*Οι παλαιότερες αποφάσεις της ΕΔΔ αναδημοσιεύονται από το αρχείο και δεν έχει γίνει καμία παρέμβαση στο περιεχόμενό τους.
*Οι παλαιότερες αποφάσεις της ΕΔΔ αναδημοσιεύονται από το αρχείο και δεν έχει γίνει καμία παρέμβαση στο περιεχόμενό τους.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
7/2009
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
17/06/2009
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (7/9/4/2009) από τον κ. Στηβ Ευσταθίου, συντονιστή της «Ομάδας Πρωτοβουλίας Ορμήδειας» εναντίον της εφημερίδας «Χαραυγή» και του ανταποκριτή της στη Λάρνακα Τάσου Περδίου για ελλιπή και μεροληπτική πληροφόρηση σχετικά με τη δραστηριότητα της ομάδας. Το παράπονο αφορά στον τρόπο χειρισμού και προβολής από τη "Χαραυγή" των δραστηριοτήτων και θέσεων της «Ομάδας Πρωτοβουλίας Ορμήδειας», που συστάθηκε για να εργασθεί εναντίον της δημιουργίας διακομιστικού σταθμού σκυβάλων στην κοινότητα. Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι ο ανταποκριτής της «Χαραυγής» «με σειρά άρθρων του…συκοφαντεί τις θέσεις…και εκδηλώσεις» της ομάδας» και ότι «ουδέποτε συμπεριέλαβε τις θέσεις, δηλώσεις και ανακοινώσεις» της στα άρθρα του, κατά παράβαση βασικών κανόνων της δημοσιογραφικής δεοντολογίας. Προς υποστήριξη του παραπόνου του, απέστειλε σειρά δημοσιευμάτων άλλων εφημερίδων, καθώς και δημοσιεύματα της «Χαραυγής» σχετικά με το θέμα της δημιουργίας διακομιστικού σταθμού στερεών αποβλήτων στην Ορμήδεια. Ο κ. Περδίος απάντησε απορρίπτοντας τους ισχυρισμούς. Ανέφερε ότι πρόβαλε τις θέσεις των παραπονουμένων, έστω και με τρόπο που δεν τους άρεσε και υπέβαλε στην Επιτροπή φωτοτυπίες ανταποκρίσεών του γύρω από τις κινητοποιήσεις της ομάδας και τις εξελίξεις στο θέμα. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι σε μερικά δημοσιεύματα καταγράφηκε η αντίθεση της Ομάδας στο έργο, έστω και αν δεν έγινε αναφορά σε κάποιες δραστηριότητες, όπως ήταν η αποκοπή του αυτοκινητόδρομο στην περιοχή της κοινότητας. Ειδικότερα, στην έκδοση της «Χαραυγής» της 30ης Μαρτίου, 2009, δημοσιεύθηκαν λεπτομερώς οι θέσεις της Ομάδας και στη συνέχεια παρατέθηκαν παρατηρήσεις και σχόλια πάνω σ’ αυτές. Η πρακτική αυτή είναι σύμφωνη με την πρόνοια του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας ότι τα ΜΜΕ έχουν δικαίωμα να υποστηρίζουν συγκεκριμένες θέσεις εφ’ όσον καθιστούν σαφή τη διάκριση μεταξύ γεγονότος και σχολίου. Η Επιτροπή έλαβε επίσης υπόψη το γεγονός ότι οι παραπονούμενοι, εφ’ όσον δεν ήταν ικανοποιημένοι από το επίπεδο πληροφόρησης από τη «Χαραυγή», είχαν το δικαίωμα να το επισημάνουν προς την εφημερίδα, να υποβάλουν τις θέσεις τους και να ζητήσουν δημοσίευσή τους, το οποίο όμως δεν άσκησαν. Υπό το φως των ανωτέρω η Επιτροπή διαπίστωσε ότι δεν ευσταθεί το παράπονο για παραβίαση προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας και ειδικότερα των προνοιών για πλήρη και αντικειμενική ενημέρωση.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
11/2009
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
17/06/2009
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ, ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε αυτεπάγγελτα και κατόπιν υποβολής παραπόνου (11/27/5/09) την περίπτωση μετάδοσης από τηλεοπτικούς σταθμούς εικόνων που παρουσίαζαν τον τέως Πρόεδρο της Δημοκρατίας δεμένο σε φορείο και με γάζες και βελόνες στα χέρια, κατά την έξοδό του από νοσοκομείο, ύστερα από καθετηριασμό για διάνοιξη αρτηρίας. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι εικόνες με το επίμαχο περιεχόμενο είχαν προβληθεί από τον ΑΝΤ1, το ΡΙΚ και το ΣΙΓΜΑ στις 26 Μαΐου, 2009 και σε πρώτο στάδιο εξέδωσε, στις 27 Μαΐου, 2009, την πιο κάτω ανακοίνωση: «Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας αναφέρεται σε ρεπορτάζ ορισμένων τηλεοπτικών σταθμών για την έξοδο από το Αμερικανικό Ινστιτούτο Καρδιάς του τέως προέδρου της Δημοκρατίας Γλαύκου Κληρίδη, ύστερα από τη διενέργεια αγγειοπλαστικής επέμβασης για διάνοιξη αρτηρίας και εκφράζει την έντονη απαρέσκειά της για τις σκηνές που προβλήθηκαν. Η Επιτροπή θεωρεί ότι σκηνές που παρουσίαζαν τον τέως πρόεδρο της Δημοκρατίας με γάζες στα χέρια και τα πόδια, δεμένο σε φορείο και σε κατάσταση αδυναμίας ύστερα από την επέμβαση στην οποία είχε υποβληθεί, συνιστούν αδικαιολόγητη και απαράδεκτη παρέμβαση σε ιδιωτικές στιγμές και εκμετάλλευση του ανθρώπινου πόνου, τον οποίο και επιτείνουν. Το γεγονός ότι ο ασθενής είναι εξέχουσα προσωπικότητα δεν δικαιολογεί τέτοια παρέμβαση. Η Επιτροπή εξετάζει συγκεκριμένα παράπονα εναντίον ΜΜΕ για το θέμα αυτό, αλλά έκρινε ότι ήταν καθήκον της να απευθυνθεί γενικά προς τα ΜΜΕ και τους δημοσιογράφους, για να τους ζητήσει να επιδεικνύουν σεβασμό προς την ιδιωτική ζωή, ιδιαίτερα ατόμων που βρίσκονται σε κατάσταση πόνου και να αποφεύγουν ενέργειες που επιτείνουν τον ανθρώπινο πόνο όλων των εμπλεκομένων, κατά παράβαση ρητών διατάξεων του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας». Οι σκηνές που προβλήθηκαν από τους τρεις τηλεοπτικούς σταθμούς ήταν περίπου οι ίδιες. Ο κ. Κληρίδης παρουσιαζόταν να χαιρετά με το χέρι τους δημοσιογράφους, οι οποίοι προχώρησαν στην υποβολή ερωτήσεων για την περιπέτεια της υγείας του. Οι ερωτήσεις και απαντήσεις ήταν: -Γεια σας κ. Κληρίδη. Είσθε καλά; -Καλά είμαι. -Πως νοιώθετε; -Αρκετά καλά. -Πέρασε και αυτή η περιπέτεια! -Πέρασε και αυτή, -Καλή ανάρρωση. -Ευχαριστώ πολύ. -Θα επιστρέψετε στο σπίτι σας τις επόμενες ημέρες. -Θα είμαι στην Ευαγγελίστρια για …δυο μέρες». Ανταποκρινόμενοι σε παράκληση της Επιτροπής να παραθέσουν τις απόψεις τους για το θέμα, οι διευθυντές ειδήσεων των τριών τηλεοπτικών σταθμών απολογήθηκαν για την προβολή των εικόνων. Ανέφεραν ότι αποτελεί πολιτική τους να μη μεταδίδονται παρόμοιες εικόνες και πρόβαλαν διάφορους λόγους για τη μετάδοσή τους. Ο ΑΝΤ1 ανέφερε ότι οι εικόνες προβλήθηκαν για να φανεί ότι η υγεία του τέως Προέδρου ήταν καλή και υπό το κράτος της εντύπωσης ότι οι οικείοι του επιθυμούσαν να γίνει αυτό. Το ΡΙΚ ανέφερε ότι η προβολή των σκηνών οφειλόταν σε απειρία και αβλεψία και ότι η προβολή τέτοιων εικόνων δεν αποτελεί μέρος της πρακτικής του ΡΙΚ. Επί πλέον, η δημοσιογράφος που κάλυπτε το θέμα ανέφερε ότι εξέλαβε το χαιρετισμό του κ. Κληρίδη προς τους δημοσιογράφους ως συγκατάθεση και προχώρησε στην υποβολή ερωτήσεων. Ο ΣΙΓΜΑ ανέφερε ότι οι σκηνές προβλήθηκαν από αβλεψία, δεδομένου ότι είναι πολιτική του σταθμού να μην προβάλλονται παρόμοιες σκηνές. Ολοι οι τηλεοπτικοί σταθμοί ανέφεραν ότι δόθηκαν οδηγίες για αποφυγή μετάδοσης παρόμοιων σκηνών στο μέλλον. Η Επιτροπή εξέφρασε ευαρέσκεια για το γεγονός ότι και οι τρεις τηλεοπτικοί σταθμοί βεβαίωσαν ότι δεν αποτελεί πολιτική τους η προβολή παρόμοιων εικόνων και περαιτέρω αποφάσισε ότι, παρά τις διάφορες δικαιολογίες που παρατέθηκαν, η μετάδοση των σκηνών αυτών αντιβαίνει προς σειρά προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Ειδικότερα, αποφάσισε ότι συνιστούν παραβίαση της πρόνοιας περί σεβασμού της ιδιωτικής ζωής ατόμων –έστω και αν πρόκειται για εξέχουσες προσωπικότητες- καθώς και της πρόνοιας για επίδειξη ευαισθησίας στην παρουσίαση του ανθρώπινου πόνου. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι καλές προθέσεις για τη μετάδοση των εικόνων και οι υποθέσεις ως προς τις επιθυμίες είτε των μελών της οικογένειας του κ. Κληρίδη, είτε ως προς συγκατάθεση του ιδίου με την επίδειξη φιλικών διαθέσεων από τον ίδιο, δεν αποτελούν δικαιολογία για παραβίαση προνοιών του Κώδια Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, εφ' όσον δεν υπήρχε εκπεφρασμένη και σαφής συγκατάθεση.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
8/2009
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
29/04/2009
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, στο πλαίσιο της αποστολής της, σημαντικό συστατικό της οποίας είναι η «υποχρέωση να προασπίζεται το δικαίωμα της Ελευθερίας Εκφρασης και την ανεξαρτησία των δημοσιογράφων», επιλήφθηκε καταγγελίας του δημοσιογράφου κ. Κώστα Γεννάρη ότι ομάδα διαδηλωτών τον παρεμπόδισε κατά τη διάρκεια εκτέλεσης δημοσιογραφικής αποστολής. Ειδικότερα, ο κ. Γεννάρης ανέφερε στην καταγγελία του ότι το βράδυ της 24ης Απριλίου, ενώ ετοιμαζόταν να μεταδώσει δορυφορικό ρεπορτάζ στην ΕΡΤ από την περιοχή του οδοφράγματος της οδού Λήδρας στη Λευκωσία, διαδηλωτές που είχαν οργανώσει εκδήλωση για την επέτειο του δημοψηφίσματος για το σχέδιο Ανάν, τον παρεμπόδισαν στην εκτέλεση της εργασίας του. Περαιτέρω ανέφερε ότι οι διαδηλωτές ανέμιζαν πανώ μπροστά στην τηλεοπτική κάμερα παρεμποδίζοντας τη λήψη εικόνας και φώναζαν δυνατά διάφορα συνθήματα. Υπό τις συνθήκες αυτές η ΕΡΤ ζήτησε διακοπή της μετάδοσης χάριν της ασφάλειας του κ. Γεννάρη. Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας παρακολούθησε τηλεοπτική εικόνα στην οποία καταγράφηκαν τα γεγονότα καθώς και σύντομες ταινίες που τοποθετήθηκαν σε ιστοσελίδα στο Διαδίκτυο. Η Επιτροπή θεωρεί ότι άτομα και ομάδες έχουν το δικαίωμα έκφρασης των απόψεών τους, πάντοτε στο πλαίσιο της νομιμότητας και με σεβασμό προς το δικαίωμα της Ελευθερίας Εκφρασης των άλλων. Στην προκειμένη περίπτωση διαπίστωσε ότι οι διαδηλωτές όχι απλώς υπερέβησαν τα δικαιώματά τους, αλλά παραβίασαν το δικαίωμα της Ελευθερίας Εκφρασης δημοσιογράφου. Η ενέργειά τους ήταν φιμωτική, γιατί είχε ως αποτέλεσμα τη ματαίωση της δημοσιογραφικής του αποστολής και την παραβίαση του δικαιώματος για απρόσκοπτη πληροφόρηση. Υπό το φως των ανωτέρω, η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας καταδικάζει με έντονο τρόπο την ενέργεια των διαδηλωτών, την οποία θεωρεί ως στρεφομένη εναντίον της ελευθερίας του Τύπου και των δημοσιογράφων, του δικαιώματος πληροφόρησης του κοινού και της Ελευθερίας Εκφρασης, η οποία αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της δημοκρατίας.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
