*Οι παλαιότερες αποφάσεις της ΕΔΔ αναδημοσιεύονται από το αρχείο και δεν έχει γίνει καμία παρέμβαση στο περιεχόμενό τους.
*Οι παλαιότερες αποφάσεις της ΕΔΔ αναδημοσιεύονται από το αρχείο και δεν έχει γίνει καμία παρέμβαση στο περιεχόμενό τους.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
26/12
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
22/01/2013
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (26/15/102012) από τον Ανδρέα Ιωάννου, υπασπιστή του Προέδρου της Δημοκρατίας, για δημοσίευμα της εφημερίδας «Αλήθεια», που αναφερόταν σε κατ’ ισχυρισμό μίνι-κρουαζιέρες του Προέδρου με το ιδιωτικό σκάφος του παραπονούμενου.. Το δημοσίευμα, στην έκδοση της «Αλήθειας» ημερομηνίας 14ης Οκτωβρίου, 2012, κάτω από τον τίτλο «Θαλάσσιες βόλτες Χριστόφια με το σκάφους του υπασπιστή», ανέφερε ότι το σκάφος έχει βάση το Αλιευτικό Καταφύγιο Ζυγίου και βρίσκεται υπό την επιτήρηση κλειστού κυκλώματος παρακολούθησης, το οποίο εγκαταστάθηκε χωρίς τις νόμιμες διαδικασίες και ότι «πολίτες που επικοινώνησαν με την εφημερίδα, θέτουν ερωτηματικά για την προέλευση του σκάφους αναψυχής.» Σύμφωνα με το επίμαχο δημοσίευμα, κάτω από την υπογραφή του δημοσιογράφου Παναγιώτη Χατζηδημητρίου, το σκάφος ανήκει στον υπασπιστή του Προέδρου της Δημοκρατίας Ανδρέα Ιωάννου, ο οποίος φέρεται να δώρισε στο Τμήμα Αλιείας το σύστημα κλειστού κυκλώματος από δύο κάμερες, με το οποίο παρακολουθείται το σκάφος. Η εφημερίδα ανέφερε ότι το σύστημα εγκαταστάθηκε στο κτίριο του Τμήματος «χωρίς να ακολουθηθούν οι νόμιμες διαδικασίες, δηλαδή ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο δεν τοποθετήθηκε καμιά σήμανση και ότι δεν στον Επίτροπο Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων το σχετικό έντυπο προκειμένου να ελεγχθεί ότι η εγκατάσταση παρακολούθησης βρίσκεται στα πλαίσιο του νόμου. Το Γραφείου του Επιτρόπου Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, σύμφωνα με την είδηση της εφημερίδα, δεν είχε περιλάβει στα αρχεία του το κύκλωμα που εγκαταστάθηκε στο γραφείου του Τμήματος Αλιείας στο Ζύγι. Η είδηση ανέφερε ότι το Γραφείου του Επιτρόπου κάλεσε το Τμήμα Αλιείας να υποβάλει τα σχετικά έντυπα και όπως τοποθετηθούν σημάνσεις, ότι ο χώρος παρακολουθείται από κλειστό σύστημα παρακολούθησης. Εξ άλλου, η είδηση ανέφερε ότι σύμφωνα με πληροφορίες που συνέλεξε ο δημοσιογράφος, ο Πρόεδρος Χριστόφιας σε 2-3 τουλάχιστο περιπτώσεις έκαμε τη θαλάσσια βόλτα του με το σκάφος. Ο δημοσιογράφος έγραψε ότι είχε απευθυνθεί σε υπάλληλο του Τμήματος Αλιείας στο γραφείο Ζυγίου, αλλά όταν του ανέφερε το θέμα αρνήθηκε έστω και να μιλήσει μαζί του. Επίσης ανέφερε ότι ζήτησε να πάρει στοιχεία από το Τμήμα Εμπορικής Ναυτιλίας στη Λεμεσό, αλλά οι εκεί αρμόδιοι του ανέφεραν ότι δεν μπορούσε να κάμει έρευνα για ιδιωτικά σκάφη αναψυχής γιατί υπεισέρχονταν θέματα προσωπικών δεδομένων. Ο παραπονούμενος απηύθυνε επιστολή στην εφημερίδα, στην οποία, μεταξύ άλλων ζητούσε από την Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας επιληφθεί παραπόνου ότι ο συντάκτης της είδησης παρέλειψε να επικοινωνήσει μαζί του για να πάρει πληροφορίες για το θέμα. Διατύπωσε επίσης παράπονο για αποκάλυψη προσωπικών δεδομένων και ανέφερε ότι ήταν μόνο κατά το ήμισυ ιδιοκτήτης του σκάφους, του οποίου η αξία είναι δέκα χιλιάδες ευρώ. Η εφημερίδα δημοσίευσε την επιστολή του παραπονούμενου στις 16 Οκτωβρίου, 2012 και τη σχολίασε αναφέροντας ότι το περιεχόμενο της ήταν πολύ επιθετικό για ένα ρεπορτάζ που αφορούσε απλή καταγραφή του αποτελέσματος έρευνας που είχε κάνει. Αφού επανέλαβε τις αρχικές πληροφορίες, ανέφερε ότι ο κ. Ιωάννου αντί να απαντήσει στα ερωτήματα για την προέλευση του σκάφους επικεντρώθηκε στο θέμα της αξίας του σκάφους, για την οποία δεν είχε αναφερθεί ό,τιδήποτε στην αρχική είδησή. Στη συνέχεια, ο παραπονούμενος, σε επιστολή του που δημοσιεύθηκε στη «Χαραυγή», ανέφερε ότι ενώ ανέμενε από τον κ. Χατζηδημητρίου να ανακαλέσει «πέρασε σε λιβελογράφημα και ως εκ τούτου η μόνη οδός που μου αφήνει είναι αυτή της αγωγής για λίβελο». Ο δημοσιογράφος απάντησε στην Επιτροπή επαναλαμβάνοντας ουσιαστικά όσα ανέφερε και στο ρεπορτάζ του, με κάποιες πρόσθετες πληροφορίες που είχε πάρει από τρίτους ως προς την προέλευση του σκάφους, τις οποίες όμως δε δημοσίευσε, επειδή δεν είχαν επιβεβαιωθεί. Περαιτέρω, ανέφερε ότι η εφημερίδα ενήργησε στο πλαίσιο της δημοσιογραφικής δεοντολογίας και ότι το γεγονός πως ο πρόεδρος Χριστόφιας πηγαίνει μίνι κρουαζιέρες με το σκάφος του υπασπιστή του έχει δημοσιογραφικό ενδιαφέρον και ότι αποσκοπούσε στο να ξεκαθαρίσει «όλα τα θέματα γύρω από το σκάφος του υπασπιστή». Ενώ η υπόθεση βρισκόταν υπό εξέταση, ο παραπονούμενος ενημέρωσε προφορικά την Επιτροπή ότι είχε δώσει οδηγίες στο δικηγόρο του να κινήσει αγωγή λιβέλου για υπονοούμενα ως προς την προέλευση του σκάφους. Πρόσθεσε ότι πήρε τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για βόλτα μόνο μια φορά και επίσης ότι πράγματι δώρισε στο Τμήμα Αλιείας σύστημα κλειστής παρακολούθησης, αλλά σημείωσε ότι η εγκατάσταση και η διαδικασία ενημέρωσης του Επιτρόπου Προσωπικών Δεδομένων ήταν δουλεία του Τμήματος. Η Επιτροπή, κάνοντας χρήση της διακριτικής της ευχέρειας, αποφάσισε να μη υπεισέλθει στο θέμα της ακρίβειας των επί μέρους πληροφοριών που δημοσίευσε η εφημερίδα, οι οποίες ενδεχομένως να είναι αντικείμενο εξέτασης σε δικαστική διαδικασία. Ωστόσο, η Επιτροπή ασχολήθηκε με άλλες σοβαρές πτυχές του θέματος και αποφάσισε ότι η εφημερίδα και ο δημοσιογράφος Παναγιώτης Χατζηδημητρίου ήταν θεμιτό να ασχοληθούν με τις κινήσεις του Προέδρου της Δημοκρατίας, στο πλαίσιο του δικαιώματος της ελευθερίας έκφρασης, όπως και με «όλα τα θέματα γύρω από το σκάφος του υπασπιστή», το οποίο ο Πρόεδρος χρησιμοποίησε, ως θεμάτων δημοσίου ενδιαφέροντος. Ωστόσο, η Επιτροπή, θωρώντας ότι το δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης είναι αναπόσπαστα συνυφασμένο με την υποχρέωση της παροχής του δικαιώματος απάντησης στα επηρεαζόμενα άτομα, αποφάσισε περαιτέρω, ότι η εφημερίδα και ο συντάκτης της είδησης ελέγχονται για παραβίαση των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας που αφορούν στο δικαίωμα απάντησης (άρθρο 2), το οποίο προβλέπει ότι «τα ΜΜΕ παρέχουν στους επηρεαζομένους, στην κατάλληλη περίπτωση, και ιδιαιτέρως όταν έχουν υποστεί επίθεση, την ευκαιρία να απαντήσουν…» Η Επιτροπή θεωρεί ότι η «κατάλληλη περίπτωση» παροχής της δυνατότητας απάντησης, οσάκις δημοσιογράφοι δημοσιεύουν πληροφορίες ή σχόλια που προέρχονται από τρίτους και αφορούν σε άλλα άτομα είναι πριν από τη δημοσίευση. Στο δικαίωμα απάντησης ενυπάρχει το δικαίωμα του επηρεαζομένου να αντικρούσει πληροφορίες ή σχόλια και να παραθέσει τις δικές του θέσεις, απαντήσεις ή σχόλια, για ταυτόχρονη δημοσίευση. Το δικαίωμα της αντίκρουσης είναι βασικής σημασίας και θα πρέπει να παρέχεται εγκαίρως, δεδομένου ότι η εκ των υστέρων αντίκρουση, όταν ήδη θα έχουν δημιουργηθεί εντυπώσεις, ενδεχομένως να είναι αναποτελεσματική και να οδηγεί σε κατάχρηση του δικαιώματος της ελευθερίας έκφρασης από μέρους των ΜΜΕ και των δημοσιογράφων.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
21/12
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
14/12/2012
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας επιλήφθηκε παραπόνου (21/13/12/2011) από πολίτη σχετικά με τη δημοσίευση πληθώρας φωτογραφιών γυναίκας και της μικρής κόρης της, που υπήρξαν θύματα δολοφονίας από το σύντροφο της μητέρας. Οι φωτογραφίες τις παρουσίαζαν σε οικογενειακές στιγμές. Το παράπονο ανέφερε ότι η δημοσίευση τόσων πολλών φωτογραφιών συνιστούσε έλλειψη σεβασμού προς τα δύο θύματα. Αντί απόφασης, η Επιτροπή εξέδωσε την πιο κάτω ανακοίνωση: «Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εκφράζει την απαρέσκειά της για τη μετάδοση και δημοσίευση από όλα σχεδόν τα ηλεκτρονικά και έντυπα ΜΜΕ, περιλαμβανομένων των διαδικτυακών τους εκδόσεων, πληθώρας φωτογραφιών των θυμάτων του άγριου φόνου που διεπράχθη σε παραλιακή περιοχή της Πάφου, με θύματα νεαρή μητέρα και την τριών μόλις χρόνων κόρη της. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι δημοσιεύθηκαν φωτογραφίες των δύο θυμάτων, της νεαρής εγκύου μητέρας και της ηλικίας τριών χρόνων κόρης της, σε αριθμό πολύ πέραν του αναγκαίου για ταυτοποίησή τους, οι οποίες τις παρουσιάζουν σε προσωπικές και οικογενειακές στιγμές. Η Επιτροπή θεωρεί ότι η δημοσίευση τόσων φωτογραφιών –σε κάποιες περιπτώσεις άνω των 10-, πέραν του γεγονότος ότι συνιστά έλλειψη σεβασμού προς τα θύματα και είναι δυνατό να θεωρηθεί ως παραβίαση της γενικής διάταξης του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, που ορίζει ότι οι δημοσιογράφοι οφείλουν να «είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί και διακριτικοί στην παρουσίαση θεμάτων όπως η βία, το έγκλημα,…ο ανθρώπινος πόνος και ο θάνατος», βρίσκεται σε διάσταση με τις πρόνοιες που αποτρέπουν την επέμβαση στην ιδιωτική ζωή, τη δημοσίευση φωτογραφιών παιδιών και την όξυνση του ανθρώπινου πόνου. Το γεγονός ότι τα άτομα των οποίων οι φωτογραφίες δημοσιεύθηκαν και μεταδόθηκαν κατά κόρον δεν βρίσκονται στη ζωή δε καταργεί την ισχύ των προνοιών του Κώδικα που προαναφέρθηκαν και δημοσίευσή τους μπορεί να εκληφθεί ως ένδειξη έλλειψης σεβασμού προς μια νεαρή έγκυο γυναίκα που δολοφονήθηκε άγρια και προς ένα κοριτσάκι που έφυγε τόσο πρόωρα και με τόσο άγριο τρόπο από τη ζωή. Η Επιτροπή θεωρεί ότι η δημοσίευση τόσο πολλών φωτογραφιών ήταν αχρείαστη και δίδει την εντύπωση ότι μόνο σκοπό είχε την ικανοποίηση της κοινής περιέργειας. Η Επιτροπή ευελπιστεί ότι τα ΜΜΕ και οι δημοσιογράφοι θα χειρισθούν στο εξής το θέμα αυτό με περισσότερη διακριτικότητα και σεβασμό προς τα θύματα και επίσης θα επιδείξουν σεβασμό προς το τεκμήριο της αθωότητας ατόμων που φέρονται να εμπλέκονται στην υπόθεση. 14/12.2011
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
29/11
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
20/11/2012
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας αποφάσισε να κάμει αυτεπάγγελτη παρέμβαση στο θέμα του δικαιώματος της ελευθερίας έκφρασης και της προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τα ΜΜΕ και τους δημοσιογράφους με αφορμή δημοσιεύματα και μεταδόσεις που αναφέρονταν στον τρόπο άσκησης του δημοσιογραφικού λειτουργήματος (υπόθεση 29/26/11/2012), εκδίδοντας την ακόλουθη ανακοίνωση: Η σημασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και η ανάγκη για πρωταγωνιστικό ρόλο των ΜΜΕ στη γνώση γι’ αυτά, ως αναγκαίου προαπαιτούμενου για τη διεκδίκησή τους, ιδιαίτερα του δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης και της μη δυσμενούς διάκρισης ως προϋπόθεσης για την εφαρμογή όλων των δικαιωμάτων και ελευθεριών, οδήγησε την Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας στην ετοιμασία του πιο κάτω καθοδηγητικού κειμένου: Ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας ορίζει ότι τα ΜΜΕ και οι λειτουργοί τους «σέβονται και προάγουν τη δημοκρατία και… τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις βασικές ελευθερίες όλων». Περαιτέρω, το άρθρο 12 περί δυσμενών διακρίσεων ορίζει ότι τα Μ.Μ.Ε. αποφεύγουν οποιαδήποτε αναφορά ή ενέργεια εναντίον προσώπου η οποία περιέχει στοιχεία προκατάληψης με βάση, μεταξύ άλλων, τη φυλή, το χρώμα, τη γλώσσα, τη θρησκεία, την εθνική καταγωγή, την κοινωνική προέλευση, το φύλο και το προσωπικό καθεστώς. Επίσης, στο προοίμιο του Κώδικα γίνεται αναφορά στην ανάγκη σεβασμού του δικαιώματος έκφρασης και στο δικαίωμα του πολίτη σε ολοκληρωμένη και έγκυρη ενημέρωση, γεγονός που υποδεικνύει ότι η ενημέρωση δεν πρέπει να περιορίζεται στην απλή παράθεση γεγονότων, αλλά να ολοκληρώνεται με θέσεις και απόψεις βασισμένες στις ισχύουσες πρόνοιες περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Τα ανωτέρω δημιουργούν την υποχρέωση στους λειτουργούς των ΜΜΕ να προασπίζουν το δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης και να αντιδρούν και να παρεμβαίνουν οσάκις κατά την άσκηση του λειτουργήματός τους καθίστανται μάρτυρες περιπτώσεων παραβίασης των δημοκρατικών αρχών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και να τα προασπίζουν ενεργά και κατά την κρίση τους σε ό,τι αφορά στο χρόνο, τον τρόπο και το περιεχόμενο της παρέμβασής τους, νοουμένου ότι θα κάνουν σαφή διαχωρισμό μεταξύ γεγονότων και σχολίων.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
24/12
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
20/11/2012
