*Οι παλαιότερες αποφάσεις της ΕΔΔ αναδημοσιεύονται από το αρχείο και δεν έχει γίνει καμία παρέμβαση στο περιεχόμενό τους.
*Οι παλαιότερες αποφάσεις της ΕΔΔ αναδημοσιεύονται από το αρχείο και δεν έχει γίνει καμία παρέμβαση στο περιεχόμενό τους.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
4/2011
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
20/10/2011
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (4/24/3/11) από το Σύνδεσμο “Μαχητές Α΄ Λόχου 211 ΤΠ 1974», σύμφωνα με το οποίο αναφορές που δημοσιεύονται στο δεύτερο τόμο της Ιστορίας της Κυπριακής Δημοκρατίας (1970-1979), που εκδίδεται και κυκλοφορεί από το «Φιλελεύθερο», είναι ανακριβείς. Το επίμαχο απόσπασμα περιέχεται στο 2ο τόμο της σειράς, κεφάλαιο 6, σελ. 92 και αναφέρει: «Στον κεντρικό τομέα, σκληρές μάχες διεξήχθησαν στη δυτική Λευκωσία. Το 336 ΤΕ, με την ενίσχυση δύναμης του 211 ΤΠ, είχε την ευθύνη της άμυνας από την οδό Λήδρας, τον Αγιο Παύλο, μέχρι το Ανατολικό άκρο του στρατοπέδου της ΕΛΔΥΚ. Επί τρεις μέρες, από τις 14 μέχρι τις 16 Αυγούστου, οι Τούρκοι εξαπέλυσαν σφοδρότατες επιθέσεις, επιδιώκοντας την κατάληψη του Αγίου Δομετίου, του Αγίου Παύλου και συνοικιών της παλαιάς πόλης της Λευκωσίας. Οι άνδρες του 336 ΤΕ, με επικεφαλής τον διοικητή τους, ταγματάρχη Δημήτριο Αλευρομάγειρο, προέβαλαν πρωτοφανή αντίσταση και με υπερβάλλοντα ηρωϊσμό κατόρθωσαν να ανατρέψουν όλες τις τουρκικές επιθέσεις και να προκαλέσουν στον αντίπαλο μεγάλες απώλειες. Ο 2ος Λόχος του 336 ΤΕ με εξαιρετική αυταπάρνηση υπερασπίστηκε την περιοχή που είναι οι Κεντρικές Φυλακές…» Σύμφωνα με το παράπονο, οι αναφορές αυτές δίδουν την εντύπωση ότι το 336 ΤΕ ήταν εκεί ανέκαθεν και ότι το ενίσχυσε «δύναμη του 211 ΤΠ», ενώ η ιστορική πραγματικότητα είναι ότι «το 211 ΤΠ βρισκόταν εκεί από τον Οκτώβριο του 1964» και η «δύναμη» που αναφέρεται ότι ενίσχυσε το 336ΤΕ «είχε όνομα» και «πρόκειται για τον Α’ λόχο του 211 ΤΠ, που κράτησε τη γραμμή και κατά τον 1ο γύρο, όταν το 336 ΤΕ μόλις είχε επιστρατευθεί στο Πραστειό Αμμοχώστου». Ο «Φιλελεύθερος» προσφέρθηκε να δημοσιεύσει κείμενο που θα του απέστελλαν οι παραπονούμενοι για τη δράση των λόχων του 211ΤΠ ή αφηγήσεις συστρατιωτών τους που πολέμησαν κατά το 1974 ώστε να φιλοξενηθούν αυτούσιες στους δύο τόμους που εκδόθηκαν από τον "Φιλελεύθερο" για το 1974 με τίτλο "Μάρτυρες και Μαρτυρίες". Οι παραπονούμενοι απάντησαν ότι δεν ετίθετο θέμα δημοσίευσης προσωπικών αφηγήσεων αλλά διόρθωσης μιας δημοσίευσης, την οποία θεωρούσαν «παραχάραξη των ιστορικών γεγονότων». Κατόπιν τούτου η Επιτροπή αποτάθηκε στο ΓΕΕΦ και ζήτησε στοιχεία γύρω από το επίμαχο θέμα, όπως προκύπτουν από τα επίσημα αρχεία. Η επίσημη απάντηση του ΓΕΕΦ αναφέρει: «Ο Τομέας Ευθύνης του 211 ΤΠ τον Ιούλιο 1974, περιελάμβανε όλα τα φυλάκια της τότε "πράσινης γραμμής", η οποία άρχιζε από το φυλάκιο 1001, νότια της ΤΟΥΡΔΥΚ, μέχρι την περιοχή Τράχωνα. Τα όρια του 1ου Λόχου του 211 ΤΠ περιελάμβαναν την περιοχή από το Φυλάκιο 1001 (ΤΟΥΡΔΥΚ) μέχρι το Φυλάκιο 1036 (ΜΑΓΚΛΗ). Κατά την 1n φάση της Τουρκικής εισβολής και καθόλη την διάρκεια της, ο Λόχος διατήρησε επιτυχώς τις θέσεις του στον Τομέα Ευθύνης του. Μετά την συμφωνία κατάπαυσης του πυρός και συγκεκριμένα τη νύχτα της 23ης Ιουλ 1974, ο τομέας του 1ου Λόχου ανατέθηκε στο 336 ΤΕ, το οποίο μεταφέρθηκε από την Αμμόχωστο για την ενίσχυση της Μονάδος. Ο Τομέας αυτός παρέμεινε μέχρι το τέλος της εισβολής υπό την ευθύνη του 336 ΤΕ, το οποίο ενεργούσε υπό τον επιχειρησιακό έλεγχο του 211 ΤΠ. Στις 11 Νοεμβρίου, 1974, το 336 ΤΕ ενσωματώθηκε μετά από διαταγή του ΓΕΕΦ, στο 211 ΤΠ. Οι οπλίτες του 1ου Λόχου παρέμειναν στον τομέα τους υπό τη διοίκηση του 211 ΤΠ. Οσον αφορά στο ερώτημα αναφορικά με τη σχέση του 211 ΤΠ και του τότε Διοικητή του 336 ΤΕ, Τχη (ΠΖ) Δημήτριου Αλευρομάγειρου, σύμφωνα με την ΗΔ του 211 ΤΠ: Το 336 ΤΕ ενεργούσε υπό τον επιχειρησιακό έλεγχο του 211 ΤΠ. Μετά την συγχώνευση του με το 211 ΤΠ, στον Τχη (ΠΖ) Δημήτριο Αλευρομάγειρο ανατέθηκαν καθήκοντα του Αξκου 3eu Γραφείου». Επί πλέον, η Επιτροπή πήρε στοιχεία από το πολεμικό ημερολόγιο του 211 ΤΠ και για τις δύο φάσεις της εισβολής, από το οποίο προκύπτουν τα ακόλουθα για τη δράση του Τάγματος στις μάχες της Λευκωσίας: 20 Ιουλίου, 1974 Από πρωί το τάγμα εφάρμοσε γενικό συναγερμό και μετακινήθηκε στο χώρο διασποράς εφαρμόζοντας τα προβλεπόμενα σχέδια επιχειρήσεων. Καθ όλη τη διάρκεια της ημέρας δεχόταν επιθέσεις από αέρος, καθώς και καταιγιστικά πυρά όλμων, πολυβόλων και αντιαρματικών σε ολόκληρο τον τομέα του. Η ρίψη αλεξιπτωτιστών συνοδεύτηκε με απώλεια του ημέτερου υψώματος Χοιροστασίου, το οποίο ανακαταλήφθηκε μετά από αντεπίθεση του Τάγματος, διατηρώντας επιτυχώς της θέσεις σ’ ολόκληρο το μήκος της πράσινης γραμμής. Κατά την νύκτα της 20ης Ιουλίου, ο εχθρός συνέχιζε να προσβάλλει το τάγμα με συγκεντρωτικά καταιγιστικά πυρά. 21 Ιουλίου, 1974 Την 06.35 πρωινή ώρα άρχισε η προσβολή του τομέα του Τάγματος από την αεροπορία, Το Τάγμα συνέχισε να αμύνεται στις κατεχόμενες θέσεις του με επιτυχία. Την ίδια μέρα είχε 27 απώλειες, οι οποίες αναπληρώθηκαν με εθελοντές και εφέδρους. 22 Ιουλίου 1974 Ο εχθρός συνέχισε να προσβάλλει τα φυλάκια στη ζώνη ευθύνης του Τάγματος με όλα τα διαθέσιμα πυρά του. Εκμεταλλευόμενος τη συμφωνία καταπαύσεως του πυρός, στις 15.50 εξαπέλυσε ταυτόχρονη επίθεση σε δύο κατευθύνσεις, πετυχαίνοντας κατάληψη πέντε φυλακίων του τομέα 3ου λόχου, αναχαιτισθείς στο χωριό Τράχωνας. Ο εχθρός στους υπόλοιπους τομείς του Τάγματος ουδέν επέτυχε. 23 Ιουλίου 1974 Οι εχθρικές δυνάμεις συνέχισαν την επίθεσή τους, παρά τη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός. Στις 07.30 αντεπίθεση του 3ου λόχου για αποκατάσταση του ΠΟΤ απέτυχε. 24 Ιουλίου, 1974 Φίλια τμήματα, παρά την σφοδρότητα των εχθρικών πυρών, υπερασπίζουν με σθένος τις θέσεις που κατέχουν αποκρούοντας τις εχθρικές επιθέσεις των υπέρτερων δυνάμεων. Ο εχθρός ασχολείται με τη συστηματική οργάνωση του εδάφους, κατασκευάζοντας νέες θέσεις μάχης και πολυβολεία, σε οικίες και καταστήματα, με τη βοήθεια εκσκαφέων, γαιόσακων και άλλων υλικών οχυρώσεως. 25 Ιουλίου έως 13 Αυγούστου 1974 Το Τάγμα συνεχίζει να αμύνεται στις θέσεις που κατέχει και αποκρούει τις προσπάθειες προώθησης του εχθρού στη γραμμή καταπαύσεως του πυρός. Ο εχθρός εκμεταλλεύθηκε την εκεχειρία και προέβηκε σε βελτίωση των θέσεών του στο 2ο και 3ο λόχο, με προωθήσεις και καταλήψεις σπιτιών κοντά στη γραμμής επαφής. Εξακολουθεί να προσβάλλει με πυρά τα φίλια τμήματα καθώς και παρατηρητήρια ΕΔ, ενώ παράλληλα προβαίνει σε λεηλασίες και πυρπολεί ελληνικά καταστήματα στην πράσινη γραμμή. 14 Αυγούστου 1974 Από 04.45 ο εχθρός άρχισε να προσβάλλει με αεροσκάφη την περιοχή Λακατάμειας-Κυθρέας-ΕΛΔΥΚ και τη ζώνη ευθύνης του τάγματος. Ταυτόχρονα ολόκληρος ο τομέα της Μονάδας βαλλόταν με σφοδρά πυρά πυροβολικού, όλμων και όπλων ευθυτενούς τροχιάς. Οι προσβολές συνεχίστηκαν με αμείωτη σφοδρότητα στην περιοχή Αγίου Παύλου, ενώ τα φυλάκια του τάγματος υπέστησαν σοβαρές ζημιές. Το τάγμα, παρά την ισχυρή πίεση που δέχθηκε τόσο από την αεροπορία όσο και από το πεζικό και τα άρματα, αμύνθηκε επιτυχώς στον τομέα του. 15 Αυγούστου 1974 Εχθρικές δυνάμεις εξακολουθούν και σήμερα να προσβάλλουν τα φυλάκια του τάγματος με μεγάλη χρήση όλμων και αντιαρματικών. Στις 05.30 ο εχθρός χτύπησε το σπίτι του Έλληνα πρέσβη με πολυβόλα και όλμους. Η σφοδρότητα των πυρών επεκτάθηκε σ’ ολόκληρο τον τομέα του τάγματος. Τα φυλάκια προσβάλλονταν το ένα μετά το άλλο και καταστρέφονταν. Το τάγμα, παρά την εχθρική πίεση και υπεροπλία κατόρθωσε να διατηρήσει τις θέσεις που κατείχε με ελάχιστες αλλαγές θέσεις, λόγω καταστροφής ορισμένων φυλακίων. Όσα φυλάκια καταστράφηκαν εντελώς αντικαταστάθηκαν με θέσεις σε σπίτια 10- με 15 μέτρα πίσω από αυτά. 16 Αυγούστου 1974 Ο εχθρός στις 15.40 επανέλαβε την προσπάθειά του στον ίδιο τομέα με την υποστήριξη της αεροπορίας, αλλά απέτυχε να διασπάσει τον τομέα του τάγματος, το οποίου διατήρησε τις θέσεις που κατείχε». Όπως προκύπτει από τις πιο πάνω επίσημες θέσεις, τεκμηριώνεται η ύπαρξη ανακρίβειας στο υπό κρίση δημοσίευμα. Το 211 ΤΠ βρισκόταν και είχε την ευθύνη της άμυνας της «Πράσινης Γραμμής» από το 1964. Το 1974 κράτησε το βάρος της άμυνας της περιοχής Λευκωσίας και κατά τις δύο φάσεις της Τουρκικής εισβολής. Στο δημοσίευμα παραλείπεται η αναφορά στην παρουσία του 1ου Λόχου του 211 ΤΠ από την οδό Λήδρας μέχρι το στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ, πολύ πριν από το 1974 και στο γεγονός ότι κράτησε χωρίς απώλεια εδάφους την περιοχή ευθύνης του. Μετά την πρώτη φάση της εισβολής, κατά την εκεχειρία, έχοντας μεταφερθεί από την Αμμόχωστο, το 336 ΤΕ ενίσχυσε το βράδυ της 23ης Ιουλίου, 1974 το 211 ΤΠ στον τομέα ευθύνης του 1ου Λόχου, που εξακολουθούσε να βρίσκεται στην περιοχή. Το επίμαχο απόσπασμα αφορά στη δεύτερη φάση της εισβολής τον Αύγουστο του 1974. Όμως, όπως διατυπώθηκε, ανακριβώς δίδεται η εντύπωση ότι το 336 ΤΕ ήταν η μόνη στρατιωτική δύναμη που βρισκόταν στην περιοχή και παραλείπεται αναφορά στην παρουσία ειδικά του Α’ Λόχου, αλλά και γενικότερα στην παρουσία του 211 ΤΠ, δηλαδή του τάγματος υπό τον επιχειρησιακό έλεγχο του οποίου τέθηκε το 336 ΤΕ και άλλες δυνάμεις που ενίσχυσαν τον τομέα. Αυτή η εντύπωση ενισχύεται από την ειδική αναφορά στις μάχες που έγιναν στην περιοχή των Κεντρικών Φυλακών. Εκεί είχαν διεξαχθεί μάχες από τον 1ο Λόχο του 211 ΤΠ και κατά την πρώτη φάση της εισβολής. Από τα παρασχεθέντα από το ΓΕΕΦ στοιχεία προκύπτει πως το 211 ΤΠ βρισκόταν στην περιοχή και κατά τη δεύτερη φάση της εισβολής και έδωσε μάχες με τους εισβολείς. Η Επιτροπή, θεωρεί αναγκαίο, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι η δημοσίευση έγινε σε βιβλίο, όπως θέσει στη διάθεση των εκδοτών την ανωτέρω επίσημη θέση του ΓΕΕΦ και τα γεγονότα όπως προκύπτουν από το πολεμικό ημερολόγιο του 211 ΤΠ προκειμένου να ενεργήσουν δεόντως και με τον πιο πρόσφορο τρόπο, με βάση τις πρόνοιες του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί επανόρθωσης ανακριβών ή παραπλανητικών πληροφοριών.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
11/2011
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
20/10/2011
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ,ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (11/29/7/20/11) εκ μέρους του Αρχηγού Αστυνομίας ότι δημοσίευμα της εφημερίδα Αλήθειας στις 28/7/2001 περιείχε αναφορές στον Αρχηγό Αστυνομίας, κ. Μιχαήλ Παπαγεωργίου και τον Βοηθό Αρχηγό Αστυνομίας, κ. Ανδρέα Ιατρόπουλο, οι οποίες «ουδόλως ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα» και συνιστούν δημοσίευση ψευδών ειδήσεων. Το παράπονο ανέφερε ότι το δημοσίευμα αποτελούσε «συνειδητή προσπάθεια παρέμβασης στην αστυνομική ανάκριση», σχετικά με τις ποινικές ευθύνες για την έκρηξη στη ναυτική βάση «Ευάγγελος Φλωράκης» και επίσης ότι ο Αρχηγός της Αστυνομίας είχε εισηγηθεί στο Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας το διορισμό ανεξάρτητου ποινικού ανακριτή για διερεύνηση του θέματος. Δεδομένου ότι δεν διορίστηκε ποινικός ανακριτής, η Επιτροπή αποφάσισε να προχωρήσει στην εξέταση του παραπόνου. Το δημοσίευμα, υπό τον τίτλο «Αστυνομία-Εβγαλε έξω την ουρά της…» υποστήριζε ότι η ηγεσία της Αστυνομίας γνώριζε από την πρώτη στιγμή τον κίνδυνο του φορτίου Ιρανικών εκρηκτικών και πυρομαχικών του πλοίου Monchegorsk, αλλά αντί να αναλάβει και τις δικές της ευθύνες, έθεσε σε διαθεσιμότητα την ηγεσία της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας. Η εφημερίδα επικαλέστηκε έγγραφα που κατατέθηκαν στην Επιτροπή Αμυνας της Βουλής, σύμφωνα με τα οποία η ηγεσία της Αστυνομίας γνώριζε από πρώτο χέρι την επικινδυνότητα των εμπορευματοκιβωτίων που τοποθετήθηκαν στη ναυτική βάση στο Μαρί, δεδομένου ότι ο υπαρχηγός της Αστυνομίας κ. Ιατρόπουλος βρισκόταν επικεφαλής σύσκεψης που πραγματοποιήθηκε στις 6.2.2009 στη Λεμεσό, κατά την οποία «αναφέρθηκε ο μεγάλος κίνδυνος που περιείχαν τα εμπορευματοκιβώτια». Λόγω του κινδύνου έγιναν δύο εισηγήσεις, δηλαδή να μεταφερθεί το πλοίο δύο ναυτικά μίλια από το λιμάνι Λεμεσού ή στην περιοχή του Βασιλικού, σε απόσταση δύο ναυτικών μιλίων από την ακτή. Περαιτέρω, η είδηση ανέφερε ότι «επίσης, σύμφωνα με τα ίδια εμπιστευτικά έγγραφα, ο κ. Ιατρόπουλος συμμετείχε σε σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε στη ναυτική βάση «Ευάγγελος Φλωράκης» στις 6/7/2011, δηλαδή πέντε μέρες πριν από την έκρηξη». Η εφημερίδα επικαλέστηκε έγγραφο ημερομηνίας 30/1/2009 με την υπογραφή του υπαρχηγού της Αστυνομίας κ. Ιατρόπουλου, στο οποίο αναφερόταν ότι το φορτίο του πλοίου Monchegorsk ήταν επικίνδυνο. Η εφημερίδα, επικαλούμενη πληροφορίες από κλειστή συνεδρία της Επιτροπής Αμυνας της Βουλής, δημοσίευσε ότι ο κ. Ιατρόπουλος, εξεταζόμενος από μέλη της παραδέχθηκε «ότι τόσο ο ίδιος όσο και η ηγεσία της Αστυνομίας (σσ: Αρχηγός Αστυνομίας τότε ήταν ο Ιάκωβος Παπακώστας…) γνώριζαν για την επικινδυνότητα του φορτίου του πλοίου…» Επίσης επικαλέστηκε αναφορές του βουλευτή Κώστα Κωνσταντίνου σε συνεδρία κοινοβουλευτικής επιτροπής, ο οποίος «μίλησε για θυματοποίηση των ανδρών της πυροσβεστικής (που τέθηκαν σε διαθεσιμότητα) από την Αστυνομία, τη στιγμή που οι ευθύνες της τελευταίας, αλλά και του Υπουργού Δικαιοσύνης, είναι πολύ περισσότερες από αυτές τις Πυροσβεστικής. Τόνισε επίσης, πως με την κίνησή της αυτή η Αστυνομία έβγαλε έξω την ουρά της από την τραγωδία αυτή…» Περαιτέρω ανέφερε ότι όταν ο βουλευτής Γιώργος Γεωργίου ρώτησε τον κ. Ιατρόπουλο αν ενημέρωσε τον αρχηγό της Αστυνομίας για τον κίνδυνο του φορτίου, ο τελευταίος απάντησε θετικά. Η Αστυνομία ανέφερε στο παράπονό της ότι ο πηχυαίος τίτλος που χρησιμοποίησε ο δημοσιογράφος μόνο εσφαλμένες εντυπώσεις και παραπλάνηση μπορούσε να προκαλέσει και ότι το δημοσίευμα συνιστούσε «σοβαρή παραβίαση του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας , με δυσμενείς επιπτώσεις στην εικόνα της Αστυνομίας καθ’ ότι προβαίνει σε ανακριβείς και άστοχους χαρακτηρισμούς». Η Αστυνομία διαβίβασε επιστολή στην εφημερίδα που ανέφερε ότι ο Αρχηγός της Αστυνομίας δεν είχε ουσιαστική εμπλοκή στην όλη υπόθεση και διέψευδε ότι ο κ. Ιατρόπουλος πήρε μέρος σε σύσκεψη στις 6/7/2011. Η εφημερίδα δημοσίευσε την επιστολή στις 29/7/2011 και απολογήθηκε για τη λανθασμένη πληροφόρηση περί συμμετοχής του κ. Ιατρόπουλου στη σύσκεψη της 6ης Ιουλίου, 2011. Παράλληλα δημοσίευσε είδηση υπό τον τίτλο «Διαψεύδει η Αστυνομία-Απαντούμε με έγγραφα» εμμένοντας στις πληροφορίες της ότι σε σύσκεψη της Επιτροπής Αμυνας της Βουλής κατατέθηκαν έγγραφα «σύμφωνα με τα οποία τόσο η ηγεσία της Αστυνομίας, τέως και νυν, όσο και ο νυν υπουργός Δικαιοσύνης γνώριζαν από πρώτο χέρι τον κίνδυνο-θάνατο που περιείχαν τα εμπορευματοκιβώτια…και ότι επίσης αρκετά από τα εμπιστευτικά αυτά έγγραφα υπογράφονται από το βοηθό αρχηγό Αστυνομίας, Ανδρέα Ιατρόπουλο…» Η εφημερίδα δημοσίευσε φωτοτυπίες εγγράφων που υποστηρίζουν τη θέση της ότι η αστυνομία γνώριζε για την επικινδυνότητα του φορτίου και θέτει το ερώτημα κατά πόσο «είναι λάθος να διατυπωθεί η γνώμη ότι πρέπει κάποιος τρίτος να διερευνήσει αν έχει ευθύνες και η Αστυνομία…τη στιγμή που η ίδια ερευνά τις ευθύνες των άλλων…» Ο δημοσιογράφος που δημοσίευσε την είδηση, Τάκης Αγαθοκλέους, απάντησε στην Επιτροπή παραθέτοντας τα πιο πάνω στοιχεία και αναφέροντας ότι ο κ. Ιατρόπουλος –που καταχώρησε αγωγή για δυσφήμηση εναντίον του και της εφημερίδας- δεν αμφισβήτησε ότι ο ίδιος έλαβε μέρος σε άλλες συσκέψεις στις οποίες συζητήθηκε το φορτίο του πλοίου και η επικινδυνότητά του. Επίσης ανέφερε ότι τα στοιχεία που δημοσίευσε στηρίζονταν σε πληροφορίες του για τη συζήτηση σε κλειστή συνεδρία κοινοβουλευτικής επιτροπής. Με βάση τα ενώπιόν της στοιχεία, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η Αστυνομία αμφισβήτησε μόνο την ακρίβεια της αναφοράς για συμμετοχή του κ. Ιατρόπουλου στη σύσκεψη στις 6/7/2011. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι πράγματι υπάρχει ανακρίβεια ως προς το σημείο αυτό. Ο δημοσιογράφος παραδέχθηκε την ανακρίβεια και ταυτόχρονα προέβη σε απολογία, γεγονός που κρίθηκε απόλυτα σύμφωνο με τη σχετική πρόνοια του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί αποκατάσταση της αλήθειας και απολογία. Περαιτέρω, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι με το παράπονο δεν αμφισβητήθηκε η συμμετοχή του κ. Ιατρόπουλου σε συσκέψεις το 2009, ούτε και εγγράφων με την υπογραφή του, στα οποία γίνεται αναφορά σε επικινδυνότητα του φορτίου. Επίσης δεν αμφισβητήθηκαν πληροφορίες για αναφορές των βουλευτών κ.κ. Κωνσταντίνου και Γεωργίου περί γνώσης της ηγεσίας της Αστυνομίας για την επικινδυνότητα του φορτίου, γεγονός για το οποίο διευκρινίζεται ότι αρχηγός κατά την κατάσχεση του φορτίου ήταν ο κ. Παπακώστας και όχι ο νυν αρχηγός, εκ μέρους του οποίου έγινε το παράπονο. Η Επιτροπή αποφάσισε, περαιτέρω, ότι ο τίτλος της επίμαχης είδησης αποδίδει το περιεχόμενό της, το οποίο στηρίζεται σε δηλώσεις βουλευτών ή και αποτελεί το συμπέρασμα ή σχόλιο του δημοσιογράφου επί στοιχείων και εγγράφων που παρουσίασε. Ο δημοσιογράφος είχε δικαίωμα να δημοσιεύει πληροφορίες που έλαβε ή να διατυπώσει απόψεις, με βάση το δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης. Τέλος η Επιτροπή αποφάσισε ότι, ανεξάρτητα από τις πιο πάνω διαπιστώσεις της, η άμεση δημοσίευση της επιστολής με την οποία η Αστυνομία παραθέτει τις απόψεις της και σχολιάζει το δημοσίευμα της εφημερίδας, ικανοποιεί πλήρως την πρόνοια του Κώδικα για παροχή του δικαιώματος απάντησης στους άμεσα ενδιαφερομένους.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
10/2011
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
02/10/2011
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ,ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο 10/27/7/2011) από το Κυπριακό Κέντρο Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου για δημοσίευμα της εφημερίδας «Πολίτης» ημερομηνίας 27ης Ιουλίου, 2011, σχετικά με φερόμενο επεισόδιο μεταξύ του Εκτελεστικού Διευθυντή του Κέντρου Νεόφυτου Νεοφύτου και μελών θιάσου, που συνέβη το προηγούμενο βράδυ. Σύμφωνα με το παράπονο, ο δημοσιογράφος, χωρίς να είναι παρών, δημοσίευσε πληροφορίες χωρίς να τις διασταυρώσει, που δόθηκαν από μέλος του θιάσου, για διαμειφθέντα στη διάρκεια του επεισοδίου, με συνέπεια να περιληφθούν ανακρίβειες στη σχετική είδηση. Επί πλέον διατυπώθηκε παράπονο ότι η εφημερίδα δεν δημοσίευσε την απάντησή του κ. Νεοφύτου και αντί τις επιστολής ο δημοσιογράφος δημοσίευσε σχόλιο με πολύ μικρές αναφορές, οι οποίες αλλοιώνουν το νόημα. Το δημοσίευμα, με την υπογραφή Ελ Μαρ ανέφερε: « Σε ποιο βαθμό μπορούν να εκτραχυνθούν τα πνεύματα και να απολέσουν τη ψυχραιμία τους, ανθρώπων που συστήνονται ως του πνεύματος. Όπως για παράδειγμα ο Νεόφυτος Νεοφύτου, επικεφαλής του τρέχοντος Φεστιβάλ Αρχαίου Ελληνικού Δράματος, ο οποίος για να γλυτώσει 800 ευρώ ενοίκιο, κατέφθασε μαινόμενος χτες το βράδυ, στο αμφιθέατρο της Σχολής Τυφλών, όπου εκτελούσε τις πρόβες του ο θίασος του Buzz Theatre, για το Σχεδίασμα τους Μήδειάς του; Και αν η πρόβα ενός θιάσου στο χώρο όπου μια μέρα μετά θα δώσει παράσταση είναι αυτονόητη παντού, δεν είναι για τον κ. Νεοφύτου, ο οποίος προτίμησε να αναλώσει το βράδυ του επιτιθέμενος σε νέους καλλιτέχνες, διερωτώμενος για το τι προσέφεραν στην τέχνη, χωρίς ευτυχώς για τον ίδιο, να τους συγκρίνει μαζί του. Το χειρότερο όλων όμως, είναι που ο κ. Νεοφύτου επικαλέστηκε στον καβγά του με τους νέους καλλιτέχνες την κυπριακή ταυτότητά τους και άρα την κατανόησή τους για τη δυσλειτουργία του φεστιβάλ». Την επομένη η εφημερίδα δημοσίευσε άλλη είδηση που ανέφερε: «Αμεση ήταν η αντίδραση του διευθυντή του Κυπριακού Κέντρου του Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου, Νεόφυτου Νεοφύτου, σε χτεσινό δημοσίευμα του»Π» που τον παρουσίαζε να είχε φτάσει μαινόμενος σε χώρο όπου διεξάγονται πρόβες μιας παράστασης για το Φεστιβάλ Ελληνικού Δράματος που διοργανώνεται από το ινστιτούτο, καθώς οι πρόβες δεν προβλέπονται από το συμβόλαιο που είχε υπογράψει ο θίασος, οπότε το Ινστιτούτο ίσως να καλείτο να καταβάλει επιπλέον ενοίκια στον ΘΟΚ. Σε δισέλιδη επιστολή, ο κ. Νεοφύτου επισημαίνει ότι οι πρόβες του εν λόγω θιάσου (πρόκειται για το Buzz Productions Theatre) δεν έπρεπε να γίνονταν εκείνο το βράδυ, αφού το συμβόλαιό τους προέβλεπε μία πρόβα. Στην επιστολή του ο κ. Νεοφύτου παραθέτει, ακόμα, στοιχεία που διαψεύδουν τον ισχυρισμό του δημοσιεύματος περί δυσλειτουργίας του φεστιβάλ, ωστόσο επιβεβαιώνει ότι προχθές το βράδυ είχε κάνει επίκληση στην κυπριακή ταυτότητα των καλλιτεχνιών, στην αντιπαράθεση που είχε μαζί τους, αναφέροντας ότι «το φεστιβάλ δίνει ευκαιρίες σε κυπριακούς θιάσους, ακόμη και νεοσύστατους, να παρουσιάσουν τη δουλειά τους». Ο συντάκτης της είδησης απάντησε ότι υπήρξε «αυτήκοος μάρτυς» του επεισοδίου μεταξύ του κ. Νεοφύτου και των μελών του θεατρικού συγκροτήματος μέσω του τηλεφώνου του σκηνοθέτη, που το είχε τεθεί σε ανοικτή ακρόαση. Όπως ανέφερε, άκουσε τον κ. Νεοφύτου «να λέει κάποια στιγμή στους ηθοποιούς, κάτι για την κυπριακή ταυτότητά τους, που θα έπρεπε να τους κάνει πιο μετριοπαθείς» και περιέλαβε αυτή τη φράση στην είδησή του. Επίσης ανέφερε ότι είχε υπήρξε αυτήκοος μάρτυς «ακατάληπτων και βίαιων εκρήξεων θυμού του κ. Νεοφύτου». Εξ άλλου, ανέφερε ότι δεν περιέλαβε άλλα στοιχεία από την επιστολή του κ. Νεοφύτου, επειδή αναφέρονταν σε γεγονότα στα οποία δεν είχε κάνει αναφορά. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι ο συντάκτης της εφημερίδας, κατά το χειρισμό της επιστολής του κ. Νεοφύτου είχε δικαίωμα να μην κάνει αναφορά στα φερόμενα ως διαμειφθέντα μεταξύ του κ. Νεοφύτου και άλλων ατόμων, καθώς και άλλες λεπτομέρειες, τις οποίες δεν είχε περιλάβει στην αρχική του είδηση. Η δεύτερη είδηση αναφέρει ότι ο κ. Νεοφύτου στην επιστολή του «επιβεβαιώνει ότι…είχε κάνει επίκληση στην κυπριακή ταυτότητα των καλλιτεχνιών». Κάτι τέτοιο δεν αναφέρεται στην επιστολή του κ. Νεοφύτου, αλλά αντίθετα διαψεύδεται ρητώς. Η επιστολή αναφέρει ότι αυτό που είπε ο ίδιος είναι ότι «το Φεστιβάλ δίνει ευκαιρίες σε κυπριακούς θιάσους, ακόμη και νεοσύστατους, να παρουσιάσουν τη δουλειά τους…» Επομένως ο ισχυρισμός αυτός στη δεύτερη ίδηση του δημοσιογράφου συνιστά ανακρίβεια, κατά παράβαση της σχετικής πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Περαιτέρω, η Επιτροπή επισήμανε ότι η περίπτωση αυτή υπογραμμίζει την ανάγκη όπως οι δημοσιογράφοι ελέγχουν τις πληροφορίες τους και εξασφαλίζουν και την αντίθετη άποψη σε ανάλογες περιπτώσεις. Η θέση του δημοσιογράφου ότι ήταν αυτήκοος μάρτυρας σε ένα επεισόδιο στο οποίο δεν ήταν παρών, επειδή άκουγε από ανοικτή ακρόαση τηλεφώνου, είναι πολύ επισφαλής. Η τυχαία ακρόαση εκ του μακρόθεν αποσπασμάτων μιας συνομιλίας δεν πρέπει να θεωρηθεί ασφαλής βάση πληροφόρησης. Επί πλέον, η παρουσίαση ενός ατόμου ως μαινόμενου, ακόμη και αν αυτό ήταν πραγματικότητα, χωρίς εξακρίβωση και παράθεση των γεγονότων και συνθηκών κάτω από τις οποίες συμπεριφέρθηκε με αυτό τον τρόπο, και χωρίς αναφορά στη δική του εκδοχή, αποτελεί παρακινδυνευμένο εγχείρημα. Η Επιτροπή θεωρεί ότι η παρούσα περίπτωση υπογραμμίζει την ευθύνη που έχει ο δημοσιογράφος να διασταυρώσει τις πληροφορίες του και να παραθέσει την άλλη άποψη, προτού δημοσιεύσει δηλώσεις και ισχυρισμούς που αφορούν σε τρίτο άτομο, εφ’ όσον ο ίδιος δεν ήταν παρών για να έχει ιδίαν ολοκληρωμένη αντίληψη. Η υποχρέωση αυτή προκύπτει άμεσα από το άρθρο 1 του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, που προνοεί ότι οι δημοσιογράφοι μεριμνούν για την ακρίβεια των πληροφοριών τους.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
9/12011
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
27/07/2011
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ,ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (9/23/5/2011) από την Αλεξία Παναγιώτου για δημοσιεύματα της εφημερίδας «Αλήθεια» που αναφέρονταν σε εργασίες αφαίρεσης σκεπάστρων από αμίαντο στο σχολείο Τζούνιορ. Το παράπονο αφορούσε σε σειρά τεσσάρων ειδήσεων. Η πρώτη είδηση στις 16 Φεβρουαρίου, 2011 ανέφερε, κάτω από τον υπότιτλο «οι γονείς καταγγέλλουν ότι κάποιοι, με την εμμονή τους να απομακρύνουν τον αμίαντο στα μέσα της σχολικής χρονιάς θα θέσουν σε κίνδυνο την υγεία 800 παιδιών», ότι «πολλά ερωτήματα αιωρούνται γύρω από τις εργασίες για ανακαίνιση του Junior School στη Λευκωσία…τα οποία διατύπωσαν στην «Α» γονείς παιδιών που καθημερινά κινδυνεύουν αφού κάνουν μάθημα σε αίθουσες από αμίαντο». Στη συνέχεια ανέφερε ότι από τα 800 παιδιά που φοιτούσαν στο σχολείο, τα δύο τρίτα μετακινήθηκαν σε λυόμενες αίθουσες μέχρι να αφαιρεθεί ο αμίαντος και παρέθετε την άποψη των γονέων (παιδιών που έμειναν στις τάξεις τους) ότι ήταν λανθασμένη η μη μετακίνησή όλων των παιδιών. Η είδηση περιλάμβανε επίσης καθησυχαστική δήλωση της διεύθυνσης του σχολείου. Η δεύτερη είδηση στις 17 Φεβρουαρίου αναφερόταν λεπτομερώς σε καθησυχαστικές δηλώσεις του διευθυντή του σχολείου Μικ Φάρλευ, ο οποίος σε απάντηση προς τις ανησυχίες των γονέων ανέφερε ότι η αφαίρεση του αμιάντου θα γινόταν με τη χρήση ασφαλών τεχνικών και κάτω από την επίβλεψη του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Εργων και ιδιωτών ειδικών συμβούλων. Στην ίδια είδηση η εφημερίδα ανέφερε επίσης: «Η συγκεκριμένη ομάδα γονέων, σε δηλώσεις της χθες στην «Α» κατηγόρησε τη Διεύθυνση και το Δ.Σ. του σχολείου, ότι επισπεύδει τις διαδικασίες απομάκρυνσης του αμίαντου…» Σε είδηση στις 25 Φεβρουαρίου η εφημερία προανάγγειλε ότι «ενώπιον της αποψινής έκτακτης Γενικής Συνέλευσης στο Junior School θα θέσουν οι γονείς τις ανησυχίες τους για την κατάσταση…αναφορικά με την απομάκρυνση του αμιάντου από τις στέγες του σχολείου…στο πλαίσιο της ανακαίνισης και αντισεισμικής αναβάθμισης…» Περαιτέρω ανέφερε ότι «η έντονη διαμάχη γονιών και Διεύθυνσης-Διοικητικού Συμβουλίου του σχολείου ξεκίνησε όταν έγινε γνωστό ότι οι συγκεκριμένες εργασίες θα αρχίσουν τον ερχόμενο Απρίλιο», στη διάρκεια των διακοπών του Πάσχα, ενώ οι γονείς ζητούσαν να γίνουν το καλοκαίρι. Στις 27 Φεβρουαρίου η εφημερίδα δημοσίευσε είδηση με επιστημονικές απόψεις για τις επιπτώσεις από την εισπνοή ινών αμιάντου. Η παραπονούμενη, γράφοντας και εκ μέρους άλλων δέκα ατόμων, ανέφερε στην Επιτροπή ότι η κάλυψη του γεγονότος της αφαίρεσης αμιάντου από το σχολείο Τζούνιορ ήταν «μονομερής, προκατειλημμένη και παραπλανητική». Επίσης ανέφερε ότι επανειλημμένες προσπάθειες για επαφή με το συντάκτη των ειδήσεων Γιώργο Χρυσάνθου μέσω τηλεφώνου και ηλεκτρονικού ταχυδρομείου έμειναν αναπάντητες, γεγονός που θεωρούσε ως απόδειξη της έλλειψης αντικειμενικότητας από μέρους του. Η παραπονούμενη ανέφερε περαιτέρω ότι ο συντάκτης, υποκινήθηκε από μια μικρή μειοψηφία γονέων και σκόπιμα επέλεξε λεκτικό που ήταν παραπλανητικό για το κοινό, προκαλούσε αχρείαστο φόβο και αβάσιμο πανικό όχι μόνο μεταξύ της κοινότητας του σχολείου αλλά και στην κοινωνία γενικότερα και δυσφημούσε το σχολείο. Η παραπονούμενη ανέφερε ότι οι χρήση των λέξεων «οι γονείς» χρησιμοποιήθηκε από το δημοσιογράφο σκόπιμα για να παραπλανήσει το κοινό ότι το θέμα ανακινήθηκε από μια μεγάλη πλειοψηφία γονέων, ενώ στην πραγματικότητα το θέμα ηγέρθη από 4 άτομα, ότι την αίτηση αίτηση για έκτακτη γενική συνέλευση την υπέγραψε το 10% των γονέων, δηλαδή 60 γονείς. και τέλος ότι σ’ αυτήν 410 γονείς (ποσοστό 91.5%) ψήφισαν υπέρ της συνέχισης των εργασιών μετακίνηση του αμιάντου και 37 εναντίον. Επίσης παραπονέθηκε ότι συντάκτης της Αλήθειας μπήκε χωρίς εξουσιοδότηση στο χώρο του σχολείου σε δύο περιπτώσεις για να λάβει φωτογραφίες και του ζητήθηκε να φύγει, αλλά δεν ήταν βέβαιη