6/2009
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
31/03/2009
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΔΙΕΥΘΕΤΗΘΕΝ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας ασχολήθηκε με παράπονο (6/31/3/2009) από το δημοσιογράφο Μανώλη Καλατζή ότι το ΣΙΓΜΑ, στην εκπομπή του «60 λεπτά» της 26ης Μαρτίου, 2009, μετέδωσε ρεπορτάζ για αστυνομικούς που παραμένουν ατιμώρητοι ενώ κακοποίησαν πολίτες, το οποίο είχε ληφθεί αυτούσιο από είδησή του, που δημοσιεύθηκε στον «Πολίτη» στις 25/3/2009, υπό τον τίτλο «Το βαρύ χέρι του νόμου». Στο παράπονό του ανέφερε ότι το ρεπορτάζ μεταδόθηκε χωρίς να αναφερθεί η προέλευσή του. Κατά τη διαδικασία λήψης των απόψεων στου σταθμού, ο παρουσιαστή της εκπομπής Χρύσανθος Τσουρούλης, πληροφόρησε τη γραμματεία της Επιτροπής ότι συζήτησε το θέμα με τον κ. Καλατζή, δόθηκαν εξηγήσεις και συνεπώς δεν υπήρχε αντικείμενο για να δώσει τις απόψεις του. Ο κ. Καλατζής επιβεβαίωσε το γεγονός και απέσυρε το παράπονό του με επιστολή ημερομηνίας 6 Απριλίου, 2009. Δεδομένων των αμοιβαίων εξηγήσεων, η Επιτροπή θεωρεί το θέμα λήξαν.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
5/2009
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
20/03/2009
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ,ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (5/20/3/2009) από την Ειρήνη Χαραλαμπίδου εναντίον της εφημερίδας «Φιλελεύθερος» για κατ’ ισχυρισμό δημοσίευση ανακριβών ή και παραπλανητικών πληροφοριών και διασυρμό. Ειδικότερα, η κ. Χαραλαμπίδου, παρουσιάστρια της εκπομπής του ΡΙΚ «Το συζητάμε», παραπονέθηκε ότι ο «Φιλελεύθερος», στις 19/3/2009 δημοσίευσε στη στήλη των επιστολών κείμενο, χωρίς υπογραφή, διακριτό από τα άλλα και υποστήριξε ότι η απουσία υπογραφής παραβιάζει την πρόνοια περί ακρίβειας των πληροφοριών. Περαιτέρω ανέφερε ότι το δημοσίευμα θίγει την επαγγελματικής της ακεραιότητα και διασύρει την τιμή και υπόληψή της. Στο κείμενο που δημοσιεύθηκε ως επιστολή αναγνώστη στο «Φιλελεύθερο» διατυπωνόταν ο ισχυρισμός ότι η εκπομπή της κ. Χαραλαμπίδου «έχει μετατραπεί…σε βήμα μονόπλευρης προπαγάνδας που δουλικά υπηρετεί συγκεκριμένη σχολή σκέψης στο κυπριακό». Περαιτέρω το κείμενο ανέφερε ότι πρωτοστάτης ήταν η ίδια η παρουσιάστρια «που αντί να συντονίζει τηρώντας τις ισορροπίες στη σύνθεση των πάνελ … μετέχει ενεργά και η ίδια στις συζητήσεις, εκφράζοντας τις προσωπικές της απόψεις». Το κείμενο αναφερόταν επίσης στη σύνθεση της ομάδας συζητητών στην αμέσως επόμενη εκπομπή της 23ης Μαρτίου, 2009, με αντικείμενο τις εξελίξεις της περιόδου 1960-67, με την προσθήκη ότι ο κ. Ανθος Λυκαύκης θα έκανε τηλεφωνική παρέμβαση από την Αθήνα. Προς υποστήριξη των θέσεών της, η κ. Χαραλαμπίδου επισύναψε δημοσιεύματα εναντίον της με την υπογραφή του Διευθυντή της εφημερίδας Τάκη Κουνναφή, καθώς και διάφορα άλλα σχόλια της εφημερίδας σχετικά με το πρόγραμμα που παρουσιάζει. Η κ. Χαραλαμπίδου απηύθυνε επιστολή προς τον αρχισυντάκτη του Φιλελεύθερου, η οποία δημοσιεύθηκε στις 19/3/2009, επισημαίνοντας ότι η ανώνυμη επιστολή περιείχε προσωπικές επιθέσεις συκοφαντικού χαρακτήρα και ζητούσε να πληροφορηθεί το όνομα του επιστολογράφου. Περαιτέρω ανέφερε ότι ήταν λανθασμένη η πληροφορία πως ο κ. Ανθος Λυκαύκης θα έκανε τηλεφωνική παρέμβαση στην εκπομπή, γιατί θα ήταν (και ήταν) ο ίδιος στο στούντιο, ενώ ως προς τη σύνθεση της ομάδας συζητητών ανέφερε ότι οι προσκεκλημένοι ήταν πρόσωπα που έζησαν ή μελέτησαν την περίοδο υπό συζήτηση και έχουν διαφορετικές προσεγγίσεις ως προς τα γεγονότα. Η κ. Χαραλαμπίδου απέρριψε τον ισχυρισμό ότι εκφράζει προσωπικές απόψεις στο πρόγραμμά της ή ότι εξυπηρετεί οποιαδήποτε σχολή σκέψης. Ο «Φιλελεύθερος» απάντησε απορρίπτοντας όλες τις θέσεις της κ. Χαραλαμπίδου ως ανυπόστατους και αβάσιμους ισχυρισμούς και ειδικότερα το συσχετισμό του περιεχομένου του ανώνυμου κειμένου με άλλα δημοσιεύματα της εφημερίδας. Ως προς το κείμενο που δημοσιεύθηκε, η εφημερίδα ανέφερε ότι επρόκειτο για επιστολή που λήφθηκε με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, ο αποστολέας της οποίας ζήτησε να τηρηθεί η ανωνυμία του. Ανέφερε επίσης ότι η δημοσίευση ανώνυμων επιστολών «συνηθίζεται εφόσον βέβαια τούτο ζητηθεί και εφόσον δεν επηρεάζει καθ’ οιονδήποτε τρόπο το δημοσίευμα ή/και οποιαδήποτε σχετική νομοθεσία και τη δημοσιογραφική δεοντολογία». Για το περιεχόμενο του κειμένου, η εφημερίδα ανέφερε ότι επρόκειτο για έντιμο σχόλιο για θέμα δημοσίου ενδιαφέροντος και έκφραση γνώμης «που βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα». Η Επιτροπή ασχολήθηκε διεξοδικά με την πρακτική της δημοσίευσης από τα ΜΜΕ ανώνυμων επιστολών. Υπήρξε γενική συναίνεση ότι είναι επιθυμητό οι επιστολές να φέρουν υπογραφή, αλλά έγινε δεκτό ότι για διάφορους λόγους δεν αποκλείεται η δημοσίευση κειμένων χωρίς την αποκάλυψη της ταυτότητας του επιστολογράφου. Στις περιπτώσεις ανώνυμων επιστολών είναι ευνόητο ότι τα ΜΜΕ που τις φιλοξενούν επωμίζονται πλήρως την ευθύνη για τις απόψεις που εκφράζονται σ’ αυτές. Στη συγκεκριμένη περίπτωση εξετάστηκε το ερώτημα κατά πόσο θα άλλαζε ο,τιδήποτε αν η επιστολή έφερε υπογραφή, καθώς και το ερώτημα κατά πόσο η ανωνυμία της επιστολής επηρέασε με οποιοδήποτε τρόπο το δικαίωμα απάντησης στις απόψεις που εκφράστηκαν στο κείμενο. Η απάντηση ήταν αρνητική και στις δύο περιπτώσεις. Η Επιτροπή θεώρησε ότι το δικαίωμα απάντησης δεν επηρεάστηκε, αφού η εφημερίδα δημοσίευσε την απαντητική επιστολή της κ. Χαραλαμπίδου. Ως προς το παράπονο ότι το κείμενο που δημοσιεύθηκε θίγει την επαγγελματική ακεραιότητα και διασύρει την τιμή και την υπόληψη της κ. Χαραλαμπίδου, η υποεπιτροπή θεωρεί ότι πρόκειται για έκφραση απόψεων και άσκηση κριτικής, στο πλαίσιο της ελευθερίας έκφρασης. Τηλεοπτικές εκπομπές στις οποίες εκφράζονται απόψεις και ασκείται κριτική υπόκεινται με τη σειρά τους σε άσκηση κριτικής, τόσο ως προς το περιεχόμενο όσο και ως προς τον τρόπο παρουσίασης, όπως και κάθε άλλη δραστηριότητα δημοσίου ενδιαφέροντος, έστω και αν η κριτική θεωρείται αυστηρή. Στις περιπτώσεις αυτές παρέχεται η προνοούμενη από τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας θεραπεία, που είναι η άσκηση του δικαιώματος απάντησης στην κριτική. Το δικαίωμα αυτό ικανοποιήθηκε στην προκειμένη περίπτωση με τη δημοσίευση της επιστολής της παραπονούμενης. Η κ. Χαραλαμπίδου επισύναψε στο παράπονό της επικριτικά κείμενα για την ίδια και την εκπομπή της με την υπογραφή του Διευθυντή της εφημερίδας. Δεδομένου ότι δεν υποβλήθηκε παράπονο για τα κείμενα αυτά, αλλά προφανώς επισυνάφθηκαν για ενίσχυση του ισχυρισμού ότι η επιστολή δεν ήταν γνήσια, η Επιτροπή δεν θεώρησε ότι έπρεπε να ασχοληθεί με αυτά, ούτε θεώρησε ότι θα μπορούσαν να αποτελέσουν απόδειξη για το μη γνήσιο της επιστολής. Υπό το φως της βεβαίωσης της εφημερίδας ότι η επιστολή λήφθηκε με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο και ήταν γνήσια, χωρίς όμως την παρουσίαση πειστηρίων, η υποεπιτροπή δεν ήταν δυνατό να αποφανθεί κατά πόσο υπήρξε παραπλάνηση ή όχι ως προς τη γνησιότητα της επιστολής. Ωστόσο, η υποεπιτροπή αποφάσισε ότι το κείμενο που δημοσιεύθηκε περιείχε ανακριβείς πληροφορίες όσον αφορά το σημείο ότι ο Ανθος Λυκαύγης δεν θα μετείχε στην επίμαχη εκπομπή αλλά θα έκανε τηλεφωνική παρέμβαση από την Αθήνα. Δεδομένου ότι το κεντρικό σημείο της κριτικής στην επιστολή ήταν η κατ’ ισχυρισμό μονομερής σύνθεση της ομάδας των συζητητών και ότι ο κ. Λυκαύγης, ως η μόνη αντίθετη φωνή, θα έκανε μόνο τηλεφωνική παρέμβαση, η παρουσία του ή μη στην εκπομπή αποτελούσε ουσιώδες στοιχείο της κριτικής. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός για απλή τηλεφωνική παρέμβαση θεωρείται ως παραβίαση της πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας ότι «τα ΜΜΕ μεριμνούν ώστε να μη δημοσιεύονται ανακριβείς, παραπλανητικές, φανταστικές ή διαστρεβλωτικές της αλήθειας ειδήσεις ή πληροφορίες».