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (24/11/10/2012) από τον Αρχηγό της Αστυνομίας εναντίον της εφημερίδας «Αλήθεια» για δημοσιεύματα στις 4 και 5 Οκτωβρίου, 2012, αναφορικά με υπόθεση διαθεσιμότητας δύο αστυνομικών για ανάρμοστη συμπεριφορά λόγω φερόμενης εμπλοκής τους επεισόδιο σε δημόσιο χώρο. Το πρώτο δημοσίευμα της «Αλήθειας» υπό τον τίτλο «Η εκδίκηση… του αρχηγού» ανέφερε ότι ο Αρχηγός της Αστυνομίας, με ξαφνική απόφασή του έθεσε σε διαθεσιμότητα τους δύο αστυνομικούς που φέρονταν να εμπλέκονται σε επεισόδιο σε εστιατόριο στη Λάρνακα, μια μέρα πριν από την ορισθείσα έκδοση απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε προσφυγή τους εναντίον της διαθεσιμότητας, γεγονός που, όπως έγραψε η εφημερίδα, οι ίδιοι θεωρούσαν ως εκδικητική στάση. Η εφημερίδα παρέθεσε το ιστορικό της υπόθεσης από τις 2 Δεκεμβρίου, 2011 και σε φερόμενες ενέργειες του Αρχηγού της Αστυνομίας. Το δεύτερο δημοσίευμα, στις 5 Οκτωβρίου, 2012, υπό τον τίτλο «Χαστούκι Ανωτάτου στον Αρχηγό» παρέθεσε την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου που εκδόθηκε την προηγούμενη ημέρα, με την οποία ακυρώθηκε η απόφαση του Αρχηγού της Αστυνομίας ημερομηνίας 2ας Μαρτίου, 2012, να παρατείνει τη διαθεσιμότητα των δύο αστυνομικών μέχρι την περάτωση της εις βάρος τους πειθαρχικής έρευνας. Η αιτιολογία του Δικαστηρίου ήταν ότι στη σχετική πράξη δεν αναγράφονταν ειδικοί λόγοι στη βάση των οποίου θα μπορούσε νομίμως να δικαιολογηθεί η απόφαση για παράταση της περιόδου διαθεσιμότητας. Η εφημερίδα παρέθεσε το ιστορικό της υπόθεσης όπως αναφέρθηκε στην απόφαση του Δικαστηρίου. Σύμφωνα με το ιστορικό αυτό, οι δύο αστυνομικοί είχαν αρχικά τεθεί σε διαθεσιμότητα για περίοδο τριών μηνών, μετά το επεισόδιο στη Λάρνακα. Η διαθεσιμότητά τους παρατάθηκε και εναντίον της σχετικής απόφασης οι δύο αστυνομικοί κατέθεσαν προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο, που τους δικαίωσε με την προαναφερθείσα απόφασή του. Οι δύο αστυνομικοί τέθηκαν εκ νέου σε διαθεσιμότητα μιαν ημέρα πριν από την έκδοση της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου, με το αιτιολογικό ότι ήταν αναγκαία για να μην επηρεάσουν μάρτυρες ή να καταστρέψουν τεκμήρια. Η εφημερίδα έγραψε επίσης ότι ο Αρχηγός της Αστυνομίας διέταξε τρεις συνολικά πειθαρχικές έρευνες εναντίον τους, αφού στις δύο πρώτες οι ερευνώντες λειτουργοί αποφάνθηκαν ότι δεν προέκυπτε υπόθεση εις βάρος τους. Επίσης ανέφερε ότι η νομική υπηρεσία διαφώνησε με τους χειρισμούς του Αρχηγού της Αστυνομίας και αρνήθηκε να τον εκπροσωπήσει στο Ανώτατο Δικαστήριο, ενώ ιδιώτης νομικός, πρώην μέλος της νομικής υπηρεσίας, επίσης αποχώρησε. Εξ άλλου, ανέφερε ότι ο Τούρκος που ενεπλάκη στο επεισόδιο καταζητείτο από την αστυνομία για σοβαρά εγκλήματα. Οι δύο αστυνομικοί, σύμφωνα με την είδηση, εξακολουθούσαν να βρίσκονται σε διαθεσιμότητα εν όψει της εκκρεμούσης πειθαρχικής έρευνας από τρίτο ερευνώντα αξιωματικό. Ο συντάκτης της είδησης Γιώργος Μιχαηλίδης έγραψε ότι πριν από την είδηση της 5ης Οκτωβρίου επικοινώνησε με το Αρχηγείο της Αστυνομίας ζητώντας τη θέση του Αρχηγού για το όλο θέμα, αλλά του λέχθηκε ότι ο Αρχηγός δεν ήθελε να σχολιάσει ο,τιδήποτε. Ο Αρχηγός Αστυνομίας παραπονέθηκε ότι η εφημερίδα έκαμε αναφορά «σε δήθεν εκδικητικότητα προς τα δύο μέλη της Αστυνομίας» και ότι «οι ενέργειες στις οποίες προέβη ο Αρχηγός Αστυνομίας στο πλαίσιο διερεύνησης της καταγγελίας, παρουσιάζονται με παραπλανητικό, αρνητικό αλλά και ειρωνικό τρόπο, αφού αφήνονται αρκετές αιχμές στο πρόσωπο του για δήθεν εκδικητικότητα και λανθασμένο τρόπο χειρισμού». Επίσης ανέφερε ότι από τα δημοσιεύματα «γεννιούνται αρκετοί προβληματισμοί ως προς τα κίνητρα των συντακτών των άρθρων αυτών» και ότι «εύλογα διερωτάται κανείς ποιος είναι ο στόχος των συντακτών τους, όταν μάλιστα παρουσιάζουν μια παραπλανητική και αρνητική εικόνα εναντίον του Αρχηγού της Αστυνομίας, ως θεσμού». Επίσης ανέφερε ότι «ανυπόστατα δημοσιεύματα που καταφέρονται με αρνητικό και ειρωνικό τρόπο εναντίον του Αρχηγού Αστυνομίας… πλήττουν τόσο το πρόσωπο του Αρχηγού Αστυνομίας, όσο και το κύρος, την εικόνα και την αποστολή της Αστυνομίας». Ο συντάκτης της είδησης, Γιώργος Μιχαηλίδης, παραθέτοντας τις θέσεις του επί του θέματος, ανέφερε ότι εκ των υστέρων αποδείχθηκε ότι οι πληροφορίες που είχε συλλέξει ήταν ορθές και ότι τα δύο ρεπορτάζ ακριβή, έγκυρα και αξιόπιστα. Επίσης ανέφερε ότι όταν εξασφάλισε τις πληροφορίες του επικοινώνησε και στις δύο περιπτώσεις με το γραφείο Τύπου του Αρχηγείου της Αστυνομίας ζητώντας την άποψη του Αρχηγού, αλλά του λέχθηκε ότι δεν ήθελε να σχολιάσει ο,τιδήποτε. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι δεν θα ήταν σκόπιμο να υπεισέλθει σε κρίση επί των λεπτομερειών ως προς τα γεγονότα σχετικά με τα οποία οι δύο αστυνομικοί τέθηκαν σε διαθεσιμότητα, τα οποία και κατά τον ουσιώδη χρόνο αποτελούσαν αντικείμενο διερεύνησης από αρμόδια όργανα. Περαιτέρω διαπίστωσε ότι δεν υπάρχουν ανακρίβειες στις πληροφορίες που δημοσίευσε η εφημερίδα, οι οποίες άλλωστε δεν αμφισβητήθηκαν ρητώς από τον παραπονούμενο, ούτε και παραπλάνηση. Ως εκ τούτου έκρινε ότι οι θέσεις του Αρχηγού της Αστυνομίας ως προς τα κίνητρα, το ύφος και τις συνέπειες από δημοσιεύματα που δεν ήταν ανακριβή δεν μπορούσαν να ευσταθήσουν, δεδομένου ότι στο πλαίσιο του δικαιώματος της ελευθερίας έκφρασης η εφημερίδα είχε δικαίωμα να κρίνει και να επικρίνει ενέργειες του Αρχηγού της Αστυνομίας, ως δημοσίου προσώπου, ακόμη και με ειρωνικό ύφος ή σατιρική διάθεση, νοουμένου ότι δεν θα παραβίαζε την πρόνοια του άρθρου 12 του Κώδικα περί αποφυγής χλευασμού, διαπόμπευσης ή διασυρμού. Στην προκειμένη περίπτωση κρίθηκε ότι το περιεχόμενο του δημοσιεύματος, έστω και αν θεωρηθεί ότι το ύφος του ήταν ειρωνικό ή επικριτικό, δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι συνιστούσε χλευασμό, (δηλαδή υβριστική ή περιφρονητική κοροϊδία, ή περίγελο), διαπόμπευση ή διασυρμό. Το δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης περιλαμβάνει την άσκηση κριτικής και επίκρισης για πράξεις ή παραλείψεις δημοσίων προσώπων ή οργάνων που μπορούν να θεωρηθούν ως θεσμοί, ακόμη και με ειρωνικό ύφος. Κατά συνέπεια, απομένει να εξετασθεί κατά πόσο το δικαίωμα της κριτικής ασκήθηκε με αντικειμενικό τρόπο και αν τηρήθηκαν οι υποχρεώσεις που είναι άρρηκτα συνυφασμένες με το δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης, δηλαδή αν παραχωρήθηκε στον Αρχηγό της Αστυνομίας η ευκαιρία να παραθέσει τις απόψεις του, για δύο λόγους: Ο πρώτος είναι ότι στο δημοσίευμα της 4ης Οκτωβρίου παρατίθενται γεγονότα τα οποία αποτελούν τη βάση έκφρασης γνώμης και κριτικής για τις ενέργειές του με την παρουσίαση της διαθεσιμότητας των δύο αστυνομικών ως ξαφνικής και εκδικητικής (τίτλος: «Η εκδίκηση… του αρχηγού») ενώ στο δημοσίευμα της 5ης Οκτωβρίου, 2012, η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου για τερματισμό της διαθεσιμότητας κρίνεται ως «χαστούκι του Ανωτάτου στον Αρχηγό.» Ο δεύτερος λόγος είναι ότι στο δημοσίευμα της 4ης Οκτωβρίου παρατέθηκε η άποψη των δύο αστυνομικών ότι η στάση του Αρχηγού της Αστυνομίας ήταν εκδικητική προς αυτούς, χωρίς να υπάρχει και η δική του θέση. Ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας ορίζει ότι «τα Μ.Μ.Ε. παρέχουν στους επηρεαζομένους, στην κατάλληλη περίπτωση και ιδιαιτέρως όταν έχουν υποστεί επίθεση, την ευκαιρία να απαντήσουν…». Πάγια θέση της Επιτροπής είναι ότι οσάκις τα ΜΜΕ ασκούν κριτική βασισμένη σε πληροφορίες επί γεγονότων για τα οποία δεν υπάρχει αμφισβήτηση ή το τεκμήριο της γενικής αποδοχής ή δημοσιεύουν δηλώσεις άλλων που περιέχουν επίκριση για τρίτους, οφείλουν να τηρούν τον κανόνα της αντίκρουσης, δηλαδή να ζητούν και να παραθέτουν και τη θέση του άμεσα επηρεαζομένου για ταυτόχρονη δημοσίευση. Ο δημοσιογράφος Γιώργος Μιχαηλίδης υποστήριξε ότι επικοινώνησε με το Αρχηγείο της Αστυνομίας τόσο πριν από την είδηση της 4ης Οκτωβρίου, όσο και πριν από την είδηση της 5ης Οκτωβρίου.. Η θέση αυτή του δημοσιογράφου τέθηκε υπόψη του Αρχηγού της Αστυνομίας ο οποίος με επιστολή του απάντησε ότι «δεν υπάρχουν στοιχεία ότι ο συντάκτης των δύο άρθρων» αποτάθηκε στο Αρχηγείο Αστυνομίας για να ζητήσει τις θέσεις του. Περαιτέρω ανέφερε (σε σχέση με επιστολή του προς δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου) ότι μετά τη δημοσίευση των δύο ειδήσεων τηλεφώνησε ο ίδιος στο δημοσιογράφο και του ανέφερε απόψεις του σχετικά με το δικαίωμα του να σχολιάζει αποφάσεις ή δηλώσεις που επηρεάζουν αρνητικά το έργο που επιτελεί η Αστυνομία χωρίς ο δημοσιογράφος να δημοσιοποιήσει τη θέση του Αρχηγού της Αστυνομίας για το θέμα σε επόμενες εκδόσεις της εφημερίδας. Δεδομένου του γεγονότος ότι κατά την υποβολή του παραπόνου δεν αμφισβητήθηκε η πληροφορία που δημοσιεύθηκε στις 5 Οκτωβρίου ότι ο δημοσιογράφος είχε επικοινωνήσει με το αρχηγείο της Αστυνομίας, η Επιτροπή είναι υποχρεωμένη να δεχθεί τη θέση του συντάκτη της είδησης ότι ειδικά στην περίπτωση εκείνη είχε αποταθεί στο Αρχηγείο της Αστυνομίας. Συνακόλουθα, η Επιτροπή δε διαπίστωσε παραβίαση της πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί του δικαιώματος απάντησης στην περίπτωση του δημοσιεύματος στις 5 Οκτωβρίου. Ως προς το δημοσίευμα της 4ης Οκτωβρίου, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι αυτό πάσχει, είτε γίνει αποδεκτή η θέση του Αρχηγού της Αστυνομίας ότι δεν έγινε επικοινωνία, είτε τη θέση του δημοσιογράφου. Σε περίπτωση που δεν έγινε επικοινωνία, η Επιτροπή θεωρεί ότι υπήρξε παράλειψη να ζητηθούν οι θέσεις του άμεσα θιγομένου από το δημοσίευμα προσώπου πριν από τη δημοσίευση, κατά παράβαση της πρόνοιας περί παροχής του δικαιώματος απάντησης (άρθρο 2). Σε περίπτωση που ο δημοσιογράφος επικοινώνησε με το Αρχηγείο της Αστυνομίας, υπήρξε παράλειψη παροχής πλήρους ενημέρωσης λόγω παράλειψης ουσιώδους λεπτομέρειας, γιατί η θέση του Αρχηγού της Αστυνομίας επί του θέματος, έστω και άρνησή του να σχολιάσει τις πληροφορίες, συνιστούσε σημαντικό στοιχείο πληροφόρησης των αναγνωστών. Αυτό άλλωστε καταφαίνεται και από το γεγονός ότι η πληροφορία αυτή θεωρήθηκε σημαντική και περιλήφθηκε στην είδηση της 5ης Οκτωβρίου. Η Επιτροπή θεωρεί ότι η παράλειψη αυτή αντιβαίνει στην πρόνοια του Κώδικα, που ορίζει ότι «ο σεβασμός της αλήθειας και του δικαιώματος του πολίτη για αντικειμενική, ολοκληρωμένη και έγκυρη πληροφόρηση αποτελεί υποχρέωση όλων των Μέσων και των λειτουργών των». Περαιτέρω, η Επιτροπή διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 2 του Κώδικα περί παροχής του δικαιώματος απάντησης λόγω της παράλειψης δημοσίευσης των απόψεων του Αρχηγού τις Αστυνομίας τις οποίες παρέθεσε ο ίδιος στην τηλεφωνική του συνομιλία με το δημοσιογράφο. Η Επιτροπή σημειώνει ότι ο Αρχηγός της Αστυνομίας διατηρεί το δικαίωμα της απάντησης και μπορεί να διαβιβάσει στην εφημερίδα τις θέσεις του για το όλο θέμα για δημοσίευση στην εφημερίδα, με βάση το άρθρο 2 του Κώδικα.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
25/12
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
20/11/2012
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (25/11/10/2012) από τον Αρχηγό της Αστυνομίας εναντίον της εφημερίδας «Πολίτης» για δημοσίευμα στις 5 Οκτωβρίου, 2012, αναφορικά με υπόθεση παράτασης διαθεσιμότητας δύο αστυνομικών για ανάρμοστη συμπεριφορά λόγω φερόμενης εμπλοκή τους σε επεισόδιο σε δημόσιο χώρο Το επίμαχο δημοσίευμα, υπό τον τίτλο «Εκδικητικές διώξεις με κόστος για τους φορολογούμενους-Πληρώνουμε τις εμμονές,» αρχίζει με την ακόλουθη εισαγωγή: «Ο Αρχηγός Αστυνομίας, όταν επιθυμεί, «διυλίζει τον κώνωπα» ενώ σε άλλες περιπτώσεις δεν έχει πρόβλημα να «καταπιεί την κάμηλον». «Χαρακτηριστική είναι περίπτωση του κυνηγητού εναντίον δύο αστυνομικών τους οποίους επιμένει να καταδιώκει ακόμα και παρά τις δικαστικές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί, ενώ την ίδια στιγμή «κάνει έρευνες» για περιπτώσεις όπως τον ξυλοδαρμό αλλοδαπού από μέλη της προεδρικής φρουράς, χωρίς να τολμά να αγγίξει οποιονδήποτε. Την ίδια τακτική επιδεικνύει και έναντι ανώτερου αξιωματικού, ο οποίος κυκλοφορεί μεθυσμένος, πυροβολεί και βρίζει δημοσίως αστυνομικούς. Πόση εμπάθεια πια;» Στη συνέχεια το δημοσίευμα αναφέρεται σε ακύρωση της διαθεσιμότητας των δυο αστυνομικών από το Ανώτατο Δικαστήριο, την οποία χαρακτήρισε «δικαστικό χαστούκι», ενώ εναντίον της διαθεσιμότητας είχε εκδοθεί προσωρινό διάταγμα, το οποίο, μετά από άρνηση του Γενικού Εισαγγελέα να το υποστηρίξει, έγινε οριστικό. Η εφημερίδα, υπό τον υπότιτλο «αστειότητες» ανέφερε ότι η δικαιολογία του Αρχηγού για το νέο διάταγμα, δηλαδή «για να μην επηρεάσουν μαρτυρίες «προκαλεί γέλωτα, αφού η πειθαρχική υπόθεση έχει σχεδόν ολοκληρωθεί και συνεπώς δεν μπορούν να επηρεαστούν μάρτυρες», δεδομένου μάλιστα ότι οι δύο αστυνομικοί μέχρι πριν από δύο ημέρες βρίσκονταν στην υπηρεσία τους. Ο Αρχηγός Αστυνομίας παραπονέθηκε ότι η εφημερίδα έκαμε αναφορά «σε δήθεν εκδικητικότητα προς τα δύο μέλη της Αστυνομίας» και ότι «οι ενέργειες στις οποίες προέβη ο Αρχηγός Αστυνομίας στο πλαίσιο διερεύνησης της καταγγελίας, παρουσιάζονται με παραπλανητικό, αρνητικό αλλά και ειρωνικό τρόπο, αφού αφήνονται αρκετές αιχμές στο πρόσωπο του για δήθεν εκδικητικότητα και λανθασμένο τρόπο χειρισμού». Επίσης ανέφερε ότι από τα δημοσιεύματα «γεννιούνται αρκετοί προβληματισμοί ως προς τα κίνητρα των συντακτών των άρθρων αυτών» και ότι «εύλογα διερωτάται κανείς ποιος είναι ο στόχος των συντακτών τους, όταν μάλιστα παρουσιάζουν μια παραπλανητική και αρνητική εικόνα εναντίον του Αρχηγού της Αστυνομίας, ως θεσμού». Περαιτέρω υποστήριξε ότι «ανυπόστατα δημοσιεύματα που καταφέρονται με αρνητικό και ειρωνικό τρόπο εναντίον του Αρχηγού Αστυνομίας… πλήττουν τόσο το πρόσωπο του Αρχηγού Αστυνομίας, όσο και το κύρος, την εικόνα και την αποστολή της Αστυνομίας» Η εφημερίδα απάντησε με μακρά επιστολή της, στην οποία επισύναψε έγγραφα και δημοσιεύματα για τεκμηρίωση των θέσεών της. Αφού παρέθεσε τα γεγονότα της υπόθεσης, η εφημερίδα ανέφερε πως οι θέσεις και οι χαρακτηρισμοί της ήταν δικαιολογημένοι για τους ακόλουθους λόγους: Ο χαρακτηρισμός «εμμονές» αντικατοπτρίζει τις ενέργειες του αρχηγού αστυνομίας ο οποίος: Διέταξε πειθαρχική έρευνα χωρίς να υπάρχει παράπονο και παραπονούμενος. Απέρριψε τις εισηγήσεις δύο ερευνώντων αξιωματικών που αποφάνθηκαν ότι δεν υπήρχε υπόθεση και διόρισε τρίτο, ο οποίος - ας σημειωθεί είχε προαχθεί λίγο νωρίτερα από τον κ. Παπαγεωργίου - και υποστήριξε πως προέκυπταν στοιχεία για πειθαρχική δίωξη. Μετά την παρέλευση τριμήνου, αποφάσισε να παρατείνει την διαθεσιμότητα των δύο αστυνομικών. Απέστειλε επιστολή στον Πρόεδρο του Ανωτάτου Δικαστηρίου καταγγέλλοντας τον Ανώτατο Δικαστή Α. Κραμβή γιατί εξέδωσε προσωρινό διάταγμα αναστολής της απόφασης του για παράταση της διαθεσιμότητας. Δεν δέχθηκε την εισήγηση του Γενικού Εισαγγελέα να ακυρώσει την απόφαση του για παράταση της διαθεσιμότητας. Επέμεινε στην εκδίκαση της υπόθεσης παρά το ότι ο Γενικός Εισαγγελέας αρνήθηκε να τον εκπροσωπήσει. Επέμεινε στην εκδίκαση της υπόθεσης παρά το ότι αρνήθηκε και ο κ. Σάββας Μάτσας, να τον εκπροσωπήσει ως ιδιώτης δικηγόρος. Μία ημέρα πριν από την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, για ακύρωση της απόφασης για παράταση της διαθεσιμότητας, έθεσε εκ νέου τους δύο αστυνομικούς σε διαθεσιμότητα με αναδρομική ισχύ. Σε άλλες περιπτώσεις, δεν επεδείχθη η ίδια «ευαισθησία» από τον αρχηγό αστυνομίας. Στην περίπτωση αξιωματικού που πυροβολούσε στο αέρα και κυκλοφορούσε μεθυσμένος, δεν υπήρξε απόφαση για διαθεσιμότητα. Το ίδιο συνέβη και στην υπόθεση μελών της Προεδρικής Φρουράς που ξυλοκόπησαν αλλοδαπό στην μέση του δρόμου και στη συνέχεια τον μετέφεραν στο Προεδρικό μέγαρο. Επίσης ανέφερε ότι τα δικαστικά έξοδα τα επωμίζεται η Δημοκρατία και συνεπώς ο φορολογούμενος, ενώ οι δύο αστυνομικοί αμείβονταν με το ήμισυ του μισθού τους χωρίς εργάζονται για όσο χρόνο βρίσκονταν σε διαθεσιμότητα και ότι ενδεχόμενες νέες δικαστικές ακροάσεις θα βαρύνουν και πάλι το δημόσιο. Η εφημερίδα ανέφερε ότι δεν επικοινώνησε με τον Αρχηγό της Αστυνομίας πριν από το δημοσίευμα της 5ης Οκτωβρίου 2012, γιατί η επικοινωνία δεν κρίθηκε σκόπιμη, καθώς ο δημοσιογράφος, είχε στην κατοχή του όλα τα σχετικά στοιχεία. Επί πλέον επικαλέστηκε το γεγονός πως «διαχρονικά ο αρχηγός της αστυνομίας τηρεί μια αρνητική στάση έναντι των δημοσιογράφων» , ότι μόλις ανέλαβε τα καθήκοντά του προειδοποίησε πως θα μπορούσε να κάνει χρήση του νόμου για «διασπορά ψευδών ειδήσεων», ότι συχνά δημοσιογράφοι καλούντα να δώσουν καταθέσεις για διάφορα δημοσιεύματά τους και ότι είχε εκδώσει εγκύκλιο με την οποία απειλούσε τους αστυνομικούς που μιλούν με δημοσιογράφους με πειθαρχικά μέτρα. Η εφημερίδα υποστήριξε ότι «τους διαύλους επικοινωνίας τους παρεμποδίζει ο ίδιος με την όλη στάση του.» Η Επιτροπή αποφάσισε ότι δεν θα ήταν σκόπιμο να υπεισέλθει στις λεπτομέρειες για τα γεγονότα σχετικά με τα οποία οι δύο αστυνομικοί τέθηκαν σε διαθεσιμότητα, τα οποία και κατά τον ουσιώδη χρόνο αποτελούσαν αντικείμενο διερεύνησης αρμοδίων οργάνων. Περαιτέρω διαπίστωσε ότι δεν υπάρχουν ανακρίβειες στις πληροφορίες που δημοσίευσε η εφημερίδα, οι οποίες άλλωστε δεν αμφισβητήθηκαν ρητώς από τον παραπονούμενο, και έκρινε πως δεν υπήρξε πρόθεση να δοθεί παραπλανητική εικόνα. Η Επιτροπή αποφάσισε επίσης ότι στο πλαίσιο του δικαιώματος της ελευθερίας έκφρασης η εφημερίδα είχε δικαίωμα να κρίνει και να επικρίνει τις ενέργειες του Αρχηγού της Αστυνομίας, ως δημοσίου προσώπου, ακόμη και με ειρωνικό ή σατιρικό ύφος, νοουμένου ότι δεν θα παραβίαζε την πρόνοια του άρθρου 12 του Κώδικα περί αποφυγής χλευασμού, διαπόμπευσης ή διασυρμού. Στην προκειμένη περίπτωση κρίθηκε ότι το περιεχόμενο του δημοσιεύματος, έστω και αν θεωρηθεί ότι το ύφος του ήταν ειρωνικό ή επικριτικό, δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ως παραβίαση των προνοιών του άρθρου 12, δεδομένου ότι το δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης περιλαμβάνει την άσκηση κριτικής για πράξεις ή παραλείψεις δημοσίων προσώπων ή οργάνων και θεσμών. Το θέμα που εγείρεται είναι κατά πόσο η άσκηση κριτικής έγινε με αντικειμενικό τρόπο και ειδικότερα εάν παραχωρήθηκε στον Αρχηγό της Αστυνομίας η ευκαιρία να παραθέσει τις θέσεις του επί του θέματος. Ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας ορίζει ότι «τα Μ.Μ.Ε. παρέχουν στους επηρεαζομένους, στην κατάλληλη περίπτωση και ιδιαιτέρως όταν έχουν υποστεί επίθεση, την ευκαιρία να απαντήσουν…». Πάγια θέση της Επιτροπής είναι ότι οσάκις τα ΜΜΕ δημοσιεύουν πληροφορίες που αφορούν σε άτομα και σε ενέργειές τους και πολύ περισσότερο όταν ταυτόχρονα προβαίνουν σε σχολιασμό και κριτική με βάση τις πληροφορίες που δημοσιεύουν, οφείλουν να τηρούν τον κανόνα της αντίκρουσης, δηλαδή να ζητούν την απάντηση ή τα σχόλια του άμεσα επηρεαζομένου για ταυτόχρονη δημοσίευση. Συνακόλουθα, η Επιτροπή κατέληξε στην απόφαση ότι το δημοσίευμα της εφημερίδας, συνιστούσε παραβίαση της πρόνοιας του άρθρου 2 του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί παραχώρησης του δικαιώματος απάντησης στους άμεσα επηρεαζομένους, επειδή δεν ζητήθηκαν οι θέσεις του Αρχηγού της Αστυνομίας για σχολιασμό των πληροφοριών και των σε βάρος του επικριτικών εικασιών που αφορούσαν σε ενέργειές του, για ταυτόχρονη δημοσίευση. Οι λόγοι που επικαλείται η εφημερίδα για τη μη επικοινωνία της με τον Αρχηγό της Αστυνομίας δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτοί ως επαρκής λόγος για την παράλειψη. Ούτε ενδεχόμενη προηγούμενη άρνησή του να έχει επικοινωνία με δημοσιογράφους, ούτε η κατ’ ισχυρισμό διαχρονικά αρνητική ή απειλητική στάση του προς τους δημοσιογράφους ή προς αστυνομικούς που μιλούν σε δημοσιογράφους μπορούν να δικαιολογήσουν την παράλειψη μιας επιβεβλημένης ενέργειας, κατά παράβαση μιας από τις πιο βασικές πρόνοιες του Κώδικα δημοσιογραφικής δεοντολογίας, που είναι συνυφασμένη με το δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης. Τα ΜΜΕ και οι δημοσιογράφοι έχουν υποχρέωση να τηρούν τον Κώδικα έστω και αν θεωρούν ότι άλλοι τηρούν απέναντί τους στάση αρνητική ή απαξιωτική. Η Επιτροπή σημειώνει ότι ο Αρχηγός της Αστυνομίας διατηρεί το δικαίωμα της απάντησης και μπορεί να διαβιβάσει στην εφημερίδα της θέσεις του για το όλο θέμα για δημοσίευση, με βάση το άρθρο 2 του Κώδικα.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
27/12
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
20/11/2012
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (27/16/10/2012) για δημοσίευμα της «Αλήθειας» στις 12 Οκτωβρίου, 2012, σχετικά με φερόμενη αυτοκτονία επιχειρηματία λόγω οικονομικών προβλημάτων, που υποβλήθηκε από τον πατέρα του φερόμενου ως αυτόχειρα. Η ειδησεογραφία της εφημερίδας, κάτω από ολοσέλιδο τίτλο στην πρώτη σελίδα με παραπομπή σε εσωτερική της σελίδα, ανέφερε πως η οικονομική κρίση και οι οικονομικές δυσκολίες οδήγησαν τον επιχειρηματία στην αυτοκτονία. Η εφημερίδα δημοσίευσε την ηλικία του, την πόλη και τον τομέα επιχειρηματικής δραστηριότητας του και επίσης έγραψε ότι επρόκειτο για τη δεύτερη παρόμοια αυτοχειρία σε μερικούς μήνες για τους ίδιους λόγους. Η εφημερίδα επικαλέστηκε δηλώσεις του αδελφού του φερόμενου ως αυτόχειρα ότι δεχόταν πιέσεις από την τράπεζα με την οποία συνεργαζόταν να καταβάλει τη δόση του δανείου του. Επίσης επικαλέστηκε πληροφορίες από μη προσδιοριζόμενη πηγή σύμφωνα με τις οποίες η γυναίκα υπάλληλος της τράπεζας συνέδεσε την αυτοκτονία με τις πιέσεις που ασκούσε η ίδια για τις οικονομικές του εκκρεμότητες και αυτό την επηρέασε ψυχολογικά. Η εφημερίδα δημοσίευσε λεπτομέρειες του τρόπου αυτοκτονίας, που όπως ανέφερε, ήταν ο ίδιος με εκείνο της προηγούμενης αυτοχειρίας. Εξ άλλου, παρέθεσε απόψεις ψυχολόγου, ο οποίος συμβούλευσε ότι δεν πρέπει να τονίζονται ιδιαίτερα τέτοιες περιπτώσεις, γιατί υπάρχουν πρόσωπα που μπορούν εύκολα να ταυτιστούν και να φθάσουν στην απονενοημένη πράξη. Παραθέτοντας τις θέσεις της επί του θέματος, η εφημερίδα ανέφερε ότι τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπιζε ο επιχειρηματίας δεν ήταν άσχετα με τη γενικότερη οικονομική κρίση, όπως και οι πιέσεις της τράπεζας. Περαιτέρω ανέφερε ότι η εφημερίδα δημοσιεύει ειδήσεις για αυτοκτονίες σε εξαιρετικές περιπτώσεις και πως στην προκειμένη περίπτωση δεν αποκάλυψε το όνομα του επιχειρηματία. Η εφημερίδα έγραψε ότι περιπτώσεις αυτοκτονιών λόγω της οικονομικής κρίσης αποτελούν πολύ μεγάλο κοινωνικό γεγονός με σοβαρότατες επιπτώσεις και ως εκ τούτου ένα αξιόπιστο μέσο ενημέρωσης που σέβεται τον εαυτό του και τους αναγνώστες του δεν μπορεί να το αγνοήσει. Επίσης διατύπωσε τη θέση πως το ενδεχόμενο η οικονομική κρίση να οδηγεί συμπατριώτες μας σε απονενοημένες πράξεις είναι θέμα που πρέπει να εξεταστεί, με σκοπό να ληφθούν μέτρα αποτροπής. Η Επιτροπή, αφού εξέτασε το περιεχόμενο του δημοσιεύματος και τις θέσεις της εφημερίδας αποφάσισε ότι οι περιπτώσεις αυτοκτονίας ανθρώπων λόγω της οικονομικής κρίσης μπορούν να υπαχθούν στις εξαιρετικές περιπτώσεις, για τις οποίες ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας προβλέπει ότι τα ΜΜΕ μπορούν να δημοσιεύσουν ειδήσεις. Πέραν τούτου, όμως, η Επιτροπή τονίζει πως όταν τα ΜΜΕ ασχολούνται με θέματα αυτοκτονίας, θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη το σύνολο των συναφών προνοιών του εδαφίου 3 του άρθρου 5, του Κώδικα, το οποίο ορίζει πως πρέπει να επιδεικνύεται ευαισθησία και ιδιαίτερη προσοχή για αποφυγή λεπτομερειών για τη μέθοδο, ακόμα και όταν οι πληροφορίες προέρχονται από προνομιούχο διαδικασία, που περιλαμβάνει και τη δικαστική ακρόαση. Στην προκειμένη περίπτωση, η εφημερίδα δημοσίευσε στοιχεία που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην ταυτότητα του φερόμενου ως αυτόχειρα, καθώς και πληροφορίες για τον τρόπο αυτοκτονίας όχι μόνο του επιχειρηματία, αλλά και άλλου ατόμου που φέρεται επίσης να αυτοκτόνησε μερικούς μήνες προηγουμένως με τον ίδιο τρόπο. Η Επιτροπή έκρινε πως η δημοσίευση πληροφοριών για τον τρόπο αυτοκτονίας αντιβαίνει στη ρητή διάταξη του άρθρου 5 του Κώδικα. Περαιτέρω, η Επιτροπή, έχοντας πάρει πρόσθετες πληροφορίες για τους πιθανούς λόγους της φερόμενης αυτοκτονίας και λαμβάνοντας υπόψη την πρόνοια του άρθρου 1 του Κώδικα, που ορίζει ότι «τα Μ.Μ.Ε. μεριμνούν ώστε να μη δημοσιεύονται ανακριβείς, παραπλανητικές, φανταστικές ή διαστρεβλωτικές της αλήθειας ειδήσεις, πληροφορίες ή σχόλια», προβληματίστηκε σοβαρά γύρω από το θέμα της ακρίβειας των πληροφοριών της εφημερίδας ότι τα οικονομικά προβλήματα λόγω της κρίσης ή και οι πιθανές πιέσεις από την Τράπεζα ήταν οι αποκλειστικοί λόγοι για την πράξη. Δεν αμφισβητείται πως συγγενικό άτομο του επιχειρηματία δυνατό να ανέφερε ότι ο φερόμενος ως αυτόχειρας αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα λόγω της κρίσης, όμως άλλα συγγενικά άτομα έκαμαν αναφορά στην ύπαρξη άλλων ή πρόσθετων λόγων, πέραν των οικονομικών δυσκολιών και της πίεσης της Τράπεζας, που ενδεχομένως να συνέβαλαν πολύ περισσότερο στο απονενοημένο διάβημα. Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι πληροφορίες για τους λόγους της αυτοκτονίας προερχόμενες από άτομα που βρίσκονταν ακόμη κάτω από τη φόρτιση του γεγονότος και σχεδόν αμέσως μετά το γεγονός, χωρίς προηγούμενη διερεύνηση ή στην απουσία αδιαμφισβήτητης μαρτυρίας, είναι δυνατό να συνιστούσαν προϊόν εικασιών ή ελλιπούς γνώσης. Δεδομένης της ύπαρξης άλλων πληροφοριών για τα πιθανά αίτια της φερόμενης αυτοχειρίας και στην απουσία πορίσματος δικαστικής θανατικής ανάκρισης, ή σαφούς και μη αμφισβητούμενης μαρτυρίας για τα αίτια της φερόμενης αυτοχειρίας, η Επιτροπή έκρινε ότι η δημοσίευση πληροφοριών για τα αίτια της φερόμενης αυτοχειρίας ήταν ασυμβίβαστη με τις πρόνοιες του άρθρου 1του Κώδικα περί της υποχρέωσης δημοσίευσης εξακριβωμένων πληροφοριών, καθώς εκείνων του άρθρου 14 του Κώδικα περί της υποχρέωσης των δημοσιογράφων να βεβαιώνονται ότι οι πηγές πληροφόρησής τους και οι πληροφορίες που παρέχουν είναι έγκυρες. Η Επιτροπή έκρινε ότι η εφημερίδα ορθώς περιέλαβε την άποψη ψυχολόγου γύρω από το θέμα των αυτοκτονιών, δηλαδή πως δεν πρέπει τα ΜΜΕ να τονίζουν ιδιαίτερα τέτοιες περιπτώσεις, γιατί υπάρχουν άτομα που μπορούν να ταυτιστούν με την απονενοημένη πράξη, αλλά διαπίστωσε ότι δυστυχώς έπραξε ακριβώς το αντίθετο, δημοσιεύοντας τις πληροφορίες της με πηχυαίους τίτλους και με εντυπωσιακό τρόπο, μη επιδεικνύοντας την επιβαλλόμενη από το άρθρο 5 του Κώδικα επιβαλλόμενη ευαισθησία και προσοχή στο χειρισμό θεμάτων αυτοκτονίας.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
28/12
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
20/11/2012
