*The older decisions of the CMEC - Committee of Media Ethics Cyprus are republished from the archive and no intervention has been made in their content.
*The older decisions of the CMEC - Committee of Media Ethics Cyprus are republished from the archive and no intervention has been made in their content.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
18/2017
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
21/09/2017
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας επιλήφθηκε παραπόνου (18/12/6/2017) από το αθλητικό σωματείο Ομόνοια για αντιδεοντολογική και παραπλανητική ενημέρωση στην εκπομπή του ΡΙΚ «Γκόλ και Θέαμα» της 15ης Μαΐου, 2017.. Ο πρόεδρος της Ομόνοιας Αντώνης Τζιωνής, ενεργώντας εκ μέρους του Δ.Σ. του σωματείου, ανέφερε στο παράπονό του ότι κατά την παρουσίαση των επίμαχων φάσεων με το Βάσο Κωνσταντίνου, έγινε «συνειδητή προσπάθεια παραπλάνησης των τηλεθεατών» από τον παρουσιαστή Ανδρέα Πογιατζή. Ειδικότερα, ανέφερε ότι σε μια φάση του αγώνα, ύστερα από την οποία ο ποδοσφαιριστής Mat Derbyshire σημείωσε από κανονική θέση τέρμα, καλυπτόμενος από τους αντιπάλους αμυντικούς, το οποίο ακύρωσε ο διαιτητής ως σημειωθέν από θέση off side, ενώ η Primetel που μετέδιδε τον αγώνα έδειχνε με άσπρη γραμμή που τοποθετείται αυτόματα τη θέση των ποδοσφαιριστών, «το ΡΙΚ τράβηξε δική του γραμμή, άγνωστο με πιο τρόπο και με ποια τεχνολογία, που έδειχνε ακριβώς το αντίθετο». Σύμφωνα με το παράπονο, ενώ η πρακτική της αυτόματης τοποθέτησης γραμμών από τον ηλεκτρονικό υπολογιστή «είναι παγκόσμια αποδεκτή και μη αμφισβητήσιμη…στην εκπομπή του το ΡΙΚ αποφάσισε να αμφισβητήσει την συγκεκριμένη φάση και τεχνολογία, άγνωστο σε μας για ποιους λόγους». Ανταποκρινόμενο σε αίτημα της Επιτροπής για παράθεσή των απόψεών του, το ΡΙΚ διαβίβασε στην Επιτροπή ηλεκτρονικό μήνυμα που απέστειλε ο παραγωγής Σάββας Αριστοδήμου προς τον εκπρόσωπο τύπου της Ομόνοιας Ανδρέα Δημητρίου, ύστερα από δημόσια ανακοίνωση του σωματείου για προκατάληψη σε βάρος της Ομόνοιας. Το μήνυμα αυτό ανέφερε ότι στην εκπομπή ο καθηγητής διαιτησίας και σχολιαστής φάσεων ποδοσφαίρου Βάσος Κωνσταντίνου είπε ότι το γκολ της Ομόνοιας θα έπρεπε να είχε μετρήσει. Επίσης, το ίδιο είπε τρεις φορές ο παρουσιαστής Ανδρέας Πογιατζής, ενώ ο αθλητικογράφος Γιώργος Σωκράτους προχώρησε ένα βήμα παρακάτω και υπέδειξε ότι οι βοηθοί των διαιτητών προτιμούν από φόβο να σταματούν τις φάσεις όταν υπάρχουν οριακά offside με αποτέλεσμα να καταστρέφουν το ποδόσφαιρο. Προκειμένου να διερευνήσει το θέμα σε βάθος, η Επιτροπή κάλεσε τους παράγοντες της εκπομπής Ανδρέα Πογιατζή και Σάββας Αριστοδήμου για να παραθέσουν τις απόψεις τους, και σε δεύτερο στάδιο τον σκηνοθέτη της εκπομπής Χρίστο Θεοχαρίδη και τον σχολιαστή Βάσο Κωνσταντίνου. Κατά την κατάθεσή του ο υπεύθυνος του Αθλητικού Τμήματος του ΡΙΚ Σάββας Αριστοδήμου ανέφερε ότι υπάρχει αντιπαράθεση («κόντρα») μεταξύ του ιδίου και της Ομόνοιας από τον καιρό που ανέλαβε το τμήμα πριν από δύο χρόνια για λόγους τους οποίους χαρακτήρισε προσωπικούς. Αναπτύσσοντας αυτούς τους λόγους, ο κ. Αριστοδήμου είπε ότι υπάρχει αντιπαράθεση μεταξύ του ιδίου και υφισταμένων του που είναι υποστηρικτές της Ομόνοιας ή άλλων που κατέχουν θέση στο Δ.Σ. της Ομόνοιας και υποστήριξε ότι αυτοί «μεταφέρουν στο Δ.Σ. της Ομόνοιας καταστάσεις που δεν υφίστανται και έχουν δημιουργήσει έχθρα μεταξύ μου και του Δ.Σ. της Ομόνοιας». Επίσης ανέφερε πως την οδηγία για να τραβηχθεί η κόκκινη γραμμή με αφετηρία τον ώμο του Derbyshire που βρισκόταν μπροστά από την άσπρη γραμμή της Primetel έδωσαν στο τμήμα γραφικών του ΡΙΚ ο ίδιος, ο παρουσιαστής Ανδρέας Πογιατζής και ο σκηνοθέτης Χρίστος Θεοχαρίδης, χωρίς να έχει γνώση γι’ αυτό ο σχολιαστής Βάσος Κωνσταντίνου. Οταν ο κ. Πογιατζής ρωτήθηκε τι εξυπηρετούσε η κόκκινη γραμμή και τι ήθελε να δείξει, εφ’ όσον η θέση του σχολιαστή Βάσου Κωνσταντίνου ήταν πως η φάση ήταν οριακή και το γκολ έπρεπε να μετρήσει, ο κ. Πογιατζής απάντησε ότι «θέλαμε να μπούμε της Primetel και να δείξουμε ότι δεν ήταν σωστή γιατί ο παίχτης της Ομόνοιας ήταν ελάχιστα πιο μπροστά». Ο κ. Αριστοδήμου είπε πως ζήτησε από το γραφίστα να του τραβήξει μια γραμμή από τον ώμο του ποδοσφαιριστή της Ομόνοιας και όχι από το παπούτσι του αμυντικού του ΑΠΟΕΛ με οδηγία να είναι παράλληλη με τη γραμμή της Primetel για να καταδείξει ότι o Derbyshire θα μπορούσε να ήταν σε θέση offside. Τόσο ο κ. Αριστοδήμου όσο και ο κ. Πογιατζής και ο κ. Θεοχαρίδης είπαν ότι είχαν την εντύπωση πως η κόκκινη γραμμή ήταν παράλληλη προς τις γραμμές του γηπέδου (γραμμή τέρματος, επανορθωτικής και μέσου) και εκείνης της Primetel, αλλά παραδέχθηκαν, όταν τέθηκε υπόψη τους σχετική φωτογραφία, ότι δεν ήταν παράλληλη. Ο κ. Θεοχαρίδης, όταν ρωτήθηκε κατά πόσο η υφιστάμενη διαμάχη μεταξύ λειτουργών του ΡΙΚ επηρέασε την απόφαση για χάραξη της γραμμής απάντησε ότι μπορεί να είχε επηρεάσει, ενώ ο Βάσος Κωνσταντίνου, είπε πως η θέση του που διαμορφώθηκε από την εξέταση της φάσης σε αργή κίνηση και πριν από τη χάραξη της κόκκινης γραμμής ήταν πως η φάση ήταν οριακή και το γκολ θα έπρεπε να είχε μετρήσει. Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, είπε ότι η κόκκινη γραμμή θα μπορούσε να παραπλανήσει τους τηλεθεατές του ΡΙΚ. Η Επιτροπή, λαμβάνοντας όλα τα ανωτέρω υπόψη, αποφάσισε πως θα μπορούσε εύλογα να υπάρξει υποψία ότι η απόφαση για χάραξη της κόκκινης γραμμής δυνατό να επηρεάστηκε από την υπάρχουσα διαμάχη μεταξύ του κ. Αριστοδήμου και υφισταμένων του υποστηρικτών της Ομόνοιας. Η Επιτροπή όμως διευκρινίζει πως, δεδομένου ότι είναι βασική αρχή ότι οποιοσδήποτε έχει δικαίωμα να αμφισβητήσει οποιαδήποτε πληροφορία, θεώρησε ως θεμιτή την πρόθεση και ενέργεια του ΡΙΚ να αμφισβητήσει την πληροφορία που δόθηκε με την άσπρη γραμμή της Primetel. Ωστόσο, Ωστόσο, πράττοντας αυτό, το ΡΙΚ θα έπρεπε να είχε μεριμνήσει ώστε το ίδιο να δώσει ακριβή και μη παραπλανητική πληροφόρηση. Δεδομένου ότι, σύμφωνα και με την παραδοχή των λειτουργών του ΡΙΚ ότι η γραμμή δεν ήταν παράλληλη, αν και πρόθεσή τους ήταν αυτή, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η κόκκινη γραμμή συνιστούσε ανακριβή και παραπλανητική πληροφόρηση κατά παράβαση τόσο της γενικής πρόνοιας που καθιστά υποχρέωση των ΜΜΕ και των δημοσιογράφων να παρέχουν αντικειμενική, ολοκληρωμένη και έγκυρη πληροφόρηση, όσο και της ειδικής πρόνοιας του άρθρου 1 του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, που προβλέπει ότι: «Τα Μ.Μ.Ε. μεριμνούν ώστε να μη δημοσιεύονται ανακριβείς, παραπλανητικές, φανταστικές ή διαστρεβλωτικές της αλήθειας ειδήσεις, πληροφορίες ή σχόλια…» Η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη την πρόνοια του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας ότι έχει το δικαίωμα μεσολάβησης για διευθέτηση οποιασδήποτε διαφοράς μεταξύ παραπονουμένων και των ΜΜΕ ή δημοσιογράφων, αποφάσισε επίσης να εξουσιοδοτήσει τον αντιπρόεδρό της κ. Βάσο Τσαγγαρά να καταβάλει προσπάθεια τερματισμού των υφιστάμενων κακών σχέσεων μεταξύ των παραγόντων της Αθλητικής Υπηρεσίας του ΡΙΚ και της Ομόνοιας, που εδώ και καιρό παρεμποδίζει την ύπαρξη αρμονικής σχέσης συνεργασίας.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
11/2017
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
21/09/2017
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας επιλήφθηκε παραπόνου (11/7/4/2017) από τη διοικητική προϊσταμένη της υπηρεσίας πρωτοκολλητών του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας Ανδριάνα Μαλεκίδου ότι δημοσίευμα στην ιστοσελίδα TOTHEMAONLINE ημερομηνίας 10ης Μαρτίου, 2017, ήταν ανακριβές, δυσφημητικό και προκατειλημμένο. Το δημοσίευμα, κάτω από την επισήμανση ότι «είναι να τραβάς τα μαλλιά σου μ΄ αυτά που συμβαίνουν στο δικαστήριο Λάρνακας, λόγω της στάσης της Πρωτοκολλητού», ανέφερε ότι η πρωτοκολλητής Μαλεκίδου αποφάσισε «να ασκήσει τη διακριτική της εξουσία» και να αφήσει άτομο που είχε διαταχθεί από το δικαστήριο να καταβάλει εγγύηση 500.000 ευρώ προκειμένου να αφεθεί ελεύθερο με όρους, να μεταφερθεί στις Κεντρικές Φυλακές. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, ο πολίτης που το δικαστήριο διέταξε να αφεθεί ελεύθερος με εγγύηση 500.000 ευρώ «υπέγραψε και εγγυήθηκε με τίτλο ιδιοκτησίας ακινήτου της εταιρείας του, το οποίο εκτιμάται από το Κτηματολόγιο πέραν του ενός εκ. ευρώ». Όμως, σύμφωνα με την ιστοσελίδα, η πρωτοκολλητής θεώρησε ανεπαρκή την εγγύηση που πρόσφερε ο υπόδικος με τον τίτλο ιδιοκτησίας ακινήτου της εταιρείας του και αποφάσισε ότι έπρεπε να τον εγγυηθεί φυσικό πρόσωπο. Η απόφασή της επικυρώθηκε, σύμφωνα με το δημοσίευμα, από την Αρχιπρωτοκολλητή του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Στην κατακλείδα της είδησης, η ιστοσελίδα ανέφερε ότι «η εν λόγω κυρία είναι αυτή που όπως σας ενημερώναμε τον Οκτώβριου του 2016 ‘σήκωσε’ με τις φωνές της το Δικαστήριο», σε ένα επεισόδιο «επαναλαμβανόμενο και όχι μεμονωμένο». Επίσης ανέφερε ότι «σύμφωνα με τους ισχυρισμούς που φτάνουν στην ιστοσελίδα μας, η συγκεκριμένη πρωτοκολλητής προκαλεί κατ’ επανάληψη με τη συμπεριφορά της, γεγονός που επιτάσσει την άμεση παρέμβαση του καθ’ ύλην αρμόδιου, που δεν είναι άλλος από τον πρόεδρο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας». Η παραπονούμενη ανέφερε ότι το δημοσίευμα της απέδιδε εμπλοκή σε υπόθεση που διαδραματίστηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας, σε χρόνο κατά τον οποίο η ίδια δεν βρισκόταν καν στο χώρο των δικαστηρίων. Ειδικότερα, είπε ότι την υπόθεση χειρίστηκε άλλη λειτουργός του δικαστηρίου και ότι το δημοσίευμα ήταν επίσης ανακριβές ως προς τον ισχυρισμό ότι την απόφαση επικύρωσε η Αρχιπρωτοκολλητής του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δεδομένου ότι η Αρχιπρωτοκολλητής απουσίαζε με άδεια και η απόφαση λήφθηκε από άλλο άτομο. Ως προς την ουσία της υπόθεσης, η παραπονούμενη ανέφερε ότι εναπόκειται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του πρωτοκολλητή να αποφασίσει κατά πόσο η υπογραφή εγγύησης είναι σύμφωνη με τους όρους του δικαστηρίου. Στην προκειμένη περίπτωση δεν έγινε δεκτή η υπογραφή του υπό κατηγορία ατόμου, αφ’ ενός γιατί το δικαστήριο όρισε να υπογράψει άλλος αξιόχρεος εγγυητής-φυσικό πρόσωπο που διέθετε περιουσία αξίας 500.000 ευρώ και αφ’ ετέρου γιατί τα δικαστήριο διαπίστωσε ότι η αξία του ακινήτου ήταν μόνο γύρω στις 400.000 και επί πλέον το ακίνητο ήταν υποθηκευμένο με ποσό κοντά στην αξία του. Ως προς την παραπομπή σε άλλο επεισόδιο τον Οκτώβριο του 2016, η παραπονούμενη ανέφερε ότι τα όσα αναφέρθηκαν ήταν επίσης παντελώς αναληθή, καθότι ουδέποτε διαδραματίστηκε στα δικαστήρια τέτοιο επεισόδιο. Η ιστοσελίδα παρέλειψε να ανταποκριθεί σε αίτημα της Επιτροπής να παραθέσει τις απόψεις της. Η Επιτροπή έδωσε και δεύτερη ευκαιρία στην ιστοσελίδα να παραθέσει της απόψεις της αποστέλλοντας εκπρόσωπό της σε συνεδρία υποεπιτροπής, και πάλι χωρίς ανταπόκριση.. Κατόπιν των επανειλημμένων αρνήσεων της ιστοσελίδας να συνεργασθεί, γεγονός που καθυστέρησε και τη διεκπεραίωση του παραπόνου, η Επιτροπή προχώρησε στην εξέτασή του με βάση τα ενώπιόν του στοιχεία. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι το όλο δημοσίευμα έβριθε ανακριβούς πληροφόρησης, όπως προκύπτει από τα προαναφερθέντα γεγονότα, κατά παράβαση της πρόνοιας του άρθρου 1 Περί Ακρίβειας των πληροφοριών, που αναφέρει ότι: «Τα Μ.Μ.Ε. μεριμνούν ώστε να μη δημοσιεύονται ανακριβείς, παραπλανητικές, φανταστικές ή διαστρεβλωτικές της αλήθειας ειδήσεις, πληροφορίες ή σχόλια. Σε περίπτωση που έχει συμβεί κάτι τέτοιο χωρούν σε άμεση διόρθωση ή και απολογία». Κατά παράβαση του ιδίου άρθρου, η ιστοσελίδα παρέλειψε να επικοινωνήσει με την παραπονούμενη προκειμένου να ελέγξει την ακρίβεια των πληροφοριών της ή να πάρει τις απόψεις της σε απάντηση στους εναντίον της ισχυρισμούς. Περαιτέρω η Επιτροπή αποφάσισε, με βάση την αναφορά ότι «η εν λόγω κυρία είναι αυτή που όπως σας ενημερώναμε τον Οκτώβριου του 2016 ‘σήκωσε’ με τις φωνές της το Δικαστήριο», σε ένα επεισόδιο «επαναλαμβανόμενο και όχι μεμονωμένο», ότι το δημοσίευμα ήταν προκατειλημμένο, κατά παράβαση της γενικής πρόνοιας του Κώδικα που προβλέπει ότι: «Ο σεβασμός της αλήθειας και του δικαιώματος του πολίτη για αντικειμενική, ολοκληρωμένη και έγκυρη πληροφόρηση αποτελεί υποχρέωση όλων των Μέσων και των λειτουργών των». Επίσης, η Επιτροπή αποφάσισε ότι οι φράσεις της ιστοσελίδας ότι «είναι να τραβάς τα μαλλιά σου μ’ αυτά που συμβαίνουν στο δικαστήριο Λάρνακας, λόγω της στάσης της Πρωτοκολλητού» και «είναι ανέκδοτο πλέον σε αυτόν τον τόπο να διοικούν μέτριοι και μικροί άνθρωποι» σε σχέση με την παραπονούμενη, συνιστούν παραβίαση της πρόνοιας του ειδικού άρθρου 12 περί δυσμενών διακρίσεων, το οποίο στην κατακλείδα του ορίζει ότι: «Τα Μ.Μ.Ε. αποφεύγουν οποιαδήποτε απ’ ευθείας ή άλλη αναφορά ή ενέργεια εναντίον προσώπου η οποία περιέχει στοιχεία προκατάληψης…Ο χλευασμός, η διαπόμπευση και ο διασυρμός ατόμων ή ομάδων είναι ανεπίτρεπτος. Τέλος, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η άρνηση της ιστοσελίδας να συνεργασθεί στη διερεύνηση του παραπόνου συνιστά παραβίαση της γενικής πρόνοιας περί υποχρέωσης των ΜΜΕ και των λειτουργών τους να συνεργάζονται με την Επιτροπή που ορίζει ότι: «Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και οι Λειτουργοί των αναλαμβάνουν την υποχρέωση να συνεργάζονται με την Επιτροπή κατά τη διεξαγωγή των ερευνών της. Η μη συνεργασία τους συνιστά παραβίαση του παρόντα Κώδικα».