κατά πόσο επρόκειτο για τον κ. Χρυσάνθου. Η απάντηση της εφημερίδας στο παράπονο ελήφθη με μεγάλη καθυστέρηση μερικών μηνών, γεγονός που το απέδωσε στην αποχώρηση του προηγούμενου αρχισυντάκτη της και στην απώλεια των σχετικών ειδοποιήσεων. Στην απάντησή της η εφημερίδα ανέφερε ότι η ειδησεογραφία της στηρίχθηκε σε ανησυχίες που διατύπωσαν γονείς σχετικά με το θέμα της μετακίνησης αμιάντου από το σχολείου, οι οποίοι έθεσαν δημόσια ερωτήματα προς τη διεύθυνση του σχολείου. Περαιτέρω ανέφερε ότι δημοσίευσε την πρώτη είδηση αφού προηγουμένως ο συντάκτης της επιχείρησε ανεπιτυχώς να επικοινωνήσει με το διευθυντή του σχολείου για να πάρει τις απόψεις του. Επίσης ανέφερε ότι το κείμενο ήταν προσεκτικά γραμμένο και έθετε τα ερωτήματα των συγκεκριμένων γονέων, χωρίς η εφημερίδα να παίρνει θέση στο ζήτημα. Οι απόψεις του διευθυντή λήφθηκαν αμέσως μετά τη δημοσίευση της είδησης και η απάντησή του δημοσιεύθηκε την επομένη. Όσον αφορά το παράπονο ότι ο συντάκτης της είδησης «δεν είναι ψυχίατρος για να κάνει σχόλια και διαγνώσεις», η εφημερίδα ανέφερε ότι παρατέθηκαν δηλώσεις γονέων και όχι απόψεις του συντάκτη της. Ως προς το παράπονο ότι ο συντάκτης απέφυγε να απαντήσεις σε τηλεφωνήματα ή ηλεκτρονικά μηνύματα, η εφημερίδα απάντησε ότι ο συντάκτης δεν δέχθηκε κανένα τηλεφώνημα ή μήνυμα, ούτε και ήταν ενήμερος ότι οποιοσδήποτε προσπάθησε να επικοινωνήσει μαζί του για το θέμα. Η Επιτροπή, αφού εξέτασε τις εκατέρωθεν θέσεις και το γραπτό υλικό που τέθηκε ενώπιόν της, διαπίστωσε ότι δεν μπορούσε να αποδεχθεί το παράπονο για μονομερή και μεροληπτική παρουσίαση του θέματος εκ μέρους του συντάκτη των ειδήσεων. Διαπίστωσε ότι τα ρεπορτάζ για τις αντιδράσεις στο θέμα αποτελούσαν αντικειμενική παρουσίαση των απόψεων μερίδας γονέων του σχολείου και ότι το όλο θέμα έτυχε αντικειμενικού χειρισμού, δεδομένου του γεγονότος ότι ζητήθηκε και τελικά λήφθηκε η επίσημη θέση του Διευθυντή του σχολείου, η οποία δημοσιεύθηκε κατά τρόπο αντικειμενικό, τόσο στις 17 όσο και στις 25 Φεβρουαρίου. Εγείρεται θέμα κατά πόσο θα έπρεπε να δημοσιευθούν και οι απόψεις γονέων που είχαν αντίθετη άποψη. Ο συντάκτης της είδησης υποστηρίζει ότι δεν πήρε ούτε τηλεφωνήματα, ούτε ηλεκτρονικά μηνύματα στα οποία δεν ανταποκρίθηκε Ενώπιον της Επιτροπής δεν τέθηκε κανένα στοιχεί που να αποδεικνύει το αντίθετο και επομένως δεν είναι σε θέση να αποφασίσει επί του σημείου αυτού. Υποδεικνύει, όμως, ότι οι ενδιαφερόμενοι θα μπορούσαν να ασκήσουν το δικαίωμα της απάντησης διαβιβάζοντας στην εφημερίδα τις απόψεις τους με οποιοδήποτε τρόπο θεωρούσαν πρόσφορο. Ως προς την είδηση στις 27 Φεβρουαρίου που αναφερόταν στις επιπτώσεις από τον αμίαντο, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι περιείχε σαφώς επιστημονικές απόψεις και δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι αποσκοπούσε στη δημιουργία πανικού. Ωστόσο η Επιτροπή διαπίστωσε παραβίαση της πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί της ακρίβειας των πληροφοριών, η οποία διαπράχθηκε με τον επίτιτλο της είδησης στις 16 Φεβρουαρίου. Ενώ στην είδηση αναφέρεται ότι «γονείς παιδιών» ήγειραν ερωτηματικά για την αφαίρεση του αμιάντου, ο επίτιτλος αναφέρει ότι «οι γονείς καταγγέλλουν ότι κάποιοι…θα θέσουν σε κίνδυνο την υγεία 800 παιδιών». Όπως εγράφη ο επίτιτλος, δίδει την εντύπωση ότι πρόκειται για το σύνολο των γονέων. Δεδομένου ότι το κείμενο είχε γραφεί με προσοχή και καθιστούσε σαφές ότι τα παράπονα διατύπωσε μερίδα γονέων, η μόνη λογική εξήγηση για τον υπότιτλο είναι ότι γράφτηκε από απροσεξία ή παραδρομή και όχι λόγω προκατάληψης. Ωστόσο, η Επιτροπή σημειώνει για άλλη μια φορά τη σημασία των τίτλων και επιτίτλων, γιατί δημιουργούν εντυπώσεις και αποτελούν ίσως τη μόνη πληροφόρηση για πολλούς αναγνώστες. Γι’ αυτό προτρέπει τους δημοσιογράφους να είναι προσεκτικοί, ώστε οι τίτλοι των ειδήσεων να αποδίδουν με ακρίβεια το περιεχόμενό τους. Η Επιτροπή διαπίστωσε, περαιτέρω, παροχή ελλιπούς πληροφόρησης επί του θέματος από την εφημερίδα, γιατί ενώ ασχολήθηκε με αυτό σε τρεις διαφορετικές ημερομηνίες, παρέλειψε να παράσχει πληροφόρηση για το αποτέλεσμα της έκτακτης γενικής συνέλευσης την οποία προανήγγειλε στις 25 Φεβρουαρίου, στην οποία η μεγάλη πλειοψηφία των γονέων απέρριψε τις αντιρρήσεις που ήγειρε μια πολύ μικρότερη ομάδα και ενέκρινε συνέχιση της αφαίρεσης του αμιάντου. Η δημοσίευση της πληροφορίας αυτής θα αποκαθιστούσε οποιαδήποτε ενδεχόμενη ανισορροπία στην πληροφόρηση. Ο συντάκτης της είδησης εξήγησε ότι δεν ασχολήθηκε με το θέμα στις 25 Φεβρουαρίου γιατί ήταν η εβδομαδιαία αργία του, η εφημερίδα όμως όφειλε να είχε μεριμνήσει για την κάλυψη της συνέλευσης των γονέων, όχι μόνο για να δώσει ολοκληρωμένη πληροφόρηση αλλά και να αποφύγει την κατηγορία για μεροληπτικό χειρισμό του θέματος. Η Επιτροπή δεν ασχολήθηκε με το παράπονο για είσοδο του συντάκτη της εφημερίδας στο χώρο του σχολείου, γιατί δεν υπήρχε βεβαιότητα για την ταυτότητά του. Όμως αναφέρει ότι ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας ενώ αποτρέπει την παρέμβαση στην ιδιωτική ζωή και την παραβίαση ιδιωτικής περιουσίας για σκοπούς λήψης πληροφοριών, περιέχει εξαιρέσεις οσάκις εξυπηρετείται το δημόσιο συμφέρον, γεγονός που κρίνεται από τα γεγονότα κάθε περίπτωσης.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
7/2011
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
27/07/2011
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ,ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (7/10/6/2011) από την Αστυνομία ότι η εφημερίδα «Πολίτης» δημοσίευσε στην έκδοσή της, στις 4/6/2011, ανακριβή είδηση που περιείχε «ανυπόστατους και άστοχους χαρακτηρισμούς» και επίσης ότι αρνήθηκε να δημοσιεύσει απαντητική επιστολή. Ειδικότερα, το παράπονο ανέφερε ότι είδηση της εφημερίδας υπό τον τίτλο «Αγόρασαν κόκα και την έχασαν» συνιστά παραβίαση της πρόνοιας περί της ακρίβειας των πληροφοριών, ενώ η εφημερίδα στη συνέχεια αρνήθηκε να παράσχει το δικαίωμα απάντησης. Στην είδηση της εφημερίδας αναφερόταν ότι η Υπηρεσία Καταπολέμησης Ναρκωτικών αγόρασε με χρήματα από τα κονδύλιά της 230 γραμμάρια κοκαΐνης έναντι 20.000 ευρώ και στη συνέχεια επιστράτευσε πολίτη πράκτορά της για να τη διαθέσει σε ανθρώπους που διοχετεύουν ναρκωτικά στην αγορά, με στόχο να τους συλλάβει. Όμως, σύμφωνα με την είδηση, «κάτι πήγε στραβά και τα ναρκωτικά εξαφανίστηκαν καταλήγοντας προφανώς στα χέρια του τελικού παραλήπτη, ο οποίος κατάφερε να κινηθεί χωρίς να γίνει αντιληπτός από τα μέλη της ΥΚΑΝ». Σύμφωνα με την εφημερίδα, η επιχείρηση που απέτυχε οργανώθηκε την 1η Ιουνίου, 2011. Η εφημερίδα ανέφερε στην είδησή της ότι μετά την αποτυχία λήφθηκαν μέτρα για να μη διαρρεύσουν πληροφορίες στον Τύπο και ότι έγιναν μεταθέσεις μελών της ΥΚΑΝ από τη Λεμεσό, όπου είχε στηθεί η επιχείρηση. Η Αστυνομία ανέφερε στο παράπονό της ότι όσα αναφέρονται στο δημοσίευμα «δεν περιέχουν ίχνος αληθείας» και ότι η ΥΚΑΝ «δεν αγόρασε ναρκωτικά με δαπάνη από τις εγκεκριμένες πιστώσεις της, τα οποία στη συνέχεια απώλεσε δήθεν σε αποτυχημένη επιχείρηση». Επίσης ανέφερε ότι ο τίτλος της είδησης προκαλεί εσφαλμένες εντυπώσεις και παραπληροφόρηση» και ζημιά στο κύρος, την αξιοπιστία και την εικόνα της Αστυνομίας. Εξ άλλου, ανέφερε ότι ο δημοσιογράφος που έγραψε την είδηση δεν επικοινώνησε με αρμόδιο ή εξουσιοδοτημένο πρόσωπο για να ζητήσει και να έχει επίσημη επιβεβαίωση ή διάψευση των πληροφοριών. Στην επιστολή που στάληκε στην εφημερίδα για δημοσίευση, πέραν της διάψευσης για την αγορά και απώλεια ναρκωτικών, αναφερόταν ότι επιχειρήσεις έγιναν και θα γίνονται στην προσπάθεια πάταξης της εμπορίας και χρήσης ναρκωτικών και ότι σε κάθε περίπτωση υπάρχει βαθμός επικινδυνότητας. Επίσης διαψεύδονταν ως «ανάξιες λόγου» οι πληροφορίες περί διατύπωσης απειλών για να μη διαρρεύσουν πληροφορίες και περί μεταθέσεων ως αποτέλεσμα της αποτυχίας της επιχείρησης. Αναφέρεται συναφώς ότι οι μεταθέσεις έγιναν ύστερα από αίτημα των επηρεαζομένων που είχε υποβληθεί πριν από μήνες. Η εφημερίδα απάντησε ότι οι πληροφορίες που παρατέθηκαν στο δημοσίευμα έτυχαν διασταύρωσης τόσο από τον υπογράφοντα το κείμενο Γιάννη Νεάρχου όσο και από τον υπεύθυνο του αστυνομικού ρεπορτάζ Μανώλη Καλατζή. Περαιτέρω, ανέφερε ότι η διασταύρωση των πληροφοριών έγινε από περισσότερες των δύο πηγών οι οποίες έτυχε και στο παρελθόν να δώσουν πληροφορίες, οι οποίες επιβεβαιώθηκαν. Παράλληλα, την επομένη του δημοσιεύματος η αστυνομική συντάκτρια της εφημερίδας, Σόφη Ορφανίδου, ενημέρωσε τους υπεύθυνους της εφημερίδας ότι είχε λάβει τις ίδιες πληροφορίες το προηγούμενο βράδυ από αξιόπιστη πηγή της. Επίσης ανέφερε ότι την επομένη της δημοσίευσης και αφού ήδη είχε εκδοθεί η διάψευσης της Αστυνομίας, ο συντάκτης του κειμένου επικοινώνησε με τον αστυνομικό συντάκτη τηλεοπτικού καναλιού, ο οποίος του είπε πως οι πληροφορίες που δημοσιεύθηκαν ευσταθούσαν και ότι τις είχε διασταυρώσει και ο ίδιος με δική του πηγή πληροφοριών. Η εφημερίδα ανέφερε ότι δεν αποτάθηκε για να λάβει την επίσημη θέση της Αστυνομίας για το λόγο ότι θεωρούσε επαρκή τη διασταύρωση των πληροφοριών της πριν από τη δημοσίευση και επίσης γιατί σε άλλες περιπτώσεις η Αστυνομία είχε δώσει διαφορετική επίσημη εκδοχή από τα πραγματικά γεγονότα, όπως αποκαλύφθηκαν εκ των υστέρων. Ειδικότερα, αναφέρθηκε στην υπόθεση απώλειας δώδεκα κιλών κάνναβης στη διάρκεια «ελεγχόμενης επιχείρησης» παράδοσης ναρκωτικών, στην απόδραση του ισοβίτη Αντώνη Προκοπίου Κίτα και στο ξυλοδαρμό δύο φοιτητών στη Λευκωσία το Δεκέμβριο του 2005. Θέση της εφημερίδας είναι ότι η Αστυνομία έδωσε διαφορετική επίσημη εκδοχή και για τις τρεις περιπτώσεις, η οποία στη συνέχεια διαψεύσθηκε από τα γεγονότα και από στοιχεία που είδαν το φως της δημοσιότητας. Η εφημερίδα ανέφερε πως υπό τα πιο πάνω δεδομένα θεωρούσε ότι καμία απολύτως βάση αξιοπιστίας μπορούσε να δοθεί στην καταγγελία που υποβλήθηκε στην Επιτροπή. Ανέφερε, ακόμη, ότι αντίθετα, σε όλες τις πιο πάνω περιπτώσεις είναι η δημοσιογραφία που αποκάλυψε την πραγματικότητα την οποία η Αστυνομία Κύπρου εσκεμμένα απέκρυβε από την κοινή γνώμη. Τέλος η εφημερίδα απέδωσε την καταγγελία εκ μέρους του Αρχηγού της Αστυνομίας σε αλλότρια κίνητρα, ισχυριζόμενη ότι τα αποκάλυψε ο ίδιος όταν προειδοποίησε ότι «δεν θα μας ανεχθεί περαιτέρω…επειδή είχαμε το «θράσος» να του υποβάλουμε μια ερώτηση όταν αρχίσαμε τις αποκαλύψεις ντοκουμέντων για το μεγάλο φιάσκο της απόδρασης Κίτα». Ανεξάρτητα από τα πιο πάνω, η εφημερίδα ανέφερε ότι φιλοξένησε την επιστολή της Αστυνομίας στην ιστοσελίδα της την ίδια ημέρα, δηλαδή στις 4 Ιουνίου, 2011 και τη δημοσίευσε στις 18 Ιουνίου. Σύμφωνα με την εφημερίδα η καθυστέρηση στη δημοσίευση της επιστολής οφείλεται σε παραδρομή, λόγω αναχώρησης του συντάκτη της είδησης με άδεια, αμέσως μετά τη δημοσίευση της είδησης. Η Επιτροπή, εξετάζοντας τα ενώπιόν της στοιχεία και τις εκατέρωθεν θέσεις διαπίστωσε ότι δεν ήταν εντός των αρμοδιοτήτων και δυνατοτήτων της να αποφανθεί είτε για την ακρίβεια των στοιχείων της είδησης ή της εκδοχής της Αστυνομίας. Κατά συνέπεια περιορίστηκε να εξετάσει κατά πόσο υπήρξε παραβίαση προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας στο χειρισμό της είδησης. Θέση της εφημερίδας είναι ότι θεώρησε αρκετή την επιβεβαίωση των πληροφοριών μέσω των πηγών της και ότι δεν θα ήταν πρόσφορο να ζητήσει την επίσημη εκδοχή για τις πληροφορίες της, επειδή σε προηγούμενες περιπτώσεις η επίσημη εκδοχή διαψεύσθηκε εκ των υστέρων. Η Επιτροπή θεωρεί ότι κάθε περίπτωση είναι ξεχωριστή και επομένως θα πρέπει να τυγχάνει ορθού χειρισμού. Το γεγονός ότι σε προηγούμενες περιπτώσεις επιβεβαιώθηκαν οι πηγές της εφημερίδας και διαψεύσθηκε η επίσημη εκδοχή δεν αποτελεί λόγο για να μη ζητείται είτε η επίσημη επιβεβαίωση πληροφοριών, ή έστω η λήψη της εκδοχής των αρμοδίων αρχών ή άμεσα επηρεαζομένων προσώπων. Πάντως, η πρακτική της λήψης της επίσημης εκδοχής δεν διέπεται από ρητούς κανόνες και εξαρτάται από τις περιστάσεις κάθε υπόθεσης. Καλόν θα είναι οι δημοσιογράφοι να αποδεικνύουν την καλή τους πίστη και αντικειμενικότητα, ζητώντας την εκδοχή ή τα σχόλια των άμεσα ενδιαφερομένων, ειδικά σε περιπτώσεις ειδήσεων που από τη φύση τους είναι δυνατό να θίξουν άτομα ή να δημιουργήσουν εντυπώσεις που θα είναι δύσκολο να ανατραπούν εκ των υστέρων. Η Επιτροπή επιθυμεί επίσης να σημειώσει ότι η επιβεβαίωση πληροφοριών μέσω άλλων δημοσιογράφων δεν αποτελεί ασφαλή δημοσιογραφική πρακτική και δεν είναι δυνατό να υποκαταστήσει τον έλεγχο των πληροφοριών στην πηγή τους, όταν ενδείκνυται. Τέλος, η Επιτροπή σημείωσε ότι η εφημερίδα φιλοξένησε την απάντηση της αστυνομίας στην ιστοσελίδα της αμέσως μετά τη δημοσίευση της είδησης, διατυπώνοντας τα σχόλιά της και τέλος δημοσίευσε την ανακοίνωση της Αστυνομίας, έστω και με καθυστέρηση, την οποία απέδωσε σε απουσία του αρμοδίου συντάκτη, Η δημοσίευση της ανακοίνωσης θεωρείται ότι ικανοποιεί την πρόνοια περί παροχής του δικαιώματος απάντησης στους άμεσα ενδιαφερομένους. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι δημοσιογράφοι και τα ΜΜΕ πρέπει να ενεργούν σύμφωνα με την πρόνοια του σχετικού άρθρου, ότι η δημοσίευση της απάντησης θα πρέπει να γίνεται μέσα σε χρονικό διάστημα που δεν θα απέχει χρονικά από το δημοσίευμα ή τη μετάδοση τόσο, ώστε το δικαίωμα απάντησης να καθίσταται άνευ αντικειμένου.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
8/2011
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
27/07/2011