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε αίτημα του Αρχηγού της Αστυνομίας (υπόθεση 28/8/10/2012) για ανάληψη ενεργειών από μέρους της Επιτροπής σε σχέση με φερόμενη άρνηση του δημοσιογράφου Χρύσανθου Τσουρούλη να αποκαλύψει πληροφορίες για άτομα που πιθανό να εμπλέκονται σε κύκλωμα διακίνησης λαθρομεταναστών. Όπως ανέφερε ο Αρχηγός της Αστυνομίας, κατά τη διάρκεια της εκπομπής «60 λεπτά» του τηλεοπτικού σταθμού ΣΙΓΜΑ την 1η Δεκεμβρίου, 2010, έγινε λόγος από το δημοσιογράφο για κύκλωμα διακίνησης λαθρομεταναστών από τις κατεχόμενες προς τις ελεύθερες περιοχές της Κύπρου, με σκοπό την εξασφάλιση επιδομάτων από την Κυπριακή Δημοκρατία, με τη συνδρομή και βοήθεια δικηγόρων, λειτουργών του Γραφείου Ευημερίας, καθώς και μελών της Αστυνομίας. Σύμφωνα με την επιστολή του Αρχηγού της Αστυνομίας, ο δημοσιογράφος ανέφερε πως ήταν διατεθειμένος να παραδώσει στην Αστυνομία τα στοιχεία που κατείχε. Ο Αρχηγός της Αστυνομίας ανέφερε ότι δόθηκαν οδηγίες στο Τμήμα Ανιχνεύσεως Εγκλημάτων Αρχηγείου για διερεύνηση των ισχυρισμών που προβλήθηκαν και στις 15/10/12 ανακριτές συναντήθηκαν με το δημοσιογράφο Χρύσανθο Τσουρούλη, ο οποίος αρνήθηκε να δώσει οποιαδήποτε στοιχεία που σχετίζονται με την υπόθεση, επικαλούμενος το δημοσιογραφικό απόρρητο. Με τη συμπλήρωση των εξετάσεων, ο φάκελος υποβλήθηκε στο Γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα, ο οποίος έδωσε οδηγίες όπως ενημερωθούν η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας και η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης σχετικά με την ακόλουθη παράγραφο που περιλαμβάνεται στην απάντησή του προς την Αστυνομία: «Εκείνο όμως που πρέπει να απασχολήσει τους πιο πάνω είναι το κατά πόσο με τη στάση τους βοηθούν στην τιμωρία των παρανομούντων Λειτουργών του Δημοσίου και στην εξάλειψη τέτοιων φαινομένων. Επίσης, θα πρέπει να τους απασχολήσει και το ενδεχόμενο με τη στάση τους αυτή, κατά πόσο συνεργούν σε προβολή/παρουσίαση θεμάτων που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα αλλά αποσκοπούν εκ μέρους των δημοσιογράφων ή των Σταθμών σε αλλότριους σκοπούς και εξυπηρέτηση ιδιοτελών συμφερόντων». Ο Αρχηγός της Αστυνομίας ζήτησε τη λήψη οποιωνδήποτε ενεργειών στο πλαίσιο της αρμοδιότητας της Επιτροπής. Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας ξεκαθαρίζει ευθύς εξ αρχής ότι οι όροι εντολής και οι αρμοδιότητές της καταγράφονται στον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, που αποτελούν και το αποκλειστικό κριτήριο των αποφάσεων και ενεργειών της. Η Επιτροπή εξέτασε το θέμα επισταμένα γιατί άπτεται τόσο των υποχρεώσεων των ΜΜΕ και των δημοσιογράφων όσο και των ουσιωδών δικαιωμάτων τους. Στο πλαίσιο της εξέτασης του θέματος, η Επιτροπή ζήτησε πληροφόρηση από τον κ. Τσουρούλη, ο οποίος απάντησε ότι πράγματι στη διάρκεια της εκπομπής ανέφερε ότι ήταν πρόθυμος να δώσει ονόματα των φερομένων ως εμπλεκομένων στην Αστυνομία και να συμβάλει στην τιμωρία τους. Ο κ. Τσουρούλης είπε ακόμη ότι είναι πρόθυμος να πράξει αυτό που είπε, στο βαθμό όμως που δεν θα ζητηθούν ενέργειες από μέρους του, που θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο την προσωπική του ασφάλεια και την ασφάλεια των μελών της οικογένειάς του. Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας διαπίστωσε ότι, με βάση τις πρόνοιες του Κώδικα, έχει αρμοδιότητα να εκδίδει αποφάσεις επί παραπόνων αλλά δεν έχει εξουσία να δώσει οδηγία σε οποιοδήποτε ΜΜΕ ή δημοσιογράφο να προβεί σε συγκεκριμένη ενέργεια. Περαιτέρω, διαπίστωσε πως ο Κώδικας δεν περιέχει οποιαδήποτε πρόνοια που να αναφέρεται σε υποχρέωση των δημοσιογράφων να παρέχουν στις αρχές πληροφορίες που συνέλεξαν στο πλαίσιο της εργασίας τους για άτομα που εμπλέκονται σε εγκλήματα. Η μόνη υποχρέωση των δημοσιογράφων που πηγάζει από τον Κώδικα είναι να επιδεικνύουν ευαισθησία σε θέματα που αφορούν στην εθνική ασφάλεια και να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί και διακριτικοί στην παρουσίαση θεμάτων όπως η βία, το έγκλημα, τα σεξουαλικά παραπτώματα, ο ανθρώπινος πόνος και ο θάνατος. Στην προκειμένη περίπτωση δεν υπήρξε ισχυρισμός ότι τα αναφερόμενα στην επιστολή του Αρχηγού της Αστυνομίας αδικήματα, δηλαδή της διακίνησης λαθρομεταναστών και της δόλιας εξασφάλισης επιδόματος, εμπίπτουν στη σφαίρα της εθνικής ασφάλειας ή ότι παραβιάστηκαν οι άλλοι όροι των της πιο πάνω πρόνοιας. Εξ άλλου, ο Κώδικας ορίζει ότι οι δημοσιογράφοι οφείλουν να τηρούν την επαγγελματική εχεμύθεια για την πηγή πληροφοριών που λήφθηκαν εμπιστευτικά και δεν υποχρεούνται να αποκαλύψουν την πηγή των πληροφοριών τους. Η Επιτροπή καθοδηγήθηκε επίσης από πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην υπόθεση δύο Ολλανδών δημοσιογράφων που είχαν κρατηθεί ύστερα από διάταγμα δικαστηρίων της χώρας τους για άρνησή τους να παραδώσουν έγγραφα τα οποία είχαν στην κατοχή τους. Τα έγγραφα αναφέρονταν σε έρευνες των Ολλανδικών μυστικών υπηρεσιών για ποινικά ζητήματα και ζητήθηκε η παράδοσή τους με σκοπό την ταυτοποίηση μέσω εξέτασης δακτυλικών αποτυπωμάτων των ατόμων που τους τα είχαν δώσει (υπόθεση Telegraaf Media Nederland Landelijke Media BV εναντίον Ολλανδίας). Στην υπόθεση αυτή το ΕΔΑΔ έκρινε ότι συνιστά παραβίαση του δικαιώματος σεβασμού στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή και του δικαιώματος στην ελευθερία της έκφρασης και πληροφόρησης ο εξαναγκασμός δημοσιογράφων από τις αρχές να αποκαλύπτουν τις πηγές πληροφοριών τους και επέβαλε πρόστιμο στην Ολλανδία. Εν όψει των ανωτέρω, η Επιτροπή έκρινε ότι δεν μπορεί να εμπλακεί με οποιοδήποτε τρόπο στο υπό αναφορά θέμα και ότι δεν μπορεί να ζητήσει από το δημοσιογράφο να αποκαλύψει στοιχεία που φέρεται να υποσχέθηκε στη διάρκεια της εκπομπής του ότι θα έδιδε στην Αστυνομία, πολύ περισσότερο αν τα στοιχεία αυτά θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην αποκάλυψη των πηγών του. Ως προς την προτροπή στο ανωτέρω απόσπασμα της επιστολής του Γενικού Εισαγγελέα για εξέταση θέματος ενδεχόμενης ανακρίβειας των πληροφοριών που μεταδόθηκαν στη διάρκεια της εκπομπής, η Επιτροπή αποφάσισε ότι δεν μπορεί να ασχοληθεί με το θέμα, γιατί ο Κώδικα προβλέπει πως παράπονα υποβάλλονται σε διάστημα 30 ημερών από φερόμενη παραβίαση προνοιών του.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
16/12
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
16/10/2012
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (16/10/7/2012) από γυναίκα ότι στη διάρκεια της εκπομπής «Τολμώ» του ΣΙΓΜΑ, τον Ιούλιο του 2012, αποκαλύφθηκαν προσωπικά στοιχεία της ταυτότητας της ιδίας και των τριών παιδιών της. Επίσης παραπονέθηκε ότι το περιεχόμενο της εκπομπής προκάλεσε πόνο και αναστάτωση στην ίδια και τα παιδιά της. Η εκπομπή είχε σα θέμα της ζωή ενός τρανσέξουαλ ατόμου – ενός άνδρα που είχε παντρευτεί και αποκτήσει τρία παιδιά προτού υποβληθεί σε επέμβαση αλλαγής φύλου. Σύμφωνα με το παράπονο, στη διάρκειά της εκπομπής αναφέρθηκαν στοιχεία που οδηγούσαν στην αποκάλυψη της ταυτότητας της ιδίας ως πρώην συζύγου του τρανσέξουαλ και των τριών παιδιών της και ειδικότερα ο τόπος καταγωγής του, η πόλη διαμονής του με την οικογένειά του για 10 χρόνια και το είδος της εργασίας που έκανε. Ανέφερε ότι μόλις αντιλήφθηκε από τα πρώτα λεπτά το αντικείμενο της εκπομπής τηλεφώνησε και ζήτησε να σταματήσει η μετάδοση, αλλά της έκλεισαν το τηλέφωνο και στη συνέχεια δεν απαντούσαν στα τηλεφωνήματά της. Η παραπονούμενη υποστήριξε ότι δέχθηκε τουλάχιστο 12 τηλεφωνήματα και μηνύματα από γνωστούς και φίλους που αντιλήφθηκαν ότι επρόκειτο για τον πρώην σύζυγό της. Περαιτέρω ανέφερε ότι διαταράχθηκε στο μέγιστο η ζωή της οικογένειας και των τριών παιδιών της, που είχαν άγνοια για την αλλαγή φύλου του πατέρα τους. Εξ άλλου, η παραπονούμενη ανέφερε ότι στη διάρκεια της εκπομπής αναφέρθηκαν σοβαρές ανακρίβειες, όπως για παράδειγμα ότι η ίδια γνώριζε για την κατάσταση του συζύγου της και ότι επέδειξε κατανόηση και προσπάθησε να τον βοηθήσει, καθώς και για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες χώρισε το ζευγάρι. Ζητήθηκαν οι θέσεις του παρουσιαστή της εκπομπής Ανδρέα Δημητρόπουλου ο οποίος ανέφερε στην Επιτροπή ότι στη διάρκεια της εκπομπής δεν αναφέρθηκε οποιοδήποτε συγκεκριμένο στοιχείο που θα μπορούσε να αποκαλύψει την ταυτότητα της παραπονούμενης ή που ήταν δυνατό να τη θίξει. Επίσης ανέφερε πως ό,τι ειπώθηκε από τον καλεσμένο στην εκπομπή δεν ήταν προσχεδιασμένο και ότι δεν υπήρχε σκοπός να αναστατωθεί η παραπονούμενη και τα παιδιά τη. Πρόσθεσε ότι επρόκειτο για ζωντανή εκπομπή, στην οποία ο παρουσιαστής δεν ήταν δυνατό να έχει τον απόλυτο έλεγχο για το τι θα έλεγε ο φιλοξενούμενος. Ανέφερε επίσης ότι ανακρίβειες στα λεχθέντα από το φιλοξενούμενο άτομο δεν ήταν δυνατό να ελεγχθούν είτε πριν είτε μετά. Ο κ. Δημητρόπουλος ανέφερε ότι σκοπός της εκπομπής ήταν να προωθηθεί η αποδοχή της διαφορετικότητας. Είπε επίσης ότι έγινε σκέψη να χρησιμοποιηθεί ηλεκτρονική σκίαση αλλά τελικά η επιλογή αυτή αποκλείστηκε, δεδομένου του σκοπού της εκπομπής. Η Επιτροπή είδε το περιεχόμενο της εκπομπής από μαγνητοσκόπηση και αφού εξέτασε τις εκατέρωθεν θέσεις αποφάσισε ότι στη διάρκεια της εκπομπής δεν αποκαλύφθηκαν στοιχεία προσωπικού χαρακτήρα τρίτων προσώπων, όπως ονόματα, συγκεκριμένες διευθύνσεις κατοικίας ή άλλα προσδιοριστικά στοιχεία ταυτότητας. Εγιναν μεν αναφορές στον τόπο καταγωγής του φιλοξενούμενου, στο είδος εργασίας του, στην πόλη διαμονής του κλπ, τα οποία όμως αφορούσαν σε πολύ απομακρυσμένο χρόνο. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή έκρινε πως οι αναφορές ήταν πολύ έμμεσες όσον αφορά στην παραπονούμενη και ότι τα στοιχεία αυτά δεν θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην αποκάλυψη της ταυτότητας της σε ένα ευρύτερο κοινό, πέραν των προσώπων του άμεσου περιβάλλοντός της, δεδομένου και του χρόνου που είχε παρέλθει. Η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι στη διάρκεια μιας ζωντανής εκπομπής είναι δυνατό να λεχθούν μη επιθυμητά πράγματα, χωρίς όμως να σημαίνει ότι το γεγονός αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως άλλοθι όταν θίγονται τρίτα πρόσωπα. Το γεγονός αυτό υπογραμμίζει την υποχρέωση που έχουν οι παρουσιαστές να παρεμβαίνουν έγκαιρα, αποφασιστικά και διορθωτικά όταν επιβάλλεται. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι, επειδή δεν αναφέρθηκαν στοιχεία που να παραπέμπουν κατά άμεσο και σαφή τρόπο σε τρίτα άτομα, θα ήταν άνευ αντικειμένου να υπεισέλθει στο θέμα ενδεχόμενων ανακριβειών που αφορούσαν στα άτομα αυτά. Ως προς το παράπονο που υποβλήθηκε για πρόκληση πόνου και αναστάτωσης στα παιδιά της παραπονουμένης, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι τα παιδιά ήταν ενήλικα άτομα και ως εκ τούτου αποφάσισε, σύμφωνα με την πάγια πρακτική της, ότι δεν θα μπορούσε να εξετάσει παράπονο για ενδεχόμενη παραβίαση δικαιωμάτων τρίτων ατόμων.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
21/12
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
16/10/2012
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΔΙΕΥΘΕΤΗΘΕΝ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (21/23/8/2012) από τον προϊστάμενο του Γραφείου Διοικητή & Επικοινωνίας της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου κ. Γιώργο Μ. Γεωργίου για δημοσίευμα στην ιστοσελίδα SigmaLive στις 31 Ιουλίου, 2012. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, που επικαλείτο πηγές του Υπουργείου Οικονομικών, ο ίδιος ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας, σε συνάντηση που είχε με την Τρόικα ανέφερε ότι θα χρειάζονταν 10 δισεκατομμύρια ευρώ για ανακεφαλαιοποίηση των Τραπεζών, προκειμένου να ενισχυθεί η κυβερνητική θέση πως η Κύπρος εντάσσεται στο μηχανισμό στήριξης της ΕΕ λόγω τραπεζών και όχι λόγω δημοσιονομικών προβλημάτων. Ωστόσο, σύμφωνα πάντα με το δημοσίευμα, «όταν διαπιστώθηκαν οι συνέπειες από το παραφούσκωμα του ποσού, κυβέρνηση και κεντρική ανέκρουσαν πρύμναν και άρχισαν να μιλούν για χαμηλότερο ποσό, που θα είναι μικρότερο των 10 δισεκατομμυρίων». Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι το δημοσίευμα, υπό τον τίτλο «Κυβέρνηση και Κεντρική Τράπεζα ‘μαγειρεύουν αριθμούς’ του Θανάση Αθανασίου δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα, δεν επιδείκνυε σεβασμό προς την αλήθεια και το δικαίωμα του κοινού για την αλήθεια και έπληττε το θεσμό της Κεντρικής Τράπεζας, «με ενδεχόμενο να επιφέρει σοβαρότατες και αρνητικές συνέπειες στη χρηματοοικονομική σταθερότητα». Ο συντάκτης της είδησης απάντησε ότι οι πληροφορίες του ήταν «διασταυρωμένες και εγκυρότατες και ότι «αντιδεοντολογικό και ανήθικο» θα ήταν να έχει τέτοιες πληροφορίες και να τις κρύψει. Επίσης ανέφερε ότι δημοσίευσε στο τέλος της είδησης τη διάψευση των πληροφοριών, που έκαμε κυβερνητική πηγή και την επομένη δημοσίευσε ανακοίνωση της Κεντρικής Τράπεζας, που επίσης διέψευδε κατηγορηματικά τις πληροφορίες. Ενώ η εξέταση της υπόθεση βρισκόταν σε πολύ προχωρημένο στάδιο, ο παραπονούμενος, ενεργώντας εκ μέρους της Κεντρικής Τράπεζας, απέσυρε το παράπονο. Εν όψει το ανωτέρω, και παρά το γεγονός ότι η υπόθεση βρισκόταν σχεδόν στο τέλος της, η Επιτροπή έδωσε τη συγκατάθεσή της για απόσυρση του παραπόνου, στο πλαίσιο της πρόνοιας του Κώδικα για φιλική διευθέτηση, με βάση το άρθρο 17 των κανονισμών λειτουργίας της. Κατόπιν τούτου η υπόθεση θεωρήθηκε ως διευθετηθείσα.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