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
15/2017
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
21/09/2017
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας επιλήφθηκε παραπόνου (15/10/5/2017) από τον Γεώργιο Πυργούδη, από την Πάφο, ότι οι εφημερίδες της πόλης αρνούνται συστηματικά να φιλοξενήσουν επιστολές του στις οποίες επισημαίνει προβλήματα που αφορούν στην εικόνα της πόλης. Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι ενώ οι τέσσερις εφημερίδες της Πάφου –έντυπες ή ηλεκτρονικές- δεν δημοσίευσαν επιστολή του με την οποία κατάγγελλε την ύπαρξη προβλημάτων σχετικά με πεζοδρόμια και την καθαριότητα σε διάφορους δημόσιους χώρους, όπως τουαλέτες και δημόσια πάρκα, τη δημοσίευσε ο «Φιλελεύθερος». Επίσης ανέφερε ότι με βάση την επιστολή του αυτή το Υπουργείο Εσωτερικών ενήργησε με συστάσεις προς το Δήμο για λήψη μέτρων. Το παράπονο ανέφερε ότι οι τοπικές εφημερίδες «Επιλογές της Πάφου», «Η Φωνή της Πάφου», «Ο Αδέσμευτος της Πάφου» και «Ο Ταχυδρόμος της Πάφου»- αρνήθηκαν να δημοσιεύσουν τόσο τη συγκεκριμένη επιστολή όσο και άλλες επιστολές, που συνοδεύονταν από φωτογραφίες διαφόρων χώρων που παρουσίαζαν τα αναφερόμενα προβλήματα. Συμπληρωματικά, ο παραπονούμενος ανέφερε ότι μόνο «Οι Επιλογές της Πάφου», δημοσίευσαν επιστολή του στις 7 Μαΐου, 2016, με φωτογραφίες που επισύναψε, για την άσχημη κατάσταση σε δημόσια αποχωρητήρια και σε πάρκο της Πάφου. Η Φωνή της Πάφου, ανταποκρινόμενη σε παράκληση της Επιτροπής να παραθέσει τις απόψεις της, ανέφερε ότι οι ισχυρισμοί του κ. Πυργούδη είναι ανυπόστατοι δεδομένου ότι η εφημερίδα πολλάκις δημοσίευσε φωτογραφίες και σχόλια που αποστέλλει σχεδόν καθημερινά. Επίσης ανέφερε ότι η εφημερίδα έχει δικαίωμα να αποφασίζει πότε και σε ποια έκταση θα δημοσιεύει κείμενα που αποστέλλουν αναγνώστες, ανάλογα με το χώρο που διαθέτει και αφού κρίνει ποια από όσα αναφέρονται ευσταθούν ή όχι. Εξ άλλου, ανέφερε ότι ο παραπονούμενος «έχει ανοίξει μέτωπο με το δήμο Πάφου για καθαρά προσωπικούς λόγους που σχετίζονται με την απόλυσή του από το Δήμο». Ο «Αδέσμευτος Πάφου» ανέφερε ότι ο παραπονούμενος εδώ και μερικά χρόνια έχει αναλάβει εργολαβικά να καταγγέλλει τον Δήμο Πάφου «για κάθε πέτρα που κινείται από τη θέση της» μετά την απόλυσή του για πλημμελή άσκηση καθηκόντων. Περαιτέρω ανέφερε ότι η εφημερίδα πολλές φορές έχει δημοσιεύσει και αναδείξει θέματα για τα οποία είτε είχαν προηγηθεί είτε είχαν ακολουθήσει καταγγελίες του παραπονούμενου και ότι από μέρους της σύνταξης δεν υπάρχει καμία απολύτως πρόθεση να αγνοηθεί ο κ. Πυργούδης, ανεξάρτητά από τα κίνητρά του. Εξ άλλου, η εφημερίδα ανέφερε ότι προσπάθησε να του εξηγήσεις πολλές φορές ότι θα πρέπει να προβαίνει σε καταγγελίες για πιο σοβαρά θέματα και όχι με το παραμικρό, όπως για παράδειγμα: για ένα σπασμένο σκυβαλοδοχείο ή για ένα χαλασμένο καζανάκι, αλλά ο ίδιος εξακολουθεί να τη βομβαρδίζει με καταγγελίες που ο ίδιος πιστεύει ότι είναι άξιες αναφοράς. Η εφημερίδα «Επιλογές της Πάφου» ανέφερε στην Επιτροπή ότι τα κείμενα και οι φωτογραφίες του κ.Πυργούδη έχουν δημοσιευθεί σε πάρα πολλές εκδόσεις της εφημερίδας στη σελίδα το βήμα του πολίτη και ότι σε κάποιες περιπτώσεις ο Δήμος Πάφου ανταποκρίθηκε στα δημοσιεύματα. Περαιτέρω ανέφερε πώς όταν τα δημοσιεύματα και οι φωτογραφίες άρχισαν να ανακυκλώνονται ήταν αδύνατον να χρησιμοποιείται ο χώρος της εφημερίδας για τα ίδια θέματα. Εξ άλλου, ανέφερε ότι κάθε εφημερίδα και ο/η Αρχισυντάκτης της είναι σε θέση να γνωρίζουν πώς να διαθέσουν το χώρο της εφημερίδας χωρίς καμιά παρέμβαση ή υπόδειξη από τον οποιοδήποτε. Η εφημερίδα ανέφερε περαιτέρω ότι σε πολλές περιπτώσεις συμπαραστάθηκε στον κ. Πυργούδη και υποστήριξε τις απόψεις του, «αλλά πρέπει να αντιληφθεί ότι τα προβλήματα της καθαριότητας του Δήμου δεν είναι τα μόνα που ταλανίζουν την Πάφο και ότι μια τοπική εφημερίδα έχει αμέτρητα θέματα με τα οποία ασχολείται μέσα από τις λιγοστές σελίδες της» και ότι πρέπει να ικανοποιούνται και άλλοι πολίτες της Πάφου που γράφουν επιστολές με παράπονα. Η Επιτροπή δεν πήρε απάντηση από τον «Ταχυδρόμο» στο αίτημά της να παραθέσει τις απόψεις της. Η Επιτροπή δεν ασχολήθηκε με το γενικό παράπονο ότι οι εφημερίδες της Πάφου αρνούνται να δημοσιεύσουν επιστολές του, δεδομένου ότι εξετάζει μόνο συγκεκριμένα παράπονα στα οποία παρατίθενται συγκεκριμένα γεγονότα. Η Επιτροπή εξέτασε το παράπονο υπό το πρίσμα της βασικής αρχής του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας ότι τα ΜΜΕ και οι δημοσιογράφοι έχουν υποχρέωση να ενεργούν χωρίς προκατάληψη και να προάγουν τον πλουραλισμό και τα ανθρώπινα δικαιώματα -μεταξύ των οποίων είναι και το δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης- καθώς και των προνοιών του άρθρου 11 που επιβάλλει να αποφεύγουν «οποιαδήποτε απ’ ευθείας ή άλλη αναφορά ή ενέργεια εναντίον προσώπου η οποία περιέχει στοιχεία προκατάληψης με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη γλώσσα, τη θρησκεία, τις πολιτικές ή άλλες πεποιθήσεις, την εθνική ή κοινωνική προέλευση, την περιουσία, την καταγωγή, την ηλικία, το φύλο και το προσωπικό καθεστώς, περιλαμβανομένης της φυσικής ή διανοητικής ασθένειας ή αναπηρίας». Η Επιτροπή έλαβε επίσης υπόψη την καθιερωμένη από την πολύχρονη πρακτική αρχή πως οι εφημερίδες λόγω χώρου δεν είναι δυνατό να δημοσιεύουν όλα τα κείμενα που λαμβάνουν και ότι είναι υποχρεωμένες να επιλέγουν ανάμεσα σε εκατοντάδες ή κάποτε και χιλιάδες επιστολές εκείνες που θεωρούν κατά την κρίση τους πιο σημαντικές ή ενδιαφέρουσες. Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή αποφάσισε ότι κάθε εφημερίδα έχει το δικαίωμα να επιλέγει τις επιστολές και τα κείμενα που θα δημοσιεύει, δεδομένου ότι πρακτικά δεν είναι δυνατό να φιλοξενήσει όλο τον όγκο των κειμένων που λαμβάνει από τους αναγνώστες της, με κριτήριο το ενδιαφέρον που παρουσιάζουν τα θιγόμενα θέματα και την έκταση στην οποία ενδιαφέρουν ή επηρεάζουν το ευρύτερο κοινό. Ωστόσο, η Επιτροπή τόνισε πως αυτό θα πρέπει να γίνεται στη βάση της ίσης μεταχείρισης, σύμφωνα με την προαναφερθείσα πρόνοια του Κώδικα περί αποφυγής δυσμενών ή προκατάληψης για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 11 του Κώδικα. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η μη δημοσίευση επιστολών από δύο εφημερίδες, τη Φωνή της Πάφου και τον Αδέσμευτο της Πάφου για λόγους που αναφέρονται στην προσωπικότητα του παραπονούμενου ή σε άλλους λόγους που δεν έχουν σχέση με το περιεχόμενο της επιστολής του, όπως είναι η φερόμενη διαμάχη του με το Δήμο Πάφου, στην οποία αναφέρθηκαν οι δύο εφημερίδες, πάσχει λόγω προκατάληψης. Στην προκειμένη περίπτωση ο επιστολογράφος είχε θίξει ένα σοβαρό θέμα, που δημοσιεύθηκε σε εφημερίδα παγκύπριας κυκλοφορίας, και προκάλεσε την παρέμβαση του Υπουργείου Εσωτερικών. Αυτό θα έπρεπε να είναι το κριτήριο και όχι η φερόμενη διαμάχη ή το γεγονός ότι ο παραπονούμενος «βομβαρδίζει» τις εφημερίδες με κείμενά του. Παράλληλα η Επιτροπή θεώρησε αναγκαίο να υποδείξει ότι οι συστηματικοί επιστολογράφοι που γράφουν περί παντός επιστητού και για μικροπράγματα δυσκολεύουν το έργο των δημοσιογράφων. Στην περίπτωση του «Ταχυδρόμου της Πάφου» η Επιτροπή ήταν υποχρεωμένη να δεχθεί τη θέση του παραπονούμενου ότι η εφημερίδα αρνήθηκε να δημοσιεύσει την επιστολή του . Αποφάσισε επίσης ότι με την άρνησή της να παραθέσει τις απόψεις της, παραβίασε επίσης τη γενική πρόνοια του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, που επιβάλλει στα ΜΜΕ και στους δημοσιογράφους την υποχρέωση να συνεργάζονται με την Επιτροπή στη διερεύνηση παραπόνων.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
20/2017
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
21/09/2017
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας επιλήφθηκε παραπόνου (20/3/8/2017) από τον πολίτη εναντίον της ιστοσελίδας Ρεπόρτερ για παρέμβαση στην ιδιωτική ζωή του ιδίου και των μελών της οικογένειάς του, αποκάλυψη προσωπικών δεδομένων και πρόκληση ανθρώπινου πόνου. Ειδικότερα, ο παραπονούμενος ανέφερε ότι η ιστοσελίδα δημοσίευσε κείμενο το οποίο αναφερόταν στη σύζυγό του, παραθέτοντας το πλήρες πατρικό της όνομα και τον τόπο καταγωγής της και κατά συνέπεια παρενέβη στην ιδιωτική της ζωή, καθώς και στην ιδιωτική ζωή του ιδίου και των παιδιών τους. Το δημοσίευμα αντλήθηκε από δημοσιεύματα εφημερίδων πριν από 30 χρόνια, τα οποία αναφέρονταν στην απαγωγή νεαρής από Τούρκο έποικο, το φερόμενο γάμο τους και τελικά την επιστροφή της στους γονείς της, καθώς και σε διαδηλώσεις που είχαν γίνει στις ελεύθερες περιοχές με αφορμή το γεγονός της απαγωγής. Ο παραπονούμενος αποτάθηκε αρχικά στην ιστοσελίδα και ζήτησε από τη συντάκτρια της είδησης Μύρια Οδυσσέως να αφαιρέσει το δημοσίευμα, αλλά η εκείνη δέχθηκε να απαλείψει μόνο το επίθετό της. Ωστόσο, η απάλειψη ήταν μερική γιατί το επίθετο της γυναίκας διατηρήθηκε σε ένα τουλάχιστο σημείο που αναφέρεται σε συνάντησή της με το Ραούφ Ντενκτάς, καθώς και σε δημοσιεύματα ξένων εφημερίδων της εποχής, στα οποία υπάρχει το επίθετο. Τόσο το ονοματεπώνυμο της γυναίκας όσο και άλλες λεπτομέρειες οδηγούν αβίαστα στην ταυτότητά της και κατ’ επέκταση και των οικείων της. Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι η αποκάλυψη λεπτομερειών της ζωής της συζύγου του πριν από 30 χρόνια, έστω και αν αποτέλεσε αφορμή για ειδήσεις, συνιστά παρέμβαση στην παρούσα ιδιωτική της ζωή, επισημαίνοντας πως τα γεγονότα εκείνα τραυμάτισαν την οικογένειά τησ τότε και δεν θα ήθελε αυτό να επαναληφθεί σήμερα. Ακόμη ανέφερε πως τα παιδιά τους δεν γνωρίζουν τίποτε για τα γεγονότα που σημάδεψαν τη ζωή της μητέρας τους, ούτε και η ίδια γνωρίζει για τα δημοσιεύματα. Στο δημοσίευμα αναφέρεται ότι η δημοσιογράφος αποτάθηκε σε συγγενείς και γνωστούς της γυναίκας, ακόμα και συγχωριανούς της, ζητώντας πληροφορίες για τη σημερινή ζωή της, γεγονός που η Επιτροπή θεωρεί ως ανεπίτρεπτη ενέργεια, γιατί συνιστά κατάφωρη παρέμβαση στην ιδιωτική ζωή. Η συντάκτρια της είδησης, σε τηλεφωνική επικοινωνία που είχε με τη Γραμματεία της Επιτροπής αρνήθηκε επίμονα να αφαιρέσει την είδηση όταν της υποδείχθηκε πως αποκάλυπτε προσωπικά δεδομένα και συνιστούσε παρέμβαση στην ιδιωτική ζωή. Επίσης διατύπωσε τη θέση ότι επειδή επρόκειτο για είδηση που απασχόλησε την κοινή γνώμη πριν από δεκαετίες είχε το δικαίωμα να την αναδημοσιεύσει ελεύθερα και χωρίς κανένα περιορισμό. Η Επιτροπή εξέφρασε απόλυτη διαφωνία με τη θέση αυτή, την οποία θεώρησε αντιδεοντολογική και απαράδεκτη, δεδομένου ότι κάθε δημοσίευμα διέπεται από τις διατάξεις του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, ανεξάρτητα από το αν αναφέρεται σε πρόσφατα ή σε παλιά γεγονότα ή στηρίζεται σε παλιά δημοσιεύματα μιας εποχής κατά την οποία δεν υπήρχε ο Κώδικας. Η αντίληψη πως οτιδήποτε έχει δημοσιευθεί μπορεί να ξαναδημοσιευθεί είναι ριζικά λανθασμένη όπως προκύπτει και από τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ΕΔΑΔ. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έχει εκδώσει απόφαση για το «δικαίωμα στη λήθη-r?ght to be forgotten» (http://ec.europa.eu/justice/data-protection/files/factsheets/factsheet_data_protection_en.pdf) από την οποία προκύπτει ξεκάθαρα πως δεν υπάρχει απεριόριστο δικαίωμα αναδημοσίευσης παλιών ειδήσεων. Η απόφαση υποχρεώνει το Google να αφαιρεί αναρτήσεις οι οποίες παραβιάζουν το δικαίωμα του ατόμου στην ιδιωτική ζωή σε όλη την Ευρωπαϊκή επικράτεια εφ’ όσον το Google διατηρεί γραφείο έστω και σε μια από τις 28 χώρες-μέλη της ΕΕ. Η Επιτροπή επισημάνει επίσης την Ευρωπαϊκή Οδηγία για το δικαίωμα στη λήθη για την προστασία του ατόμου από επιβλαβείς αναρτήσεις. (Data Protection Directive (Directive 95/46/EC). Κατά συνέπεια, η Επιτροπή αποφάσισε ότι το όλο δημοσίευμα συνιστούσε κατάφωρη παρέμβαση στην ιδιωτική ζωή ης γυναίκας και των μελών της οικογένειάς της και συνιστά παραβίαση των κανόνων για την προστασία των προσωπικών τους δεδομένων. Παράλληλα αποφάσισε ότι η ανάρτηση παραβιάζει την πρόνοια για αποφυγή ενεργειών οι οποίες είναι δυνατό να προκαλέσουν ή να επιτείνουν τον ανθρώπινο πόνο. Η Επιτροπή θεωρεί ότι το φαινόμενο της αναδρομής σε παλιά δημοσιεύματα που αναφέρονται σε ανθρώπους που ακόμα ζουν ή των οποίων μέλη των οικογενειών τους βρίσκονται ακόμη στη ζωή δεν διαφέρει από την πράξη της τυμβωρυχίας και την αναβίωση φαντασμάτων του παρελθόντος για οικονομικό και μόνο όφελος. Το οικονομικό όφελος της ιστοσελίδας, όπως επεσήμανε και το ΕΔΑΔ στην απόφασή του περί του δικαιώματος στη λήθη, δεν δικαιολογεί και δεν αποτελεί επαρκή λόγο για παρέμβαση στην ιδιωτική ζωή. Δεδομένου ότι μερικές ιστοσελίδες έχουν καθιερώσει την πρακτική αυτή ως εύκολη μέθοδο εξασφάλισης επισκεψιμότητας, η Επιτροπή καλεί τους δημοσιογράφους να σέβονται την ιδιωτική ζωή όλων ανεξαιρέτως και να τηρούν τις πρόνοιες του Κώδικα περί ιδιωτικής ζωής και προσωπικών δεδομένων.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
19/2017
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
20/07/2017
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (19/29/6/2017) από τον Ανδρέα Ιωάννου ότι ο τηλεοπτικός σταθμός ΣΙΓΜΑ και το SigmaLive μετέδωσαν παραπλανητική πληροφόρηση σε σχέση με τη διοργάνωση από το περιοδικό Μαντάμ Φιγκαρώ και Γυναίκες της Χρονιάς εκδήλωσης, την οποία χαρακτήρισαν φιλανθρωπική. Ανέφερε ότι η εκδήλωση έγινε στις 5/4/2017 στο Δημοτικό Θέατρο Στροβόλου. Είπε επίσης ότι η εκδήλωση διαφημίστηκε από τα προαναφερθέντα ΜΜΕ ως φιλανθρωπική, ενώ ύστερα από έρευνα που έκαμε ο ίδιος με αρμόδιους φορείς, δεν είχε εξασφαλισθεί η απαιτούμενη από το νόμο άδεια, ώστε να μπορεί να χαρακτηρισθεί ως φιλανθρωπική. Στον παραπονούμενο διαβιβάσθηκε τηλεφωνικά η θέση της Επιτροπής ότι δεν υπήρξε συντελεσμένη παραβίαση του Κώδικα ως προς την ακρίβεια των πληροφοριών και τη μη μετάδοση παραπλανητικών ειδήσεων δεδομένου ότι δεν υπάρχει απόφαση από αρμόδιο όργανο ότι η εκδήλωση δεν μπορούσε να χαρακτηρισθεί φιλανθρωπική επειδή δεν προηγήθηκε εξασφάλιση άδειας. Του αναφέρθηκε ότι η Επιτροπή θα μπορούσε να εξετάσει την καταγγελία για παραπλανητικές μεταδόσεις από το ΣΙΓΜΑ και το SigmaLive μόνο εφ’ όσον είτε η Αρχή Αδειών (Υπουργείο Εσωτερικών-Επαρχιακή Διοίκηση-Παγκύπριο Συμβούλιο Εθελοντισμού) ενεργούσαν ώστε να υπάρξει τελεσίδικη δικαστική απόφαση για παράνομη διοργάνωση φιλανθρωπικής εκδήλωσης (Ν. 68(Ι)/2014) Ο παραπονούμενος επέμεινε πως η Επιτροπή είχε είτε αρμοδιότητα είτε καθήκον να ζητήσει από τους αρμόδιους φορείς πληροφόρηση ως προς την εξασφάλιση άδειας. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι με βάση των Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας έχει αρμοδιότητα να εξετάζει παράπονα για παραβιάσεις προνοιών του, αλλά δεν έχει αρμοδιότητα να προβαίνει σε ενέργειες που δεν προνοούνται στον Κώδικα. Κατά συνέπεια, αποφάσισε ότι ήταν αναρμόδια να αναλάβει πρωτοβουλία προς τις αρμόδιες αρχές για την έκδοση απόφασης για το νόμιμο ή μη της εκδήλωσης, ενώ δεν μπορούσε να δεχθεί τη θέση του παραπονούμενου ότι διαπίστωσε ύστερα από έρευνά του ότι δεν είχε εξασφαλισθεί άδεια διοργάνωσης φιλανθρωπικής οργάνωσης, επειδή δεν ήταν το αρμόδιο όργανο για να αποφασίσει. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι θα μπορούσε να εξετάσει το παράπονο, εφ’ όσον υπάρξει τέτοια απόφαση από κατά νόμο αρμόδιο όργανο.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