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ,ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (8/11/6/2011) από τον Πέτρο Κουντουρέσιη, στέλεχος του ΕΛΑΜ, ότι δημοσίευμα της εφημερίδας «Πολίτης», στις 8/6/2011 αναφορικά με τη συνεδρία του ΔΗΚΟ για διαγραφή στελεχών του περιείχε ανακριβείς πληροφορίες. Ειδικότερα, το παράπονο ανέφερε ότι η εφημερίδα έγραψε πως έξω από τα γραφεία του κόμματος έκαμαν την εμφάνισή τους νεαρά άτομα με αμφίεση που «παρέπεμπε στο ΕΛΑΜ» και, περαιτέρω, ότι η εφημερίδα παρέλειψε να δημοσιεύσει επιστολή με την οποία ανασκευάζονταν οι πληροφορίες αυτές, κατά παράβαση των άρθρων 1 και 2 του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Το παράπονο αφορούσε τόσο σε είδηση στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας, ημερομηνίας 8ης Ιουνίου, 2011, στην οποία υπήρχε ο τίτλος "ΕΛΑΜίτες, φουσκωτοί και αρκετά νεύρα", πάνω από δύο φωτογραφίες που παρουσίαζαν διαπληκτιζόμενα άτομα, όσο και σε περιγραφική είδηση στην 4η σελίδα για όλα όσα συνέβησαν έξω από τα γραφεία του ΔΗΚΟ, όπου είχε συγκεντρωθεί πλήθος κόσμου. Η είδηση μεταξύ άλλων ανέφερε, κάτω από τον επίτιτλο "Μαύρα μπαλόνια, αστυνομία, φουσκωτοί, νεύρα και... ΕΛΑΜίτες". και τον τίλτο "Ένα ΔΗΚΟ για τον καθένα" ότι στην περιοχή έκαμε την εμφάνισή της μικρή ομάδα νεαρών με μαύρες φανέλες, οι οποίοι κρατούσαν την Ελληνική σημαία, η αμφίεση των οποίων «παρέπεμπε στο ΕΛΑΜ». Στη συνέχεια η είδηση διευκρίνιζε ότιι σύμφωνα με τις πληροφορίες της εφημερίδας «επρόκειτο για στελέχη του Κινήματος Εθνικής Αντίστασης», ο πρόεδρος του οποίου Κρίνος Μακρίδης βρισκόταν στα γραφεία του ΔΗΚΟ. Το παράπονο ανέφερε ότι η δημοσιογράφος «δεν έκαμε τον κόπο να επαληθεύσει την εγκυρότητα της είδησής» και ότι η εφημερίδα παρέλειψε να δημοσιεύσει επιστολή του ΕΛΑΜ «για να αποκαταστήσει την αλήθεια». Η εφημερίδα απάντησε ότι στο ρεπορτάζ κατέγραψε την εμφάνιση νεαρών με μαύρες φανέλες, η αμφίεση των οποίων παρέπεμπε στο ΕΛΑΜ, αλλά στη συνέχεια διευκρίνιζε ότι επρόκειτο για στελέχη του ΚΕΑ». Επίσης ανέφερε ότι το δημοσίευμά έκανε ξεκάθαρη την ταυτότητα των μαυροφορεμένων νεαρών, διευκρινίζοντας ότι επρόκειτο για στελέχη του Κινήματος Εθνικής Αντίστασης (ΚΕΑ) Η Επιτροπή αφού εξέτασε το σύνολο των αναφορών της εφημερίδας στο θέμα αποφάσισε ότι ο περιγραφικός χαρακτήρας της είδησης δικαιολογούσε την αναφορά σε νεαρούς η αμφίεση των οποίων παρέπεμπε στο ΕΛΑΜ, αν και τελικά υπήρχε η διευκρίνιση ότι επρόκειτο για στελέχη του ΚΕΑ. Ωστόσο ο τίτλος στην πρώτη είδηση πάνω από φωτογραφίες διαπληκτιζομένων «ΕΛΑΜίτες, φουσκωτοί και αρκετά νεύρα…» όσο και ο επίτιτλος της είδησης στην τέταρτη σελίδα «Μαύρα μπαλόνια, φουσκωτοί, νεύρα και…ΕΛΑΜίτες», αποδίδουν ανακριβώς το περιεχόμενο της είδησης, δίδουν λανθασμένη πληροφόρηση και δημιουργούν παραπλανητικές εντυπώσεις. Και αυτό ως εκ του γεγονότος ότι οι επίτιτλοι και οι τίτλοι των ειδήσεων στα έντυπα ΜΜΕ αποτελούν ίσως το σημαντικότερο στοιχείο πληροφόρησης των αναγνωστών, γιατί δίδουν την πρώτη πληροφόρηση και δημιουργούν εντυπώσεις, που είναι πολλές φορές και η οριστική,, δεδομένου ότι πολλοί αναγνώστες περιορίζονται να διαβάσουν μόνο τον τίτλο και το εισαγωγικό μέρος μιας είδησης που δεν τους ενδιαφέρει ιδιαίτερα. Επομένως ο τίτλος της είδησης πρέπει να αποδίδει το περιεχόμενο της επακριβώς και σαφώς. Στην προκειμένη περίπτωση η πληροφόρηση που παρέχεται από τον τίτλο στην πρώτη σελίδα και τον υπότιτλο της τέταρτης σελίδας, έστω και αν της λέξης «ΕΛΑΜίτες» προηγούνταν αποσιωπητικά περιείχε ανακριβή πληροφόρηση. Ωστόσο η Επιτροπή διαπίστωσε ότι ικανοποιήθηκε η πρόνοια του άρθρου 2 του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί επανόρθωσης ανακριβών πληροφοριών με τη δημοσίευση αυτούσιας της ανακοίνωσης του ΕΛΑΜ, στη σελίδα επικοινωνίας των αναγνωστών με την εφημερίδα, (σελ. 14), στις 24 Ιουνίου.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
6/2011
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
27/07/2011
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ,ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (6/2/5/2011) από τον κ. Ανδρέα Μαυρομιχάλη, διευθυντή της εταιρείας «Blade Enterprises Ltd», σχετικά με είδηση στην εφημερίδα «Πολίτης», στις 3 Μαΐου, 2011, η οποία αναφερόταν σε γνωμάτευση λειτουργού της Γενικής Εισαγγελίας ότι η αναπαραγωγή ειδήσεων χωρίς έγκριση συνιστά κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας που τιμωρείται με πρόστιμο πέραν των 50.000 Ευρώ και φυλάκιση έως και τριών χρόνων. Η γνωμάτευση αφορούσε στην πρακτική αποδελτίωσης άρθρων και ειδήσεων εφημερίδων από υπηρεσίες οι οποίες προμηθεύουν με φωτοτυπίες τέτοιων ειδήσεων και άρθρων τους πελάτες τους, για θέματα που τους ενδιαφέρουν, αλλά η είδηση δεν έκανε ονομαστική αναφορά σε συγκεκριμένη υπηρεσία. Η εφημερίδα, στην απάντησή της ανέφερε στην Επιτροπή ότι η είδησή της στηρίχθηκε σε γνωμάτευση της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας, της οποίας είχε το πλήρες κείμενο. Επίσης ανέφερε ότι η όλη δημοσίευση αφορούσε το ευρύτερο θέμα με το οποίο καταπιανόταν η γνωμάτευση σε σχέση με την αναπαραγωγή ειδήσεων χωρίς έγκριση και αναφερόταν στις πρόνοιες της σχετικής Νομοθεσίας για θέματα πνευματικής ιδιοκτησίας και στις προβλεπόμενες ποινές σε περίπτωση παραβίασής της. Ο παραπονούμενος, που είναι διευθυντής εταιρείας αποδελτίωσης, ανέφερε ότι η εφημερίδα παραβίασε τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας δημοσιεύοντας παραπλανητικές ή διαστρεβλωτικές της αλήθειας πληροφορίες. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η είδηση απέδιδε με ακρίβεια το περιεχόμενο ης γνωμάτευσης του λειτουργού της Γενικής Εισαγγελίας και επομένως δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ως παραπλανητική ή διαστρεβλωτική ή ως συνιστώσα παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Εξ άλλου,η Επιτροπή αποφάσισε ότι δεν θα μπορούσε να δεχθεί τον ισχυρισμό του παραπονουμένου ότι η εφημερίδα παραβίασε το άρθρο 9 του κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, δημοσιεύοντας «πληροφορίες που οδηγούν σε συμπεράσματα ως προς το τι είναι νόμιμο και τι παράνομο με πρόθεση να βλάψει τα νόμιμα συμφέροντα της εταιρείας μας», δεδομένου ότι το άρθρο αυτό αναφέρεται αποκλειστικά στο τεκμήριο της αθωότητας υπόπτων και κατηγορουμένων και δεν έχει εφαρμογή σε περιπτώσεις πιθανής πρόκλησης βλάβης από τη δημοσίευση οποιασδήποτε είδησης. Τέτοιες περιπτώσεις εκφεύγουν της αρμοδιότητας της Επιτροπής, εφ’ όσον δεν συνιστούν παραβίαση συγκεκριμένης πρόνοιας του Κώδικα. Ο παραπονούμενος ανέφερε επίσης ότι η εφημερίδα παρέλειψε να δημοσιεύσει επιστολή του που απαντούσε στο δημοσίευμα, την οποία είχε απευθύνει προς το Γενικό Διευθυντή της εταιρείας που εκδίδει την εφημερίδα. Παραπονέθηκε σχετικά ότι οι πληροφορίες που δημοσίευσε η εφημερίδα «οδηγούν σε συμπεράσματα ως προς το τι είναι νόμιμο και τι παράνομο με πρόθεση να βλάψει τα νόμιμα συμφέροντα της εταιρείας μας». Επί του σημείου αυτού η εφημερίδα απάντησε ότι ο συντάκτης της είδησης δεν είχε πάρει οποιαδήποτε επιστολή και ότι σε κανένα σημείο του δημοσιεύματος δεν αναναφερόταν το όνομα της εταιρείας η οποία υπέβαλε το παράπονο, ούτε και τη φωτογράφιζε με οποιοδήποτε τρόπο. Ανέφερε ότι.εφ’ όσον δεν γινόταν αναφορά με άμεσο ή έμμεσο τρόπο σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο και δεν αφηνόταν να εννοηθεί οτιδήποτε μεμπτό σε σχέση με την εταιρεία του παραπονουμένου, δεν έβλεπε ποια υποχρέωση είχε να φιλοξενήσει ανακοίνωσή του. Ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας προβλέπει ότι «τα Μ.Μ.Ε. παρέχουν στους επηρεαζομένους, στην κατάλληλη περίπτωση και ιδιαιτέρως όταν έχουν υποστεί επίθεση, την ευκαιρία να απαντήσουν…» Στην προκειμένη περίπτωση η είδηση αφορούσε σε μια γνωμάτευση για την πρακτική της αποδελτίωσης και δεν έκανε καμιά ονομαστική αναφορά σε συγκεκριμένο φυσικό ή νομικό πρόσωπο. Ενώπιον της Επιτροπής δεν τέθηκε κανένα στοιχείο που να υποστηρίζει τον ισχυρισμό ότι σκοπός της δημοσίευσης των πληροφοριών ήταν η πρόκληση βλάβης στα συμφέροντα οποιουδήποτε ή έστω ότι συνιστούσε δυσμενή διάκριση σε βάρος οποιουδήποτε με βάση το άρθρο 12 του Κώδικα περί δυσμενών διακρίσεων. Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, η Επιτροπή αποφάσισε ότι επαφίετο στη διακριτική ευχέρεια της εφημερίδας να φιλοξενήσει επιστολή ή ανακοίνωση οποιουδήποτε σε σχέση με την είδησή της. Ωστόσο η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη το περιεχόμενο της επιστολής που ο παραπονούμενος διαβίβασε στο διευθυντή της εταιρείας που εκδίδει την εφημερίδα, περί ύπαρξης και άλλων γνωματεύσεων επί του θέματος, πιστεύει ότι τίθεται ζήτημα ως προς το δικαίωμα του πολίτη για αντικειμενική, ολοκληρωμένη και έγκυρη πληροφόρηση, για ένα θέμα που είναι ιδιαίτερα σοβαρό, ως αναγόμενο στο ευρύ θέμα των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας. Ο παραπονούμενος ή οποιοσδήποτε άλλος πιστεύει ότι κατέχει πληροφορίες που συμβάλλουν σε μια σφαιρική και ολοκληρωμένη πληροφόρηση του κοινού μπορεί να τις θέσει υπόψη της εφημερίδας προς δημοσίευση. Η Επιτροπή αναφέρει ότι άρθρο που επισύναψε στο παράπονό του σχετικά με απόφαση του Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για το δικαίωμα των δημοσιογράφων να αναπαράγουν ειδήσεων από το Ιντερνετ αφορά σε ένα εντελώς διαφορετικό θέμα από αυτό της αποδελτίωσης εφημερίδων, δεδομένου ότι αναφέρεται αποκλειστικά και μόνο στο δικαίωμα ελευθερίας έκφρασης των δημοσιογράφων και του δικαιώματος του ευρύτερου κοινού στην ενημέρωση.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
3/2011
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
23/06/2011
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (3/15/3/2011) από την Eπίκουρο Καθηγήτρια Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Κύπρου Ελένη Καλοκαιρινού, ότι άρθρο που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Sunday Mail, στις 27/2/2011 και αναφερόταν στην ίδια παραβίασε πρόνοιες του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Το παράπονο αφορούσε σε γεγονότα που ανάγονται στο 2009, όταν μετά την εκλογή της κ. Καλοκαιρινού στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, άλλος υποψήφιος διατύπωσε τον ισχυρισμό ότι η παραπονούμενη, σε άρθρο της που δημοσίευσε το 1999 είχε διαπράξει λογοκλοπή, δηλαδή αντιγραφή από το επιστημονικό έργο του φιλόσοφου Αλασντερ Μακιντάϊρ περί αρετής. Μετά τη δημοσίευση σχετικής είδησης από το δημοσιογράφο Ηλία Χαζού στη Sunday Mail, στις 10 Ιανουαρίου, 2009, το Πανεπιστήμιο Κύπρου άρχισε πειθαρχική διαδικασία εναντίον της κ. Καλοκαιρινού. Για το άρθρο αυτό η παραπονούμενη καταχώρισε αγωγή λιβέλου εναντίον του δημοσιογράφου και της εφημερίδας. Η πειθαρχική διαδικασία του Πανεπιστημίου Κύπρου έληξε με την αθώωση της κ. Καλοκαιρινού από την κατηγορία της λογοκλοπής από την Επιτροπή Πειθαρχικού Ελέγχου, τον Ιούνιο του 2010, για τυπικούς λόγους, και συγκεκριμένα επειδή οι κανονισμοί με βάση τους οποίους κινήθηκε η διαδικασία είχαν εγκριθεί μεταγενέστερα του γεγονότος που αποτελούσε το αντικείμενο της διερεύνησης. Το Σεπτέμβριο του 2010 η Σύγκλητος του Πανεπιστημίου Κύπρου αθώωσε την κ. Καλοκαιρινού και για λόγους ουσίας, αναφέροντας ότι είχε πεισθεί ότι δεν επρόκειτο για περίπτωση λογοκλοπής και κήρυξε το θέμα λήξαν. Στις 27 Φεβρουαρίου, 2011, η εφημερίδα Sunday Mail δημοσίευσε άρθρο του κ. Χαζού, το οποίο σχολίαζε τον όλο χειρισμό του θέματος, με επίκεντρο την αναφορά στην αθωωτική απόφαση της Συγκλήτου ότι «ορισμένες παραπομπές στο έργο του Α. Μακιντάιαρ θα μπορούσαν να είχαν γίνει πιο προσεκτικά». Το άρθρο προχωρούσε στη διαπίστωση ότι η αναφορά αυτή βρισκόταν σε αντίφαση με την απόφαση της Συγκλήτου πως «δεν επρόκειτο για περίπτωση λογοκλοπής» και κατέληγε στο συμπέρασμα ότι η φρασεολογία που χρησιμοποιήθηκε παρέπεμπε σε μη εκ προθέσεως λογοκλοπή, δηλαδή σε κακή χρήση παραπομπών χωρίς πρόθεση εξαπάτησης. Περαιτέρω ασκούσε κριτική στην απόφαση, αναφέροντας ότι «οποιοδήποτε πανεπιστήμιο που αξίζει να ονομάζεται έτσι θα πρέπει να είναι έτοιμο να υποδείξει ότι η μη σκόπιμη λογοκλοπή εξακολουθεί να είναι λογοκλοπή και η τσαπατσούλικη εργασία δεν αποτελεί δικαιολογία». Τέλος ανέφερε ότι η απόφασή της Συγκλήτου θα ήταν περισσότερο λογική αν υιοθετούσε το πόρισμα του ερευνώντος λειτουργού, το οποίο υποβλήθηκε στην πειθαρχική επιτροπή. Το πόρισμα υποστήριζε ότι η κ. Καλοκαιρινού διέπραξε μη εκ προθέσεως λογοκλοπή και ότι θα έπρεπε να της είχε επιβληθεί η πιο ήπια ποινή της γραπτής επίπληξης, που διαγράφεται μετά τριετία. Η παραπονούμενη ανέφερε, μέσω του δικηγόρου της κ. Ξενή Ξενοφώνος, ότι το άρθρο: (α) Παραβιάζει προσωπικά δεδομένα της κας Καλοκαιρινού αναφερόμενο στο όνομά της. (β) Παρουσιάζει μεροληπτικά την αθώωση της κας Καλοκαιρινού αποδίδοντας την σε δήθεν διαδικαστικούς λόγους, ενώ αυτή επήλθε και για λόγους ουσίας. (γ) Επιμένει σε δήθεν ύπαρξη λογοκλοπής, παραθέτοντας μόνο την άποψη ότι υπήρξε λογοκλοπή, χωρίς να λάβει την άποψη της κας Καλοκαιρινού, ή έστω την άποψη των μελών της Επιτροπής Πειθαρχικού Ελέγχου του Πανεπιστημίου Κύπρου, η οποία και την αθώωσε. (δ) Παραβιάζει το τεκμήριο της αθωώτητας, αποδίδοντας στην κα Καλοκαιρινού τη διάπραξη πειθαρχικού αδικήματος ακόμη και μετά την αθώωση της. (ε) Ασχολείται με το θέμα αρκετό καιρό μετά την παρέλευση του και ενώ αυτό δεν σχετίζεται με την επικαιρότητα. Η εφημερίδα απάντησε ότι το άρθρο έδινε έμφαση στον τρόπο χειρισμού της υπόθεσης από το Πανεπιστήμιου και ότι δεν ετίθετο θέμα μεροληπτικής παρουσίασης του θέματος, αναφέροντας ότι κατέγραφε τα ουσιώδη γεγονότα. Η εφημερίδα ανέφερε επίσης ότι σκοπός του άρθρου ήταν να επισημάνει την ανακολουθία στη συλλογιστική της Συγκλήτου, η οποία «από τη μια…αθωώνει την παραπονούμενη και από την άλλη την παροτρύνει να είναι πιο προσεκτική στης παραπομπές της». Κατά την εξέταση του παραπόνου η Επιτροπή έλαβε υπόψη το γεγονός ότι εκκρεμεί αγωγή λιβέλου ενώπιον δικαστηρίου και για το λόγο αυτό απέφυγε να υπεισέλθει σε θέματα που δυνατό να αποτελέσουν αντικείμενο της δικαστικής διαδικασίας και απόφασης. Η Επιτροπή περιορίστηκε να εξετάσει τις πτυχές που αφορούν σε παραβιάσεις προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Η Επιτροπή μελέτησε τα επί μέρους παράπονα της κ. Καλοκαιρινού και αποφάσισε ότι η δημοσίευση και μόνο του ονόματος της δεν συνιστούσε, υπό τις περιστάσεις, παραβίαση της πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί ιδιωτικης ζωής. Και αυτό διότι το θέμα αφορούσε αποκλειστικά σ’ αυτήν και είχε ήδη τύχει ευρείας δημοσιότητας, ενώ πέραν του ονόματος της δεν αναφέρθηκαν οποιαδήποτε άλλα στοιχεία που θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. Περαιτέρω αποφάσισε ότι δεν ετίθετο θέμα παραβίασης της πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί σεβασμού του τεκμηρίου αθωότητας, δεδομένου ότι η πρόνοια αυτή έχει εφαρμογή πριν από την εκδίκαση μιας υπόθεσης και όχι στην περίπτωση σχολιασμού μιας δικαστικής ή οιωνοί δικαστικής απόφασης. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι ο σχολιασμός της απόφασης της Συγκλήτου, η άσκηση κρητικής για την απόφασή και η διατύπωση απόψεων από το συντάκτη του άρθρου αποτελούσε αναφαίρετο δικαίωμα της εφημερίδας, στο πλαίσιο του δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης. Η διατύπωση απόψεων και σχολίων έγινε επί συγκεκριμένων στοιχείων τα οποία ο δημοσιογράφος είχε τεκμηριώσει. Περαιτέρω, η Επιτροπή αποφάσισε πως, δεδομένου του γεγονότος ότι ο δημοσιογράφος, μετά την αθώωση της κ. Καλοκαιρινού, διατύπωσε τη δική του άποψη περί διάπραξης μη ηθελημένης λογοκλοπής και επικαλέστηκε ανάλογες αναφορές στο πόρισμα του ερευνώντος λειτουργού, οι οποίες σαφώς έθιγαν την παραπονούμενη, θα έπρεπε να είχε παραθέσει και τις θέσεις και απόψεις της , στο πλαίσιο της παροχής του δικαιώματος απάντησης. Η εφημερίδα ανέφερε ότι δεν ζήτησε την άποψη της παραπονούμενης επειδή ήταν γνωστή, εφ’ όσον η ίδια είχε υποβάλει μήνυση λιβέλου στην εφημερίδα. Η Επιτροπή επισήμανε ότι ο ερευνών λειτουργός δεν ήταν το αρμόδιο όργανο για να αποφασίσει επί της κατηγορίας για διάπραξη λογοκλοπής –γεγονός που ανέφερε και ο Πρύτανης του Πανεπιστημίου- και οι απόψεις του δεν αναφέρθηκαν ως βάση είτε για την απόφαση της Επιτροπής Πειθαρχικού Ελέγχου είτε της Συγκλήτου. Κατά συνέπεια η Επιτροπή αποφάσισε ότι από τη στιγμή που ο συντάκτης του άρθρου επέλεξε να ασκήσει κριτική για την απόφαση και να παραθέσει τόσο τα δικά του σχόλια όσο και τις απόψεις του ερευνώντος λειτουργού που έθιγαν την παραπονούμενη, όφειλε να μεριμνήσει να δημοσιευθούν και οι απόψεις της, στο πλαίσιο των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί παροχής στους άμεσα επηρεαζομένους του δικαιώματος απάντησης στην κατάλληλη περίπτωση. Το γεγονός ότι οι απόψεις της παραπονουμένης αναφέρθηκαν στην αγωγή λιβέλου εναντίον της εφημερίδας δεν αποτελεί δικαιολογητικό για την παράλειψη, δεδομένου ότι αντικειμενικά δεν θα έπρεπε να θεωρηθεί πως τις γνώριζαν ή ότι θα έπρεπε να τις γνωρίζουν και οι αναγνώστες. Ακόμη και να ήταν γνωστές, είχαν διατυπωθεί στο πλαίσιο της αγωγής λιβέλου και όχι ως απάντηση σε σχόλια του δημοσιογράφου και του ερευνώντος λειτουργού. Κατά συνέπεια, η παράλειψη λήψης και δημοσίευσης των απόψεων της παραπονουμένης συνιστά παραβίαση της πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί παραχώρησης του δικαιώματος απάντησης, η οποία μάλιστα θα έπρεπε, ως εκ της φύσης του θέματος, να δημοσιευθεί ταυτόχρονα με το υπόλοιπο κείμενο. Περαιτέρω, η Επιτροπή αποφάσισε πως δεν ευσταθεί το παράπονο ότι η αθώωση της παραπονουμένης παρουσιάστηκε μεροληπτικά ως επελθούσα μόνο για διαδικαστικούς λόγους. Η εφημερίδα έγραψε μεν ότι η Επιτροπή Πειθαρχικού Ελέγχου αποφάσισε να αθωώσει την κ. Καλοκαιρινού για τυπικούς λόγους, αλλά ταυτόχρονα παρέθεσε την απόφαση της Συγκλήτου, που καταγράφηκε στα πρακτικά συνεδρίας της ημερομηνίας 8ης Σεπτεμβρίου, 2010, σύμφωνα με τα οποία «μετά από ανταλλαγή διαφόρων απόψεων η Σύγκλητος αναφέρει ότι από τα στοιχεία που έχει ενώπιον της έχει πεισθεί ότι δεν πρόκειται για περίπτωση λογοκλοπής από το έργο του Alasdair Macintyre», έστω και αν παρέλειψε το σκεπτικό, ότι δηλαδή «στο θέμα του άρθρου και στον τίτλο αναφέρεται σαφώς ότι πρόκειται για ανάλυση του έργου του Α. Macintyre». Επίσης παρέθεσε δήλωση του πρύτανη κατά την περίοδο εκείνη ότι η Σύγκλητος είχε ασχοληθεί με την ουσία της υπόθεσης. Τέλος, η Επιτροπή αποφάσισε ότι το γεγονός πως η εφημερίδα ασχολήθηκε με το θέμα με αρκετή καθυστέρηση δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί, υπό τις περιστάσεις, ως μεροληπτική μεταχείρηση κατά παράβαση του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
2/2011
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
26/05/2011
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (2/21/2/21011) από το Κίνημα Οικολόγων-Περιβαλλοντιστών, ότι το ΡΙΚ, σε είδησή του σχετικά με επίσκεψη στο ανθρωπολογικό εργαστήριο της Διερευνητικής Επιτροπής Αγνοουμένων στις 9/2//2011 παρέλειψε να μεταδώσει δηλώσεις του εκπροσώπου τύπου του Κινήματος και βουλευτή κ. Γιώργου Περδίκη, ενώ μετέδωσε τις δηλώσεις όλων των άλλων που συμμετείχαν στην επίσκεψη. Στο παράπονο αναφέρεται ότι το Τμήμα Ειδήσεων του ΡΙΚ αντιμετωπίζει το Κίνημα των Οικολόγων «γενικώς με σεβασμό και εκτίμηση» αλλά διατυπώνεται καταγγελία ότι υποβαθμίζει συστηματικά «την πολιτική πρωτιά του Κινήματος Οικολόγων Περιβαλλοντιστών για θέματα που αφορούν κοινή δράση με τουρκοκυπριακά κόμματα ή κινήσεις». Συναφώς, ζητήθηκε να εξετασθεί «ο βαθμός παρουσίασης των δραστηριοτήτων των Οικολόγων (Δημοσιογραφικές Διασκέψεις, εκπομπές κλπ) τον τελευταίο χρόνο, οι οποίες ήταν κοινές με Τουρκοκυπριακά κόμματα και οργανώσεις και ιδιαίτερα η συμμετοχή σε εκπομπές του τουρκικού τμήματος του ΡΙΚ». Οσον αφορά στο πρώτο παράπονο, το ΡΙΚ απάντησε ότι πράγματι δεν μεταδόθηκε η δήλωση του εκπροσώπου του Κινήματος Οικολόγων κατά την επίσκεψη στο εργαστήριο της Διερευνητικής Επιτροπής Αγνοουμένων, όχι από σκοπιμότητα, αλλά από λάθος του δημοσιογράφου, που κάλυψε το γεγονός. Σύμφωνα με το ΡΙΚ, ο κ. Περδίκης επικοινώνησε με το δημοσιογράφο που έγραψε την είδηση, ο οποίος παραδέχθηκε ότι η δήλωσή δεν μεταδόθηκε από αβλεψία και λόγω πίεσης εργασίας και απολογήθηκε για την παράλειψη. Οσον αφορά το παράπονο για δυσμενείς διακρίσεις και συστηματικής παραγνώρισης των δραστηριοτήτων του Κινήματος, το ΡΙΚ απάντησε ότι «παρά το εκτόπισμα του Κινήματος, όπως εκφράζεται με τα ποσοστά του και την εκπροσώπησή του στη Βουλή και παρά τις διατάξεις του νόμου περί ακριβοδίκαιης μεταχείρισης, το Κίνημα τυγχάνει προνομιακής και πέραν του εκτοπίσματός του προβολής από τα ραδιοφωνικά και τηλεοπτικά του δελτία ειδήσεων και τις ενημερωτικές του ζώνες». Επίσης ανέφερε ότι «δεν σημαίνει ότι κάθε δραστηριότητα του Κινήματος, όπως και των άλλων κομμάτων, θα πρέπει να προβάλλεται από τα δελτία ειδήσεων, αλλά μόνο εκείνες που περιέχουν το στοιχείο της είδησης». Ως προς το παράπονο για παράλειψη μετάδοσης δηλώσεων του κ. Περδίκη κατά την επίσκεψη στο ανθρωπολογικό εργαστήριο, η Επιτροπή σημείωσε ότι δεν αμφισβητείται από το ΡΙΚ πως υπήρξε παράλειψη, έστω και αν δεν υπήρχε πρόθεση δυσμενούς διάκρισης και επομένως υπήρξε παραβίαση των προνοιών περί αποφυγής δυσμενών διακρίσεων και ολοκληρωμένης και αντικειμενικής ενημέρωσης. Ως προς το παράπονο περί συστηματικής παράλειψης του Τμήματος Τουρκικών Προγραμμάτων του ΡΙΚ να προβάλει κοινές δραστηριότητες του Κινήματος Οικολόγων με Τουρκοκυπριακά κόμματα, το ΡΙΚ δεν έδωσε καμιά απάντηση πέραν της γενικής αναφοράς περί προβολής των δραστηριοτήτων του κινήματος στα δελτία ειδήσεων και στις ενημερωτικές ζώνες. Δεδομένου ότι η Επιτροπή δεσμεύεται από τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας να εξετάζει μόνο παράπονα για συγκεκριμένες περιπτώσεις παραβίασης του Κώδικα μέσα σε χρονικό περιθώριο 30 ημερών πριν από την υποβολή του παραπόνου και δεν έχει δικαίωμα εξέτασης γενικώς της συμπεριφοράς των ΜΜΕ, ζήτησε από το Κίνημα Οικολόγων να αναφέρει συγκεκριμένες περιπτώσεις παράλειψης του ΡΙΚ να καλύψει κοινές δραστηριότητές του με Τουρκοκυπριακά Κόμματα, ώστε να ζητηθούν οι θέσεις του Ιδρύματος. Αντί της αναφοράς συγκεκριμένων περιπτώσεων, το Κίνημα Οικολόγων υπέβαλε στην Επιτροπή έκθεση του ΡΙΚ στην οποία καταγράφονται οι περιπτώσεις φιλοξενίας του Κινήματος σε διάφορες εκπομπές του. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι στην έκθεση δεν καταγράφεται καμιά φιλοξενία του Κινήματος Οικολόγων σε προγράμματα του Τουρκικού Τμήματος του ΡΙΚ. Ομως, επειδή η Επιτροπή δεν γνωρίζει αν υπήρξαν οποιεσδήποτε κοινές δραστηριότητες του Κινήματος Οικολόγων με Τουρκοκυπριακά κόμματα και δεδομένου ότι το Κίνημα Οικολόγων δεν ανέφερε συγκεκριμένες περιπτώσεις παράλειψης προβολής δραστηριοτήτων του, προκειμένου να ζητηθούν οι θέσεις του ΡΙΚ, η Επιτροπή διαπίστωσε αντικειμενική αδυναμία να προχωρήσει σε εξέταση του συγκεκριμένου αυτού παραπόνου, το οποίο, με βάση τον Κώδικα και την πρακτική που ακολουθείται σ’ αυτές τις περιπτώσεις, απορρίπτεται.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
5/2011
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
26/05/2011
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας επιλήφθηκε παραπόνου (5/14/4/2011) εναντίον έντυπων ΜΜΕ ότι στις 14 Απριλίου, 2011, δημοσίευσαν φωτογραφίες από την κηδεία του τέως Υπουργού Παιδείας Ακη Κλεάνθους που παρουσίαζαν τον οκτάχρονο γιο του πάνω από το φέρετρο του πατέρα του. Στη διαδικασία της εξέτασης του παραπόνου η Επιτροπή διαπίστωσε ότι και εκπέμποντα ΜΜΕ είχαν μεταδώσει ανάλογες εικόνες την προηγούμενη και ως εκ τούτου αποφάσισε, αντί απόφασης για συγκεκριμένα ΜΜΕ να εκδώσει ανακοίνωση σχετικά με τον τρόπο χειρισμού ανάλογων θεμάτων, όπως διαγράφεται από τις πρόνοιες του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Κατά την εξέταση του θέματος, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι ο αιφνίδιος θάνατος του τέως Υπουργού Παιδείας προκάλεσε συγκίνηση στην Κυπριακή κοινωνία και ότι, δεδομένης της προσφοράς του και των οικογενειακών του συνθηκών, η κηδεία ήταν φυσικό να βρεθεί στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος των ΜΜΕ. Επίσης έλαβε υπόψη το γεγονός ότι η οικογένεια έδωσε τη συγκατάθεσή της και το παιδί μίλησε στην κηδεία του πατέρα του ενώπιον μεγάλου αριθμού ατόμων. Ωστόσο, η Επιτροπή επισημαίνει ότι η κηδεία οποιουδήποτε προσώπου δεν παύει να αποτελεί ιδιωτικό γεγονός για τα μέλη της οικογένειάς του, τα οποία έχουν δικαίωμα σε ιδιωτικές στιγμές έκφρασης της θλίψης τους, χωρίς να γίνουν αντικείμενο δημοσιότητας. Το γεγονός ότι το παιδί μίλησε μπροστά σε όσους συγκεντρώθηκαν για την κηδεία δεν δικαιολογεί την παραβίαση σειράς προνοιών του Κώδικα, λαμβάνοντας μάλιστα υπόψη ότι η παραβίαση αφορούσε σε ένα οκτάχρονο παιδί. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι τα ΜΜΕ και οι λειτουργοί τους θα πρέπει, κατά το χειρισμό ανάλογων περιπτώσεων να τηρούν τη γενική υποχρέωση που πηγάζει από τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, δηλαδή να επιδεικνύουν την αρμόζουσα ευαισθησία και να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί και διακριτικοί στην παρουσίαση θεμάτων όπως ο ανθρώπινος πόνος και ο θάνατος. Ο Κώδικας προβλέπει επίσης ότι «σε περίπτωση πένθους, θλίψης ή ψυχικού κλονισμού επιβάλλεται στο μέγιστο βαθμό προσέγγιση που να τη χαρακτηρίζει διακριτικότητα και συμπάθεια και αποφυγή οποιασδήποτε πράξης που είναι δυνατό να οξύνει τον ανθρώπινο πόνο». Περαιτέρω προβλέπει ότι «τα ΜΜΕ… αποφεύγουν τη δημοσίευση/μετάδοση εικόνων που παρουσιάζουν άτομα υπό συνθήκες πένθους, θλίψης ή ψυχικού κλονισμού». Ειδικότερα, γα τα παιδιά προνοείται ότι οι λειτουργοί των ΜΜΕ δεν φωτογραφίζουν και δεν δημοσιεύουν φωτογραφίες παιδιών κάτω των 16 ετών σε σχέση με την προσωπική τους κατάσταση ή ευημερία χωρίς τη συγκατάθεση γονέως τους ή ατόμου που έχει την ευθύνη γι’ αυτά. Επίσης υποχρεούνται να τηρούν τις πρόνοιες της Διεθνούς Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Παιδί. Η Σύμβαση αυτή προνοεί, στο άρθρο 16, ότι «κανένα παιδί δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αυθαίρετης ή παράνομης επέμβασης στην ιδιωτική του ζωή…» και ότι τα παιδιά δικαιούνται να προστατεύονται από το νόμο έναντι τέτοιων επεμβάσεων. Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας προτρέψει τα ΜΜΕ και τους λειτουργούς τους να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί στο χειρισμό ανάλογων θεμάτων στο μέλλον και να μην εστιάζουν σε άτομα κατά τρόπο που θα μπορούσε να θεωρηθεί ως εκμετάλλευση του ανθρώπινου πόνου.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
1/2011
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
28/01/2011
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Στην Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας υποβλήθηκε παράπονο (1/17/1/2011) από πολίτη, ότι η εφημερίδα «Πολίτης» σε σχόλιό της στις 19 Δεκεμβρίου, 2010, είχε προβεί σε ανοίκεια προσωπική επίθεση σε βάρος του με υβριστικούς και προσβλητικούς χαρακτηρισμούς. Το δημοσίευμα αφορούσε στη διαμάχη μεταξύ των μελών της προσωρινής διοικούσας επιτροπής του Ανοικτού Πανεπιστημίου Κύπρου και διατύπωνε τον ισχυρισμό ότι ο πρόεδρός της και οι συνεργάτες του έδειξαν προτίμηση στην πρόσληψη ομοϊδεατών τους, μεταξύ των οποίων και διοικητικού υπαλλήλου που «πήρε σβάρνα τα Μέσα που ασχολήθηκαν με τα όσα τραγελαφικά συμβαίνουν στον Ανοικτό Πανεπιστήμιο», προσπαθώντας «να πείσει περί του αντιθέτου». Το δημοσίευμα χαρακτήριζε το διοικητικό υπάλληλο «ακραίο στοιχείο». Η Επιτροπή επιλήφθηκε του παραπόνου αλλά αποφάσισε να μην προχωρήσει στην περαιτέρω διερεύνησή του και στη λήψη απόφασης επί της ουσίας, επειδή έκρινε ότι από το περιεχόμενο του δημοσιεύματος δεν θα ήταν δυνατό να εξαχθεί ότι αναφερόταν στον παραπονούμενο και όχι σε οποιοδήποτε άλλο διοικητικό υπάλληλο. Για το λόγο αυτό αποφάσισε επίσης να τηρήσει την ανωνυμία του παραπονουμένου.