22/12
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
16/10/2012
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΔΙΕΥΘΕΤΗΘΕΝ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (22/23/8/2012) από τον προϊστάμενο του Γραφείου Διοικητή & Επικοινωνίας της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου κ. Γιώργο Μ. Γεωργίου για δημοσίευμα στην ιστοσελίδα SigmaLive στις 31 Ιουλίου, 2012. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας Πανίκος Δημητριάδης διαβίβασε, στην παρουσία του Υπουργού Οικονομικών και του εκ των συνεργατών του διοικητή Σπύρου Σταυρινάκη, την επιθυμία του προέδρου της Δημοκρατίας για απομάκρυνση του προέδρου της Λαϊκής Τράπεζας Μιχάλη Σαρρή. Το δημοσίευμα επέκρινε τον Πανίκο Δημητριάδη ότι ενεργώντας με αυτό τον τρόπο «ανέλαβε ουσιαστικά ρόλο «μεταφορέα» των επιθυμιών του Προέδρου της Κυβέρνησης, ενεργώντας αντ’ αυτού». Επίσης έθετε το ερώτημα γιατί δεν δόθηκε στο Μιχάλη Σαρρή επιστολή και παρέθετε ως απάντηση δηλώσεις «έγκριτου νομικού» σύμφωνα με τον οποίο ο μόνος λόγος για τον οποίο θα μπορούσε να ζητηθεί παραίτησή του από την Κεντρική Τράπεζα ήταν ότι ήταν μη προσοντούχος για τη θέση, γεγονός που δεν μπορούσε να υποστηριχθεί. Επίσης διατυπωνόταν ο ισχυρισμός ότι ένας πρόσθετος λόγος απομάκρυνσης του κ. Σαρρή από την προεδρία της Λαϊκής ήταν ότι αρνήθηκε να παραχωρήσει δάνειο πολλών εκατομμυρίων στο σωματείο «Ομόνοια». Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι το δημοσίευμα, υπό τον τίτλο «Ολίσθημα διοικητή, πλήγμα στο θεσμό» της Νάνσιας Παλάλα δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα, δεν επιδείκνυε σεβασμό προς την αλήθεια και το δικαίωμα του κοινού για την αλήθεια και έπληττε το θεσμό της Κεντρικής Τράπεζας, «με ενδεχόμενο να επιφέρει σοβαρότατες και αρνητικές συνέπειες στη χρηματοοικονομική σταθερότητα». Η Νάνσια Παλάλα απάντησε ότι το δημοσίευμά της, που πρωτοεμφανίστηκε στην εφημερίδα «Σημερινή» ανταποκρινόταν πλήρως στην πραγματικότητα, γιατί στηριζόταν σε πλήρως εξακριβωμένες πληροφορίες, τις οποίες εξασφάλισε «από εγκυρότατες πηγές που είναι σε θέση να γνωρίζουν τι έγινε και τι διημείφθη στη συνάντηση του διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας με το Μιχάλη Σαρρή, στην παρουσία του Υπουργού Οικονομικών και στελέχους της Κεντρικής Τράπεζας». Ενώ η εξέταση της υπόθεση βρισκόταν σε πολύ προχωρημένο στάδιο, ο παραπονούμενος, ενεργώντας εκ μέρους της Κεντρικής Τράπεζας, απέσυρε το παράπονο. Εν όψει το ανωτέρω, και παρά το γεγονός ότι η υπόθεση βρισκόταν σχεδόν στο τέλος της, η Επιτροπή έδωσε τη συγκατάθεσή της για απόσυρση του παραπόνου, στο πλαίσιο της πρόνοιας του Κώδικα για φιλική διευθέτηση, με βάση το άρθρο 17 των κανονισμών λειτουργίας της. Κατόπιν τούτου η υπόθεση θεωρήθηκε ως διευθετηθείσα.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
23/12
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
16/10/2012
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (23/19/9/2012) από την SEAWAVE FISHERIES για τον τρόπο με τον οποίο τα ΜΜΕ παρουσίασαν δολιοφθορά σε ιχθυοκλωβούς στην περιοχή της Ακτής του Κυβερνήτη που είχε ως αποτέλεσμα να ξεφύγουν εμπορεύσιμα ψάρια τσιπούρες βάρους 70 τόνων. Το παράπονο ανέφερε ότι, «όπως πάντοτε όλα τα Μ.Μ.Ε αντιμετωπίζουν αυτές τις δραματικές στιγμές της τραγωδίας, της καταστροφής και της απόγνωσης ως κωμωδία, σαν μέρες χαράς, διασκέδασης και ξεκούρασης για το κοινό.» Παρέθετε τίτλους ειδήσεων, χωρίς να αναφέρει πού δημοσιεύθηκαν και πρόσθετε πως «αυτό γίνεται πάντα σε κάθε καταστροφή και σιγά σιγά έχουν εμπεδώσει στο κοινό την πεποίθηση ότι τέτοια εγκλήματα, είναι καλοδεχούμενα και απαραίτητα στον κόσμο που «απολαμβάνει» το χόμπι του». Περαιτέρω ανέφερε ότι «…όλοι αυτοί ΕΝΟΡΧΗΣΤΡΩΜΕΝΑ, έδρασαν σαν υποστηρικτές περίπου του εγκλήματος» και ότι με πυρήνα ρεπορτάζ και ανταποκρίσεις «όλα τα Μ.Μ.Ε έδωσαν τεράστια δημοσιότητα στο έγκλημα, και το παρουσίασαν σαν ‘μέρα χαράς και ευτυχίας και μάννα εξ' ουρανού'». Ωστόσο, συγκεκριμένο παράπονο διατυπώθηκε μόνο για δύο δημοσιεύματα στο «Φιλελεύθερο», στις 7 και 12 Σεπτεμβρίου, με τον ισχυρισμό ότι οι συντάκτες των ειδήσεων και οι εφημερίδες που τους εργοδοτούν «καθίστανται αυτόματα αυτουργοί διάπραξης νέων εγκλημάτων και στέλλουν το μήνυμα ότι τέτοια εγκλήματα δεν είναι κάτι κακό». Περαιτέρω, το παράπονο αναφερόταν στη συρροή εκατοντάδων ερασιτεχνών ψαράδων στις ακτές και πρόσθετε πως «το επόμενο βήμα θα αναζητούν τρόπους να ξαναζήσουν τέτοιες στιγμές. Εξάλλου τα Μ.Μ.Ε ΟΛΑ, επιμένουμε, αφήνουν άμεσα ή έμμεσα να νοηθεί ότι κάθε άλλο παρά έγκλημα είναι». Η Επιτροπή επιθυμεί να ξεκαθαρίσει, ευθύς εξ αρχής, ότι με βάση τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας και τους κανονισμούς λειτουργίας της, εξετάζει παράπονα τα οποία αφορούν σε συγκεκριμένο ή συγκεκριμένα ΜΜΕ και όχι καταγγελίες για συγκεκριμένες παραβιάσεις του Κώδικα εναντίον των ΜΜΕ και των δημοσιογράφων γενικά και αόριστα.. Κατά συνέπεια, ασχολήθηκε μόνο με το παράπονο που αφορούσε σε δύο συγκεκριμένα δημοσιεύματα του «Φιλελεύθερου». Αφού εξέτασε τόσο το κείμενο του παραπόνου όσο και τα συγκεκριμένα δημοσιεύματα, διαπίστωσε ότι, αντίθετα με τον ισχυρισμό που διατυπώθηκε στο παράπονο ότι παραγνωρίστηκε το έγκλημα, στο ρεπορτάζ στις 7 Σεπτεμβρίου τονιζόταν ότι επρόκειτο για εγκληματική ενέργεια που είχε ως αποτέλεσμα την απελευθέρωση 70 τόνων εμπορεύσιμης τσιπούρας. Το ρεπορτάζ ήταν αφιερωμένο κατά το ήμισυ της έκτασής του στην καταστροφή που προκάλεσαν άγνωστοι και έκανε σαφή αναφορά σε κακόβουλη ζημιά και εγκληματική ενέργεια, καθώς και στην πρόκληση χρηματικής απώλειας 400.000 ευρώ, για την οποία δεν υπάρχει ασφαλιστική κάλυψη. Το υπόλοιπο μέρος του ρεπορτάζ ήταν αφιερωμένο στις συνέπειες από την απελευθέρωση των ψαριών και ειδικότερα στη συρροή πολλών ψαράδων στις ακτές για την αλίευσή τους. Η περιγραφή των σκηνών που διαδραματίστηκαν στις ακτές θεωρήθηκε από την Επιτροπή θεμιτή, στο πλαίσιο του δικαιώματος του δημοσιογράφου στην ελευθερία έκφρασης. Εξ άλλου, η Επιτροπή αποφάσισε ότι αποτελεί δικαίωμα των δημοσιογράφων να επιλέγουν τον τρόπο παρουσίασης των ειδήσεών τους, εφ’ όσο τηρούν την πρόνοια του Κώδικα για σεβασμό της αλήθειας και του δικαιώματος του πολίτη για αντικειμενική, ολοκληρωμένη και έγκυρη πληροφόρηση. Το ρεπορτάζ του «Φιλελεύθερου» της 12ης Σεπτεμβρίου ήταν αφιερωμένο στο γεγονός της εμφάνισης και στην παραλία της Λάρνακας τσιπούρων που διέφυγαν από τους ιχθυοκλωβούς της θάλασσας της Ακτής του Κυβερνήτη και στη συρροή εκατοντάδων ψαράδων στις ακτές. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι η περιγραφή των σκηνών που διαδραματίστηκαν αποτελούσε δικαίωμα του δημοσιογράφου στο πλαίσιο της ελευθερίας έκφρασης. Εν όψει των ανωτέρω, κρίθηκε αβάσιμο το παράπονο ότι συντάκτες και εφημερίδες καθίστανται «αυτουργοί διάπραξης νέων εγκλημάτων και στέλλουν το μήνυμα ότι τέτοια εγκλήματα δεν είναι κάτι κακό». Η Επιτροπή αποφάσισε ότι το παράπονο πως οι δημοσιογράφοι ενήργησαν ενορχηστρωμένα και έδρασαν ως υποστηρικτές του εγκλήματος είναι γενικό, αόριστο και δεν υποστηρίζεται από τα γεγονότα και ως εκ τούτου δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτό.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
20/12
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
11/09/2012
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΔΙΕΥΘΕΤΗΘΕΝ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (20/10/8/2012) από το δημιουργό και διαχειριστή της ενημερωτικής ιστοσελίδας http://www.sotiranews.com Μαρίνο Παυλικκά για λογοκλοπή από την Ελευθερία Σωφρονίου, δημιουργία και διαχειρίστρια της ιστοσελίδας http://www.famagusta-news.com. Ειδικότερα, ανέφερε ότι στις 7 Αυγούστου, 2012, είχε αναρτήσει την ακόλουθη είδηση στην ιστοσελίδα του. «Ο Δήμος μας απέκτησε τη δική του υπερσύγχρονη ιστοσελίδα. Πραγματικότητα έγινε μετά από πολύ κόπο και αρκετή δουλειά η ιστοσελίδα του Δήμου μας, που από σήμερα μπορεί κανείς να την επισκεφθεί κανονικά... Όπως αναφέραμε και σε προηγούμενές μας αναρτήσεις, η ιστοσελίδα του Δήμου αποτελεί ένα υπερσύγχρονο μέσο επικοινωνίας από και προς τον πολίτη. Όπως δήλωσε σήμερα ο Δήμαρχος Σωτήρας, μετά την δημοσιοποίησή της, "ο Δήμος αποκτά επιτέλους τη δική του φωνή, όπου η πληροφόρηση θα γίνεται αμφίδρομα, δηλαδή προς και από τον δημότη της Σωτήρας". Η ιστοσελίδα δεν έχει τελειοποιηθεί πλήρως, καθώς αναμένονται να δημοσιοποιηθούν περισσότερες τρισδιάστατες εικονικές περιηγήσεις από διάφορα αξιοθέατα, καθώς και διαδικτυακή λήψη αρχείων, καθώς και η υπηρεσία Εξυπηρέτησης του Πολίτη που θα γίνει σύντομα πραγματικότητα. Επισκεφθείτε, λοιπόν, την ιστοσελίδα του Δήμου μας στη διεύθυνση: sotira.org.cy» Στις 10 Αυγούστου, η ιστοσελίδα http://www.famagusta-news.com/ δημοσίευσε την ακόλουθη είδηση: «Σάρκα και οστά έχει πάρει μετά από πολύ κόπο και αρκετή δουλειά η ιστοσελίδα του Δήμου Σωτήρας. Όπως δήλωσε ο Δήμαρχος Σωτήρας, Γιώργος Τάκκας, μετά την δημοσιοποίησή της, «ο Δήμος αποκτά επιτέλους τη δική του φωνή, όπου η πληροφόρηση θα γίνεται αμφίδρομα, δηλαδή προς και από τον δημότη της Σωτήρας». Η ιστοσελίδα δεν έχει τελειοποιηθεί πλήρως, καθώς αναμένονται να δημοσιοποιηθούν περισσότερες τρισδιάστατες εικονικές περιηγήσεις από διάφορα αξιοθέατα, καθώς και διαδικτυακή λήψη αρχείων, καθώς και η υπηρεσία Εξυπηρέτησης του Πολίτη που θα γίνει σύντομα πραγματικότητα. Επισκεφθείτε, λοιπόν, την ιστοσελίδα του Δήμου Σωτήρας στη διεύθυνση: sotira.org.cy.» Ζητήθηκαν οι απόψεις της διαχειρίστριας της ιστοσελίδας, αλλά προτού ληφθούν ο παραπονούμενος πληροφόρησε την Επιτροπή ότι επιθυμούσε να αποσύρει το παράπονό του, ύστερα από προσωπική επικοινωνία με την καθ’ ης το παράπονο, κατά την οποία, όπως ανέφερε, υπήρξε «πλήρης κατανόηση και ταύτιση απόψεων». Μετά την εξέλιξη αυτή, η Επιτροπή αποφάσισε ότι θεωρεί το θέμα ως διευθετηθέν. Ωστόσο, με αφορμή το παράπονο αυτό, η Επιτροπή θεώρησε χρήσιμο να επαναλάβει προηγούμενη υπόμνησή της ότι η δεοντολογία, αλλά και η στοιχειώδης αβρότητα, επιβάλλουν όπως σε περιπτώσεις στις οποίες χρησιμοποιούνται κείμενα που έχουν δημοσιοποιηθεί προηγουμένως, γίνεται αναφορά στην πηγή τους. Η πρακτική αυτή όχι μόνο κατοχυρώνει δημοσιογράφους και ΜΜΕ έναντι κατηγοριών για λογοκλοπή αλλά και προφυλάσσει στην περίπτωση ύπαρξης ανακρίβειας.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
18/12
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
11/09/2012
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (18/22/7/2012) από την Επίτροπο Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού Λήδα Κουρσουμπά ότι η εφημερίδα «Σημερινή» δημοσίευσε φωτογραφία ανήλικου παιδιού κατά παράβαση της σχετικής Πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας για προστασία των Παιδών (άρθρο 11). Η Επίτροπος ανέφερε στο παράπονό της ότι σύμφωνα με το Άρθρο 3(1) της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, την οποία επικύρωσε η Κυπριακή Δημοκρατία το 1991και, επομένως, τη δεσμεύει με αυξημένη ισχύ έναντι οποιουδήποτε εθνικού νόμου επιβάλλεται όπως: «Σε όλες τις αποφάσεις που αφορούν τα παιδιά, είτε αυτές λαμβάνονται από δημόσιους ή ιδιωτικούς οργανισμούς κοινωνικής ευημερίας, είτε από τα δικαστήρια, τις διοικητικές αρχές ή από τα νομοθετικά όργανα, πρέπει να λαμβάνεται πρωτίστως υπόψη το συμφέρον του παιδιού». Περαιτέρω αναφέρει ότι το Άρθρο 16 της Σύμβασης επιβάλλει ότι: «Κανένα παιδί δεν θα αποτελεί αντικείμενο αυθαίρετων ή παράνομων παρεμβάσεων στην ιδιωτική του ζωή, στην οικογένειά του, στην κατοικία του ή στην αλληλογραφία του, ούτε παράνομων προσβολών της τιμής και της υπόληψής του». Όπως αναφέρεται στο παράπονο, οι πρόνοιες του άρθρου 16 επιβάλλουν στους επαγγελματίες των ΜΜΕ να προστατεύουν την ταυτότητα του Παιδιού στις περιπτώσεις όπου πρωταγωνιστής είναι παιδί σε ρόλο θύματος, θύτη ή μάρτυρα, είτε σε αναφορά με άλλα μέλη της οικογένειάς του. Η Επίτροπος υποδεικνύει ότι τα δικαιώματα, όπως αναλύονται στην Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, παρουσιάζουν μεγάλη αλληλεξάρτηση και σημαντική λειτουργική συνοχή, και δεν ιεραρχούνται με οποιοδήποτε τρόπο. Ως εκ τούτου, δεν είναι νοητό να καταγγέλλονται παραβιάσεις των δικαιωμάτων των παιδιών με τρόπο ο οποίος να συνιστά παραβίαση άλλων δικαιωμάτων. Το παράπονο επισημαίνει ότι, το περιεχόμενο του δημοσιεύματος περιλαμβάνει πληροφορίες οι οποίες αφορούν την ιδιωτική ζωή των παιδιών της οικογένειας και, ειδικότερα, θέματα υγείας 11χρονου παιδιού, του οποίου οι φωτογραφίες συνοδεύουν το άρθρο αποκαλύπτοντας την ταυτότητά του. Επίσης αναφέρει ότι για τους σκοπούς του συγκεκριμένου άρθρου που ήταν η ευαισθητοποίηση