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
4/2009
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
18/03/2009
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (4/16/2/2009) από τον Γενικό Γραμματέα της ΕΔΟΝ Χρίστο Χριστοφίδη ότι ο δημοσιογράφος κ. Λάζαρος Μαύρος, στη διάρκεια συζήτησης με το βουλευτή κ. Ζαχαρία Κουλία σχετικά με διαμάχη ως προς την απόδοση του Εθνικού Υμνου από τη Στρατιωτική Μουσική της Εθνικής Φρουράς, προέβη σε δήλωση «η οποία θίγει την Οργάνωση» και «σπέρνει το μίσος και το φανατισμό» εναντίον της οργάνωσής του. Ειδικότερα, παραπονέθηκε ότι σε συνομιλία του με τον βουλευτή κ. Ζαχαρία Κουλία, στις 13 Φεβρουαρίου, 2009, σε σχέση με την «ποιότητα ανάκρουσης του εθνικού ύμνου από τη φιλαρμονική της εθνικής φρουράς», έκαμε την ακόλουθη δήλωση: «Θα καταντήσουμε σε αυτό τον τόπο η φιλαρμονική της Εθνικής Φρουράς να παίζει τον ύμνο της ΕΔΟΝ, γιατί ως γνωστό τα μόνα παιδιά στην Κύπρο που δεν τραγουδούν τον Εθνικό Υμνο είναι τα παιδιά της ΕΔΟΝ». Η συνομιλία με τον κ. Κουλία αφορούσε τη συζήτηση στην Επιτροπή Αμυνας της Βουλής για το γεγονός ότι στον εορτασμό της Αγίας Βαρβάρας σε στρατόπεδο του Πυροβολικού, η μουσική της Εθνικής Φρουράς ανέκρουσε παραποιημένο τον Εθνικό Υμνο. Ο κ. Μαύρος απάντησε ότι η αναφορά του στην ΕΔΟΝ έγινε «υπό τύπον χιουμοριστικής ειρωνείας προς την επιμονή του ίδιου του βουλευτή κ. Κουλία, όταν ισχυριζόταν ότι σκόπιμα, οργανωμένα και προμελετημένα, οι 35 φαντάροι-μουσικοί της ΣΜΕΦ ανέκρουσαν παραποιημένο τον Εθνικό Υμνο», γεγονός για το οποίο έθεσε το θέμα προς συζήτηση στην Επιτροπή Αμυνας της Βουλής. Ο κ. Μαύρος υποστήριξε επίσης ότι η αναφορά του πως «τα παιδιά της ΕΔΟΝ δεν τραγουδούν τον Εθνικό Υμνο, αποτελεί αναφορά γνωστότατου και αληθέστατου γεγονότος» και δεν πέρασε από το νου του ότι αυτό συνιστά προσβολή που θίγει και σπέρνει το μίσος και το φανατισμό. Περαιτέρω ανέφερε ότι αυτό δεν ήταν στις προθέσεις του. Ο κ. Χριστοφίδης, απαντώντας στις θέσεις αυτές, διαφώνησε ότι το πνεύμα της εκπομπής ήταν χιουμοριστικό και παρατήρησε ότι ο κ. Μαύρος στην απάντησή του επανέλαβε τους ίδιους αστήρικτους ισχυρισμούς. Από την ακρόαση της εκπομπής προκύπτει ότι ο κ. Μαύρος, εισάγοντας στη συνομιλία του με τον κ. Κουλία, είχε αναφέρει ότι «έγινε του Κουτρούλη ο γάμος» για ένα θέμα «που θα ήταν επιπέδου ταγματάρχη, άντε διοικητού συντάγματος», το οποίο όμως έφθασε μέχρι του Βουλή των Αντιπροσώπων. Στη διάρκεια της συνομιλίας, ο κ. Κουλίας υποστήριξε ότι η λανθασμένη ανάκρουση του Εθνικού Υμνου δεν ήταν λάθος μερικών μουσικών πνευστών οργάνων, όπως ήταν η επίσημη εξήγηση, αλλά μια προμελετημένη ενέργεια, αφού και οι 35 μουσικοί έπαιζαν τις ίδιες νότες, κατόπιν οδηγιών. Παρεμβαίνοντας σε αναφορά του κ. Κουλία ότι «οι καιροί είναι χαλεποί» και ότι «ο Εθνικός Υμνος, όπως και πολλά άλλα ζητήματα κύριας σημασίας…», ο κ. Μαύρος έκαμε την ακόλουθη παρατήρηση: «Δηλαδή θέλετε να μας πείτε ότι η στρατιωτική Μουσική της Εθνικής Φρουράς έγινε τώρα της ΕΔΟΝ; Γιατί απ’ ότι ξέρουμε, οι μόνοι που δεν τραγουδούν τον Εθνικό Υμνο στην Κύπρο είναι τα παιδιά της ΕΔΟΝ». Η δήλωση διαφέρει ως προς μερικές λέξεις από εκείνη που ανέφερε ο Γ. Γραμματέας της ΕΔΟΝ, αλλά το ουσιώδες μέρος στο οποίο αφορά το παράπονο είναι το ίδιο. Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, αφού εξέτασε τις θέσεις των δύο πλευρών και το ακουστικό υλικό που τέθηκε στη διάθεσή της, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η χιουμοριστική ή μη φύση της συνομιλίας ή της διάθεσης του κ. Μαύρου είναι άσχετη προς το παράπονο. Η κρίσιμη φράση είναι ο ισχυρισμός ότι «οι μόνοι που δεν τραγουδούν τον Εθνικό Υμνο στην Κύπρο είναι τα παιδιά της ΕΔΟΝ». Η Επιτροπή έκρινε ότι η φράση αυτή αποτελεί γενίκευση, η οποία δυνατό να εμπεριέχει ανακριβείς ισχυρισμούς. Η Επιτροπή δεν μπορεί να αποδεχθεί τον ισχυρισμό ότι τα παιδιά της ΕΔΟΝ δεν τραγουδούν τον Εθνικό Υμνο και πολύ περισσότερο δεν θεωρεί ότι είναι ορθός ο ισχυρισμός ότι αυτός «αποτελεί αναφορά γνωστότατου και αληθέστατου γεγονότος». Κατά συνέπεια, η Επιτροπή θεωρεί ότι οι ισχυρισμοί του κ. Μαύρου συνιστούν παραβίαση της πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί της ακρίβειας των πληροφοριών. Περαιτέρω, η Επιτροπή αποφάσισε ότι οι ισχυρισμοί αυτοί συνιστούν παραβίαση της πρόνοιας περί προσβολής ατόμων ή ομάδων.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
2/2009
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
18/03/2009
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (2/15/1/2009) από τον κ. Γιώργο Θεοδώρου ότι η εφημερίδα «Φιλελεύθερος» αντιδεοντολογικά δημοσίευσε επιστολή παραίτησής του από το Διοικητικό Συμβούλιο της Ανόρθωσης, τον Ιούνιο του 2006, την οποία είχε αποστείλει στα άλλα μέλη του Δ.Σ. του σωματείου. Η επιστολή δημοσιεύθηκε στο παράρτημα «Φίλαθλος» της εφημερίδας την ίδια ημέρα κατά την οποία διεξήχθησαν εκλογές για την ανάδειξη νέου Δ. Συμβουλίου της Ανόρθωσης, ύστερα από το σάλο που προκλήθηκε από τη διατύπωση καταγγελιών δημοσίως και τη διεξαγωγή αστυνομικής έρευνας εναντίον του τέως προέδρου του Σωματείου Ανδρέα Παντελή. (Σχετική υπόθεση 32/2008). Η εφημερίδα σε είδησή της σχολίαζε το γεγονός ότι ο τέως πρόεδρος της Ανόρθωσης Ανδρέας Παντελή είχε επιλέξει τον κ. Γ. Θεοδώρου ως το «δεξί του χέρι» στο συνδυασμό του για τις εκλογές που θα διεξάγονταν το απόγευμα της ίδιας ημέρας στο σωματείο και ότι, αν εκλεγόταν, ο κ. Θεοδώρου θα ήταν Εκτελεστικός Σύμβουλος. Η εφημερίδα παρέθεσε αποσπάσματα από την επιστολή 6 σελίδων, υποστηρίζοντας ότι από το κείμενο της προκύπτει ότι ο κ. Θεοδώρου ήταν ο πρώτος που πριν από 4 χρόνια είχε διατυπώσει κατηγορίες εναντίον του κ. Παντελή παρόμοιες με εκείνες που οδήγησαν στη διεξαγωγή αστυνομικής έρευνας εναντίον του. Ο κ. Θεοδώρου υποστήριξε ότι η επιστολή υποκλάπηκε από δημοσιογράφο της εφημερίδα και δημοσιεύθηκε στις 14/1/2009 (μαζί με φωτογραφία του), χωρίς εξουσιοδότηση για εξυπηρέτηση «αλλότριων και ιδιοτελών συμφερόντων» και «με προφανή σκοπό να πλήξει την αξιοπιστία και την εντιμότητά» του, εν όψει των εκλογών στο σύλλογο ΑΝΟΡΘΩΣΗΣ Αμμοχώστου. Η εφημερίδα απάντησε δια της νομικού της συμβούλου, αναφέροντας μεταξύ άλλων ότι απορρίπτει πως με τη δημοσίευση αποσπασμάτων της επιστολής θίγηκε η αξιοπιστία και η εντιμότητα του παραπονουμένου. Περαιτέρω απέρριψε τον ισχυρισμό περί υποκλοπής, αναφέροντας ότι η επιστολή «ούτε απόρρητη ήταν, ούτε εμπιστευτική και σε κάθε περίπτωση είχε κοινοποιηθεί και/ή γνωστοποιηθεί και/ή κυκλοφορήσει ευρέως τόσο κατά το χρόνο συγγραφής της όσο και κατά τον χρόνο υποβολής της υποψηφιότητας του παραπονούμενου». Επίσης ανέφερε ότι τα ΜΜΕ έχουν υποχρέωση να ασχολούνται με θέματα κοινού ενδιαφέροντος. Ως προς την επιλεκτική δημοσίευση αποσπασμάτων της εξασέλιδης επιστολής, η εφημερίδα ανέφερε ότι ο συντάκτης της είδησης επέλεξε τα κυριότερα σημεία της επιστολής με γνώμονα την αμερόληπτη και αντικειμενική ενημέρωση του αναγνώστη, και χωρίς «αλλότρια συμφέροντα» και επί πλέον προσπάθησε, ανεπιτυχώς, να επικοινωνήσει και να πάρει τις απόψεις του κ. Θεοδώρου. Εξ άλλου, υποστήριξε ότι ο συντάκτης δεν παραποίησε την επιστολή, αλλά «συρρίκνωσε τα σημεία όπου γίνονται οι αναφορές στο δημοσίευμα για του λόγου του αληθές». Η Επιτροπή, αφού μελέτησε τις εκατέρωθεν θέσεις, το δημοσίευμα του «Φιλελεύθερου» και το πλήρες κείμενο της επιστολής, που έθεσε στη διάθεσή της ο παραπονούμενος, διαπίστωσε ότι το κείμενο δεν έφερε καμιά ένδειξη ότι ήταν εμπιστευτικής φύσης και ότι απευθυνόταν προς όλα τα μέλη του Δ.Σ. της Ανόρθωσης. Η Επιτροπή έκρινε ότι η επιστολή, ως εκ της φύσης και του περιεχομένου της, ήταν φυσικό να κυκλοφορήσει ευρύτερα ή να λάβουν γνώση του περιεχομένου της πολλά άτομα, πέραν των παραληπτών της. Η Επιτροπή θεώρησε ότι υπό τις περιστάσεις η διαρροή και δημοσιοποίησή της θα έπρεπε να θεωρείται αναμενόμενη. Περαιτέρω έκρινε ότι η εφημερίδα είχε κάθε δικαίωμα να ασχοληθεί με το θέμα, το οποίο ήταν επίκαιρο και δημοσίου ενδιαφέροντος, λόγω του σάλου που είχε προηγηθεί σχετικά με τον τέως πρόεδρο της Ανόρθωσης και εφ’ όσον η επιστολή είχε περιέλθει στην κατοχή της εφημερίδας, είχε δικαίωμα να ασχοληθεί με το περιεχόμενό της. Συνεπώς, η Επιτροπή έκρινε ότι η δημοσίευση της επιστολής δεν ήταν αντιδεοντολογική, δεδομένου ότι έγινε στο πλαίσιο της αποστολής των ΜΜΕ για ενημέρωση επί θεμάτων δημοσίου ενδιαφέροντος. Ωστόσο, η Επιτροπή σημείωσε ότι η εφημερίδα προέβη σε επιλεκτική και αποσπασματική δημοσίευση της επιστολής. Ειδικότερα, από τις έξι σελίδες που καταλάμβανε η επιστολή, ασχολήθηκε μόνο με αποσπάσματα από τις δύο πρώτες σελίδες, που αναφέρονταν στη διαχείριση οικονομικών θεμάτων από τον κ. Παντελή και στον τρόπο άσκησης της προεδρίας του Σωματείου. Η εφημερίδα δεν ασχολήθηκε καθόλου με τις άλλες τέσσερις σελίδες της επιστολής, που παρέθετε απολογισμό πεπραγμένων του παραπονούμενου επί θεμάτων αρμοδιότητάς του για τη διάρκεια της θητείας του και σειρά απόψεων και εισηγήσεων ως προς το τι κατά τη γνώμη του έπρεπε να γίνει για εξυγίανση του Σωματείου. Συνεπώς, ο σκοπός της επιστολής δεν ήταν απλώς η διατύπωση επικρίσεων εναντίον του προέδρου της Ανόρθωσης περί κακοδιοίκησης, στην οποία και μόνο επικεντρώθηκε ο συντάκτης της είδησης. Η Επιτροπή έκρινε ότι ήταν προφανές πως η επιλογή των σημείων έγινε με σκοπό να επισημανθεί η κατ’ ισχυρισμόν αντίφαση μεταξύ των τότε θέσεων του παραπονουμένου και εκείνων της τρέχουσας περιόδου ως προς την καταλληλότητα του κ. Παντελή να κατέχει τη θέση του προέδρου της Ανόρθωσης. Αυτό είναι καθ’ όλα θεμιτό, αλλά όχι σε βάρος της ολοκληρωμένης και αντικειμενικής ενημέρωσης, η οποία είναι σύμφυτη με την αποστολή των ΜΜΕ. Η Επιτροπή θεωρεί ότι υπήρξε παράλειψη, έστω και περιληπτικής ή και απλής αναφοράς στα άλλα σημεία της επιστολής -τον απολογισμό και τις εισηγήσεις του παραπονουμένου- ώστε να δοθεί μια ολοκληρωμένη και αντικειμενική ενημέρωση ως προς το σκοπό για τον οποίο εγράφη τότε η επιστολή, έστω και αν τα σημεία αυτά δυνατό να θεωρήθηκαν ως ήσσονος ενδιαφέροντος από άλλα. Συνακόλουθα, η Επιτροπή θεωρεί ότι με την επιλεκτική δημοσίευση αποσπασμάτων της επιστολής υπήρξε παραβίαση της πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί υποχρέωσης για παροχή ολοκληρωμένης και αντικειμενικής ενημέρωσης. Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι δημοσιογράφοι και τα ΜΜΕ, οσάκις, για οποιοδήποτε λόγο δημοσιεύουν επιστολές ή κείμενα τρίτων, δεν έχουν την υποχρέωση να τα δημοσιεύουν αυτούσια, αλλά μπορούν να κάνουν περίληψή τους, χωρίς όμως να αλλοιώνουν το νόημά τους ή να παρασιωπούν σημεία τους. Περαιτέρω, η Επιτροπή δεν αποδέχθηκε τη θέση που πρόβαλε η εφημερίδα ότι η ύπαρξη παραπλάνησης σε μια πληροφορία προϋποθέτει δόλο, αυθαιρεσία και παρανομία. Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, πληροφορίες που δημοσιεύονται καλή τη πίστη αλλά εκ των υστέρων αποδεικνύονται ανακριβείς και παραπλανητικές δεν θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως τέτοιες, ελλείψει πρόθεσης ή δόλου, πράγμα που είναι παράλογο, ή, αντίθετα, οσάκις καλή τη πίστη δημοσιεύονται ανακριβείς και παραπλανητικές πληροφορίες να προκύπτει αμάχητο τεκμήριο δόλου εναντίον δημοσιογράφων και ΜΜΕ, το οποίο επίσης είναι παράλογο. Συνεπώς, η Επιτροπή έκρινε ότι η φωτοτυπία που δημοσίευσε ενσωματωμένη στην είδησή της η εφημερίδα «για του λόγου το αληθές», συνιστά παραβίαση της πρόνοιας περί ακρίβειας των πληροφοριών και μη παραπλάνησης, δεδομένου ότι παρουσιάστηκε ως ενιαίο κείμενο, ενώ στην πραγματικότητα επρόκειτο περί παραγράφων που είχαν ληφθεί από διάφορα σημεία και συγκολληθεί μεταξύ τους, χωρίς αυτό να εμφαίνεται ή να επεξηγείται.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
3/2009
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
18/02/2009
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Ο Σύνδεσμος Αστυνομίας Κύπρου υπέβαλε παράπονο εναντίον των εφημερίδων ΠΟΛΙΤΗΣ, ΑΛΗΘΕΙΑ, ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΚΑΙ ΜΑΧΗ, αναφέροντας ότι θεωρούσε απαράδεκτη και αντιδεοντολογική την αποκάλυψη "ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων" μελών της Υπηρεσίας Καταπολέμησης Ναρκωτικών της Αστυνομίας, που είχαν συλληφθεί στις 14 Ιανουαρίου, 2009, με την υποψία εμπλοκής στην απόδραση του ισοβίτη κατάδικου Αντώνη Προκοπίου Κίτα.