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
20/2010
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
08/12/2010
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΔΙΕΥΘΕΤΗΘΕΝ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (20/26/10/2010) από τη Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης κ. Α. Σιακαλλή, ότι ο «Πολίτης» δεν δημοσίευσε απαντητική επιστολή της σε σχέση με δημοσίευμα της εφημερίδας ως προς την ακολουθούμενη πρακτική από το τμήμα σε θέματα που αφορούν στη μεταναστευτική πολιτική. Το παράπονοανέφερε ότι η άρνηση συνιστά παραβίαση των γενικών διατάξεων του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί σεβασμού της αλήθειας, του δικαιώματος για αντικειμενική , ολοκληρωμένη και έγκυρη πληροφόρηση και του Δικαιώματος Απάντησης. Υστερα από υπόδειξη του Γραμματέα της Επιτροπής, η εφημερίδα δημοσίευσε το ουσιώδες μέρος της επιστολής ως μέρος είδησής της στις 9 Νοεμβρίου, 2010. Κατόπιν τούτου η Επιτροπή θεωρεί το θέμα ως διευθετηθέν.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
17/2010
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
03/11/2010
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ, ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (17/10/9/2010) από τον ιατρό γυναικολόγο κ. Σάββα Σάββα εναντίον του δημοσιογράφου Μάριου Δημητρίου για δημοσίευση επιστολής του παραπονούμενου στη στήλη του που διατηρεί στην εφημερίδα «Σημερινή». Ειδικότερα, ο κ. Σάββα παραπονέθηκε πως ο κ. Δημητρίου δημοσίευσε στην στήλη που διατηρεί αυτούσιο ηλεκτρονικό μήνημα που του είχε αποστείλει, συμπεριλαμβανομένων και των επαγγελματικών του στοιχείων, χωρίς τη συγκατάθεση του. Ο κ. Σάββα ανέφερε ότι το ηλεκτρονικό μήνυμα απεστάλη στην προσωπική ηλεκτρονική διεύθυνση του κ. Δημητρίου και όχι στην ηλεκτρονική διεύθυνση της εφημερίδας όπου εργάζεται και επομένως επρόκειτο για ιδιωτικό και όχι δημόσιο ζήτημα. Επίσης ανέφερε ότι είναι ενάντια σε κάθε έννοια δεοντολογίας ένας δημοσιογράφος να τα βάζει με έναν απλό πολίτη που δεν έχει τα ίδια μέσα στην διάθεση του για να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Περαιτέρω, ο κ. Σάββα παραπονέθηκε ότι παρά το γεγονός ότι σε τηλεφωνική επικοινωνία που είχε με τον κ. Δημητρίου, στην οποία του εξέφρασε την έντονη δυσφορία του, συνέχισε και τις επόμενες δύο μέρες από την στήλη του να το χαρακτηρίζει επιστολογράφο. Ο κ. Δημητρίου απάντησε ότι θεωρούσε τη δημοσίευση της επιστολής του κ. Σάββα καθ' όλα δεοντολογική, πολύ περισσότερο που εξέφραζε διαφωνίες για θέσεις που είχε διατυπώσεις στη στήλη του. Περαιτέρω ανέφερε ότι η επιστολή απευθύνθηκε στην ηλεκτρονική διεύθυνση την οποία δημοσιεύει καθημερινά στη στήλη του για σκοπούς επικοινωνίας με του αναγνώστες και αφορούσε σε ένα θέμα δημοσίου ενδιαφέροντος και επομένως το θεωρούσε δεδομένο ότι η επιστολή ήταν προς δημοσίευση. Ο κ. Δημητρίου πρόσθεσε πως αποτελεί πρακτική του να δημοσιεύει επιστολές που σχολιάζουν το περιεχόμενο της στήλης του, ιδιαίτερα όταν είναι επικριτικές και εξέφρασε θλίψη αν μη ηθελημένα προκάλεσε στενοχώρια στον κ. Σάββα. Η Επιτροπή, αφού εξέτασε την ακολουθούμενη σε ανάλογες περιπτώσεις πρακτική, αποφάσισε ότι υπό τις περιστάσεις που εστάλη η επιστολή προς τον κ. Δημητρίου, δηλαδή σε μια ηλεκτρονική διεύθυνση που δημοσιεύεται κάτω από τα άρθρα του, και επειδή σ' αυτήν δεν υπήρχε οποιαδήποτε νύξη ότι επρόκειτο περί ιδιωτικής αλληλογραφίας, ήταν λογικό να υποτεθεί ότι προοριζόταν για δημοσίευση, εφ' όσον αναφερόταν σε θέμα το οποίο είχε σχολιάσει. Συνεπώς, η Επιτροπή αποφάσισε ότι στην περίπτωση αυτή δεν υπήρξε παραβίαση του Κώδικα. Ωστόσο, η Επιτροπή θεώρησε ότι υπήρξε παραβίαση της πρόνοιας του Κώδικα περί ιδιωτικής ζωής με τη δημοσίευση την επομένη, 8/9/2010, άρθρου στο οποίο ο κ. Δημητρίου χαρακτήριζε τον παραπονούμενο επιστολογράφο. Επί πλέον, στο άρθρο περιλήφθηκε απόσπασμα της επιστολής παρά το γεγονός ότι ο παραπονούμενος είχε ήδη επικοινωνήσει με τον κ. Δημητρίου και του ανέφερε τις ενστάσεις του στη δημοσιοποίηση των απόψεών του. Η Επιτροπή σημείωσε διευκρινιστικό άρθρο του κ. Δημητρίου στις 10/10/2010, ότι θεωρεί αυτονόητο πως επιστολές που απευθύνονται στην ηλεκτρονική διεύθυνση που αναγράφεται στη στήλη του προορίζεται για δημοσίευση και σχολιασμό. Ως προς το παράπονο του κ. Σάββα ότι ο δημοσιογράφος τα έβαλε μαζί του, χωρίς ο ίδιος να έχει το δικαίωμα ή τη δυνατότητα να υπερασπισθεί τον εαυτό του, η Επιτροπή θεώρησε αφ' ενός ότι δεν υπήρξε καμιά προσωπική επίθεση αλλά σχολιασμός του περιεχομένου της επιστολής του και αφ' ετέρου ότι ο ο παραπονούμενος θα μπορούσε, αν το επιθυμούσε, να ασκήσει το δικαίωμα της απάντησης.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
18/2010
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
03/11/2010
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (18/13/9/2010) από τρεις καθηγητές του Ειδικού Σχολείου εναντίον του τηλεοπτικού σταθμού ΜΕΓΑ για παρέμβαση στην ιδιωτική τους ζωή και αποκάλυψη στοιχείων προσωπικού χαρακτήρα σε δύο δελτία ειδήσεων του σταθμού. Σύμφωνα με το παράπονο, ο ΜΕΓΑ, με αφορμή πληροφορίες για διεξαγωγή διοικητικής και ποινικής έρευνας ύστερα από καταγγελία για βιασμό μαθήτριας του Ειδικού Σχολείου, κινηματογράφησε σκηνές από το σχολείο και τις πρόβαλε στο δελτίο ειδήσεων στις 9/9/2010. Σ’ αυτές παρουσιάζονταν οι καθηγητές να βαδίζουν στην αυλή του σχολείου, πίσω από τα κάγκελα της περίφραξης. Οι παραπονούμενοι ανέφεραν ότι εμπλεκόμενοι εκπαιδευτικοί επικοινώνησαν με το Διευθυντή Ειδήσεων του ΜΕΓΑ Μιχάλη Παυλίδη, ο οποίος τους ανέφερε ότι η προβολή οφειλόταν σε «τεχνικό πρόβλημα» και υποσχέθηκε ότι την επομένη θα μεταδιδόταν διόρθωση και απολογία. Οι παραπονούμενοι ανέφεραν ότι αντί αυτού επαναπροβλήθηκαν οι ίδιες εικόνες και μάλιστα χωρίς προσπάθεια ηλεκτρονικής κάλυψης των προσώπων τους. Το ΜΕΓΑ απάντησε μέσω δικηγορικού γραφείου, αναφέροντας ότι ο σταθμός, «κατά τη μετάδοση του ρεπορτάζ κατέβαλε προσπάθειες προς αποφυγή αποκάλυψης οποιουδήποτε προσώπου που να συνδέεται με το προβληθέν θέμα». Η θέση του σταθμού είναι ότι αυτό «το πέτυχε σε ικανοποιητικό βαθμό» επειδή οι ανθρώπινες παρουσίες βρίσκονται σε μακρινά πλάνα που δεν μπορούσε εύκολα να είναι διακριτές από τους τηλεθεατές. Επίσης ανέφερε ότι καταβλήθηκαν προσπάθειες να καλυφθούν με ηλεκτρονικό μωσαϊκό τα επίμαχα σημεία της εικόνας, αλλά λόγω τεχνικών προβλημάτων, αυτό δεν κατέστη δυνατό. Περαιτέρω ανέφερε ότι όταν ύστερα από παραστάσεις των παραπονουμένων επαναπροβλήθηκε το ρεπορτάζ την επόμενη ημέρα, έγινε η κάλυψη της εικόνας με μωσαϊκό. Θέση του σταθμού είναι ότι ακόμα και αν στην εικόνα εμφαίνονταν τα πρόσωπα των παραπονούμενων, «δεν προκύπτει επέμβαση στην ιδιωτική τους ζωή κατά τρόπο που μπορεί να ζημιώσει έστω και στο ελάχιστο τα εν λόγω πρόσωπα». Εξ άλλου, υποστήριξε ότι στο ρεπορτάζ γινόταν αναφορά σε μαθητές που είχαν εμπλοκή και δεν προέκυπτε ότι οι καθηγητές ή άλλα είχαν εμπλοκή ή σχέση. Η Επιτροπή αφού εξέτασε τις εκατέρωθεν θέσεις και το επίμαχο οπτικό υλικό αποφάσισε ότι υπάρχει άνευ προθέσεως παραβίαση της πρόνοιας για αποκάλυψη προσωπικών στοιχείων των παραπονουμένων, Η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι ο σταθμός κατέβαλε προσπάθεια τεχνικής κάλυψης των προσώπων τους, που όμως απέτυχε λόγω τεχνικών προβλημάτων, τα οποία όμως σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν να αποτελέσουν δικαιολογητικό. Η Επιτροπή επισημαίνει επίσης ότι η παραβίαση της πρόνοιας για μη αποκάλυψη προσωπικών στοιχείων δεν συναρτάται με οποιαδήποτε ζημιά η οποία είναι δυνατό να προκληθεί σε οποιοδήποτε.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
16/2010
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
03/11/2010
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (16/26/8/2010) από το Γενικό Διευθυντή του ΡΙΚ κ. Θέμη Θεμιστοκλέους ότι η εφημερίδα «Αλήθεια» δημοσίευσε παραποιημένα έγγραφα του Ιδρύματος που αναφέρονταν σε δαπάνες και αμοιβές στο Ιδρυμα. Ειδικότερα, το παράπονο ανέφερε ότι έγγραφο που δημοσιεύθηκε στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας στις 24 Αυγούστου, 2010, ως ενιαίο έγγραφο, στην πραγματικότητα αποτελούσε σύνθεση δύο διαφορετικών εγγράφων. Το ένα έγγραφο ήταν εγκύκλιος του Γενικού Διευθυντή στην οποία αναγράφονταν τα ονόματα και τμήματα των συνεργατών του ΡΙΚ που συμπλήρωσαν 30μηνη υπηρεσία στο Ίδρυμα και έγιναν συνεργάτες αορίστου χρόνου, καθώς και τα ονόματα και τμήματα των συνεργατών που δεν συμπλήρωσαν 30μηνη υπηρεσία, και το άλλο ήταν ένα εσωτερικό πρόχειρο έγγραφο του τμήματος ραδιοφωνικών και μουσικών προγραμμάτων, που είχε σχέση με την ετοιμασία του ετήσιου προϋπολογισμού του ΡΙΚ. Περαιτέρω ο κ. Θεμιστοκλέους ανέφερε ότι με τη σύνθεση αυτή δινόταν η εντύπωση μιας εγκυκλίου του Γενικού Διευθυντή του ΡΙΚ με αύξοντα αριθμό και ημερομηνία, ενώ στην πραγματικότητα επρόκειτο μόνο για την επικεφαλίδα της εγκυκλίου, από την οποία αφαιρέθηκε το κείμενο και στη θέση του τοποθετήθηκε το κείμενο του δευτέρου εγγράφου. Ο κ. Θεμιστοκλέους διατύπωσε το παράπονο ότι το δημοσίευμα συνιστούσε «παραποίηση, παραπλάνηση, χάλκευση και αλλοίωση εγγράφου με σκοπό τη δημιουργία εσφαλμένων εντυπώσεων στο αναγνωστικό κοινό και τη δυσφήμιση του ΡΙΚ». Επίσης παραπονέθηκε ότι στο έγγραφο διακρίνονταν ονόματα συνεργατών του ΡΙΚ, που σε συνδυασμό με όλα τα άλλα αναγραφόμενα συνιστούσε αποκάλυψη προσωπικών δεδομένων. Περαιτέρω, ο κ. Θεμιστοκλέους ανέφερε ότι η είδηση της εφημερίδας, στο πλαίσιο της οποίας δημοσιεύθηκε το επίμαχο έγγραφο, περιλάμβανε ισχυρισμούς για το ύψος της αμοιβής συνεργατών που δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα, δεδομένου ότι δεν επρόκειτο για τις απολαβές ατόμων αλλά για τις συνολικές δαπάνες για προγράμματα, για τα οποία είχαν την ευθύνη τα άτομα των οποίων αναγράφονταν τα ονόματα. Ο Αρχισυντάκτης της «Αλήθειας» κ. Πάμπος Χαραλάμπους, παραθέτοντας τις απόψεις του για τα παράπονα ανέφερε ότι δεν υπήρξε «εσκεμμένη σύνθεση», αλλά «παράθεση φωτοτυπιών μέρους των δύο εγγράφων στο ίδιο πλαίσιο, για σκοπούς δημοσιογραφικής αισθητικής». Επίσης ανέφερε ότι οι φωτοτυπίες ήταν σμικρυμένες σε βαθμό που με δυσκολία μπορούσαν οι αναγνώστες να διακρίνουν. Περαιτέρω, ανέφερε ότι η εφημερίδα δημοσίευσε αυτούσια απαντητική επιστολή του κ. Θεμιστοκλέους και προέβη σε διατύπωση παραπόνου για «σκόπιμη δυσφημιστική και υβριστική επίθεση εναντίον της «Αλήθειας». Από την εξέταση των εγγράφων που έθεσε στη διάθεση της Επιτροπής ο κ. Θεμιστοκλέους και των εγγράφων που δημοσιεύθηκαν στην «Αλήθεια» προκύπτει ότι τα έγγραφα είναι υπαρκτά και γνήσια. Περαιτέρω προκύπτει ότι στην εφημερίδα δημοσιεύθηκε έγγραφο που στην πραγματικότητα αποτελείται από δύο ξεχωριστά έγγραφα. Το πρώτο είναι εγκύκλιος του κ. Θεμιστοκλέους, με το έμβλημα του ΡΙΚ, προς το προσωπικό του ΡΙΚ, ημερομηνίας 30ης Οκτωβρίου, 2009, με κατάλογο εκτάκτων συνεργατών που έγιναν συνεργάτες αορίστου χρόνου (τακτικοί) μετά την συμπλήρωση υπηρεσίας 30 μηνών. Το δεύτερο έγγραφο ήταν επί λευκού χάρτου και έφερε την επικεφαλίδα «Προϋπολογισμός Ραδιοφώνου-300 αμοιβές συνεργατών» και περιλάμβανε δαπάνες κατά πρόγραμμα. Από την εξέταση του κειμένου της είδησης η Επιτροπή διαπίστωση ότι σ' αυτή δεν υπάρχει οποιαδήποτε παραβίαση του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Διαπίστωσε, όμως, ότι με τον τρόπο που δημοσιεύθηκαν τα έγγραφα του ΡΙΚ στην εφημερίδα υπήρξε παραποίηση και αλλοίωση εγγράφων, με αποτέλεσμα να δοθεί η εντύπωση ότι επρόκειτο για ένα ενιαίο έγγραφο και να προκύψει παραπλάνηση ως προς την πραγματική τους φύση και περιεχόμενο. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή αποφάσισε ότι υπήρξε παραβίαση των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί της ακρίβειας των πληροφοριών. Η Επιτροπή τονίζει, όπως έπραξε και σε ανάλογες άλλες περιπτώσεις, ότι καμιά σκοπιμότητα ή σκοπός, περιλαμβανομένων λόγων αισθητικής ή τυπογραφικής ευκολίας, δεν δικαιολογεί οποιαδήποτε παραποίηση οπτικών ή άλλων πληροφοριών, οσοδήποτε αθώα και να είναι ή να παρουσιάζεται ότι είναι. Περαιτέρω, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι στα δημοσιευθέντα έγγραφα, παρά το ότι έγινε κάποια προσπάθεια κάλυψης, διακρίνονταν ονόματα και άλλα στοιχεία προσωπικού χαρακτήρα, κατά παράβαση της πρόνοιας περί ιδιωτικής ζωής. Εν όψει της διαπίστωσης περί παραποίησης και αλλοίωσης εγγράφων, με συνέπεια την παραπλάνηση των αναγνωστών, δεν έγινε δεκτό το παράπονο του αρχισυντάκτη της «Αλήθειας» περί εξύβρισης της εφημερίδας με τις αναφορές που περιέχονται στην επιστολή του κ. Θεμιστοκλέους προς την εφημερίδα.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
12/2010
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
21/07/2010