13/2017
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
20/07/2017
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΔΙΕΥΘΕΤΗΘΕΝ
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
17/2017
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
20/07/2017
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (17/25/5/2017) από το Βάσο Βασιλείου, τέως δημοτικό σύμβουλο Αγίας Νάπας, για μετάδοση ανακριβούς και δυσφημητικής είδησης από τον τηλεοπτικό σταθμό EXTRA V. Ειδικότερα, με παράπονο που υπέβαλε μέσω δικηγόρου, ανέφερε ότι ο τηλεοπτικός σταθμός μετέδωσε είδηση στις 25/4/2017 για επώνυμα πρόσωπα ή άτομα που κατείχαν δημόσια αξιώματα και καταδικάστηκαν για αξιόποινες πράξεις, ενώ στην οθόνη προβαλλόταν ο τίτλος «ΣΥΝΩΣΤΙΣΜΟΣ ΕΠΩΝΥΜΩΝ στις ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ». Μεταξύ αυτών συμπεριλήφθηκα και ο Βάσος Βασιλείου, δημοτικός σύμβουλος στην Πάφο, ο οποίος, σύμφωνα με το ρεπορτάζ, είχε βρεθεί ένοχος από το Κακουργιοδικείο Πάφου για διαφθορά, συνωμοσία και καταδολίευση του δημοσίου. Ωστόσο, η αναφορά στο Βάσο Βασιλείου συνοδεύτηκε από φωτογραφία του παραπονούμενου, ο οποίος ουδεμία σχέση έχει με το πρόσωπο που καταδικάστηκε, πέραν της συνωνυμίας. Όπως ανέφερε το παράπονο, η προβολή της φωτογραφίας του συνιστά βαρύτατη δυσφήμηση, καθώς αποτελεί βαρύ πλήγμα στην τιμή και την υπόληψη του, αφού του αποδόθηκε η καταδίκη για εγκληματικές πράξεις τις οποίες ουδέποτε τέλεσε. Ο παραπονούμενος Βάσος Βασιλείου, σύμφωνα με το παράπονο, γεννήθηκε και κατοικεί στην Αγία Νάπα, σπούδασε ΒΑ Hotel Management, τελεί επί 11 συνεχή χρόνια διευθυντής σε επαρχιακό παράρτημα αντιπροσωπείας αυτοκινήτων, είναι οικογενειάρχης και ενεργό μέλος της τοπικής κοινωνίας, αφού διετέλεσε επί δεκαετία δημοτικός σύμβουλος του Δήμου Αγίας Νάπας και μάλιστα συμμετείχε στις δημοτικές εκλογές του Δεκεμβρίου του 2016 ως υποψήφιος δήμαρχος και ουδέποτε καταδικάστηκε από δικαστήριο. Όπως ανέφερε, μετά τη μετάδοση της είδησης δέχθηκε πολλά τηλεφωνήματα από γνωστούς κα φίλους. Ο Βάσος Βασιλείου ανέφερε ότι ο τηλεοπτικός σταθμός μετέδωσε δημόσια απολογία και προσπάθησε να αποκαταστήσει την αλήθεια, αλλά πρόσθεσε ότι δεν μπορεί να κριθεί επαρκής δεδομένης της δυσφήμησης που του είχε γίνει. Ο Γ. Διευθυντής του σταθμού Ανδρέας Ζένιος, παραθέτοντας της απόψεις του, ανέφερε ότι το λάθος οφειλόταν στο γεγονός ότι κατά την αναζήτηση φωτογραφιών από το κομπιούτερ με το όνομα Βάσος Βασιλείου βγήκε πρώτη η φωτογραφία του προσώπου με το όνομα αυτό, που όμως δεν ήταν ο τέως δημοτικός σύμβουλος Πάφου αλλά ο τέως δημοτικός σύμβουλος Αγίας Νάπας και τέως υποψήφιος Δήμαρχος. Ο κ. Ζένιος ανέφερε ότι στο ρεπορτάζ ήταν σαφής η αναφορά «Βάσος Βασιλείου, δημοτικός σύμβουλος Πάφου» και πρόσθεσε πως για τον τηλεθεατή η είδηση ήταν στο λεκτικό μέρος και όχι στις φωτογραφίες που εμφανίστηκαν διαδοχικά στην τύχη και όχι κατά τη στιγμή της αναφοράς του κάθε ονόματος. Ανέφερε σχετικά: «Για όσους γνώριζαν πρόσωπα και καταστάσεις η περιγραφή «Βάσος Βασιλείου, Δημοτικός Σύμβουλος Πάφου» οδηγούσε στο συμπέρασμα πως επρόκειτο για το δημοτικό σύμβουλο Πάφου με το όνομα Βάσος Βασιλείου που βρισκόταν ήδη στη φυλακή και ΔΕΝ αναφερόταν σε οποιοδήποτε άλλο άτομο με το ίδιο όνομα. Κανένας από αυτούς που γνώριζε τον κ. Βάσο Βασιλείου από την Αγ. Νάπα που ήταν εκτός φυλακών ΔΕΝ θα μπορούσε να ταυτίσει την είδηση με τον κ. Βασιλείου της Αγ. Νάπας. Απλώς θα διαπίστωσε ένα συνηθισμένο λάθος». Ανέφερε περαιτέρω ότι ο κ. Βασιλείου (της Αγ. Νάπας) επικοινώνησε μαζί μας το ίδιο βράδυ μετά τη μετάδοση της λανθασμένης φωτογραφίας. Μας υπέδειξε το λάθος αναφέροντας ότι είδε φωτογραφία δική του αντί του δημοτικού συμβούλου Πάφου και ζήτησε να γίνει η απαραίτητη διόρθωση. Μετά τις απολογίες του αρχισυντάκτη μας φάνηκε ικανοποιημένος από τη διαβεβαίωση για διόρθωση την επόμενη. Αυτό έγινε και δώσαμε έμφαση στην απολογία μας για το γεγονός της εκ παραδρομής προβολής της φωτογραφίας του κ. Βασιλείου Αγ. Νάπας αντί του δημοτικού συμβούλου Πάφου. Ειδοποιήσαμε τον κ. Βασιλείου που μας είπε πως θα παρακολουθήσει το δελτίο, πράγμα που έκαμε αφού μετά το δελτίο μας τηλεφώνησε και μας ευχαρίστησε για τη διόρθωση. Με έκπληξη μετά από ένα μήνα πήραμε από τη δικηγόρο του επιστολή στην οποία καμιά αναφορά ΔΕΝ κάνει στην τηλεφωνική μας επικοινωνία και απλώς ζητούσε €20.000 αποζημιώσεις για δυσφήμιση. Τέλος αναφέρουμε πως η δικηγόρος παραδέχθηκε πως ΔΕΝ γνώριζε τις λεπτομέρειες της διόρθωσης στο δελτίο της επόμενης και το γεγονός πως ο πελάτης της δέχθηκε την απολογία χωρίς να ζητά χρηματικές αποζημιώσεις. Επίσης ανέφερε ότι στην πολυσέλιδη επιστολή της προς τον τηλεοπτικό σταθμό, ημερομηνίας 22ας Μαΐου 2017, η δικηγόρος Άννα Βαλανίδου απαιτεί για τον πελάτη της κ. Βάσο Βασιλείου από την Αγ. Νάπα το ποσό των €20.000 για εξώδικο συμβιβασμό για ισχυριζόμενη δυσφήμηση του στο δελτίο ειδήσεων του Σταθμού μας για να αποφευχθεί η εμπλοκή της δικαιοσύνης και άφηνε να νοηθεί πως σε μια τέτοια περίπτωση το ύψος της αποζημίωσης θα ήταν αυξημένο κατά πολύ. Η Επιτροπή εξέτασε το θέμα καθαρά από την σκοπιά του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας και ειδικότερα την πρόνοια περί ακρίβειας των πληροφοριών, που προβλέπει ότι: «Τα Μ.Μ.Ε. μεριμνούν ώστε να μη δημοσιεύονται ανακριβείς, παραπλανητικές, φανταστικές ή διαστρεβλωτικές της αλήθειας ειδήσεις, πληροφορίες ή σχόλια. Σε περίπτωση που έχει συμβεί κάτι τέτοιο χωρούν σε άμεση διόρθωση ή και απολογία». Η Επιτροπή αποφάσισε ότι οι ισχυρισμοί για δυσφήμηση είναι εκτός του εύρους των αρμοδιοτήτων της. Ο Κώδικας περιλαμβάνει πρόνοια περί αποφυγής διαπόμπευσης ή διασυρμού ατόμων ή ομάδων, αλλά υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 12 που αναφέρεται στις δυσμενείς διακρίσεις για τους λόγους που αναφέρονται. Στην παρούσα περίπτωση πρόκειται για αναφορά σε ένα άτομο από λάθος και όχι από πρόθεση επίδειξης δυσμενούς διάκρισης για οποιωνδήποτε των λόγων που αναφέρονται στο άρθρο αυτό ή από πρόθεση διασυρμού του παραπονούμενου. Κατά συνέπεια η Επιτροπής αποφάσισε ότι ο τηλεοπτικός σταθμός EXTRA TV μετέδωσε ανακριβή πληροφόρηση με την προβολή της φωτογραφίας ατόμου που δεν είχε σχέση με την είδησή που μετέδιδε, για την οποία προέβη σε διόρθωση και απολογία, ικανοποιώντας τις πρόνοιες του προαναφερθέντος άρθρου του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι είναι εύκολο να γίνουν παρόμοια λάθη, ειδικότερα με τη χρήση της τεχνολογίας της πληροφορικής, προτρέπει τους δημοσιογράφου, οσάκις ασχολούνται με ανάλογα θέματα, να επιδεικνύουν ιδιαίτερη μέριμνα ώστε να μη θίγονται, ενδεχομένως, τρίτα άτομα.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
3/2017
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
16/05/2017
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε αυτεπάγγελτα (υπόθεση 3/5/1/2017) το θέμα που προέκυψε από δημοσίευμα του ευρωβουλευτή Κώστα Μαυρίδη με αναφορές στην ανταποκρίτρια του ΡΙΚ στην Κωνσταντινούπολη Αννα Ανδρέου, που θεωρήθηκε ότι περιείχε αναφορές που συνιστούσαν προσωπική επίθεση εναντίον της και εναντίον της ανεξαρτησίας των δημοσιογράφων. Η Επιτροπή ενήργησε στη βάση των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας που αναφέρουν ότι έχει την υποχρέωση «να προασπίζεται το δικαίωμα της Ελευθερίας Έκφρασης και ειδικότερα την ελευθερία έκφρασης των έντυπων και εκπεμπόντων ΜΜΕ», καθώς και «την υποχρέωση να προασπίζεται την ανεξαρτησία των δημοσιογράφων». Ο Κώδικας επίσης προβλέπει ότι «η Επιτροπή αυτεπάγγελτα, είτε κατόπιν παραπόνου, δύναται να εξετάζει ισχυρισμούς ότι δημοσιεύματα, μεταδόσεις ή οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη από οποιοδήποτε πρόσωπο συνιστά παραβίαση ή απειλή εναντίον των πιο πάνω ελευθεριών». Οι επίμαχες αναφορές του ευρωβουλευτή διατυπώθηκαν σε κείμενό του που δημοσιεύθηκε στο «Φιλελεύθερο» στις 24 Δεκεμβρίου, 2016, το οποίο ανέφερε πως υπήρξε «εκκωφαντική απουσία…της κυβέρνησης για το οποίο το Προεδρικό δεν εξέδωσε απολογία» από την παρουσίαση βιβλίου που αναφερόταν σε «μαρτυρίες πολεμιστών Ελδυκάριων του 1974 και στοιχεία/μαρτυρίες από άλλα σώματα της Εθνικής Φρουράς», μερικούς μήνες μετά που «εγκωμίασε το βιβλίο ‘Ραντεβού με τους Στρατηγούς’ της δημοσιογράφου Αννας Ανδρέου όπου περιέχονται συνεντεύξεις των διοικητών μονάδων του τουρκικού στρατού στην εισβολή το 1974». Εξηγούσε πως «η Αννα Ανδρέου (από το χωριό Μαθιάτης) εργαζόταν στην εφ. «Πολίτης» και στήριξε με πάθος το Σχ. Ανάν» και ότι «εδώ και 12 χρόνια ζει μόνιμα στην Τουρκία και είναι ανταποκρίτρια του ΡΙΚ». Ο κ. Μαυρίδης σε τόνο επικριτικό ανέφερε πως η Αννα Ανδρέου, πήρε συνέντευξη με τον Νεσέτ Ικίζ, διοικητή μονάδας του τουρκικού στρατού, «που διέπραξε ένα από τα πλέον γνωστά και τεκμηριωμένα εγκλήματα πολέμου του 1974 στο χωριό Εληά της Κερύνειας» στο οποίο δολοφονήθηκαν 12 ανυπεράσπιστοι άνθρωποι από 14 μέχρι 76 χρόνων, αλλά δεν του υπέβαλε ερώτηση και δεν έκανε καν νύξη «για αυτό το πασίγνωστο απάνθρωπο έγκλημα». Επίσης ανέφερε ότι διάφορα εγκλήματα στα οποία έκαμαν αναφορά Τούρκοι που πήραν μέρος στην εισβολή απουσιάζουν από το βιβλίο της Αννας Ανδρέου το οποίο «ο Πρ. Αναστασιάδης, ο Κυβ. Εκπρόσωπος Ν. Χριστοδουλίδης και ο Α. Κυπριανού (ΑΚΕΛ) έκριναν άξιο να παραστούν και αναδείξουν… αλλά στο βιβλίο «Οι Άγνωστοι Στρατιώτες της ΕΛΔΥΚ» δεν εκπροσωπήθηκε καν η Κυβέρνηση». Το δημοσίευμα κατέληγε ως ακολούθως: «Παρεμπιπτόντως, η ανταποκρίτρια του ΡΙΚ από την Τουρκία Άννα Αντρέου, δεν τυγχάνει οποιασδήποτε δίωξης από το καθεστώς Ερντογαν, το οποίο όμως φυλακίζει εκατοντάδες άλλους δημοσιογράφους με την υποψία διαφορετικής άποψης. Όπως λοιπόν δεν έθεσε τα εγκλήματα του 1974, κατά παρόμοιο τρόπο ίσως δεν γνωρίζει ούτε για τα μαζικά εγκλήματα που το καθεστώς Ερντογάν διαπράττει σήμερα εναντίον Τούρκων, Κούρδων, Αλεβιτών και άλλων. Είναι το ίδιο αδίσταχτο καθεστώς που αρνείται σε μένα και άλλους ευρωβουλευτές να επισκεφτούμε τους φυλακισμένους βουλευτές και δημάρχους που το καθεστώς βασανίζει και ειδικά τον Σελαχετίν Ντεμιρτάς στον οποίο δεν παραχωρείται η αναγκαία ιατρική περίθαλψη. Η σιωπή και συγκάλυψη εγκλημάτων, αποτελεί συνενοχή στο ίδιο το έγκλημα». Το βιβλίο της Αννας Ανδρέου έχει ως αντικείμενο το θέμα των αγνοουμένων της Τουρκικής εισβολής. Η Αννα Ανδρέου αντέδρασε με ανάρτησή της στο Facebook, στην οποία ανέφερε. «Από τον καναπέ μας είναι πολύ εύκολο να διαγράφουμε τη δουλειά των άλλων που δεν κάθονται σε πολυθρόνες κ. Μαυρίδη…Καλά Χριστούγενν Στις 28 Δεκεμβρίου, 2017, η Ενωση Συντακτών Κύπρου εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία ανέφερε ότι ο κ. Μαυρίδης «ούτε λίγο ούτε πολύ κατηγορεί την δημοσιογράφο Ανδρέου ως φερέφωνο του τουρκικού κράτους διότι, άκουσον - άκουσον, ‘δεν τυγχάνει οποιασδήποτε δίωξης από το καθεστώς Ερντογαν, το οποίο όμως φυλακίζει εκατοντάδες άλλους δημοσιογράφους με την υποψία διαφορετικής άποψης”. Εξ άλλου, το Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων, του οποίου η Αννα Ανδρέου είναι επίσης ανταποκρίτρια στην Κωνσταντινούπολη, εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία ανέφερε ότι «θεωρεί την Άννα Ανδρέου ως μία από τους πιο καλούς συνεργάτες του στο εξωτερικό. Εργάζεται με συνέπεια, εκτελώντας την αποστολή της κάτω από δύσκολες συνθήκες». Επίσης ανέφερε: «Ανεξάρτητα από τη δημόσια απολογία του κ. Μαυρίδη, το ΚΥΠΕ εκφράζει τη λύπη του για τους αστήρικτους χαρακτηρισμούς που διατύπωσε στο άρθρο του ο κ. Μαυρίδης εναντίον της Άννας Ανδρέου και οι οποίοι δεν θα πρέπει να έχουν θέση στο δημόσιο διάλογο». Ο κ. Μαυρίδης, με αφορμή την ανακοίνωση της ΕΣΚΕ, είχε εκδώσει γραπτή δήλωση στην οποία ανέφερε: «Επειδή υπήρξαν αντιδράσεις και σχετική ανακοίνωση του Δ.Σ. της Ένωσης Συντακτών Κύπρου, για προσβλητικές αναφορές μου σε άρθρο μου…εναντίον της δημοσιογράφου Άννας Αντρέου, οφείλω να σημειώσω ότι δεν διατύπωσα, ούτε είχα πρόθεση και ούτε υπονοούσα ότι η δημοσιογράφος Α. Αντρέου είναι φερέφωνο του τουρκικού κράτους ή του Ερντογάν. Τιμώ το δημοσιογραφικό επάγγελμα και απολογούμαι σε όσους δημιουργήθηκαν λανθασμένες εντυπώσεις». Αφού εξέτασε τα προαναφερθέντα κείμενα, η Επιτροπή θεώρησε ότι ήταν δικαίωμα του κ. Μαυρίδη να επικρίνει την κυβέρνηση και πολιτικούς γιατί δεν παρέστησαν στην παρουσίαση του βιβλίου που ανέφερε ενώ παρέστησαν στην παρουσίαση του βιβλίου της Αννας Ανδρέου, αλλά κατέληξε στο συμπέρασμα ότι φράσεις που περιέχονται στις ανωτέρω δύο παραγράφους, χωρίς την παραμικρή τεκμηρίωση, τείνουν να δημιουργήσουν την εντύπωση ή να αφήσουν υπονοούμενα για την Αννα Ανδρέου, ότι ενδεχομένως να ήταν συνεργάτης του τουρκικού καθεστώτος και ότι σκοπίμως απέκρυψε εγκλήματα του τουρκικού στρατού που γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει. Η Επιτροπή θεώρησε επίσης ότι το κείμενο του κ. Μαυρίδη θα μπορούσε να εκληφθεί ως προσπάθεια να της υπαγορεύσει ποιες ερωτήσεις θα έπρεπε να είχε κάμει και τι να είχε γράψει στο βιβλίο της, κατά παράβαση της αρχής της ανεξαρτησίας του δημοσιογράφου και της ελευθερίας της έκφρασης και ότι θα ήταν δυνατό να εκληφθεί ως επίθεση εναντίον της δημοσιογράφου ή και ως προσπάθεια εκφοβισμού της. Εξ άλλου, έκρινε ότι η αναφορά στην Αννα Ανδρέου σε μια επίκριση που είχε ως στόχο την κυβέρνηση, δεν ήταν τυχαία, δεδομένου ότι αναφέρθηκε σε προσωπικά της στοιχεία, όπως τον τόπο καταγωγής και την προηγούμενη εργασία της προτού εγκατασταθεί στην Κωνσταντινούπολη και ακόμα και στις πολιτικές της πεποιθήσεις. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή αποφάσισε να εξετάσει το θέμα σύμφωνα με τις προαναφερθείσες πρόνοιες του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Ειδικότερα, η Επιτροπή αποφάσισε ότι με βάση τις ποιο πάνω πρόνοιες του Κώδικα είχε υποχρέωση να εξετάσει τη στάση του ΡΙΚ να μη προασπισθεί δημοσίως την ακεραιότητα και αξιοπρέπεια της ανταποκρίτριάς του -σε αντίθεση με το Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων που εξέδωσε καταδικαστική ανακοίνωση- και επίσης να τοποθετηθεί επί της πράξης της εφημερίδας «Φιλελεύθερος» να δημοσιεύσει ένα κείμενο που σαφώς συνιστούσε επίθεση εναντίον μιας δημοσιογράφου. Προσκλήθηκαν να προσέλθουν ενώπιον της Επιτροπής ο Κώστας Μαυρίδης, εκπρόσωπος του ΡΙΚ και ο παρουσιαστής της εκπομπής "Από Μέρα σε Μέρα" Πάρης Ποταμίτης για να παράσχουν πληροφορίες και να παραθέσουν τις απόψεις τους Ο κ. Μαυρίδης, λόγω απουσίας τους στις Βρυξέλλες επέλεξε να παραθέσει της απόψεις του γραπτώς, αναφέροντας μεταξύ άλλων ότι με δημόσιες δηλώσεις του εξήγησε ότι η κριτική του «αφορούσε άλλα θέματα (π.χ. με αφετηρία την απουσία της Κυβέρνησης από παρουσίαση βιβλίου για την ΕΛΔΥΚ και τον τρόπο που η δημοσιογράφος Άννα Αντρέου χειρίστηκε σε βιβλίο της συγκεκριμένο Τούρκο διοικητή μονάδας της τουρκικής εισβολής του 1974) στο πλαίσιο της ελευθερίας της έκφρασης». Περαιτέρω ανέφερε ότι ουδόλως εννοούσε ότι η δημοσιογράφος είναι φερέφωνο του τουρκικού κράτους ή του Ερντογαν (όπως γράφτηκε σε Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης), και ότι «εάν φράσεις στο κείμενο εκλαμβάνονταν ως προσωπική επίθεση με αιχμές κατά της δημοσιογράφου, ήταν λάθος μου διότι δεν το εννοούσα έτσι». Ο κ. Μαυρίδης ανέφερε ότι επικοινώνησε με την Αννα Ανδρέου προς την οποία απολογήθηκε «για την παρεξήγηση» και ότι υπήρξε συναντίληψη μεταξύ τους. Εξ άλλου, ανέφερε ότι η θέση που διατύπωσε πως «η σιωπή και συγκάλυψη εγκλημάτων αποτελεί συνενοχή στο ίδιο το έγκλημα» είναι μια γενική τοποθέτηση, που είχε χρησιμοποιήσει και σε άλλες περιστάσεις, όπως στην περίπτωση της αρμενικής γενοκτονίας και δεν σχετίζεται με κάποιο συγκεκριμένο πρόσωπο. Ο κ. Μαυρίδης κατέληξε αναφέροντας ότι με τα πιο πάνω έπραξε τα πάντα για να καταδείξει ότι δεν είχε οποιαδήποτε πρόθεση να θίξει την δημοσιογράφο για το έργο της, ή να την προσβάλει, κοινοποιώντας μάλιστα την θέση και απολογία του δημόσια προς όλους τους αποδέκτες. Εκ μέρους του ΡΙΚ προσήλθε ενώπιον της Επιτροπής ο Διευθυντής Ειδήσεων Πανίκος Χατζηπαναγής ο οποίος ανέφερε ότι θέματα κριτικής για το Ιδρυμα τα χειρίζεται το Διοικητικό Συμβούλιο. Επί του επίμαχου θέματος, είπε ότι αποφασίστηκε το ΡΙΚ να μην εισέλθει σε αντιπαράθεση με τον κ. Μαυρίδη αλλά με πράξεις του να αποδείξει την εμπιστοσύνη του προς την Αννα Ανδρέου. Στο πλαίσιο αυτό ο Πρόεδρος του Δ.Σ. Θανάσης Τσώκος απέστειλε στην Αννα Ανδρέου την ακόλουθη επιστολή: «Με αφορμή άρθρο του Ευρωβουλευτή του Δημοκρατικού Κόμματος κ. Κώστα Μαυρίδη στον ημερήσιο Τύπο και παρά τη δημόσια προς εσάς απολογία του, επιθυμώ να σας εκφράσω εκ μέρους του Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου την εκτίμηση μας προς το πρόσωπο σας αλλά και το δημοσιογραφικό έργο που επιτελείτε. Πιστεύω, ότι αναφορές όπως αυτή του κ. Μαυρίδη, είναι άδικες και αδόκιμες και δεν συμβάλλουν θετικά στην προσπάθεια δημιουργίας ήπιου πολιτικού κλίματος εν όψει και της επικείμενης διάσκεψης της Γενεύης». Ο κ. Χατζηπαναγής ανέφερε ότι αν το ΡΙΚ πίστευε κάτι από όσα απαράδεκτα ανέφερε ο κ. Μαυρίδης δεν θα την έστελνε να καλύψει τις συνομιλίες για το Κυπριακό στη Γενεύη, προσθέτοντας ότι στην πράξη αποδοκίμασε όσα ανέφερε στο δημοσίευμά του. Επίσης ανέφερε ότι ύστερα από σχετικό σχόλιο του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του ΔΗΣΥ στη διάρκεια της εκπομπής «από Μέρα σε Μέρα» στις 3/1/2017 ο κ. Τσώκος έκαμε παρέμβαση στην εκπομπή με αφορμή παρατήρηση του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του Δημοκρατικού Συναγερμού Νίκου Τορναρίτη ότι «πάει να στηθεί μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα για να στοχοποιήσει και στοχοποιεί ήδη πολιτικές προσωπικότητες, το είδαμε να εκτυλίσσεται και στην πράξη, και όχι μόνο πολιτικές προσωπικότητες αλλά και δημοσιογράφους, το είδαμε με την κ. Ερατώ Κοζάκου-Μαρκουλλή, το είδαμε με τη δημοσιογράφο Αννα Ανδρέου και λυπάμαι να πω ότι το Ραδιοφωνικό Ιδρυμα Κύπρου όφειλε να αντιδράσει και δεν αντέδρασε… στην αήθη επίθεση που δέχθηκε μια ανταποκρίτρια, μια δημοσιογράφος του ΡΙΚ». Στην παρέμβασή του ο κ. Τσώκος αναφέρθηκε στην προαναφερθείσα επιστολή του προς την κ. Ανδρέου και πρόσθεσε πως στο βασικό σχεδιασμό του ΡΙΚ για τη διάσκεψη για το Κυπριακό στη Γενεύη η κ. Ανδρέου θα ήταν στη δημοσιογραφική του ΡΙΚ. Πρόσθεσε πως «αυτό είναι μία έμπρακτη και επί πλέον απόδειξη για το σεβασμό στο έργο και την προσφορά της κ. Αννας Ανδρέου για να γίνει κοινωνός ο Κυπριακός λαός των τεκταινομένων στη Γενεύη». Ο κ. Τορναρίτης παρενέβη λέγοντας ότι το ερώτημα ήταν γιατί το Διοικητικό Συμβούλιο του ΡΙΚ δεν εξέδωσε δημόσια ανακοίνωση όπως δημόσια ήταν η καταγγελία και δημόσια εξελίχθηκε η όλη υπόθεση και γι’ αυτό θα ήταν καλύτερα το ΡΙΚ να τα πει δημόσια όσα ανέφερε ο κ. Τσόκος. Ο κ. Τσώκος απάντησε πως το σημαντικό είναι ότι έμμεσα ή άμεσα, αλλά έγκαιρα το ΡΙΚ εξέφρασε στήριξε στη δουλειά της κ. Αννας Ανδρέου και ότι η μη έκδοση της ανακοίνωσης ήταν μια άλλη επιλογή του Διοικητικού Συμβουλίου, προκειμένου να μη ρίξει λάδι στη φωτιά εκείνη τη δεδομένη στιγμή. Ο παρουσιαστής της εκπομπής Πάρης Ποταμίτης, που ρωτήθηκε γιατί ενώ ο κ. Μαυρίδης ήταν καλεσμένος σε εκπομπή του μερικές ημέρες μετά το επίμαχο δημοσίευμα και ενώ συνεχιζόταν η δημόσια συζήτηση γι’ αυτό δεν του υπέβαλε οποιαδήποτε ερώτηση, απάντησε ότι δεν το έπραξε γιατί από τη μια ήθελε η εκπομπή να επικεντρωθεί στο θέμα των ημερών που ήταν η επικείμενη διάσκεψη της Γενεύης για το Κυπριακό και δεν ήθελε χάσει χρόνο με αναφορά στην «απολύτως άστοχη και πρωτοφανή δήλωση του κ. Μαυρίδη» και από την άλλη για να μην υπάρξει αντιπερισπασμός από το κύριο θέμα με αποτέλεσμα την ελλιπή πληροφόρηση ή και την παραπληροφόρηση των πολιτών. Εξ άλλου, ανέφερε ότι ο κ. Μαυρίδης είχε ήδη αναγνωρίσει το λάθος του και απολογηθεί δημοσίως και γι’ αυτό θεώρησε ότι το θέμα είχε περάσει σε δεύτερη μοίρα. Περαιτέρω ανέφερε πως είχε ρωτήσει τον αρχισυντάκτη του τηλεοπτικού δελτίου ως προς το τι θα έπρεπε να πράξει και πήρε την απάντηση ότι «δεν εγείρουμε το θέμα εκτός βεβαίως και αν το εγείρει οποιοσδήποτε άλλος κατά τη διάρκεια της εκπομπής». Κατόπιν επισταμένης εξέτασης των ενώπιόν της στοιχείων, σε συνδυασμό με τις σχετικές πρόνοιες του Κώδικα, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το Ραδιοφωνικό Ιδρυμα Κύπρου προέβη εν πολλοίς σε ενέργειες που αποκαθιστούσαν την αξιοπιστία της Αννας Ανδρέου και συνιστούσαν προστασία της ελευθερίας της έκφρασης και της ανεξαρτησίας των δημοσιογράφων. Σημείωσε ιδιαίτερα τις αποδοκιμαστικές αναφορές εκπροσώπων του ΡΙΚ στα όσα έγραψε για την Αννα Ανδρέου ο κ. Μαυρίδης. Ο Διευθυντής Ειδήσεων Πανίκος Χατζηπαναγής τα χαρακτήρισε «απαράδεκτα», ο κ. Τσώκος στην επιστολή του χαρακτήρισε τις αναφορές «άδικες και αδόκιμες…(που) δεν συμβάλλουν θετικά στην προσπάθεια δημιουργίας ήπιου πολιτικού κλίματος εν όψει και της επικείμενης διάσκεψης της Γενεύης» και ο κ. Ποταμίτης ανέφερε στην επιστολή του ότι η δήλωση του κ. Μαυρίδη ήταν «απολύτως άστοχη και πρωτοφανής». Οι αναφορές αποδίδουν τη γενική εκτίμηση του κοινού, όπως διατυπώθηκαν σε ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης, για το περιεχόμενο του κειμένου του κ. Μαυρίδη σε σχέση με την Αννα Ανδρέου. Ως προς τον κ. Ποταμίτη, η Επιτροπή επιθυμεί να επισημάνει ότι η παράκλησή της να δώσει πληροφορίες για το χειρισμό της εκπομπής στην οποία ήταν προσκεκλημένος ο κ. Μαυρίδης δεν είχε σε καμιά περίπτωση την έννοια της υπαγόρευσης πως θα διαχειριζόταν την εκπομπή του ή ποιες ερωτήσεις θα έπρεπε να είχε υποβάλει ή να μην υποβάλει στον φιλοξενούμενό του. Παρά τις ανωτέρω διαπιστώσεις της, η Επιτροπή θεωρεί περαιτέρω ότι θα ήταν καλύτερα το ΡΙΚ να είχε δημοσιοποιήσει τις ενέργειές του προς την κατεύθυνση της προστασίας της αξιοπιστίας της δημοσιογράφου του, της ελευθερίας της έκφρασης και της ανεξαρτησίας των δημοσιογράφων, δεδομένου ότι η επίθεση ήταν δημόσια και είχε γίνει ευρύτατη δημόσια συζήτηση για το θέμα. Η παράλειψη αυτή άφησε την πλειοψηφία των πολιτών στο σκοτάδι ως προς τη στάση του ΡΙΚ, αφού πολύ λίγοι έλαβαν γνώση των ενεργειών και απόψεών του και επίσης είναι δυνατό να διατυπωθεί ο ισχυρισμός ότι, κατά την προσφιλή έκφραση του κ. Μαυρίδη, «η σιωπή και συγκάλυψη εγκλημάτων αποτελεί συνενοχή στο ίδιο το έγκλημα». Ο «Φιλελεύθερος», ανταποκρινόμενος σε παράκληση της Επιτροπής να την ενημερώσει για τη δημοσίευση ενός κειμένου που καταφανώς περιείχε επίθεση εναντίον της ελευθερίας της έκφρασης και της ανεξαρτησίας των δημοσιογράφων, παρέπεμψε σε δημοσίευμά του την επομένη της δημοσίευσης, δηλαδή στις 29 Δεκεμβρίου, 2016, στο οποίο ανέφερε ότι η Ενωση Συντακτών με την ανακοίνωσή της «πλήρως καλύπτει το δημοσιογραφικό κόσμο» σε σχέση με το κείμενο Μαυρίδη και κατέληγε με την αναφορά: «Οι εκ των υστέρων απολογίες, (τίνος;) αν και αναγκαίες, δεν μπορούν να διορθώσουν τα όσα διατυπώθηκαν στο κείμενο του ευρωβουλευτή, που παραμένει εκτεθειμένος. Και επειδή το άρθρο δημοσιεύθηκε στο «Φ» δηλώνεται πως σε καμία περίπτωση δεν υιοθετούνται τέτοιες απόψεις». Το κείμενο αυτό ήταν μέρος της ειδησεογραφίας για τις αντιδράσεις εναντίον του δημοσιεύματος από την ΕΣΚ και την ομάδα Σοσιαλιστών και Δημοκρατών στο Ευρωκοινοβούλιο, το κείμενο απολογίας του κ. Μαυρίδη και την απάντηση της Αννας Ανδρέου στην επίθεση. Η Επιτροπή σημείωσε τη διαφωνία του «Φιλελεύθερου» με τις αναφορές Μαυρίδη αλλά αποφάσισε ότι η εκ των υστέρων διαφωνία ή απολογία δεν αίρει το γεγονός ότι η δημοσίευση του κειμένου συνιστά παραβίαση των προνοιών του του Κώδικα που απαγορεύουν πράξεις ή παραλείψεις οι οποίες συνιστούν «παραβίαση ή απειλή» εναντίον της ελευθερίας της έκφρασης και της ανεξαρτησίας των δημοσιογράφων.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
4/2017
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
16/05/2017
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (4/13/2/2017) από τον Αλέξανδρο Χαραλαμπίδη, από τη Λεμεσό και από την Παυλίνα Νεοφύτου, δημοσιογράφο, ότι η ιστοσελίδα Lifenewscy δημοσίευσε παραπλανητική είδηση για σκοπούς εντυπωσιασμού. Ειδικότερα, ο πρώτος παραπονούμενος ανέφερε ότι η ιστοσελίδα δημοσίευσε ανακοίνωση για επικείμενη αντιτρομοκρατική άσκηση της Αστυνομίας στο Mall of Cyprus κατά τρόπο που έδινε την εντύπωση ότι επρόκειτο για πραγματικό και τετελεσμένος γεγονός, προκαλώντας αναστάτωση μεταξύ του κοινού. Η «Σημερινή» δημοσίευσε στις 14/2/2017 είδηση σχετικά με το δημοσίευμα αναφέροντας πως «Παραπλανητικός» τίτλος δημοσιεύματος προκάλεσε κύμα τρόμου σε χιλιάδες πολίτες». Επισήμανε πως η πραγματική είδηση αφορούσε άσκηση κατά της τρομοκρατίας που θα γινόταν την Πέμπτη (15/2/2017) σε γνωστό εμπορικό κέντρο και ότι ο «βαρύγδουπος και παραπλανητικός» τίτλος σε συνδυασμό με μια φωτογραφία από σημείο στο οποίο μόλις έχει γίνει τρομοκρατική ενέργεια, που απεικόνιζε ανθρώπινα πτώματα και λίμνες αίματος, ήταν αρκετά για να «σπείρουν τον πανικό» στα κυπριακά μέσα κοινωνικής δικτύωσης και να προκαλέσουν ταραχή σε χιλιάδες κόσμου. Η «Σημερινή» ανέφερε πως η ιστοσελίδα μόλις αντελήφθη την οργή του κόσμου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, για τον τρόπο που επέλεξε να παρουσιάσει την είδηση, αφαίρεσε το δημοσίευμα. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι το δημοσίευμα αναφερόταν σε αστυνομική ανακοίνωση για προγραμματισμένη - για την Πέμπτη, 15/2/2017 - άσκηση μεγάλης κλίμακας από τις δυνάμεις ασφαλείας για διαχείριση τρομοκρατικού κτυπήματος, με στόχο να διαπιστωθεί ο βαθμός ετοιμότητας, ανταπόκρισης και ο συντονισμός των αρμοδίων υπηρεσιών. Η ιστοσελίδα δημοσίευσε τη σχετική ανακοίνωση της αστυνομίας κάτω από τους τίτλους: “Εκρήξεις και πυροβολισμοί στο Mall of Cyprus-Μεγάλη αστυνομική δύναμη, ασθενοφόρα και πυροσβεστική στον χώρο». Το δημοσίευμα συνοδευόταν από φωτογραφίες που παρουσίαζαν την πρόσοψη του κτιρίου, απόσπασμα ένοπλων μελών των δυνάμεων ασφαλείας και χώρο, προφανώς κάτω από κλιμακοστάσιο, στον οποίο βρίσκονταν πτώματα μέσα σε λίμνες αίματος. Εκπρόσωπος της ιστοσελίδας ανέφερε στην Επιτροπή ότι μόλις έγινε αντιληπτό ότι η είδηση προκαλούσε παραπλάνηση έγινε διόρθωση στον τίτλος της είδησης. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι ο τίτλος της είδησης για την επικείμενη αστυνομική άσκηση ήταν σαφώς ανακριβής και παραπλανητικός και αποσκοπούσε αποκλειστικά και μόνο στον εντυπωσιασμό. Κατά συνέπεια αποφάσισε ότι ο τίτλος της είδηςης συνιστούσε κατάφωρη παραβίαση της πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί ακρίβειας των πληροφοριών, η οποία προβλέπει ότι «τα Μ.Μ.Ε. μεριμνούν ώστε να μη δημοσιεύονται ανακριβείς, παραπλανητικές, φανταστικές ή διαστρεβλωτικές της αλήθειας ειδήσεις, πληροφορίες ή σχόλια». Επίσης διαπίστωσε ότι η δημοσίευση φωτογραφιών πτωμάτων μέσα σε λίμνες αίματος έγινε και πάλι αποκλειστικά και μόνο για εντυπωσιασμό και ότι συνιστούσε παραβίαση της πρόνοιας του Κώδικα, σύμφωνα με την οποία οι δημοσιογράφοι «είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί και διακριτικοί στην παρουσίαση θεμάτων όπως η βία, το έγκλημα, τα σεξουαλικά παραπτώματα, ο ανθρώπινος πόνος και ο θάνατος, καθώς και πληροφοριών ή εικόνων που είναι επιβλαβείς ή μπορούν να προκαλέσουν πανικό ή φρίκη ή αποτροπιασμό, κυρίως τα παιδιά».