Ανέφερε επίσης ότι θεωρούσε "άδικη και αυθαίρετη τη δημόσια καταδίκη τους, με επακόλουθο το διαστυρμό της τιμής και της υπόληψης των ιδίων και των οικογενειών τους, αλλά και την ηθική τους εξόντωση".
Η Επιτροπή, αφού μελέτησε το παράπονο και σε σχέση με ανακοίνωση του Συνδέσμου για παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας των συλληφθέντων μελών της Αστυνομικής Δύναμης, απηύθυνε στο σύνδεσμο την ακόλουθη επιστολή, με ημερομηνία 24 Φεβρουαρίου, 2009.
"Αναφερόμαστε σε παράπονό σας εναντίον των εφημερίδων , ΠΟΛΙΤΗΣ, ΑΛΗΘΕΙΑ, ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΚΑΙ ΜΑΧΗ για αντιδεοντολογική αποκάλυψη προσωπικών στοιχείων και παραβίαση του τεκμηρίου της αθωότητας δύο συλληφθέντων μελών της ΥΚΑΝ σε σχέση με την απόδραση του κατάδικου Αντώνη Προκοπίου Κίτα και σας πληροφορούμε ότι ύστερα από ενδελεχή εξέταση όλων των στοιχείων της υπόθεσης, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα, ομολογουμένως όχι χωρίς σοβαρό δισταγμό, ότι σ’ αυτά δεν υπάρχει εκ πρώτης όψεως παραβίαση προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, ώστε να κληθούν τα κατονομαζόμενα έντυπα να παραθέσουν τις θέσεις τους. Η Επιτροπή κατέληξε στο ανωτέρω συμπέρασμα λαμβάνοντας υπόψη τόσο το γεγονός ότι η σύλληψη δύο μελών της Αστυνομικής Δύναμης, που υπηρετούν στην ΥΚΑΝ, σε σχέση με την απόδραση του ισοβίτη Αντώνη Κίτα (Αλ Καπόνε), ήταν υψίστου δημοσίου ενδιαφέροντος, όσο και το δικαίωμα του κοινού να γνωρίζει, ιδιαίτερα μετά τις δηλώσεις ανωτάτων αξιωματούχων του Κράτους επί του θέματος. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή αποφάσισε ότι τα ΜΜΕ δεν θα μπορούσαν να παρασιωπήσουν ή να παραβλέψουν τη σύλληψη ενός αξιωματικού και ενός υπαξιωματικού της Αστυνομίας. Η Επιτροπή ασχολήθηκε ιδιαίτερα με το θέμα πιθανής παραβίασης του τεκμηρίου αθωότητας των συλληφθέντων και αφού μελέτησε σε βάθος τα επισυναπτόμενα δημοσιεύματα, έκρινε ότι οι εφημερίδες που αναφέρονται στο παράπονο, καθώς και τα άλλα ΜΜΕ, δημοσίευσαν ή μετέδωσαν επίσημες ανακοινώσεις, στοιχεία που κατατέθηκαν στο δικαστήριο και δηλώσεις που έγιναν από επισήμους και δεν διατύπωσαν θέσεις περί της ενοχής ή αθωότητας των συλληφθέντων. Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας την πάγια θέση της, από της ιδρύσεώς της προ δεκαετίας και πλέον, ότι επείγει η νομοθετική ρύθμιση της αποκαλύψεως του ονόματος και άλλων στοιχείων όλων των υπόπτων, ανεξαρτήτως ιδιότητας ή θέσης, οι οποίοι συλλαμβάνονται ή/και προσάγονται ενώπιον δικαστηρίων για την έκδοση διατάγματος προσωποκράτησής τους, με σκοπό την προστασίας τους από διασυρμό και δημιουργία προκατάληψης εναντίον τους.
Με εκτίμηση
Ανδρέας Μαυρομμάτης
Πρόεδρος Επιτροπής Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
1/2009
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
18/02/2009
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΔΙΕΥΘΕΤΗΘΕΝ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (1/10/1/2009 από το δημοσιογράφο του ΣΙΓΜΑ Παναγιώτη Δημόπουλο εναντίον του «Καπουτσίνο», περιοδικού που διανέμεται από τον «Πολίτη» για «σπίλωση ονόματος…και δημοσιογραφικής οντότητας». Ο παραπονούμενος υποστήριξε ότι σχόλιο του περιοδικού στις 10 Ιανουαρίου, 2009, υπό τον τίτλο «Παιγνίδια εξουσίας από το Δία» αμφισβητούσε την ακρίβεια είδησης του ότι ύστερα από τηλεφώνημα πήγε στις κατεχόμενες περιοχές της Κύπρου, όπου παρέλαβε επιστολή του δραπέτη Αντώνη Κίτα και ότι όσα αναφέρθηκαν αποτελούσαν «πολιτικό παιγνίδι». Περαιτέρω ζήτησε από την Επιτροπή να παρέμβει για τερματισμό ενός «ανηλεούς αντιδεοντολογικού πολέμου λάσπης και συκοφαντίας εναντίον του προσώπου του και του μέσου» στο οποίο εργάζεται. Η εφημερίδα «Πολίτης» παραδέχθηκε ότι αδίκησε τον παραπονούμενο, γεγονός για το οποίο δημοσίευσε επανόρθωση σε σχόλιο στην αμέσως επόμενη έκδοση του περιοδικού, στις 17 Ιανουαρίου, 2009. Στο σχόλιό του, το περιοδικό ανέφερε ότι είχε αφήσει αιχμές για την ύπαρξη της επιστολής, αλλά «τα ίδια τα γεγονότα και πολύ περισσότερο τα όσα κατέθεσε στους ποινικούς ανακριτές ο Αντώνης Προκοπίου Κίτας βεβαιώνουν την ύπαρξη της επιστολής προς Δημόπουλο». Η Επιτροπή αποφάσισε ότι η ενέργεια αυτή του περιοδικού διορθώνει τον αρχικό ανακριβή ισχυρισμό της και ικανοποιεί την πρόνοια του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, ότι σε περίπτωση δημοσίευσης ανακριβών ή παραπλανητικών ειδήσεων «τα ΜΜΕ χωρούν σε άμεση διόρθωση και απολογία».
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
30/2008
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
21/01/2009
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (30/2008 -6/12/2008) ότι δύο δημοσιεύματα της εφημερίδας «Πολίτης» ημερομηνίας 4ης Δεκεμβρίου, 2008 και 11ης Δεκεμβρίου 2008, περιείχαν χλευαστικές ή υβριστικές αναφορές για αξιωματούχους Εκκλησιών και για τον Προκαθήμενο της Εκκλησίας της Κύπρου Αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο. Τα δύο δημοσιεύματα έφεραν την υπογραφή του δημοσιογράφου Κώστα Κωνσταντίνου. Το πρώτο δημοσίευμα αποτελούσε κριτική αποδοκιμασίας για την πρόσκληση στην Κύπρο ανώτατων αξιωματούχων κληρικών από διάφορες Εκκλησίες για τα τριαντάχρονα της ανάληψης Αρχιερατικού αξιώματος από τον Αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο και για φερόμενη επανεκτύπωση βιβλίου για την αρχιερατική του δράση με δαπάνες της Εκκλησίας. Η Επιτροπή θεωρεί ότι η κριτική για τα δύο θέματα ήταν θεμιτή, αλλά σημείωσε ότι περιείχε χλευαστικές και απρεπείς εκφράσεις ή χαρακτηρισμούς, όπως για παράδειγμα «είδαμε ξαφνικά μπροστά μας ένα τσούρμο τράγους. Πρωτοκλασάτους τράγους…εισαγωγής» σε αναφορά με την παρουσία στην Κύπρο αρχηγών η εκπροσώπων ξένων Εκκλησιών. Περαιτέρω, το δημοσίευμα έκανε αναφορά σε απρεπή ενέργεια ή χειρονομία από το γράφοντα επί τη θέα ιερωμένων και αποκαλούσε τον Αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο «ο Μουλάς», που αποτελεί θρησκευτικό τίτλο μουσουλμάνου νομοδιδασκάλου ή μελετητή των βιβλίων της μουσουλμανικής θρησκείας. Επίσης το δημοσίευμα αναφερόταν σε πράξεις «ΑΧΡΕΙεροσύνης» του Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου, φράση που παραπέμπει σε αχρειότητες. Το δεύτερο δημοσίευμα αποτελούσε, και πάλι, αυστηρή αποδοκιμαστική κριτική για δηλώσεις του Αρχιεπισκόπου στο ραδιοφωνικό σταθμό ΑΣΤΡΑ σχετικά με τα δραματικά επεισόδια των προηγούμενων ημερών στην Αθήνα, μετά το θάνατο νεαρού μαθητή από σφαίρα ειδικού αστυνομικού. Το δημοσίευμα περιείχε αναφορές για τον Αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο, όπως «Μουλάς» και «Αγιατολάχ», τον κατηγορούσε ότι διακατέχεται από το «ψώνιο της προβολής» και άφηνε υπονοούμενα για την πνευματική του κατάσταση ή υγεία. Ο τίτλος «Αγιατολάχ» αναφέρεται σε ανώτατο μουσουλμάνο θρησκευτικό-πολιτικό ηγέτη της Περσίας, ο οποίος, λόγω γεγονότων που επισυνέβησαν στη χώρα κατά τις πρόσφατες δεκαετίες, δημιουργεί μειωτικούς συνειρμούς. Ακόμη και χωρίς αυτούς τους συνειρμούς, η Επιτροπή θεωρεί ότι ο χαρακτηρισμός αυτός δεν συνάδει με την ιδιότητα του προκαθήμενου Ορθόδοξης Εκκλησίας. Η εφημερίδα «Πολίτης» αναγνώρισε ότι τα δύο δημοσιεύματα παραβίαζαν πρόνοιες του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας και επέλεξε να μη παραθέσει απόψεις ή παρατηρήσεις επί του παραπόνου. Η Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, αποφάσισε ότι οι ανωτέρω αναφερόμενες φράσεις και λέξεις συνιστούν χλεύη και διασυρμό για την τάξη των αξιωματούχων της ιεροσύνης και τον Αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο. Για το λόγο αυτό, η Επιτροπή θεωρεί ότι η χρήση τους συνιστά παραβίαση της πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί αποφυγής δυσμενών διακρίσεων με βάση τη θρησκεία και το προσωπικό καθεστώς, καθώς και αποφυγής χλευασμού, διαπόμπευσης και διασυρμού ατόμων ή ομάδων. Επίσης θεωρεί ότι οι φράσεις και χαρακτηρισμοί που αναφέρθηκαν πιο πάνω δεν συνάδουν με την πρόνοια του Κώδικα περί συμπεριφοράς και επαγγελματικού επιπέδου της υψηλότερης δυνατής στάθμης. Η Επιτροπή εξέφρασε την εκτίμησή της για το γεγονός ότι η εφημερίδα αναγνώρισε ότι αναφορές στα δύο δημοσιεύματά συνιστούσαν παραβίαση του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
31/2008
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
21/01/2009