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (12/15/6/2010). από τον Σωτήρη Βλάχο για ανακριβή πληροφόρηση και προσωπική επίθεση σε δημοσίευμα της εφημερίδας «Κοριός», στις 15 Μαϊου, 2010. Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι η εφημερίδα δημοσίευσε αντιδεοντολογικά αναφορές που έγιναν σε συνδικαλιστικό συνέδριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης Δημοσιογράφων στην Κωνσταντινούπολη και ότι το περιεχόμενο του δημοσιεύματος συνιστούσε προσωπική ονομαστική επίθεση με τη χρησιμοποίηση της λέξης «ελληνοκύπριος» σε εισαγωγικά), διαστρέβλωσε θέσεις που ο ίδιος εξέφρασε στο συνέδριο και ότι αντιδεοντολογικά χρησιμοποίησε αναφορές που έγιναν σε συνδικαλιστικό βήμα. Το δημοσίευμα, ειδικότερα, ανέφερε: «Οι Τούρκοι έγιναν … Τούρκοι για τον «Ελληνοκύπριο» Ένας «Ελληνοκύπριος» συμμετέσχε στην τουρκοκυπριακή αντιπροσωπεία της Μπασιν Σεν στην Γενική Συνέλευση της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Δημοσιογράφων! Πρόκειται για τον Σωτήρη Βλάχο, ο οποίος ζει στα κατεχόμενα, αλλά δεν είναι μόνο αυτό το προκλητικό και το περίεργο. Το περίεργο είναι ότι προσπάθησε να φανεί βασιλικότερος του βασιλέα με αποτέλεσμα να συγκεντρώσει την οργή όχι μόνο των ελληνοκύπριων συναδέλφων της αντιπροσωπείας της Ένωσης Συντακτών, αλλά και των Τούρκων! Σε παρέμβαση του σε ψήφισμα το οποίο κατατέθηκε στη Συνέλευση για την απαράδεκτη συμπεριφορά του τουρκικού κράτους απέναντι στους δημοσιογράφους, ζήτησε το ψήφισμα να είναι πιο ήπιο γιατί του χαλούσε την … καλή εικόνα που είχε για την Τουρκία. Ζήτησε, παρακαλώ, να προστεθεί στο ψήφισμα ότι η τουρκική κυβέρνηση έκανε βήματα εκσυγχρονισμού! Στην προσπάθεια του όμως να φανεί αρεστός στους Τούρκους πέτυχε το αντίθετο, αφού οι Τούρκοι δημοσιογράφοι ήθελαν το ψήφισμα να είναι όσο πιο έντονο γινόταν». Στην έκδοση Ιουνίου, 2010, η εφημερίδα έγραψε ότι στην επόμενη έκδοσή της θα δημοσίευε επιστολή από τον παραπονούμενο που είχε λάβει αργά. Στην έκδοση Ιουλίου η εφημερίδα δημοσίευσε σε περίληψη την επιστολή, σε ένα κείμενο σχεδόν 475 λέξεων, που ήταν το μισό του αρχικού κειμένου. Στην επιστολή του, ο παραπονούμενος ανέφερε ότι θεωρούσε προκλητικό το γεγονός ότι η εφημερίδα χρησιμοποίησε τη λέξη ελληνοκύπριος δύο φορές σε εισαγωγικά και ότι ισχυρίστηκε ότι ζούσε στα κατεχόμενα και, επίσης, πλέον προκλητικό ότι διαστρέβλωσε την πρότασή του για τροποποίηση του ψηφίσματος στο συνέδριο. Όπως ανέφερε, η πρότασή του ήταν όχι να γίνει το ψήφισμα πιο ήπιο αλλά να προστεθεί η φράση «Καλούμε την κυβέρνηση Ερντογάν να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις». Περαιτέρω, ο παραπονούμενος παρέθετε απόψεις γιατί η κυβέρνηση Ερντογαν έπρεπε να διαφοροποιηθεί από το «βαθύ κράτος»,της Τουρκίας και τέλος ότι θεωρούσε τιμή του που η BASIN SEN τον έκαμε μέλος και τον επέλεξε ως αντιπρόσωπό της, γιατί ήταν από τα συνδικάτα που πρωτοστάτησαν στο στήσιμο του αντι-Ντενκτασικού μετώπου. Η εφημερίδα σχολίασε τις θέσεις του κ. Βλάχου με το ακόλουθο κείμενο: «Εμείς τον ευχαριστούμε που μας επιβεβαιώνει για τη διαφοροποίηση του με τους Τούρκους και άλλους Ευρωπαίους δημοσιογράφους και φιλοξενούμε ευχαρίστως την αιτιολόγησή του. Επίσης μας επιβεβαιώνει ότι είναι μέλος της Μπασίν Σεν, ενώ δεν μας διαψεύδει ότι ζει στα κατεχόμενα. Όσο για τα εισαγωγικά που βάζουμε στο «Ελληνοκύπριος», ειλικρινά δεν ξέρουμε τι να κάνουμε και ας μας πει ο ίδιος. Να αφαιρέσουμε τα εισαγωγικά ή το Ελληνοκύπριος; Ας μας πει ο ίδιος». Η Επιτροπή αποφάσισε ότι η χρησιμοποίηση της λέξης ελληνοκύπριος σε εισαγωγικά συνιστά προσωπική επίθεση η οποία θίγει την τιμή και υπόληψη του παραπονούμενου, γεγονός που επαναλήφθηκε κατά τη δημοσίευσης της απαντητικής επιστολής. Η Επιτροπή κατέληξε στην απόφαση ότι η δημοσίευση αναφορών σε ένα συνδικαλιστικό συνέδριο συνιστά δικαίωμα των ΜΜΕ αλλά ελλείψει επαρκούς πληροφόρησης και της αδυναμίας εξασφάλισής της για το τι ακριβώς ελέχθη στο συνέδριο της Κωνσταντινούπολης δεν ήταν σε θέση να αποφασίσει ως προς τη πτυχή του παραπόνου για διαστρέβλωση της πρότασης του παραπονουμένου για τροποποίηση του ψηφίσματος. Τέλος, αποφάσισε ότι, αν και αναγνωρίζει το δικαίωμα των ΜΜΕ να συντομεύουν μακροσκελή κείμενα ή να αφορούν προσβλητικές αναφορές και επιθέσεις, ο τρόπος με τον οποίο έτυχε χειρισμού και δημοσιεύθηκε η απαντητική επιστολή του παραπονούμενου, δεν ικανοποιείται επαρκώς η πρόνοια περί παροχής του δικαιώματος απάντησης σε όσους έχουν υποστεί επίθεση.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
6/2010
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
21/07/2010
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (6/5/5/2010) από τον Αστυνομικό Διευθυντή του Τμήματος Τροχαίας Αρχηγείου κ. Δημήτρη Δημητρίου για δημοσίευμα της Μιράντας Λυσάνδρου από την εφημερίδα «Πολίτης» στις 24/4/2010, το οποίο περιείχε κατ’ ισχυρισμό ανακριβείς και παραπλανητικές πληροφορίες. Σύμφωνα με το παράπονο, η Μιράντα Λυσσάνδρου, αφού υπέβαλε ερωτηματολόγιο στο Τμήμα Τροχαίας σχετικά με την επιβολή εξωδίκων προστίμων, δημοσίευσε ρεπορτάζ, στο οποίο μεταξύ άλλων ανέφερε ότι μέλη του Τμήματος Τροχαίας βρίσκονται σε ανταγωνισμό ως προς το ποιος θα «κόψει» τα περισσότερα πρόστιμα. Ο κ. Δημητρίου ανέφερε ότι ο ισχυρισμός αυτός είναι «εντελώς αβάσιμος, ανυπόστατος και ατεκμηρίωτος», γιατί τέτοιος διαγωνισμός δεν υπάρχει. Επίσης ανέφερε ότι από τα στατιστικά στοιχεία προκύπτει ότι το 2009 υπήρξε μείωση σε ποσοστό 26,38% στις καταγγελίες (56,444 καταγγελίες λιγότερες) σε σύγκριση με το 2008. Περαιτέρω, ο κ. Δημητρίου παραπονέθηκε ότι το ρεπορτάζ της εφημερίδας ανέφερε ότι οι Δήμοι και η Αστυνομία έχουν ημερήσιο «κότα» καταγγελιών και ότι αν δεν επιτύχουν το στόχο τους εξαγγέλλουν εκστρατείες πρόληψης «με θεαματικά κατά τα άλλα αποτελέσματα καταγγελιών». Ο κ. Δημητρίου παρατήρησε ότι οι εξαγγελίες εκστρατειών έχουν πάντοτε στόχο την πρόληψη και μείωση των τροχαίων δυστυχημάτων και εμπέδωση της οδικής συνείδησης «και όχι του εντυπωσιασμού, όπως υπαινίσσεται η κ. Λυσάνδρου». Πρόσθεσε ότι η κ. Λυσάνδρου ανακριβώς ανέφερε στο δημοσίευμα ότι τα έσοδα από τις καταγγελίες κατατίθενται στο «πάγιο Ταμείο της Αστυνομίας» εάν τα αδικήματα προέρχονται από το Νόμο…» ενώ τα έσοδα στην πραγματικότητα κατατίθενται στο Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας. Περαιτέρω, ο κ. Δημητρίου ανέφερε ότι είναι ανακριβής και η αναφορά ότι ένας λοχίας που αποκαλείται «θρύλος του προστίμου» και μερικοί άλλοι, χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης από το Διευθυντή τους. Ο κ. Δημητρίου πρόσθεσε ότι δεν υπάρχει μεροληπτική συμπεριφορά υπέρ συγκεκριμένων μελών της Δύναμης. Επίσης απέρριψε επίκριση της εφημερίδας ότι η Αστυνομία απέφυγε να δώσει τα «προϋπολογιζόμενα έσοδα από εξώδικα πρόστιμα», αναφέροντας ότι «απλά δεν υπάρχουν και δεν προϋπολογίζονται οποιαδήποτε έσοδα από τα εξώδικα». Τέλος ανέφερε ότι η κ. Λυσάνδρου επιμελώς απέφυγε να ζητήσει σχόλια της Τροχαίας επί φερομένων δηλώσεων πρώην στελέχους της Τροχαίας που περιέλαβε στην είδησή της προκειμένου «να πλήξει το κύρος και την αξιοπιστία της Τροχαίας και κατ’ επέκταση της Αστυνομίας». Ο σύμβουλος έκδοσης της εφημερίδας Διονύσης Διονυσίου, παραθέτοντας τις θέσεις της εφημερίδας ανέφερε ότι όλα τα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν είχαν ως πηγές τους μέλη της αστυνομικής δύναμης και δη της Τροχαίας.Ανέφερε ότι το ρεπορτάζ «επιχειρούσε να φωτογραφήσει τη διαχρονική στάση της Τροχαίας και το πρόβλημα που ο μέσος πολίτης αντιλαμβάνεται σε σχέση με τη συμπεριφορά της εν λόγω ομάδας αστυνομικών» και ότι «ο μέσος πολίτης αισθάνεται τον τροχονόμο ως ένα φοροεισπράκτορα ο οποίος ενίοτε κρυβόμενος εμφανίζεται μπροστά του για να τον τιμωρήσει και να τον ταλαιπωρήσει και όχι να τον βοηθήσει να κυκλοφορήσει στους δρόμους με ασφάλεια». Συμπληρωματικά, ο κ. Διονυσίου διαβίβασε στην Επιτροπή πρακτικά από σύσκεψη αξιωματικών και άλλων μελών της αστυνομίας, που συνεκλήθη στις 14 Ιουλίου, 2010, προκειμένου να μελετήσει τις επιπτώσεις από την εφαρμογή του συστήματος οκτάωρης εργασίας στο Τμήμα Τροχαίας Αρχηγείου. Σύμφωνα με τα πρακτικά, ανώτερος αξιωματικός φέρεται να δήλωσε στη σύσκεψη ότι ως αντίδραση στην εφαρμογή του συστήματος οκτάωρης εργασίας, «παρατηρείται σημαντική μείωση στις δραστηριότητες των μελών». Άλλος αξιωματικός ανέφερε ότι «το προσωπικό έχει μειώσει την απόδοσή του, σε ένδειξη διαμαρτυρίας» και ότι «με το να μην κάνουν καταγγελίες και αν επιμένουν στην άποψη αυτή, θα έχουν τα αντίθετα αποτελέσματα». Στη σύσκεψη αναφέρθηκε ότι «με βάση τα στατιστικά στοιχεία του πρώτου δεκαημέρου του Ιουνίου, σε σύγκριση με το πρώτο δεκαήμερο του Ιουλίου, διαπιστώθηκε ότι η απόδοση της δραστηριότητας των μελών όλων των Ουλαμών έχει μειωθεί κατά 225 καταγγελίες, δηλαδή συνολικά σε ένα μήνα θα έχουμε μείωση 675 καταγγελίες περίπου». Ο κ. Διονυσίου υποστήριξε ότι τα πρακτικά «εκ των υστέρων επιβεβαιώνουν το δημοσίευμα» και ότι «πρόκειται για μια βέβαια διαχρονική πρακτική της Αστυνομίας». Η Επιτροπή, αφού εξέτασε το θέμα αποφάσισε ότι τα υποβληθέντα πρακτικά της σύσκεψης, που έγινε σε μεταγενέστερο του δημοσιεύματος χρονικό σημείο, δεν περιέχουν ο,τιδήποτε που να οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο προηγούμενος αριθμός των καταγγελιών, που μειώθηκαν λόγω της αντίδρασης των αστυνομικών, ήταν αποτέλεσμα ανταγωνισμού μεταξύ των μελών της Τροχαίας. Στα πρακτικά αναφέρεται απλώς ότι μειώθηκαν οι καταγγελίες, αλλά δεν μπορεί να συναχθεί κανένα συμπέρασμα για οποιαδήποτε «διαχρονική πρακτική της αστυνομίας» που να ενέχει το στοιχείο του ανταγωνισμού ή της πρακτικής να καταγγέλλονται πολίτες για να επιτευχθεί οποιοσδήποτε στόχος. Άλλο είναι το θέμα ως προς τις αντιλήψεις μεταξύ του κοινού για τον τρόπο δράσης των αστυνομικών. Ωστόσο, η Επιτροπή αποφάσισε, περαιτέρω, ότι δεν μπορούσε να αμφισβητήσει της θέση της εφημερίδας ότι οι πληροφορίες της για τον τρόπο δράσης των αστυνομικών της Τροχαίας προέρχονται από πηγές της αστυνομικής δύναμης ή μέλη της Αστυνομίας, ούτε και να ζητήσει αποκάλυψη των πηγών πληροφόρησης της εφημερίδας προκειμένου να ελέγξει την ακρίβεια των πληροφοριών. Ωστόσο, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η εφημερίδα, με βάση την υποχρέωση που πηγάζει από την πρόνοια για παροχή του δικαιώματος απάντησης «στην κατάλληλη περίπτωση», όφειλε να θέσει τους ισχυρισμούς των πηγών της ενώπιον της Αστυνομίας, και δη του Διευθυντή Τροχαίας, για σχολιασμό και ταυτόχρονη δημοσίευση των θέσεων του. Θέση της Επιτροπής είναι ότι η λήψη απάντησης ή σχολίων από τους άμεσα εμπλεκομένους ή θιγομένους από δηλώσεις ή ισχυρισμούς και η ταυτόχρονη δημοσίευσή τους αποτελεί ορθό τρόπο δημοσιογραφικής ενέργειας και πρέπει να αποτελεί πάγια πρακτική των ΜΜΕ και των δημοσιογράφων. Η εκ των υστέρων δημοσίευση απάντησης, αποκομμένης από τους αρχικούς ισχυρισμούς και αφού έχουν ήδη δημιουργηθεί εντυπώσεις, δεν θεωρείται ότι ικανοποιεί πλήρως την πρόνοια του Κώδικα για παροχή του δικαιώματος απάντησης «στην κατάλληλη περίπτωση».
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
8/2010
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
21/07/2010
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (8/10/5/2010) από την τέως Γ. Διευθύντρια Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας κ. Ανδρούλα Αγρότου για ανακριβείς πληροφορίες που δημοσιεύθηκαν στη διαδικτυακή εφημερίδα www.offsite.com.cy στις 28 και 29 Απριλίου, 2010. Ειδικότερα, η κ. Αγρότου ανέφερε στο παράπονό τους ότι η διαδικτυακή εφημερίδα παρέλειψε να διασταυρώσει και να διασφαλίσει την ακρίβεια των πληροφοριών της κατά παράβαση του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας και ότι οι δύο ειδήσεις «βρίθουν ανακριβειών και ψευδών πληροφοριών» επειδή ισχυρίζονται ότι «ανώτερη λειτουργός» που αφυπηρέτησε πρόσφατα από το Υπουργείο Υγείας «έχει πάρει μαζί της τα κλειδιά που είχε στην κατοχή της…και όλη μέρα μπαινοβγαίνει στο γραφείο που υπό κανονικές συνθήκες θα έπρεπε να χρησιμοποιείται από το άτομο που θα την αντικαταστήσει…Η εν λόγω κυρία όχι μόνο δεν παρέδωσε το γραφείο της αλλά το κρατά και κλειδωμένο ώστε να μπορεί να μπαινοβγαίνει όποτε η ίδια γουστάρει». Επίσης ανέφερε ότι το θέμα δεν είναι άσχετο με διασυνδέσεις «που έχει σε ανώτατο επίπεδο και οι οποίες θα της δώσουν και συμβόλαιο υψηλών αποδοχών στο χώρο της δημόσιας υγείας». Τη δεύτερη φορά που η διαδικτυακή εφημερίδα ασχολήθηκε με το θέμα, έγραψε ότι κάνει δεύτερες σκέψεις «το προεδρικό για την πρόσληψη της κ. Αγρότου με συμβόλαιο για να αναλάβει την αυτονόμηση των νοσοκομείου του δημοσίου», λόγω των έντονων αντιδράσεων εντός του Υπουργείου. Επίσης επαναλαμβάνει ότι «όλο αυτό το διάστημα έχοντας στην κατοχή της κλειδιά του κτιρίου, μπαινόβγαινε ανενόχλητη». Η κ. Αγρότου ανέφερε στο παράπονό της ότι τα δημοσιεύματα την έθιξαν και την προσέβαλαν. Η παραπονούμενη επισύναψε επιστολή του κ. Χριστόδουλου Καϊσή, Αν. Διευθυντή Ιατρικών Υπηρεσιών, ο οποίος βεβαίωνε ότι από την ημέρα που ανέλαβε τα καθήκοντά του, η κ. Αγρότου, «η οποία άρχιζε την προαφυπηρετική της άδεια» του παραχώρησε το γραφείο της με τα κλειδιά του. Στην απάντησή της, η διαδικτυακή εφημερίδα ανέφερε ότι όσα δημοσίευσε σε σχέση με την κ. Ανδρούλα Αγρότου δεν ήταν σε καμιά περίπτωση ανακριβή και ότι στηρίζονταν σε έγκυρες πληροφορίες και μαρτυρίες ατόμων που εργάζονται στο υπουργείο Υγείας και τα οποία την έβλεπαν καθημερινά να μπαινοβγαίνει σ? αυτό ενώ είχε αφυπηρετήσει. Ανέφερε, ωστόσο, ότι «η μόνη ίσως πληροφορία (η οποία) εκ των υστέρων εντοπίστηκε ως ανακριβής ήταν ότι η κ. Αγρότου πήγαινε στο γραφείο που κατείχε προηγουμένως».Περαιτέρω ανέφερε ότι δεν ήταν πρόθεσή της να πλήξει την κ. Αγρότου, αλλά να ψέξει τη νοοτροπία «που υπάρχει σε πολλά τμήματα της δημόσιας υπηρεσίας, δηλαδή αυτοί που αφυπηρετούν να συνεχίσουν να κάνουν επισκέψεις στο χώρο εργασίας και να μην πηγαίνουν στα σπίτια τους» και επίσης να ψέξει την τακτική των εκάστοτε κυβερνήσεων να «ανακαλύπτουν νέες υπηρεσίες και καθήκοντα προκειμένου να διορίσουν συγκεκριμένα άτομα» που έχουν αφυπηρετήσει. Η Επιτροπή αποφάσισε –απέχοντος του κ. Βάσου Τσαγγαρά λόγω συγγένειας με την παραπονούμενη- ότι, με βάση και τη μερική παραδοχή της εφημερίδας, το τμήμα της είδησης που ανέφερε ότι η κ. Αγρότου «όλη μέρα μπαινοβγαίνει στο γραφείο που υπό κανονικές συνθήκες θα έπρεπε να χρησιμοποιείται από το άτομο που θα την αντικαταστήσει» και ότι «όχι μόνο δεν παρέδωσε το γραφείο της αλλά το κρατά και κλειδωμένο ώστε να μπορεί να μπαινοβγαίνει όποτε η ίδια γουστάρει» συνιστά παραβίαση της πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί της ακρίβειας των πληροφοριών. Η Επιτροπή επισημαίνει πως με βάση την πρόνοια ότι «τα Μ.Μ.Ε. μεριμνούν ώστε να μη δημοσιεύονται ανακριβείς, παραπλανητικές, φανταστικές ή διαστρεβλωτικές της αλήθειας ειδήσεις, πληροφορίες ή σχόλια», πρέπει να αποτελεί πάγια τακτική των ΜΜΕ και των δημοσιογράφων ο έλεγχος και η επαλήθευση των πληροφοριών πριν από τη δημοσίευσή τους. Επίσης τονίζει ότι σε περιπτώσεις πληροφοριών που είναι δυνατό να θίξουν την τιμή και την υπόληψη ατόμων, τα ΜΜΕ και οι λειτουργοί τους θα πρέπει, κατά κανόνα, να τις θέτουν υπόψη των άμεσα ενδιαφερομένων, προκειμένου να τους δίδεται το δικαίωμα σχολιασμού και απάντησης, ταυτόχρονα με τη δημοσίευση των πληροφοριών, με βάση την πρόνοια ότι «παρέχεται στην κατάλληλη περίπτωση» το δικαίωμα στους θιγομένους να απαντήσουν . Στην προκειμένη περίπτωση υπήρξε παράλειψη τόσο για επαλήθευση των πληροφοριών, όσο και παροχής της ευκαιρίας απάντησης από το άτομο στο οποίο αφορούσαν οι πληροφορίες, γεγονός που συνιστά παραβίαση των σχετικών προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Η Επιτροπή θεωρεί ότι ήταν δικαίωμα της εφημερίδας να ψέξει την κυβερνητική πρακτική της ανάθεσης υπηρεσιών σε συνταξιούχους, αλλά θα μπορούσε να το κάμει χωρίς να θίξει την παραπονούμενη. Σημειώνεται ότι η πρόνοια περί ακρίβειας των πληροφοριών προβλέπει, ότι σε περίπτωση δημοσίευσης ανακριβών πληροφοριών τα ΜΜΕ «χωρούν σε άμεση διόρθωση ή και απολογία».
