιουργία ενός αντικειμένου, π.χ. την παρασκευή ενός συγκεκριμένου πιάτου φαγητού. Όμως ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονται ιδέες, ή γεγονότα ή προϋπάρχοντα δεδομένα σε ένα δημοσιογραφικό κείμενο, δηλαδή η επιλογή και η σειρά τοποθέτησης των λέξεων σε ένα κείμενο και εν τέλει το ύφος (στυλ), αποτελεί πνευματική δημιουργία και προστατεύεται από το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας. Με βάση τα πιο πάνω, ένα ΜΜΕ μπορεί να δημοσιεύσει ή να μεταδώσει γεγονότα που δημοσίευσε ή μετέδωσε προηγουμένως ένα άλλο ΜΜΕ, είτε ύστερα από δική του επιβεβαίωση των γεγονότων είτε και χωρίς επιβεβαίωση. Πρόκειται για επιτρεπόμενη αναδημοσίευση, η οποία, όμως, δεν μπορεί να γίνει με τη χρήση του ιδίου λεξιλογίου, της ίδιας φρασεολογίας και του ιδίου ύφους. Νοείται ότι το προϊόν μιας δημοσιογραφικής έρευνας επί γεγονότων που δημοσιεύτηκαν δεν θεωρείται αναδημοσίευση αν η είδηση που προέκυψε από μια τέτοια έρευνα υπερακοντίζει ουσιωδώς την αρχική ή είναι μια εντελώς διαφορετική είδηση. Όπως προκύπτει από τα ανωτέρω, και με την επιφύλαξη για τους όρους του συμβολαίου μεταξύ παρόχου και συνδρομητή, τα ΜΜΕ έχουν υποχρέωση να σέβονται το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας των πρακτορείων ειδήσεων από τα οποία λαμβάνουν την πληροφόρησή τους, ιδιαίτερα οσάκις διατηρούν τη φρασεολογία και το ύφος της αρχικής είδησης και στις περιπτώσεις που τα ίδια τα πρακτορεία δημοσιεύουν ειδοποίηση ότι διατηρούν τα πνευματικά δικαιώματα επί των ειδήσεών τους. Κατά συνέπεια, και λαμβάνοντας υπόψη τις πιο πάνω αρχές, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η δημοσίευση του κειμένου για τη λειτουργία στον ιερό ναό Αγίας Αννας συνιστά παραβίαση των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Η Επιτροπή θεωρεί χρήσιμο να υποδείξει ότι ανεξάρτητα από το σεβασμό των κατοχυρωμένων δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας ως ανωτέρω, λόγοι στοιχειώδους αβροφροσύνης μεταξύ των δημοσιογράφων και των ΜΜΕ σε ένα μικρό χώρο όπως η Κύπρος συνηγορούν υπέρ του σεβασμού και της αναγνώρισης της εργασίας των άλλων με την αναφορά της πηγής σε κάθε περίπτωση. Επίσης θεωρεί ότι οι δημοσιογράφοι και τα ΜΜΕ θα πρέπει να αναφέρουν, στις περιπτώσεις και στο βαθμό που αυτό είναι δυνατό, με όσο πιο συγκεκριμένο τρόπο γίνεται την πηγή προέλευσης της πληροφόρησής τους, γεγονός που βοηθά το κοινό να εκτιμήσει την αξιοπιστία των πληροφοριών. Από την άλλη, η αναφορά της πηγής προέλευσης αποτελεί σε κάποιο βαθμό ασπίδα προστασίας, έχοντας όμως πάντα υπόψη ότι η επίκληση της αναδημοσίευσης δεν αποτελεί υπεράσπιση για οποιαδήποτε παραβίαση είτε δεοντολογικών είτε νομικών κανόνων.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
18/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
12/07/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (18/20/5/2016) από το Μιχάλη Αλεξόπουλο εναντίον της ιστοσελίδας TOTHEMAONLINE για δημοσίευμα σχετικά με επεισόδιο σε σχολείο στο οποίο δάσκαλος φέρεται να είχε κτυπήσει μαθητή. Ειδικότερα, ο παραπονούμενος, ο οποίος ανέφερε ότι είναι γενικός αντιπρόσωπος της ΠΟΕΔ, παραπονέθηκε ότι στις 12 Μαΐου, 2016, η ιστοσελίδα TOTHEMAONLINE δημοσίευσε είδηση με την υπογραφή του δημοσιογράφου Φάνη Μακρίδη, σύμφωνα με την οποία υποβλήθηκε στην αστυνομία παράπονο ότι δάσκαλος στο σχολείο του Καλού Χωριού της επαρχίας Λάρνακας κτύπησε και έστειλε στο νοσοκομείο δεκάχρονο μαθητή, υποστηρίζοντας ότι ο ισχυρισμός αυτός δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα. Όπως ανέφερε, είναι προσωπικός φίλος του θιγομένου δασκάλου, ο οποίος είναι ενήμερος για το παράπονο και το προσυπογράφει. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, οι γονείς παιδιού που φοιτά στο σχολείο Καλού Χωριού Λάρνακας κατάγγειλαν το δάσκαλο ότι, στις 11/5/2016, κτύπησε το παιδί στο σβέρκο εντός της τάξης, με αποτέλεσμα το παιδί να πέσει με το κεφάλι πάνω σε κρεμάστρα και να τραυματισθεί. Επίσης ανέφερε πως το «παράδοξο» ήταν ότι το σχολείο δεν ειδοποίησε για το συμβάν τους γονείς του μαθητή, αλλά το πληροφορήθηκε η μητέρα του παιδιού από άλλο γονέα που περίμενε να παραλάβει το παιδί του. Σύμφωνα πάντα με ο δημοσίευμα, η μητέρα αφού παρέλαβε το παιδί της, πήγε με το σύζυγό της στον αστυνομικό σταθμό Αραδίππου και κατήγγειλε το γεγονός. Το δημοσίευμα ανέφερε πως το παιδί μεταφέρθηκε στης Πρώτες Βοήθειες του Γενικού Νοσοκομείου Λάρνακας όπου υποβλήθηκε σε εξετάσεις, περιλαμβανομένων ακτινογραφιών. Οι γιατροί, σύμφωνα με το δημοσίευμα, συνέστησαν στους γονείς να μην πάει το παιδί στο σχολείο την επόμενη μέρα και να επισκεφθεί και πάλι το νοσοκομείο. Τέλος ο δημοσίευμα ανέφερε πως η καταγγελία του δασκάλου στο Υπουργείο Παιδείας θεωρείτο δεδομένη και πως ο δάσκαλος φερόταν να άσκησε ψυχολογική πίεση στα παιδιά για να μην επιβαρύνουν τη θέση του. Κάτω από το δημοσίευμα αναρτήθηκαν πολλά σχόλια από επισκέπτες, μερικοί από τους οποίους επέκριναν το δάσκαλο, άλλοι έκαμαν εικασίες για το τι δυνατό να έκαμε το παιδί και άλλοι υποστήριζαν ότι τα γεγονότα δεν είχαν ακριβώς όπως περιγράφονταν στο δημοσίευμα. Ο παραπονούμενος ανέφερε πως το δημοσίευμα βρίθει δεοντολογικών ατοπημάτων και ότι, όπως πληροφορήθηκε από την αστυνομία και από αυτόπτες μάρτυρες, το φερόμενο περιστατικό «δεν έχει καμιά σχέση με την πραγματικότητα», προσθέτοντας πως ο δημοσιογράφος όφειλε να διερευνήσει τα γεγονότα, πράγμα που δεν έπραξε, με αποτέλεσμα να παρουσιάσει τις θέσεις μόνο της μιας πλευράς. Ο παραπονούμενος ανέφερε πως, όπως πληροφορήθηκε, ο μαθητής πέταξε μια μπουκάλα στον εκπαιδευτικό αφού έκανε και άλλες αταξίες στην τάξη και ο εκπαιδευτικός τον έβγαλε από την τάξη, για να ηρεμήσει. Περαιτέρω ανέφερε πως τη σκηνή είδε μια γυναίκα που τυχαία βρέθηκε έξω από το σχολείο τη στιγμή εκείνη που θεώρησε πως έπρεπε να ζητήσει το λόγο, μπαίνοντας παράνομα στο κτίριο και στη συνέχεια υπέβαλε καταγγελία στην αστυνομία. Τέλος ο παραπονούμενος ανέφερε πως η υπόθεση έχει αποσυρθεί από την αστυνομία και η οικογένεια παραδέχτηκε πως το παιδί δεν κτυπήθηκε από τον δάσκαλο, γεγονότα που η ιστοσελίδα παρέλειψε να δημοσιεύσει όπως είχε υποχρέωση. Ο Διευθυντής ειδήσεων της ιστοσελίδας Φάνης Μακρίδης, παραθέτοντας της θέσεις του ανέφερε πως στο επίμαχο ρεπορτάζ προβλήθηκαν οι ισχυρισμοί της οικογένειας του παιδιού, χωρίς σε καμία περίπτωση να υιοθετηθούν από την ιστοσελίδα και γι’ αυτό χρησιμοποιήθηκαν λέξεις όπως «φέρεται» και «καταγγέλθηκε». Επίσης ανέφερε: «Σημειώστε ότι είχαμε όλα τα απαραίτητα στοιχεία που επιβεβαίωναν την ύπαρξη καταγγελίας. Ακόμα και το χαρτί από τις Πρώτες Βοήθειες του Γενικού Νοσοκομείου Λάρνακας που επιβεβαιώνουν ότι υπήρχαν ισχυρισμοί των γονέων περί τραυματισμού του παιδιού τους (σ.σ. επισυνάπτω το σχετικό έγγραφο). Πέραν απ’ αυτό, δεν κατονομάσαμε σε καμία περίπτωση τον υπό κατηγορία δάσκαλο, παρ’ όλο που ήταν αντικείμενο αστυνομικής έρευνας. Κι αυτό για να μην τον εκθέσουμε. Με λίγα λόγια, τηρήσαμε τη δεοντολογία, αποφεύγοντας να κάνουμε δικαστήριο μέσω διαδικτύου. «Ακόμη, επικοινωνήσαμε με τον πρόεδρο του Συνδέσμου Γονέων του Δημοτικού Σχολείου Καλού Χωριού Λάρνακας,… ο οποίος μας μετέφερε τις θέσεις του συνδέσμου και μας πληροφόρησε ότι ήρθε σε επαφή με τον ίδιο τον δάσκαλο. Του αναφέραμε ότι είμαστε στη διάθεση του δασκάλου για να μεταφέρουμε και τις δικές του θέσεις. Του είπαμε, συγκεκριμένα, ότι μπορεί ελεύθερα να διαβιβάσει το μήνυμά στον δάσκαλο». Εξ άλλου ανέφερε ότι σε νεότερο δημοσίευμα την επομένη «καλύψαμε και τη θέση του δασκάλου μέσω πληροφοριών μας». Στο δεύτερο δημοσίευμα, στις 13/5/2016, υπό τον τίτλο «Καλό Χωριό- Καταγγελία ξυλοδαρμού 10χρονου από δάσκαλο- Η ιατρική έκθεση δείχνει τραυματισμό –ΕΓΓΡΑΦΟ» αναφερόταν κυρίως στο περιεχόμενο ιατρικής βεβαίωσης (της οποίας δημοσιεύθηκε φωτοτυπία) ότι δηλαδή υπήρξε η διάγνωση ότι: «Αναφερόμενος ξυλοδαρμός –κάκωση κεφαλής» και σύσταση παραμονής εκτός σχολείου για μια ημέρα και επανόδου στο νοσοκομείο για περαιτέρω εξέταση. Στη συνέχεια επαναλαμβανόταν το περιεχόμενο της προηγούμενης είδησης τις ιστοσελίδας με την προσθήκη ότι «για κατάθεση κλήθηκε και ο δάσκαλος, ο οποίος ισχυρίστηκε ότι το παιδί του έριξε πλαστικό μπουκάλι στην πλάτη και ότι απλώς το έβγαλε έξω από την τάξη». Η είδηση αναφερόταν επίσης σε επικοινωνία με τον πρόεδρο του Συνδέσμου Γονέων του σχολείου και κατέληγε με την πληροφορία ότι «το Υπουργείο Παιδείας είναι ενημερωμένο για το συμβάν και θα περιμένει να δει την κατάληξη του θέματος και σε περίπτωση που προχωρήσει νομικά η υπόθεση τότε ανάλογα με την ετυμηγορία του Δικαστηρίου θα ενεργήσει. Ο καθ’ ου το παράπονο υποστήριξε τέλος ότι η θέση του είναι πως «τηρήθηκε η δεοντολογία στο έπακρο». Η Επιτροπή εξέτασε πρωτίστως τη θέση του καθ’ ου το παράπονο ότι δεν κατονόμασε σε καμιά περίπτωση τον «υπό κατηγορία» δάσκαλο, σημειώνοντας ότι ο χαρακτηρισμός «υπό κατηγορία» είναι ανακριβής, δεδομένου ότι στο στάδιο κατά το οποίο γραφόταν η είδηση ο δάσκαλος δεν ήταν καν ύποπτος, αλλά απλώς υπό καταγγελία και ποτέ δεν υπήρξε ύποπτος ή κατηγορούμενος. Το γεγονός πως δεν κατονομάστηκε ο δάσκαλος δεν έχει καμιά σημασία, γιατί δεν χρειάζεται να αναφερθεί το όνομα κάποιου προκειμένου να αναγνωρισθεί. Είναι αρκετό από τα στοιχεία που αναφέρονται σε μια είδηση να είναι δυνατό έστω και ένα άτομο να αναγνωρίσει κάποιον για να συντελεστεί η ταυτοποίησή του. Ο αριθμός των προσώπων που θα το αναγνωρίσουν έχει σχέση με την έκταση της αναγνώρισης, αλλά όχι με τον αναγνώριση αυτή καθ’ εαυτή. Το σύνολο των εκπαιδευτικών του δημοτικού σχολείου Καλού Χωριού ανέρχεται σε 10 άτομα, από τα οποία μόνο 4 είναι άνδρες. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι σε μια μικρή κοινότατα όπως το Καλό Χωριό είναι αναμενόμενο να γνωρίζει ο καθένας ποιος δάσκαλος ανάμεσα σε τέσσερις ενεχόταν στο κατ’ ισχυρισμό επεισόδιο, όπως επίσης και οι συνάδελφοί του δασκάλου, φίλοι και γνωστοί. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα ατόμων που καταδικάστηκαν σε αγωγές δυσφήμησης που ήγειραν πρόσωπα που δεν κατονομάστηκαν αλλά τα οποία ήταν δυνατό να αναγνωρισθούν από τα συμφραζόμενα. Συνήθως ένα άτομο πρέπει να ανήκει σε μια σχετικά πολυάριθμη ομάδα για να μπορεί να ευσταθήσει ο ισχυρισμός ότι δεν ήταν δυνατό να αναγνωρισθεί μεταξύ των άλλων μελών της ομάδας. Στη δικαστική πρακτική και ανάλογα με την περίπτωση θεωρείται ότι μια αγωγή μπορεί να ευσταθήσει όταν εγείρεται από ένα άτομο που δεν κατονομάστηκε αλλά ανήκει σε μια ομάδα όχι μεγαλύτερη των 12 ατόμων. Επίσης η Επιτροπή επισήμανε πως το επίμαχο στοιχείο στο παράπονο δεν ήταν κατά πόσο έγινε καταγγελία στην αστυνομία, αλλά κατά πόσο το δημοσίευμα στο σύνολό του έθιγε το δάσκαλο και κατά πόσο επιδείχθηκε η δέουσα μέριμνα για να παρουσιασθεί η δική του θέση. Εξετάζοντας το περιεχόμενο της επίμαχης είδησης, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι ο τίτλος, που είναι αναπόσπαστο μέρος της είδησης και μάλιστα το πιο κρίσιμο, γιατί μεταφέρει αυτό που θεωρείται η ουσία της είδησης, καταλόγιζε ευθέως και χωρίς περιστροφές ή επιφυλάξεις μια αξιόποινη πράξη στο δάσκαλο. Ο τίτλος ανέφερε: «Καλό Χωριό: Δάσκαλος «έστειλε» 10χρονο μαθητή στο Νοσοκομείο! – Καταγγελία στην Αραδίππου». Ο τίτλος είναι το πρώτο πράγμα που διαβάζει ο αναγνώστης και σε πολλές περιπτώσεις ίσως και το μόνο. Στην περίπτωση αυτό το μήνυμα είναι τόσο ευθύ και σαφές που κατά την άποψη της Επιτροπής δεν χρειάζεται καν συζήτηση για το αν η είδηση καταλογίζει στον δάσκαλο το γεγονός ότι «έστειλε» μαθητή στο Νοσοκομείο. Επίσης η Επιτροπή σημείωσε ότι η είδηση συνοδεύθηκε από εικόνες αστυνομικού τμήματος, που καμιά σχέση δεν είχαν με το επίμαχο επεισόδιο, οι οποίες τείνουν να ενισχύσουν την αληθοφάνεια όσων αναφέρονται στο κείμενο στην αντίληψη ανίδεων επισκεπτών της ιστοσελίδας. Επιβεβαίωση της θέσης αυτής αποτελούν τα σχόλια επισκεπτών της ιστοσελίδας, τα οποία άνευ ετέρου θεώρησαν το δάσκαλο ένοχο και τον καταδίκασαν, ενώ διατύπωσαν διάφορες κατηγορίες και χαρακτηρισμούς κατά των δασκάλων γενικά. Είναι εντυπωσιακοί οι χαρακτηρισμοί που χρησιμοποιήθηκαν για το δάσκαλο και τους δασκάλους γενικά, με αφορμή την είδηση: «ο κάθε τυχαίος», «να πάει σε ψυχολόγο», «δεν είχε δικαίωμα να το κτυπήσει», «θέλει ένα γερό ξύλο», «ο άχρηστος», «κανονικά οι δάσκαλοι πρέπει να περνάνε από ψυχολόγο». Όπως η Επιτροπή αποφάσισε σε προηγούμενες ανάλογες περιπτώσεις, η ιστοσελίδα που δίδει αφορμή και τη δυνατότητα να αναρτηθούν σχόλια και αφήνει αναρτημένα επιλήψιμα σχόλια αναγνωστών φέρει απόλυτη ευθύνη γι’ αυτά. (Ιδε υποθέσεις 8/27/5/2015 και (1/14/1/2014, καθώς και απόφαση ΕΔΑΔ στην υπόθεση DEFLI v. ESTONIA, αντίστοιχα: http://www.cmcc.org.cy/Decisions/index_2014_files/1_2014.html http://www.cmcc.org.cy/Decisions/index_2015_files/8_2015.html http://hudoc.echr.coe.int/eng?i=001-155105 ) Κατά συνέπεια η Επιτροπή έκρινε ότι το περιεχόμενο του τίτλου, αλλά και των καταδικαστικών, υβριστικών και προσβλητικών σχολίων για το δάσκαλο, που αφέθηκαν αναρτημένα, συνιστούσε παραβίαση του τεκμηρίου της αθωότητας του δασκάλου, κατά παράβαση της πρόνοιας του άρθρου 9 του Κώδικα Δημοσιγοραφικής Δεοντολογίας. Το άρθρο 9 προνοεί ότι: «Οι λειτουργοί σέβονται πλήρως την αρχή ότι ο ύποπτος ή κατηγορούμενος για διάπραξη αδικήματος είναι αθώος μέχρις αποδείξεως του αντιθέτου, σύμφωνα με τη νόμιμη διαδικασία και συνεπώς αποφεύγουν να δημοσιοποιήσουν ο,τιδήποτε το οποίο να οδηγεί σε συμπεράσματα ως προς την ενοχή ή αθωότητα του υπόπτου ή/και κατηγορουμένου ή τείνει να τον διασύρει ή διαπομπεύσει». Η Επιτροπή έκρινε επίσης ότι η είδηση συνιστά παραβίαση των προνοιών του άρθρου 12 που προβλέπει ότι είναι γενικά ανεπίτρεπτος ο χλευασμός, η διαπόμπευση και ο διασυρμός οποιωνδήποτε ατόμων ή ομάδων και όχι μόνο των κατηγορουμένων ή υπόπτων. Η Επιτροπή αποφάσισε περαιτέρω ότι η είδηση ήταν μονομερής και μεροληπτική κατά παράβαση της γενικής διάταξης περί παροχής αντικειμενικής και ολοκληρωμένης πληροφόρησης, δεδομένου ότι περιορίστηκε στην παράθεση των ισχυρισμών της μιας πλευράς, χωρίς καμιά ουσιαστική μέριμνα να παρουσιασθεί η άποψη του δασκάλου. Μια καταγγελία στην αστυνομία συνιστά εκ των πραγμάτων μια μονομερή παράθεση γεγονότων και το γεγονός ότι απλώς έγινε μια καταγγελία δεν αποτελεί δικαιολογία για να παρατίθενται οι απόψεις της μιας πλευράς σε μια υπόθεση, κατά τρόπο που παραβιάζει τις αρχές της δημοσιογραφικής δεοντολογίας περί ακρίβειας των πληροφοριών, παροχής αντικειμενικής, ολοκληρωμένης και έγκυρης πληροφόρησης και παροχής της ευκαιρίας για άσκηση του δικαιώματος απάντησης. Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι διαβίβασε μήνυμα προς το δάσκαλο μέσω του προέδρου του Συνδέσμου Γονέων ότι ήταν πρόθυμος να δημοσιεύσει τη θέση του για το επεισόδιο. Όμως η Επιτροπή έκρινε ότι αυτό δεν συνιστούσε επαρκή προσπάθεια, γιατί μια σοβαρή ενέργεια, όπως ήταν η λήψη της άλλης άποψης, αφέθηκε στην καλή θέληση ενός τρίτου. Η Επιτροπή θώρησε πως, δεδομένης της σοβαρότητας της καταγγελίας που διατυπώθηκε εναντίον του για μια πράξη που έθετε σε κίνδυνο τη θέση του ως δασκάλου, θα έπρεπε να είχε επιδιωχθεί άμεση και προσωπική επαφή με τον ίδιο το δάσκαλο. Είναι γεγονός ότι στην είδηση για το ίδιο θέμα την επομένη ημέρα αναφέρθηκε ότι ο δάσκαλος κλήθηκε σε κατάθεση και «ισχυρίστηκε ότι το παιδί του έριξε πλαστικό μπουκάλι στην πλάτη και ότι απλώς το έβγαλε έξω από την τάξη». Η Επιτροπή έκρινε ότι η ζημιά για το δάσκαλο είχε ήδη γίνει με το πρώτο δημοσίευμα, λαμβάνοντας υπόψη και την έκταση που δόθηκε στο θέμα. Επίσης σημείωσε πως η παράθεση των απόψεων του δασκάλου δεν ήταν το κύριο μέρος της είδησης, η οποία μάλλον επικεντρώθηκε στο θέμα του φερόμενου ξυλοδαρμού του παιδιού και στην ενίσχυση της εντύπωσης αυτής, με τη δημοσίευση της φωτοτυπίας του πιστοποιητικού του νοσοκομείου ύστερα από εξέτασή του, το οποίο εξασφάλισε η ιστοσελίδα. Περαιτέρω, η Επιτροπή έκρινε ότι η πληροφόρηση που παρέσχε η ιστοσελίδα δεν ήταν ολοκληρωμένη, γιατί ήγειρε διάφορα σημεία τα οποία άφησε να αιωρούνται. Μεταξύ άλλων είχε γράψει πως «η καταγγελία του εν λόγω δασκάλου στο Υπουργείο Παιδείας θεωρείται δεδομένη». Η φράση «θεωρείται δεδομένη» υπονοεί ότι η αναφορά αυτή συνιστά εικασία ότι θα ακολουθούσε η λήψη μέτρων κατά του δασκάλου, αναφέροντας μάλιστα ότι το Υπουργείο θα ενεργούσε ανάλογα με την ετυμηγορία του Δικαστηρίου αν προχωρούσε νομικά η υπόθεση. Ωστόσο, η ιστοσελίδα άφησε αναπάντητα ερωτήματα και τη σκιά πάνω από το δάσκαλο, παραλείποντας να επανέλθει στο θέμα που ανέδειξε και να παράσχει πληροφόρηση για την εξέλιξη και κατάληξη της υπόθεσης, η οποία εκ των υστέρων διαφάνηκε ότι δεν ήταν τόσο σοβαρή όσο δόθηκε η εντύπωση ότι ήταν. Η Επιτροπή, διερευνώντας το θέμα, έλαβε υπεύθυνη πληροφόρηση από την Αστυνομία πως οι γονείς του παιδιού που υπέβαλαν την καταγγελία στην Αστυνομία την απέσυραν στη συνέχεια, αφού είχαν συνάντηση με τη διευθύντρια του σχολείου και το δάσκαλο, κατά την οποία δόθηκαν αμοιβαίες εξηγήσεις, τόσο ως προς το επεισόδιο όσο και για το πώς προκλήθηκε το τραύμα στην κεφαλή του παιδιού. Επίσης το Υπουργείο Παιδείας δεν θεώρησε ότι μπορούσε ή είχε επαρκή στοιχεία για να κινηθεί πειθαρχικά εναντίον του δασκάλου. Η Επιτροπή θεωρεί την περίπτωση αυτή τυπική πολλών άλλων υποθέσεων κατά τις οποίες ειδήσεις στηρίζονται σε καταγγελίες στην Αστυνομία. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι μια καταγγελία στην αστυνομία είναι εξ ορισμού ένας μονόπλευρος ισχυρισμός, γι’ αυτό και οι δημοσιογράφοι όταν χειρίζονται υποθέσεις του είδους αυτού οφείλουν να ενεργούν προσεκτικά ώστε να μη παρέχουν μονόπλευρη πληροφόρηση, να μη διασύρουν πρόσωπα και να μη παραβιάζουν το τεκμήριο της αθωότητας προσώπων προτού καν μια υπόθεση οδηγηθεί στο δικαστήριο. Επίσης οφείλουν να έχουν υπόψη ότι πλείστες όσες καταγγελίες δεν έχουν δικαστική συνέχεια και επομένως είναι άδικο και αντιδεοντολογικό να θυματοποιούνται άτομα και να κρίνονται από την κοινή γνώμη χωρίς δίκη. Η Επιτροπή επισημαίνει σχετικά ότι η χρήση λέξεων που στην ουσία παρέχουν κάλυψη στο δημοσιογράφο, δεν παρέχουν την ίδια προστασία στα επηρεαζόμενα πρόσωπα. Φράσεις όπως «φέρεται», «έγινε καταγγελία ότι…», «υπάρχει ισχυρισμός ότι…» δίδουν τη δυνατότητα στο δημοσιογράφο να προβάλει το επιχείρημα ότι δεν υιοθετεί τα αναφερόμενα σε μια είδηση, αλλά είναι γενικά παρατηρημένο ότι οι φράσεις αυτές και παρόμοιες είναι ψιλά γράμματα για τους πλείστους αναγνώστες. Το θέμα που εγείρεται δεν είναι αν ο δημοσιογράφος συμμερίζεται ή όχι αυτά που καταγγέλλονται, αλλά αν τα άτομα προς τα οποία απευθύνεται η είδηση, δηλαδή οι αναγνώστες, είναι δυνατό να τα εκλάβουν.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
19/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
12/07/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (19/24/5/2016) από τη Μελίνα Καραγεωργίου εναντίον του δημοσιογράφου Μαρίνου Νομικού για «χυδαία και σεξιστική» επίθεση εναντίον της, με ανάρτησή του στο Twitter. Το παράπονο αφορούσε σε σχόλιο του Μαρίνου Νομικού για την περιγραφή του πρώτου ημιτελικού του διαγωνισμού τραγουδιού της Eurovision στις 10/5/2016. Ειδικότερα, ο Μαρίνος Νομικός έγραψε το ακόλουθο σχόλιο στο Twitter : «Τα αστεία Μελίνα μου είναι όπως τα αρχίδια στην πίπα. Πρέπει πρώτα να τα πιάσεις για να μπορείς να αποδώσεις #eurovisioncy #eurovisiongr . » Η παραπονούμενη ανέφερε πως επρόκειτο για ένα σχόλιο «άκρως προσβλητικό, για το οποίο οποιοσδήποτε χαρακτηρισμός είναι λίγος». Το tweet, όπως ανέφερε, διαβάστηκε ή μπορούσε να διαβαστεί από οποιονδήποτε χρήστη του διαδικτύου. Επίσης ανέφερε: «Πρόκειται για σχόλιο που ασφαλώς ουδεμία σχέση έχει με την καλόπιστη κριτική, ούτε καν την κακόπιστη, αλλά για μια πρόστυχη προσβολή και συκοφαντική δυσφήμηση. Αισθάνομαι προσβεβλημένη ως επαγγελματίας δημοσιογράφος, ως γυναίκα, ως πολίτης. Πρόκειται για ανήθικη επίθεση που μου προκάλεσε ψυχική οδύνη και αγανάκτηση…». Εξ άλλου, ανέφερε πως ο Μαρίνος Νομικός, απαντώντας σε δικό της tweet στο οποίο επεσήμανε ότι η αναφορά του αποτελούσε χυδαιότητα και σεξιστικό παραλήρημα, έγραψε : «@Melina_Kara «Φυσικά και θα έπαιζες το χαρτί του σεξισμού - ελλείψει επιχειρημάτων. Περάσαμε καλά στις διακοπές στη Σουηδία δημοσία δαπάνη;» Η παραπονούμενη υποστήριξε πως η αναφορά αυτή αποτελούσε προσβολή για την ίδια και το ΡΙΚ ότι την έστειλε για διακοπές και όχι για κάλυψη του διαγωνισμού, κατηγορώντας το ΡΙΚ έμμεσα ότι σπαταλά δημόσιο χρήμα. Ο Μαρίνος Νομικός απάντησε στο παράπονο αναφέροντας πως ο λογαριασμός στον οποίο αναρτήθηκε το επίμαχο tweet είναι δικός του και γράφτηκε κατά τη διάρκεια της ζωντανής μετάδοσης του διαγωνισμού της Γιουροβίζιον «όπου έπρεπε μεταξύ άλλων να υποστούμε και την «περιγραφή» της εν λόγω συναδέλφου». Ανέφερε επίσης ότι το tweet γράφτηκε σε ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ λογαριασμό στον οποίο γράφει ως Μαρίνος Νομικός και όχι με τη δημοσιογραφική του ιδιότητα και έθεσε το ερώτημα κατά πόσο αν βριζόταν με την παραπονούμενη στον δρόμο, θα μπορούσε να επέμβει η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Ο Μαρίνος Νομικός παραδέχθηκε ότι το σχόλιό του ήταν «πρόστυχο, χυδαίο και σχεδόν πορνογραφικό –όπως πολλά από τα tweets μου, είναι το γνώριμο στιλ μου», αλλά ήταν ένα αστείο και σε καμιά περίπτωση σεξιστικό, «εκτός κι αν η κα Καραγεωργίου θεωρεί την πίπα αποκλειστικό γυναικείο προνόμιο (ας την πληροφορήσει κάποιος ότι την κάνουν και άντρες)» Πρόσθεσε πως το tweet αναφερόταν στον τρόπο που η παραπονούμενη «αντιλαμβανόταν τα αστεία (ή πιο σωστά που ΔΕΝ) των Σουηδών διοργανωτών και έκανα έναν παραλληλισμό με το πιάνω και το «πιάνω», χυδαίο μεν και ίσως κακόγουστο όμως αφορούσε καθαρά τη δουλειά της». Εξ άλλου, έθεσε το ερώτημα «από πότε η αναφορά σε μια καθόλα συνηθισμένη σεξουαλική πράξη είναι σεξισμός; Επειδή απευθύνθηκα σε γυναίκα;» προσθέτοντας πως προσωπικά δεν κάνει ποτέ τέτοιες διακρίσεις φύλου. Περαιτέρω ανέφερε πως «το χυδαίο χιούμορ και η καφρίλα δεν είναι για όλους – αυτοί όμως που δεν το αντέχουν ας μείνουν μακριά από το Twitter, υπάρχουν πάντα το FB και το Instagram». Τέλος ανέφερε πως όταν