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (31/2008 (30/10/08) από τον κ. Τάσο Κωστέα, από τη Λάρνακα, ότι το ΡΙΚ σε τρεις διαφορετικές περιπτώσεις «πρόβαλε ειδησεογραφικά στιγμιότυπα με απαράδεκτο και αντιδεοντολογικό τρόπο…με στόχο τον ίδιο τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας». Ο κ. Κωστέας ανέφερε στο παράπονό του ότι στην πρώτη περίπτωση, μόλις τέλειωσε το τηλεοπτικό διάγγελμα του Προέδρου στις 30 Σεπτεμβρίου, 2008 για την επέτειο της ανεξαρτησίας από το ΡΙΚ προβλήθηκε στην οθόνη η κάρτα της σειράς «Οι ιστορίες του αστυνόμου Μπέκα». Στη δεύτερη περίπτωση, ενώ μεταδίδονταν απ’ ευθείας δηλώσεις του Προέδρου από το αεροδρόμιο Λάρνακας «πάγωσε» η εικόνα με το πρόσωπο του Προέδρου «σε μια όχι και τόσο τιμητική εικονική έκφραση». Στην τρίτη περίπτωση υποστηρίζει ότι έγινε μοντάζ σκηνών από την παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου, 2008, ώστε να παρουσιάζεται ο πρόεδρος να χειροκροτεί εθνικιστικά συνθήματα. Ο Γενικός Διευθυντής του ΡΙΚ κ. Θέμης Θεμιστοκλέους δεν αμφισβήτησε τα γεγονότα και έδωσε εξηγήσεις γι’ αυτά, αναφέροντας ότι «τίποτε από όσα ο κ. Κωστέας αναφέρει δεν έγινε με πρόθεση, ούτε και ήταν δυνατό να γίνει με πρόθεση από οποιονδήποτε λειτουργό του ΡΙΚ» και ότι όσα ανέφερε ο κ. Κωστέας «ελαύνονται από κομματικά κριτήρια». Για την πρώτη περίπτωση ανέφερε ότι επρόκειτο για τεχνικό λάθος του συντονιστή. Για το «πάγωμα» της εικόνας της απ’ ευθείας μετάδοσης δηλώσεων, ανέφερε ότι είναι φαινόμενο που συμβαίνει συχνά σε ζωντανές μεταδόσεις μέσω link». Ως προς το τρίτο παράπονο, ο κ. Θεμιστοκλέους ανέφερε ότι δεν έγινε καμία παρέμβαση από τους δημοσιογράφους και μοντέρ για αντιγραφή του ήχου και προσθήκης του σε άλλες εικόνες. Ανέφερε επίσης ότι οι επίμαχες εικόνες δεν μεταδόθηκαν στο δελτίο ειδήσεων αλλά περιλαμβάνονταν σε στιγμιότυπα από την παρέλαση που μεταδόθηκαν μετά το δελτίο ειδήσεων «και φαίνεται παρουσιάστηκε και για λίγο το επίμαχο με τα συνθήματα». Ως προς τα δύο πρώτα σημεία του παραπόνου, η Επιτροπή αποφάσισε ότι τα καταγγελλόμενα οφείλονται σε συγγνωστά λάθη ή τεχνικούς λόγους και επομένως δεν υπήρξε παραβίαση των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί αποφυγής χλεύης και διασυρμού. Ως προς το τρίτο σημείο του παραπόνου, η Επιτροπή αποφάσισε ότι δεν ήταν δυνατό να υπάρξει βεβαιότητα για την ύπαρξη πρόθεσης να παρουσιασθεί ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να χειροκροτεί εθνικιστικά συνθήματα, αλλά σημείωσε ότι τα ΜΜΕ θα πρέπει να είναι προσεκτικά στην παρουσίαση ευαίσθητων θεμάτων κατά τρόπο που θα μπορούσε να οδηγήσει σε παρερμηνεία ως προς τα πραγματικά γεγονότα.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
36/2009
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
20/01/2009
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΔΙΕΥΘΕΤΗΘΕΝ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας επιλήφθηκε παραπόνου (36/30/12/2009) που υποβλήθηκε εκ μέρους του Αρχηγού της Αστυνομίας ότι η εφημερίδα «Το Κυπριακό Ποντίκι» δημοσίευσε ανακριβείς πληροφορίες σχετικά με μεταθέσεις στην αστυνομία. Ειδικότερα, στο παράπονο ανέφερε πως «είναι πλήρως ανυπόστατα και δεν περιέχουν ίχνος αλήθειας» όσα περιέχονται στο δημοσίευμα ημερομηνίας 25/12/2009 κάτω από τον τίτλο «Ο Αρχηγός έμαθε για τις μεταθέσεις μετά από φαξ που πήρε από τα γραφεία του ΑΚΕΛ» και ότι «το όλο δημοσίευμα είναι άκρως παραπλανητικό». Το δημοσίευμα, σε αντίθεση με τον τίτλο, αναφέρεται σε προαγωγές 50 περίπου μελών της Δύναμης σε διάφορους βαθμούς, υποστηρίζοντας ότι «στα γραφεία του ΑΚΕΛ μαγειρεύτηκαν οι προαγωγές καοι κοινοποιήθηκαν στο Αρχηγείο μέσω φαξ». Περαιτέρω ανέφερε ότι «ο Αρχηγός της Αστυνομίας ήταν ο τελευταίος που έμαθε ποιοι από το Σώμα προήχθησαν» και ότι υφιστάμενοί του αξιωματικοί γνώριζαν πριν από εκείνον «ποιοι ήταν στις λίστες που στάληκαν από το Κόμμα, σε συνεννόηση με το Προεδρικό». Η Επιτροπή, ενεργώντας με βάση την πρόνοια του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας ότι σε πρώτο προσπαθεί να επιτύχει συμβιβασμό, υπέδειξε ότι θα έπρεπε να εξαντληθεί η επιδίωξη θεραπείας με την άσκηση του δικαιώματος απάντησης και αίτημα για δημοσίευση επιστολής με τις θέσεις της Αστυνομίας επί του θέματος. Ο εκπρόσωπος Τύπου της Αστυνομίας αποδέχθηκε την εισήγηση και απηύθυνε επιστολή προς την εφημερίδα διαψεύδοντας το δημοσίευμα, η οποία και δημοσιεύθηκε. Η Επιτροπή θεώρησε την υπόθεση ως διευθετηθείσα.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
34/2009
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
20/01/2009
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΑΡΝΗΣΗ ΕΞΕΤΑΣΗΣ λόγω ανοίκειας σημπεριφοράς
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας επιλήφθηκε παραπόνου (34/4/12/2009) από τον κ. Κώστα Μαυρίδη ότι στη ζωντανή τηλεοπτική εκπομπή του ΡΙΚ «Το συζητάμε» στις 23/11/2009 υπέστη φραστική επίθεση από τον προεδρικό σύμβουλο κ. Τουμάζο Τσελεπή «με τρόπο ανακριβή, παραπλανητικό και προσβλητικό» με αποτέλεσμα να πλήξει την αξιοπιστία και την υπόληψη και να διαβάλει το όνομα του παραπονούμενου, χωρίς η παρουσιάστρια κ. Ειρήνη Χαραλαμπίδου να παρέμβει για να τον προστατεύσει. Στην επιστολή παραπόνου του, ο κ. Μαυρίδης περιέλαβε το ακόλουθο υστερόγραφο: «Αν ο Πρόεδρος η Μέλος της Επιτροπής τυγχάνει να διατηρεί ιδιάζουσα σχέση με κάποιο πρόσωπο από τα εμπλεκόμενα ώστε τυχόν να αμφισβητείται η αμεροληψία της Επιτροπής, προσδοκώ ότι θα υπάρξει ανάλογη ρύθμιση». Ο Πρόεδρος της Επιτροπής θεώρησε ότι λόγω κάποιων αναφορών που είχαν προηγηθεί σε σχέση με τον ίδιο και τον κ. Τουμαζή και με σκοπό τη διαφύλαξη του κύρους της Επιτροπής δεν θα ήθελε να μετάσχει με οποιοδήποτε τρόπο στην εξέταση του θέματος. Ο Πρόεδρος διευκρίνισε ότι με τον κ. Τουμαζή δεν έχει καμιά ιδιαίτερη σχέση πέραν του ότι και οι δύο είναι μέλη μιας επιτροπής εργασίας για το Κυπριακό, αλλά θεώρησε πρέπον να απόσχει, τηρώντας τη ρήση ότι «η γυναίκα του Καίσαρα δεν πρέπει μόνο να είναι αλλά και να φαίνεται τίμια». Τα υπόλοιπα μέλη της Επιτροπής αποφάσισαν, στην απουσία του Προέδρου, ότι το όλο πνεύμα του υστερογράφου και η συγκεκριμένη αναφορά στον Πρόεδρο ή σε μέλος της Επιτροπής συνιστά εκ προοιμίου αμφισβήτηση της ακεραιότητας και αμεροληψίας ενός εκάστου των μελών και του συνόλου της Επιτροπής και προσβλητική προσπάθεια υπόδειξης του τρόπου ενέργειας της και αρνήθηκαν να προχωρήσουν σε εξέταση του παραπόνου.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
33/2009
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
20/01/2009
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (33/3/12/2009) από την Σαλώμη Κρητιώτη ότι το ΡΙΚ αρνήθηκε να της επιτρέψει να μιλήσει σε τηλεοπτικές εκπομπές στις οποίες γίνονται δεκτές τηλεφωνικές ερωτήσεις ή παρεμβάσεις. Σύμφωνα με το παράπονο αυτό συνέβη στην εκπομπή της κ. Κανάρη στις 10/11/2009, η οποία αφορούσε ιατρικά θέματα, στις 14/11/2009, η οποία επίσης αφορούσε ιατρικό θέμα και στις 18/11/2009, σχετικά με τη βία στην οικογένεια, καθώς και σε πολλά άλλα προγράμματα. Η παραπονούμενη ανέφερε της ότι θεωρεί «απαράδεκτο και δικτατορικό» να κόβουν της συμμετοχή της σε ζωντανά προγράμματα του Ημικρατικού καναλιού. Επίσης ανέφερε ότι οι χειριστές των τηλεφώνων στο ΡΙΚ αρνούνται να την ενώσουν με την παρουσιάστρια της εκπομπής και στη συνέχεια «μπλοκάρουν» τις δύο τηλεφωνικές της γραμμές ώστε να μη μπορεί να τηλεφωνήσει σε αριθμούς του ΡΙΚ. Στις 11 Ιανουαρίου, 2010, η κ. Κρητιώτη τηλεφώνησε στο Γραμματέα και ανέφερε σε πολύ έντονο ύφος ότι το ΡΙΚ αρνήθηκε να δεχθεί παρέμβασή για να μιλήσει σχετικά με την ασφάλεια των ηλεκτρικών εγκαταστάσεων καθώς και στην εκπομπή που μεταδιδόταν εκείνη την ώρα. Στη συνέχεια υπέβαλε μακροσκελή οκτασέλιδο υπόμνημα στο οποίο ανέφερε τις περιπτώσεις στις οποίες δεν έγινε δεκτή παρέμβασή της σε εκπομπή του ΡΙΚ και περέγραφε λεπτομερώς τα διαμειφθέντα. Ο Γενικός Διευθυντής του ΡΙΚ απάντησε παραπέμποντας σε έκθεση ανώτερης λειτουργού Προγραμμάτων, η οποία ανέφερε ότι η κ. Κρητιώτη συχνά ζητά να κάνει τηλεφωνική παρέμβαση στις εκπομπές του ΡΙΚ και της δόθηκε η ευκαιρία σε αρκετές ευκαιρίες να μιλήσει. Περαιτέρω ανέφερε ότι στις περιπτώσεις αυτές η κ. Κρητιώτη «μακρηγορούσε και πολύ συχνά ήταν εκτός θέματος, εκτροχιάζοντας τη συζήτηση». Ανέφερε ως παράδειγμα την εκπομπή στις 14/12/2009, με θέμα «παχνίδια και ασφάλεια» στην οποία η κ. Κρητιώτη ζήτησε να κάμει παρέμβαση σχετικά με την «τάση των ηλεκτρικών συσκευών γενικότερα». Επίσης ανέφερε ότι οι υπεύθυνοι προσπαθούν να σταματήσουν «διακριτικά και με ευγένεια» τις προσπάθειες της κ. Κρητιώτη για παρεμβάσεις, με αποτέλεσμα να γίνονται δέκτες φραστικών επιθέσεων και εξύβρισης. Η Επιτροπή αφού εξέτασε τις εκατέρωθεν θέσεις και τα γεγονότα διαπίστωσε ότι το παράπονο αφορά στις πρόνοιες του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί ίσης μεταχείρισης και της Ελευθερίας Εκφρασης. Ως θέμα αρχής, η Επιτροπή θεωρεί ότι επιβάλλεται η παροχή ίσων ευκαιριών σε όλους τους πολίτες που επιθυμούν να εκφέρουν απόψεις στη διάρκεια εκπομπών στις οποίες ζητείται ή είναι δεκτή η παρέμβαση του κοινού. Ταυτόχρονα, όμως, αποφάσισε ότι τα ΜΜΕ και ειδικότερα τα εκπέμποντα, έχουν δικαίωμα άρνησης παρεμβάσεων όταν διαπιστώσουν ότι αυτές είναι δυνατό να παρεμποδίσουν την ομαλή ροή των εκπομπών και να επηρεάσουν την ποιότητά τους. Στην προκειμένη περίπτωση διαπίστωσε, από τις εκθέσεις γεγονότων που υπέβαλε η ίδια η παραπονούμενη, ότι επιδιώκει παρέμβαση σε εκπομπές του ΡΙΚ επί συστηματικής βάσης και ανεξάρτητα από το θέμα συζήτησης. Για παράδειγμα, η ίδια ανέφερε ότι ενώ γινόταν συζήτηση για τη ψηφιακή τηλεόραση και με αφορμή το θάνατο γνωστού αγιογράφου από ηλεκτροπληξία, ζήτησε να κάμει παρέμβαση ως ειδική σε θέματα φυσικής, για να πει πως πρέπει να είναι η ηλεκτρική εγκατάσταση στα σπίτια ώστε να αποφεύγονται ηλεκτροπληξίες και πυρκαγιές. Επίσης ανέφερε: «Όταν νευριάσω…τα λέγω όλα βωμολοχώντας». Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα γεγονότα, η Επιτροπή αποδέχθηκε τις εξηγήσεις του ΡΙΚ και αποφάσισε ότι, υπό τις περιστάσεις, η άρνηση του ΡΙΚ να δεχθεί τις παρεμβάσεις της κ. Κρητιώτη δεν συνιστούσε παραβίαση των προνοιών του Κώδικα περί ίσης μεταχείρισης και του δικαιώματος της Ελευθερίας Εκφρασης.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