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
14/2017
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
16/05/2017
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΔΙΕΥΘΕΤΗΣΗ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας επιλήφθηκε καταγγελίας (14/3/5/2017) από την Ενωση Συντακτών Κύπρου ότι ο Πρόεδρος του ΔΗΚΟ Νικόλας Παπαδόπουλος προέβη σε επίθεση εναντίον του δημοσιογράφου-τηλεπαρουσιαστή του ΡΙΚ Σταύρου Κυπριανού ισχυριζόμενος ότι λαμβάνει οδηγίες ως προς τις ερωτήσεις που υπέβαλλε. Η φερόμενη επίθεση έγινε στη διάρκεια της εκπομπής της τηλεόρασης του ΡΙΚ «Πρώτη Ενημέρωση» στις 2/5/2017, στην οποία ήταν φιλοξενούμενος ο κ. Παπαδόπουλος. Στη διάρκεια της εκπομπής ο κ. Παπαδόπουλος αναφέρθηκε σε υποχωρήσεις, που όπως υποστήριξε, έγιναν στο Κυπριακό επί προεδρίας Δημήτρη Χριστόφια Ο Σταύρος Κυπριανού έκαμε την παρατήρηση: «Εσείς στο ΔΗΚΟ τον υποστηρίξατε..» Ακολούθησε ο ποιο κάτω διάλογος: Πάπα: «Σταύρο μου, είναι εύκολες αυτές οι ατάκες, καταλαβαίνω ότι έχεις οδηγίες από κάποιους να βάζεις ερωτήσεις…» Σταύρος: Δεν παίρνω καμιά οδηγία…είναι προσβλητικό…. Παπα: Όχι δεν είναι καθόλου προσβλητικό ξέρω ότι έχετε…. Σταύρος: Εγώ παίρνω οδηγίες; Πάπα: Οχι, ξέρω ότι έχετε οδηγίες να τα λέτε… Σταύρος: :Οδηγίες παίρνουν τα κομματικά στελέχη. Εμείς δεν είμαστε κομματικά στελέχη…λειτουργούμε ανεξάρτητα και αμερόληπτα…θεωρώ ότι ήταν ατυχής αυτή η δήλωση.. Πάπα: Με όλο το σεβασμό δεν είπα κάτι… Σταύρος: Είπατε ότι παίρνω οδηγίες: Με όλο το σεβασμό δεν είπατε ότι…παίρνω οδηγίες; Είναι απόλυτα λανθασμένο… Πάπα: Δεν λειτουργάτε σε κάποιες περιπτώσεις αμερόληπτα… Στο τέλος της εκπομπής ο Σταύρος Κυπριανού είπε ότι για να μη μένουν εντυπώσεις όφειλε να πει ότι «οι συνάδελφοί μου και εγώ δεν παίρνουμε από κανένα οδηγίες, είμαστε εδώ για να εξυπηρετούμε το δημόσιο συμφέρον, και για τις πιασάρικες ατάκες που λέτε, νομίζω ότι όλος ο κόσμος χρησιμοποιεί ατάκες τις οποίες εσείς οι πολιτικοί λέτε και εμείς μεταφέρομε. Εν πάση περιπτώσει, νομίζω πως δεν… Στο σημείο αυτό παρενέβη ο κ. Παπαδόπουλος ότι υποστήριξε ότι ήταν απόφαση του ΡΙΚ να μην παίρνει δηλώσεις από τα υπόλοιπα κόμματα του ενδιάμεσου χώρου, αλλά μόνο από το Δημοκρατικό Συναγερμό, το ΑΚΕΛ κα τοι ΔΗΚΟ, λέγοντας ότι «ελπίζω αυτή η απόφαση ν’ αλλάξει για το καλό του δημόσιου πολιτικού διαλόγου». Σταύρος, Εγώ δεν γνωρίζω για τέτοια απόφαση, εν πάση περιπτώσει, εδώ είναι η εκπομπή «Πρώτη Ενημέρωση», επαναλαμβάνω έχετε κάθε δικαίωμα να θέσετε τα παράπονά σας, τα έχετε ήδη θέσει και δημοσίως… Η Ενωση Συντακτών Κύπρου εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία ανέφερε ότι ο Σταύρος Κυπριανού έτυχε «άκομψης, ατυχούς και προσβλητικής αντιμετώπισης από τον Πρόεδρο του ΔΗΚΟ. Μετά την παράθεση των γεγονότων, ανέφερε : «Όταν δημοσιογράφοι και πολιτικοί συνομιλούν δημοσίως, κρίνονται αμφότερες οι πλευρές. Οι μεν κρίνονται για τις ερωτήσεις που υποβάλλουν, οι δε για τις απαντήσεις που δίνουν. Οι πολιτικοί οφείλουν να απαντούν και οι δημοσιογράφοι έχουν επαγγελματική υποχρέωση να ερωτούν. Οι δημοσιογραφικές ερωτήσεις, ούτε ταμπελώνονται, ούτε κατηγοριοποιούνται, ούτε χαρακτηρίζονται, απλώς απαντώνται! Ο πιο εύκολος τρόπος ν’ αποφύγει κανείς μια «δύσκολη» ερώτηση, είναι να αποδώσει «αλλότρια» κίνητρα στον ερωτώντα. Ο συνάδελφος Σταύρος Κυπριανού ορθώς υπερασπίστηκε την επαγγελματική του ακεραιότητα. Ο Πρόεδρος του ΔΗΚΟ Νικόλας Παπαδόπουλος οφείλει να αναθεωρήσει την όλη στάση του, αφού προσβλητικά και απαξιωτικά, παρουσίασε ένα δημοσιογράφο που υπέβαλλε ερωτήσεις, ως κατευθυνόμενο και δεχόμενο οδηγίες. Έπεται μακρά προεκλογική εκστρατεία και η ΕΣΚ δεν θα επιτρέψει να καταστούν οι δημοσιογράφοι εξιλαστήρια θύματα της έξαψης των πολιτικών παθών. Όποτε και από οποιονδήποτε πολιτικό παρατηρούνται ανάλογες συμπεριφορές, θα ψέγονται και θα καταδικάζονται δημοσίως». Μετά την ανακοίνωση της ΕΣΚ και ύστερα από επικριτικά σχόλια, περιλαμβανομένων και σχολίων από πολίτες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο κ. Παπαδόπουλος έγραψε στον προσωπικό του λογαριασμό στο twitter: "Έχω το θάρρος να παραδεχτώ ότι ήταν ατυχής η χθεσινή διατύπωση μου στον @stavrosrik. Σε καμία περίπτωση δεν αμφισβητώ την ακεραιότητά του. Σε μια ζωντανή συζήτηση γίνονται και λάθη. Αυτό που ήθελα να πω είναι ότι οι εύκολες ατάκες κάποτε πλήττουν τον εποικοδομητικό διάλογο». Το ΡΙΚ εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία ανέφερε ότι στεκόταν δίπλα στους δημοσιογράφους του και υπερασπιζόταν την ανεξαρτησία τους. Η Επιτροπή εξέτασε το θέμα κυρίως από την άποψη του ενδεχομένου να είχαν βάση οι ισχυρισμοί του κ. Παπαδόπουλου για άσκηση κατευθυνόμενης δημοσιογραφίας από μέρους του Σταύρου Κυπριανού, αλλά και της προάσπισης των δημοσιογράφων έναντι επιθέσεων που είναι δυνατό να θεωρηθούν ως απειλή προς την ανεξαρτησία των δημοσιογράφων. Αφού εξέτασε το περιεχόμενο της εκπομπής και τους χαρακτηρισμούς του Νικόλα Παπαδόπουλου, τους οποίους έκρινε ως ατυχείς και αποδοκιμαστέους, καθώς έγιναν χωρίς καμία τεκμηρίωση, την παραδοχή του κ. Παπαδόπουλου ότι οι αναφορές του ήταν ατυχείς και τις ανακοινώσεις καταδίκης και αποδοκιμασίας των αναφορών από την ΕΣΚ και στήριξης του δημοσιογράφου από το ΡΙΚ, η Επιτροπή διαπίστωσε αφ’ ενός ότι δεν ευσταθούσαν οι κατηγορίες εναντίον του δημοσιογράφου και αφ’ ετέρου ότι έγιναν από τους άμεσα ενδιαφερόμενους όλα τα δέοντα για προάσπιση της ανεξαρτησίας των δημοσιογράφων. Κατά συνέπεια αποφάσισε ότι δεν υπήρχε αντικείμενο προς εξέταση.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
9/2017
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
16/05/2017
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασέ παράπονο (9/30/3/2017) από την Επίτροπο Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού ότι είδηση που δημοσιεύθηκε στο «Φιλελεύθερο» στις 27/3/2017 αποκαλύπτει την ταυτότητα παιδιού, κατά παράβαση των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Το δημοσίευμα, που αφορούσε στις κακές συνθήκες διαβίωσης οικογένειας και στις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετώπιζε, συνοδευόταν από φωτογραφία της οικογένειας κάτω από τον τίτλο «Οικογένεια στα όρια της φτώχειας». Σύμφωνα με την Επίτροπο, το δημοσίευμα στόχευε στην ευαισθητοποίηση της κοινωνίας και των αρμόδιων Αρχών προκειμένου η οικογένεια να βοηθηθεί οικονομικά και στην επίλυση των προβλημάτων που αντιμετώπιζε. Ωστόσο, η Επίτροπος ανέφερε ότι παρόλο που ο σκοπός του δημοσιεύματος είναι καθόλα θεμιτός, εντούτοις, ο τρόπος παρουσίας ήταν προβληματικός δεδομένου ότι δημοσιεύθηκαν τέσσερις συνολικά φωτογραφίες, που σε συνδυασμό με τα προσωπικά δεδομένα που αναφέρθηκαν, άπτονται της ιδιωτικής και προσωπικής τους ζωής, δηλαδή των συνθηκών διαβίωσης και των προβλημάτων υγείας που τα παιδιά της οικογένειας αντιμετωπίζουν. Επίσης ανέφερε ότι η προβολή των παιδιών γίνεται ακόμα πιο προβληματική λόγω των μεγάλου αριθμού και του μεγέθους των φωτογραφιών που συνοδεύουν το δημοσίευμα και που καλύπτουν τη μισή έκταση του, στις οποίες επίκεντρο είναι τα πρόσωπα των παιδιών. Η Επίτροπος επισημαίνει στο παράπονό της ότι σύμφωνα με το Άρθρο 3(1) της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, την οποία επικύρωσε η Κυπριακή Δημοκρατία το 1991 (μετά τη ψήφιση του Νόμου 243/1990) και, επομένως, τη δεσμεύει με αυξημένη ισχύ έναντι οποιουδήποτε εθνικού νόμου), επιβάλλεται όπως: «Σε όλες τις αποφάσεις που αφορούν τα παιδιά, είτε αυτές λαμβάνονται από δημόσιους ή ιδιωτικούς οργανισμούς κοινωνικής ευημερίας, είτε από τα δικαστήρια, τις διοικητικές αρχές ή από τα νομοθετικά όργανα, πρέπει να λαμβάνεται πρωτίστως υπόψη το συμφέρον του παιδιού». Αυτή την αρχή, τονίζει η Επίτροπος, πρέπει να έχουν πάντα υπόψη οι επαγγελματίες των ΜΜΕ οσάκις χειρίζονται θέματα που αφορούν παιδιά, στα οποία εμπλέκονται παιδιά ή απευθύνονται σε παιδιά, σε σχέση με τον τρόπο παρουσίασης ενός θέματος. Επίσης ανέφερε ότι η εξασφάλιση της, εκ των πρότερων, συναίνεσης των γονιών του παιδιού για δημοσίευση των φωτογραφιών του, δε σημαίνει, κατ’ ανάγκη, ότι αυτό εξυπηρετεί το συμφέρον του ίδιου του παιδιού. Επισημαίνει πως η Σύμβαση θεμελιώνεται στην θεώρηση του παιδιού ως διακριτής από τους γονείς του προσωπικότητας και φορέα αναπαλλοτρίωτων ανθρωπίνων δικαιωμάτων και επομένως ως προς το ότι κάθε απόφαση η οποία λαμβάνεται αναφορικά με το παιδί -συμπεριλαμβανομένων των γονιών- θα πρέπει πρωτίστως να εξυπηρετεί το δικό του συμφέρον. Εξ άλλου, ανέφερε πως, το Άρθρο 16 της Σύμβασης επιβάλλει ότι: «Κανένα παιδί δεν θα αποτελεί αντικείμενο αυθαίρετων ή παράνομων παρεμβάσεων στην ιδιωτική του ζωή, στην οικογένειά του, στην κατοικία του ή στην αλληλογραφία του, ούτε παράνομων προσβολών της τιμής και της υπόληψής του». Αυτό, σύμφωνα με την Επίτροπο, σημαίνει ότι οι δημοσιογράφοι είναι υποχρεωμένοι να να προστατεύουν την ταυτότητα και αξιοπρέπεια του παιδιού, ακόμα και αν οι γονείς ενεργούν διαφορετικά, ώστε να γίνονται σεβαστά τα δικαιώματα του παιδιού και να αποφεύγεται ο στιγματισμός του με οποιοδήποτε τρόπο. Η Επίτροπος επισημαίνει πως η ταυτότητα ενός παιδιού δεν προστατεύεται μόνο με το να μην παρουσιάζεται το πρόσωπό του αλλά με το να μην αποκαλύπτονται τα στοιχεία της ταυτότητας, του ιδίου ή/και άλλων προσώπων της οικογένειάς του, ή/και δεδομένων της ιδιωτικής και οικογενειακής του ζωής, τα οποία ουσιαστικά να «φωτογραφίζουν» ή να προσβάλλουν το εμπλεκόμενο παιδί. Η Επίτροπος αναφέρει ότι έστω κι αν ο σκοπός του υπό αναφορά δημοσιεύματος είναι καθόλα θεμιτός και συνάδει με το ρόλο των ΜΜΕ στην ενημέρωση, ευαισθητοποίηση και αντιμετώπιση των κοινωνικών ζητημάτων, εντούτοις, η κάλυψη τέτοιων θεμάτων δεν νομιμοποιείται να γίνεται με τρόπο που να συνιστά παραβίαση άλλων δικαιωμάτων του ίδιου του παιδιού. Τέλος αναφέρει ότι υπό το φως των ανωτέρω, εκτιμά πως ο τρόπος παρουσίασης των συγκεκριμένων παιδιών, στο υπό αναφορά δημοσίευμα, παραβίασε το δικαίωμά τους, σε ιδιωτική ζωή και αξιοπρέπεια. Ο «Φιλελεύθερος» ανταποκρινόμενος στην παράκληση να παραθέσει τις απόψεις του, ανέφερε ότι το δημοσίευμα έγινε για καλό σκοπό, δηλαδή να βοηθηθεί η οικογένεια και ότι σε τέτοιες περιπτώσεις θα πρέπει να υπάρχει κατανόηση για τα κίνητρα των εφημερίδων. Η Επιτροπή υιοθέτησε στο σύνολό της την ανάλυση της Επιτρόπου για την Προστασία του Παιδιού όσον αφορά τα δικαιώματα του Παιδιού με βάση τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών, η οποία και συνάδει με σειρά αποφάσεων της Επιτροπής σε προηγούμενες ανάλογες περιπτώσεις. Η Επιτροπή αναγνώρισε ότι το δημοσίευμα έγινε με αγαθή πρόθεση, δηλαδή να βοηθηθεί η οικογένεια του παιδιού, αλλά παράλληλα αποφάσισε ότι αυτό θα μπορούσε να γίνει χωρίς τη δημοσίευση φωτογραφιών ή άλλων στοιχείων που αποκαλύπτουν την ταυτότητά του παιδιού, δεδομένης της απαγόρευσης του άρθρου 3 της Σύμβασης για το Παιδί, που αποτελεί μέρος του Κώδικα και είναι νόμος αυξημένης τυπικής ισχύος, που υπερέχει οποιασδήποτε άλλης ρύθμισης, συνιστούσε παραβίαση της Σύμβασης και κατ’ ακολουθία των σχετικών προνοιών του Κώδικα. Η Επιτροπή επισημαίνει πως η ευθύνη για τη δημοσίευση φωτογραφιών ή στοιχείων της ταυτότητας παιδιών, σε τελευταία ανάλυση, βαρύνει όχι την οικογένεια ή οποιοδήποτε άλλο έχει ευθύνη για τα παιδιά, αλλά τα ΜΜΕ και τους δημοσιογράφους, που οφείλουν να τηρούν τη δεοντολογία και να σέβονται τα δικαιώματα στην ιδιωτική ζωή, ιδιαίτερα των παιδιών λόγω της ευάλωτης θέσης τους. Η Επιτροπή προτρέπει όλους τους δημοσιογράφους, οσάκις ασχολούνται με παιδιά, για οποιοδήποτε λόγο, να λαμβάνουν πρόνοια αποφυγής δημοσίευσης φωτογραφιών ή στοιχείων που άμεσα ή έμμεσα αποκαλύπτουν την ταυτότητά τους και εκεί όπου είναι αναγκαίο να δημοσιεύσουν φωτογραφίες, να φροντίζουν να αποκρύβουν ή αλλοιώνουν τα πρόσωπά τους ώστε να διασφαλίζεται η μη αναγνώρισή τους.. Η Επιτροπή προτρέπει όλους τους δημοσιογράφους να μελετήσουν την ανάλυση της Επιτρόπου για την Προστασία του Παιδιού των προνοιών της Σύμβασης για το Παιδί και να ενεργούν σύμφωνα με αυτή.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
10/2017
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
16/05/2017
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (10/5/4/2017) από τη Δικοινοτική Πρωτοβουλία Ειρήνη-Ενωμένη Κύπρος για εκπομπή του τηλεοπτικού καναλιού EXTRA TV στις 24 Μαρτίου, 2017, κατά την οποία, σύμφωνα με το παράπονο, ακούστηκαν αναφορές ξενοφοβίας και ρατσισμού. Το παράπονο, που υπέγραψαν εκ μέρους της παραπονούμενης οργάνωσης οι Τάκης Χατζηδημητρίου και Σιενέρ Ελτσίν, ανέφερε ότι κατά την εκπομπή ακούστηκε «κατά ριπάς» ρητορική μίσους από τον εξ Ελλάδος αυτοσυστηθέντα ως δημοσιογράφο Στέλιο Καλόγηρο, η οποία ξεκάθαρα υποδαύλιζε το μίσος και τον ρατσισμό εναντίον όποιων ο κ. Καλόγηρος έκρινε ότι οι απόψεις τους δεν ταίριαζαν απόλυτα στις δικές του θέσεις. Ο κ. Στέργιος Καλόγηρος χρησιμοποίησε πολλές φορές, σύμφωνα με το παράπονο, με έντονο και απαξιωτικό τρόπο, υβριστικούς χαρακτηρισμούς εναντίον του Προέδρου Αναστασιάδη, πολιτικών κομμάτων, πολιτών, Ελληνοκυπρίων, Τουρκοκυπρίων, Ελλήνων και Τούρκων. Για τους διαφωνούντες με τις απόψεις του επί του Κυπριακού προβλήματος και υποστηρίζουν το διάλογο, τις διαπραγματεύσεις και την επαναπροσέγγιση με στόχο την επανένωση της Κύπρου, ο κ. Καλόγηρος είπε ότι είναι: «εθνικοί μειοδότες, τουρκόσποροι και προδότες». Επίσης χρησιμοποίησε απαξιωτικούς και μειωτικούς χαρακτηρισμούς για τους Τουρκοκυπρίους, όπως και για τους Τούρκους πολίτες, μεταξύ των οποίων οι χαρακτηρισμοί «Μογγόλοι», «αυτά τα ζώα», «οι μπουνταλάδες». Εξετάζοντας το θέμα, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι επρόκειτο όχι για μία, αλλά για δύο εκπομπές, στις 23/3/2017 και στις 24/3/2017, με τα ίδια πρόσωπα και το ίδιο περιεχόμενο, δηλαδή την επικείμενη τότε ψηφοφορία στη Βουλή επί πρότασης νόμου για μεταφορά από τη Βουλή στον Υπουργό Παιδείας της αρμοδιότητας καθορισμού των εθνικών επετείων στις οποίες θα γίνεται αναφορά στα σχολεία. Και στις δύο εκπομπές παρουσιαστής ήταν ο Χρήστος Αριστείδου με φιλοξενούμενο τον Στέργιο Καλόγηρο, που αυτοσυστήθηκε ως δημοσιογράφος εξ Ελλάδος, και τη Φένια Κλιάτση, επίσης από την Ελλάδα, η οποία είχε περιθωριακή μόνο συμμετοχή στη συζήτηση. Από την εξέταση των μαγνητοφωνημένων εκπομπών η Επιτροπή διαπίστωσε ότι οι καταγγελίες των παραπονουμένων ευσταθούν απολύτως. Η Επιτροπή θεωρεί ότι είναι υποχρεωμένη να παραθέσει τις πιο χαρακτηριστικές αναφορές γιατί έκρινε ότι πρόκειται για ένα χωρίς προηγούμενο, μισαλλόδοξο παραλήρημα στα τηλεοπτικά χρονικά της Κύπρου. Στην εκπομπή στις 23/3/2017 ο Στέργιος Καλόγηρος χαρακτήρισε «τοιούτο» τον προσωπικό απεσταλμένο του Γ.Γ. Εσπεν Μπαρθ Αϊντα διατυπώνοντας τον ισχυρισμό ότι πήγε στα κατεχόμενα και "τον φορτώσανε οι βάρβαροι εκεί πέρα λεφτά, ευρώ, δολάρια». Στη συνέχεια ανέφερε «…δεν έχω τίποτε με αυτούς πού ψήφισαν είτε το ΑΚΕΛ είτε το ΔΗΣΥ, όμως θεωρώ ότι είναι εθνικός μειοδότης αυτός ο άνθρωπος που έφερε στη Βουλή να ψηφιστεί ο νόμος..." με τον οποίο «ανακαλείται ο εορτασμός της επετείου» του ενωτικού δημοψηφίσματος…Εάν αυτό δεν είναι εθνική προδοσία, πες μου εσύ τι είναι…Ο εορτασμός ενοχλεί τους βάρβαρους απέναντι…δέκα φορές το χρόνο κάνουν πανηγύρια και συμμετέχουν όλοι οι Μογγόλοι και ο Ακιντζί…και για μένα όσοι θα ψηφίσουν αυτή την πρόταση είναι εθνικοί μειοδότες. Δεν λέω προδότες γιατί μπορεί να με κυνηγήσει η Αρχή Τηλεόρασης… Και αν ο πρόεδρος του Συμβουλίου έχει την ίδια άποψη μ’ αυτούς, κι’ αυτός εθνικός μειοδότης είναι». Σε άλλο σημείο είπε: «Αναγκαζόμαστε να δεχθούμε το πραξικόπημα των τουρκόσπορων το οποίο εκπληρώνουν για ακόμα μία φορά Ελληνες Κύπριοι μειοδότες». Σε σχέση με φερόμενες δηλώσεις του Γερούν Ντάϊζελμπλουμ ότι οι χώρες του ευρωπαϊκού νότου «τρώνε τα λεφτά στα ποτά και τις γυναίκες, ο κ. Καλόγηρος ανέφερε: «Μα αυτοί δεν θέλουν γυναίκες. Αυτοί πάνε άντρες με άντρες. Τις γυναίκες τις στέλνουν στο νότο…κάτι πρέπει να κάνουν και οι γυναίκες στο νότο κυρία…» Τηλεθεατής που παρενέβη τηλεφωνικώς ανέφερε: «Θα πάρουμε άδεια από τον Ακιντζί και τον Μογγόλο…Τονίζω τους κυρίους του ΑΚΕΛ και του Συναγερμού, αίσχος, είναι προδότες». Ο Στέργιος Καλόγηρος είπε: «Συμφωνώ μαζί σας», ενώ ο παρουσιαστής περιορίστηκε να πει: «Ε, δεν θα χρησιμοποιήσουμε αυτούς τους χαρακτηρισμούς». Αναφερόμενος στους Τούρκους και στον Ακιντζί είπε τα ακόλουθα: «Αναγκαζόμαστε λοιπόν, να δεχτούμε το πραξικόπημα των Μογγόλων του Ερντογάν, του τουρκόσπορου του Ακιντζί, ο οποίος κατάγεται από τη Λεμεσό και ξέρει πολύ καλά την ελληνική κουλτούρα, να δεχτούμε λοιπόν το πραξικόπημα των τουρκόσπορων το οποίο εκπληρώνουν για ακόμα μία φορά, Έλληνες Κύπριοι μειοδότες…» Εξ άλλου, όταν τηλεθεατής παρενέβη και τον κάλεσε να επιστρέψει στην Ελλάδα και να ασχοληθεί με τα πολιτικά προβλήματα της χώρας, ο κ. Καλογήρου σχολίασε: «Αυτοί που θα γίνουν οι επόμενοι εθνικοί προδότες θα στιγματισθούν ένας-ένας». Όταν μία γυναίκα εξέφρασε τη δυσαρέσκειά της για τους χαρακτηρισμούς που ακούστηκαν κατά τη διάρκεια της εκπομπής και δη το «τουρκόσπορος» και ανέφερε πως ο λόγος για τον οποίον διαιρέθηκε η Κύπρος ήταν η χούντα της Αθήνας ο κ. Καλόγηρος της απάντησε ως εξής: «Εσείς ψηφίστε Ακιντζί κυρία μου. Να πάτε στα κατεχόμενα να ψηφίσετε Ακιντζί εσείς. Εκεί, εκεί πρέπει να πάτε. Για εκεί σας βλέπω, για τον Ακιντζί. Να τον ψηφίσετε. Να πάτε να ψηφίσετε και τον Ερντογάν, να τον βγάλετε πρόεδρο. Δεν ντρεπόμαστε λίγο. Δεν ντρεπόμαστε λίγο! Να υποστηρίζουμε τους Τούρκους. Θέλετε να πάτε στην Τουρκία να ψηφίσετε τον Ερντογάν, δεν ντρέπεστε;» Στη συνέχεια, σχολιάζοντας δήλωση του Γ.