των αρμόδιων Αρχών για την οικονομική δυσχέρεια της οικογένειας, δεν χρειαζόταν να αποκαλυφθεί το πρόσωπο του παιδιού και η εφημερίδα θα έπρεπε τουλάχιστο να αλλοιώσει ή να αποκρύψει το πρόσωπο του παιδιού. Η Επίτροπος αναφέρει ότι παραβιάστηκε το δικαίωμα ιδιωτικής ζωής και αξιοπρέπειας του παιδιού και ενδεχομένως και της εθνικής νομοθεσίας σε σχέση με την αποκάλυψη και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, δεδομένου ότι η προβολή παιδιών από τα ΜΜΕ, υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, πρέπει να γίνεται με μεγάλη προσοχή και πάντοτε με πλήρη σεβασμό των δικαιωμάτων κάθε παιδιού του οποίου η περίπτωση προβάλλεται, ώστε η προβολή να μην προκαλέσει περαιτέρω ζημιά, πόνο και στιγματισμό για το παιδί. Ο αρχισυντάκτης της εφημερίδας και ο δημοσιογράφος που έγραψε το ρεπορτάζ ανέφεραν στην παράθεση των θέσεών τους ότι αποδέχονται το συμπέρασμα της κ. Κουρσουμπά για παραβίαση του δικαιώματος του συγκεκριμένου παιδιού σε ιδιωτική ζωή και αξιοπρέπεια. Υπέδειξαν ότι η παραβίαση δεν ήταν σκόπιμη και έγινε στο πλαίσιο της προσπάθειας για ευαισθητοποίηση των αρμόδιων Αρχών για την οικονομική δυσχέρεια της οικογένειας, αλλά παραδέχθηκαν ότι πράγματι δεν χρειαζόταν να αποκαλυφθεί στη φωτογραφία το πρόσωπο του παιδιού, έστω και αν αυτό έγινε με τη συγκατάθεση της μητέρας. Ανέφεραν επίσης ότι: «Σε κάθε περίπτωση, αναγνωρίζουμε ότι δεν νομιμοποιείται η παραβίαση από οποιονδήποτε, δικαιωμάτων των παιδιών, έστω και αν αυτή γίνεται με καλή προαίρεση – όπως συνέβη στο άρθρο μας της 10ης Ιουλίου 2012 - για να προβληθεί η ανάγκη σεβασμού άλλων δικαιωμάτων των παιδιών. Εκτιμούμε ότι η παρέμβαση της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, μας βοηθά στην πληρέστερη κατανόηση του σχετικού νόμου για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων του παιδιού και μας ενισχύει στον αγώνα μας, ως λειτουργών του Τύπου, που είναι εξάλλου κοινός, για το καλό και το συμφέρον των παιδιών και ολόκληρης της κυπριακής κοινωνίας». Τέλος ανέφεραν ότι μελλοντικά θα είναι πολύ πιο προσεκτικοί στη δημοσίευση θεμάτων όπου εμπλέκονται παιδιά, για αποφυγή τυχόν στιγματισμού τους. Στην ειδησεογραφία της για το συγκεκριμένο παιδί, η εφημερίδα δημοσίευσε φωτογραφία του παιδιού και της μητέρας του, που είναι διαζευγμένη, στην πρώτη σελίδα η οποία παρέπεμπε σε ολοσέλιδη είδηση στη σελίδα 7, που ανέφερε ότι η μητέρα δεν είχε τους πόρους να θρέψει τα τρία παιδιά της, γιατί οι Υπηρεσίες Χορηγιών και Επιδομάτων του Υπουργείου Οικονομικών της απέκοψαν το επίδομα. Η εφημερίδα δημοσίευσε άλλες δύο φωτογραφίες του παιδιού, καθώς και το όνομά του και επίσης το όνομα και το επίθετο της μητέρας και τον τόπο διαμονής της στο προσφυγικό σπίτι της μητέρας της σε κατονομαζόμενο προσφυγικό συνοικισμό. Εγραψε ακόμη ότι έχει μια κόρη 17 χρόνων και δυο γιους, 15 και 11 ετών, από τους οποίους ο πιο μικρός γεννήθηκε με σοβαρή κινητική αναπηρία και δεν μπορεί να περπατήσει. Η Επιτροπή, με βάση και την αποδοχή των θέσεων της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού από τους καθ’ ων το παράπονο, υιοθέτησε τις θέσεις της στο σύνολό τους. Επίσης εξέφρασε την ευαρέσκειά της για την άνευ περιστροφών παραδοχή του λάθους της εφημερίδας στη δημοσίευση των φωτογραφιών και των προσωπικών στοιχείων του παιδιού. Η Επιτροπή εξέτασε το περιεχόμενο του υπό το πρίσμα του συνόλου των σχετικών προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, που αποτελεί μέρος του Κώδικα, και των ερμηνευτικών σχολίων διεθνών δικαιοδοτικών οργάνων για τα ανθρώπινα δικαιώματα, ιδιαίτερα εκείνα που αφορούν στην προστασία του Παιδιού, τα οποία θεωρούνται πλέον ως διεθνές εθιμικό δίκαιο. Ο Κώδικας προβλέπει ότι: «Οι λειτουργοί κατά κανόνα δεν παίρνουν συνεντεύξεις από και δεν φωτογραφίζουν παιδιά κάτω των 16 ετών σε σχέση με θέματα που αφορούν την προσωπική τους κατάσταση ή ευημερία, χωρίς τη συγκατάθεση γονέως των ή άλλου ενηλίκου που έχει την ευθύνη γι’ αυτά. Τα Μ.Μ.Ε. και οι λειτουργοί των υποχρεούνται να τηρούν τις πρόνοιες της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού». Παρά τη συγκατάθεση της μητέρας στη λήψη και δημοσίευση των φωτογραφιών, η Επιτροπή θεωρεί ότι θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το σύνολο των σχετικών προνοιών της Σύμβασης για το Παιδί και ιδιαίτερα εκείνων των άρθρων 3(1) και. 16 (1) όπως παρατίθενται στο παράπονο της κ. Κουρσουμπά. Επομένως η συγκατάθεση της μητέρας πρέπει να κριθεί υπό το φως του συμφέροντος του παιδιού και της απαγόρευσης της παρέμβασης στην ιδιωτική του ζωή και της επίδειξης σεβασμού προς την τιμή και την αξιοπρέπεια του παιδιού. Επειδή το παιδί δεν έχει τη δυνατότητα αντίδρασης, πρέπει να υπάρχει αυξημένη ευαισθησία για το δικαίωμά του να μην προσβάλλεται η τιμή και η αξιοπρέπειά του με οποιοδήποτε τρόπο και επομένως τα ΜΜΕ οφείλουν να του παρέχουν αυξημένη προστασία, σε οποιοδήποτε ρόλο και αν βρίσκεται το παιδί. Η ρητή ή τεκμαιρόμενη συγκατάθεση οποιουδήποτε έχει την ευθύνη για το παιδί δε σημαίνει ότι επικαλύπτει το συμφέρον του παιδιού και δεν θα πρέπει να είναι το βασικό κριτήριο. Πολύ πιο σημαντικό από τη συγκατάθεση του ατόμου που έχει την ευθύνη για το παιδί είναι το κριτήριο του συμφέροντός του και είναι αυτό που πρέπει να αποτελεί τον καθοδηγητικό παράγοντα στη λήψη της απόφασης δημοσίευσης ή μη στοιχείων που πλήττουν την τιμή και αξιοπρέπεια του παιδιού. Η Επιτροπή έλαβε υπόψη, ως μετριαστικό στοιχείο, το γεγονός ότι το δημοσίευμα αποσκοπούσε στην ευαισθητοποίηση για την κακή οικονομική κατάσταση της οικογένειας και την παροχή βοήθειας σ’ αυτήν. Ωστόσο, η προαγωγή αυτής της πλευράς των δικαιωμάτων του παιδιού δεν θα έπρεπε να γίνει με την παραβίαση άλλων ζωτικών δικαιωμάτων του, όπως είναι το δικαίωμά του στην ιδιωτική ζωή και στην προστασία της τιμής και της αξιοπρέπειάς του. Εξ άλλου, η προβολή της δεινής οικονομικής θέσης της οικογένειας του παιδιού θα μπορούσε να γίνει και χωρίς τη δημοσίευση φωτογραφιών στις οποίες φαίνεται το πρόσωπό του ή στις οποίες η ταυτότητά του θα μπορούσε να αποκαλυφθεί μέσω της φωτογραφίας της μητέρας. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η δημοσίευση των φωτογραφιών δεν ήταν προς το συμφέρον του παιδιού και συνιστούσε παραβίαση των δικαιωμάτων του για μη παρέμβαση στην ιδιωτική ζωή και μη προσβολή της τιμής και αξιοπρέπειάς του, κατά παράβαση των προνοιών του άρθρου 11 του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι δημοσιογράφοι και τα ΜΜΕ θα πρέπει να έχουν ως κατευθυντήρια αρχή το κριτήριο του συμφέροντος του παιδιού όταν λαμβάνουν αποφάσεις ή ενεργούν σε θέματα στα οποία εμπλέκονται παιδιά ή απευθύνονται σε παιδιά, ειδικά όσον αφορά τη θεματολογία αλλά και τον τρόπο παρουσίασης, ακόμη και όταν υπάρχει συγκατάθεση των ατόμων που έχουν την ευθύνη για το παιδί. Επομένως, όταν ασχολούνται με θέματα που αφορούν σε παιδιά θα πρέπει να θεωρούν ότι η δημοσίευση πληροφοριών και στοιχείων που αφορούν στην ιδιωτική ζωή των παιδιών ή φωτογραφιών τους επιτρέπεται μόνο σε πολύ εξαιρετικές και απόλυτα δικαιολογημένες περιπτώσεις.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
19/12
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
11/09/2012
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ,ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (19/27/7/2012) από τη Διευθύντρια των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας του Υπουργείου Εργασίας για τη δημοσίευση φωτογραφιών παιδιού από την εφημερίδα «Σημερινή», στις 10 Ιουλίου, 2012. Πρόκειται για το ίδιο δημοσίευμα το οποίο ήταν το αντικείμενο παραπόνου της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού,(18/22/7/2012) αλλά εγείρει διαφορετικά σημεία. Ειδικότερα, εγείρει θέμα ακρίβειας των πληροφοριών της εφημερίδας σε σχέση με την αποκοπή του επιδόματος της οικογένειας και εκμετάλλευσης του παιδιού. Ειδικότερα, διατυπώθηκε παράπονο ότι ο δημοσιογράφος κ. Μάριος Δημητρίου πριν από τη δημοσιοποίηση του σχετικού θέματος δεν μερίμνησε, σύμφωνα με το άρθρο 1 του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, να επικοινωνήσει με τις Υπηρεσίες Κοινωνικές Ευημερίας ώστε να μη δημοσιεύονται ανακριβείς, παραπλανητικές, φανταστικές ή διαστρεβλωτικές της αλήθειας ειδήσεις, πληροφορίες ή σχόλια. Επίσης ανέφερε ότι οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, δεν απέκοψαν το επίδομα του ανήλικου παιδιού της οικογένειας και ότι για το μήνα Ιούνιο είχαν δοθεί όλα τα δικαιώματα του ανάπηρου παιδιού και μέρος των βασικών αναγκών των δύο ανήλικων παιδιών ηλικίας 17 και 15 χρόνων αντίστοιχα. Παράλληλα, επισημάνθηκε ότι σε περιπτώσεις που αφορούν σε παιδιά απαιτείται ιδιαίτερη ευαισθησία στην προστασία του παιδιού, στη διασφάλιση των δικαιωμάτων του και στο σεβασμό της αξιοπρέπειας του και ότι για τους σκοπούς του δημοσιεύματος δεν χρειαζόταν η προβολή του παιδιού. Εξ άλλου, διατυπώθηκε η θέση ότι η γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε στο δημοσίευμα επιδίωκε «να συγκινήσει τον αναγνώστη και περαιτέρω να ενισχύσει την αναγνωσιμότητα, προκαλώντας τον οίκτο, αναπαράγοντας στερεότυπα που δημιουργούν εντυπωσιασμό στο κοινό, σε βάρος της ψυχοσυναισθηματικής ευημερίας του παιδιού». Ο συντάκτης της είδησης Μάριος Δημητρίου, παραθέτοντας τις θέσεις του ανέφερε ότι πουθενά στο ρεπορτάζ του δεν έκαμε αναφορά σε επιδόματα των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, ούτε σε αποκοπή αυτών των επιδομάτων για τη συγκεκριμένη μητέρα μονογονιό και συνεπώς δεν υπήρξε ανάγκη να επικοινωνήσει με τις Υπηρεσίες για επιβεβαίωση, πριν τη δημοσίευση του ρεπορτάζ. Επίσης ανέφερε ότι αυτό που έγραψε ήταν ότι αποκόπηκε το επίδομα της γυναίκας αυτής, από την Υπηρεσία Χορηγιών και Επιδομάτων του Υπουργείου Οικονομικών, πληροφορία που δεν αμφισβητήθηκε από τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας και για την οποία η γυναίκα παρουσίασε στην εφημερίδα επίσημη γραπτή ειδοποίηση από το Υπουργείο Οικονομικών. Ως προς την καταγγελία περί «εκμετάλλευσης της δυσχερούς θέσης της οικογένειας για επίτευξη αναγνωσιμότητας», ανέφερε ότι τη θεωρούσε ατυχή, υποκειμενική και άδικη για τον ίδιο και δεν την αποδεχόταν. Πρόσθεσε πως αναγνωρίζει την προσφορά των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας στην κοινωνία και ιδιαίτερα στα ευάλωτα μέλη της, «αλλά αυτό δεν δικαιολογεί τέτοιου είδους προσβλητικές επιθέσεις σε βάρος δημοσιογράφων, όταν αυτοί ασχοληθούν με θέματα των αρμοδιοτήτων των Υπηρεσιών, με τρόπο που δεν ικανοποιούν τις Υπηρεσίες». Ανέφερε ότι σκοπός του ρεπορτάζ ήταν η ευαισθητοποίηση των αρμόδιων Αρχών για την οικονομική δυσχέρεια της οικογένειας και η όσο το δυνατόν πιο αντικειμενική πληροφόρηση του κοινού και τίποτα περισσότερο. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι για τη πτυχή του παραπόνου που αναφέρεται στην παρέμβαση στην ιδιωτική ζωή του παιδιού και την προσβολή της τιμής και αξιοπρέπειάς του η Επιτροπή ισχύει η απόφαση σχετικά με το παράπονο της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού. (Ιδε απόφαση στην υπόθεση 18/22/7/2012) Ως προς το παράπονο περί ανακρίβειας πληροφοριών, από την ανάγνωση της είδησης προκύπτει ότι δεν έγινε αναφορά σε αποκοπή του επιδόματος από την Υπηρεσία Χορηγιών και Επιδομάτων του Υπουργείου Οικονομικών και όχι από τις Υπηρεσίας Κοινωνικής Ευημερίας. Συνακόλουθα, η Επιτροπή αποφάσισε ότι αντικειμενικά δεν ετίθετο θέμα επικοινωνίας με τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας για επιβεβαίωση πληροφορίας περί αποκοπής επιδόματος από τις Υπηρεσίας και ως εκ τούτου το παράπονο ως προς το σημείο αυτό δεν ευσταθεί. Εξ άλλου, οι Υπηρεσίας Κοινωνικής Ευημερίας απηύθυναν επιστολή προς την εφημερίδα, η οποία δημοσιεύθηκε αυτούσια στην εφημερίδα και συνεπώς ικανοποιήθηκε το δικαίωμα απάντησης που απορρέει από τον Κώδικα. Η Επιτροπή συμφώνησε με τη θέση του Μάριου Δημητρίου ότι ο ισχυρισμός των Κοινωνικών Υπηρεσιών πως η γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε στο δημοσίευμα επιδίωκε «να συγκινήσει τον αναγνώστη και περαιτέρω να ενισχύσει την αναγνωσιμότητα, προκαλώντας τον οίκτο, αναπαράγοντας στερεότυπα που δημιουργούν εντυπωσιασμό στο κοινό…» δεν είχε θέση και αποφάσισε ότι αποτελεί δικαίωμα των δημοσιογράφων να ασχολούνται με περιπτώσεις δυσπραγούντων ατόμων ή οικογενειών και να τις παρουσιάζουν στην κοινή γνώμη.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
15/12
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
31/07/2012