32/2008
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
18/12/2008
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (32/2008 -1/12/2008) για παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας του τέως προέδρου της Ανόρθωσης Ανδρέα Παντελή, από την αθλητική εκπομπή του ΡΙΚ-2, που μεταδόθηκε στις 30 Νοεμβρίου, 2008. Στη διάρκεια της εκπομπής έγινε συζήτηση σχετικά με καταγγελίες από μέλη του Δ.Σ. της Ανόρθωσης, που οδήγησαν στη σύλληψη και έκδοση διατάγματος προσωποκράτησης του κ. Παντελή, προς διευκόλυνση των ανακρίσεων σχετικά με ισχυρισμούς περί κλοπής ποσού πέραν του ενός εκατομμυρίου ευρώ από το ταμείο της Ανόρθωσης. Στη διάρκεια της εκπομπής διατυπώθηκαν ισχυρισμοί, πέραν των καταγγελιών που είχαν γίνει στην Αστυνομία και βρίσκονταν υπό διερεύνηση, για ανάληψη διαφόρων ποσών από τα ταμεία της Ανόρθωσης για σκοπούς που δεν εκπληρώθηκαν ή για πληρωμές που δεν έγιναν, ή για ποσά που πληρώθηκαν από άλλους και παρουσιάστηκαν ότι πληρώθηκαν από το ταμείο του σωματείου. Στην εκπομπή περενέβη τηλεφωνικώς ο Γενικός Εισαγγελέας ο οποίος ανέφερε: «Διερωτώμαι αν είναι σωστό να γίνονται τέτοιου είδους συζητήσεις, ιδιαίτερα από το κρατικό ίδρυμα ραδιοφωνίας, αναφορικά με καταθέσεις που δίδονται στην αστυνομία, με τις εκατέρωθεν εξηγήσεις και αν ένα αδίκημα μπορεί να συμβιβασθεί επειδή ο παραπονούμενος αποσύρει το παράπονό του». Ο Γ.Δ. του ΡΙΚ κ. Θέμης Θεμιστοκλέους απάντησε στο παράπονο αναφέροντας ότι ο δικηγόρος του κ. Παντελή, Γιαννάκης Ιωάννου, ήταν παρών στη συζήτηση και δε διαμαρτυρήθηκε για παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας του πελάτη του. Ανέφερε επίσης ότι ο παρουσιαστής της εκπομπής δε μερολήπτησε υπέρ οποιασδήποτε πλευράς και δεν επεδίωξε παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας του κ. Παντελή. Περαιτέρω ανέφερε ότι ο παρουσιαστής δεν ήταν νομικός για να κρίνει αν όσα λέχθηκαν συνιστούσαν παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας. Ο παρουσιαστής της εκπομπής κ. Ντίνος Φοινικαρίδης ανέφερε σε έκθεσή του ότι δεν έγινε προσπάθεια καταδίκης οποιουδήποτε στα μάτια της κοινής γνώμης και ότι όσα λέχθηκαν είχαν μεταδοθεί το προηγούμενο βράδυ στα δελτία ειδήσεων όλων των καναλιών. Ανέφερε, επίσης, ότι ο εκπρόσωπος τύπου της Ανόρθωσης Αλέξανδρος Αλεξάνδρου παρουσίασε νέα στοιχεία για υποθέσεις που αφορούσαν ποσό 1.4 εκ. ευρώ, λέγοντας ότι είχε εντολή από το διοικητικό συμβούλιο της Ανόρθωσης να παραθέσει τα στοιχεία. Ανέφερε, ακόμη, ότι σε καμιά περίπτωση δεν είχε πάρει θέση υπέρ της μιάς ή της άλλης πλευράς και ότι ο χρόνος που δόθηκε στους συζητητές ήταν ο ίδιος. Τέλος, ανέφερε ότι έκαμε τέσσερις παρεμβάσεις προς τον κ. Αλεξάνδρου και τον εκτελεστικό σύμβουλο της Ανόρθωσης Ντίνο Τουμαζή και τους ρώτησε γιατί δεν έκαμαν τις καταγγελίες τους προηγουμένως, αφού οι ενέργειες που καταλογίζονταν στον κ. Παντελή είχαν γίνει πριν από καιρό. Η Επιτροπή, αφού εξέτασε τις εκατέρωθεν θέσεις και μελέτησε την εκπομπή από οτπικογράφηση, κατέληξε στις ακόλουθες διαπιστώσεις: Το γεγονός ότι ο παρουσιαστής δεν ήταν νομικός, ότι έδωσε ίσο χρόνο στους ενδιαφερόμενους και ότι έκαμε παρεμβάσεις προς τους καταγγέλλοντας με το ερώτημα γιατί δεν είχαν κάμει τις καταγγελίες τους προηγουμένως, δεν απαλλάσσει της ευθύνης για τήρηση της πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί του τεκμηρίου αθωότητάς. Η ορθή ενέργεια από μέρους του παρουσιαστή θα ήταν να παρέμβει για να παρεμποδίσει τη διατύπωση κατηγοριών, κρίσεων ή υπονοουμένων περί διάπραξης αδικημάτων πέραν εκείνων που είχαν γίνει στην Αστυνομία και είχαν αναφερθεί σε ανοικτή δικαστική διαδικασία. Η προηγούμενη μετάδοση των ίδιων ή ανάλογων ισχυρισμών σε καμιά περίπτωση δεν απαλλάσσει της υποχρέωσης τήρησης των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Αντίθετα τα ΜΜΕ έχουν υποχρέωση να αποφεύγουν την επανάληψη ή αναπαραγωγή πληροφοριών, οι οποίες συνιστούν παραβίαση του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Η Επιτροπή, επίσης, αποφάσισε ότι η παρουσία του δικηγόρου του κ. Παντελή στην εκπομπή και η μη παρέμβασή του υπέρ της αθωότητας του πελάτη του δεν αποτελεί δικαιολογία και δεν απαλλάσσει της υποχρέωσης για τήρηση των προνοιών του Κώδικα. Παρά το γεγονός ότι ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας προβλέπει ότι παρέχεται στους επηρεαζομένους το δικαίωμα της απάντησης, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις που άτομα έχουν υποστεί επίθεση, στην προκειμένη περίπτωση η άσκηση του δικαιώματος της απάντησης δε θεραπεύει την παραβίαση των προνοιών περί σεβασμού του τεκμηρίου αθωότητας και περί μη διασυρμού. Εξ άλλου, το δικαίωμα της απάντησης ασκείται από τον ίδιο τον επηρεαζόμενο ή από εκπρόσωπό του κατόπιν ρητής εξουσιοδότησης, η οποία, όπως προέκυψε από την εκπομπή, δεν είχε δοθεί στο δικηγόρο του κ. Παντελή. Με βάση τα πιο πάνω, η Επιτροπή έκρινε ότι κατά τη διάρκεια της εκπομπής παρουσιάσθηκαν ισχυρισμοί και υπονοούμενα που οδηγούσαν σε συμπεράσματα ως προς την ενοχή ή αθωότητα του τέως προέδρου της Ανόρθωσης κ. Ανδρέα Παντελή και έτειναν να τον διασύρουν. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η εκπομπή παραβίασε την πρόνοια του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας ως προς το τεκμήριο της αθωότητας.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
28/2008
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
26/11/2008
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, στο πλαίσιο της αποστολής της για προάσπιση του δικαιώματος της Ελευθερίας Εκφρασης και της ανεξαρτησίας των δημοσιογράφων, εξέτασε παράπονο (28/2008 -20/11/08) από την κ. Ελίτα Μιχαηλίδου, παρουσιάστρια της εκπομπής του τηλεοπτικού σταθμού ΣΙΓΜΑ «Με την Ελίτα», για επίθεση εναντίον της εκπομπής της και της ιδίας προσωπικά από τον Επίσκοπο Καρπασίας κ. Χριστοφόρο. Ο Επίσκοπος Καρπασίας, σε εγκύκλιό του ημερομηνίας 7ης Νοεμβρίου, 2008, καλούσε τους Αρχιμανδρίτες, Ιερείς και Διακόνους της Ιεράς Αρχιεπισκοπής να ενημερώσουν το ποίμνιό τους, σχετικά με τη δραστηριότητα γυναίκας που υποστηρίζει ότι είναι απεσταλμένη του Θεού στη γη και επίσης διατύπωνε την κατηγορία ότι η εκπομπή της κ. Μιχαηλίδου «εργολαβικά παρουσιάζει θέματα, που διαβρώνουν επικίνδυνα την ορθόδοξη διδασκαλία και ζωή». Περαιτέρω ανέφερε ότι η Ιερά Σύνοδος «ασχολήθηκε σε δύο συνεδρίες της με τις εκπομπές τη κ. Ελίτας (Μιχαηλίδου) στον τηλεοπτικό σταθμό ΣΙΓΜΑ και αποφάσισε ότι, όσα πρόβαλλε μέσα από αυτές είναι παντελώς ασυμβίβαστα με την Ορθόδοξη Πίστη» και «για το λόγο αυτό έλαβε απόφαση όπως ουδείς κληρικός της Εκκλησίας μας λαμβάνει μέρος στις εκπομπές αυτές» Η κ. Μιχαηλίδου ανέφερε στην Επιτροπή ότι αυτό που αποφάσισε η Ιερά Σύνοδος είναι ότι, οσάκις προσκαλείται οποιοσδήποτε ιερέας σε οποιαδήποτε εκπομπή να παίρνει πρώτα τη συγκατάθεση της Μητρόπολης στην οποία ανήκει. Η Επιτροπή σημειώνει ότι είναι ένα θέμα να ενημερώνεται το ποίμνιο της Εκκλησίας για τη δράση αυτόκλητων σωτήρων και θαυματοποιών και άλλο θέμα να διατυπώνονται κατηγορίες και να εκτοξεύονται κατηγορίες και αφορισμοί εναντίον ΜΜΕ και δημοσιογράφων. Η Επιτροπή, όπως και στο παρελθόν είχε την ευκαιρία να τονίσει, θεωρεί ότι η κριτική με επιχειρήματα για το έργο των ΜΜΕ και των δημοσιογράφων είναι θεμιτή, αλλά απορρίπτει αφοριστικές επιθέσεις όπως οι πιο πάνω. Γι’ αυτό και σημείωσε με ιδιαίτερη ικανοποίηση τη βεβαίωση του προκαθημένου της Εκκλησίας της Κύπρου Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου Β΄ ότι διαφωνεί με την ενέργεια του Επισκόπου και ότι δεν γνώριζε «εκ των προτέρων ότι θα φύγει τέτοιο μήνυμα από την επίσημη Εκκλησία». Επίσης εξέφρασε ικανοποίηση για τη δήλωση του Μακαριωτάτου ότι «εδώ έχουμε ελευθερία λόγου και ακόμη και να υβριζόμαστε δεν θέλουμε να τους απαγορεύσουμε να μιλούν…Να υπάρχει λόγος και αντίλογος και ο λαός νομίζω ότι είναι ώριμος να καταλαβαίνει.» Περαιτέρω, η Επιτροπή θεωρεί ότι η τοποθέτηση του Αρχιεπισκόπου πως «αν…μια εκπομπή είναι αρνητική, δικαιούται η Εκκλησία να πει τη θέση της, όχι όμως εκ των προτέρων να καταδικάζουμε την εκπομπή» αποδίδει την ουσία του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος της Ελευθερίας Εκφρασης. Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, η Επιτροπή θεωρεί ότι η επίθεση που διατυπώθηκε εναντίον της εκπομπής της κ. Ελίτας Μιχαηλίδου και της ιδίας προσωπικά συνιστά προσπάθεια παραπλάνησης του κοινού, απόπειρα εκφοβισμού και προσπάθεια φίμωσης των ΜΜΕ και ως τέτοια στρέφεται εναντίον της Ελευθερίας του Τύπου και του δικαιώματος της Ελευθερίας Εκφρασης, η οποία αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της δημοκρατίας.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
29/2008
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
26/11/2008