Γ. του ΑΚΕΛ Αντρου Κυπριανού ότι η Βουλή θα έπρεπε να διορθώσει το λάθος της σε σχέση με το Ενωτικό Δημοψήφισμα, ο κ. Καλόγηρος το χαρακτήρισε «εθνικό μειοδότη». Στο σημείο αυτό ο παρουσιαστής ανέφερε πως δεν συμμερίζεται την άποψη αυτή. Απευθυνόμενος σε τηλεθεατή που διαμαρτυρήθηκε για την αναφορά στον κ. Κυπριανού, ο κ. Καλόγηρος αποκάλεσε τον Αβέρωφ Νεοφύτου και τον Αντρο Κυπριανού «το δίδυμο της συμφοράς που διχάζει τον κυπριακό Ελληνισμό», ενώ απευθυνόμενος στον τηλεθεατή του είπε: «Και εσείς που θα ψηφίσετε να πάτε να ψηφίσετε τον Ερντογάν Θα σας χρειαστεί, δεν ντρεπόσαστε λίγο;» Κατά τη διάρκεια του προγράμματος εμφανίζονταν σε τακτά χρονικά διαστήματα και για μεγάλη διάρκεια υπότιτλοι μεταξύ των οποίων και ο πιο κάτω: «Η ΔΙΟΡΘΩΣΗ ΤΟΥ ΛΑΘΟΥΣ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΕΘΝΙΚΗ ΜΕΙΟΔΟΣΙΑ» Στην εκπομπή στις 24/3/2017, ο παρουσιαστής της εκπομπής Χρήστος Αριστείδου, σε τηλεφωνική επικοινωνία με την Πρόεδρο της Αλληλεγγύης Ελένη Θεοχάρους ζήτησε την άποψή της για την εισήγηση του ΑΚΕΛ να διορθωθεί το λάθος για το Ενωτικό δημοψήφισμα. Παρενέβη ο κ. Καλόγηρος και ανέφερε: «Πιστεύετε ότι αυτοί που είναι αντίθετοι με το συμφέρον του κυπριακού λαού δεν είναι εθνικοί μειοδότες; Αυτοί που είναι μαζί με τα συμφέροντα του Ακιντζί και του δικτάτορα Ερντογάν δεν είναι μειοδότες; Πώς αλλιώς πρέπει να λέγονται αυτοί οι άνθρωποι κ. Θεοχάρους; Μόνο προδότες ή και εθνικοί μειοδότες μαζί;» Κατά την ίδια εκπομπή, τηλεθεατής ανέφερε σε παρέμβασή του «αυτοί οι βρωμισμένοι οι Τούρκοι, αυτός ο Αβέρωφ και αυτός ο Κυπριανού, να φορήσουν το φέσι τους». Ο παρουσιαστής παρενέβη αναφέροντας «δεν θέλω χαρακτηρισμούς για Ελληνοκύπριους», αλλά ο τηλεθεατής συνέχισε λέγοντας «να φορήσουν το φέσι τους τζαι να πάνε ποτζεί με τον Ακιντζί, να φιλήσουν τον κώλο του Ακκιντζί, γιατί αυτοί οι ανθρώποι προδώνουν τον τόπο». Ο Στέργιος Καλόγηρος έκαμε επίθεση εναντίον τηλεθεατή που καταδίκασε τις αναφορές του και τον κάλεσε να πάει να ψηφίσει από κει, ενώ σε άλλο σημείο ανέφερε: «εγώ το λέω ευθέως, κάτι κρύβεται, κάποια ιδιαίτερη σχέση υπάρχει ανάμεσα σε κάποιους πολιτικούς και στους μπουνταλάδες, και στους Μογγόλους τους Τούρκους, δεν γίνεται, δεν μπορεί Έλληνας πολιτικός, Κύπριος πολιτικός να κάνει τέτοια τραγικά λάθη. Να διορθώσουμε λέει το λάθος, ποιο είναι το λάθος; …Οι εισβολείς; […] μόνο άνθρωποι δεν είναι, αυτά τα ζώα που δεν ξέρουν τι είναι μπάνιο, δεν ξέρουν τι είναι τίποτα. Ξεχάσατε όλα αυτά που σας κάνουνε και θέλετε να τους αναβαθμίσετε να κάνετε Τούρκο τουρκόσπορο πρόεδρο της ελληνικής Κυπριακής Δημοκρατίας στην εκ περιτροπής; Να τους δώσετε αξία;» Σε σημείο της εκπομπής, ο παρουσιαστής διέκοψε γυναίκα που ανέφερε «αυτοί οι κύριοι δεν έχουν κανένα δικαίωμα να υβρίζουν τους πάντες και τα πάντα…» με το πρόσχημα ότι «δεν σας ακούμε, ξαναπάρτε…» Ο τηλεοπτικός σταθμός παρέλειψε να παραθέσει τις απόψεις του εμπρόθεσμα. Ο Γενικός Διευθυντής του τηλεοπτικού σταθμού Ανδρέας Ζένιος, ο οποίος ανέλαβε τη διεύθυνση μετά την περάτωση της εξέτασης, έθεσε ενώπιον της Επιτροπής τις θέσεις που τέθηκαν ενώπιον της Αρχής Ραδιοτηλεόρασης, η οποία εξέταζε το ίδιο θέμα από την άποψη όμως της παραβίασης της νομοθεσίας για καταπολέμηση του ρατσισμού. Εν περιλήψει, οι θέσεις αυτές συνίστανται στο ότι «την ευθύνη για όλες τις αντιδεοντολογικές εκφράσεις στην εκπομπή φέρει εξ ολοκλήρου ο φιλοξενούμενος Στέργιος Καλογήρου», ο οποίος «συμπεριφερόταν σας ένας φανατικός και εμπαθής κομματικός οπαδός με εσκεμμένες διατυπώσεις». Περαιτέρω ανέφερε ότι η διεύθυνση του σταθμού δεν είχε την ευχέρεια άμεσης επέμβασης για αφαίρεση του λόγου από τον φιλοξενούμενο ενώ ο παρουσιαστής «αποδείχθηκε κατώτερος των περιστάσεων, δεν υπήρξε σαφής στην αντίθεσή προς όσα ο κ. Καλόγηρος ανέφερε και τιμωρήθηκε. Επίσης ανέφερε ότι ο παρουσιαστής εκ των υστέρων παραδέχθηκε πως ήταν λάθος η μη αφαίρεση του λόγου από το φιλοξενούμενό του αλλά δικαιολογήθηκε λέγοντας πως είχε «καταληφθεί εξαπίνης» αν και εκ των υστέρων αναγνώρισε πως θα έπρεπε να του είχε αφαιρέσει το λόγο και να χαρακτηρίσει τα λεγόμενά του υβριστικά. Εξ άλλου, ανέφερε ότι κυκλοφόρησε εγκύκλιο με την οποία επισημαίνει την υποχρέωση των μελών του προσωπικού να αφαιρούν το λόγο από οποιοδήποτε ενεργεί αντιδεοντολογικά. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι δεν ήταν δυνατό να λάβει υπόψη τις εκπρόθεσμες θέσεις της διεύθυνσης, οι οποίες, ούτως ή άλλως, δεν επηρεάζουν τα ευρήματά της. Η Επιτροπή, αφού εξέτασε προσεκτικά όλα τα δεδομένα και το περιεχόμενο των δύο εκπομπών διαπίστωσε ότι για τις προαναφερθείσες αναφορές φέρουν ευθύνη όχι μόνο ο φιλοξενούμενος Στέργιος Καλόγηρος, αλλά κατά κύριο λόγο ο τηλεοπτικός σταθμός EXTRA TV και ο παρουσιαστής Χρήστος Αριστείδου. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι οι αναφορές που παρατέθηκαν ανωτέρω ήταν απαράδεκτα ρατσιστικές, μισαλλόδοξες, υβριστικές, απαξιωτικές και προσβλητικές, ενώ ο Στέργιος Καλόγηρος, το μένος του οποίου τον έκανε πολλές φορές να εκφέρει ασυναρτησίες και να επαναλαμβάνει τον ίδιο ρατσιστικό και μισαλλόδοξο λόγο, έκαμε επίσης μειωτικές αναφορές στη βάση του φύλου και του προσωπικού καθεστώτος, όταν αναφέρθηκε στο φερόμενο σεξουαλικό προσανατολισμό των βορείων συλλήβδην και το τι κάμνουν οι γυναίκες στο νότο. Διαπίστωσε επίσης ότι το ύφος και η όλη διάθεση του παρουσιαστή αλλά ιδιαίτερα του φιλοξενούμενού του υποκινούσε σε μίσος, αποστροφή, ρατσιστική προκατάληψη, απαξίωση και περιφρόνηση για κάθε ένα που είχε αντίθετη άποψη ή θεώρηση των γεγονότων, σε σημείο που θα ήταν δυνατό να υποκινήσουν ακόμη και σε άσκηση βίας. Σε κάποια σημεία της εκπομπής ο παρουσιαστής υποδαύλιζε τη ρητορική μίσους υποκινώντας το φιλοξενούμενό του να δώσει χαρακτηρισμούς για τις απόψεις ή τη συμπεριφορά ατόμων, προκαλώντας τις ρατσιστικές και μισαλλόδοξες εξάρσεις του. Κατά συνέπεια αποφάσισε ότι οι δύο εκπομπές συνιστούσαν κατάφωρη παραβίαση του συνόλου των προνοιών του άρθρου 12 του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας που προβλέπει ότι: «Τα Μ.Μ.Ε. αποφεύγουν οποιαδήποτε απ’ ευθείας ή άλλη αναφορά ή ενέργεια εναντίον προσώπου η οποία περιέχει στοιχεία προκατάληψης με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη γλώσσα, τη θρησκεία, τις πολιτικές ή άλλες πεποιθήσεις, την εθνική ή κοινωνική προέλευση, την περιουσία, την καταγωγή, την ηλικία, το φύλο και το προσωπικό καθεστώς, περιλαμβανομένης της φυσικής ή διανοητικής ασθένειας ή αναπηρίας. Ο χλευασμός, η διαπόμπευση και ο διασυρμός ατόμων ή ομάδων είναι ανεπίτρεπτος». Επίσης διαπίστωσε ότι οι δύο εκπομπές περιείχαν αναφορές που συνιστούσαν παραβίαση των γενικών προνοιών περί αποφυγής χυδαίας γλώσσας, σεβασμού της τιμής και υπόληψης και αποφυγής αναφορών που μειώνουν την προσωπικότητα. Περαιτέρω η Επιτροπή έκρινε ότι επί μέρους αναφορές και οι δύο εκπομπές στο σύνολό τους παραβίασαν τη γενική πρόνοια περί σεβασμού και προαγωγής της δημοκρατίας και προαγωγής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ενώ ειδικά ο παρουσιαστής, με την αφαίρεση του λόγου από γυναίκα που επιχείρησε να κάμει τηλεφωνική παρέμβαση, παραβίασε τις πρόνοιες για το δικαίωμα απάντησης και το δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
6/2017
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
16/05/2017
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε, ύστερα από αναφορά της Ενωσης Συντακτών Κύπρου (υπόθεση 6/2/3/2017) θέμα που αφορούσε στη δημοσίευση από μερικά ΜΜΕ φωτογραφιών του τέως Γενικού Εισαγγελέα Ρίκκου Ερωτοκρίτου μετά την καταδίκη του σε φυλάκιση, οι οποίες λήφθηκαν στο χώρο των δικαστηρίων, παρά την αστυνομική απαγόρευση. Ειδικότερα, η ΕΣΚ ανέφερε ότι, ενώ όλοι οι επαγγελματίες φωτορεπόρτερ και οι εικονολήπτες αποκλείστηκαν από τον ευρύτερο χώρο του Δικαστηρίου, προκειμένου να μη βγάλουν φωτογραφίες ή να τραβήξουν πλάνα με τους καταδικασθέντες, αυθημερόν σε αρκετές ενημερωτικές ιστοσελίδες και την επομένη σε μια ημερησία εφημερίδα, είδαν το φως της δημοσιότητας φωτογραφίες που απεικονίζουν τα συγκεκριμένα άτομα, ενώ σε μια περίπτωση αναρτήθηκε και βίντεο. Η ΕΣΚ ανέφερε ότι αυτό που κατά την άποψή της έπρεπε να εξετασθεί είναι κατά πόσον παραβιάστηκε η δημοσιογραφική δεοντολογία από δημοσιογράφους, αλλά κυρίως από τις διευθύνσεις συγκεκριμένων ΜΜΕ και ζήτησε διερεύνηση κατά πόσο δημιουργήθηκαν συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού, αφού κάποιοι επέλεξαν να σεβαστούν τους περιορισμούς που έθεσε η Αστυνομία και κάποιοι όχι. Επισημάνθηκαν τέτοιες φωτογραφίες στην εφημερίδα «Πολίτης» και στις ιστοσελίδες reporter και tothemaonline. Απευθύνθηκαν επιστολές προς όλους για να παραθέσουν της απόψεις τους και ανταποκρίθηκαν ο Πολίτης με τον αρχισυντάκτη της εφημερίδας Σωτήρη Παρούτη και η ιστοσελίδα reporter με το διευθυντή της Νίκο Προκομμένο. Ο κ. Παρούτης ανέφερε ότι με τη δημοσίευση των φωτογραφιών στην εφημερίδα "Πολίτης", μιας εντός αιθούσης και μιας ενώ βάδιζε προς το αυτοκίνητο που θα τον μετέφερε στις φυλακές, η εφημερίδα δεν είχε πρόθεση να διασύρει τον τέως βοηθό Γενικό Εισαγγελέα. Είπε επίσης ότι η μια φωτογραφία λήφθηκε από τον ανοικτό λογαριασμό μιας γυναίκας στο Facebook, η οποία εικονιζόταν μαζί του. Η δεύτερη φωτογραφία ελήφθη με τηλεφακό εκτός του χώρου των δικαστηρίων. Περαιτέρω ανέφερε ότι η νομοθεσία που απαγορεύει τη λήψη φωτογραφιών στους δικαστηριακούς χώρους είναι διάτρητη γιατί σε πολλές άλλες περιπτώσεις δημοσιεύθηκαν φωτογραφίες που λήφθηκαν μέσα σε δικαστηριακούς χώρους χωρίς να δημιουργηθεί θέμα. Ο εκπρόσωπος του reporter ανέφερε ότι η νομοθεσία που απαγορεύει τη λήψη φωτογραφιών είναι εκτός του πνεύματος της προκειμένης περίπτωσης, γιατί θεσπίστηκε με πρόθεση να προστατεύσει το τεκμήριο της αθωότητας των υπόπτων που μεταφέρονταν είτε για τη διαδικασία κράτησης ή για τη δίκη τους. Είπε επίσης ότι ο Ρίκκος Ερωτοκρίτου είναι δημόσιο πρόσωπο και ότι με τη λήψη των φωτογραφιών στους τύπους παραβιάστηκε η νομοθεσία αλλά δεν δημιουργήθηκε κανένα πρόβλημα για τον Ρίκκο Ερωτοκρίτου και δεν τον εξέθεσε φέρνοντάς τον σε δύσκολη θέση. Ανέφερε ότι μερικές φωτογραφίες λήφθηκαν έξω από το περιτοίχισμα των δικαστηρίων με φακό μακράς φωτογράφησης. Η Επιτροπή περιορίστηκε να εξετάσει το θέμα μόνο υπό το πρίσμα των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, καθώς έκρινε ότι η δημιουργία συνθηκών αθέμιτου ανταγωνισμού από την αστυνομική απαγόρευση στο χώρο των δικαστηρίων και η συμμόρφωση ή μη των δημοσιογράφων οριακά μόνο αφορούσε την Επιτροπή, και ειδικότερα από την άποψη της συμπεριφοράς και του επαγγελματικού επιπέδου των δημοσιογράφων, που σύμφωνα με τον Κώδικα πρέπει να είναι της υψηλότερης δυνατής στάθμης. Είναι συζητήσιμο κατά πόσο η μη συμμόρφωση προς μια αστυνομική απαγόρευση στη διάρκεια μιας δημοσιογραφικής αποστολής εμπίπτει στο πλαίσιο της επίδειξης συναδελφικής αλληλεγγύης. Γι’ αυτό η Επιτροπή θεώρησε ότι το θέμα του αθέμιτου ανταγωνισμού αφορά μάλλον τις οργανώσεις των δημοσιογράφων και εκδοτών παρά τον Κώδικα και την Επιτροπή. Κατά την εξέταση των επιχειρημάτων που προαναφέρθηκαν έγινε αναφορά στη σκοπιμότητα των νομοθετικών προνοιών που απαγορεύουν τη λήψη φωτογραφιών εντός του χώρου των δικαστηρίων. Η Επιτροπή, έχοντας διαδραματίσει ουσιαστικό ρόλο στη διαμόρφωση της πρόνοιας για απαγόρευση της φωτογράφησης των χώρων των δικαστηρίων, τελεί εν γνώσει του γεγονότος ότι η νομοθετική αυτή ρύθμιση θεσπίστηκε κατά κύριο λόγο για προστασία του τεκμηρίου της αθωότητας και για να προστατεύσει από το διασυρμό υπόπτους και καταδίκους, αν και μπορεί να επιβληθεί και σε άλλες περιπτώσεις εφ’ όσον η νομοθεσία δεν περιγράφει τους σκοπούς της απαγόρευσης. Επίσης θεωρεί ότι για τους σκοπούς της εξέτασης της υπόθεσης δεν έχει εφαρμογή το επιχείρημα ότι η νομοθεσία είναι πεπαλαιωμένη και ενδεχομένως να χρήζει αναθεώρησης ή τροποποίησης. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή έκρινε το θέμα αποκλειστικά από την άποψη των προνοιών του Κώδικα που αναφέρονται στην προστασία της ιδιωτικής ζωής και των δυσμενών διακρίσεων, ιδιαίτερα όσον αφορά τη διαπόμπευση και το διασυρμό. Το άρθρο 3 του Κώδικα ορίζει ότι: «Παρεμβάσεις και έρευνες στην ιδιωτική ζωή προσώπων, χωρίς τη συγκατάθεσή τους, περιλαμβανομένης της λήψης φωτογραφιών προσώπων χωρίς τη γνώση ή συγκατάθεσής τους - εκτός εάν εμπλέκονται σε γεγονότα ή καταστάσεις που συνιστούν είδηση γενικότερου ενδιαφέροντος- ή σε ιδιωτική περιουσία, καθώς και η εξασφάλιση πληροφοριών με μηχανισμούς υποκλοπής ή μακράς φωτογράφησης είναι γενικά απαράδεκτες, η δε δημοσιοποίησή τους μπορεί να δικαιολογηθεί μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις και αποκλειστικά προς το δημόσιο συμφέρον». Επίσης το άρθρο 6 περί απόκτησης πληροφοριών προβλέπει: «Οι λειτουργοί γενικά δεν πρέπει να επιχειρούν να εξασφαλίσουν, οι ίδιοι ή μέσω τρίτων, πληροφορίες ή εικόνες/φωτογραφίες με ψευδείς παραστάσεις ή με άλλο δόλιο τρόπο. Με εξαίρεση την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, έγγραφα και εικόνες/φωτογραφίες μπορούν να λαμβάνονται μόνο με τη συγκατάθεση του ιδιοκτήτη τους». Περαιτέρω, το άρθρο 12 περί δυσμενών διακρίσεων απαγορεύει το χλευασμό τη διαπόμπευση και τα διασυρμό ατόμων ή ομάδων. Όπως προκύπτει από την εξέταση των προαναφερθεισών προνοιών, είναι δυνατό να τύχουν διαφορετικής εφαρμογής κάτω από διαφορετικές περιστάσεις. Γι’ αυτό και η Επιτροπή έκρινε το θέμα υπό το πρίσμα των ειδικών περιστάσεων της υπόθεσης και λαμβάνοντας υπόψη ότι η καταδίκη και επιβολή ποινής στον τέως Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, που ήταν το κυρίαρχο θέμα στην ειδησεογραφία των ημερών και βρισκόταν στο επίκεντρο του δημοσίου ενδιαφέροντος, τοποθετούσαν την υπόθεση εντός της εξαίρεσης του άρθρου 3. Ως εκ τούτου αποφάσισε ότι οι δημοσιογράφοι, λόγω του γεγονότος ότι ο τέως Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας ήταν εμπλεκόμενος σε γεγονότα και καταστάσεις που συνιστούσαν είδηση γενικότερου ενδιαφέροντος, είχαν δικαίωμα να πάρουν φωτογραφίες με οποιοδήποτε τρόπο παρά την αστυνομική απαγόρευση. Περαιτέρω αποφάσισε ότι, επειδή ο Ρίκος Ερωτοκρίτου είχε ήδη καταδικασθεί και του είχε επιβληθεί ποινή, δεν εγειρόταν καν θέμα προστασίας του τεκμηρίου της αθωότητάς του και επομένως η εφαρμογή της απαγόρευσης λήψης φωτογραφιών δεν είχε νόημα, υπό την έποψη της σχετικής πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Η Επιτροπή εξέτασε επίσης κατά πόσο η δημοσίευση φωτογραφιών του Ρίκκου Ερωτοκρίτου συνιστούσε διασυρμό και αποφάσισε ότι το να υποστηριχθεί κάτι τέτοιο στην προκειμένη περίπτωση θα ήταν πέραν του παραλόγου. Κατά συνέπεια η Επιτροπή αποφάσισε ότι η λήψη φωτογραφιών, παρά την απαγόρευση και με οποιοδήποτε τρόπο, π.χ. με φακό μακράς φωτογράφισης από σημείο εκτός του χώρου των δικαστηρίου ή με κινητό εντός του χώρου, ήταν επιτρεπτή με βάση την εξαίρεση της πρόνοιας του άρθρου 3 του Κώδικα που επιτρέπει τη λήψη φωτογραφιών ατόμων χωρίς τη γνώση ή συγκατάθεσή τους όταν εμπλέκονται σε γεγονότα ή καταστάσεις που συνιστούν είδηση γενικότερου ενδιαφέροντος. Θα πρέπει, πάντως, να σημειωθεί ότι είναι αμφιλεγόμενο κατά πόσο μια φωτογραφία που αναρτάται σε ανοικτό λογαριασμό στο διαδίκτυο μπορεί να αναπαραχθεί από ΜΜΕ, δεδομένου ότι η ανάρτηση γίνεται για κάποιο άλλο συγκεκριμένο λόγο ή σκοπό και για να την δει ένας κύκλος ανθρώπων και όχι για να παραληφθεί από τα ΜΜΕ για δημοσίευση στη θέα του γενικότερου κοινού.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
8/2017
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
16/05/2017
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (8/9/3/2017) για δημοσίευση παραπλανητικών τίτλων από τις ιστοσελίδες tothemaonline και lifenewscy και newsofcyprus σε σχέση την κυκλοφορία βιντεοκλίπ και τραγουδιού από Κύπριο επιχειρηματία. Το θέμα ηγέρθη από το μέλος της Επιτροπής Βάσο Τσαγγαρά με την εισήγηση η Επιτροπή να επιληφθεί το θέματος προληπτικά απευθύνοντας επιστολή προς την Πρόεδρο του Συνδέσμου Διαδικτυακών Εκδοτών Κύπρου προκειμένου να την κοινοποιήσει στα μέλη. Στις τρεις ιστοσελίδες αναρτήθηκε είδηση κάτω από τον τίτλο «Κύπριος επιχειρηματίας «έπαιξε» ξύλο για τα ζάρια! Έσυρε στο έδαφος τον συμπαίκτη του!» ενώ η είδηση που ακολουθούσε αφορούσε σε βιντεοκλίπ τραγουδιού που έγραψε και ερμηνεύει ο επισειρηματίας Χριστόφορος Τορναρίτης Η Επιτροπή αποφάσισε να διαβιβάσει στο Σύνδεσμο Διαδικτυακών Εκδοτών Κύπρου την ακόλουθη επιστολή, που κοινοποιήθηκε στα μέλη του Συνδέσμου: «Σας ενημερώνουμε ότι η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας δέχεται αυξημένα παράπονα για τη δημοσίευση παραπλανητικών τίτλων από διαδικτυακά ΜΜΕ, που στις περισσότερες φορές δεν αποδίδουν επακριβώς το περιεχόμενο της είδησης. Είναι προφανές ότι η πρακτική αυτή αποβλέπει στην αύξηση της επισκεψιμότητας, κοινώς στην αύξηση των «κλικ» στις ιστοσελίδες που μετέρχονται αυτή τη μέθοδο παραπλάνησης. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι η δημοσίευση παραπλανητικών τίτλων αντιβαίνει στην πρωταρχική πρόνοια του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, η οποία προβλέπει ότι: «Τα Μ.Μ.Ε. μεριμνούν ώστε να μη δημοσιεύονται ανακριβείς, παραπλανητικές, φανταστικές ή διαστρεβλωτικές της αλήθειας ειδήσεις, πληροφορίες ή σχόλια. Σε περίπτωση που έχει συμβεί κάτι τέτοιο χωρούν σε άμεση διόρθωση ή και απολογία». Παρακαλούμε να κυκλοφορήσετε την επιστολή αυτή μεταξύ των μελών του Συνδέσμου Διαδικτυακών Εκδοτών Κύπρου, με τη δική σας παραίνεση να σταματήσει το φαινόμενο αυτό, που πλήττει το κύρος της δημοσιογραφίας και των δημοσιογράφων».
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
7/2018
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
19/04/2017
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ,ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (7/19/3/2018) από τον Αστυνομικό διευθυντή Μόρφου Γιαννάκη Χαραλάμπους σε σχέση με τη δημοσίευση είδησης στην ιστοσελίδα i-eidisi, χωρίς προηγούμενο έλεγχο της ακρίβειας των πληροφοριών. Το παράπονο ανέφερε ότι η ιστοσελίδα i-eidisi δημοσίευσε στις 13/5/2017 είδηση σε σχέση με την εφαρμογή σχεδίου Συναγερμού του Διοικητή της Εθνικής Φρουράς, η οποία, όπως διαπιστώθηκε από αστυνομική έρευνα, «δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα». Η είδηση που έφερε την υπογραφή του δημοσιογράφου Ονούφριου Σωκράτους δημοσιεύθηκε υπό τον τίτλο: «Ξεσηκώθηκαν φαντάροι - Νέο περιστατικό θερμοπληξίας σε στρατόπεδο», πάνω από φωτογραφία που παρουσίαζε φαντάρο να μεταφέρεται με φορείο, δίδοντας την εντύπωση ότι επρόκειτο για το περιγραφόμενο επεισόδιο. Η είδηση ανέφερε: «Έντονες διαμαρτυρίες από φαντάρους στην περιοχή της Λεύκας, μετά από επεισόδιο θερμοπληξίας εθνοφρουρού. Σύμφωνα με πληροφορίες του i-eidisi, ο διοικητής του 2ου τάγματος, είχε οδηγήσει για άσκηση τους εθνοφρουρούς, σε ορύγματα, υπό συνθήκες υψηλών θερμοκρασιών, σήμερα Σάββατο, ημέρα υποτίθεται ξεκούρασης. Αποτέλεσμα ήταν ένας εκ των εθνοφρουρών να καταρρεύσει, ενώ ακολούθησαν ακόμη πιο έντονες διαμαρτυρίες για την στάση του συγκεκριμένου διοικητή». Μετά την είδηση αναγράφονταν οι λέξεις «ΦΩΤΟ ΑΡΧΕΙΟ» Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι διεξήχθη αστυνομική έρευνα και ότι ο συντάκτης της είδησης σε κατάθεσή του ανέφερε ότι έλαβε την πληροφορία από αξιόπιστη πηγή του, την οποία, αφού την διασταύρωσε και την επιβεβαίωσε, τη δημοσίευσε». Ο παραπονούμενος ανέφερε πώς «ο ανακριτικός φάκελος που συμπληρώθηκε από την Αστυνομία και εστάλη στη στην Νομική Υπηρεσία, η οποία έδωσε οδηγίες όπως ο δημοσιογράφος μη διωχθεί ποινικά, παρόλο που παρόμοια δημοσιεύματα θα μπορούσαν να επιφέρουν ζημιά και να αποβούν επιζήμια για το δημόσιο συμφέρον. Ο συντάκτης της είδησης Ονούφριος Σωκράτους απάντησε στο παράπονο αναφέροντας ότι το ρεπορτάζ του στηρίχθηκε σε πραγματικό γεγονός που έλαβε χώρα στα πλαίσια στρατιωτικής άσκησης, όπως ακριβώς αποδίδεται στο δημοσιευθέν κείμενο, το οποίο έφτασε κοντά του υπό μορφή πληροφοριών, τόσο από την οικογένεια του φαντάρου, όσο και από δεύτερο πρόσωπο, το οποίο φέρει στρατιωτικό αξίωμα. Επίσης ανέφερε ότι η οικογένεια του φαντάρου αναστατωμένη επικοινώνησε μαζί του τηλεφωνικά, κάνοντας αναφορά στο περιστατικό. Ενώ η αρχική τους πρόθεση ήταν να προχωρήσουν σε καταγγελία, ο εν λόγω στρατιώτης «προειδοποιήθηκε» για τις συνέπειες από το διοικητή που εμπλέκεται στην υπόθεση, «αναγκάζοντας το οικείο περιβάλλον του στρατιώτη να κάνει δεύτερες σκέψεις» Περαιτέρω, ανέφερε ότι η δεύτερη πηγή πληροφόρησής του είναι πρόσωπο το οποίο γνωρίζει από χρόνια, του οποίου την αξιοπιστία εμπιστεύεται γιατί δεν τον άφησε ποτέ εκτεθειμένο. Η Επιτροπή, αφού μελέτησε το κείμενο της είδησης, το περιεχόμενο του παραπόνου και την απάντηση του συντάκτη, αποφάσισε ότι ο δημοσιογράφος προέβη σε διασταύρωση των πληροφοριών του. Ωστόσο η Επιτροπή αποφάσισε ότι θα ήταν ορθότερο να δοθεί στην Εθνική Φρουρά το δικαίωμα της απάντησης και σχολιασμού των πληροφοριών, κατά προτίμηση πριν από τη δημοσίευση της είδησης, σύμφωνα με την πρόνοια του άρθρου 2 του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
12/2017
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
11/04/2017
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, σε συνεδρία της στις 11 Απριλίου, 2017, εξέτασε την κατάσταση που δημιουργήθηκε όσον αφορά στην εμπλοκή και το ρόλο μερίδας των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας στην καλλιέργεια κλίματος μίσους και μισαλλοδοξίας στον τόπο (υπόθεση 12/10/4/2017), με αφορμή ακραία δημοσιεύματα, που έκρινε ότι ήταν εκτός των πλαισίων των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Ενδελεχής εξέταση των υφιστάμενων δεδομένων από την Επιτροπή κατέδειξε πως μερίδα των ΜΜΕ και κατ’ επέκταση λειτουργοί των μέσων παραβιάζουν το Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, κατά τρόπο που η Επιτροπή κρίνει όχι μόνο ως επιλήψιμο σε σχέση με τον Κώδικα, αλλά και επικίνδυνο σε σχέση με τη δημιουργία καταστάσεων μίσους, μισαλλοδοξίας και ρατσισμού, στην αποτροπή των οποίων ο Κώδικας αποβλέπει. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θεωρεί χρήσιμο και επιβεβλημένο να υπενθυμίσει στους λειτουργούς των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας τις σχετικές πρόνοιες του Κώδικα: 1. Τα Μ.Μ.Ε. μεριμνούν ώστε να μη δημοσιεύονται ανακριβείς, παραπλανητικές, φανταστικές ή διαστρεβλωτικές της αλήθειας ειδήσεις, πληροφορίες ή σχόλια. Σε περίπτωση που έχει συμβεί κάτι τέτοιο χωρούν σε άμεση διόρθωση ή και απολογία. Τα Μ.Μ.Ε., ενώ έχουν δικαίωμα να υποστηρίζουν συγκεκριμένες θέσεις, εν τούτοις θα πρέπει να καθιστούν σαφή τη διάκριση μεταξύ γεγονότος και σχολίου ή εικασίας. 2. Τα Μ.Μ.Ε. αποφεύγουν οποιαδήποτε απ’ ευθείας ή άλλη αναφορά εναντίον προσώπου η οποία περιέχει στοιχεία προκατάληψης με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη γλώσσα, τη θρησκεία, τις πολιτικές ή άλλες πεποιθήσεις, την εθνική ή κοινωνική προέλευση, την περιουσία, την καταγωγή, την ηλικία ή άλλο καθεστώς, περιλαμβανομένης της φυσικής ή διανοητικής ασθένειας ή αναπηρίας. Επί πλέον, οι λειτουργοί των ΜΜΕ οφείλουν, με βάση τον Κώδικα, να επιδεικνύουν ήθος, αξιοπρέπεια, εντιμότητα, διαγωγή, συμπεριφορά και επαγγελματικό επίπεδο της υψηλότερης δυνατής στάθμης και να σέβονται και προάγουν τη δημοκρατία, τις πανανθρώπινες αξίες, τα ανθρώπινα δικαιώματα και της βασικές ελευθερίες όλων. Επίσης ο Κώδικας προβλέπει ότι οι δημοσιογράφοι και τα ΜΜΕ δεν προβαίνουν σε ανοίκειες προσωπικές επιθέσεις και υβριστικούς και προσβλητικούς χαρακτηρισμούς που διασύρουν την τιμή και υπόληψη. Παράλληλα, η Επιτροπή επισημαίνει πως η εθνική νομοθεσία έχει καταστήσει ποινικά αδικήματα την καλλιέργεια μίσους και ρατσισμού με οποιοδήποτε τρόπο. Πέραν των πιο πάνω, η Επιτροπή συνιστά την αποφυγή υβριστικών χαρακτηρισμών, που υποβιβάζουν το δημοσιογραφικό λειτούργημα. Παράλληλα, η Επιτροπή πιστεύει ότι οι δύσκολοι καιροί που περνά ο τόπος και η κοινωνία επιβάλλουν σε όλους ανεκτικότητα και σεβασμό προς την άλλη άποψη και ιδεολογία, καθώς και νηφάλια συζήτηση στη βάση επιχειρημάτων και όχι συνθημάτων ή χαρακτηρισμών. Η Επιτροπή ευελπιστεί ότι θα υπάρξει ανταπόκριση στην έκκλησή της για σεβασμό του Κώδικα. ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΚΗΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ 18/4/2017
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
7/2017
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
11/04/2017
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασέ παράπονο (7/7/3/2017) για μετάδοση ανακριβούς πληροφόρησης από τον τηλεοπτικό σταθμό ΑΛΦΑ σε σχέση με τη διοργάνωση αντιπολεμικής δικοινοτικής εκδήλωσης στις 4 Μαρτίου, 2017, στη νεκρή ζώνη του Λήδρα Πάλας στη Λευκωσία. Όπως ανέφερε το μέλος της Επιτροπής Χρίστος Χριστοφίδης, ο παρουσιαστής του δελτίου, προαγγέλλοντας τις κυριότερες ειδήσεις, ανακριβώς ανέφερε ότι διαδηλωτές που μπήκαν στη ουδέτερη ζώνη στη διάρκεια αντιμιλιταριστικής εκδήλωσης και από τις δύο πλευρές της πράσινης γραμμής «συνεπλάκησαν με άνδρες της UNFICYP στη νεκρή ζώνη». Όπως ανέφερε, στην πραγματικότητα οι διαδηλωτές που μπήκαν στη νεκρή ζώνη και έμειναν αρκετή ώρα απέναντι σε στρατιώτες της ειρηνευτικής δύναμης σε καμμιά περίπτωση ήλθαν σε επαφή ή συνεπλάκησαν με τους στρατιώτες της ειρηνευτικής δύναμης. Στην κύρια είδηση που ετοίμασε η Μαρία Μασούρα, που μεταδόθηκε στο δελτίο ειδήσεων μεταδόθηκε η πραγματικότητα, δηλαδή ότι οι διαδηλωτές στάθηκαν απέναντι στους παραταγμένους στρατιώτες της ΟΥΝΦΙΚΥΠ αλλά δεν διαδραματίστηκε κανένα επεισόδιο. Σύμφωνα με το παράπονο, η ανακρίβεια που μετέδωσε ο παρουσιαστής παραβιάζει την πρόνοια του Κώδικα περί ακρίβειας των πληροφοριών και μη μετάδοσης παραπλανητικών ειδήσεων, με κίνδυνο να προκαλέσει τα αισθήματα του κόσμου, είτε εναντίον των διαδηλωτών, είτε εναντίον των στρατιωτών της UNFICYP. Ο Γ. Διευθυντής Ενημέρωσης του Αλφα Γιώργος Τσαλακός ενημέρωσε την Επιτροπή ότι η προαγγελία και το βίντεο με τις κύριες ειδήσεις της ημέρας ετοιμάστηκε το απόγευμα στη βάση των πρώτων πληροφοριών. Όπως ανέφερε, η προαγγελία δεν άλλαξε όταν υπήρξε η πλήρης εικόνα, λόγω παράβλεψης. Περαιτέρω ανέφερε ότι αυτό δεν έγινε με πρόθεση και ότι απόδειξη ήταν το γεγονός το γεγονός πως το ρεπορτάζ ήταν σωστό. Ο κ. Τσαλακός απολογήθηκε για το λάθος και εξέφρασε προθυμία για επανόρθωση. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι, στη βάση και της παραδοχής του κ. Τσαλακού, ο τηλεοπτικός σταθμός προέβη σε ανακριβή πληροφόρηση, κατά παράβαση του άρθρου 1 του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί της υποχρέωσης των ΜΜΕ και των Δημοσιογράφων να μεριμνούν ώστε να μη μεταδίδονται ανακριβείς και παραπλανητικές πληροφορίες. Η Επιτροπή σημείωσε την απολογία του κ. Τσαλακού για το λάθος και την προθυμία του για επανόρθωση.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
5/2017
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
11/04/2017
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε υπόθεση (5/1/3/2017) με αφορμή επιστολή της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού που κοινοποιήθηκε στην Επιτροπή, σύμφωνα με την οποία η εφημερίδα «Πολίτης» δημοσίευσε είδηση για καταγγελία νεαρής ότι ο πατέρας της την κακοποιούσε σεξουαλικά από την ηλικία των δώδεκα ετών. Η είδηση αναπαράχθηκε από την ιστοσελίδα «TOTHEMAONLINE” με αποτέλεσμα να κυκλοφορήσει ευρύτατα λόγω αναπαραγωγής της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η Επίτροπος επισήμανε ότι στοιχεία που περιλήφθηκαν στην είδηση θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην αναγνώρισή της νέας από το ευρύτερο σχολικό και φιλικό της περιβάλλον, όπως η ηλικία της, η ηλικία κατά την οποία κακοποιήθηκε για πρώτη φορά και ύστερα από κάποιο γεγονός που ήταν γνωστό στο συγγενικό περίγυρο, η ηλικία του πατέρα και ή επαρχία καταγωγής. Η Επίτροπος ανέφερε ότι πληροφορήθηκε πως ο τρόπος παρουσίασης της είδησης είχε δυσμενείς επιπτώσεις στη νέα, επισημαίνοντας: «Η ανήλικη βιώνει έντονο άγχος γιατί ανησυχεί ότι οι πληροφορίες αυτές ενδεχομένως να οδηγήσουν στην αναγνώρισή της από το ευρύτερο σχολικό και φιλικό της περιβάλλον ενώ η συμπερίληψη των λεπτομερειών των περιστατικών της κακοποίησης που υπέστη οδήγησε σε δευτερογενή επαναθυματόποιησή της και δημόσιο εξευτελισμό. Λόγω των πιο πάνω η ανήλικη αρνείται να πάει σχολείο και αμφισβητεί την ορθότητα της απόφασής της να καταγγείλει το περιστατικό στην Αστυνομία.» Εξ άλλου η Επίτροπος επισήμανε πως παρόμοια δημοσιεύματα που τείνουν να αποκαλύψουν την ταυτότητα του θύματος έχουν αντίκτυπο στη ζωή του και παράλληλα λειτουργούν αποτρεπτικά σε άλλα θύματα σεξουαλικής κακοποίησης να σπάσουν τη σιωπή τους και να προβούν σε καταγγελία. Από πλευρά του «Πολίτη» προσήλθε και παρέθεσε τις απόψεις της εφημερίδας ο Αρχισυντάκτης της Σωτήρης Παρούτης, που ανέφερε πως ήταν με έκπληξη που είδε την επιστολή της Επιτρόπου, γιατί, όπως υποστήριξε, η εφημερίδα τήρησε τη δεοντολογία προστατεύοντας το θύμα από έκθεση στην κοινωνία. Υποστήριξε πως η μόνη λεπτομέρεια που δίδει κάποια ένδειξη είναι η αναφορά της επαρχίας, η οποία όμως είναι ευρεία περιφέρεια. Εξ άλλου, ανέφερε ότι παρόμοια δημοσιεύματα δίδουν το μήνυμα πως γίνονται παρόμοιες καταγγελίες από γυναίκες και συνεπώς αποτελούν προτροπή και ενθάρρυνση για άλλα θύματα να σπάσουν τη σιωπή τους και να μιλήσουν. Επίσης ανέφερε πως θεωρεί υπερβολικές τις επισημάνσεις της Επιτρόπου γιατί από τη μια οι λεπτομέρειες δεν ήταν δυνατό να οδηγήσουν σε αναγνώριση του θύματος και από την άλλη το θύμα ήταν φυσικό να αισθάνεται άσχημα και να βασανίζεται για όσα του συνέβησαν. Η Επιτροπή αφού εξέτασε επισταμένα τις εκατέρωθεν απόψεις, αποφάσισε ότι οι λεπτομέρειες που περιλήφθηκαν στην είδηση ως προς την ηλικία του θύματος, του πατέρα, τις συνθήκες κακοποίησης και την Επαρχία καταγωγής ήταν αρκετές να οδηγήσουν στην αποκάλυψη της ταυτότητας του θύματος σε άτομα του άμεσου περίγυρου του που γνωρίζουν τα στοιχεία αυτά, ή και ευρύτερα. Περαιτέρω, η Επιτροπή έκρινε ότι οι λεπτομέρειες αυτές δεν ήταν απαραίτητες για την είδηση, που στην προκειμένη περίπτωση ήταν η καταγγελία μιας νέας ότι ο πατέρας της την κακοποιούσε σεξουαλικά, και όχι η ηλικία των εμπλεκομένων και οι περιστάσεις. Επίσης αποφάσισε ότι δεν χρειάζονταν οι λεπτομέρειες που αναφέρθηκαν προκειμένου να δοθεί το μήνυμα ότι υπάρχουν γυναίκες που τολμούν να καταγγείλουν τη σεξουαλική τους κακοποίηση και ότι αντίθετα θα ήταν δυνατό να αποτρέψουν καταγγελίες από άλλες γυναίκες από φόβο μήπως και στη δική τους περίπτωση ενδεχομένως να δημοσιευθούν λεπτομέρειες που θα αποκάλυπταν την ταυτότητά τους σε άτομα του περιγύρου τους ή και ευρύτερα. Όπως επανειλημμένα η Επιτροπή επισήμανε σε προηγούμενες αποφάσεις της, η αναγνώριση δεν είναι ανάγκη να γίνει μεταξύ ενός μεγάλου κύκλου ανθρώπων. Ακόμη και ένας μόνο άνθρωπος να μπορεί να προβεί σε αναγνώριση κάποιου είναι αρκετό να συντελεσθεί η παράβαση. Η Επιτροπή θεωρεί ότι, ι διαίτερα σε περιπτώσεις σεξουαλικών εγκλημάτων, είναι χειρότερο το θύμα να αναγνωρισθεί από άτομα του μικρού περίγυρου της οικογένειας ή των φίλων παρά από ένα ευρύτερο κύκλο για να του προκαλείται πόνος ή να επιτείνεται ο πόνος του. Κατά συνέπεια η Επιτροπή αποφάσισε ότι το δημοσίευμα συνιστά παραβίαση της ειδικής πρόνοιας περί σεξουαλικών εγκλημάτων που προβλέπει: «Τα Μ.Μ.Ε. δεν αποκαλύπτουν άμεσα ή έμμεσα την ταυτότητα των θυμάτων βιασμού και άλλων σεξουαλικών αδικημάτων και δεν δημοσιεύουν ή αναπαράγουν λεπτομέρειες, ο οποίες είναι δυνατό να προκαλέσουν ή να επιτείνουν τον ανθρώπινο πόνο. Ειδικότερα, στην περίπτωση παιδιών ισχύουν τα πιο κάτω: (α) Ουδέποτε αποκαλύπτεται, άμεσα ή έμμεσα, η ταυτότητα παιδιών ηλικίας κάτω των 16 ετών, που είναι παραπονούμενοι, μάρτυρες ή κατηγορούμενοι σε υποθέσεις διάπραξης σεξουαλικών αδικημάτων. (β) Ο όρος «αιμομιξία» δεν χρησιμοποιείται και ή κατηγορία περιγράφεται ως σοβαρό αδίκημα εναντίον παιδιών ή ενηλίκων ή με άλλη κατάλληλη παρόμοια περιγραφή. (γ) Δεν γίνεται οποιαδήποτε άμεση ή έμμεση αναφορά σε συγγένεια ή άλλη σχέση του κατηγορουμένου και του παιδιού». Η Επιτροπή αποφάσισε, περαιτέρω, ότι το δημοσίευμα αντιβαίνει και προς τη γενική πρόνοια του Κώδικα ότι οι δημοσιογράφοι «είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί και διακριτικοί στην παρουσίαση θεμάτων όπως η βία, το έγκλημα, τα σεξουαλικά παραπτώματα…». Ως προς την ιστοσελίδα TOTHEMAONLINE, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι υπήρξε παράλειψη συνεργασίας στη διερεύνηση του παραπόνου και συνεπώς παραβίαση της σχετικής ρητής πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας για την υποχρέωση συνεργασίας των ΜΜΕ με την Επιτροπή. Ως προς την ουσία του παραπόνου, η Επιτροπή αποφάσισε ότι έχουν εφαρμογή όσα αναφέρθηκαν και στην περίπτωση του «Πολίτη».
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
1/2017
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
14/02/2017
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (1/3/1/2017) από την Τόνια Σταυρινού εναντίον της ιστοσελίδας reporter.com για αναδημοσίευση είδησης σχετικά με βιασμό μητέρας και κόρης από το ίδιο άτομο στη δεκαετία του 1990, η οποία στηρίχθηκε στη δικαστική απόφαση με την οποία ο δράστης καταδικάστηκε σε φυλάκιση. Η παραπονούμενη ανέφερε ότι με την «άθλια ενέργεια» της ιστοσελίδας να ξεθάψει τη δικογραφία μιας υπόθεσης που πάει πίσω 20 χρόνια, αναβιώνοντας λεπτομέρειες της υπόθεσης, τα θύματα υποβλήθηκαν στην ίδια δοκιμασία και ξανάζησαν το φρικιαστικό βιασμό τους. Η είδηση στην ιστοσελίδα, κάτω από τον τίτλο «Βίαζε την κόρη, η μάνα άκουγε έγκλειστη στο πορτ-μπαγκάζ και μετά… το αντίστροφο» ανέφερε τη χρονολογία της υπόθεσης με αναφορά στο μήνα και το έτος, την ηλικία των δύο γυναικών και του βιαστή και περιέγραφε με κάθε λεπτομέρεια τον επανειλημμένο βιασμό των δύο θυμάτων. Στην είδηση, μάλιστα, επισημάνθηκε πως τα θύματα ξανάζησαν το βιασμό τους κατά τη δίκη του βιαστή, κατά την οποία ο ίδιος υπέβαλε τις δύο γυναίκες σε σαδιστική αντεξέταση, δεδομένου ότι εμφανίστηκε χωρίς δικηγόρο. Κατά την εξέταση της υπόθεσης κλήθηκε και προσήλθε ενώπιον της Επιτροπής η παραπονούμενη η οποία ανέφερε ότι συνέπεια της αναδημοσίευσης ήταν αδιαμφισβήτητα η πρόκληση ανθρώπινου πόνου και η επιβάρυνση της ψυχολογικής κατάστασης των δύο θυμάτων του βιασμού. Η παραπονούμενη ανέφερε πως μετά το δημοσίευμα απευθύνθηκε στη δημοσιογράφο Ντίνα Κλεάνθους, που υπέγραψε το ρεπορτάζ και ζήτησε να αφαιρεθεί η ανάρτηση, αλλά το μόνο που η δημοσιογράφος έκαμε ήταν να απαλείψει κάποιες από τις λεπτομέρειες στην περιγραφή του διπλού κατ’ επανάληψη βιασμού. Στη συνεδρία της Επιτροπής κλήθηκε επίσης και η Ντίνα Κλεάνθους για να παραθέσει τις απόψεις της επί του παραπόνου. Ανέφερε πως δεν υπήρχε καμιά σκοπιμότητα πίσω από την αναδημοσίευση της είδησης, που έγινε στο πλαίσιο της πρακτικής της ιστοσελίδες να κάνει αναδρομή σε παλιές δικαστικές αποφάσεις με ενδιαφέρον, κυρίως αυτές που αναφέρονταν σε δολοφονίες και άλλα εγκλήματα. Είπε ότι αναδημοσίευσε την είδηση χωρίς να σκεφθεί πως θα ήταν δυνατό να προκαλέσει ενόχληση ή πόνο στα θύματα. Πρόσθεσε πως συνειδητοποίησε το γεγονός αυτό όταν πήρε τηλεφώνημα από την Τόνια Σταυρινού και διάβασε μια σχετική ανάρτηση σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης για το δημοσίευμά της. Ανέφερε πως τώρα έχει συνειδητοποιήσει τις πιθανές επιπτώσεις από την αναδημοσίευση ειδήσεων και για το λόγο αυτό απέφυγε να δημοσιεύσει ύστερα από μερικές ημέρες άλλη είδηση για βιασμό. Η Επιτροπή εξέτασε το παράπονο υπό των πρίσμα των γενικών αρχών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας που επιβάλλουν στους δημοσιογράφους την υποχρέωση να «επιδεικνύουν την αρμόζουσα ευαισθησία…και είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί και διακριτικοί στην παρουσία θεμάτων όπως η βία, το έγκλημα, τα σεξουαλικά παραπτώματα και ο ανθρώπινος πόνος…καθώς και πληροφοριών ή εικόνων που είναι επιβλαβείς ή μπορούν να προκαλέσουν πανικό ή φρίκη ή αποτροπιασμό, κυρίως στα παιδιά». Επίσης έλαβε υπόψη την ειδική πρόνοια του άρθρου 10 περί σεξουαλικών εγκλημάτων, που προβλέπει ότι «τα Μ.Μ.Ε. δεν αποκαλύπτουν άμεσα ή έμμεσα την ταυτότητα των θυμάτων βιασμού και άλλων σεξουαλικών αδικημάτων και δεν δημοσιεύουν ή αναπαράγουν λεπτομέρειες, ο οποίες είναι δυνατό να προκαλέσουν ή να επιτείνουν τον ανθρώπινο πόνο». Η Επιτροπή θεωρεί ότι η παράθεση στην είδηση λεπτομερειών όπως ο μήνας και ο χρόνος του βιασμού και η ηλικία της κόρης κατά το χρόνο του επεισοδίου, καθώς και λεπτομερείς ανατριχιαστικές λεπτομέρειες του βιασμού, δεν αφήνει την παραμικρή αμφιβολία στα θύματα ότι επρόκειτο για τη δική τους εμπειρία, με αποτέλεσμα να ξαναζήσουν μια τρίτη φορά το μαρτύριό τους. Επίσης αποφάσισε ότι οι λεπτομέρειες είναι ενδεχόμενο να οδηγήσουν ακόμα και στην ταυτοποίησή τους από άτομα του περίγυρού τους ή άτομα που έχουν γνώση της υπόθεσης. Η Επιτροπή επισημαίνει πως, με βάση έγκυρες επιστημονικές απόψεις, ο βιασμός είναι το χειρότερο ίσως μαρτύριο στο οποίο μπορεί να υποβληθεί μια γυναίκα, το οποίο δεν είναι δυνατό να λησμονήσει ή να ξεπεράσει σε όλη της τη ζωή. (ίδε και http://www.joyfulheartfoundation.org/learn/sexual-assault-rape/effects-sexual-assault-and-rape Η Επιτροπή επισήμανε το γεγονός πως στην είδηση περιλήφθηκε και το απόσπασμα της δικαστικής απόφασης που ανέφερε: «Η μητέρα παρακολουθείται συνεχώς από ψυχίατρο και αισθάνεται ότι η ζωή της έχει τελειώσει. Η ανήλικη υποφέρει από ευερεθιστότητα με παροδικές εκρήξεις θυμού και αίσθημα καχυποψίας και επιφυλακτικότητας για τρίτα πρόσωπα. Ο βιασμός της άφησε ανεξίτηλη μελανή σφραγίδα στο ψυχικό της κόσμο που δύσκολα μπορεί να εξαλειφθεί». Επίσης επισήμανε πως στην είδηση που αναδημοσιεύθηκε υπάρχει η πιο κάτω αναφορά: «Η δοκιμασία των παραπονουμένων συνεχίστηκε και στο Κακουργιοδικείο. Αντεξετάστηκαν, πρώτα από το δικηγόρο του κατηγορούμενου και ακολούθως, αφού έπαυσε το δικηγόρο του, από τον ίδιο τον 33χρονο, με ιδιαίτερη βαναυσότητα και για αδικαιολόγητα μεγάλο χρονικό διάστημα. Αναγκάστηκαν να ζήσουν για δεύτερη φορά τις φρικτές τους εμπειρίες και, ταυτόχρονα, να δώσουν εξηγήσεις για προσωπικά θέματα που δεν είχαν παρά οριακή ή καθόλου σχέση με την υπόθεση. Τους τέθηκε σωρεία ατεκμηρίωτων υποβολών με μοναδικό σκοπό την αναστάτωσή τους, την καταρράκωση του ηθικού τους και, αν ήταν δυνατόν, την κατάρρευσή τους μέσα στο Δικαστήριο». Η Επιτροπή πιστεύει ότι αυτές οι δύο αναφορές θα έπρεπε να είχαν κτυπήσει καμπανάκι και να οδηγήσουν στην εύλογη σκέψη πως η αναδημοσίευση της υπόθεσης ύστερα από 20 χρόνια θα ήταν δυνατό να κάμει τα θύματα να ζήσουν για τρίτη φορά τις φρικτές εμπειρίες τους. Η Επιτροπή σημείωσε, πάντως, τη δήλωση της δημοσιογράφου ότι μετά την επισήμανση αυτής της πιθανότητας, είναι προσεκτική στο τι δημοσιεύει. Όμως αυτό δεν μεταβάλλει το γεγονός ότι το δημοσίευμα ήταν δυνατό να επιτείνει τον πόνο και τη ψυχολογική αναστάτωση των δύο γυναικών. Συνεπώς έκρινε πως το δημοσίευμα συνιστούσε παραβίαση των προαναφερθεισών γενικών και ειδικών προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας που επιβάλλουν στους δημοσιογράφους και στα ΜΜΕ την υποχρέωση να επιδεικνύουν ιδιαίτερη μέριμνα όταν ασχολούνται με υποθέσεις βίας και εγκλημάτων και να αποφεύγουν την πρόκληση ή την επίταση του ανθρώπινου πόνου και επίσης να μη δημοσιεύουν λεπτομέρειες που είναι δυνατό να οδηγήσουν στην αναγνώριση θυμάτων βιασμού.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
2/2017
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
14/02/2017
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (2/3/1/2017) από την Τόνια Σταυρινού εναντίον της ιστοσελίδας APOKALIPSI για αναδημοσίευση είδησης σχετικά με βιασμό μητέρας και κόρης από το ίδιο άτομο στη δεκαετία του 1990, η οποία στηρίχθηκε στη δικαστική απόφαση με την οποία ο δράστης καταδικάστηκε σε φυλάκιση. δεκαετίες για τη δικαστική υπόθεση βιασμού. Η παραπονούμενη ανέφερε ότι με την «άθλια ενέργεια» της ιστοσελίδας, να ξεθάψει τη δικογραφία μιας υπόθεσης που πάει πίσω 20 χρόνια, αναβιώνοντας λεπτομέρειες της υπόθεσης, τα θύματα υποβλήθηκαν στην ίδια δοκιμασία και ξανάζησαν το φρικιαστικό βιασμό τους. Η είδηση, που ανέφερε ως πηγή την ιστοσελίδα ρεπόρτερ και δημοσιεύθηκε κάτω από τον τίτλο «Βίαζε την κόρη, η μάνα άκουγε έγκλειστη στο πορτ-μπαγκάζ και μετά… το αντίστροφο» ανέφερε τη χρονολογία της υπόθεσης με αναφορά στο μήνα και το έτος, την ηλικία των δύο γυναικών και του βιαστή και περιέγραφε με κάθε λεπτομέρεια τον επανειλημμένο βιασμό των δύο θυμάτων. Στην είδηση, μάλιστα, επισημάνθηκε πως τα θύματα ξανάζησαν το βιασμό κατά τη δίκη του βιαστή, κατά την οποία ο ίδιος υπέβαλε τις δύο γυναίκες σε σαδιστική αντεξέταση, δεδομένου ότι εμφανίστηκε χωρίς δικηγόρο. Κατά την εξέταση της υπόθεσης κλήθηκε και προσήλθε ενώπιον της Επιτροπή η παραπονούμενη η οποία ανέφερε ότι συνέπεια της αναδημοσίευσης ήταν αδιαμφισβήτητα η πρόκληση ανθρώπινου πόνου και η επιβάρυνση της ψυχολογικής κατάστασης των δύο θυμάτων του βιασμού. Η παραπονούμενη ανέφερε πως η ιστοσελίδα APOKALIPSI διατήρησε ολόκληρο το αρχικό κείμενο που πήρε από την ιστοσελίδα reporter, με αποτέλεσμα να δουν το φως της δημοσιότητας ακόμη πιο αποτρόπαιες λεπτομέρειες του βιασμού, τις οποίες η συντάκτρια της είδησης στο ρεπόρτερ απάλειψε ύστερα από δική της παρέμβαση για πλήρη αφαίρεση της ανάρτησης. Η Επιτροπή απευθύνθηκε δύο φορές προς την ιστοσελίδα apokalipsi.com και ζήτησε τις απόψεις της, χωρίς καμιά ανταπόκριση. Κατά συνέπεια η Επιτροπή αποφάσισε πως η παράλειψη από μέρους της ιστοσελίδας συνιστά παραβίαση της πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας που προβλέπει ότι: «Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και οι Λειτουργοί των αναλαμβάνουν την υποχρέωση να συνεργάζονται με την Επιτροπή κατά τη διεξαγωγή των ερευνών της. Η μη συνεργασία τους συνιστά παραβίαση του παρόντα Κώδικα.» Η Επιτροπή αποφάσισε ότι η αναδημοσίευση ειδήσεων από άλλα μέσα δεν αποτελεί ελαφρυντικό παράγοντα για οποιεσδήποτε παραβιάσεις του Κώδικα ή του νόμου και επισήμανε πως τα ΜΜΕ πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικά και να ελέγχουν τις πληροφορίες οσάκις προβαίνουν σε αναδημοσίευση από άλλα ΜΜΕ. Η Επιτροπή εξέτασε το παράπονο υπό των πρίσμα των γενικών αρχών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας που επιβάλλουν στους δημοσιογράφους την υποχρέωση να «επιδεικνύουν την αρμόζουσα ευαισθησία…και είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί και διακριτικοί στην παρουσία θεμάτων όπως η βία, το έγκλημα, τα σεξουαλικά παραπτώματα και ο ανθρώπινος πόνος…καθώς και πληροφοριών ή εικόνων που είναι επιβλαβείς ή μπορούν να προκαλέσουν πανικό ή φρίκη ή αποτροπιασμό, κυρίως στα παιδιά». Επίσης έλαβε υπόψη την ειδική πρόνοια του άρθρου 10 περί σεξουαλικών εγκλημάτων, που προβλέπει ότι «τα Μ.Μ.Ε. δεν αποκαλύπτουν άμεσα ή έμμεσα την ταυτότητα των θυμάτων βιασμού και άλλων σεξουαλικών αδικημάτων και δεν δημοσιεύουν ή αναπαράγουν λεπτομέρειες, ο οποίες είναι δυνατό να προκαλέσουν ή να επιτείνουν τον ανθρώπινο πόνο». Η Επιτροπή εξέτασε το παράπονο υπό των πρίσμα των γενικών αρχών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας που επιβάλλουν στους δημοσιογράφους την υποχρέωση να «επιδεικνύουν την αρμόζουσα ευαισθησία…και είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί και διακριτικοί στην παρουσία θεμάτων όπως η βία, το έγκλημα, τα σεξουαλικά παραπτώματα και ο ανθρώπινος πόνος…καθώς και πληροφοριών ή εικόνων που είναι επιβλαβείς ή μπορούν να προκαλέσουν πανικό ή φρίκη ή αποτροπιασμό, κυρίως στα παιδιά». Επίσης έλαβε υπόψη την ειδική πρόνοια του άρθρου 10 περί σεξουαλικών εγκλημάτων, που προβλέπει ότι «τα Μ.Μ.Ε. δεν αποκαλύπτουν άμεσα ή έμμεσα την ταυτότητα των θυμάτων βιασμού και άλλων σεξουαλικών αδικημάτων και δεν δημοσιεύουν ή αναπαράγουν λεπτομέρειες, ο οποίες είναι δυνατό να προκαλέσουν ή να επιτείνουν τον ανθρώπινο πόνο». Η Επιτροπή θεωρεί ότι η παράθεση στην είδηση λεπτομερειών όπως ο μήνας και ο χρόνος του βιασμού και η ηλικία της κόρης κατά το χρόνο του επεισοδίου, καθώς και λεπτομερείς ανατριχιαστικές λεπτομέρειες του βιασμού, δεν αφήνει την παραμικρή αμφιβολία στα θύματα ότι επρόκειτο για τη δική τους εμπειρία, με αποτέλεσμα να ξαναζήσουν μια τρίτη φορά το μαρτύριό τους. Επίσης αποφάσισε ότι οι λεπτομέρειες είναι ενδεχόμενο να οδηγήσουν ακόμα και στην ταυτοποίησή τους από άτομα του περίγυρού τους ή άτομα που έχουν γνώση της υπόθεσης. Η Επιτροπή επισημαίνει πως, με βάση έγκυρες επιστημονικές απόψεις, ο βιασμός είναι το χειρότερο ίσως μαρτύριο στο οποίο μπορεί να υποβληθεί μια γυναίκα, το οποίο δεν είναι δυνατό να λησμονήσει ή να ξεπεράσει σε όλη της τη ζωή. (ίδε και http://www.joyfulheartfoundation.org/learn/sexual-assault-rape/effects-sexual-assault-and-rape Η Επιτροπή επισήμανε το γεγονός πως στην είδηση περιλήφθηκε και το απόσπασμα της δικαστικής απόφασης που ανέφερε: «Η μητέρα παρακολουθείται συνεχώς από ψυχίατρο και αισθάνεται ότι η ζωή της έχει τελειώσει. Η ανήλικη υποφέρει από ευερεθιστότητα με παροδικές εκρήξεις θυμού και αίσθημα καχυποψίας και επιφυλακτικότητας για τρίτα πρόσωπα. Ο βιασμός της άφησε ανεξίτηλη μελανή σφραγίδα στο ψυχικό της κόσμο που δύσκολα μπορεί να εξαλειφθεί». Επίσης επισήμανε πως στην είδηση που αναδημοσιεύθηκε υπάρχει η πιο κάτω αναφορά: «Η δοκιμασία των παραπονουμένων συνεχίστηκε και στο Κακουργιοδικείο. Αντεξετάστηκαν, πρώτα από το δικηγόρο του κατηγορούμενου και ακολούθως, αφού έπαυσε το δικηγόρο του, από τον ίδιο τον 33χρονο, με ιδιαίτερη βαναυσότητα και για αδικαιολόγητα μεγάλο χρονικό διάστημα. Αναγκάστηκαν να ζήσουν για δεύτερη φορά τις φρικτές τους εμπειρίες και, ταυτόχρονα, να δώσουν εξηγήσεις για προσωπικά θέματα που δεν είχαν παρά οριακή ή καθόλου σχέση με την υπόθεση. Τους τέθηκε σωρεία ατεκμηρίωτων υποβολών με μοναδικό σκοπό την αναστάτωσή τους, την καταρράκωση του ηθικού τους και, αν ήταν δυνατόν, την κατάρρευσή τους μέσα στο Δικαστήριο». Η Επιτροπή πιστεύει ότι αυτές οι δύο αναφορές θα έπρεπε να λειτουργήσουν ως αποτρεπτικός παράγοντας ώστε να μη αναδημοσιευθεί η είδηση Κατά συνέπεια, η Επιτροπή έκρινε πως το δημοσίευμα συνιστούσε παραβίαση των προαναφερθεισών γενικών και ειδικών προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας που επιβάλλουν στους δημοσιογράφους και στα ΜΜΕ την υποχρέωση να επιδεικνύουν ιδιαίτερη μέριμνα όταν ασχολούνται με υποθέσεις βίας και εγκλημάτων, να αποφεύγουν την πρόκληση ή την επίταση του ανθρώπινου πόνου και επίσης να μη δημοσιεύουν λεπτομέρειες που είναι δυνατό να οδηγήσουν στην αναγνώριση θυμάτων βιασμού.