αντιλήφθηκε πόσο πολύ την πείραξε την παραπονούμενη διέγραψε το επίμαχο tweet γιατί δεν ήταν στην πρόθεσή του να προσβάλει κανένα, προσθέτοντας πως «αν παραμένει «συγκλονισμένη», «σοκαρισμένη» και «βαθιά προσβεβλημένη ως προσωπικότητα» από το tweet, τότε έχει την ειλικρινή μου συγγνώμη. Ήταν χιούμορ. Χυδαίο μεν αλλά χιούμορ». Η Επιτροπή εξέτασε το παράπονο και τις θέσεις του καθ’ ου το παράπονο επισταμένα, γιατί εγείρονται σοβαρότατα θέματα τα οποία άπτονται της αρμοδιότητας της Επιτροπής τόσο επί των δημοσιογράφων όσο και των αναρτήσεων στο διαδίκτυο, είτε πρόκειται για σελίδες κοινωνικής δικτύωσης είτε για blogs. Το πιο σοβαρό ερώτημα που απασχόλησε την Επιτροπή είναι κατά πόσο δημοσιογράφοι που γράφουν σε σελίδες κοινωνικής δικτύωσης σε «προσωπικούς» λογαριασμούς είναι υπόλογοι στην Επιτροπή ή διαφεύγουν του ελέγχου επειδή ο λογαριασμός στον οποίο γράφουν χαρακτηρίζεται προσωπικός. Η Επιτροπή έκρινε ότι έχει πλήρη εφαρμογή απόφασή της σε προηγούμενο παρόμοιο παράπονο (11/19/3/2014), στην οποία επισήμανε πως ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας προβλέπει ότι η εφαρμογή του εκτείνεται «επί όλων των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης… και των λειτουργών των» και ότι η «Επιτροπή δέχεται, επιλαμβάνεται και αποφασίζει επί παραπόνων για κατ’ ισχυρισμό παραβιάσεις του παρόντα Κώδικα από Λειτουργό ή/και Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης…» Στην υπόθεση εκείνη αποφάσισε πως το Facebook γενικά, ως σαφώς ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης είναι εκτός της αρμοδιότητάς της Επιτροπής. Κατ’ αναλογία, η Επιτροπή αποφάσισε πως και το Twitter γενικά δεν εμπίπτει στη δικαιοδοσία της Επιτροπής. Όμως, η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι σελίδες κοινωνικής δικτύωσης χρησιμοποιούνται όλο και περισσότερο ως δίαυλοι μετάδοσης και διασποράς ειδήσεων από τα ΜΜΕ και τους δημοσιογράφους, αποφάσισε πως ο ορθότερος τρόπος αντιμετώπισης των θεμάτων που ανακύπτουν είναι η εξέταση κάθε περίπτωσης ξεχωριστά, στη βάση των εκάστοτε δεδομένων. Πρόκειται για μια πρακτική που ακολουθείται από όλα τα μη θεσμοθετημένα Συμβούλια Τύπου στην Ευρώπη, δηλαδή από τα Συμβούλια των οποίων η αρμοδιότητά δεν καθορίζεται από το νόμο. Το βασικό ερώτημα που εξετάζεται είναι κατά πόσο, λαμβάνοντας όλα τα δεδομένα υπόψη το συμπέρασμα που προκύπτει είναι κατά πόσο ο γράφων ενήργησε στη βάση του δημοσιογραφικού του υπόβαθρου, ή αντίθετα, κατά πόσο θα έγραφε τα ίδια αν δεν ήταν δημοσιογράφος. Υπάρχουν θεσμοθετημένα συμβούλια των οποίων η αρμοδιότητα επί των διαδικτυακών ιστοσελίδων καθορίζεται από το νόμο. Τα μη θεσμοθετημένα συμβούλια στον Ευρωπαϊκό χώρο σχεδόν στην ολότητά τους δέχονται παράπονα για δημοσιεύματα σε σελίδες κοινωνικής δικτύωσης ή blogs οσάκις οι γράφοντες είναι δυνατό να συνδεθούν με έντυπο, το οποίο είναι μέλος του συστήματος αυτορρύθμισης και εφ’ όσον ο Αρχισυντάκτης ελεγχόμενου εντύπου ασκεί έλεγχο πάνω τους ή οσάκις οι γράφοντες το πράττουν ενεργώντας ως δημοσιογράφοι. Στην Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία που συνδέονται στενά με το Ευρωπαϊκό σύστημα αυτορρύθμισης, ακόμη και bloggers που δεν είναι δημοσιογράφοι εξ επαγγέλματος θεωρούνται και τυγχάνουν χειρισμού ως δημοσιογράφοι όταν συστηματικά παρέχουν στα blogs τους πληροφόρηση. Θα πρέπει επίσης να τονισθεί ότι αποτελεί πάγια πρακτική να θεωρούνται υπεύθυνοι όσοι παρέχουν την ευκαιρία σε μέλη του κοινού, είτε πρόκειται για ΜΜΕ ή για δημοσιογράφους, να αναρτούν σχόλια τα οποία είναι επιλήψιμα, με βάση σχετική απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.http://www.cmcc.org.cy/Decisions/index_2014_files/1_2014.html http://www.cmcc.org.cy/Decisions/index_2015_files/8_2015.html http://hudoc.echr.coe.int/eng?i=001-155105 Πέραν των όσων έχουν αναφερθεί ανωτέρω ως καθιερωμένη πρακτική, η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας σαφώς έχει αρμοδιότητα επί των λειτουργών των ΜΜΕ που πηγάζει ρητά από τον Κώδικα, όπως έχει αναφερθεί πιο πάνω, η οποία αφορά στην επαγγελματική τους συμπεριφορά ανεξάρτητα από τον τρόπο και το μέσο εκδήλωσής της. Ο Κώδικας σαφώς ορίζει ότι «το ήθος, η αξιοπρέπεια και εντιμότητα, η διαγωγή, η συμπεριφορά και το επαγγελματικό επίπεδο των λειτουργών θα πρέπει να είναι της υψηλότερης δυνατής στάθμης», χωρίς να κάνει διάκριση ανάλογα με το αν η συμπεριφορά αυτή εκδηλώνεται σε ΜΜΕ ή άλλως πως. Αυτό σημαίνει ότι η επαγγελματική συμπεριφορά των δημοσιογράφων θα πρέπει να είναι ενιαία και η τήρηση των κανόνων της δημοσιογραφικής δεοντολογίας διαχρονική και ανεξάρτητη από τον τρόπο εκδήλωσης της, επομένως και μέσα από τις σελίδες κοινωνικής δικτύωσης, οι οποίες συνεχώς αποκτούν και μεγαλύτερη σημασία όσον αφορά στην ενημέρωση. Και αυτό γιατί θα ήταν αντιφατικό και υπονομευτικό του κύρους του δημοσιογραφικού λειτουργήματος, οι λειτουργοί των ΜΜΕ να σέβονται μεν τις πρόνοιες του Κώδικα μέσα στο χώρο της δημοσιογραφικής εργασίας αλλά να τις ξεχνούν και να τις παραβιάζουν όταν περάσουν το κατώφλι του δημοσιογραφικού γραφείου, ή να μπορούν να ξεφεύγουν από την υποχρέωση εφαρμογής των προνοιών του Κώδικα με το επιχείρημα της ιδιωτικής ή προσωπικής δραστηριότητας. Στην προκειμένη περίπτωση, το ερώτημα είναι κατά πόσο η δημοσιογραφική επαγγελματική ιδιότητα του καθ’ ου το παράπονο μπορεί να ανιχνευθεί πίσω από τη δραστηριότητα στο συγκεκριμένο μήνυμα που ανάρτησε στο Twitter. Ο Μαρίνος Νομικός είναι γνωστός δημοσιογράφος-σχολιαστής σε διάφορα έντυπα επί τηλεοπτικών και κινηματογραφικών θεμάτων. Η Επιτροπή θεωρεί πως, αν και ο ίδιος χαρακτηρίζει το λογαριασμό του «προσωπικό» πλείστα όσα μηνύματά του εκπηγάζουν από τη δημοσιογραφική του ιδιότητα. Στην προκειμένη περίπτωση σχολιάζεται με την κριτική ματιά του δημοσιογράφου η εργασία ενός άλλου δημοσιογράφου, προς την οποία απευθύνεται μάλιστα με συναδελφική οικειότητα, π.χ. «τα αστεία Μελίνα μου…» Υπό το φως των ανωτέρω, η Επιτροπή αποφάσισε ότι έχει αρμοδιότητα να κρίνει το tweet του Μαρίνου Νομικού το οποίο ανάρτησε στο Twitter, όπου θα μπορούσαν να το δουν χιλιάδες άτομα και να το διαβάσει οποιοσδήποτε. Ο Μαρίνος Νομικός έθεσε το ερώτημα «εάν βριζόμασταν με τη Μελίνα στο δρόμο θα μπορούσε να επέμβει η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας». Η απάντηση είναι αρνητική. Όμως στην προκειμένη περίπτωση δεν επρόκειτο για ένα ιδιωτικό μήνυμα, αλλά για μήνυμα που αναρτήθηκε δημοσίως σε ένα λογαριασμό Twitter που τον ακολουθούν σχεδόν πέντε χιλιάδες άτομα και θα μπορούσαν να το δουν άλλες τόσες χιλιάδες τυχαίοι επισκέπτες Όπως παραδέχεται και ο ίδιος, το σχόλιό του «ήταν πρόστυχο, χυδαίο και σχεδόν πορνογραφικό» –όπως πολλά από τα tweets του, σύμφωνα με τη δική του παραδοχή. Περαιτέρω, στο δεύτερο tweet που έγραψε την κατηγορεί, ή αφήνει σαφώς να υπονοηθεί ότι πήγε στη Σουηδία όχι για να κάμει δημοσιογραφική εργασία, δηλαδή να μεταδώσει το διαγωνισμό τραγουδιού της Γιουροβίζιον αλλά για να κάμει διακοπές πληρωμένες από το ΡΙΚ. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή αποφάσισε ότι τα δύο μηνύματα περιέχουν αναφορές που συνιστούν παραβιάσεις, οι οποίες διαπερνούν το σύνολο της γενικής πρόνοιας του Κώδικα που προβλέπει ότι: «Το ήθος, η αξιοπρέπεια και εντιμότητα, η διαγωγή, η συμπεριφορά και το επαγγελματικό επίπεδο των λειτουργών θα πρέπει να είναι της υψηλότερης δυνατής στάθμης. Οι λειτουργοί των ΜΜΕ αποφεύγουν δημοσιεύματα ή μεταδόσεις ή τη χρήση γλώσσας, που με βάση τις επικρατούσες αντιλήψεις, έχουν χυδαίο ή αισχρό περιεχόμενο. Οι λειτουργοί έχουν δικαίωμα να κρίνουν το έργο συναδέλφων τους, αλλά το πράττουν με σεβασμό στην τιμή και υπόληψή τους και αποφεύγουν προσωπικές επιθέσεις και μειωτικές της προσωπικότητας αναφορές». Δεδομένης της θέσης του Μαρίνου Νομικού ότι προσωπικά δεν κάνει διακρίσεις φύλου, η Επιτροπή δεν θεώρησε την πρώτη ανάρτησή του ως «σεξιστική», δηλαδή ως παραβίαση της πρόνοιας του άρθρου 12 περί αποφυγής δυσμενών διακρίσεων στη βάση του φύλου και του προσωπικού καθεστώτος της παραπονούμενης. Η Επιτροπή θεωρεί χρήσιμο να υποδείξει ότι η διαχωριστική γραμμή μεταξύ της συμπεριφοράς των λειτουργών των ΜΜΕ ως δημοσιογράφων και ως ιδιωτών πολιτών είναι πολύ λεπτή οσάκις αφορά σε θέματα που είναι δυνατό να υποδηλώνουν «δημοσιογραφική δραστηριότητα». Γι’ αυτό απευθύνεται προς τα ΜΜΕ αναφέροντας ότι έχουν ευθύνη, αλλά και συμφέρον, να επιστήσουν την προσοχή των δημοσιογράφων που εργοδοτούν στο γεγονός ότι η διάταξη του Κώδικα η οποία ορίζει πως «το ήθος, η αξιοπρέπεια και εντιμότητα, η διαγωγή, η συμπεριφορά και το επαγγελματικό επίπεδο των λειτουργών θα πρέπει να είναι της υψηλότερης δυνατής στάθμης» αφορά σε όλες τις ενέργειές τους που σχετίζονται με τη δημοσιογραφική επαγγελματική τους ιδιότητα ή εκπορεύονται από την ιδιότητα αυτή. Σε τελευταία ανάλυση η κρίση του κοινού για τη συμπεριφορά των δημοσιογράφων αντανακλά στα ίδια τα ΜΜΕ.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
17/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
12/07/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας επιλήφθηκε παραπόνου (17/4/5/2016) από δικηγόρο για δημοσίευμα στον ΠΟΛΙΤΗ σε σχέση με επεισόδια που είχαν διαδραματισθεί σε ορεινό χωριό τον Αύγουστο του 2015 και δικαστικά μέτρα που λήφθηκαν ύστερα από αυτά. Ο παραπονούμενος, αναφέροντας πως ενεργούσε και εκ μέρους της συζύγου του, υποστήριξε ότι η εφημερίδα παρέλειψε να εξακριβώσει τα γεγονότα και να παραθέσει την άλλη άποψη. Το επίμαχο δημοσίευμα, ημερομηνίας 30/4/2016, αναφερόταν σε δικηγόρο, το όνομα του οποίου δεν αναφέρθηκε, ο οποίος φέρεται να μπήκε στο υποστατικό της επιχείρησης του θείου της συζύγου του και του επιτέθηκε, επειδή τον θεώρησε υπεύθυνο για το σκίσιμο αφίσας που διαφήμιζε καλλιτεχνικό γεγονός στο χωριό, τον Αύγουστο του 2015, στο οποίο θα τραγουδούσε η σύζυγός του. Το δημοσίευμα ανέφερε ότι ο θείος της συζύγου είχε καταχωρίσει αγωγή εναντίον του δικηγόρου, συζύγου της ανεψιάς του, για αποζημιώσεις 200.000 μέχρι 500.000 ευρώ και ότι επέκειτο και η καταχώριση ποινικής αγωγής εναντίον του δικηγόρου για επίθεση και πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης, ενώ με διάταγμα δικαστηρίου δεσμεύτηκε η ακίνητη περιουσία του, προκειμένου να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις της πολιτικής αγωγής. Το δημοσίευμα, επικαλούμενο ισχυρισμούς του θείου που λήφθηκαν από το δικόγραφο της πολιτικής αγωγής, ανέφερε ότι οι καλές σχέσεις του θείου με την οικογένεια της ανεψιάς του διαταράχθηκαν τον Αύγουστο 2015 όταν η σύζυγος του εναγόμενου δημοσιοποίησε την απόφασή της να διοργανώσει μουσική βραδιά σε εξοχική της κατοικία, σε ημερομηνία η οποία συνέπιπτε με ήδη προγραμματισμένη αντίστοιχη εκδήλωση που θα γινόταν στην επιχείρηση του ενάγοντος θείου. Σύμφωνα πάντα με το δημοσίευμα, ο θείος πήγε στο σπίτι της αδελφής του και της ζήτησε να πει στην κόρη της να μεταφέρει την εκδήλωσή της σε άλλη ημερομηνία, οπότε, όπως ισχυρίστηκε, δέχθηκε λεκτική επίθεση από τον δικηγόρο που ήταν παρών, ο οποίος τον εξύβρισε με άσχημους χαρακτηρισμούς. Αργότερα η ανεψιά μετέθεσε τη δική της εκδήλωση για τις 18 Αυγούστου 2015 και μάλιστα τραγούδησε στην εκδήλωση που έγινε στην επιχείρηση του θείου της δύο ημέρες νωρίτερα. Περαιτέρω το δημοσίευμα ανέφερε ότι το πρωί της 18ης Αυγούστου, σύμφωνα με όσα υποστηρίζονται στην αγωγή, ο δικηγόρος περνούσε με το ποδήλατό του έξω από την επιχείρηση του ενάγοντος και παρατήρησε ότι μία αφίσα που διαφήμιζέ την εκδήλωση της συζύγου του και βρισκόταν σε πάσσαλο έξω από την επιχείρηση ήταν σκισμένη. Ο δικηγόρος εισήλθε στο υποστατικό ενώ σ’ αυτό βρίσκονταν πελάτες οι οποίοι έτρωγαν και «αφού τον άρπαξε βίαια από τον λαιμό ενώ αυτός εξακολουθούσε να είναι καθήμενος, τον έσφιγγε δυνατά και με μανία σε ένα σιδερένιο περιτοίχισμα που βρίσκεται περιμετρικά ενός χαμηλού τοίχου». Αποτέλεσμα της επίθεσης ήταν ο ενάγων να υποστεί εγκεφαλικό επεισόδιο και να περιέλθει σε κατάσταση αφασίας. Αφού ο δικηγόρος αποχώρησε, ο ενάγων μεταφέρθηκε στο τοπικό νοσοκομείο, ενώ στη συνέχεια, λόγω της σοβαρότητας της κατάστασής του, διεκομίσθη στις πρώτες βοήθειες του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας». Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι το γεγονός ότι δεν υπήρξε έστω και προσχηματική προσπάθεια επικοινωνίας με τον ίδιο και τη σύζυγό του για σχολιασμό και επιβεβαίωση ή διάψευση όσων αναφέρονται στο δημοσίευμα καταδεικνύει περίτρανα αλλότρια κίνητρα. Περαιτέρω ανέφερε ότι η παράλειψη αυτή αντιβαίνει στις πρόνοιες των άρθρων 1 περί ακρίβειας των πληροφοριών, στο άρθρο 3 περί ιδιωτικής ζωής και στο άρθρο 9 περί τεκμηρίου αθωότητας. Εξ άλλου ανέφερε ότι η σύζυγός του έχει κάμει καταγγελία στην αστυνομία για απειλή κατά της ζωής της, επίθεση, απειλή χρήσης βίας, επέμβαση στην προσωπικότητα της και προσβολή της προσωπικότητας της, ψυχική οδύνη, παρενόχληση, ταλαιπωρία και συναφείς ζημιές και απώλειες που υπέστη από το θείο της στις 13/08/2015, εντός της αυλής της κατοικίας της. Υποστήριξε επίσης ότι κατά το επεισόδιο ο θείος της συζύγου του εξύβρισε τον ίδιο και τη σύζυγό του και διατύπωσε απειλές ότι θα τους σκότωνα με όπλο που κατείχε, αν η σύζυγός του δεν ακύρωνε μουσική εκδήλωση που είχε προγραμματίσει στη αυλή της κατοικίας της στις 15/08/2015, εκδήλωση που η σύζυγος του, φοβούμενη για την ζωή της και της οικογένειας, της εξαναγκάστηκε να ακυρώσει. Ο παραπονούμενος διατύπωσε παράπονα και εναντίον του θείου και άλλου ατόμου, ότι την ημέρα του Πάσχα και τη Δευτέρα του Πάσχα διένειμαν στον Πεδουλά φωτοτυπία του επίμαχου δημοσιεύματος. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι ήταν αναρμόδια να ασχοληθεί με το παράπονο εναντίον των δύο ιδιωτών, δεδομένου ότι δεν εμπίπτουν στη δικαιοδοσία της. Παραθέτοντας γραπτώς τις θέσεις της, η εφημερίδα πληροφόρησε την Επιτροπή ότι το δημοσίευμά της στηρίχθηκε σε δύο δικαστικά έγγραφα, δηλαδή σε αγωγή που καταχωρήθηκε στο επαρχιακό δικαστήριο Λευκωσίας εναντίον του δικηγόρου και περαιτέρω σε απόφαση του επαρχιακού δικαστηρίου Λευκωσίας, με την οποία έγινε αποδεκτό το αίτημα για δήμευση της περιουσίας του δικηγόρου προκειμένου να μην αποξενωθεί, ώστε να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις της αγωγής. Όπως ανέφερε η εφημερίδα, επειδή η είδηση στηριζόταν σε δικαστικά έγγραφα και αποφάσεις δεν θεώρησε ότι είχε υποχρέωση να διασταυρώσει τις πληροφορίες ή να λάβει της θέσεις του δικηγόρου, αν και είχε όλη την καλή πρόθεση να φιλοξενήσει την άποψή του αν το επιθυμούσε. Εξ άλλου ανέφερε ότι δημοσίευσε και τις δικές του θέσεις, στις 11 Μαΐου, 2016, τις οποίες πήρε από επιστολή του προς την εφημερίδα ημερομηνίας 4/5/2016. Όπως ανέφερε η εφημερίδα, η καθυστέρηση στη δημοσίευση οφειλόταν στο γεγονός ότι ο συντάκτης της είδησης απουσίαζε με άδεια. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι δεν μπορούσε να παρέμβει στην προκειμένη περίπτωση, δεδομένου ότι το δημοσίευμα της εφημερίδας ήταν προνομιούχο, εφ’ όσο είχε ως πηγή πληροφόρησης το κείμενο δικαστικής αγωγής και απόφαση δικαστηρίου. Επίσης αποφάσισε να ασκήσει τη διακριτική της ευχέρεια και να μη ασχοληθεί με ένα θέμα που βρίσκεται ενώπιον δικαστηρίου, με βάση τη σχετική πρόνοια του Κώδικα, αναστέλλοντας την ουσιαστική εξέταση του παραπόνου μέχρις ότι περατωθούν οι δικαστικές διαμάχες. Η Επιτροπή επιφυλάχθηκε να αποφασίσει αν θα επανέλθει επί του παραπόνου υπό το φως της εξέλιξης των δικαστικής διαμάχης. Παρά ταύτα, η Επιτροπή, έχοντας υπόψη ότι μια ιδιωτική αγωγή εκ των πραγμάτων περιέχει τις απόψεις μόνο της μιας πλευράς σε μια δικαστική διαμάχη, θεωρεί σκόπιμο να επισημάνει ότι η δημοσιογραφική δεοντολογία επιβάλλει να ακούγονται και οι δύο απόψεις σε μια διαμάχη. Η εφημερίδα είχε δύο επιλογές, είτε να ζητήσει τις απόψεις του αναφερόμενου στην είδηση δικηγόρου (απόψεις που δημοσίευσε λαμβάνοντάς τις από το κείμενο επιστολής του), είτε να παρακολουθήσει την εξέλιξη της υπόθεσης και να δημοσιεύσει την απάντησή του στην αγωγή. Η υποχρέωση παρακολούθησης της εξέλιξης της υπόθεσης παραμένει στο πλαίσιο της πρόνοιας για παροχή ολοκληρωμένης πληροφόρησης. Όμως η Επιτροπή θεώρησε ως μη ορθή τη θέση της εφημερίδας ότι δεν είχε υποχρέωση διασταύρωσης των πληροφοριών της επειδή δεν κατονόμασε το δικηγόρο ή το χωριό στο οποίο διαδραματίστηκαν τα επεισόδια. Από το όλο πλέγμα των γεγονότων και τη διανομή φωτοτυπίας του δημοσιεύματος, που ομολογουμένως ήταν εκτός του ελέγχου της εφημερίδας, δεν ήταν δύσκολο για τους κατοίκους του χωριού ή κάποιους από αυτούς, άσχετα πολλούς ή λίγους, να αντιληφθούν σε ποιον αναφερόταν η εφημερίδα. Επομένως, η υποχρέωσης παρακολούθησης της εξέλιξης της δικαστικής υπόθεσης και ενημέρωσης των αναγνωστών της εφημερίδας παραμένει. Η Επιτροπή θεωρεί σκόπιμο να υποδείξει ότι οι δημοσιογράφοι πρέπει να είναι ιδιαιτέρα προσεκτικοί όταν δεν κατονομάζουν άτομα γιατί είναι δυνατό από άλλα στοιχεία σε μια είδηση να προκύπτει η ταυτότητά τους. Αυτό είναι κάτι που οι δημοσιογράφοι πρέπει να είναι έτοιμοι να προβλέψουν όταν δεν κατονομάζουν άτομα στις ειδήσεις τους, έχοντας την εντύπωση ότι με αυτό τον τρόπο είναι καλυμμένοι. Τέλος η Επιτροπή θεωρεί αναγκαίο να σχολιάσει το ύφος και το περιεχόμενο της επιστολής-παραπόνου, επισημαίνοντας ότι ήταν υποτιμητικό και υβριστικό για την εφημερίδα και το συντάκτη της είδησης, έστω και αν δεν αναφερόταν το όνομά του. Η Επιτροπή δεν ζήτησε να αποσυρθούν οι υποτιμητικοί και υβριστικοί χαρακτηρισμοί για το λόγο και μόνο ότι αποφάσισε να μην εξετάσει το παράπονο στην ουσία του για τους λόγους που προαναφέρθηκαν.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
15/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
14/06/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (15/20/4/2016) από τον Πρόεδρο της ΣΤΟΚ (Συνομοσπονδία Τοπικών Ομοσπονδιών Κύπρου) Μαρίνο Τιμοθέου εναντίον της ιστοσελίδας TOTHEMAONLINE για δημοσίευμα που αναφερόταν στον καθορισμό του γηπέδου για τη διεξαγωγή αγώνα της ημιτελικής φάσης του ποδοσφαιρικού πρωταθλήματος πρωταθλητριών της Συνομοσπονδίας. Το δημοσίευμα αποτελούσε κριτική του γεγονότος ότι το Καλό Χωριό, το γήπεδο του οποίου ορίστηκε για τη διεξαγωγή του αγώνα μεταξύ ΑΕΚ- Κοράκου και Ανόρθωσης Μουταγιάκας για την ημιτελική φάση του πρωταθλήματος πρωταθλητριών του αγροτικού ποδοσφαίρου ήταν το χωριό του παραπονούμενου προέδρου της ΣΤΟΚ. Ανέφερε ότι κάποιοι μπορούσαν να πουν ότι αυτό βόλευε την Α.Ε. Μουτταγιάκας, επειδή το χωριό τους είναι πολύ κοντά στο Καλό Χωριό και ότι θα ταλαιπωρείτο η ομάδα της Κοράκου που είναι πιο μακριά, αλλά το επιλήψιμο στην υπόθεση ήταν ότι ο πρόεδρος της ΣΤΟΚ, Μαρίνος Τιμοθέου, κατάγεται από το Καλό Χωριό. Περαιτέρω ανέφερε: «Κάποιος κάλλιστα μπορεί να τον κατηγορήσει ότι κανονίζει παιχνίδια στο χωριό του για να έχει αυτό έσοδα, αδιαφορώντας για την ταλαιπωρία και τις ισορροπίες, Εμείς δεν έχουμε στοιχεία για να τον κατηγορήσουμε ευθέως για κάτι τέτοιο. Σίγουρα όμως δεν μπορούμε να τον απαλλάξουμε με τίποτα». Το σχόλιο κατέληγε με την παρατήρηση ότι όλα αυτά δεν φαίνεται να απασχολούν ιδιαίτερα τον Μαρίνο Τιμοθέου και ότι ήταν «ψιλά γράμματα» γι’ αυτόν. Το παράπονο ανέφερε ότι ο συντάκτης του σχολίου δεν έκαμε ενδελεχή έρευνα και δεν ζήτησε τη θέση και/ή την άποψη του παραττονούμενου, παραβιάζοντας κατ' αυτό τον τρόπο τις αρχές που διέπουν τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Επίσης ανέφερε ότι με τις αναλήθειές του του άρθρο σκοπό είχε να εκθέσει και δυσφημήσει τον Πρόεδρο της ΣΤΟΚ. Περαιτέρω ανέφερε ότι η έγκριτη δημοσιογραφία προϋποθέτει έρευνα και παρουσίαση γεγονότων αξιόπιστα και αντικειμενικά έχοντας κατά νου και τις δύο όψεις του νομίσματος έτσι ώστε ο αναγνώστης να έχει σφαιρική γνώμη και να μπορεί να βγάλει ασφαλή συμπεράσματα. Ανταποκρινόμενος σε παράκληση της Επιτροπής για πληροφορίες, ανέφερε ότι οι δύο αγώνες της ημιτελικής φάσης του πρωταθλήματος πρωταθλητριών αγροτικού ποδοσφαίρου ορίστηκαν από την Εκτελεστική Επιτροπή της ΣΤΟΚ σε συνεδρία της στις 18/4/2016 και ότι κριτήριο για τον ορισμό των γηπέδων είναι το γήπεδο να βρίσκεται σε μέση απόσταση από την έδρα των ομάδων που θα αναμετρηθούν με σκοπό το μετριασμό της ταλαιπωρίας και κούρασης στους ποδοσφαιριστές που θα αγωνιστούν μετά από το οδικό ταξίδι. Ο Διευθυντής Σύνταξης της ιστοσελίδας Φάνης Μακρίδης, πέραν της γραπτής υποβολής των θέσεων του γραπτώς, ζήτησε και κατέθεσε προφορικά στην Επιτροπή. Ανέφερε ότι το δημοσίευμα αποτελούσε νόμιμη έκφραση γνώμης και κριτική για ένα γεγονός ενδιαφέροντος για τις τοπικές κοινωνίες. Επίσης ανέφερε ότι δεν παρέθεσε οποιαδήποτε γεγονότα τα οποία να χρειάζονταν επιβεβαίωση με επικοινωνία με τον παραπονούμενο και ότι δεν διατύπωσε κατηγορίες αλλά έκαμε ορισμένες επισημάνεις πάνω σε μη αμφισβητούμενα γεγονότα, δηλαδή τον ορισμό του γηπέδου ως ανωτέρω, με στόχο την επικράτηση διαφάνειας. Επίσης ανέφερε πως δεν καταλόγισε στον παραπονούμενο σκοπιμότητα και ότι το πνεύμα του σχολίου του ήταν ότι ο κ. Τιμοθέου θα έπρεπε να προστατεύσει τον εαυτό του. Καταλήγοντας ανέφερε ότι αυτό που ήθελε να πει είναι ότι «η γυναίκα του Καίσαρα πρέπει και να φαίνεται ότι είναι τίμια». Εξ άλλου, ανέφερε πως επανειλημμένα προσπάθησε να πάρει τις απόψεις του παραπονουμένου, με τον οποίο συνομίλησε σε δύο περιπτώσεις σε φιλικό επίπεδο μετά το δημοσίευμα, αλλά εκείνος δεν θέλησε να τις αναφέρει. Σύμφωνα με τον κ. Μακρίδη, ο κ. Τιμοθέου συμφώνησε να διαβιβάσει απόφαση του Δ.Σ. της ΣΤΟΚ που θα λαμβανόταν στην επόμενη συνεδρία της, η οποία θα αναφερόταν στη διαδικασία ορισμού των χώρων διεξαγωγής των αγώνων της ΣΤΟΚ. Από την εξέταση όλων των δεδομένων της υπόθεσης η Επιτροπή κατέληξε στην απόφαση πως το επίμαχο δημοσίευμα αποτελούσε έκφραση γνώμης και όχι παράθεση γεγονότων, ώστε να παρίσταται ανάγκη εξακρίβωσής τους. Το δημοσίευμα σχολίαζε το γεγονός του καθορισμού ενός γηπέδου για τη διεξαγωγή ενώ αγώνα, ανεξάρτητα από τη διαδικασία λήψης της απόφασης και επομένως, ως έκφραση γνώμης, έστω και δεικτική, αποτελούσε δικαίωμα που κατοχυρώνεται από την ελευθερία της έκφρασης. Το άρθρο δεν καταλόγισε οτιδήποτε μεμπτό στον κ. Τιμοθέου αλλά διατύπωνε την άποψη ότι ο πρόεδρος της ΣΤΟΚ θα ήταν δυνατό να επικριθεί πως θέλησε να ευνοήσει το χωριό του με τον ορισμό του γηπέδου του για τη διεξαγωγή ενός ποδοσφαιρικού αγώνα. Παρ’ όλο που κάποιος θα μπορούσε να οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι συνιστούσε κατηγορία για τον κ. Τιμοθέου που τον άφηνε εκτεθειμένο σε υποθέσεις, η Επιτροπή επισημαίνει πως τα άτομα που κατέχουν κάποιο αξίωμα που τους τοποθετεί στη δημόσια σφαίρα πρέπει πάντα να είναι έτοιμα να δεχθούν κριτική, έστω και αν είναι σκληρή και άδικη, ως προς ενέργειές τους στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων τους. Πρέπει να σημειωθεί ότι κάτω από το άρθρο δημοσιεύθηκαν 12 σχόλια επισκεπτών, από τα οποία τα 11 επικριτικά για το δημοσίευμα τα οποία δεν αφαιρέθηκαν από την ιστοσελίδα, γεγονός που αποκλείει την ύπαρξη κακής διάθεσης έναντι του παραπονουμένου. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή αποφάσισε ότι δεν υπήρξε παραβίαση ούτε της πρόνοιας περί ακρίβειας των πληροφοριών, η οποία επιβάλλει διασταύρωσης και εξακρίβωση των πληροφοριών ούτε της πρόνοιας περί δυσμενών διακρίσεων, η οποία απαγορεύει το διασυρμό. Από τις θέσεις που παρέθεσε ο κ. Μακρίδης, η Επιτροπή είναι ικανοποιημένη ότι προσπάθησε να πάρει έστω και εκ των υστέρων τις απόψεις του παραπονουμένου επί των σχολίων του, με σκοπό τη δημοσίευσή τους, ικανοποιώντας έτσι το αίτημα του Κώδικα για παροχή του δικαιώματος απάντησης. Ο παραπονούμενος επιφυλάχθηκε να αποστείλει επίσημη ανακοίνωση της ΣΤΟΚ. Η Επιτροπή τον παροτρύνει να το πράξει ή με άλλο τρόπο να παραθέσει τις απόψεις του για δημοσίευση, επισημαίνοντας ότι σε ανάλογες περιπτώσεις στις οποίες το επίμαχο αντικείμενο είναι η έκφραση γνώμης, η διαφορά λύνεται πάντα με την άσκηση του δικαιώματος απάντησης, δεδομένου ότι η Επιτροπή δεν είναι δυνατό να τοποθετηθεί επί απόψεων τις οποίες ο καθένας είναι ελεύθερος να εκφράζει.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
16/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
14/06/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (16/26/4/201) από το Φλουρέντζο Φλουρέντζου, που διαμένει στην Ελβετία, ότι δημοσίευμα του Διονύση Διονυσίου στον ΠΟΛΙΤΗ στις 27 Μαρτίου, 2016, ήταν ανακριβές και παραπλανητικό. Το δημοσίευμα, υπό τον τίτλο «Δόγμα Κύπρου-Ελλάδος κατά των απατεώνων» αφορούσε, σύμφωνα με το συντάκτη του άρθρου, σε μια κοινή στάση των κυβερνήσεων Κύπρου και Ελλάδας ενάντια στα εγκλήματά διαφθοράς και δίωξης των απατεώνων που εμπλέκονται σε υποθέσεις καταδολίευσης του δημοσίου. Το επίμαχο σημείο ήταν αναφορά στον τέως πρόεδρο Δημήτρη Χριστόφια και στον εκτίοντα ποινή φυλάκισης για το σκάνδαλο της επένδυσης στο ακίνητο της Δρομολαξιάς Βενιζέλο Ζαννέτο. Το άρθρο ανέφερε ότι ανεξάρτητα από «όσα διάφορα και αν του καταμαρτυρούμε στο παρελθόν» για τον Πρόεδρο Νίκο Αναστασιάδη, «για ΠΡΩΤΗ φορά στην ιστορία της Κυπριακής Δημοκρατίας εκδικάζονται υποθέσεις και μπαίνουν απατεώνες στη φυλακή και μάλιστα φίλοι του, όπως ο δήμαρχος Λάρνακας Λουρουτζιάτης» και συνέχισε: «Σκεφτείτε μόνο την αναλογία: Θα έκανε ποτέ κάτι τέτοιο ο Δημήτρης Χριστόφιας; Θα έβαζε τον Ζαννέττο στη φυλακή, ενώ ξέρει και για τις επαύλεις και τις πισίνες και το απέραντο κτήμα στο Λατσί; Όχι μόνο δεν έκανε κάτι, αλλά μετά τη ματσαράγκα στη Δρομολαξιά τον ανέδειξε και πολιτικό κρατούμενο μπαινοβγαίνοντας στη φυλακή για να τον στηρίξει». Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι είναι συνδεδεμένος με σχέσεις οικογενειακής φιλίας με την οικογένεια Βενιζέλου Ζαννέτου και αντιλήφθηκε ότι «ο κύριος Διονυσίου δεν σέβεται το δικαίωμα μου για έγκυρη, αντικειμενική και ολοκληρωμένη πληροφόρηση, παραβιάζοντας το πρώτο άρθρο του κώδικα που αναφέρει ότι « Τα Μ.Μ.Ε. μεριμνούν ώστε να μη δημοσιεύονται ανακριβείς, παραπλανητικές, φανταστικές ή διαστρεβλωτικές της αλήθειας ειδήσεις, πληροφορίες ή σχόλια». Και αυτό, όπως ανέφερε, γιατί είναι σε θέση να γνωρίζει ότι ο Βενιζέλος Ζαννέτος «δεν διαθέτει «επαύλεις» με «πισίνες» σε ένα «απέραντο κτήμα» αλλά ένα σπίτι, το οποίο κτίστηκε σε περιουσία η οποία ήταν κληρονομιά της γυναίκας του και το εκμεταλλεύεται σαν τουριστικό υποστατικό ενοικιάζοντας το σε τουρίστες». Ο παραπονούμενος υποστήριξε ότι και αν ο κ. Διονυσίου δεν γνώριζε αυτά τα πράγματα, θα έπρεπε να είχε ελέγξει τα γεγονότα. Επίσης ανέφερε ότι το δικαίωμά του στην ακριβή πληροφόρηση δεν αποκαταστάθηκε επειδή η αναίρεση στην οποία προέβη ο κ. Διονυσίου δεν δημοσιεύθηκε στην ίδια στήλη με το δημοσίευμα. Ο Διονύσης Διονυσίου ανέφερε στην Επιτροπή ότι μετά το δημοσίευμα επικοινώνησε μαζί του η κ. Ζαννέτου, η οποία τον πληροφόρησε ότι το αναφερόμενο στο δημοσίευμα ακίνητο ήταν γραμμένο στο όνομά της και επομένως ήταν ανακριβές ότι ο σύζυγός της διέθετε έπαυλη στο Λατσί. Περαιτέρω ο κ. Διονυσίου ανέφερε ότι αφού διαπίστωσε το λάθος του εξετάζοντας τα πιστοποιητικά ιδιοκτησίας προέβη σε διόρθωση για την ανακρίβεια και επίσης δημοσίευσε απολογία προς την κ. Ζαννέτου στην εφημερίδα Πολίτης στις 10 Απριλίου, 2016, στην προσωπική του στήλη, την οποία και υπέγραψε. Επίσης ανέφερε ότι η κ Ζαννέτου εξέφρασε την ικανοποίησή της και τις ευχαριστίες της για την επανόρθωση. Το κείμενο της διόρθωσης δημοσιεύθηκε κάτω από τοπογραφικό σχέδιο του κτήματος και ανέφερε: «Αδικήσαμε τον Βενιζέλο Ζαννέττο με το σχόλιο της στήλης «Σφαιρικά» κάνοντας αναφορά σε έπαυλη που διαθέτει στο Λατσί. Το κτήμα, βέβαια, και η έπαυλη είναι υπαρκτά, αλλά είχαμε την ευκαιρία τη βδομάδα που πέρασε, ιδίοις όμμασιν, να διαπιστώσουμε ότι παραπληροφορηθήκαμε. Το κτήμα, με βάση τα έγγραφα του Κτηματολογίου που ήρθαν ενώπιόν μας, δεν ανήκει στον κ. Ζαννέττο αλλά στη σύζυγο του, η οποία το κληρονόμησε από τον πατέρα της. Το κτήμα, συγκεκριμένα, αγοράστηκε από τον πατέρα της κ. Ζαννέττου το 1972, το οποίο στη συνέχεια η ίδια κληρονόμησε το 1991 και μαζί με τον σύζυγο της Βενιζέλο το αξιοποίησαν ως τουριστικό κατάλυμα, γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο κτίστηκε και η πισίνα. Εν τοιαύτη περιπτώσει και χωρίς κανένα δισταγμό προσφέρουμε στον κ. Ζαννέττο και την οικογένειά του ευθαρσώς και δημόσια την απολογία μας για τη συγκεκριμένη περικοπή του άρθρου που γράψαμε». Η Επιτροπή αποφάσισε ότι υπό το φως των δεδομένων που τέθηκαν ενώπιόν της υπήρξε παραβίαση της πρόνοιας του άρθρου 1 του Κώδικα περί ακρίβειας των πληροφοριών, με τη δημοσίευση ανακριβών πληροφοριών για την κυριότητα του κτήματος. Περαιτέρω η Επιτροπή αποφάσισε ότι τόσο ο δημοσιογράφος όσο και η εφημερίδα επέδειξαν συμμόρφωση προς την πρόνοια του ιδίου άρθρου του Κώδικα, που αναφέρει ότι σε περίπτωση δημοσίευσης ανακριβών πληροφοριών, οι υπεύθυνοι «… χωρούν σε άμεση διόρθωση ή και απολογία». Οι βασικές αρχές που ισχύουν σε περίπτωση επανόρθωσης ανακριβών δημοσιευμάτων είναι ότι το κείμενο πρέπει να είναι ανάλογο με το κείμενο του οποίου επιδιώκεται η διόρθωση, να είναι σε εμφανές σημείο και να δημοσιεύεται, κατά το δυνατό, στην ίδια θέση. Όμως κάθε εφημερίδα ακολουθεί τη δική της πρακτική στο θέμα αυτό και το κατά πόσο η διόρθωση είναι επαρκής κρίνεται από τα δεδομένα κάθε περίπτωσης. Ενώ είναι επιθυμητό κάθε εφημερίδα να έχει συγκεκριμένο χώρο στον οποίο ο αναγνώστης να γνωρίζει ότι δημοσιεύονται επανορθώσεις ανακριβειών, σημασία έχει να μην καταβάλλεται προσπάθεια η διόρθωση να είναι αφανής. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι στην προκειμένη περίπτωση ο χώρος δημοσίευσης στην προσωπική στήλη του συντάκτη ήταν εμφανής και δεδομένης της έκτασης, του ύφους και της θέσης στην οποία δημοσιεύθηκε, καθώς και της ικανοποίησης της κ. Ζαννέτου, έκρινε τη διόρθωση και απολογία ως επαρκή.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
6/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
14/06/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας επιλήφθηκε δύο παραπόνων (6/18/2016 και 13/23/3/2016 από συντεχνία προσωπικού του ΚΟΤ και από τον πρόεδρο του Δ.Σ. του ΚΟΤ Άγγελο Λοΐζουαντίστοιχα για δημοσιεύματα στον «Πολίτη» σε διάφορες ημερομηνίες που αναφέρονταν σε εσωτερικές έρευνες στον ΚΟΤ και σε παραπολιτικό σχόλιο, το οποίο αναφερόταν σε φερόμενη συμφωνία σιωπής για συμβαίνοντα στον ΚΟΤ. Στο βασικό παράπονο, ο Πρόεδρος του ΚΟΤ υποστήριξε ότι δημοσίευμα ημερομηνίας 23/03/2016, ήταν «κακόβουλο, παραπλανητικό και ιδιαίτερα προσβλητικό για τον ΚΟΤ» και ότι οδηγούσε σε πλήρη παραπληροφόρηση, δυσφήμιση και ισοπέδωση του Οργανισμού. Το δημοσίευμα, υπό τον τίτλο «Ομερτά…στον ΚΟΤ», ανέφερε: «Οι καταγγελίες του ΚΟΤ στην αστυνομία για ενδεχόμενη διάπραξη ποινικών αδικημάτων από τον επικεφαλής στο γραφείο του ΚΟΤ στο Άμστερνταμ, δεν ‘έπεισαν’ το προσωπικό που επιμένει να καλύπτει τον Κλεάνθη Ευριπίδου. Σήμερα, ο κ. Ευριπίδου θα εμφανιστεί ενώπιον του δ.σ. του ΚΟΤ, για να ακουστεί και η δική του άποψη σε όσα εντόπισε εναντίον του ο εσωτερικός έλεγχος του ΚΟΤ. Σύμφωνα με πληροφορίες του «Π», ανώτερα στελέχη του οργανισμού, αλλά και ο ίδιος ο πρόεδρος, φέρονται να έχουν εκφραστεί υπέρ του αιτήματος του κ. Ευριπίδου να επιστρέψει στα καθήκοντά του». Ο παραπονούμενος υποστήριξε ότι «για πολλοστή φορά σε δημοσιεύματα της εφημερίδας αυτής, τόσο η ανωνυμία πίσω από την οποία κρύβεται ο συντάκτης αυτού και άλλων ανάλογων δημοσιευμάτων, όσο και ο τρόπος άντλησης της πληροφόρησης, που ουδεμία σχέση έχει με τον επίσημο ΚΟΤ παρά μόνο σε επιλεκτικούς ψιθύρους και υποτιθέμενα καρφώματα, προσβάλει όχι μόνο το εν λόγω έντυπο, αλλά και το επίπεδο της δημοσιογραφίας ευρύτερα». Το κείμενο του παραπόνου είχε σταλεί και ως επιστολή στον «Πολίτη», ο οποίος, αφού τη δημοσίευσε τη σχολίασε αναφέροντας πως ήταν λυπηρό που «ο πρόεδρος του ΚΟΤ κοινοποιεί ανερυθρίαστα τις απόψεις του για τον τρόπο που αντιλαμβάνεται τον ρόλο της δημοσιογραφίας, βαφτίζοντας τη διασταυρωμένη πληροφόρηση ‘ψιθύρους’. Εγραψε επίσης ότι «η αποτυχία του κ. Λο?ζου να διαψεύσει τις πληροφορίες που κατέγραψε το χθεσινό δημοσίευμα του «Π», εκτιμούμε ότι δικαιώνει τη δημοσιογραφία του «Π». Όσον αφορά τέλος στη φερόμενη ανωνυμία του δημοσιεύματος, την οποία στηλιτεύει ο κ. Λο?ζου, οφείλουμε να υποδείξουμε ότι μικροπολιτικές ειδήσεις σε όλα τα σοβαρά έντυπα ανά το παγκόσμιο υπογράφονται από ακρωνύμια που παραπέμπουν σε ονόματα συντακτών». Στην απάντησή του προς την Επιτροπή ο συντάκτης του παραπολιτικού σχολίου Μιχάλης Θεοδώρου (ΘΕΜΙς) ανέφερε πως «διασταυρωμένη πληροφόρηση του ΠΟΛΙΤΗ από δύο άτομα σε διαφορετικές θέσεις και καθήκοντα στον ΚΟΤ ανέφερε ότι λειτουργοί του οργανισμού ‘με επιτελικά καθήκοντα’ είχαν εκφράσει τη δυσφορία τους για τον ‘αντισυναδελφικό πόλεμο’ που δεχόταν ο συνάδελφός τους Κλεάνθης Ευριπίδου, εναντίον το οποίου είχε διαταχθεί εσωτερικός έλεγχος». Επίσης επανέλαβε πως σύμφωνα με διασταυρωμένη πληροφόρηση της εφημερίδας, στελέχη του ΚΟΤ και ο ίδιος ο πρόεδρος του οργανισμού είχαν δει κατ’ αρχήν θετικά το αίτημα του κ. Ευριπίδου για επιστροφή στα καθήκοντά του. Ο συντάκτης του σχολείου ανέφερε επίσης ότι η λέξη «ομερτά» σημαίνει το «Νόμο της Σιωπής» και χρησιμοποιήθηκε για να καταδείξει ότι στον ΚΟΤ «διαπιστώνεται διαμόρφωση βούλησης ανάμεσα σε μέλη τόσο του προσωπικού όσο και του Δ.Σ. για αποφυγή απόδοσης ευθυνών». Επίσης ανέφερε ότι τη διαπίστωση αυτή φωτίζει και το γεγονός ότι στην Επιτροπή Δεοντολογίας είχε υποβληθεί παράπονο από συντεχνία μελών του προσωπικού εναντίον δημοσιευμάτων του ΠΟΛΙΤΗ που αναφέρονταν στα πορίσματα ερευνών για ατασθαλίες, «καθώς ανάλογες καταγγελίες παραβλέπουν την ανάγκη ενημέρωσης της κοινής γνώμης για θέματα τόσο σημαντικά όσο η ενδεχόμενη διάπραξη ποινικών αδικημάτων σε ένα οργανισμό δημοσίου δικαίου, υποβιβάζοντας τη δημοσίευση επί θεμάτων δημόσιου ενδιαφέροντος σε αρνητική δημοσιότητα με αλλότριες προθέσεις...» Κατά την εξέταση του παραπόνου η Επιτροπή έλαβε υπό σειρά δημοσιεύσεων που αναφέρονταν σε έρευνες για τη διαχείριση διαφόρων θεμάτων και κονδυλίων από λειτουργούς του Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού, τα οποία αναφέρονταν σε παράπονο που είχε υποβάλει η συντεχνία ΣΗΔΗΚΕΚ-ΠΕΟ. εναντίον του «Πολίτη» Το παράπονο της Συντεχνίας ήταν ότι στα δημοσιεύματα γινόταν ονομαστική αναφορά σε εργαζόμενους στον ΚΟΤ «πού βρίσκονται υπό έρευνα», με την παρατήρηση ότι «δεν πρέπει να επικρατεί η εντύπωση ότι όλοι είναι ένοχοι, μέχρι να αποδειχθεί ότι είναι αθώοι». Το παράπονο αυτό δεν εξετάστηκε γιατί η Επιτροπή αποφάσισε ότι υποβλήθηκε από αναρμόδιο φορέα, αλλά οι υποθέσεις στις οποίες αναφερόταν λήφθηκαν υπόψη δεδομένου ότι αποτελούσαν το υπόβαθρο του επίμαχου παραπολιτικού σχολίου στο παράπονο το Προέδρου του ΚΟΤ. Ένα από τα δημοσιεύματα αναφερόταν στην έρευνα για τον κ. Ευριπίδου για φερόμενες αδικαιολόγητες δαπάνες του γραφείου του ΚΟΤ στο Άμστερνταμ, που έγιναν αποδεκτές από την προηγούμενη διοίκηση του ΚΟΤ με το δικαιολογητικό της επιτάχυνσης των διαδικασιών. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι το επίμαχο παραπολιτικό, ενώ δίδει την εντύπωση ότι αποτελεί σχόλιο, στην πραγματικότητα είναι είδηση που παρέχει πληροφόρηση για κάποια γεγονότα, δηλαδή ότι ανώτερα στελέχη του ΚΟΤ φέρονται να έχουν εκφραστεί υπέρ του αιτήματος του κ. Ευριπίδου να επανέλθει στη θέση του. Η Επιτροπή δεν έκρινε ότι θα ήταν πρόσφορο να υπεισέλθει στο θέμα της ακρίβειας της είδησης, δεδομένης της βεβαίωσης του συντάκτη της ότι την είχε διασταυρώσει με δύο ανώτερα στελέχη του ΚΟΤ. Η Επιτροπή δεν είχε δικαίωμα να ζητήσει αποκάλυψη των πηγών του δημοσιογράφου για να προβεί σε επαλήθευση του ισχυρισμού. Όμως η Επιτροπή σημείωσε ότι το δημοσίευμα έκαμε ονομαστική αναφορά στον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου του ΚΟΤ, προβάλλοντας τον ισχυρισμό ότι ήταν μεταξύ εκείνων που ήθελαν την επιστροφή του κ. Ευριπίδου. Δεδομένου του ισχυρισμού αυτού η Επιτροπή θεωρεί ότι ο συντάκτης, προκειμένου να συμμορφωθεί προς την πρόνοια που απαιτεί από τους δημοσιογράφους να βεβαιώνονται ότι παρέχουν ακριβή πληροφόρηση, θα έπρεπε να είχε ελέγξει την ακρίβεια της πληροφορίας αυτής απευθυνόμενος προς το κατονομαζόμενο πρόσωπο, δηλαδή τον Πρόεδρο του ΚΟΤ, και να μη αρκεσθεί στη πληροφόρηση που έλαβε από άλλες πηγές, εφ’ όσον επέλεξε να τον κατονομάσει. Η Επιτροπή εξέτασε επισταμένα τον τίτλο του παραπολιτικού «Ομερτά…στον ΚΟΤ» που σημαίνει όχι απλώς μια συμφωνία σιωπής, αλλά τη σιωπή που επιβάλλει η μαφία για τα εγκλήματά της, η οποία και τιμωρεί με θάνατο όσους την παραβιάζουν. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι ο τίτλος δεν φαίνεται να προκύπτει ευθέως από το κείμενο. Η Επιτροπή έκρινε επίσης ότι ο τίτλος αποτελεί στην ουσία τη μόνη έκφραση γνώμης ή σχόλιο, ως συμπέρασμα των όσων ακολουθούν, το οποίο μπορεί να θεωρηθεί ότι διασύρει τα εμπλεκόμενα άτομα, δεδομένου ότι παραπέμπει στην πρακτική της μαφίας. Υπό την έννοια αυτή η παραπομπή στη μαφία για τα διαδραματιζόμενα στον ΚΟΤ δεν συνάδει με τις πρόνοιες του Κώδικα περί μη διασυρμού ατόμων ή ομάδων. Η Επιτροπή όμως αποφάσισε ότι υπό το πρίσμα της γενικότερης ατμόσφαιρας που επικρατεί κατά την τρέχουσα περίοδο στον τόπο και των πολλών περιπτώσεων διαφθοράς που αποκαλύπτονται δεν θα μπορούσε να εκδώσει απόφαση για παραβίαση των σχετικών προνοιών του Κώδικα. Η Επιτροπή θεωρεί ότι η έκφραση γνώμης για τα συμβαίνοντα σε ένα δημόσιο οργανισμό όπως είναι ο ΚΟΤ, έστω και αν βρίσκεται στη σφαίρα της υπερβολής, είναι θεμιτή. Ατομα που κατέχουν υψηλές θέσεις είτε στο δημόσιο είτε στον ημι-δημόσιο τομέα και διαχειρίζονται χρήματα του δημοσίου θα πρέπει, όπως και τα πρόσωπα που κατέχουν δημόσια αξιώματα, να είναι υπόλογα και ανεκτικά στην κριτική ακόμα και όταν είναι υπερβολική ή και σε κάποιο βαθμό ακόμα και άδικη. Η Επιτροπή πιστεύει ότι είναι προτιμότερο να υπάρχει κριτική και έκφραση γνώμης για όσα συμβαίνουν στο δημόσιο τομέα, ακόμη και αυστηρή, παρά σιωπή που εκτρέφει εκτροπές. Επισημαίνει επίσης ότι όσοι δέχονται κριτική έχουν το δικαίωμα της απάντησης, το οποίο μπορούν να ασκήσουν και προτρέπονται να το πράττουν, εφ’ όσον αισθάνονται ότι αδικούνται. Η Επιτροπή θεωρεί επίσης χρήσιμο να υποδείξει στους δημοσιογράφους ότι, όταν δημοσιεύουν πληροφορίες για καταγγελίες ή έρευνες σχετικά με φερόμενες παρατυπίες στο δημόσιο ή ημιδημόσιο τομέα, πρέπει να έχουν υπόψη ότι οφείλουν να σέβονται το τεκμήριο της αθωότητας ατόμων που φέρονται να εμπλέκονται. Προς τούτο οφείλουν να υποδεικνύουν στις ειδήσεις τους ότι πρόκειται μόνο για καταγγελίες ή κατηγορίες που δεν έχουν ακόμη υποβληθεί στη βάσανο της δικαστικής διαδικασίας προκειμένου να κριθεί η ενοχή ή αθωότητα των κατονομαζομένων προσώπων. Επίσης οφείλουν, εκεί όπου είναι δυνατό, να μεριμνούν ώστε να παραθέτουν και την άλλη άποψη και να μη επιδίδονται σε ένα κυνήγι μαγισσών, έχοντας πάντα υπόψη τη σοφία του ρητού του εκ Μιλήτου Φωκυλίδη «μηδενί δίκην δικάσεις, πριν αμφοίν μύθος ακούσης». (Μη βγάλεις απόφαση για κανένα, πριν ακούσεις και τις δύο πλευρές) Για τα επί μέρους σημεία που έχουν εγερθεί στο παράπονο, ιδιαίτερα για το ότι το επίμαχο κείμενο ήταν ανυπόγραφο, η Επιτροπή έκρινε ότι ο ισχυρισμός αυτός δεν ήταν ακριβής γιατί είχε την υπογραφή ΘΕΜΙς που οδηγεί στην ταυτότητα του συντάκτη. Κυρίως, όμως, η Επιτροπή επισημαίνει ότι μια εφημερίδα δεν δημοσιεύει κατ’ ανάγκη μόνο ενυπόγραφα κείμενα, δεδομένου ότι η εφημερίδα φέρει την τελική ευθύνη για όλα τα κείμενα που δημοσιεύει. Η υπογραφή σε ένα κείμενο παρέχει πληροφόρηση ως προς το συντάκτη του, που ενδεχομένως να είναι ένα κριτήριο για την εγκυρότητά του, και ταυτόχρονα κίνητρο για επίδειξη υπευθυνότητας από μέρους του συντάκτη.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
13/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
14/06/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
«Η καταχρηστική άσκησή του απαγορεύεται και επίσης περιορίζεται για προστασία του κράτους, της κοινωνικής τάξης και των δικαιωμάτων των τρίτων, ιδιαίτερα των ευάλωτων ομάδων» Μετά τη δημοσιοποίηση των αποφάσεων της Επιτροπής Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας στις υποθέσεις των δηλώσεων του Έλληνα τραγουδιστή Νότη Σφακιανάκη στο ΡΙΚ (υπόθεση 12/2016) και των σκίτσων του ΠΙΝ (Πέτρου Παπαπέτρου στο «Φιλελεύθερο» (υπόθεση 17/2015) διατυπώθηκαν επικρίσεις και ισχυρισμοί ως προς την ορθότητά τους στη βάση ανεδαφικών επιχειρημάτων. Κατόπιν διαβουλεύσεων μεταξύ των μελών της επιτροπής και συζήτησης του θέματος σε συνεδρία της Επιτροπής, κατόπιν εισήγηση του Προέδρου αποφασίστηκε να καταγραφούν στα πρακτικά οι θέσεις και απαντήσεις της Επιτροπής προκειμένου να μη θεωρηθεί ότι η Επιτροπή με οποιοδήποτε τρόπο θεωρεί τις αντιδράσεις δικαιολογημένες. Η καταγραφή αυτή δεν επέχει θέση απάντησης στις επικρίσεις ή αντιδικίας με οποιοδήποτε, αλλά παράθεση των δεδομένων με σκοπό την άρση οποιασδήποτε ενδεχόμενης εντύπωσης μεταξύ των ΜΜΕ, των δημοσιογράφων και του κοινού ότι η άσκηση του δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης δεν έχει κανένα φραγμό ή περιορισμό. Επειδή το βασικό επιχείρημα που χρησιμοποιήθηκε, ειδικά για την απόφαση στην υπόθεση ΡΙΚ-Σφακιανάκη είναι ότι αντιβαίνει στο δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης, η Επιτροπή επισημαίνει ότι, η ίδια η Κυπριακή Πολιτεία, κάνοντας χρήση των προνοιών του άρθρου 19 του Συντάγματος που κατοχυρώνει το δικαίωμα, έθεσε περιορισμούς στην ενάσκηση του δικαιώματος αυτού. Το Σύνταγμα ορίζει ότι «Η ενάσκησις των δικαιωμάτων (που πηγάζουν από την ελευθερία της έκφρασης) δύναται να υποβληθή εις διατυπώσεις, όρους, περιορισμούς ή ποινάς προδιαγεγραμμένους υπό του νόμου και αναγκαίους μόνον προς το συμφέρον της ασφαλείας της Δημοκρατίας ή της συνταγματικής τάξεως ή της δημοσίας ασφαλείας ή της δημοσίας τάξεως ή της δημοσίας υγείας ή των δημοσίων ηθών ή προς προστασίαν της υπολήψεως ή των δικαιωμάτων άλλων ή προς παρεμπόδισιν της αποκαλύψεως πληροφοριών ληφθεισών εμπιστευτικώς ή προς διατήρησιν του κύρους και της αμεροληψίας της δικαστικής εξουσίας». Πρόκειται για τους ίδιους ακριβώς περιορισμούς που προβλέπονται από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Με τον κυρωτικό Περί Καταπολέμησης Ορισμένων Μορφών Ξενοφοβίας και Ρατσισμού Μέσω μέσω του Ποινικού Δικαίου Νόμο του 2011, που ως κυρωτικός έχει αυξημένη τυπική ισχύ έναντι οποιασδήποτε άλλης νομοθεσίας, θέσπισε περιορισμούς στην άσκηση του δικαιώματος και προνόησε για την επιβολή ποινών από τα δικαστήρια για παραβίαση των προνοιών του νόμου, δηλαδή πενταετή φυλάκιση ή και πρόστιμο 10.000 ευρώ. Περαιτέρω, η Επιτροπή τονίζει ότι μέσα από νομική μελέτη που έγινε σχετικά με το χειρισμό υποθέσεων ρητορικής μίσους από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο του Συμβουλίου της Ευρώπης προκύπτει ότι το δικαίωμα της Ελευθερίας της Έκφρασης δεν είναι απεριόριστο και ότι η καταχρηστική άσκησή του απαγορεύεται και περιορίζεται για προστασία του κράτους, της κοινωνικής τάξης και των δικαιωμάτων των τρίτων, ιδιαίτερα των πιο ευάλωτων ομάδων, στις οποίες καταλέγονται οι πρόσφυγες. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή θεωρεί άδικους, αβάσιμους και ατεκμηρίωτους ισχυρισμούς που διατυπώθηκαν ως προς την ορθότητα των αποφάσεών της στις υποθέσεις των δηλώσεων του Έλληνα τραγουδιστή Νότη Σφακιανάκη στο ΡΙΚ (υπόθεση 12/2016) και των σκίτσων του ΠΙΝ (Πέτρου Παπαπέτρου στο «Φιλελεύθερο» (υπόθεση 17/2015). Ως προς την υπόθεση ΡΙΚ-Σφακιανάκη, το Δ.Σ. του ΡΙΚ διατύπωσε δογματικά τον παντελώς αστήρικτο από επιχειρήματα επικίνδυνο ισχυρισμό ότι η απόφαση είναι «μεροληπτική και αντίθετη προς το Σύνταγμα και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων». Επίσης διατύπωσε την άποψη ότι η Επιτροπή δεν έκαμε αναφορά στη «σύγχρονη» νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων», προφανώς αγνοώντας το γεγονός ότι η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εφαρμόζει τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας που συνέταξαν οι φορείς του Κώδικα, μεταξύ των οποίων και το ΡΙΚ.. Το Δ.Σ. του ΡΙΚ υποστήριξε τέλος ότι η Επιτροπή κατέληξε «σε μια ολότελα λανθασμένη και επικίνδυνη απόφαση, η οποία συνιστά λογοκρισία εναντίον της Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης». Είναι αξιοσημείωτη η ομοιότητα, ακόμα και ως προς σειρά παρουσίασης των θέσεων του ΡΙΚ, με μια επιστολή που δημοσιεύθηκε στον Τύπο λίγες ημέρες προηγουμένως, ομοιότητα που οδηγεί το συμπέρασμα πως αποτέλεσε το υπόβαθρο της ανακοίνωσης του Δ.Σ. του ΡΙΚ. Στην επιστολή εκείνη προβλήθηκε το ανερμάτιστο επιχείρημα ότι ενώ με βάση τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας η Επιτροπή Δεοντολογίας “έχει υποχρέωση να προασπίζεται το δικαίωμα της Ελευθερίας Έκφρασης και ειδικότερα την ελευθερία των έντυπων και εκπεμπόντων ΜΜΕ”, καταδίκασε το ΡΙΚ γιατί δεν εφάρμοσε δήθεν λογοκρισία και δεν απαγόρευσε τη μετάδοση της ρητορικής μίσους του Σφακιανάκη. Φυσικά η απάντηση είναι πολύ απλή. Τόσο το Κυπριακό Σύνταγμα όσο και η Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου προβλέπουν ότι το δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης ασκείται μέσα σε σαφώς καθοριζόμενα πλαίσια ή και αποκλείεται παντελώς. Το Κυπριακό Σύνταγμα περιέχει τέτοιους περιορισμούς. Η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και τις Βασικές Ελευθερίες επίσης θέτει όρια (Αρθρο 10§2), και φθάνει στο σημείο απαγόρευσης της κατάχρησης του δικαιώματος όταν η άσκησή του τείνει να καταστρέψει βασικές αρχές και αξίες της Σύμβασης. Κατά τον ίδιο τρόπο, ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας που γράφτηκε στη βάση και του Κυπριακού Συντάγματος και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης θέτει όρια στο δικαίωμα αυτό –τα ίδια με εκείνα της Ευρωπαϊκής Σύμβασης. Όμως η πιο επικίνδυνη άποψη που διατυπώθηκε είναι ότι υπάρχει μια «σύγχρονη» απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που περίπου αποτελεί ευαγγέλιο, αφού παρουσιάστηκε ως ορίζουσα «το πλαίσιο των υποχρεώσεων του Μέσου και του δημοσιογράφου». Ο ισχυρισμός αυτός είναι πέρα για πέρα αβάσιμος και η προσέγγιση του θέματος από αυτή την άποψη είναι απλουστευτική, επιφανειακή και ελάχιστα επιστημονική. Η υπό αναφορά απόφαση του ΕΔΑΔ εκδόθηκε στην υπόθεση Jersild v. Denmark, 23 September, 1994. Κατά παραπλανητικό τρόπο αναφέρθηκε ότι είναι σύγχρονη, ενώ εκδόθηκε πριν από πριν από 22 χρόνια. Θα ανέμενε κανείς, με βάση την επιχειρηματολογία που διατυπώθηκε, ότι μετά την απόφαση αυτή όλες οι άλλες αποφάσεις του ΕΔΑΔ θα ήταν ευθυγραμμισμένες με αυτή. Όμως κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει καθόλου, σύμφωνα με τα συμπεράσματα νομικής μελέτης που έγινε για λογαριασμό της Επιτροπής ως προς το δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης, την έκταση και τα όριά του, με βάση όλες τις αποφάσεις του ΕΔΑΔ σε υποθέσεις ρητορικής μίσους. (Ιδε Επισυνημμένο 1) Όπως πρέπει να είναι γνωστό σε όλους, το δικαίωμα της ελευθερία της έκφρασης κατοχυρώνεται στο άρθρο 10§1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης. 1 2 Μετά την υπόθεση Jersild v. Denmark, το ΕΔΑΔ εξέδωσε μια πλειάδα αποφάσεων στις οποίες αρνήθηκε να προσφέρει την προστασία του δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης, είτε (1) γιατί έκρινε πως η άσκησή του έγινε με τρόπο που συνιστούσε κατάχρηση γιατί ακύρωνε βασικές αξίες και δικαιώματα που πηγάζουν από τη Σύμβαση (άρθρο 17), είτε (2) γιατί έκρινε ότι ο περιορισμός του δικαιώματος της έκφρασης ήταν αναγκαίος στη βάση της παραγράφου 2 του Αρθρου 10 της Σύμβασης. 3 Στην υπόθεση Jersild v. Denmark, 23 September, 1994, ήταν μια από τις περιπτώσεις στης οποίες το ΕΔΑΔ δικαίωσε τον αιτητή αφού έκρινε την υπόθεση στη βάση των ιδιαίτερων γεγονότων και χαρακτηριστικών της και λόγω του ειδικού σκοπού που επεδίωκε. Αιτητής ήταν ο Olaf Jens Jersild του κρατικού ραδιοτηλεοπτικού σταθμού της Δανίας, ο οποίος κατά τον επίμαχο χρόνο ήταν παρουσιαστής τηλεοπτικού προγράμματος. Ο δημοσιογράφος ετοίμασε ένα ντοκιμαντέρ το οποίο περιείχε πολύ χαρακτηριστικές ρατσιστικές δηλώσεις τριών μελών μιας οργάνωσης νεαρών που ήταν γνωστοί ως «πρασινοχίτωνες» (Greenjackets), οι οποίες ήταν εξόχως προσβλητικές και εχθρικές για τους μετανάστες διαφόρων εθνικών ομάδων στη Δανία. Τόσο οι νεαροί όσο και ο δημοσιογράφος και ο διευθυντής ειδήσεων της κρατικής ραδιοτηλεόρασης καταδικάστηκαν από τα εθνικά δικαστήρια της Δανίας. Ο δημοσιογράφος προσέφυγε στο ΕΔΑΔ επικαλούμενος παραβίαση του άρθρου 10. Το ΕΔΑΔ ξεχώρισε την υπόθεση των νεαρών από εκείνη του δημοσιογράφου, κρίνοντας πως δεν είχαν δικαίωμα προστασίας για τις ρατσιστικές τους δηλώσεις. Στο σκεπτικό και στην απόφασή του επισήμανε ότι σκοπός του δημοσιογράφου δεν ήταν να κάμει ρατσιστική προπαγάνδα, αλλά να συμβάλει σε μια δημόσια συζήτηση με την παρουσίαση, ανάλυση και εξήγηση της στάσης των νεαρών με στόχο την αφύπνιση των αρχών και της κοινωνίας επί ενός θέματος μεγάλου δημοσίου ενδιαφέροντος, το οποίο βρισκόταν στο επίκεντρο έντονης δημόσιας. Επί πλέον, το ΕΔΑΔ υπέδειξε ότι το πρόγραμμα στο πλαίσιο του οποίου προβλήθηκε είχε ως περιεχόμενό του σοβαρά ζητήματα και απευθυνόταν σε ένα επίλεκτο ακροατήριο με μόρφωση και κριτική σκέψη. Πρέπει να σημειωθεί ότι υπέρ της απόφασης ψήφισαν μόνο 10 δικαστές και εναντίον 7, μεταξύ των οποίων ο Κύπριος δικαστής Ανδρέας Λοϊζου. Στην χωριστή απόφαση του κ. Λοίζου, εκ μέρους των διαφωνούντων, επισημάνθηκε ότι ένας από τους κύριους λόγους της διαφωνίας ήταν ότι ο δημοσιογράφος είχε υποχρέωση, αλλά δεν το έπραξε, να κάμει αποφασιστικότερη παρέμβαση και να προβεί σε ξεκάθαρη δήλωση ότι οι απόψεις αυτές ήταν ανυπόφορες και απαράδεκτες για μια κοινωνία βασισμένη στο σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ακολουθώντας την ίδια συλλογιστική στην υπόθεση Gündüz v. Turkey, 4 December, 2003, το ΕΔΑΔ πρόσφερε την προστασία του άρθρου 10 στον Muslum Gunduz, ηγέτη της ισλαμικής ομάδας Aczmendi στην Τουρκία, ο οποίος στη διάρκεια τετράωρης συζήτησης στην τηλεόραση υποστήριξε ότι ο Κεμαλισμός κατέστρεψε το Ισλάμ και ότι τόσο ο Κεμαλισμός όσο και η δημοκρατία δυτικού τύπου εκπροσωπούσαν αξίες που ήταν ήταν ασυμβίβαστες με το Ισλάμ. Επίσης υποστήριξε ότι η δημοκρατία στην Τουρκία ήταν δεσποτική, ανελέητη και ασεβής. Το ΕΔΑΔ ανέφερε ότι έλαβε υπόψη ότι ο αιτητής έκαμε τις δηλώσεις στου στη διάρκεια δημόσιας συζήτησης και τις έκαμε όχι με πρόθεση υπόθαλψης μισαλλοδοξίας, αλλά με σκοπό να συμβάλει στη συζήτηση επί θέματος μεγάλου ενδιαφέροντος υπό τις συνθήκες που επικρατούσαν κατά τον επίμαχο χρόνο στην Τουρκία. Όμως στην υπόθεση Gunduz v. Turkey, 13 November, 2003, το ΕΔΑΔ αρνήθηκε ένα μήνα νωρίτερα την προστασία του άρθρου 10 στον Gunduz για ανάλογες απόψεις, επειδή είχαν εκφρασθεί υπό διαφορετικές συνθήκες και με διαφορετικό σκοπό, δηλαδή με τη μορφή δημόσιας προτροπής σε βία και ανατροπή της ισχύουσας τάξης στην Τουρκία. Το αβασάνιστο συμπέρασμα που προκύπτει από τη μελέτη των αποφάσεων του ΕΔΑΔ, με τις οποίες είτε αναγνώρισε την ύπαρξη προστασίας με βάση το άρθρο 10 είτε όχι, είναι πως λαμβάνει υπόψη τα ιδιαίτερα γεγονότα κάθε περίπτωσης. Και όχι μόνο αυτό, αλλά προβαίνει και σε ερμηνεία γεγονότων και καταστάσεων λαμβάνοντας υπόψη αυτό που ονομάζεται «περιρρέουσα ατμόσφαιρα», όπως το πολιτικό και κοινωνικό υπόβαθρο κατά τον ουσιαστικό χρόνο. Αυτό είναι περισσότερο από εμφανές σε δύο ιδιαίτερα χαρακτηριστικές και ενδιαφέρουσες υποθέσεις, γιατί αφορούν στη διάδοση ρατσιστικών μηνυμάτων μέσω της σάτιρας και της γελοιογραφίας, τις υποθέσεις M’Bala M’Bala v. France, 20 Οκτωβρίου, 2015 και Leroy v. France, 2 October 2008. Στην πρώτη υπόθεση, ο Dieudonné M’Bala M’Bala, κωμικός και πολιτικός ακτιβιστής, υπό την κάλυψη σατιρικής θεατρικής παραγωγής βράβευσε τον ακαδημαϊκό Robert Faurisson για την άποψή του ότι δεν υπήρξαν θάλαμοι αερίων στα στρατόπεδα των Ναζί. Το υπό κρίση γεγονός αφορούσε μια σκηνή που διαδραματίστηκε στο τέλος μιας κωμικής παράστασης. Ο ακαδημαϊκός Robert Faurisson που βρισκόταν ανάμεσα στο ακροατήριο ανέβηκε στη σκηνή και ένας άντρας ντυμένος με ριγωτή στολή του πρόσφερε το βραβείο, ένα κηροπήγιο με τρεις κλάδους, ο καθένας από τους οποίους είχε ένα μήλο στην κορυφή. Στη διάρκεια της τελετουργίας αυτής δεν προφέρθηκε ούτε μία λέξη. Το ΕΔΑΔ ερμήνευσε το νόημα της υπό αναφορά σκηνής και επισήμανε πως υπό το κάλυμμα μιας σατιρικής καλλιτεχνικής παραγωγής ο αιτητής διέσπειρε το μίσος και εξευτέλιζε τους Εβραίους, συνάγοντας ότι η ριγωτή στολή παρέπεμπε σε Εβραίους κρατουμένους στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Επίσης το ΕΔΑΔ συμπέρανε ότι με τη βράβευση ενός ακαδημαϊκού που αρνήθηκε την ύπαρξη θαλάμων αερίων στα Ναζιστικά στρατόπεδα, ο M’Bala M’Bala αρνήθηκε το Ολοκαύτωμα, πράξη που συνιστά αδίκημα. Το ΕΔΑΔ επισήμανε ότι αυτή η συγκαλυμμένη ρητορική μίσους ήταν εξ ίσου επικίνδυνη όσο μια απερίφραστη ρητορική μίσους. Το ΕΔΑΔ υπέδειξε ότι ο αιτητής έκαμε κατάχρηση του δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης, γεγονός που αν γινόταν δεκτό θα συνέβαλλε στην καταστροφή των δικαιωμάτων και ελευθεριών της Σύμβασης. Κατά συνέπεια αρνήθηκε την παροχή της προστασίας του Αρθρου 10§1. Στην υπόθεση Leroy v. France, 2 October 2008, το ΕΔΑΔ αρνήθηκε την προστασία του άρθρου 10 στο Βάσκο σκιτσογράφο-γελοιογράφο Denis Leroy, ο οποίος καταδικάστηκε γιατί στις 13 Σεπτεμβρίου, 2001 δημοσίευσε σε έντυπο το οποίο είχε μόνο περιορισμένη κυκλοφορία στη Χώρα των Βάσκων ένα σκίτσο που αναπαριστούσε την επίθεση εναντίον των δίδυμων πύργων στη Νέα Υόρκη, η οποία είχε διενεργηθεί δύο ημέρες νωρίτερα. Κάτω από το σκίτσο υπήρχε η λεζάντα «Εμείς το ονειρευτήκαμε…η Χαμάς το κατάφερε». (παρωδία διαφήμισης: «Εμείς το ονειρευθήκαμε…η Σόνι το κατάφερε» Το ΕΔΑΔ, ασκώντας την κρίση του, προέβη σε ερμηνεία του σκίτσου, αναφέροντας πως τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου έριξαν τον κόσμο στο χάος και ότι το μήνυμά του δεν ήταν απλώς η επίκριση του Αμερικανικού ιμπεριαλισμού, όπως ήταν ο ισχυρισμός του σκιτσογράφου, αλλά υποστήριζε και εξυμνούσε τη βίαιη καταστροφή του και ενθάρρυνε τους αναγνώστες να κρίνουν θετικά μια εγκληματική πράξη. Το δικαστήριο στήριξε την άποψή του στη λεζάντα, κρίνοντας ότι με αυτή ο σκιτσογράφος εξέφρασε ηθική υποστήριξη προς εκείνους που νόμιζε τότε ότι ήταν οι δράστες των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου. (Όπως φάνηκε αργότερα, οι επιθέσεις έγιναν στην πραγματικότητα από την Αλ Γκάϊτα). Περαιτέρω το ΕΔΑΔ ανέφερε ότι με την επιλογή των λέξεων ο σκιτσογράφος σχολίασε με τρόπο που υποδηλούσε ενστερνισμό της βίας που ασκήθηκε εναντίον χιλιάδων πολιτών και έθιξε την αξιοπρέπεια των θυμάτων των επιθέσεων, απορρίπτοντας τη θέση του αιτητή ότι δεν είχε περάσει από το νου του αυτή η πτυχή. Τόνισε ακόμα πως το σκίτσο προσέλαβε ειδική σημασία υπό τις περιστάσεις, γιατί δεν μπορούσαν να παραγνωρισθούν οι επιπτώσεις του μηνύματος του σε μια πολιτικά ευαίσθητη περιοχή, δηλαδή τη Χώρα των Βάσκων. 6 Συμπέρασμα Όπως προκύπτει από τις προαναφερθείσες αποφάσεις αποτελεί επιβεβλημένη πρακτική η εξέταση και αναφορά στις συνθήκες κάτω από τις οποίες εκφέρεται η ρητορική μίσους. Επίσης αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του σκεπτικού των αποφάσεων του ΕΔΑΔ η ερμηνεία των επίμαχων πράξεων, δηλώσεων ή δημοσιευμάτων και οι ενδεχόμενες επιπτώσεις υπό τις δεδομένες συνθήκες, δηλαδή αυτό που ονομάζεται «περιρρέουσα ατμόσφαιρα». Δεδομένων των πιο πάνω, θα πρέπει να θεωρηθεί ότι η Επιτροπή ακολούθησε την ορθή πρακτική και κατέληξε στις ορθές αποφάσεις και στις δύο προαναφερθείσες υποθέσεις, αιτιολογώντας επαρκώς κάθε σημείο τους. Η Επιτροπή προτρέπει όσους πραγματικά ενδιαφέρονται να πληροφορηθούν έγκυρα και να σχηματίσουν ορθές αντιλήψεις γύρω από την άσκηση του δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης και την απαγόρευση της ρητορικής μίσους να μελετήσουν προσεκτικά τη νομική μελέτη, που είναι διαθέσιμη ως παράρτημα αυτής της ανακοίνωσης. 4 Επίσης θεωρεί χρέος της να τονίσει ότι θεωρεί επικίνδυνη την έκφραση επιδερμικών αντιλήψεων, ιδιαίτερα από σώματα του ηγούνται οργανισμών όπως η δημόσια ραδιοτηλεόραση, όταν μάλιστα δεν στηρίζονται και δεν υποστηρίζονται από έγκυρη πληροφόρηση αλλά εδράζονται σε ατάκες του είδους που διατυπώνονται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Κατοχύρωση του Δικαιώματος της Ελευθερίας της Εκφρασης από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και τις Βασικές Ελευθερίες: Αρθρο 10 (1). Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης. Αυτό το δικαίωμα περιλαμβάνει την ελευθερία της γνώμης, καθώς και της λήψης και μετάδοσης πληροφοριών και ιδεών χωρίς παρέμβαση από δημόσια αρχή και ασχέτως συνόρων. Αρθρο 10 (2). Η ενάσκηση αυτών των ελευθεριών, καθώς συνεπάγεται καθήκοντα και ευθύνες, μπορεί να υπόκειται σε διατυπώσεις, όρους και περιορισμούς ή κυρώσεις εφόσον αυτές περιγράφονται στον νόμο και είναι αναγκαίες σε μια δημοκρατική κοινωνία για λόγους εθνικής ασφάλειας, εδαφικής ακεραιότητας ή δημόσιας ασφάλειας, για την αποτροπή της διατάραξης της τάξης ή του εγκλήματος, για την προστασία της υγείας και των ηθών, για την προστασία της υπόληψης ή των δικαιωμάτων των άλλων, για την αποτροπή της κοινοποίησης πληροφοριών που λήφθηκαν υπό καθεστώς εμπιστευτικότητας, ή για την προστασία του κύρους και της αμεροληψίας της δικαστικής εξουσίας. Αρθρο 17. Τίποτε σε αυτή τη Σύμβαση δεν μπορεί να ερμηνευθεί κατά τρόπο ώστε να επιτρέπει σε ένα Κράτος, ομάδα ή πρόσωπο το δικαίωμα της ενάσκησης δραστηριότητας ή τέλεσης μιας πράξης που αποσκοπεί στην κατάλυση των δικαιωμάτων και ελευθεριών που κατοχυρώνονται εδώ ή στον περιορισμό τους σε έκταση μεγαλύτερη από αυτήν που προβλέπεται από τη Σύμβαση. ------------------------------ Το ΕΔΑΔ, ακολουθεί δύο προσεγγίσεις, όταν ασχολείται με υποθέσεις στις οποίες αντικείμενο είναι η ρητορική μίσους. (α) Την προσέγγιση του αποκλεισμού από την προστασία του δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης όταν η άσκηση του δικαιώματος αυτού τείνει να ακυρώσει τις βασικές αξίες που καθιερώνει η σύμβαση, όπως η ανοχή, η κοινωνική ειρήνη και η αποφυγή των διακρίσεων. (β) Την προσέγγιση του περιορισμού της προστασίας που παρέχει η Σύμβαση στη βάση των προνοιών του Αρθρου10§2 ------------------------------ Κατάλογος αποφάσεων του ΕΔΑΔ στις οποίες αρνήθηκε την προστασία του άρθρου 10§1 σε υποθέσεις ρητορικής μίσους, στη βάση του αποκλεισμού του άρθρου 17 (α) και στη βάση του περιορισμού του δικαιώματος στη βάση του Αρθρου 102§2 (β). (α). Στην πρώτη περίπτωση εμπίπτουν μερικές χαρακτηριστικές υποθέσεις, όπως Seurot v. France, 18 May 2004, Glimmerveen and Haqenbeek v. the Netherlands, 11 October 1979, Norwood v. the United Kingdom,16 November 2004, Communist Party of Germany v. the Federal Republic of Germany, decision of the European Commission on Human Rights5 of 20 July 1957; B.H, M.W, H.P and G.K. v. Austria (application no. 12774/87), decision of the Commission of 12 October 1989; Nachtmann v. Austria, decision of the Commission of 9 September 1998; Schimanek v. Austria, decision of the Commission of 9 September 1998; Schimanek v. Austria, decision of the Court on the admissibility of 1 February 2000, Hosnik v. Austria, Marais v. France. (β). Στη δεύτερη περίπτωση εμπίπτουν εξ ίσου χαρακτηριστικές περιπτώσεις, όπως Sürek (no.1) v. Turkey.8 July 1999 (Grand Chamber), Gündüz v. Turkey,13 November 2003, Özgür Gündem v. Turkey, 16 Mars, 2000, και Medya FM Reha Radyo ve Iletisim Hizmetleri A. S. v. Turkey, 14 November, 2006. -------------------- Είναι διαθέσιμη ξεχωριστά και στην ιστοσελίδα της Επιτροπής http://www.cmcc.org.cy/press_release_gr.html
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
5/2015
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
11/06/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (5/27/3/2015) από τον κ. Ανδρέα Ηρακλείδη για δημοσίευμα στην ιστοσελίδα City Free Press (http://city.sigmalive.com/article/8388/sexomologiseis-125-tha-poneso-perissotero) το οποίο κατ’ ισχυρισμό προάγει το φυλετικό μίσος. Το δημοσίευμα φέρεται να αποτελεί απάντηση σε νεαρή γυναίκα που παρουσιαζόταν ως φοιτήτρια στην Αγγλία, 21 ετών. Ανέφερε ότι βρισκόταν σε δίλημμα, κατά πόσο θα έπρεπε να προχωρήσει ή όχι σε μια σχέση με ένα άνδρα που ανέφερε ότι ήταν «μαύρος» και επίσης αν θα πονούσε πολύ «επειδή εν να είναι και η πρώτη μου φορά». Η απάντηση, που δόθηκε από άτομο, με το ψευδώνυμο “Tipster”, συμβουλεύει τη φερόμενη ως ερωτούσα να μην προχωρήσει στη σχέση της, αφ’ ενός λόγω «μεγέθους» που θα της προκαλούσε «μια οδυνηρή πρώτη εμπειρία» και αφ’ ετέρου γιατί «μπορεί να σού φαντάζω Κου-Κλούξ Κλαν, αλλά όχι, τούτα τα μαυρόασπρα σενάρια κάπου χαλούν με, όπως χαλούν την κοινωνία μας δαμέσα γενικότερα». Επίσης ανέφερε: «Εν τζιαι εφάν σε τα χρόνια! 21χρονη κοπελίτσα, μόνη, παρθένα ψάχνει Θα έρθει η ώρα σο, φτα΄νει να παραμείνεις χαλαρή και όχι μα απελπισμένη γκόμενα. Οσο το κυνηγάς δεν πρόκειται να συμβεί. Ετσι την παθαίνουν οι πιο πολλές τζιαι μεινίσκουν τελικά, χάσκωντας…» Ο παραπονούμενος ανέφερε πως το δημοσίευμα: Α. Εισηγείται ότι η συνουσία μεταξύ ατόμων διαφορετικών φυλών είναι επίπονη και άρα πρέπει να αποφεύγεται. Β. Διακηρύττει ότι δεν εγκρίνει διαφυλετικές ερωτικές σχέσεις και ότι ούτε η κυπριακή κοινωνία τις εγκρίνει. Γ. Εισηγείται έμμεσα ότι η συνουσία μεταξύ δυο ατόμων με διαφορετικό χρώμα είναι πράξη απελπισίας. Δ. Μειώνει έμμεσα τις τραγικές συνέπειες των πράξεων ρατσιστικών οργανώσεων. Ο υπεύθυνος της διαδικτυακής εφημερίδας CITYFREEPRESS ανέφερε σε τηλεφωνική επικοινωνία του ότι η συντάκτρια του κειμένου για το οποίο υποβλήθηκε το παράπονο δεν μπορούσε να προσέλθει σε συνεδρία υποεπιτροπής για ν παραθέσει τις απόψεις της γιατί θέλει να παραμείνει ανώνυμη. Ανέφερε επίσης ότι το θέμα συζητήθηκε εσωτερικά και εκφράστηκαν κάποιες απόψεις ότι εύλογα θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι περιείχε πράγματι αναφορές που θα μπορούσαν να θεωρηθούν επιλήψιμες και πως θα απέστελλε σύντομα και γραπτή απάντηση. Ωστόσο, και παρά τις υπομνήσεις, δε λήφθηκε καμιά απάντηση, γεγονός που η Επιτροπή αποφάσισε ότι συνιστά άρνηση συνεργασίας στη διερεύνηση παραπόνου και κατά συνέπεια παράβαση της σχετικής πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας με βάση την οποία τα ΜΜΕ και οι δημοσιογράφοι αναλαμβάνουν την υποχρέωση για συνεργασία στη διερεύνηση παραπόνων. Επίσης, ως αποτέλεσμα του γεγονότος ότι η συντάκτρια της απάντησης δεν προσήλθε σε συνεδρία στην οποία κλήθηκε, έμεινε αδιευκρίνιστο το ερώτημα πως συμβαίνει η ερώτηση και η απάντηση να είναι γραμμένες με το ίδιο ύφος και με παρόμοιες γλωσσικές εκφράσεις. Επίσης παρέμεινε αδιευκρίνιστο με ποια προσόντα η “Tipster” παρείχε συμβουλές8 σε ένα σοβαρό θέμα που αφορούσε στην εξέλιξη της προσωπικής ζωής μιας νεαρής γυναίκας και ενδεχομένως θα μπορούσε να επηρεάσει και άλλες αφελείς, εύπιστες ή ανώριμες νεαρές γυναίκες. Επί της ουσίας του παραπόνου, η Επιτροπή αποφάσισε ότι το δημοσίευμα περιείχε ξενοφοβικές και ρατσιστικές αναφορές, κατά παράβαση των προνοιών του άρθρου 12 του Κώδικα η οποία απαγορεύουν δυσμενείς διακρίσεις με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη γλώσσα, την εθνική ή κοινωνική προέλευση, την καταγωγή και το προσωπικό καθεστώς. Επίσης αποδέχθηκε τη θέση του παραπονουμένου ότι το ύφος και ο τρόπος αναφοράς στη ρατσιστική οργάνωση Κου Κλουξ Κλαν, μιας από τις πιο βάρβαρες, άγριες και εγκληματικές ρατσιστικές οργανώσεις υποβαθμίζει τις τραγικές συνέπειες των πράξεων της και ανάλογων οργανώσεων. Η Επιτροπή δράττεται της ευκαιρίας να υποδείξει προς τα ΜΜΕ και τους δημοσιογράφους ότι ανάλογες αναφορές όπως οι υπό κρίση ενδεχομένως να συνιστούν και σοβαρά ποινικά αδικήματα με βάση τη σχετική νομοθεσία της Κυπριακής Δημοκρατίας για καταπολέμηση του ρατσισμού.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
14/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
17/05/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (14/12/4/2016) για αισχρό και χυδαίο δημοσίευμα στην ιστοσελίδα newsbomb.com.cy. Ειδικότερα, το παράπονο αναφερόταν σε δημοσίευμα στις 28 Μαρτίου, 2016, το οποίο παρουσίαζε σε φωτογραφία ένα άνδρα να κάνει ή να προσποιείται ότι κάνει σεξ με μια σκυλίτσα. Στο δημοσίευμα ανέφερε ότι προκάλεσε σάλο γνωστός(;) επαγγελματίας αθλητής «ο οποίος είναι ‘τύφλα’ και προσποιείται ότι κάνει σεξ με σκύλο». Η Επιτροπή ζήτησε δύο φορές τις απόψεις της ιστοσελίδας σχετικά με το παράπονο, χωρίς να υπάρξει ανταπόκριση μέσα στις καθορισμένες από τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας προθεσμίες. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι η παράλειψη ανταπόκρισης από μέρους της ιστοσελίδας συνιστούσε παραβίαση της πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί υποχρέωσης των ΜΜΕ να συνεργάζονται μαζί της στη διερεύνηση παραπόνων. Η Επιτροπή εξέτασε το θέμα με βάση τα ενώπιόν της στοιχεία, κυρίως το δημοσίευμα της ιστοσελίδας στο σύνολό του και αποφάσισε ότι συνιστούσε παραβίαση της πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί του ήθους και επαγγελματικού επιπέδου που πρέπει να τηρούν τα ΜΜΕ και οι δημοσιογράφοι. Ο Κώδικας ορίζει ότι «το ήθος, η αξιοπρέπεια και εντιμότητα, η διαγωγή, η συμπεριφορά και το επαγγελματικό επίπεδο των λειτουργών θα πρέπει να είναι της υψηλότερης δυνατής στάθμης. Οι λειτουργοί των ΜΜΕ αποφεύγουν δημοσιεύματα ή μεταδόσεις ή τη χρήση γλώσσας, που με βάση τις επικρατούσες αντιλήψεις, έχουν χυδαίο ή αισχρό περιεχόμενο». Η Επιτροπή έκρινε ότι το η ιστοσελίδα, με το δημοσίευμά της, δεν εξυπηρετούσε κανένα απολύτως σκοπό και δεν συνέβαλλε στη δημόσια συζήτηση θέματος δημοσίου ενδιαφέροντος, δεδομένου ότι η «τύφλα» του φερόμενου γνωστού αθλητή και οι κατ’ ιδίαν χυδαιότητές του δεν αποτελούν γεγονός που χρειάζεται να γνωρίζει κανένας. Η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι τις ιστοσελίδες επισκέπτονται και παιδιά ή άτομα που ενοχλούνται από παρόμοια δημοσιεύματα, καλεί όσους εργάζονται σε ιστοσελίδες που παρέχουν γενική πληροφόρηση να έχουν συναίσθηση της ευθύνης τους απέναντι στην κοινωνία και να μη κάνουν κατάχρηση των δυνατοτήτων που παρέχει η τεχνολογία για να διασπείρουν φθοροποιά, αισχρά και ενοχλητικά για τους πολλούς δημοσιεύματα.