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (29/2008 -24/11/2008) εναντίον του τηλεοπτικού σταθμού ΣΙΓΜΑ από την Πρόεδρο της ΟΕΛΜΕΚ κ. Ελένη Σεμελίδου και το Γ. Γραμματέα της οργάνωσης κ. Κώστα Χατζησάββα, για λήψη τηλεοπτικών εικόνων από σχολεία χωρίς άδεια από αρμόδια όργανα και για προσβολή των εκπαιδευτικών και των μαθητών. Οι εικόνες παρουσίαζαν συμπλοκές μεταξύ μαθητών, καταστροφή επίπλων, χρήση απρεπούς γλώσσας, απρεπή συμπεριφορά προς καθηγητές, απρεπή συνθήματα στους τοίχους, κάπνισμα στην αυλή του σχολείου και επίδειξη προφυλακτικών και προβλήθηκαν στην εκπομπή του ΣΙΓΜΑ «60 λεπτά» στις 20 Νοεμβρίου, 2008, στη διάρκεια συζήτησης σχετικά με την παραβατικότητα στα σχολεία. Το ΣΙΓΜΑ απάντησε στο παράπονο δια του δικηγορικού γραφείου «Χρίστος Πατσαλίδης και Συνεργάτες» αναφέροντας ότι η εκπομπή είχε σκοπό την παρουσίαση ενός θέματος δημοσίου ενδιαφέροντος, που αφορούσε στην προστασία της παιδείας και στην ασφάλεια των μαθητών και των καθηγητών. Υποστήριξε ότι η κινηματογράφηση επιτρέπεται με βάση τις εξαιρέσεις περί προστασίας της «δημόσιας ασφάλειας…ήτοι την ασφάλεια που απολαύουν τόσο οι μαθητές όσο και οι καθηγητές τους στα δημόσια σχολεία». Επίσης ανέφερε ότι οι μυστικές βιντεογραφήσεις και ηχογραφήσεις έγιναν από μαθητές με τη συγκατάθεση των γονέων τους και δεν αποσκοπούσαν στην προσβολή των εκπαιδευτικών. Περαιτέρω υποστήριξε ότι δεν χρειαζόταν άδεια από τις αρχές τους σχολείου, γιατί επρόκειτο για δημόσια σχολεία και επομένως «δημόσιους χώρους», στους οποίους η είσοδος επιτρέπεται σε οποιοδήποτε και επομένως η κινηματογράφηση δεν αντιβαίνει στην πρόνοια που απαγορεύει την κινηματογράφηση σε «ιδιωτικό χώρο». Τέλος ανέφερε ότι ο σταθμός «δεν μπορεί να αποσιωπήσει ή να αποκρύψει τέτοια σοβαρά προβλήματα παραβατικότητας στα σχολεία». Η Επιτροπή, κατά την εξέταση του παραπόνου, έλαβε υπόψη το γεγονός ότι η μαθητική παραβατικότητα βρίσκεται σε έξαρση σε κάποια σχολεία, αποτελεί σοβαρό κοινωνικό φαινόμενο, απασχολεί την κοινή γνώμη και κατά συνέπεια η συζήτησή του ήταν δικαιολογημένη στο πλαίσιο της αποστολής των ΜΜΕ. Η Επιτροπή τονίζει ότι, ως θέμα αρχής, η κινηματογράφηση σε σχολεία, έστω και αν είναι δημόσια, δεν επιτρέπεται χωρίς την άδεια των αρμοδίων, πέραν των περιπτώσεων Δημοσίου Συμφέροντος, που παρατίθενται στη σχετική πρόνοια. Η Επιτροπή δεν αποδέχεται τη θέση ότι η προσωπική ασφάλεια των μαθητών και των καθηγητών ταυτίζεται με την έννοια της Δημόσιας Ασφάλειας, ούτε και ότι τα δημόσια σχολεία είναι ανοικτοί χώροι με ελεύθερη πρόσβαση για σκοπούς λήψης εικόνων. Ωστόσο, στην περίπτωση αυτή, έκρινε ότι η μυστική λήψη σκηνών ήταν, κατ’ εξαίρεση, δικαιολογημένη από τη σοβαρότητα του θέματος της μαθητικής παραβατικότητας, ενός θέματος υψίστου κοινωνικού συμφέροντος και ενδιαφέροντος, το οποίο απασχολεί τους εκπαιδευτικούς, την Πολιτεία και την κοινωνία γενικότερα. Η Επιτροπή κατέληξε στη θέση αυτή λαμβάνοντας υπόψη και το γεγονός ότι ακριβώς την ημέρα εξέτασης του παραπόνου, η πρόεδρος της ΟΕΛΜΕΚ προανήγγειλε τη λήψη απόφασης για στάση εργασίας των καθηγητών με σκοπό την ευαισθητοποίηση των αρμοδίων και της κοινωνίας για την παραβατικότητα στα σχολεία. Καταλήγοντας στην απόφαση αυτή, η Επιτροπή τονίζει ότι η απόφασή της δεν προδικάζει ανάλογη τοποθέτηση στο μέλλον, σε περιπτώσεις παραβίασης ιδιωτικών χώρων, έστω και αν αποκαλούνται δημόσιοι. Η Επιτροπή έλαβε περαιτέρω υπόψη τα κίνητρα της κινηματογράφησης ήταν η παρουσίαση του προβλήματος της παραβατικότητας σε σχολεία, καθώς και το γεγονός ότι δεν αποκαλύφθηκαν πρόσωπα και δεν ταυτοποιήθηκαν συγκεκριμένοι χώροι. Η Επιτροπή σημείωσε ότι κατά την παρουσίαση του θέματος υπήρξε τάση δραματοποίησης και κυρίως γενίκευσης, ιδιαίτερα κατά την παρουσίαση σκηνών πού λήφθηκαν μυστικά σε σχολείο. Κατά την προβολή των σκηνών αναφέρθηκε ότι «εικόνες και συμπεριφορές που θυμίζουν ποδοσφαιρικά γήπεδα είναι η εικόνα των γυμνασίων και των λυκείων της Κύπρου…». Για τη γενίκευση αυτή διαμαρτυρήθηκαν η πρόεδρος της ΟΕΛΜΕΚ και η Γενική Διευθύντρια του Υπουργείου Παιδείας, που υπέδειξαν ότι επρόκειτο για εξαιρέσεις και όχι για τον κανόνα. Επίσης, ο παρουσιαστής της εκπομπής σημείωσε ότι «συμφωνούμε όλοι ότι οι εικόνες αυτές δεν αφορούν σε όλους τους μαθητές, σε όλους τους εκπαιδευτικούς». Δεδομένου ότι στη συζήτηση εκπροσωπούντο οι ενδιαφερόμενοι φορείς και ακούστηκαν οι απόψεις τους, η Επιτροπή έκρινε ότι αφ’ ενός ικανοποιήθηκε το δικαίωμα απάντησης και αφ’ ετέρου ότι με τη δήλωση του παρουσιαστή υπήρξε συμμόρφωση προς την πρόνοια του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί διόρθωσης ανακριβών ή παραπλανητικών πληροφοριών. Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, η Επιτροπή αποφάσισε ότι δεν υπήρξε παραβίαση των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί διασυρμού, χωρίς διάκριση, του συνόλου των σχολείων, των εκπαιδευτικών και των μαθητών.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
27/2008
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
19/11/2008
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (27/2008 -9/10/08) παράπονο εναντίον της εφημερίδας «Αλήθεια» για δημοσίευση φωτογραφίας που παρουσίαζε ημίγυμνη γυναίκα να διαβάζει ξαπλωμένη σε παραλία και ενός γαϊδάρου σε κατάσταση στύσης να στέκεται δίπλα της. Η φωτογραφία, που δημοσιεύθηκε στις 9 Σεπτεμβρίου, 2008, έφερε τη λεζάντα: «Είναι για να δείτε κι εσείς πως τα γαούρκα δεν διαβάζουν βιβλία». Η Επιτροπή αποφάσισε ότι η φωτογραφία ήταν χυδαία και παραβίαζε την πρόνοια του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας για επαγγελματικό επίπεδο της υψηλότερης δυνατής στάθμης. Η Επιτροπή θεώρησε ως ελαφρυντικό το γεγονός ότι η εφημερίδα, στην αμέσως επόμενη έκδοσή της απολογήθηκε, ύστερα από τηλεφωνήματα αναγνωστών, για τη δημοσίευση της φωτογραφίας, αναφέροντας ότι «πράγματι ξέφυγε των ορίων».
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
22/2008
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
19/11/2008
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο 22/2008 -4/8/08) της Κίνησης για Ισότητα, Στήριξη, Αντιρατσισμό (ΚΙΣΑ) για το περιεχόμενο εκπομπής του τηλεοπτικού σταθμού NEW EXTRA TV με αντικείμενο τους αλλοδαπούς στην Κύπρο και τη λαθρομετανάστευση. Η απόφαση εκδίδεται με μεγάλη καθυστέρηση ως εκ του γεγονότος ότι ο τηλεοπτικός σταθμός παρέλειψε να ανταποκριθεί εγκαίρως στην παράκληση της Επιτροπής να παραθέσει τις απόψεις του και να την προμηθεύσει με το οπτικό υλικό της εκπομπής, το οποίο τελικά εξασφαλίστηκε από άλλη πηγή. Οι παραπονούμενοι υποστήριξαν ότι στην εκπομπή «Φύλλο και Φτερό» που μεταδόθηκε στις 31 Ιουλίου, 2008, στην οποία φιλοξενήθηκαν εκπρόσωποι της «Κίνησης για τη Σωτηρία της Κύπρου» εκφράστηκαν ρατσιστικές θέσεις και απόψεις, τόσο από τους δημοσιογράφους-συντονιστές όσο και από τους φιλοξενούμενους. Εθεσαν επίσης θέμα συμμετοχής στη συζήτηση ενός ατόμου, που είχε το «ίδιο επίθετο με το χρηματοδότη της εκπομπής». Ο Γενικός Διευθυντής του σταθμού κ. Ανδρέας Ζένος απάντησε στην παράκληση της Επιτροπής για παράθεση των απόψεων του σταθμού στις 27 Οκτωβρίου, 2008 και εξήγησε τους λόγους, τους οποίους η Επιτροπή αποδέχθηκε. Ως προς το θέμα του χορηγού της εκπομπής, ο κ. Ζένιος ανέφερε ότι δεν γνώριζε κατά πόσο ο εκ των φιλοξενουμένων κ. Αδάμος Κόμπος έχει οποιαδήποτε σχέση με το χορηγό της εκπομπής A. G. Kompos Electronics και υποστήριξε ότι η εκπομπή δεν έπασχε ως εκ της συμμετοχής του δεδομένου ότι ο χορηγός είναι εταιρεία ηλεκτρικών ειδών, τα οποία δεν έχουν καμία σχέση με το αντικείμενο της εκπομπής, που ήταν το θέμα της παράνομης μετανάστευσης. Ως προς το περιεχόμενο της εκπομπής, ο κ. Ζένιος ανέφερε ότι δεν το γνώριζε και δεν διέθετε οπτικογράφηση της, αλλά πρόσθεσε ότι ο συντονιστής της εκπομπής επιμένει ότι το περιεχόμενό της «ήταν καθαρά αντιρατσιστικό και ασχολήθηκε αποκλειστικά με το θέμα της «Παράνομης Μετανάστευσης» χωρίς ρατσιστικά κριτήρια». Επί πλέον ανέφερε ότι η πολιτική του σταθμού «είναι η πλήρης συμμόρφωση με τους διάφορους Κώδικες Δεοντολογίας» και ότι σε περιπτώσεις στις οποίες κάποιος προσκεκλημένος ενεργήσει κατά παράβασή τους, ο εκπρόσωπος του σταθμού οφείλει να τον διακόψει, να ανασκευάσει τους ισχυρισμούς και αν ο φιλοξενούμενος δεν συμμορφώνεται, να διακόπτει την εκπομπή. Τέλος ο κ. Ζένιος ανέφερε ότι «αν από τη διερεύνηση των καταγγελιών προκύψει πως ο συντονιστής (υπό την πίεση της ζωνταντής φήσης της εκπομπής) δεν ενήργησε σύμφωνα με τις πιο πάνω οδηγίες», ο σταθμός θα φροντίσει να δώσει στον παραπονούμενο την ευκαιρία να εμφανισθεί σε κάποιο μελλοντικό πρόγραμμα για να ανασκευάσει τους ισχυρισμούς που ενθαρρύνουν το ρατσισμό. Η Επιτροπή σημείωσε με ενδιαφέρον τις θέσεις του κ. Ζένιου και αποφάσισε ότι υπό τις περιστάσεις είναι σκόπιμη μια αδρή παράθεση του περιεχομένου της εκπομπής, όπως προκύπτει από μαγνητοσκόπηση, η οποία εξασφαλίστηκε από άλλη πηγή. Στην εκπομπή συμμετείχαν ο παρουσιαστή της και μία δημοσιογράφος του τηλεοπτικού σταθμού και τέσσερις φιλοξενούμενοι. Ο παρουσιαστής της εκπομπής ανέφερε ότι επέλεξε να ασχοληθεί «με το θέμα των αλλοδαπών» και δεν διευκρίνισε την ιδιότητα υπό την οποία μετείχαν στη συζήτηση οι φιλοξενούμενοι, πέραν της αναφοράς στην αρχή της εκπομπής ότι ένας από αυτούς, ο κ. Αδάμος Κόμπος είναι Δημοτικός Σύμβουλος και στο τέλος ότι ήταν ο χορηγός της εκπομπής. Οι άλλοι συζητητές ήταν ο κ. Πανίκος Αρσαλίδης, ο κ. Πέτρος Στυλιανού, ο οποίος ανέφερε ότι μιλούσε εκ μέρους της «Κίνησης για τη Σωτηρία της Κύπρου» και ο κ. Βίας