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
9/2010
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
21/07/2010
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (9/6/5/2010) για ρατσιστική αναφορά σε άρθρο του πανεπιστημιακού Κώστα Μαυρίδη στο «Φιλελεύθερο». Στο άρθρο, που δημοσιεύθηκε στην έκδοση της 1ης Μαΐου, 2010, περιέχεται η ακόλουθη φράση: «Στο μήνυμα καταγράφεται η θέση του Πάσκο για το χειρισμό της απόφασης του ΔΕΚ στην υπόθεση Οραμς και συγκεκριμένα υποδεικνύεται ότι ο Taye Zerihoun (ο μαύρος υπάλληλος που υπηρετεί στην Κύπρο), όφειλε εκ των προτέρων και μυστικά ασφαλώς, να συνεννοηθεί με την τουρκική αντιπροσωπεία στα Η.Ε. για το χειρισμό του θέματος ενώπιον του Συμβουλίου Ασφαλείας». Στην απάντησή της, η εφημερίδα ανέφερε σε καμία «περίπτωση δεν ήθελε με κανένα τρόπο να προβεί σε δυσμενείς διακρίσεις εναντίον προσώπου και συγκεκριμένα να διαπομπεύσει, διασύρει με οποιοδήποτε τρόπο οποιοδήποτε πρόσωπο νια λόγους που αφορούν το χρώμα, τη γλώσσα, τη θρησκεία, τις πολιτικές πεποιθήσεις ή κοινωνική προέλευση, την καταγωγή κ.α.» και εξέφρασε λύπη αν προκλήθηκε αυτή η εντύπωση. Ο Πρόεδρος της Επιτροπής δεν συμμετέσχε λόγω υπαινιγμών ως προς την αμεροληψία του, τους οποίους είχε διατυπώσει ο κ. Μαυρίδης σε άλλη υπόθεση που τον αφορούσε. Η Επιτροπή έλαβε υπόψη τη θέση της εφημερίδας και εξέφρασε την ευαρέσκειά της για την έλλειψη πρόθεσης για δυσμενή διάκριση, αλλά κατέληξε στην απόφαση ότι το θέμα δεν αφορά σε προθέσεις ή εντυπώσεις, αλλά σε πραγματικά γεγονότα. Στην προκειμένη περίπτωση, η Επιτροπή αποφάσισε ότι ο χαρακτηρισμός «ο μαύρος υπάλληλος που υπηρετεί στην Κύπρο» για τον τέως ειδικό αντιπρόσωπο του Γ.Γ. του ΟΗΕ στην Κύπρο Taye Brook-Zerihoun σαφώς αποτελεί έκφραση προκατάληψης με βάση τη φυλή ή το χρώμα, κατά παράβαση της σχετικής πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Η Επιτροπή έλαβε υπόψη το γεγονός ότι η ρατσιστική αυτή αναφορά περιέχεται σε άρθρο πανεπιστημιακού και επισήμανε ότι αποτελεί σαφή ευθύνη των ΜΜΕ να μεριμνούν, σε κάθε περίπτωση, για την πρόληψη δυσμενών διακρίσεων οποιουδήποτε είδους κατά παράβαση της σχετικής πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
10/2010
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
21/07/2010
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο για το θέμα των δημοσιευμάτων και μεταδόσεων έντυπων και εκπεμπόντων ΜΜΕ σχετικά με ισχυρισμούς που αφορούσαν σε καθηγήτρια, στο οποίο δόθηκε ο χαρακτηρισμός «ροζ σκάνδαλο». Το παράπονο, που υποβλήθηκε από πολίτη, αφορούσε στα δημοσιεύματα μιας m;ono εφημερίδας, αλλά η Ενωση Συντακτών Κύπρου ζήτησε να εξετασθεί από την Επιτροπή το γενικότερο θέμα της συμπεριφοράς ΜΜΕ και δημοσιογράφων όσον αφορά στο χειρισμό του θέματος. Όλα σχεδόν τα ΜΜΕ ασχολήθηκαν με την υπόθεση κατά κύριο λόγο στις 23 και 24 Μαΐου, 2010. Ο ΑΝΤ1 επέλεξε να μην ασχοληθεί καθόλου με το θέμα. Αφορμή για την ειδησεογραφία έδωσε επιστολή της Επιτρόπου για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Παιδιού Λήδας Κουρσουμπά, η οποία, ύστερα από ανώνυμο τηλεφώνημα που πήρε λειτουργός του γραφείου της στις 11 Μαρτίου, 2010, ζήτησε στις 12 Μαρτίου, 2010 από τον Υπουργό Παιδείας, να εξετασθούν ισχυρισμοί εναντίον καθηγήτριας, της οποίας ανέφερε το όνομα και το σχολείο στο οποίο εργαζόταν, ότι «έχει αναπτύξει ανάρμοστες σχέσεις, οι οποίες εξελίχθηκαν σε σεξουαλικές επαφές, με δύο μαθητές…» και ότι «είχε σεξουαλική επαφή και με τους δύο μαθητές στο αυτοκίνητό της». Στην ειδησεογραφία των ΜΜΕ αναφέρθηκε ότι η καθηγήτρια παρενόχλησε σεξουαλικά δύο ανήλικους μαθητές και ότι «σύμφωνα με τις καταγγελίες ενός εκ των δύο μαθητών η εν λόγω εκπαιδευτικός, που φέρεται να είναι και νυμφευμένη, είχε σεξουαλική επαφή και με τους δύο μαθητές στο αυτοκίνητό της». Περαιτέρω, αναφέρθηκε ότι σύμφωνα με τον ένα εκ των μαθητών, η καθηγήτρια έστελνε και μηνύματα στο κινητό του, με τα οποία του ασκούσε πίεση για συνέχιση της σχέσης τους. Τα μηνύματα στα κινητά, όπως και άλλα μηνύματα σε δίκτυο κοινωνικής δικτύωσης είχαν, σύμφωνα τους ισχυρισμούς, αποθηκευθεί και φυλαχθεί από τα παιδιά. Προβλήθηκε επίσης ο ισχυρισμός ότι η ίδια εκπαιδευτικός και στο παρελθόν απασχόλησε «με τις αδυναμίες της» το Υπουργείο, γεγονός για το οποίο μετακινήθηκε από τη θέση της. Δημοσιεύθηκε επίσης ότι είχε καταβληθεί προσπάθεια από τη διευθύντρια του σχολείου για αποσιώπηση της υπόθεσης. Επίσης προβλήθηκαν πληροφορίες ότι είχαν εκφρασθεί ανησυχίες για ενδεχόμενες επιπτώσεις στη βαθμολογία των παιδιών, δεδομένου ότι πλησίαζε η περίοδος των εξετάσεων και η καθηγήτρια είχε λάβει γνώση των καταγγελιών εναντίον της. Μετά τη δημοσιοποίηση του θέματος, ο Υπουργός Παιδείας δήλωσε ότι αμέσως μετά τη λήψη της επιστολής της κ. Κουρσουμπά έδωσε οδηγίες για διεξαγωγή έρευνας, το πόρισμα της οποίας μόλις είχε παραλάβει και ότι δεν ήταν ακόμη ενήμερος του περιεχομένου του. Ο εκπρόσωπος τύπου της αστυνομίας, όταν δημοσιοποιήθηκε το θέμα δήλωσε ότι το ΤΑΕ Αρχηγείου είχε αρχίσει προκαταρκτική έρευνα για να διαπιστωθεί αν τα όσα ανέφερε η εφημερίδα ευσταθούσαν και κατά πόσο είχε διαπραχθεί οποιοδήποτε ποινικό αδίκημα. Την επομένη, ο εκπρόσωπος τροφοδότησε τη φημολογία, δηλώνοντας στα ΜΜΕ: «Εκ πρώτης όψεως προκύπτει το ενδεχόμενο διάπραξης ποινικών αδικημάτων που αφορά τον περί Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Νόμο. …Αναλόγως του περιεχομένου του πορίσματος (της έρευνας του Υπουργείου Παιδείας) η Αστυνομία θα προχωρήσει σε περαιτέρω ποινική διερεύνηση εάν και εφόσον απαιτείται κάτι τέτοιο». Τα στοιχεία αυτά μεταδόθηκαν στις 23 Μαρτίου, 2010 από τα τηλεοπτικά ΜΜΕ και δημοσιεύθηκαν σε όλες τις εφημερίδες την επομένη. Η Νομική Υπηρεσία, στην οποία υποβλήθηκε το πόρισμα ερευνώντος λειτουργού του Υπουργείου Παιδείας, αφού μελέτησε το μαρτυρικό υλικό αποφάνθηκε, με γνωμάτευσή λειτουργού της ημερομηνίας 30ης Μαΐου, 2010: «Μετά από προσεκτική μελέτη του συγκεντρωθέντος μαρτυρικού υλικού, εγγράφων και στοιχείων της διεξαχθείσας πειθαρχικής έρευνας, καταλήγω στην άποψη ότι δεν είναι δυνατή η διατύπωση οποιασδήποτε πειθαρχικής κατηγορίας εναντίον της….(όνομα), Καθηγήτριας (κλάδος). Περαιτέρω, είναι προφανές από τα πιο πάνω ότι δεν είναι επιτρεπτή ούτε και η οποιαδήποτε ποινική διερεύνηση του θέματος». Σε απλή γλώσσα, η γνωμάτευση σημαίνει ότι όσα καταγγέλθηκαν και όσα δημοσιεύθηκαν δεν τεκμηριώθηκαν από το μαρτυρικό υλικό. Όμως, δημοσιογράφοι και ΜΜΕ, χωρίς καμιά προσπάθεια τεκμηρίωσης, εκ προοιμίου θεώρησαν ισχυρισμούς και φήμες ως αποδεδειγμένα γεγονότα και χρησιμοποίησαν διάφορους έντονους χαρακτηρισμούς, προκειμένου να εντείνουν τον εντυπωσιασμό.. Ενδεικτικοί χαρακτηρισμοί και αποσπάσματα που χρησιμοποιήθηκαν από τα ΜΜΕ είναι: «Ροζ σκάνδαλο», «Καθηγήτρια… σεξουάλα ‘βίασε’ μαθητές της»- «Πρωτοφανές σκάνδαλο…” «Επιχειρείται κουκούλωμα», «Σοκ προκαλούν οι καταγγελίες για σεξουαλική εκμετάλλευση μαθητών από καθηγήτριά τους…»… «αναφορά σε σεξουαλικές επαφές δύο μαθητών με την καθηγήτριά τους», «Σοκ…από καταγγελία για σεξουαλική παρενόχληση μαθητών από καθηγήτριά τους», «Μαθήματα…σεξ από καθηγήτρια», «Καθηγήτρια καταγγέλλεται ότι έκανε μαθήματα…σεξ σε δύο μαθητές της», «…οι ορέξεις της καθηγήτριας ήταν ακόρεστες», «Βίασε μαθητές στο αυτοκίνητό της», «Εκβίαζε τα θύματά της…», το μαρτυρικό υλικό «έπεσε στα χέρια της άτακτης καθηγήτριας»…«Εκανε πολλά και στο παρελθόν», «Μαρτυρίες σοκ για τη δράση της καθηγήτριας…για σεξουαλική εκμετάλλευση μαθητών της», «αλυσιδωτές…εξελίξεις στο ροζ σκάνδαλο με την καθηγήτρια… που όχι μόνο δεν είχε το νου της στην εξεταστική περίοδο αλλά ανάγκασε δύο μαθητές της να έλθουν σε σεξουαλική επαφή μαζί της μέσα στο αυτοκίνητό της», «Υπό έρευνα η «σεξοδασκάλα», «Γνώριζε το ΥΠΠ για την ανάρμοστη συμπεριφορά καθηγήτριας». ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Το γεγονός και μόνο ότι η Γενική Εισαγγελία, ως αρμόδιο σώμα, αποφάνθηκε ότι η μαρτυρία δεν μπορούσε να στοιχειοθετήσει ούτε πειθαρχική, ούτε ποινική υπόθεση, μιλά από μόνο του για το λανθασμένο χειρισμό του θέματος. Από τους χαρακτηρισμούς και τα ενδεικτικά αποσπάσματα που παρατέθηκαν πιο πάνω, αβίαστα προκύπτει ότι τα ΜΜΕ –έντυπα και ηλεκτρονικά- που ασχολήθηκαν με το θέμα χειρίστηκαν εκτός των πλαισίων της δημοσιογραφικής δεοντολογίας ένα θέμα που αφορούσε στην προσωπικότητα, την τιμή, την υπόληψη και την αξιοπρέπεια μιας γυναίκας, καθώς και σε δικαιώματα παιδιών. Θεώρησαν ανώνυμες καταγγελίες ή ισχυρισμούς και φημολογίες ως εξακριβωμένη μαρτυρία, μετέτρεψαν σε είδηση το απλό γεγονός της διατύπωσης ΑΝΩΝΥΜΩΝ ισχυρισμών ή καταγγελιών, το βάσιμο των οποίων δεν είχε κριθεί από κανένα αρμόδιο σώμα ή όργανο και χρησιμοποίησαν μειωτικούς χαρακτηρισμούς που παρέπεμπαν σε ενοχή. Οι δικαιολογίες, στην έκταση που προβλήθηκαν, ότι μέριμνα ήταν το συμφέρον των μαθητών, δεν ευσταθούν, γιατί η αποκάλυψη του θέματος με τον τρόπο που έγινε εξέθεσε όχι απλώς την καθηγήτρια, αλλά και τους ίδιους τους μαθητές. Τηρήθηκε μεν η ανωνυμία, αλλά δημοσιεύθηκαν λεπτομέρειες για την περιοχή του σχολείου, ώστε στη μικρή κοινωνία της Κύπρου και ακόμη στη μικρότερη κοινωνία μιας επαρχίας ή πόλης να είναι δυνατή η αποκάλυψη της ταυτότητας των φερομένων ως εμπλεκομένων. Υπό το φως των ανωτέρω δεν είναι δυνατό να γίνει επίκληση της εξυπηρέτησης του δημοσίου συμφέροντος, γιατί η «πληροφόρηση» που έδωσαν τα ΜΜΕ, με τον τρόπο που έγινε, ούτε στην υποβοήθηση ανίχνευσης ή αποκάλυψης εγκλήματος συνέβαλε, ούτε τη δημόσια ασφάλεια και υγεία εξυπηρέτησε, ούτε και την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων προήγαγε. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι παραβιάστηκαν οι ακόλουθες ειδικές πρόνοιες του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. 1. Η πρόνοια για την ακρίβεια των πληροφοριών, που προβλέπει ότι «τα ΜΜΕ μεριμνούν ώστε να μη δημοσιεύονται ανακριβείς, παραπλανητικές, φανταστικές ή διαστρεβλωτικές της αλήθειας ειδήσεις, πληροφορίες ή σχόλια. Σε περίπτωση που έχει συμβεί κάτι τέτοιο χωρούν σε άμεση διόρθωση ή και απολογία.». Από την πρόνοια αυτή προκύπτει ότι πρώτιστο καθήκον των δημοσιογράφων είναι η επιβεβαίωση της αλήθειας των πληροφοριών πριν από τη δημοσίευσή τους, η αποφυγή δημοσίευσης ατεκμηρίωτων ισχυρισμών ή φημολογίας και σε περίπτωση δημοσίευσης ανακριβών πληροφοριών η παραδοχή του γεγονότος και η απολογία. Τίποτε από τα πιο πάνω δεν έγινε. 2. Η πρόνοια που προβλέπει ότι «η υπόληψη και η ιδιωτική ζωή κάθε προσώπου τυγχάνουν σεβασμού και δεν αποκαλύπτονται στοιχεία προσωπικού χαρακτήρα. Παρεμβάσεις και έρευνες στην ιδιωτική ζωή προσώπων… είναι γενικά απαράδεκτες, η δε δημοσιοποίησή τους μπορεί να δικαιολογηθεί μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις και αποκλειστικά προς το δημόσιο συμφέρον», ως προς το σεβασμό της υπόληψης, την αποκάλυψη στοιχείων προσωπικού χαρακτήρα και παρεμβάσεις στην ιδιωτική ζωή, χωρίς αυτό να δικαιολογείται από την επιδίωξη της εξυπηρέτησης του δημοσίου συμφέροντος. 3. Η πρόνοια περί του τεκμηρίου αθωότητας, που προβλέπει ότι «οι λειτουργοί σέβονται πλήρως την αρχή ότι ο ύποπτος ή κατηγορούμενος για διάπραξη αδικήματος είναι αθώος μέχρις αποδείξεως του αντιθέτου, σύμφωνα με τη νόμιμη διαδικασία και συνεπώς αποφεύγουν να δημοσιοποιήσουν ο,τιδήποτε το οποίο να οδηγεί σε συμπεράσματα ως προς την ενοχή ή αθωότητα του υπόπτου ή/και κατηγορουμένου ή τείνει να τον διασύρει ή διαπομπεύσει». 4. Η πρόνοια που αφορά στα παιδιά, η οποία μεταξύ άλλων προβλέπει ότι «τα Μ.Μ.Ε. και οι λειτουργοί των υποχρεούνται να τηρούν τις πρόνοιες της Διεθνούς Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Παιδί». Παραβιάστηκαν επίσης οι πιο κάτω γενικές πρόνοιες του Κώδικα: * Η πρόνοια περί επαγγελματικού επιπέδου που μεταξύ άλλων προβλέπει ότι «το ήθος, η αξιοπρέπεια και εντιμότητα, η διαγωγή, η συμπεριφορά και το επαγγελματικό επίπεδο των λειτουργών θα πρέπει να είναι της υψηλότερης δυνατής στάθμης». * Η πρόνοια για τον τρόπο άσκησης του δημοσιογραφικού λειτουργήματος, η οποία μεταξύ άλλων προβλέπει ότι οι δημοσιογράφοι «επιδεικνύουν την αρμόζουσα ευαισθησία …και είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί και διακριτικοί στην παρουσίαση θεμάτων όπως η βία, το έγκλημα, τα σεξουαλικά παραπτώματα…» Η Επιτροπή εκφράζει την απογοήτευσή της για τη μαζική παραβίαση προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας χάριν του εντυπωσιασμού και τονίζει την ανάγκη όπως τα ΜΜΕ και οι λειτουργοί τους επιδεικνύουν υπευθυνότητα και τηρούν τις πρόνοιες του Κώδικα. Η Επιτροπή τονίζει την ανάγκη σεβασμού των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας και καλεί τα ΜΜΕ να λάβουν όλα τα δέοντα μέτρα για την αποφυγή παρόμοιων φαινομένων στο μέλλον και να μη θυσιάζουν την υποχρέωση της τήρησης των κανόνων δημοσιογραφικής δεοντολογίας στο βωμό του εντυπωσιασμού και της άγρας αναγνωσιμότητας ή τηλεθέασης. Η Επιτροπή καλεί τα ΜΜΕ να δημοσιοποιήσουν την παρούσα ανακοίνωση και να τη θέσουν υπόψη των μελών του συντακτικού προσωπικού τους.