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (15/6/6/2012) από την Επίτροπο Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού για παραβίαση του δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή παιδιού, με δημοσίευμα της εφημερίδας «Φιλελεύθερος» στις 6/6/2012, κατά παράβαση της πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας για τα Παιδιά (άρθρο 11). Όπως αναφέρεται στο παράπονο, το δημοσίευμα διεκτραγωδεί με λεπτομέρειες την τραγική οικονομική κατάσταση στην οποία βρίσκεται μητέρα ενός βρέφους ηλικίας πεντέμισι μηνών. Το εν λόγω δημοσίευμα συνοδεύεται από τρεις φωτογραφίες της μητέρας με το παιδί, στις οποίες φαίνονται καθαρά τα πρόσωπα και των δύο. Στο παράπονο αναφέρεται ότι, όπως προκύπτει από το δημοσίευμα, σκοπός του ήταν η ευαισθητοποίηση των αρμόδιων αρχών για την οικονομική δυσχέρεια της οικογένειας, αλλά επισημαίνεται πως για να επιτευχθεί ο σκοπός αυτός δεν χρειαζόταν να αποκαλυφθεί το πρόσωπο του παιδιού. Η Επίτροπος αναφέρει στο παράπονό της ότι η παραβίαση της ιδιωτικής ζωής των παιδιών συνιστά παραβίαση των προνοιών του Άρθρου 16 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, την οποία επικύρωσε η Κυπριακή Δημοκρατία το 1991 και επομένως τη δεσμεύει με αυξημένη ισχύ έναντι οποιουδήποτε εθνικού νόμου. Το Άρθρο 16 ορίζει ότι: «Κανένα παιδί δεν θα αποτελεί αντικείμενο αυθαίρετων ή παράνομων παρεμβάσεων στην ιδιωτική του ζωή, στην οικογένειά του, στην κατοικία του ή στην αλληλογραφία του, ούτε παράνομων προσβολών της τιμής και της υπόληψής του». Η Επίτροπος υπέδειξε επίσης ότι με βάση το άρθρο 3(1) της Σύμβασης κάθε απόφαση που αφορά σε παιδιά θα πρέπει να λαμβάνεται υπό το φως του συμφέροντος του παιδιού. Εξ άλλου, ανέφερε ότι, ενδεχομένως, περαιτέρω, να παραβιάζονται πρόνοιες της εθνικής νομοθεσίας σε σχέση με την αποκάλυψη και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα καθώς και του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Η εφημερίδα απάντησε ότι σκοπός του δημοσιεύματος ήταν η ευαισθητοποίηση και κινητοποίηση των αρμοδίων αρχών και ότι η δημοσίευση της φωτογραφίας έγινε ύστερα από ρητή άδεια ή συγκατάθεση της μητέρας. Η εφημερίδα ανέφερε περαιτέρω ότι δεν μπορούσε να γίνει αντιληπτό πως η αποκάλυψη του προσώπου του παιδιού συνιστούσε αυθαίρετη και ή παράνομη παρέμβαση στην ιδιωτική ζωή του παιδιού, δεδομένης της ρητής εκ των προτέρων άδειας της μητέρας. Η Επιτροπή εξέτασε το περιεχόμενο του δημοσιεύματος, το οποίο περιγράφεται ανωτέρω επακριβώς στο παράπονο της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, καθώς και τις θέσεις της Επιτρόπου και έκρινε ότι το δημοσίευμα θα πρέπει να κριθεί υπό το φως του συνόλου των σχετικών προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, που αποτελεί μέρος του Κώδικα, και των ερμηνευτικών σχολίων διεθνών δικαιοδοτικών οργάνων για τα ανθρώπινα δικαιώματα και ιδιαίτερα εκείνα που αφορούν στην προστασία του Παιδιού, τα οποία θεωρούνται πλέον ως διεθνές εθιμικό δίκαιο. Ο Κώδικας προβλέπει ότι: «Οι λειτουργοί κατά κανόνα δεν παίρνουν συνεντεύξεις από και δεν φωτογραφίζουν παιδιά κάτω των 16 ετών σε σχέση με θέματα που αφορούν την προσωπική τους κατάσταση ή ευημερία, χωρίς τη συγκατάθεση γονέως των ή άλλου ενηλίκου που έχει την ευθύνη γι’ αυτά. Τα Μ.Μ.Ε. και οι λειτουργοί των υποχρεούνται να τηρούν τις πρόνοιες της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού». Στην περίπτωση αυτή τεκμαίρεται ότι υπήρξε η συγκατάθεση της μητέρας στη λήψη φωτογραφιών του παιδιού για χρήση στο δημοσίευμα, με προφανή σκοπό την ευαισθητοποίηση για την κακή κατάσταση της οικογένειας. Ωστόσο, η Επιτροπή θεωρεί ότι το κρίσιμο σημείο δεν είναι η παροχή συγκατάθεσης από οποιοδήποτε για να δημοσιευθούν προσωπικά στοιχεία του παιδιού, αλλά κατά πόσο ελήφθη υπόψη το συμφέρον του παιδιού, το οποίο έχει δική του προσωπικότητα που χρήζει ιδιαίτερης προστασία. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη και το σύνολο των σχετικών προνοιών της Σύμβασης για το Παιδί. Το άρθρο 16 (1) προβλέπει ότι «Κανένα παιδί δεν θα αποτελεί αντικείμενο αυθαίρετων ή παράνομων παρεμβάσεων στην ιδιωτική του ζωή, στην οικογένειά του, στην κατοικία του ή στην αλληλογραφία του, ούτε παράνομων προσβολών της τιμής και της υπόληψής του». Ιδιαίτερα βαρύνουσα σημασία για κάθε ενέργεια ή απόφαση που αφορά στο Παιδί έχει η πρόνοια του άρθρου 3 (1) που καθορίζει ότι: «Σε όλες τις αποφάσεις που αφορούν τα παιδιά, είτε αυτές λαμβάνονται από δημόσιους ή ιδιωτικούς οργανισμούς κοινωνικής ευημερίας, είτε από τα δικαστήρια, τις διοικητικές αρχές ή από τα νομοθετικά όργανα, πρέπει να λαμβάνεται πρωτίστως υπόψη το συμφέρον του παιδιού». Επομένως, ακόμη και η συγκατάθεση της μητέρας στη φωτογράφηση του παιδιού πρέπει να κριθεί υπό το φως του συμφέροντος του παιδιού και της απαγόρευσης της παρέμβασης στην ιδιωτική του ζωή και της επίδειξης σεβασμού προς την τιμή και την αξιοπρέπεια του παιδιού. Επειδή το παιδί δεν έχει τη δυνατότητα αντίδρασης, πρέπει να υπάρχει αυξημένη ευαισθησία για το δικαίωμά του να μην προσβάλλεται η τιμή και η αξιοπρέπειά του με οποιοδήποτε τρόπο και επομένως τα ΜΜΕ οφείλουν να του παρέχουν αυξημένη προστασία, σε οποιοδήποτε ρόλο και αν βρίσκεται το παιδί. Η ρητή ή τεκμαιρόμενη συγκατάθεση οποιουδήποτε έχει την ευθύνη για το παιδί δε σημαίνει ότι επικαλύπτει το συμφέρον του παιδιού και δεν θα πρέπει να είναι το βασικό κριτήριο. Πολύ πιο σημαντικό από τη συγκατάθεση του ατόμου που έχει την ευθύνη για το παιδί είναι το κριτήριο του συμφέροντός του και είναι αυτό που πρέπει να αποτελεί τον καθοδηγητικό παράγοντα στη λήψη της απόφασης δημοσίευσης ή μη στοιχείων που πλήττουν την τιμή και αξιοπρέπεια του παιδιού. Η Επιτροπή έλαβε υπόψη, ως μετριαστικό στοιχείο, το γεγονός ότι το δημοσίευμα αποσκοπούσε στην ευαισθητοποίηση για την κακή οικονομική κατάσταση της οικογένειας και την παροχή βοήθειας σ’ αυτήν. Ωστόσο, η προαγωγή αυτής της πλευράς των δικαιωμάτων του παιδιού δεν θα έπρεπε να γίνει με την παραβίαση άλλων ζωτικών δικαιωμάτων του, όπως είναι το δικαίωμά του στην ιδιωτική ζωή και στην προστασία της τιμής και της αξιοπρέπειάς του. Εξ άλλου, η προβολή της δεινής οικονομικής θέσης της οικογένειας του παιδιού θα μπορούσε να γίνει και χωρίς τη δημοσίευση φωτογραφιών στις οποίες φαίνεται το πρόσωπό του ή στις οποίες η ταυτότητά του θα μπορούσε να αποκαλυφθεί μέσω της φωτογραφίας της μητέρας. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η δημοσίευση των φωτογραφιών δεν ήταν προς το συμφέρον του παιδιού και συνιστούσε παραβίαση των δικαιωμάτων του για μη παρέμβαση στην ιδιωτική ζωή και μη προσβολή της τιμής και αξιοπρέπειάς του κατά παράβαση του άρθρου 11 του Κώδικα. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι δημοσιογράφοι και τα ΜΜΕ πρέπει να έχουν υπόψη ότι ακόμη και όταν υπάρχει συγκατάθεση των ατόμων που έχουν την ευθύνη για το παιδί, πρέπει να επιδεικνύουν αυξημένη μέριμνα για την παροχή της προστασία που προνοείται για το παιδί και να έχουν ως βασικό κριτήριο το συμφέρον του. Επομένως, όταν ασχολούνται με θέματα που αφορούν σε παιδιά θα πρέπει να θεωρούν ότι η δημοσίευση πληροφοριών και στοιχείων που αφορούν στην ιδιωτική ζωή των παιδιών ή φωτογραφιών τους επιτρέπεται μόνο σε πολύ εξαιρετικές και απόλυτα δικαιολογημένες περιπτώσεις. Η Επιτροπή μελέτησε επίσης την απόφαση του Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, σύμφωνα με την οποία δεν θεωρεί ότι υπήρξε παραβίαση του νόμου περί επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων, εφ’ όσο για τη λήψη και δημοσίευση των φωτογραφιών υπήρξε προφανώς η συγκατάθεση της μητέρας. Επί του σημείου αυτού η Επιτροπή αποφάσισε ότι το εύρος των προνοιών του Κώδικα για προστασία του παιδιού και της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, η οποία επικυρώθηκε με ειδικό νόμο και επομένως έχει αυξημένη τυπική ισχύ έναντι άλλων νόμων της Δημοκρατίας, υπερβαίνει εκείνο των τυπικών διατάξεων της νομοθεσίας περί προσωπικών δεδομένων. Συνακόλουθα, η Επιτροπή έκρινε ότι οι πρόνοιες για κατοχύρωση πρωτίστως του συμφέροντος του παιδιού υπερέχουν και αποφάσισε ότι η τεκμαιρόμενη συγκατάθεση της μητέρας δεν ήρε την παραβίαση των δικαιωμάτων του παιδιού στην ιδιωτική ζωή και προστασία της τιμής και αξιοπρέπειάς του.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
17/12
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
31/07/2012
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (17/12/7/2012) από το Μιχάλη Πιττάτζιη, από το Παραλίμνι, ότι ο δημοσιογράφος Σωτήρης Παρούτης, Αρχισυντάκτης της εφημερίδας «Πολίτης» αποκάλυψε πληροφορίες ή την πηγή πληροφόρησής του, κατά παράβαση της πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Ο παραπονούμενος υποστήριξε ότι είχε συναντηθεί με τον κ. Παρούτη και του έκαμε καταγγελίες για πολιτικό πρόσωπο, αλλά αντί να τις διερευνήσει ήλθε σε επαφή με το πολιτικό πρόσωπο και το ενημέρωσε για τις καταγγελίες και ανέφερε την πηγή πληροφόρησής του. Ο κ. Πιττάτζιης ανέφερε προφορικά στη Γραμματεία τις καταγγελίες στις οποίες είχε προβεί για το πολιτικό πρόσωπο, το οποίο κατονόμασε. Ζητήθηκε από τον κ. Παρούτη να παραθέσει της απόψεις του. Προφορικά απέρριψε με κατηγορηματικό τρόπο τον ισχυρισμό περί αποκάλυψης της πηγής των καταγγελιών και επιφυλάχθηκε να στείλει πλήρη γραπτή απάντηση. Ανέφερε επίσης ότι έθεσε υπόψη του καταγγελλομένου τις καταγγελίες, ως όφειλε ως δημοσιογράφος στο πλαίσιο της διερεύνησής τους χωρίς να αναφέρει την πηγή. Προτού ληφθεί η πλήρης γραπτή απάντηση ο κ. Πιττάτζης πληροφόρησε τη γραμματεία ότι για δικούς του λόγους ήθελε να αποσύρει το παράπονό του και ζήτησε να σταματήσει η περαιτέρω εξέτασή του. Κατόπιν τούτου η Επιτροπή απέρριψε το παράπονο.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
11/12
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
03/07/2012
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (11/4/5/2012) ότι δημοσίευμα στο περιοδικό TimeOut, τεύχος Μαίου, 2012, συνιστά απαράδεκτη διαφήμιση καμπαρέ, καθότι «προωθεί και κανονικοποιεί μέσα από το περιεχόμενο και το ύφος του τη βιομηχανία του σεξ στην Κύπρο, την πορνεία και πράξεις που συνδέονται με σωρεία ποινικών αδικημάτων, όπως η εμπορία προσώπων και η σεξουαλική εκμετάλλευση γυναικών». Το παράπονο υποβλήθηκε από τις πιο κάτω οργανώσεις: -Μεσογειακό Ινστιτούτο Μελετών Κοινωνικού Φύλου - www.medinstgenderstudies.org -Κυπριακός Σύνδεσμος Οικογενειακού Προγραμματισμού - www.cyfamplan.org -Σοσιαλιστική Γυναικεία Κίνηση -Παρατηρητήριο Ισότητας Κύπρου – www.pik.org.cy -Οργάνωση για την Προστασία Θυμάτων Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης --ΣΤΙΓΜΑ -Κίνηση για Ισότητα Στήριξη Αντιρατσισμό –www.kisa.org.cy -Hands Across the Divide – www.handsacrossthedivide.org -Cyprus Stop Trafficking -Σύνδεσμος για την Πρόληψη και Αντιμετώπιση της Βίας στην Οικογένεια - www.domviolence.org.cy -AIPFE Κύπρος -Γυναικείος Όμιλος Πρωτοπορία και ξεχωριστά από την κ. Αντρούλλα Χριστοφίδου Henriques εκ μέρους της οργάνωσης Cyprus Stop Trafficking. Στο παράπονο των οργανώσεων, που διατυπώθηκε και ως δημόσια καταγγελία, αναφέρεται ότι το περιοδικό στην έκδοσή του με τον τίτλο “Sex Issue” αφιέρωσε μια σελίδα σε νυκτερινά κέντρα (cabaret) και πρακτορεία συνοδών και στις υπηρεσίες που προσφέρουν σε συγκεκριμένη ώρα, όπως lap dance, strip shows και χορό topless. Επίσης, ανέφερε ότι οι γυναίκες περιγράφονται ως αντικείμενα του σεξ και διαφημίζονται ως εμπορεύματα με βάση τη χώρα καταγωγής τους και το πορνογραφικό θέαμα και τις υπηρεσίες που προσφέρονται από τα κέντρα αυτά. Περαιτέρω ανέφερε ότι τέτοια δημοσιεύματα πρέπει πάντα να λαμβάνονται υπόψη μέσα στο γενικότερο κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο στερεότυπα με βάση το φύλο τοποθετούν τις γυναίκες στο επίκεντρο κυκλωμάτων πορνείας. Προσθέτει ότι παγκοσμίως ο ρόλος των πρακτορείων συνοδών στην στρατολόγηση ευάλωτων ομάδων είναι τεράστιος ειδικότερα στην σεξουαλική εκμετάλλευση και εμπορία γυναικών. Το παράπονο ανέφερε ότι το δημοσίευμα του περιοδικού προωθεί και ενθαρρύνει την ιδέα ότι οι γυναίκες είναι προς πώληση και ενθαρρύνει τη ζήτηση για σεξουαλικές υπηρεσίες σε μια περίοδο κατά την οποία Ευρωπαϊκές Οδηγίες και Συμβάσεις, τις οποίες η Κύπρος υιοθέτησε ή είναι στην διαδικασία υιοθέτησης, τονίζουν ότι θα πρέπει να παρθούν μέτρα για να αποθαρρυνθεί η ζήτηση για υπηρεσίες από θύματα εμπορίας. Το περιοδικό στην απάντησή του, την οποία είχε διαβιβάσει και στις προαναφερθείσες οργανώσεις ως απάντηση σε επιστολή τους, πριν από την υποβολή του παραπόνου τους, ανέφερε ότι το αφιέρωμα στην έκδοση ‘Sex Issue’ ήταν ένα life style άρθρο, που στόχο είχε να καλύψει «τους διάφορους νόμιμους τομείς της κουλτούρας του sex, σε μη επικριτικό ύφος». Επίσης ανέφερε ότι ως μέρος του αφιερώματος παρουσίασε πέντε καμπαρέ, τα οποία είναι αδειοδοτημένα και λειτουργούν μέσα στα πλαίσια του νόμου, όπως επίσης και δύο ιστοσελίδες, οι οποίες παρέχουν υπηρεσίες συνοδών και που επίσης λειτουργούν νόμιμα. Το περιοδικό ανέφερε ότι δεν ήθελε να προωθήσει ο,τιδήποτε που θα μπορούσε να θεωρηθεί παράνομο, σύμφωνα πάντα με την κυπριακή νομοθεσία, «και σύμφωνα με αυτό που πιστεύουμε ότι είναι η ευρύτερη γνώμη των αναγνωστών μας». Σύμφωνα με το περιοδικό, οι αναγνώστες του «αντιπροσωπεύουν μία πιο φιλελεύθερη και ανοιχτή μερίδα κοινού» και ότι το Time Out είναι ένας οδηγός διασκέδασης, με στόχο πάντα την ενημέρωση των αναγνωστών του για όλα όσα συμβαίνουν στην Κύπρο, «όσον αφορά πάντα στην έξοδο και τη διασκέδαση». Στο δημοσίευμά του, το περιοδικό, με την εισαγωγή ότι «το σεξ είναι άλλο πράγμα να το λες και άλλο να το κάνεις», παρέχει, όπως αναφέρει, 69 tips, συμβουλές, στους αναγνώστες του για να αποκτήσουν τη σεξουαλική ζωή που θέλουν. Μεταξύ των προτάσεών του είναι καμπαρέ και πρακτορεία συνοδών, που παρατίθενται ονομαστικά. Για το καθένα από αυτά, το περιοδικό κάνει αναφορά στην εθνική καταγωγή των γυναικών που εργάζονται σ’ αυτά, αναφέροντας τη χώρα προέλευσής τους και περιγράφει το είδος των υπηρεσιών που προσφέρουν. Η Επιτροπή εξέτασε το παράπονο υπό το πρίσμα της γνώσης σωρείας δηλώσεων κυβερνητικών επισήμων και άλλων αρμοδίων, καθώς και καταγγελιών από οργανώσεις, ότι υποστατικά τα οποία ανήκουν στην κατηγορία που αναφέρεται στο παράπονο, καθώς και πρακτορεία συνοδών, έστω και αν λειτουργούν νόμιμα, αποτελούσαν και αποτελούν χώρους εκμετάλλευσης γυναικών, οι οποίες αναζητούν εργασία σ’ αυτά, είτε γνωρίζουν είτε όχι το είδος της εργασίας που θα προσφέρουν. Ελαβε επίσης υπόψη το γεγονός ότι η Κύπρος αντιμετώπισε διεθνείς επικρίσεις και πιέσεις από την Ευρωπαϊκή Ενωση, διεθνείς και τοπικούς οργανισμούς προστασίας ανθρωπίνων δικαιωμάτων και παλαιότερα ακόμα και από προσωπικότητες όπως ο Βασιλιάς του Βελγίου, για τη λήψη μέτρων τερματισμού της διακίνησης και εκμετάλλευσης γυναικών σε υποστατικά όπως τα αναφερόμενα στο παράπονο. Είναι επίσης γνωστό ότι οι αρχές προσπαθούν να εφαρμόσουν Ευρωπαϊκές οδηγίες και λαμβάνουν μέτρα για να κλείσουν παράθυρα και να διορθώσουν αδυναμίες της νομοθεσίας με στόχο την αποτροπή της εμπορίας γυναικών που ασχολούνται σε καμπαρέ και πρακτορεία συνοδών. Η Επιτροπή υιοθέτησε τη θέση των παραπονουμένων ότι το δημοσίευμα, με το ύφος και το περιεχόμενό του τείνει να κανονικοποιήσει τη βιομηχανία του σεξ και αποδέχθηκε στο σύνολό του το παράπονο των οργανώσεων. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι, ανεξάρτητα από τη θέση του περιοδικού ότι δεν ήθελε την προβολή ή προώθηση οτιδήποτε που θα μπορούσε να θεωρηθεί παράνομο, στην πράξη το αφιέρωμα αποτελούσε διαφήμιση χώρων στους οποίους είναι γενικά παραδεκτό ότι ασκείται εμπορία γυναικών. Η αναφορά ότι σκοπός του περιοδικού ήταν να καλύψει «τους διάφορους νόμιμους τομείς της κουλτούρας του sex, σε μη επικριτικό ύφος» συνιστά από τη μια προσπάθεια απόσεισης ευθυνών απέναντι στην ευρύτερη κοινωνία και από την άλλη στοιχείο γνώσης πως τα κέντρα που παρουσιάστηκαν προσφέρουν υπηρεσίες sex από γυναίκες που εργάζονται σ’ αυτά. Η Επιτροπή θεωρεί επίσης ότι θα αποτελούσε όχι απλώς αφελή παραγνώριση της πραγματικότητας αλλά και υποκρισία οποιοσδήποτε ισχυρισμός ότι υποστατικά που ανήκουν στις προαναφερθείσες κατηγορίες δεν εμπλέκονται σε εμπορία γυναικών και ότι οι γυναίκες που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σ’ αυτά το πράττουν με την ελεύθερη βούλησή τους και όχι επειδή βρίσκονται στην ανάγκη να το πράξουν. Αυτό σημαίνει ότι τυγχάνουν εκμετάλλευσης και ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα των γυναικών που αναγκάζονται να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε καμπαρέ και σε πρακτορεία συνοδών παραβιάζονται κατάφωρα. Η διαφήμιση ή προώθησή τους κάτω από το πρόσχημα παροχής πληροφόρησης «σε μη επικριτικό ύφος» σε «μία πιο φιλελεύθερη και ανοιχτή μερίδα κοινού» ή για οποιοδήποτε άλλο λόγο κρίνεται ως έλλειψη ευαισθησίας και σεβασμού προς τα δικαιώματα μιας μερίδας γυναικών που οδηγούνται εξ ανάγκης στην προσφορά υπηρεσιών σεξ. Με βάση τα πιο πάνω, η Επιτροπή αποφάσισε ότι το δημοσίευμα στο περιοδικό συνιστά παραβίαση της πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας που επιβάλλει στα ΜΜΕ και τους λειτουργών τους την υποχρέωση να σέβονται και «να προάγουν…τις πανανθρώπινες αξίες…τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις βασικές ελευθερίες όλων». Επί πλέον αποφάσισε ότι η αναφορά στην εθνική καταγωγή των γυναικών που εργάζονται στα καμπαρέ συνιστά παραβίαση της πρόνοιας του Κώδικα περί αποφυγής δυσμενών διακρίσεων με βάση, μεταξύ άλλων, την εθνική καταγωγή και το φύλο.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
12/12
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
03/07/2012
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας επιλήφθηκε παράκλησηςαπό την Υπουργό Εργασίας Σωτηρούλα Χαραλάμπους να εξετάσει κατά πόσο είναι δεοντολογικά σωστό και κατά πόσο συνάδει με τα πλαίσια λειτουργίας των ΜΜΕ να δημοσιεύεται ως πληρωμένη διαφήμιση καταχώρηση με την οποία «θίγεται το περιεχόμενο απόφασης ενός κρατικού οργάνου…, του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων» (υπόθεση 12/9/5/2012). Η παράκληση αφορά σε πληρωμένη καταχώρηση του συγκροτήματος ERMES, σχετικά με διάταγμα του Υπουργείου Εργασίας για το ωράριο λειτουργίας των καταστημάτων στις τουριστικές περιοχές κατά τα απογεύματα της Τετάρτης και Σαββάτου και τις Κυριακές. Στο διάταγμα, η Λεμεσός εξαιρέθηκε από το ωράριο αυτό μέχρι το τέλος Ιουνίου, 2012. Το επίμαχο απόσπασμα της διαφήμισης αναφέρει: «Η Εταιρεία με λύπη της πληροφορεί το κοινό της Λεμεσού ότι το Υπουργείο Εργασίας, δυστυχώς και παραδόξως, δεν θεωρεί την πόλη τους τουριστική, παρά μόνο μετά την 1η Ιουλίου. Γι’ αυτό, τα καταστήματά μας σ’ ολόκληρη την τουριστική περιοχή της Λεμεσού υποχρεωτικά θα παραμένουν κλειστά τις Κυριακές. Και τούτο, παρά την εισήγηση και συμβουλή του Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού». Η Επιτροπή σημείωσε ότι το θέμα θα μπορούσε να είχε διευθετηθεί με την άσκηση του δικαιώματος απάντησης, τον οποία τα ΜΜΕ που δημοσίευσαν ή μετέδωσαν την καταχώρηση θα είχαν υποχρέωση να παραχωρήσουν, με βάση της σχετική πρόνοια του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Η Επιτροπή περαιτέρω εξέτασε το θέμα και από την άποψη της ακρίβειας της πληροφόρησης στις καταχωρήσεις καθώς και του δικαιώματος της ελευθερίας έκφρασης. Η Επιτροπή διαπίστωσε πως δεν υπήρχε ανακρίβεια ή παραπλάνηση στις καταχωρήσεις, αλλά έκφραση γνώμης για μια απόφαση κρατικού οργάνου, στην προκειμένη περίπτωση του Υπουργείου Εργασίας. Συνακόλουθα, αποφάσισε ότι η καταχώρηση αποτελούσε έκφραση γνώμης επί ενός θέματος δημοσίου ενδιαφέροντος το οποίο είχε σχολιασθεί ευρέως. Το δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης είναι κατοχυρωμένο από τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας και το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας και μπορεί να ασκηθεί με οποιοδήποτε τρόπο, περιλαμβανομένων και των πληρωμένων καταχωρήσεων στα ΜΜΕ. Το γεγονός ότι η έκφραση γνώμης αφορά σε απόφαση κρατικού οργάνου δεν μεταβάλλει την κατάσταση, δεδομένου ότι στο καθεστώς δημοκρατίας του τόπου μας οι αποφάσεις κρατικών φορέων υπόκεινται σε κριτική.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
13/12
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
03/07/2012
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΑΝΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (13/18/5/2012) από το Χρίστο Βασιλειάδη για το περιεχόμενο ηλεκτρονικών μηνυμάτων που αντάλλαξαν ο ίδιος και αρμόδιος της διαδικτυακής εφημερίδας only.cy, τον περασμένο Μάιο. Τα μηνύματα αφορούσαν το είδος και το περιεχόμενο ειδήσεων της εφημερίδας. Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι οι περισσότερες ειδήσεις ήταν κουτσομπολίστικες και η εφημερίδα απάντησε ότι μόνο το 7% των συνολικών ειδήσεων της εφημερίδας ανήκαν στην κατηγορία αυτή. Η εφημερίδα, σ’ αντίδραση για τα σχόλια του παραπονούμενου αφαίρεσε από τον ιστότοπο της τις διαφημιστικές του αγγελίες και εκείνος απάντησε ότι δεν είχε ανάγκη από τη διαφήμισή της. Μερικά από τα μηνύματα εκ μέρους της εφημερίδας ήταν γραμμένα σε ύφος που δεν θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ευγενικό. Ωστόσο, η Επιτροπή αποφάσισε ότι δεν θα μπορούσε προχωρήσει στην εξέταση του παραπόνου, δεδομένου ότι το περιεχόμενο των μηνυμάτων παρέμεινε στη σφαίρα της ιδιωτικής αλληλογραφίας, η οποία βρίσκεται εκτός του πλαισίου δικαιοδοσίας της.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
14/12
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
03/07/2012
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ ΕΝ ΜΕΡΕΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (14/6/6/2012) από την Αντια Ορφανίδη για είδηση που δημοσίευσε η εφημερίδα «Πολίτης» στις 18 Μαίου, 2012, κάτω από τον τίτλο «Στη φυλακή για δάγκωμα στήθους». Η παραπονούμενη ανέφερε ότι ο συντάκτης της είδησης δεν επέδειξε την αρμόζουσα ευαισθησία για το προφανές σεξουαλικό παράπτωμα και χρησιμοποίησε μια «πιασάρικη» έκφραση στον τίτλο της είδησης, με αποτέλεσμα να μειώνει τη βαρύτητα του αδικήματος. Το παράπονο παραθέτει τις γενικές διατάξεις του Κώδικα, σύμφωνα για την υποχρέωση που έχουν οι δημοσιογράφοι να επιδεικνύουν ευαισθησία στην παρουσίαση ειδήσεων που αφορούν, μεταξύ άλλων, σε σεξουαλικά αδικήματα. Το παράπονο παρέπεμπε στον ιστότοπο της εφημερίδας, στον οποίο πολλοί αναγνώστες και αναγνώστριες εξέφρασαν την αποδοκιμασία τους για τον τρόπο χειρισμού της είδησης και την έλλειψη, όπως ανέφεραν, ευαισθησίας για το αδίκημα της απόπειρας βιασμού. Στην απάντησή της η εφημερίδα αμφισβήτησε τον ισχυρισμό για αντιδεοντολογικό χειρισμό του θέματος, αναφέροντας ότι προφανώς η παραπονούμενη δεν διάβασε ολόκληρη την είδηση στην εφημερίδα, αλλά περιορίστηκε στη μικρή προαγγελία της ηλεκτρονικής της έκδοσης, με αποτέλεσμα πιθανώς να μην αντιληφθεί ότι δεν επρόκειτο για βιασμό ή έστω απόπειρα βιασμού αλλά για άσεμνη επίθεση και πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης. Επίσης ανέφερε ότι ο τίτλος αντικατοπτρίζει τα γεγονότα και την κατάληξη της υπόθεσης. Σύμφωνα με την είδηση, που στηρίχθηκε στο κείμενο της απόφασης του Κακουργιοδικείου, ο νεαρός τηλεφώνησε στις πέντε τα ξημερώματα σε φίλη του να τον μεταφέρει από το Στρόβολο στη Λακατάμεια για να πάρει το αυτοκίνητό του. Στη διαδρομή ο νεαρός ξεγυμνώθηκε και όταν η γυναίκα του είπε να ντυθεί εκείνος προχώρησε σε άσεμνη επίθεση φιλώντας της στο στόμα, στο λαιμό και στο στήθος. Η φίλη του πρόβαλε αντίσταση και ο νεαρός αντέδρασε με κτυπήματα που της προκάλεσαν εκχυμώσεις και εκδορές και με δάγκωμα στο στήθος της, όπου άφησε τα αποτυπώματα των δοντιών του. Μέρος της είδησης δημοσιεύθηκε στη διαδικτυακή έκδοση της εφημερίδας και παρέπεμπε για περισσότερες πληροφορίες στην είδηση της έντυπης έκδοσης της εφημερίδας. Στην πλήρη είδηση παρατίθενται τα εντόνως επικριτικά σχόλια του Κακουργιοδικείου για τα αδικήματα και το σκεπτικό για την επιβολή ποινής φυλάκισης δύο ετών για την άσεμνη επίθεση και 18 μηνών για την πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης. Η Επιτροπή, αφού εξέτασε και τα δύο δημοσιεύματα, δηλαδή το πλήρες κείμενο στην εφημερίδα και το απόσπασμα στον ιστότοπο της εφημερίδας, καθώς και τις θέσεις των δύο πλευρών, αποφάσισε ότι η είδηση, όπως δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα, αποδίδει με ακρίβεια την απόφαση του δικαστηρίου και ότι ο τίτλος της είδησης, που χαρακτηρίστηκε «πιασάρικος» από την παραπονούμενη, αποδίδει επίσης με ακρίβεια τα γεγονότα, δεδομένου ότι το δικαστήριο επέβαλε ποινή φυλάκισης για σωματική βλάβη, που μεταξύ άλλων προκλήθηκε και με δάγκωμα. Η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι αποτελεί δικαίωμα των δημοσιογράφων, στο πλαίσιο του κατοχυρωμένου δικαιώματος της ελευθερίας έκφρασης, να χρησιμοποιούν «πιασάρικους» τίτλους, δεδομένου ότι αποδίδουν το περιεχόμενο της είδησης ή δικαιολογούνται από αυτό. Περαιτέρω, η Επιτροπή δεν διαπίστωσε έλλειψη ευαισθησίας από μέρους του συντάκτη που υπογράφει την είδηση, καθώς παραθέτει τις αυστηρές παρατηρήσεις του δικαστηρίου τόσο για το αδίκημα της άσεμνης επίθεσης όσο και για την πρόκληση σωματικής βλάβης. Συνακόλουθα, η Επιτροπή αποφάσισε ότι το παράπονο για έλλειψη ευαισθησίας από μέρους του συντάκτη της είδησης, καθώς και για ανακρίβεια στην είδηση, δεν ευσταθεί. Ωστόσο, η Επιτροπή σημείωσε ότι η σύντομη είδηση που δημοσιεύθηκε στον ιστότοπο της εφημερίδας, αν και παρέπεμπε στην είδηση της εφημερίδας για λεπτομέρειες, παρουσιάζει προβλήματα. Αντί περίληψης αναρτήθηκε, προφανώς για λόγους ευκολίας, περίπου το μισό της είδησης και παραλήφθηκε το υπόλοιπο μέρος της, στο οποίο αναφέρονται το σκεπτικό της απόφασης του δικαστηρίου και λεπτομέρειες για την καταδίκη. Το γεγονός αυτό είχε ως αποτέλεσμα την παροχή μη ολοκληρωμένης ενημέρωσης, όπως προβλέπει η σχετική πρόνοια του Κώδικα και τη συνακόλουθη πρόκληση σύγχυσης, τόσο ως προς τα γεγονότα όσο και ως προς τη στάση του δημοσιογράφου απέναντι στην απόφαση του δικαστηρίου. Αυτό καταδεικνύεται και από το γεγονός ότι πολλοί αναγνώστες της διαδικτυακής είδησης στα σχόλιά τους ανακριβώς έκαμαν αναφορά σε απόπειρα βιασμού, ενώ τα αδικήματα για τα οποία επιβλήθηκε ποινή ήταν εκείνα της άσεμνης επίθεσης και της πρόκλησης πραγματικής σωματικής βλάβης. Στη διαδικτυακή είδηση παραλήφθηκε το όνομα του συντάκτη, που είχε ως αποτέλεσμα τη διατύπωση ισχυρισμού ότι ο συντάκτης σκόπιμα δεν υπόγραψε την είδηση, ενώ στην έντυπη έκδοση η είδηση ήταν υπογραμμένη από το συντάκτη της.