Λειβαδάς, από τα λεχθέντα του οποίου προκύπτει ότι και αυτός είναι στέλεχος της Κίνησης. Καθ’ όλη τη διάρκεια της συζήτησης, που κράτησε μια ώρα περίπου, ακούστηκαν οι ίδιες απόψεις από όλους, περιλαμβανομένου του παρουσιαστή, που δεν αμφισβήτησε ο,τιδήποτε αναφέρθηκε από τους προσκεκλημένους και δεν ζήτησε υποστήριξη ή τεκμηρίωση των στοιχείων που ανέφεραν. Σε γενικές γραμμές, η όλη συζήτηση ήταν καθολικά εχθρική προς τους αλλοδαπούς. Ο κ. Κόμπος υποστήριξε ότι η παρουσία παράνομων εργατών στην Κύπρο είναι «μέρος του στρατηγικού σχεδίου της Τουρκίας για να μας δημιουργήσει ζημιά» και ότι «η παρουσία πολλών ξένων δεν επιδρά θετικά στην οικογένεια», «επιδρά κοινωνικά, εθνικά, θρησκευτικά και ακόμη και στην εργασία» και «οδηγεί σε αποχή των νέων από την εργασία». Ο κ. Λειβαδάς αναφέρθηκε σε μια πληροφορία ότι υπάρχουν 700 χιλιάδες έποικοι στην Κύπρο, ότι η λαθρομετανάστευση «είναι στοχευμένος εποικισμός από την Τουρκία» και περαιτέρω ότι «η Αγγλία είναι πίσω από τον εποικισμό και τη λαθρομετανάστευση». Ο κ. Στυλιανού αναφέρθηκε σε παρουσία 170 ξένων στην Κύπρο, από τους οποίους, όπως είπε, οι μισοί είναι παράνομοι και υποστήριξε ότι με το ρυθμό αύξησής τους σε 15 χρόνια θα είναι περισσότεροι από το γηγενή πληθυσμό. Την ίδια άποψη υποστήριξε και ο κ. Αρσαλίδης, ο οποίος επίσης αναφέρθηκε σε «οπτική εκτίμηση» ότι οι ξένοι συνιστούν το 50% του σημερινού πληθυσμού της Κύπρου και ότι η αναλογία των Κυπρίων (Ελλήνων) έπεσε από το 82% στο 54%. Είπε ακόμη ότι ένα εκατομμύριο άνθρωποι περιμένουν στη Λατάκεια για να μπαρκάρουν για την Κύπρο. Στη συνέχεια έγινε συζήτηση για την επίδραση των αλλοδαπών στο έγκλημα. Ο παρουσιαστής ρώτησε τον κ. Κόμπο κατά πόσο πιστεύει «ότι στην αύξηση της εγκληματικότητας έχουν διαδραματίσει και αυτοί το δικό τους ρόλο». Ο κ. Κόμπος απάντησε: «Δυστυχώς είναι κάποια ξενόφερτα συστήματα. Ας πάρουμε τις επιθέσεις με μαχαίρια. Στην Κύπρο οι δικοί μας πολύ σπάνια χρησιμοποιούσαν μαχαίρι. Τώρα πολύ τακτικά βλέπουμε να γίνεται η χρήση του μαχαιριού…Οι διαρρήξεις…αυτά είναι πράγματα ξενόφερτα...και ενισχύουν και τους δικούς μας που έχουν ξεφύγει .. ναρκωτικά είναι αρκετές παρανομίες που μας έχουν φέρει, μας έχουν μεταδώσει…όλα αυτά είναι κακό για την κοινωνία μας…» Παρουσιαστής: Και η πορνεία…; Κόμπος:… και η πορνεία, βεβαίως όλα αυτά είναι συνεπακόλουθα της παρουσίας όλων αυτών των ξένων οι οποίοι προέρχονται από πολύ χαλαρούς κοινωνικούς και οικογενειακούς δεσμούς…έρχονται εδώ, μεταδίδουν όλα αυτά τα πράγματα και δυστυχώς έχουμε όλο αυτό το κατάντημα της κοινωνίας μας». Λειβαδάς: Από στοιχεία που έχουμε πάρει από την Αστυνομία, η εγκληματικότητα έχει αυξηθεί πέραν του 50% από εγκλήματα που γίνονται από αλλοδαπούς. Ακόμα σε θέματα υγείας, αρρώστιας, λόγω της αύξησης των λαθρομεταναστών που δεν ελέγχονται, έχουν αυξηθεί και το έγκλημα και η αρρώστια.. Παρουσιαστής: Δεν ξέρω αν συμφωνείτε… και η κυπριακή οικογένεια έφθασε στο «δε βαριέσαι αδελφέ»...Δεν είμαστε ρατσιστές, κάθε άλλο... Σε μια παραδοσιακή οικογένεια, η γιαγιά θα μεγάλωνε ένα νήπιο, ο παππούς θα μεγάλωνε το νήπιο και θα έπαιρνε σήμερα τις βασικές του αρχές αυτό το παιδάκι… Ξέρετε τι είναι σήμερα για ένα βρέφος, να ανοίγει τα μάτια του και να βλέπει άλλα χρώματα, να ακούει γλώσσα που να μη την καταλαβαίνει….Μιλούμε για τη νέα γενιά της Κύπρου….Πώς η νέα γενιά της Κύπρου… θα αναγιώσει το μωρό μια κοπέλα από την Ινδία…Η κυπριακή οικογένεια έχει φθάσει στο «δε βαριέσαι αδελφέ». Ισως αυτό να παίζει ρόλο για τη νέα γενιά, που λέγεται ότι είναι επαναστατική. Μα παλιά τα παιδιά όταν τα μεγάλωναν ο παππούς και η γιαγιά ήταν υποδείγματα μαθητών, σέβονταν τους μεγαλύτερους…όταν σήμερα βλέπει άλλα χρώματα, γλώσσα που δεν την καταλαβαίνουν, ακούουν τα σριλανκάζικα και τα ινδιάνικα μεγαλώνοντας είναι σαν να μεγαλώνει σε άλλη χώρα, με άλλες νοοτροπίες, γι’ αυτό υπάρχει μια σχετική επανάσταση συμπεριφοράς των παιδιών…» Η Επιτροπή, αφού μελέτησε το περιεχόμενο της εκπομπής και τα άλλα ενώπιόν της στοιχεία και αφού προέβη σε διερεύνηση διαπίστωσε ότι ένας εκ των συζητητών, ο κ. Αδάμος Κόμπος ήταν το ίδιο πρόσωπο με τον ιδιοκτήτη ή και διευθυντή της εταιρείας-χορηγού της εκπομπής. Κατά συνέπεια η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η εκπομπή, αν και δεν είχε ως αντικείμενό της τα είδη που εμπορεύεται ο χορηγός της, έπασχε ως προς το τεκμήριο της αντικειμενικότητας που έπρεπε να είχε, όπως καταφάνηκε και από το γεγονός ότι ο παρουσιαστής σε καμιά περίπτωση δεν αμφισβήτησε όσα εκ των ανωτέρω ανέφερε ο κ. Κόμπος. Περαιτέρω η Επιτροπή θεωρεί ότι η εκπομπή έπασχε επίσης ως προς την αντικειμενικότητά της, ως εκ του γεγονότος ότι δε λήφθηκε μέριμνα για παρουσίαση της αντίθεσης άποψης. Περαιτέρω η Επιτροπή αποφάσισε ότι η εκπομπή, παρά την περί του αντιθέτου άποψη του παρουσιαστή της, είχε έντονα ξενοφοβικό και ρατσιστικό χαρακτήρα και θα ήταν δυνατό να ενσπείρει ανησυχία και πανικό και να διεγείρει μίσος, απέχθεια και αποστροφή προς τους ξένους με την αναφορά στοιχείων τα οποία δεν τεκμηριώθηκαν, όπως για παράδειγμα ότι η λαθρομετανάστευση αποτελεί σχέδιο της Τουρκίας σε βάρος της Κύπρου, ότι ένα εκατομμύριο άνθρωποι περιμένουν να έλθουν στην Κύπρο από τη Λατάκεια και ότι σε 15 χρόνια οι ξένοι εργάτες και λαθρομετανάστες λόγω του ρυθμού γεννητικότητας 5% θα ξεπεράσουν σε αριθμό το γηγενή πληθυσμό. Ο τελευταίος ισχυρισμός συνιστά ανακρίβεια, γιατί προϋποθέτει ότι οι ξένοι, και αν ακόμη θεωρηθεί ότι ο αριθμός τους είναι ακριβής (170 χιλιάδες, με τους μισούς να είναι παράνομοι και με ρυθμό αύξησης 5%) είναι όλοι τεκνοποιούντα ζεύγη. Επίσης προϋποθέτει ότι νόμιμοι εργάτες και λαθρομετανάστες θα παραμείνουν μόνιμα στην Κύπρο και δεν θα επιστρέψουν στις πατρίδες τους. Επίσης σημείωσε ότι ο ισχυρισμός του παρουσιαστή ότι η νέα γενιά είναι επαναστατική επειδή τα παιδιά δεν τα «αναγιώνουν» γιαγιάδες και παππούδες, αλλά αλλοδαπές, πέραν της ρατσιστικής υφής του, συνιστά ανακρίβεια και παραπλάνηση. Δεν παρουσιάστηκε καμιά τεκμηρίωση –έστω και με την απλή έκφραση γνώμης ενός ειδικού- ότι παιδιά τα οποία μεγαλώνουν με τη φροντίδα αλλοδαπών γυναικών αναπτύσσουν επιθετική ή «επαναστατική» συμπεριφορά, ενώ παράλληλα η σημερινή «επαναστατική» νέα γενιά δεν είναι δυνατό να απέκτησε τη συμπεριφορά που της αποδίδεται επειδή οι σημερινοί έφηβοι μεγάλωσαν κάτω από τη φροντίδα αλλοδαπών γυναικών, δεδομένου ότι το φαινόμενο των αλλοδαπών νταντάδων είναι μόλις πρόσφατο. Η Επιτροπή θεωρεί, συνεπώς, ότι οι θέσεις που αναφέρθηκαν κατά τη συζήτηση και παρατίθενται πιο πάνω συνιστούν βάναυση παραβίαση των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί αποφυγής οποιασδήποτε απ’ ευθείας ή άλλης αναφοράς εναντίον προσώπου, που περιέχει στοιχεία προκατάληψης με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη γλώσσα, τη θρησκεία και την εθνική προέλευση.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
26/2008
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
19/11/2008
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (26/2008 -29/8/08) παράπονο εναντίον της εφημερίδας «Αλήθεια» για δημοσίευμα που αναφερόταν σε κατ’ ισχυρισμό άσκηση πορνείας σε υποστατικό στη Λευκωσία. Το δημοσίευμα, ημερομηνίας 19 Αυγούστου, 2008, περιλάμβανε φωτογραφία της ύποπτης, λεπτομέρειες για την ιδιωτική της ζωή και τα φερόμενα αδικήματα στα οποία κατ’ ισχυρισμόν εμπλέκεται. Η εφημερίδα, ανταποκρινόμενη με σχετικά μεγάλη καθυστέρηση σε παράκληση της Επιτροπής να παραθέσει τις απόψεις της, ανέφερε ότι το δημοσίευμά της συνιστούσε αναδημοσίευση από το κυπριακό παράρτημα ελληνικής εφημερίδας και ότι σκοπός δεν ήταν να εκτεθεί οποιοδήποτε άτομο αλλά να δοθεί πληροφόρηση «δεδομένου ότι γίνονταν αρκετές συζητήσεις για την ταυτότητα της ύποτπης». Η Επιτροπή σημειώνει ευθύς εξ αρχής ότι η αναδημοσίευση από οποιοδήποτε έντυπο, ακόμη και επίσημο, δεν αποτελεί ούτε δικαιολογία, ούτε υπεράσπιση, έστω και αν η αναδημοσίευση προέρχεται από επίσημο ή αστυνομικό έγγραφο. Η παραβίαση του τεκμηρίου της αθωότητας ή ο διασυρμός ατόμων σε αστυνομικές ανακοινώσεις δεν απαλλάσσει τα ΜΜΕ και τους δημοσιογράφους της ευθύνης να τηρούν τις πρόνοιες του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, απαλείφοντας από τις ειδήσεις τους αναφορές που έρχονται σε αντίθεση με τον Κώδικα. Η Επιτροπή αποφάσισε επίσης ότι η δικαιολογία πως σκοπός του δημοσιεύματος ήταν η πληροφόρηση του κοινού επειδή γίνονταν συζητήσεις ως προς την ταυτότητα της ύποπτης δεν συνιστά επίσης υπεράσπιση ή βάσιμη δικαιολογία. Η Επιτροπή σημείωσε επίσης ότι τα γεγονότα τα οποία αναφέρονται στο δημοσίευμα δεν αποδείχθηκαν επί δικαστηρίου και συνεπώς πληροφορίες από οπουδήποτε αλλού προέρχονται δεν είναι δυνατό να θεωρούνται ως αδιαμφισβήτητα γεγονότα. Κατά συνέπεια η Επιτροπή αποφάσισε ότι το δημοσίευμα συνιστούσε παραβίαση των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί σεβασμού του τεκμηρίου αθωότητας και περί σεβασμού της ιδιωτικής ζωής και μη διασυρμού της υπόληψης ατόμων. Η Επιτροπή επιθυμεί να τονίσει ότι η ικανοποίηση της περιέργειας του κοινού για γεγονότα τα οποία δεν έχει νόμιμο συμφέρον να γνωρίζει δεν συνιστά δικαιολογία για παραβίαση των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας.