*The older decisions of the CMEC - Committee of Media Ethics Cyprus are republished from the archive and no intervention has been made in their content.
*The older decisions of the CMEC - Committee of Media Ethics Cyprus are republished from the archive and no intervention has been made in their content.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
15/2019
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
18/04/2019
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (15/1/4/2019) από τον Ανδρέα Αντωνίου εναντίον της ιστοσελίδας του «Φιλελεύθερου» PHILINEWS για άρνηση δημοσίευσης σχολίου του. Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι κάτω από άρθρο του αρχισυντάκτη του «Φ» στις 30/3/2019 για το θέμα της καταστροφής των ακακιών κατά μήκος του παραλιακού δρόμου στη Λίμνη κοντά την Πόλη Χρυσοχούς αναρτήθηκαν 11 σχόλια, τα οποία ήταν όλα υποστηρικτικά του άρθρου και εναντίον της καταστροφής των ακακιών, ενώ μερικά περιείχαν και υβριστικούς χαρακτηρισμούς.
Το άρθρο της εφημερίδας ήταν έντονα επικριτικό για το Τμήμα Δασών που ανέλαβε να καθαρίσει το παραλιακό μέτωπο στη Λίμνη από της ακακίες, στη βάση σχεδίου που προβλέπει την αντικατάσταση τους με ντόπια βλάστηση.
Το άρθρο, κάτω από τον τίτλο «Ακόμα μια παραλία χελωνών στων βωμό της απροσμέτρητης βλακείας που μαστίζει τον τόπο» υποστηρίζει πως η αφαίρεση των ακακιών θα αφήσει εκτεθειμένη την παραλία στα φώτα των αυτοκινήτων, με αποτέλεσμα να αποπροσανατολίζονται οι χελώνες που βγαίνουν από τη θάλασσα για να αφήσουν τα αυγά τους στην παραλία. Υποστήριζε επίσης ότι το σχέδιο καθαρισμού από τις ακακίες αφορούσε το παραθαλάσσιο κρατικό δάσος Γιαλιάς και από λάθος το συνεργείο πήγε στο Δάσος Μαυραλής και την παραλία των χελωνών. Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι το σχόλιο που ανάρτησε κάτω από το άρθρο ανέφερε:
(….‘απροσμέτρητη βλακεία’…. η λήψη δράσεων επιστημονικά τεκμηριωμένων και διεθνώς αποδεκτών για την προστασία και διατήρηση των περιβαλλοντικών χαρακτηριστικών αυτού του τόπου. ….‘απροσμέτρητη βλακεία’…. για την εφαρμογή του λόγου σε πράξη»
Περαιτέρω ανέφερε ότι κάθε ένας από τους ισχυρισμούς που διατυπώθηκαν στο άρθρο μπορούσε εύκολα να απαντηθεί και προέτρεπε σε υπομονή εν αναμονή των αποτελεσμάτων της δράσης.
Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι φόρτωσε το σχόλιό του συνολικά τρεις φορές και φαινόταν στο σύστημα εν αναμονή της έγκρισης του Διαχειριστή, αλλά τελικά δεν αναρτήθηκε.
Η Επιτροπή επισημαίνει ότι, ως γενική αρχή, το επιθυμητό να τηρείται από τα ΜΜΕ η αρχή της ισότητας στη διαχείριση επιστολών και σχολίων και να ικανοποιούνται όλοι σε ισότιμη βάση.
Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη προηγούμενες αποφάσεις της επί ανάλογων παραπόνων, αποφάσισε ότι τα ΜΜΕ έχουν τη διακριτική ευχέρεια να επιλέγουν τις επιστολές και τα σχόλια που δημοσιεύουν, όταν αυτές δεν συνιστούν άσκηση του δικαιώματος απάντησης από άμεσα επηρεαζόμενα άτομα, το οποίο παρέχεται από το άρθρο 2 του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας.
Επίσης επανέλαβε τη γενική αρχή ότι τα ΜΜΕ έχουν το δικαίωμα να μη δημοσιεύουν επιστολές ή σχόλια που ενδεχομένως να περιέχουν νομικά ή δεοντολογικά επιλήψιμες αναφορές ή να κρίνουν ότι είναι δυνατό να θίξουν τρίτους, και περαιτέρω έχουν το δικαίωμα να παρεμβαίνουν για την αφαίρεση αντιδεοντολογικών αναφορών ή για τη συντόμευση των κειμένων χωρίς να θίγουν την ουσία.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
14/2019
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
18/04/2019
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (14/26/3/2019) από τον Χρήστο Πιερή για δημοσίευμα που αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα του Φιλελεύθερου, το οποίο αναφερόταν σε ταυτοποίηση υποστράτηγου που σκοτώθηκε κατά την τουρκική εισβολή και τον επικείμενο επανενταφιασμό των οστών του.
Το δημοσίευμα αναρτήθηκε στο λογαριασμό του Φιλελεύθερου στο Facebook κάτω από τον τίτλο «Ταυτοποιήθηκε Υποστράτηγος της εισβολής» και παρέπεμπε σε είδηση στην ιστοσελίδα της εφημερίδας. Η είδηση ανέφερε ότι ταυτοποιήθηκαν με τη μέθοδο DNA τα οστά του υποστράτηγου Χρίστου Φώτη από την Άσσια, ο οποίος έπεσε μαχόμενος στις 20 Ιουλίου 1974 στο χωριό Καζιβερά, όπου ηγείτο λόχου εφέδρων του πεζικού.
Ο Χρίστος Φώτη ήταν τότε αντισυνταγματάρχης και προήχθη μετά θάνατο τιμής ένεκεν για τις υπηρεσίες που προσέφερε στην πατρίδα. Τάφηκε στο νέο κοιμητήριο Μόρφου, μαζί με άλλους, όπου τα οστά του εντοπίστηκαν στο πλαίσιο των εκταφών της Διερευνητικής Επιτροπής Αγνοουμένων (ΔΕΑ).
Η είδηση ανέφερε περαιτέρω ότι η κηδεία επρόκειτο να τελεστεί με πλήρεις στρατιωτικές τιμές το Σάββατο 11 Μαΐου από τον ιερό ναό Αποστόλου Ανδρέα στο Πλατύ Αγλαντζιάς.
Ο παραπονούμενος υποστήριξε ότι η εφημερίδα, «θέλοντας να έχει επισκεψιμότητα η ιστοσελίδα της, άφησε να νοηθεί ότι αναφερόταν στον Υποστράτηγο Τάσο Μάρκου. Επίσης ανέφερε ότι αντιλήφθηκε ότι πρόκειται για το Αντισυνταγματάρχη Χρήστου Φώτη, όταν διάβασε όλη την είδηση και ότι η χρήση της λέξης «ταυτοποιήθηκε» παραπέμπει σε αγνοούμενο, ενώ ο Χρίστος Φώτη δεν ήταν αγνοούμενος.
Ο συντάκτης της είδησης Βάσος Βασιλείου ανέφερε στην απάντησή του ότι υπήρχαν δύο υποστράτηγοι, αλλά κανένας από τους δύο δεν είχε αυτό το βαθμό εν υπηρεσία. Ο Τάσος Μαρκου, με το βαθμό του ταγματάρχη όταν σκοτώθηκε και ο Χρίστος Φώτη, με το βαθμό του αντισυνταγματάρχη, προήχθησαν μετά θάνατο στο βαθμό του υποστράτηγου.
Ως προς την αναφορά του σε τακτοποίηση οστών, ο δημοσιογράφος ανέφερε ότι πρόκειται για πάγια πρακτική εξακρίβωσης της ταυτότητας οστών που ξεθάβονται, είτε πρόκειται για αγνοούμενους είτε για πεσόντες, των οποίων τα οστά μετακομίστηκαν αλλού.
Επίσης ανέφερε έγραψε την είδηση όχι για να εξασφαλίσει “likes” αλλά για να ικανοποιήσει αίτημα της οικογένειας του Χρίστου Φώτη εν όψει της επικείμενης κηδείας.
Η Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη ότι ο τίτλος της είδησης «ταυτοποιήθηκε υποστράτηγος της εισβολής» δεν ήταν ανακριβής και δεν παρέπεμπε σε συγκεκριμένο υποστράτηγο (γεγονός που ενδεχομένως να συνέβαινε αν έγραφε για παράδειγμα «ο υποστράτηγος της εισβολής», οπότε ίσως θα παρέπεμπε στον πιο γνωστό υποστράτηγο Τάσο Μάρκου) και αφού εξέτασε όλα τα άλλα στοιχεία, αποδέχθηκε τις εξηγήσεις του δημοσιογράφου και αποφάσισε ότι τα γεγονότα δεν υποστηρίζουν την ύπαρξη παραπλάνησης ή πρόθεσης παραπλάνησης. Ως εκ τούτου η Επιτροπή απέρριψε το παράπονο.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
6/2019
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
18/04/2019
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (6/14/2/2019) παράπονο από την εταιρεία ανάπτυξης γης Imperio Enterprises Ltd Λεμεσού, εναντίον της εφημερίδας «Χαραυγή» για δημοσίευση ανακριβών, παραπλανητικών και διαστρεβλωτικών της αλήθειας πληροφοριών και σχολίων.
Το παράπονο, που η εταιρεία υπέβαλε μέσω του δικηγορικού γραφείου Χρύση Δημητριάδη αναφέρει επίσης ότι η εφημερίδα παραβίασε το άρθρο 2 του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί παροχής του δικαιώματος απάντησης, παραλείποντας να δημοσιεύσει την απάντησή της. Το δημοσίευμα της εφημερίδας, στις 8 Φεβρουαρίου, 2019, κάτω από τον τίτλο «Διαβατήριο από το Προεδρικό και πύργο από τον γαμπρό», ανέφερε μεταξύ άλλων:
«Διαβατήριο στον ένατο πλουσιότερο άνθρωπο της Ρωσίας, τον πρώην γερουσιαστή και δισεκατομμυριούχο Victor Pichugov, παραχώρησε πρόσφατα το Υπουργικό Συμβούλιο στα πλαίσια του «Επενδυτικού Προγράμματος», το οποίο αφορά την πολιτογράφηση ξένων επενδυτών.
“Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο, όμως, είναι η διαδρομή του Ρώσου δισεκατομμυριούχου, η οποία συνδέεται με το στενό οικογενειακό περιβάλλον του Προέδρου Αναστασιάδη και συγκεκριμένα με τον γαμπρό του Γιάννη Μισιρλή.
«Ο Victor Pichugov είναι, δισεκατομμυριούχος και μέχρι πρόσφατα ήταν μεγαλομέτοχος σε μία από τις δέκα μεγαλύτερες τράπεζες της Ρωσίας: την Promsvyazbank, η οποία στη συνέχεια κρατικοποιήθηκε. Η Promsvyazbank δραστηριοποιείται στην Κύπρο εδώ και μερικά χρόνια και στεγάζεται σ’ ένα εντυπωσιακό ιδιόκτητο κτίριο στη Λεμεσό, τον γνωστό πύργο Promsvyazbank. Ο πύργος κατασκευάστηκε από την Imperio Properties, η οποία ιδρύθηκε από τον Γιάννη Μισιρλή (σύζυγο της Ινώς Αναστασιάδη που είναι θυγατέρα του Προέδρου Αναστασιάδη), και ο οποίος παραμένει ένας από τους διευθυντές της.
Η πολιτογράφηση του Ρώσου δισεκατομμυριούχου δεν έγινε με απευθείας αίτηση από τον ίδιο, αλλά διά μέσου της συζύγου του. Συγκεκριμένα, η αίτηση υποβλήθηκε στο όνομα της Anna Pichugova και ο Victor Pichugov περιλήφθηκε σ’ αυτή υπό την ιδιότητά του ως σύζυγος της επενδύτριας”… Η μέθοδος η οποία ακολουθήθηκε για την πολιτογράφηση του Ρώσου δισεκατομμυριούχου, αλλά και η διασύνδεσή του (υπό την ιδιότητά του ως πρώην μεγαλομέτοχος της Promsvyazbank) με την Imperio Properties, η οποία σχετίζεται με το στενό οικογενειακό περιβάλλον του Προέδρου Αναστασιάδη, δημιουργούν νέες σκιές πάνω από το πρόγραμμα της πώλησης «χρυσών» διαβατηρίων και μάλιστα σε μια πολύ δύσκολη περίοδο για την Κύπρο».
Η παραπονούμενη εταιρείας ανέφερε ότι το δημοσίευμα περιείχε ανακριβείς και παραπλανητικές πληροφορίες, υπό την έννοια ότι το κτίριο που αναφέρεται ως πύργος είναι στην ουσία μια τετραώροφη πολυκατοικία που πωλήθηκε από την Imperio, εταιρεία που ασχολείται από το 2003 με την ανάπτυξη γης.
Σύμφωνα με το παράπονο, η αγορά της πολυκατοικίας δεν έγινε από το Victor Pichugov, αλλά από την τράπεζα Promsvyazbank, το 2008, όταν δεν λειτουργούσε πρόγραμμα πολιτογράφησης, το οποίο εισήχθη το 2012. Επίσης ανέφερε ότι κατ' εκείνο τον χρόνο ο κ. Victor Pichugov δεν ήταν καν μέτοχος της Promsvyazbank, αλλά έγινε μέτοχος ύστερα από επτά χρόνια, δηλαδή το 2015.
Η εταιρεία περαιτέρω ανέφερε πως δεν γνωρίζει εάν μεταγενέστερα ο Victor Pichugov αξιοποίησε το Κυπριακό Πρόγραμμα Επενδύσεων, αλλά εάν το έχει πράξει, δεν ήταν μέσω αγοράς από την εταιρεία οποιουδήποτε ακινήτου, αλλά μέσω αγοράς από άλλον πωλητή.
Η εταιρεία ανέφερε ότι εξέδωσε ανακοίνωση 24 γραμμών με την οποία αποκαθιστούσε την αλήθεια, αναφέροντας τα προαναφερθέντα πραγματικά γεγονότα, από την οποία η Χαραυγή δημοσίευσε επιλεκτικά μόνο 5 γραμμές 2015, όχι ως απάντηση, αλλά για να σχολιάσει το κείμενο και να υποστηρίξει τη θέση ότι η απάντηση επιβεβαίωνε την είδηση της.
Η εφημερίδα παρέθεσε παράγραφο προς παράγραφο το κείμενο της είδησής της, σχολιάζοντας ότι τα γεγονότα που αναφέρθηκαν διερευνήθηκαν και ήταν πραγματικά.
Η Επιτροπή, εξετάζοντας τα στοιχεία που είχε ενώπιόν της, διαπίστωσε ότι πράγματι τα γεγονότα που αναφέρονταν στην είδηση ήταν πραγματικά και προέκυψαν ύστερα από δημοσιογραφική έρευνα. Ωστόσο, διαπίστωσε παρατέθηκαν χωρίς τη σύνδεσή τους με ουσιαστικής σημασίας χρόνους, όπως το χρόνο αγοράς του ακινήτου, καθώς και τον χρόνο κατά τον οποίο ο πολιτογραφηθείς Ρώσος έγινε μέτοχος της Τράπεζας.
Περαιτέρω, διαπίστωσε ότι δεν τεκμηριώθηκε ότι η πολιτογράφησή του συνδέεται με την αγορά του υπό αναφοράν ακινήτου.
Επίσης η Επιτροπή διαπίστωσε ότι αν και έγινε δημοσιογραφική έρευνα, δεν λήφθηκαν οι απόψεις της εμπλεκόμενης εταιρείας, σύμφωνα με την γενική πρόνοια του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί υποχρέωσης των ΜΜΕ και των λειτουργών τους για σεβασμό του δικαιώματος του πολίτη για αντικειμενική, δηλαδή ισοζυγισμένη, ολοκληρωμένη και έγκυρη πληροφόρηση.
Εξ άλλου, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η εφημερίδα παρέλειψε να δημοσιεύσει την απαντητική ανακοίνωση της εταιρείας, ως είχε υποχρέωση με βάση το άρθρο 2 του Κώδικα περί παροχής στους άμεσα επηρεαζομένους του δικαιώματος απάντησης.
Η ανακοίνωση της εταιρείας ήταν αρκετά σύντομη και το ουσιαστικό της μέρος καταλάμβανε μόλις 163 λέξεις, δηλαδή 14 γραμμές, κείμενο αρκετά σύντομο ώστε η παράλειψη να δικαιολογείται λόγω χώρου.
Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η εφημερίδα απομόνωσε μερικές γραμμές από την απαντητική ανακοίνωση τις οποίες δημοσίευσε όχι ως απάντηση, αλλά για να την σχολιάσει, γεγονός που δεν πληροί εξ ολοκλήρου τις απαιτήσεις της πρόνοιας του Κώδικα περί παροχής του δικαιώματος απάντησης σε θιγόμενα άτομα ή οργανισμούς.
Η Επιτροπή τονίζει πως η εφημερίδα είχε δικαίωμα σχολιασμού της ανακοίνωσης της εταιρείας, αφού όμως τη δημοσίευε αυτούσια ή ως προς το ουσιώδες μέρος της, ώστε οι αναγνώστες να έχουν την ευκαιρία να σχηματίσουν ιδία γνώμη.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
13/2019
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
18/04/2019
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ,ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονα (13/26/3/2019). από πολίτες της Πάφου (5) εναντίον των ιστοσελίδων Φωνή της Πάφου και Paphos Live σχετικά με τη δημοσίευση επιστολής του Προέδρου του Συνδέσμου Αγωνιστών Πάφου Μιχαλάκη Παπαντωνίου που κατ’ ισχυρισμό περιείχε μισαλλόδοξες, ρατσιστικές, υποτιμητικές και προσβλητικές αναφορές για ομάδες ατόμων και εθνικότητες.
Επίσης, κατ’ ισχυρισμό, το δημοσίευμα περιείχε παραινέσεις για ανατροπή με αντιδημοκρατικό τρόπο απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου Πάφου με την οποία απορρίφθηκε αίτηση της Μητρόπολης Πάφου για ανέγερση ναού στο χώρο που αποτελεί το δημοτικό κήπο της Πάφου. Το δημοσίευμα ανέφερε μεταξύ άλλων:
«Τα ογδόντα με εκατό περίπου άτομα, (οπαδοί του ΑΚΕΛ, μουσουλμάνοι, Εγγλέζοι, Γερμανοί και άλλοι), που μαζεύτηκαν κατά το σούρουπο της Πέμπτης 21-3 2019 έξω από το Δημαρχείο της Πάφου, μ’ ένα «βρύχος κ’ ένα χωχώϊ» όρμησαν μέσα στην αίθουσα που συνεδρίαζε ο Δήμαρχος με το Δημοτικό Συμβούλιο».
Η επιστολή υποστηρίζει πως «το ποδοβολητό και οι φωνές τρόμαξαν τους Σύνεδρους, και ιδιαίτερα τους σε μικρή ηλικία όντας Συμβούλους», που στη ψηφοφορία τάχθηκαν εναντίον της ανέγερσης του ναού και ζητούσε «επαναθεσμοθέτηση» του τρόπου και των συνθηκών ψηφοφορίας.. Περαιτέρω, ανέφερε ότι ο δημόσιος κήπος «έχει μετατραπεί σε χώρο συνάθροισης αλλοδαπών ιεροδούλων που κατά τις αργίες με τις απρεπείς και ασεβείς ενέργειές τους σκανδαλίζουν αφάνταστα τους πιστούς και φιλήσυχους πολίτες της Πάφου».
Τέλος, καλούσε «τους Αγωνιστές της ΕΟΚΑ και όλους τους ορθολογιστικά σκεπτόμενους εθνικόφρονες, κεντρώους και αριστερούς όπως μη ξαναψηφίσουν σε μελλοντικές εκλογές τα αβλόγητα αυτά πρόσωπα, που αν επρόκειτο για ανέγερση μιναρέ σίγουρα δεν θα έλεγαν όχι».
Εκ μέρους της ιστοσελίδας Paphos Live o δημοσιογράφος Πανίκος Ευριπίδου απάντησε απολογούμενος για τους χαρακτηρισμούς που χρησιμοποίησε ο Πρόεδρος του Συνδέσμου Αγωνιστών Πάφου στην επιστολή του, την οποία η ιστοσελίδα απέσυρε.
Ανέφερε ότι η δημοσίευση της επιστολής ήταν λάθος για το οποίο η ιστοσελίδα αναλαμβάνει την ευθύνη και δεν αναζητεί δικαιολογίες, προσθέτοντας ότι είναι αντίθετη σε κάθε μορφή ρατσισμού. Η εφημερίδα «Φωνή της Πάφου» απάντησε ότι η επιστολή δημοσιεύθηκε από όλα τα τοπικά μέσα ενημέρωσης της Πάφου, προερχόταν από τον πρόεδρο του Συνδέσμου Αγωνιστών επαρχίας Πάφου και «κατά πάγια τακτική της η ιστοσελίδα μας και παρά το γεγονός ότι το περιεχόμενό της δεν μας βρίσκει σύμφωνους, την δημοσιεύσαμε και εμείς ως μία άποψη» Εξ άλλου, υποστήριξε πως η επιστολή δεν περιείχε ύβρεις, ούτε και λίβελλο και ότι η ιστοσελίδα είχε ασχοληθεί με το θέμα της πορνείας στο δημόσιο κήπο, «ύστερα από καταγγελίες πολιτών, κάτι που επιβεβαίωσε παλαιότερα και η αστυνομία».
Τέλος, η ιστοσελίδα ανέφερε ότι δεν υπήρξε εκ μέρους της καμιά διάθεση για προαγωγή ρατσιστικών συμπεριφορών και διερωτήθηκε γιατί της καταλογίζουν τέτοια ευθύνη.
Η Επιτροπή εξέφρασε την ευαρέσκειά της για τις θέσεις της PaphosLive και την παραδοχή ότι η δημοσίευση της επιστολής συνιστούσε λάθος, χωρίς αυτό να την απαλλάσσει από την ευθύνη για τις παραβιάσεις προνοιών του Κώδικα που συνεπαγόταν η δημοσίευσή της.
Οσον αφορά την απάντηση της «Φωνής της Πάφου» η Επιτροπή δεν συμφωνεί με τη θέση της ιστοσελίδας πως δεν υπήρεχε τίποτε το μεμπτό στο περιεχόμενο της επιστολής.
Η Επιτροπή αποφάσισε ότι οι αναφορές στην επιστολή σε οπαδούς κόμματος και άτομα διαφόρων εθνικοτήτων καταφανώς συνιστούσαν ρητορική μισαλλοδοξίας, ξενοφοβίας και ρατσισμού, κατά παράβαση των προνοιών του του άρθρου 12 του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί αποφυγής δυσμενών διακρίσεων λόγω πεποιθήσεων ή εθνικής καταγωγής ή φυλετικής προέλευσης.
Επίσης αποφάσισε πως η αναφορά ότι ο δημόσιος κήπος έχει μετατραπεί σε χώρο συνάθροισης αλλοδαπών ιερόδουλων συνιστά συλλήβδην διασυρμό και δυσμενή διάκριση σε βάρος όλων των αλλοδαπών γυναικών που επισκέπτονται το χώρο.
Η αναφορά αυτή, πέραν του διασυρμού μιας ομάδας ατόμων, συνιστά δυσμενή διάκριση λόγω εθνικής καταγωγής και ρατσιστική και ξενοφοβική ρατσιστική ρητορική, κατά παράβαση της προαναφερθείσης πρόνοιας περί αποφυγής δυσμενών διακρίσεων από μέρους των ΜΜΕ.
Το γεγονός ότι η Αστυνομία εξέτασε παράπονα περί πορνείας στο δημόσιο κήπο δεν σημαίνει ότι δικαιολογείται ο ισχυρισμός ότι οι αλλοδαπές που τον επισκέπτονται το πράττουν για σκοπούς πορνείας. Εξ άλλου, δεν παρουσιάστηκε κανένα στοιχείο απόδειξης ότι στο χώρο αυτό ασκείται πορνεία.
Τέλος, η Επιτροπή έκρινε το χαρακτηρισμό «αβλόγητοι» για όσους τάχθηκαν εναντίον της ανέγερσης ναού ως χλευασμό και διασυρμό μιας ομάδας ατόμων, κατά παράβαση της ίδιας πρόνοιας του Κώδικα περί αποφυγής δυσμενών διακρίσεων.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
10/2019
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
19/03/2019
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, επιλήφθηκε παραπόνου (10/27/2/2019) εναντίον της εφημερίδας «Φιλελεύθερος» για κατ’ ισχυρισμό ρατσιστικό δημοσίευμα που αναφερόταν στη δίκη γυναίκας για εμπορία παιδιού από τις Φιλιππίνες.
Ειδικότερα, το παράπονο ανέφερε ότι ο Φιλελεύθερος δημοσίευσε είδηση στις 27/2/2019 κάτω από τον τίτλο «Παραδέχθηκε την εμπορία παιδιού η 47-χρονη Φιλιππινέζα, το οποίο θεώρησε ως ρατσιστικό, γιατί ο τίτλος εστίασε στη φυλετική και εθνική καταγωγή της γυναίκας.
Η Επιτροπή, εξετάζοντας τα γεγονότα της υπόθεσης διαπίστωσε ότι η αναφορά στην εθνική καταγωγή της γυναίκας είχε άμεση σχέση με τα γεγονότα της υπόθεσης, δεδομένου ότι στη δίκη αναφέρθηκε ότι το παιδί που αποτελούσε το αντικείμενο εμπορίας προερχόταν από τις Φιλιππίνες. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η αναφορά στην εθνική καταγωγή της γυναίκας δεν έγινε με πρόθεση δυσμενούς διάκρισης λόγω εθνικής προέλευσης και δεν είχε ρατσιστικό χαρακτήρα.
Ωστόσο η Επιτροπή υποδεικνύει ότι ακόμα και αν η εθνική καταγωγή του παιδιού και της γυναίκας αναφέρθηκε σε ανοικτή δικαστική διαδικασία, η αναφορά αυτή θα ήταν καλύτερο να είχε αποφευχθεί από την εφημερίδα.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
12/2019
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
19/03/2019
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
ΗΗ Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας ασχολήθηκε με παράπονο (12/7/3/2018) από τον Βασίλη Μεταξά και οκτώ άλλα άτομα για δημοσίευμα στην εφημερίδα «Πολίτης» το οποίο ήταν κατ’ ισχυρισμό προκλητικό και προσβλητικό για τον ελληνισμό της Κύπρου.
Το επίμαχο άρθρο, από τον Κώστα Κωνσταντίνου, δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα στις 6 Μαρτίου, 2019, με αφορμή διαμαρτυρίες κατοίκων της Πάφου σε σχέση με ισχυρισμό ότι οι Παφίτες ήταν οι μόνοι γνήσιοι «τουρκόρατσα» και ότι προέρχονταν από Παφίτες που αλλαξοπίστησαν για να σώσουν τις περιουσίες τους.
Το άρθρο, κάτω από τον τίτλο «Σας είπε τουρκόσπορους και σεις θυμώσατε», ανέφερε μεταξύ άλλων:
«Η Πάφος –και όχι μόνο– εξεγέρθη! Για τους προφανείς, αναμενόμενους και κυρίως λανθασμένους λόγους. Διότι, εάν υπάρχει κάτι το κακό και σαφέστατα υπάρχει, αυτό δεν είναι η προσβολή της «ελληνικότητας» της καταγωγής των (θιγμένων) Παφιτών και του οιουδήποτε άλλου, αλλά, πέρα από τη βλακεία του πράγματος, ο ρατσισμός.
Αρχίζοντας όμως από τη βλακεία, είναι εκπληκτικό το πώς κάποιοι –και δυστυχώς τα νούμερα, μεταφορικά και κυριολεκτικά, είναι εφιαλτικά πολλά και κυκλοφορούν ανάμεσά μας ή ίσως και εμείς ανάμεσά τους– μπορούν να φαντασιώνονται τη… φυλετική καθαρότητά μας, αυτό το καταγέλαστο ιδεολόγημα, μακράν της Ιστορίας και της ίδιας της λογικής».
Τα πιο πάνω αποσπάσματα αναφέρθηκαν αυτολεξεί γιατί σ’ αυτά επικεντρώνεται το παράπονο. Ειδικότερα, ο εκ των παραπονουμένων Βασίλης Μεταξάς διαμαρτυρήθηκε αναφέροντας πως «το να χαρακτηρίζεις συντοπίτες σου με τα πιστεύω των οποίων διαφωνείς «Βλάκες» και "Νούμερα", υποβαθμίζει το λειτούργημα της δημοσιογραφίας σε επίπεδο καφενέ».
Επίσης διαμαρτυρήθηκε ότι «αποτελεί έναν ξεκάθαρο εμπαιγμό προς όσους πιστεύουν στον ελληνισμό». η χρήση της λέξης «ράτσα» όσον αφορά τους Αχαιούς στη θέση του ελληνικού όρου «φυλή».
Η Επιτροπή αποφάσισε ότι δεν υπήρχε θέμα προς εξέταση, για το λόγο ότι το άρθρο αποτελούσε ξεκάθαρα έκφραση προσωπικής άποψης επί ιστορικών γεγονότων ή ερμηνεία ιστορικών γεγονότων. Η Επιτροπή δεν έχει απολύτως καμιά απολύτως αρμοδιότητα παρέμβασης σε έκφραση γνώμης ή ερμηνεία ιστορικών γεγονότων.
Η Επιτροπή έχει επανειλημμένα αναφέρει σε αποφάσεις της ότι δεν παρεμβαίνει στην έκφραση άποψης επί οποιουδήποτε θέματος, η οποία είναι απόλυτα κατοχυρωμένη από το δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης όπως διατυπώνεται τόσο στο Κυπριακό Σύνταγμα όσο και στη Διακήρυξη Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
11/2029
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
19/03/2019
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, επιλήφθηκε παραπόνου (11/2/3/2019.) από τον Σέργιο Κοτανίδη (κάτοικο Αυστρίας) ότι η Ρωσική ιστοσελίδα Butterfly, σε δημοσίευμά της για την Τράπεζα Κύπρου «ξεκινά από κάποια γεγονότα τα οποία μεγαλοποιεί και διαστρεβλώνει σε σημείο που δίδει την εντύπωση ότι επίκειται κατάρρευση της Τράπεζας, προκαλώντας έτσι πανικό μεταξύ των Ρώσων και στην ενδεχόμενη οικονομική τους απομάκρυνση από την Κύπρο».
Το δημοσίευμα, στις 2 Μαρτίου, 2019, υποστηρίζει ότι η τράπεζα εξωτερικά είναι ισχυρή, αλλά, σύμφωνα με ορισμένες πηγές, πρόκειται για ένα κολοσσό που μπορεί να στέκεται σε πήλινα πόδια.
Η Επιτροπή, αφού εξέτασε επισταμένα τα στοιχεία που αναφέρονταν στο δημοσίευμα διαπίστωσε ότι επρόκειτο για προϊόν δημοσιογραφικής έρευνας σχετικά με την Τράπεζα Κύπρου. Τα στοιχεία που αναφέρονταν αφορύσαν πραγματικές καταστάσεις και έτυχαν σχολιασμού από την ιστοσελίδα κατά τον τρόπο που τα αντιλαμβανόταν ο συντάκτης της είδησης.
Κατά συνέπεια, η Επιτροπή αποφάσισε ότι εφ’ όσον δεν υπήρχε ισχυρισμός ότι τα αναφερόμενα στοιχεία ήταν ανακριβή, το υπόλοιπο μέρος της είδησης αποτελούσε θεμιτή έκφραση γνώμης η οποία κατοχυρώνεται από το δικαίωμα έκφρασης γνώμης, όπως περιγράφεται στο άρθρο 19 της Οικουμενικής Διακήρυξης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, του ΟΗΕ, στο άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και στο άρθρο 19 του Κυπριακού Συντάγματος.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
4/2019
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
19/03/2019
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, εξέτασε παράπονο (4/25/1/2019) από την ΚΙΣΑ εναντίον της εφημερίδας «Φιλελεύθερος» για χρήση και υπόθαλψη ρατσιστικού, ξενοφοβικού και μισαλλόδοξου λόγου σε είδησή της που αφορούσε επεισόδιο σε δημόσιο γραφείο στο οποίο φερόταν να εμπλέκεται αλλοδαπός.
Σύμφωνα με το παράπονο, στις 18/1/2019 η εφημερίδα δημοσίευσε στο λογαριασμό της στο Facebook σύνδεσμο που παρέπεμπε σε είδησή της υπό τον τίτλο «Αλλοδαπός απειλούσε ότι θα βάλει φωτιά για ένα επίδομα», (https://tinyurl.com/vcivb485n). Η είδηση αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα της εφημερίδας και στις 19 Ιανουαρίου, 2019.
Σύμφωνα με το παράπονο, το δημοσίευμα περιείχε λεπτομέρειες που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, όπως η εθνοτική καταγωγή του εμπλεκόμενου ατόμου, ο ισχυρισμός πως «μετέβη στο Τμήμα Εργασίας για να λάβει κάποιο επίδομα» και πως «πληροφορήθηκε ότι δεν είναι δικαιούχος, καθώς εργοδοτείται και τότε τα πράγματα ξέφυγαν».
Το παράπονο ανέφερε πως η είδηση αναφερόταν αρχικά σε «Νιγηριανό» και αργότερα, όταν υποδείχθηκε πως αυτό δεν ήταν ακριβές, η εφημερίδα άλλαξε την εθνική προέλευση του ατόμου σε «Καμερουνέζο».
Επίσης ανέφερε ότι η πληροφορία πως το άτομο αυτό είχε μεταβεί στην Υπηρεσία Απασχόλησης για να λάβει κάποιο επίδομα ήταν ανακριβής, γιατί η Υπηρεσία δεν είναι αρμόδια να καταβάλλει επιδόματα και υποστήριξε ότι αυτό γράφτηκε σκόπιμα «με σκοπό να καλλιεργήσει και να υποθάλψει εχθρικά συναισθήματα και αντίδραση από το κοινό»
Η παραπονούμενη οργάνωση σημείωσε ότι κάτω από τις αναρτήσεις τόσο στο Facebook, όσο και στην ιστοσελίδα της εφημερίδας, αφέθηκαν αναρτημένα σχόλια από μέλη του κοινού (βρίσκονταν αναρτημένα δύο μήνες αργότερα), που εκφράζονταν «με ακραίο ρατσισμό και ξενοφοβία». Μερικοί εξέφραζαν πρόθεση να βοηθήσουν στο θάνατο του εμπλεκόμενου ατόμου και ένας παράγγειλε σαρκαστικά τη «μπριζόλα» του ψημένη μέτρια.
Η ΚΙΣΑ ανέφερε πως η εθνοτική καταγωγή του ατόμου δεν αποτελούσε σημαντική πληροφορία για την είδηση και υποστήριξε ότι το πνεύμα με το οποίο ήταν γραμμένη η είδηση ενισχύει τη ρατσιστική υπόθεση ότι η εθνοτική καταγωγή ενός ατόμου είναι καθοριστικός παράγοντας που εγγενώς οδηγεί σε εγκληματικές πράξεις. Επίσης ανέφερε ότι η μη απάλειψη ρατσιστικών σχολίων κάτω από την είδηση καταδεικνύει πως η εφημερίδα δεν έχει πρόθεση να αναλάβει τις ευθύνες της για τις διακρίσεις που αναπαράγονται μέσα από την πλατφόρμα της, αλλά μάλλον τις προωθεί»
Παραθέτοντας της απόψεις του για το παράπονο, ο «Φιλελεύθερος» απάντησε πως απορρίπτει τα όσα αναφέρονται σ’ αυτό ως προσβλητικά, υπερβολικά και ανυπόστατα.
Επίσης ανέφερε ότι «η δημοσίευση έγινε μετά από σχετική πληροφόρηση από άτομο που έτυχε να είναι αυτόπτης μάρτυρας, καθώς και προηγούμενης της δημοσίευσης επιβεβαίωσης των εν λόγω πληροφοριών από την Αστυνομία και Πυροσβεστική.
Περαιτέρω ανέφερε πως υπήρξε μέριμνα ώστε «να μη δημοσιευθούν ανακριβείς, παραπλανητικές, φανταστικές ή διαστρεβλωτικές της αλήθειας ειδήσεις, πληροφορίες ή σχόλια».
Η εφημερίδα απάντησε επίσης ότι η αναφορά στην εθνικότητα είναι στοιχείο της ενημέρωσης και «δεν διαφέρει από την αναφορά στην καταγωγή όταν πρόκειται για Κύπριο και προσδιορίζεται αν είναι Λεμεσιανός, Παφίτης ή Λευκωσιάτης.
Εξ άλλου απέρριψε την καταγγελία περί ρατσισμού και τις κατηγορίες για καλλιέργεια και υπόθαλψη εχθρικών συναισθημάτων, εσκεμμένες αναφορές, σκοπούμενη αντίδραση του κοινού, επανειλημμένες αναφορές σε «αλλοδαπό», δημιουργία προφίλ του εμπλεκόμενου μετανάστη ως αγνώμονα και επικίνδυνου μετανάστη.
Οσον αφορά στα σχόλια στο Facebook, υποστήριξε ότι «δεν είναι δυνατό αυτά να ελέγχονται από τη δημοσιογραφική ομάδα». Το δημοσίευμα, σε μια από τις εκδοχές του ανέφερε: «Σε κινητοποίηση τέθηκαν Αστυνομία και Πυροσβεστική στη Λευκωσία, καθώς αλλοδαπός απειλούσε ότι θα βάλει φωτιά στη Δημόσια Υπηρεσία Απασχόλησης στη Λευκωσία.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Καμερουνέζος μετέβη στο Τμήμα Εργασίας για να λάβει κάποιο επίδομα, το οποίο ισχυριζόταν ότι δικαιούτο. Στο Τμήμα πληροφορήθηκε ότι δεν είναι δικαιούχος, καθώς εργοδοτείται και τότε τα πράγματα ξέφυγαν.
Σύμφωνα με την Αστυνομία, ο αλλοδαπός έχυσε ένα μπουκάλι βενζίνη στον προθάλαμο του κτηρίου και φώναζε ότι θα βάλει φωτιά. Στο τέλος, τον περιέλαβαν τα μέλη της αστυνομικής δύναμης και τον μετέφεραν στον Κεντρικό Αστυνομικό Σταθμό για τα περαιτέρω». Κατά τη διερεύνηση του παραπόνου η Επιτροπή διαπίστωσε ότι στην αρχική εκδοχή η είδηση, όπως μεταδόθηκε από τη μηχανή αναζήτησης CyprusNews, ανέφερε ότι ο άνδρας που εμπλεκόταν στο επεισόδιο ήταν «Νιγηριανός».
Ο σύνδεσμος της ιστοσελίδας παρέπεμπε στο δημοσίευμα της PHILNEWS στο οποίο αναφερόταν ότι ο άνδρας ήταν «Καμερουνέζος», γεγονός που επιβεβαιώνει την καταγγελία ότι η ιστοσελίδα άλλαξε την εθνική του προέλευση, ύστερα από υποδείξεις που έγιναν από επισκέπτες της. Αυτό δεν το αμφισβήτησε ούτε η εφημερίδα στην απάντησή της προς την Επιτροπή.
Η Επιτροπή εξέτασε το παράπονο υπό το πρίσμα των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί ακρίβειας των πληροφοριών και περί αποφυγής δυσμενών διακρίσεων. Το άρθρο 1 του Κώδικα προβλέπει ότι «Τα Μ.Μ.Ε. μεριμνούν ώστε να μη δημοσιεύονται ανακριβείς, παραπλανητικές, φανταστικές ή διαστρεβλωτικές της αλήθειας ειδήσεις, πληροφορίες ή σχόλια. Σε περίπτωση που έχει συμβεί κάτι τέτοιο χωρούν σε άμεση διόρθωση ή και απολογία».
Εξ άλλου, το άρθρο 12 περί δυσμενών διακρίσεων προβλέπει ότι «τα ΜΜΕ αποφεύγουν οποιαδήποτε απ’ ευθείας ή άλλη αναφορά ή ενέργεια εναντίον προσώπου η οποία περιέχει στοιχεία προκατάληψης με βάση τη φυλή..., την εθνική ή κοινωνική προέλευση, την περιουσία, την καταγωγή…». Από τα προαναφερθέντα προκύπτει ότι η αρχική πληροφόρηση ως την εθνική προέλευση του άνδρα ήταν ανακριβής, γεγονός που δεν συνάδει με την πρόνοια περί ακρίβειας των πληροφοριών. Η εκ των υστέρων διόρθωση της ανακρίβειας δεν συνοδεύθηκε από υπόδειξη του γεγονότος αυτού ή από κάποια απολογία από την εφημερίδα για την αρχική ανακριβή πληροφόρηση.
Ομοίως, η πληροφόρηση ότι ο άνδρας είχε μεταβεί στην Υπηρεσία Απασχόλησης για να πάρει κάποιο επίδομα, κρίθηκε ως ανακριβής, δεδομένου ότι είναι κοινός τόπος ότι η υπηρεσία αυτή δεν παρέχει επιδόματα αλλά εξευρίσκει απασχόληση σε ανέργους.
Η Επιτροπή εξετάζοντας τη θέση της εφημερίδας ότι η δημοσίευση έγινε ύστερα από σχετική πληροφόρηση από αυτόπτη μάρτυρα και επιβεβαίωση των πληροφοριών από την Αστυνομία και την Πυροσβεστική, επισήμανε πως δεν ξεκαθαρίζει ποια από τα στοιχεία που αναφέρονται στην είδηση επιβεβαίωσαν οι προαναφερθείσες δημόσιες υπηρεσίες.
Η Επιτροπή θεωρεί επίσης χρήσιμο να υπομνήσει πως το γεγονός ότι η πληροφόρηση προήλθε από αυτόπτη μάρτυρα ή από μη κατονομαζόμενες πηγές οποιασδήποτε δημόσιας υπηρεσίας δεν απαλλάσσει το δημοσιογράφο και το ΜΜΕ της ευθύνης για οποιεσδήποτε ανακρίβειες παρεισφρέουν σε ειδήσεις που δημοσιεύουν. Είναι βασική αρχή της δημοσιογραφικής δεοντολογίας πως κάθε ΜΜΕ είναι υπεύθυνο για όσα δημοσιεύει ανεξάρτητα από την πηγή πληροφόρησης του. Οσον αφορά στο παράπονο ότι το δημοσίευμα ήταν ρατσιστικό και ξενοφοβικό, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η αναφορά στην εθνοτική καταγωγή του άνδρα, έστω και αν δεν έγινε με πρόθεση υπόθαλψης ρατσιστικών αισθημάτων, δεν αποτελούσε ουσιαστικό στοιχείο της πληροφόρησης, υπό την έννοια ότι δεν είχε καμιά απολύτως αιτιολογική σχέση με τις ενέργειές του. Συναφώς, δεν αποδέχθηκε την εξήγηση της εφημερίδας ότι η αναφορά στην καταγωγή του έγινε με την έννοια του γεωγραφικού προσδιορισμού, κατ’ αναλογία προς τη γεωγραφική προέλευση των Κυπρίων πολιτών.
Η Επιτροπή θεωρεί πως η αναφορά στη γεωγραφική προέλευση των Κυπρίων δεν προκαλεί κατά κανόνα αισθήματα προκατάληψης, ενώ αποτελεί κοινό τόπο ότι η αναφορά της εθνικής καταγωγής αλλοδαπών προκαλεί αισθήματα ρατσισμού ξενοφοβίας και μισαλλοδοξίας, όπως άλλωστε αβίαστα προκύπτει από την εξέταση του περιεχομένου των σχολίων κάτω από ειδήσεις που αναφέρονται σε αλλοδαπούς. Ακριβώς επειδή υπάρχει η τάση μεταξύ του κοινού να σχολιάζει δυσμενώς πράξεις αλλοδαπών, Η Επιτροπή πιστεύει ότι οι δημοσιογράφοι και τα ΜΜΕ οφείλουν να λαμβάνουν το γεγονός αυτό υπόψη και να αποφεύγουν την αχρείαστη αναφορά στην εθνική προέλευση ανθρώπων, όταν η καταγωγή δεν έχει αιτιώδη συνάφεια με τα γεγονότα της είδησης και δεν συνιστά ουσιώδες στοιχείο της είδησης.
Η Επιτροπή επισημαίνει επίσης ότι ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περιλαμβάνει εκτεταμένη ερμηνεία του άρθρου περί δυσμενών διακρίσεων, στην οποία υπάρχουν υποδείξεις ως προς τον τρόπο που τα ΜΜΕ σε αλλοδαπούς χωρίς την αναφορά στην εθνική καταγωγή και προτρέπει τους δημοσιογράφους που ασχολούνται με άτομα που ανήκουν στις να μελετήσουν προσεκτικά τις ερμηνευτικές διατάξεις του Κώδικα ως προς τους ανθρώπους αυτούς.
Όπως υποδεικνύεται στον Κώδικα, οι επιτρεπτές αναφορές είναι «αιτητής ασύλου», «πρόσφυγας» «μετανάστης», «παράτυπος μετανάστης», «μετανάστης χωρίς ταξιδιωτικά έγγραφα» «δικαιούχος συμπληρωματικής προστασίας» ή «θύμα εμπορίας ή εκμετάλλευσης». Περαιτέρω, η Επιτροπή εξέτασε τα σχόλια που δυστυχώς βρίσκονταν αναρτημένα κάτω από την είδηση ακόμα και κατά το χρόνο της εξέτασης του παραπόνου, δύο και πλέον μήνες μετά το δημοσίευμα.
Η Επιτροπή θεωρεί χρήσιμο να υποδείξει επίσης ότι σύμφωνα με την πρακτική των πλείστων Επιτροπών Δεοντολογίας, αλλά και τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, τα ΜΜΕ είναι υπεύθυνα για τα σχόλια που αναρτώνται κάτω από ειδήσεις τους στο διαδίκτυο.
Τα ΜΜΕ θα πρέπει, με βάση την πείρα, να είναι σε θέση να προβλέψουν τις πιθανές αντιδράσεις σε μια είδησή τους και να είναι έτοιμα να αφαιρέσουν το ταχύτερο δυνατό ρατσιστικά, ξενοφοβικά και μισαλλόδοξα σχόλια από μέλη του κοινού. (Ιδε και απόφαση ΕΔΑΔ στην υπόθεση Delfi AS v Estonia).
Η εφημερίδα υποστήριξε πως τα σχόλια στο Facebook δεν είναι δυνατό να ελέγχονται από τη δημοσιογραφική ομάδα. Ωστόσο, σύμφωνα με πληροφόρηση από ειδικούς, αυτό δεν ισχύει, όταν ένα ΜΜΕ αναρτά ειδήσεις σε λογαριασμό του στο Facebook, οπότε έχει τον απόλυτο έλεγχο του λογαριασμού του.
Το γεγονός ότι η εφημερίδα επέτρεψε να παραμείνουν αναρτημένα ρατσιστικά, ξενοφοβικά και μισαλλόδοξα σχόλια ακόμα και κάτω από την είδηση στην επίσημη ιστοσελίδα της philnews, συμβάλλοντας έτσι στη δημιουργία ρατσιστικών και ξενοφοβικών αισθημάτων, φανερώνει αμέλεια ή αδιαφορία για τις πιθανές επιπτώσεις.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
8/1/2019
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
26/02/2019
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
None
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
7/2019
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
26/02/2019
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (7/21/2/2019) από τον κ. Θέμο Δημητρίου, προεδρεύοντα εκδήλωσης με τίτλο «Καφενείο της Πέμπτης, εναντίον τις ιστοσελίδας Stockwatch και του δημοσιογράφου Λεύκου Χρίστου για «αντιδεοντολογική συμπεριφορά…και παραπλανητικό και συκοφαντικό δημοσίευμα»
Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι στις 14 Φεβρουαρίου 2019, σε εκδήλωση του «Καφενείου της Πέμπτης» με αντικείμενο συζήτησης «Πόσο αξιόπιστη είναι η κυπριακή δικαιοσύνη;» και εισηγητή τον τέως Γενικό Εισαγγελέα Πέτρο Κληρίδη, προσήλθε και ο δημοσιογράφος Λεύκος Χρίστου.
Σύμφωνα πάντα με το παράπονο, με την είσοδό του στην αίθουσα ένα-δυο λεπτά μετά την έναρξη της εκδήλωσης, ο κ. Χρίστου τοποθέτησε σε εμφανές σημείο μαγνητόφωνο με σκοπό να μαγνητοφωνήσει την ομιλία του κ. Κληρίδη. Ο προεδρεύων της εκδήλωσης ζήτησε από τον κ. Χρίστου να μην καταγραφούν τα όσα θα έλεγε ο εισηγητής και του ζήτησε να κλείσει το μαγνητόφωνο.
Ο κ. Χρίστου, σύμφωνα με το παράπονο έδειξε να κατανοεί και σήκωσε το μαγνητόφωνό του, όχι όμως για να το κλείσει αλλά για να το τοποθετήσει σε σημείο το οποίο δεν ήταν ορατό από το προεδρείο. Σύμφωνα πάντα με το παράπονο, όταν υποδείχτηκε από το ακροατήριο στον προεδρεύοντα ότι συνεχιζόταν η μαγνητοφώνηση από τον κ. Χρίστου, και μετά από σχετική ερώτηση του προεδρεύοντα προς τον κ. Χρίστου, ο τελευταίος διαβεβαίωσε τον προεδρεύοντα ότι δεν μαγνητοφωνούσε.
Σύμφωνα πάντα με με το παράπονο, αυτό αποδείχτηκε ψευδές και ο προεδρεύων ζήτησε από τον κ. Χρίστου να σταματήσει αμέσως την μαγνητοφώνηση.
Τότε ο κ. Χρίστου σηκώθηκε έκαμε λόγο για παρεμπόδιση της διαφάνειας και είπε ότι αφού του απαγορευόταν να μαγνητοφωνήσει την ομιλία του κ. Κληρίδη, θα αποχωρούσε, όπως και έπραξε.
Σύμφωνα πάντα με το παράπονο, την επομένη ημέρα, Παρασκευή 15 Φεβρουαρίου, 2019, ο κ. Χρίστου δημοσίευσε στη διαδικτυακή εφημερίδα StockWatch ρεπορτάζ για την εκδήλωση, «στο οποίο με ψευδείς ισχυρισμούς διαστρεβλώνει τα γεγονότα και συκοφαντεί τους οργανωτές της εκδήλωσης».
Στο δημοσίευμά του ο Λεύκος Κληρίδης κατέγραψε τις απόψεις του Πέτρου Κληρίδη, ο οποίος υποστήριξε τις καταγγελίες του Γενικού Εισαγγελέα Κώστα Κληρίδη και του αδελφού του Νίκου Κληρίδη για φερόμενη διαπλοκή δικαστών με δικηγορικών γραφείο και Τράπεζα, και επίσης αναφέρθηκε σε περιπτώσεις αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου τις οποίες το δικαστήριο «δεν χειρίστηκε ως θα έπρεπε».
Στο τέλος του ρεπορτάζ ο Λεύκος Χρίστου ανέφερε ότι «διαδραματίστηκε ένα θλιβερό επεισόδιο καθώς ο δημοσιογράφος της StockWatch εξυβρίστηκε από μέλη της οργανωτικής επιτροπής της εκδήλωσης, κλήθηκε να τερματίσει την καταγραφή των αναφορών του τέως γενικού εισαγγελέα και εκδιώχθηκε από την αίθουσα».
Η είδηση ανέφερε επίσης ότι η εκδήλωση είχε προαγγελθεί από το Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Στην απάντησή του προς την Επιτροπή, ο Λεύκος Χρίστου ανέφερε γενικά όσα είχε αναφέρει και στην είδησή του, προσθέτοντας ότι αποχώρησε όταν υπέστη φραστική επίθεση από τον προεδρεύοντα της εκδήλωσης που τον χαρακτήρισε «σπιούνο, καθώς και από μέλη του ακροατηρίου, αναφέροντας πως η διαφάνεια δεν ήταν ανεκτή.
Ως προς τους εκατέρωθεν ισχυρισμούς για το επεισόδιο που σημειώθηκε στη διάρκεια της εκδήλωσης, η Επιτροπή θεώρησε ότι δεν είχε τη δυνατότητα να αποφανθεί με ασφάλεια επί των αντικρουόμενων ισχυρισμών των δύο πλευρών ως προς το φερόμενο επεισόδιο.
Η Επιτροπή, άλλωστε, θεώρησε ότι το ουσιαστικό θέμα αφορούσε στην παρουσία του δημοσιογράφου στην εκδήλωση και στην καταγγελία ότι προέβη σε παράνομη μαγνητοφώνηση της ομιλίας του Πέτρου Κληρίδη.
Η Επιτροπή δεν αποδέχεται ότι η παρουσία δημοσιογράφων σε ανοικτή εκδήλωση, που είχε προαναγγελθεί, ή η μαγνητοφώνηση ομιλιών που γίνονται δημόσια, μπορεί ποτέ να θεωρηθεί παράνομη.
Η Επιτροπή θεωρεί ως θέμα αρχής ότι οι δημοσιογράφοι έχουν δικαίωμα να καλύπτουν δημοσιογραφικά οποιεσδήποτε εκδηλώσεις που είναι ανοικτές και στις οποίες δεν έχει απαγορευθεί ρητά η παρουσία τους και να καταγράφουν με οποιοδήποτε τρόπο –με σημειώσεις, μαγνητοφώνηση, από μνήμης- και να δημοσιεύουν σχετικές πληροφορίες.
Η Επιτροπή αποφάσισε ότι δεν θα ήταν δυνατό να αποδεχθεί απαγορεύσεις ως προς την καταγραφή με οποιοδήποτε τρόπο των λεγομένων σε δημόσια εκδήλωση από δημοσιογράφο στην οποία έγινε δεκτός ή τη δημοσίευση ειδήσεων για δημόσιες εκδηλώσεις στη βάση πληροφοριών που δημοσιογράφος εξασφάλισε με οποιοδήποτε τρόπο, γιατί κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε με κατάργηση της αποστολής και του έργου του δημοσιογράφου.
Αποδοχή της απαγόρευσης θα συνιστούσε κατάφωρη παραβίαση της ελευθεροτυπίας και της ελευθερίας των δημοσιογράφων να αναζητούν και εξασφαλίζουν ειδήσεις με οποιοδήποτε νόμιμο και πρόσφορο τρόπο.
Η Επιτροπή θεωρεί ότι σε περιπτώσεις κατά τις οποίες είτε οι διοργανωτές εκδηλώσεων είτε οι ομιλητές δεν θέλουν να δημοσιοποιηθούν τα λεγόμενα, θα πρέπει ευθέως να δηλώνουν ότι η εκδήλωση είναι κλειστή στους δημοσιογράφους. Αλλά και πάλι, σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν να απαγορεύσουν τη δημοσίευση πληροφοριών που δημοσιογράφος εξασφάλισε ακόμα και για κλειστή εκδήλωση και είναι βέβαιος για την εγκυρότητά τους.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
29/2018
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
26/02/2019
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΔΙΕΥΘΕΤΗΘΕΝ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (29/27/10/2018) από το φοιτητή του Πανεπιστημίου Κύπρου Ανδρέα Παφίτη για δημοσίευμα στον «Πολίτη» στις 27/10/2018, σε σχέση με φοιτητικές εκλογές στο Πανεπιστήμιο Το παράπονο ανάφερε ότι το δημοσίευμα περιείχε ανακριβείς πληροφορίες σε σχέση με την πολιτική τοποθέτηση φοιτητικής οργάνωσης και σε σχέση με τα ποσοστά που πήρε κάθε φοιτητική παράταξη. Ειδικότερα, παραπονέθηκε ότι η εφημερίδα έγραψε πως στελέχη της Α.Φ.ΕΠΑΛΞΗΣ Πανεπιστημίου Κύπρου μεταπήδησαν στο ΕΛΑΜ, επικαλούμενη "πηγή" πληροφόρησης εντός του Πανεπιστημίου. Υποστήριξε ότι κάτι τέτοιο δεν είχε ίχνος αλήθειας και ότι η δημοσίευση μιας τόσο αναληθούς πληροφορίας συνιστούε παραπλάνηση του αναγνωστικού κοινού. Επίσης υποστήριξε ότι «η δημοσιογράφος δείχνει να έχει άγνοια για το πως κατανέμονται οι ψήφοι στις εκλογές αφού πρόσθεσε ψήφους παράταξης για δύο διαφορετικές εκλογικές διαδικασίες. Επίσης τα ποσοστά που αναφέρει είναι λανθασμένα όπως λανθασμένες είναι και κάποιες άλλες πληροφορίες που μεταδίδει». Τέλος παραπονέθηκε ότι η δημοσιογράφος «ενώ όπως αναφέρει έχει πηγές εντός του Πανεπιστημίου εντούτοις ουδέποτε ενδιαφέρθηκε να διασταυρώσει τις πηγές της ενώ οι τρόποι για να το πράξει ήταν πολλοί». Ανταποκρινόμενος σε παράκληση για συμπληρωματικές πληροφορίες, ο παραπονούμενος διαβίβασε στην Επιτροπή τα πλήρη αποτελέσματα των φοιτητικών εκλογών. Ανέφερε ακόμη ότι τα σοβαρά λάθη που έγιναν αναφέρονται στα ποσοστά που αναφέρονται στην ΦΠΚ Πρωτοπορία σε σχέση με την εκλογική διαδικασία για την ανάδειξη των εκπροσώπων των σχολών. Επίσης ανέφερε ότι η δημοσιογράφος έσμιξε τους ψήφους που πήρε το ΕΛΑΜ σε σχολές και τμήματα «κάτι που είναι παράλογο αφού μιλούμε για δύο διαφορετικές εκλογικές διαδικασίες και δίνονταν δύο διαφορετικά ψηφοδέλτια, ένα για τις σχολές και ένα για τα τμήματα» και, συνεπώς αυτός ο αριθμός πιθανότατα περιέχει άτομα κοινά που απλά ψήφισαν μια παράταξη τόσο στη σχολή όσο και στο τμήμα. Αυτό, όπως ανέφερε, ήταν ένδειξη άγνοιας της για τον ακριβή τρόπο που διεξάγεται η συγκεκριμένη εκλογική διαδικασία. Ο παραπονούμενος παραπονέθηκε επίσης ότι η δημοσιογράφος Γιώτα Χατζηκώστα, που υπέγραψε την είδηση, αναφέρθηκε στην Ανεξάρτητη Φοιτητική ΕΠΑΛΞΗ (Α.Φ. ΕΠΑΛΞΗ) ως «Αφέπαλξη γεγονός που κατά την άποψή του δείχνει είτε άγνοια, είτε εμπάθεια προς την εν λόγω παράταξη. Τέλος ανέφερε ότι το πιο σοβαρό ήταν ότι η δημοσιογράφος μετέφερε στην είδησή της την προσωπική της άποψη και παραπλάνησε το κοινό, ενώ επικαλέστηκε πηγές που ο ίδιος προσωπικά αμφισβητεί αν υπάρχουν καν, ή θεωρεί πως αν υπάρχουν δεν είναι έγκυρες. Ο παραπονούμενος κατέληξε αναφέροντας πως η δημοσιογράφος θα μπορούσε να διασταυρώσει τις πληροφορίες της με ένα τηλεφώνημα σε στελέχη των παρατάξεων στις οποίες αναφέρεται. Ο παραπονούμενος, ανταποκρινόμενος σε παράκληση της Επιτροπής διαβίβασε τα αποτελέσματα των εκλογών στο πανεπιστήμιο όπως καταγράφηκαν στις οθόνες πληροφόρησης. Η Επιτροπή, ύστερα από συνεννόηση με το Σύμβουλο Εκδοσης του Πολίτη Διονύση Διονυσίου διαβίβασε στον παραπονούμενο ότι η εφημερίδα ήταν πρόθυμη να δημοσιεύσει κείμενό του, στο οποίο να αναφέρει τα ορθά στοιχεία ως προς το αποτέλεσμα των φοιτητικών εκλογών και να παραθέσει επίσης τις απόψεις του επί του δημοσιεύματος. Ο παραπονούμενος αποδέχθηκε την προσφορά της εφημερίδας και η Επιτροπή αποφάσισε ότι το θέμα διευθετήθηκε με αμοιβαία συνεννόηση σύμφωνα με τη σχετική πρόνοια του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
9/2019
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
26/02/2019
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, λόγω της σοβαρότητας του θέματος αλλά και των συνεπειών για τα άμεσα εμπλεκόμενα άτομα (υπόθεση 9/25/2/2019). εξέτασε αυτεπάγγελτα τον τρόπο χειρισμού από τα ΜΜΕ της υπόθεσης καταγγελίας για φερόμενο βιασμό πεντάμηνου βρέφους από τον πατέρα του.
Η Επιτροπή θεωρεί ότι η ευθύνη για την εξέλιξη του όλου θέματος βαρύνει πρωτίστως τον γιατρό που με τις δηλώσεις και τον τρόπο που τις έκανε πυροδότησε τη φρενίτιδα που ακολούθησε.
Παρά ταύτα, η Επιτροπή αποφάσισε ότι τα ΜΜΕ δεν επέδειξαν την απαραίτητη μέγιστη δυνατή διακριτικότητα σε ένα θέμα που αφορά ανήλικο άτομο και σεξουαλικό αδίκημα.
Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι υπήρξε παραβίαση των προνοιών του Κώδικα ως περί του τεκμηρίου αθωότητας, περί δυσμενών διακρίσεων λόγω φυλετικής καταγωγής, με την αναφορά στη φυλετική προέλευση του φερόμενου ως δράση, χωρίς αυτό να έχει σχέση με το φερόμενο έγκλημα, καθώς και των προνοιών περί μη αποκάλυψης της ταυτότητας των θυμάτων σεξουαλικών αδικημάτων.
Περαιτέρω, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η δημοσίευση πληροφοριών για ένα θέμα που αφορά πεντάμηνο βρέφος αποτελεί παραβίαση των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας που προβλέπουν ότι «οι λειτουργοί κατά κανόνα δεν παίρνουν συνεντεύξεις από και δεν φωτογραφίζουν παιδιά κάτω των 16 ετών σε σχέση με θέματα που αφορούν την προσωπική τους κατάσταση ή ευημερία…»
Ο Κώδικας προβλέπει επίσης ότι «τα Μ.Μ.Ε. και οι λειτουργοί των υποχρεούνται να τηρούν τις πρόνοιες της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού».
Η «Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού», που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του Κώδικα, ρητά προβλέπει ότι κανένας δεν έχει το δικαίωμα να παρεμβαίνει με οποιοδήποτε τρόπο στην ιδιωτική ζωή των παιδιών.
Η Επιτροπή επισημαίνει σχετικά την πρόνοια του άρθρου 16 της Σύμβασης, που προβλέπει ότι:
«1. Κανένα παιδί δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αυθαίρετης ή παράνομης επέμβασης στην ιδιωτική του ζωή, στην οικογένεια του, στην κατοικία του ή στην αλληλογραφία του, ούτε παράνομων προσβολών της τιμής και της υπόληψης του».
2. Το παιδί δικαιούται να προστατεύεται από το νόμο έναντι τέτοιων επεμβάσεων ή προσβολών». Η Σύμβαση προβλέπει επίσης ότι κάθε ενέργεια που αφορά σε παιδιά πρέπει να αποβλέπει στο συμφέρον τους και μόνο, ακόμη και όταν έχει δοθεί η συγκατάθεση του γονέα ή του κηδεμόνα. Η Επιτροπή διαπίστωσε και επισήμανε ότι στην προκειμένη περίπτωση ο τρόπος με τον οποίο καλύφθηκε δημοσιογραφικά το θέμα δεν έχει καμιά σχέση με το συμφέρον του παιδιού.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
1/2019
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
26/02/2019
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε δύο παράπονα (1/4/1/2019). εναντίον του δημοσιογράφου Κωστή Κωνσταντίνου για αναρτήσεις στο Facebook kai δημοσιεύματα στην εφημερίδα «Πολίτης» σχετικά με το Χριστό και τη χριστιανική θρησκεία.
Τα παράπονα διατυπώθηκαν από το δημοσιογράφο Γιώργο Χρυσάνθου και τη Μαρίνα Κωμοδρόμου, από την Πάφο.
Ο πρώτος ανέφερε στο παράπονό του ότι ο κ. Κωνσταντίνου τοποθετήθηκε με συγκεκριμένο τρόπο κατά θρησκείας σε Μέσο Κοινωνικής Δικτύωσης, αλλά και στο έντυπο Μέσο στο οποίο εργάζεται («Πολίτης») κατά τρόπο που ενδέχεται να παραβιάζει, μεταξύ άλλων, το άρθρο 12 του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, σύμφωνα με το οποίο «ο χλευασμός, η διαπόμπευση και ο διασυρμός ατόμων ή ομάδων είναι ανεπίτρεπτος». Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι ο κ. Κωνσταντίνου ανέφερε στον λογαριασμό του στα ΜΚΔ : «Φανταστείτε πριν δύο χιλιάδες χρόνια στο Ισραήλ, να είσαι πελεκάνος (σ.σ. μαραγκός), ο γιος σου να έχει γίνει 33 ετών, να είναι ανύπαντρος, να μένει σπίτι, να μην έχει δουλέψει ποτέ και είναι γυρίζει αριστερά και δεξιά και να λέει ότι ο θεός είναι ο πατέρας του. Τραγικότερη όλων η ιστορία του Ιωσήφ!».
Σύμφωνα με το παράπονο, τα γραφόμενα συνοδεύονται και από σχετική φωτογραφία «η οποία ενδέχεται να είναι προσβλητική ή ασεβής για όσους βάσει του κυπριακού Συντάγματος αλλά και ευρωπαϊκών νόμων, έχουν δικαίωμα πίστης σε οποιαδήποτε θρησκεία». Περαιτέρω ο παραπονούμενος επικαλέστηκε το άρθρο 142 του Ποινικού Κώδικα Νόμου (Κεφάλαιο 154), που προβλέπει ότι «όποιος δημοσιεύει βιβλίο, φυλλάδιο, άρθρο ή επιστολή σε εφημερίδα ή περιοδικό, το οποίο εκλαμβάνεται από τάξη προσώπων ως δημόσια ύβρις της θρησκείας τους, με σκοπό να εξευτελίσει αυτή τη θρησκεία ή να σκανδαλίσει ή να εξυβρίσει αυτούς που πρεσβεύουν αυτή τη θρησκεία, είναι ένοχος πλημμελήματος». Εξ άλλου, επικαλέστηκε απόφαση του ΕΔΑΔ με την οποία καταδίκασε Αυστριακή ομιλήτρια, γιατί κατά την διάρκεια συνεδρίου υποστήριξε ότι ο προφήτης Μωάμεθ ήταν παιδεραστής, από την στιγμή που σύμφωνα με τις αναφορές του Ισλαμικού Νόμου - όπως ανέφερε η ομιλήτρια – ο Μωάμεθ παντρεύτηκε ένα κορίτσι έξι ετών. Σύμφωνα με το ΕΔΑΔ, αυτές οι εκφράσεις δεν ανταποκρίνονταν σε ένα γεγονός αλλά συνιστούν προσωπική και εχθρική κρίση, διότι η ομιλήτρια δεν είχε τοποθετήσει τα γεγονότα στο ιστορικό τους πλαίσιο. Σύμφωνα επίσης με το ΕΔΑΔ, η τοποθέτηση της ομιλήτριας συνιστούσε βλασφημία.
Η δεύτερη παραπονούμενη υπέβαλε παράπονο σχετικά με άρθρο του Κώστα Κωνσταντίνου στον Πολίτη, στις 28,12/2018, αναφέροντας μεταξύ άλλων ότι «αποκαλεί ηλίθιους όσους δεν ανέχονται τις ύβρεις και τους χλευασμούς του εναντίον της θρησκείας της πλειοψηφίας των νόμιμων κατοίκων αυτού του κράτους». Σε άλλο σημείο ανέφερε ότι «ηλίθιος δεν είναι εκείνος που καταγγέλλει αλλά εκείνος που δεν αντιλαμβάνεται ότι ο καθένας μας έχει το δικαίωμα να καταγγείλει τον οποιονδήποτε σε οποιανδήποτε αρχή επιλέξει». Επίσης έθεσε το ερώτημα «από πότε ένας δημοσιογράφος μπορεί να αποκαλέσει ηλίθιο τον οποιονδήποτε πολίτη καταγγείλει ποινικό αδίκημα» και κατά πόσο «μπορεί ένας δημοσιογράφος να αγνοεί τον ποινικό κώδικα και να αποκαλεί ηλίθιο τον οποιονδήποτε πολίτη τον καταγγέλλει»; Περαιτέρω επικαλέστηκε τα άρθρα του Ποινικού Κώδικα 141 και 142 τα οποία καθιστούν ποινικό αδίκημα πράξεις που γίνονται με πρόθεση να θίξουν τα θρησκευτικά αισθήματα ή που μπορούν να εκληφθούν ως ύβρις για τη θρησκεία.
Ο Κώστας Κωνσταντίνου, απαντώντας στα δύο παράπονα ανέφερε ότι η ανάρτηση του σκίτσου σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης έγινε με χιουμοριστική διάθεση και περαιτέρω επικαλέστηκε σωρεία αποφάσεων του ΕΔΑΔ που προστατεύουν απόλυτα το δικαίωμα «να πιστεύει ή και να μην πιστεύει και βεβαίως το δικαίωμα της σάτιρας» Επί της ουσίας, ανέφερε ότι πουθενά στα γραφόμενά του δεν υπάρχει χλευασμός, διαπόμπευση ή διασυρμός για κανένα άτομο, σε αντίθεση με αναρτήσεις κάτω από τη δική του που τον εξύβριζαν και τον χλεύαζαν. Η Επιτροπή, εξετάζοντας τις εκατέρωθεν θέσεις και το υλικό που είχε ενώπιον της υπέδειξε κατ’ αρχήν ότι η χρήση εκφράσεων που είναι μειωτικές για οποιοδήποτε δεν έχουν θέση στις δημόσιες συζητήσεις.
Ως προς την επίκληση των νομοθετικών προνοιών που αναφέρονται στη θρησκεία, η Επιτροπή αποφάσισε ότι δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητά της η εφαρμογή οποιασδήποτε νομοθετικής πρόνοιας, δεδομένου ότι αποστολή της εκ του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας είναι να μεριμνά για τη συμμόρφωση προς τις πρόνοιές του. Ως εκ τούτου, η Επιστολή δεν υπεισήλθε στην εξέταση του σημείου των δύο παραπόνων που αναφέρονται σε παραβίαση του Ποινικού Κώδικα.
Η Επιτροπή αποφάσισε επίσης ότι ο Κώδικας δεν περιλαμβάνει καμιά πρόνοια η οποία να προστατεύει τη θρησκεία γενικά ή κάποια θρησκεία ειδικότερα, ως εκ του γεγονότος ότι το δικαίωμα στην ελευθερία σκέψεως, συνειδήσεως και θρησκείας κατοχυρώνεται από τη Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Το δικαίωμα αυτό προστατεύει την ελευθερία της θρησκείας και επιτρέπει την άσκηση κριτικής της θρησκείας και των λειτουργών της θρησκεία. Ωστόσο ο Κώδικας περιλαμβάνει πρόνοιες προστασίας των ατόμων λόγω των θρησκευτικών τους ή άλλων πεποιθήσεων, απαγορεύοντας επιθέσεις, λεκτικούς χαρακτηρισμούς και ενέργειες προκατάληψης λόγω της θρησκείας και των θρησκευτικών πεποιθήσεων του ατόμου.
Εχοντας υπόψη τα ανωτέρω, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η ανάρτηση και το δημοσίευμα του Κώστα Κωνσταντίνου δεν παραβίασαν καμιά πρόνοια του Κώδικα, αφ’ ενός επειδή η ανάρτηση συνιστούσε σάτιρα στην οποία αναγνωρίζεται ευρύ πεδίο δράσης στο πλαίσιο του δικαιώματος έκφρασης μέσω της σάτιρας και αφ’ ετέρου σε κανένα σημείο δεν διαπίστωσε επίθεση ή έκφραση δυσμενούς διάκρισης σε βάρος ατόμων ή ομάδων λόγω θρησκευτικών πεποιθήσεων.
Διευκρινίζεται ότι άλλο είναι να αισθάνεται κάποιος ότι θίγεται από επιθέσεις ή κριτική εναντίον μιας οποιασδήποτε θρησκείας στην οποία πιστεύει και εντελώς διαφορετικό ζήτημα είναι η φραστική επίθεση, ο χλευασμός και η δυσμενής διάκριση εναντίον συγκεκριμένων ατόμων και ομάδων λόγω θρησκευτικών πεποιθήσεων.
Σημειώνεται ότι και η νομολογία του ΕΔΑΔ επί του θέματος της θρησκείας, με την οποία εναρμονίζονται οι πλείστες Επιτροπές Δεοντολογίας και ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, είναι να προστατεύει την ελευθερία της θρησκείας και παράλληλα να επιτρέπει κριτική της θρησκείας και των λειτουργών της θρησκείας, αλλά να προστατεύει άτομα και ομάδες από δυσμενείς διακρίσεις και επιθέσεις εναντίον ατόμων λόγω των θρησκευτικών τους ή άλλων πεποιθήσεων.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
2/2019
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
26/02/2019
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε δύο παράπονα (1/4/1/2019). εναντίον του δημοσιογράφου Κωστή Κωνσταντίνου για αναρτήσεις στο Facebook kai δημοσιεύματα στην εφημερίδα «Πολίτης» σχετικά με το Χριστό και τη χριστιανική θρησκεία.
Τα παράπονα διατυπώθηκαν από το δημοσιογράφο Γιώργο Χρυσάνθου και τη Μαρίνα Κωμοδρόμου, από την Πάφο.
Ο πρώτος ανέφερε στο παράπονό του ότι ο κ. Κωνσταντίνου τοποθετήθηκε με συγκεκριμένο τρόπο κατά θρησκείας σε Μέσο Κοινωνικής Δικτύωσης, αλλά και στο έντυπο Μέσο στο οποίο εργάζεται («Πολίτης») κατά τρόπο που ενδέχεται να παραβιάζει, μεταξύ άλλων, το άρθρο 12 του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, σύμφωνα με το οποίο «ο χλευασμός, η διαπόμπευση και ο διασυρμός ατόμων ή ομάδων είναι ανεπίτρεπτος».
Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι ο κ. Κωνσταντίνου ανέφερε στον λογαριασμό του στα ΜΚΔ : «Φανταστείτε πριν δύο χιλιάδες χρόνια στο Ισραήλ, να είσαι πελεκάνος (σ.σ. μαραγκός), ο γιος σου να έχει γίνει 33 ετών, να είναι ανύπαντρος, να μένει σπίτι, να μην έχει δουλέψει ποτέ και είναι γυρίζει αριστερά και δεξιά και να λέει ότι ο θεός είναι ο πατέρας του. Τραγικότερη όλων η ιστορία του Ιωσήφ!».
Σύμφωνα με το παράπονο, τα γραφόμενα συνοδεύονται και από σχετική φωτογραφία «η οποία ενδέχεται να είναι προσβλητική ή ασεβής για όσους βάσει του κυπριακού Συντάγματος αλλά και ευρωπαϊκών νόμων, έχουν δικαίωμα πίστης σε οποιαδήποτε θρησκεία».
Περαιτέρω ο παραπονούμενος επικαλέστηκε το άρθρο 142 του Ποινικού Κώδικα Νόμου (Κεφάλαιο 154), που προβλέπει ότι «όποιος δημοσιεύει βιβλίο, φυλλάδιο, άρθρο ή επιστολή σε εφημερίδα ή περιοδικό, το οποίο εκλαμβάνεται από τάξη προσώπων ως δημόσια ύβρις της θρησκείας τους, με σκοπό να εξευτελίσει αυτή τη θρησκεία ή να σκανδαλίσει ή να εξυβρίσει αυτούς που πρεσβεύουν αυτή τη θρησκεία, είναι ένοχος πλημμελήματος». Εξ άλλου, επικαλέστηκε απόφαση του ΕΔΑΔ με την οποία καταδίκασε Αυστριακή ομιλήτρια, γιατί κατά την διάρκεια συνεδρίου υποστήριξε ότι ο προφήτης Μωάμεθ ήταν παιδεραστής, από την στιγμή που σύμφωνα με τις αναφορές του Ισλαμικού Νόμου - όπως ανέφερε η ομιλήτρια – ο Μωάμεθ παντρεύτηκε ένα κορίτσι έξι ετών. Σύμφωνα με το ΕΔΑΔ, αυτές οι εκφράσεις δεν ανταποκρίνονταν σε ένα γεγονός αλλά συνιστούν προσωπική και εχθρική κρίση, διότι η ομιλήτρια δεν είχε τοποθετήσει τα γεγονότα στο ιστορικό τους πλαίσιο. Σύμφωνα επίσης με το ΕΔΑΔ, η τοποθέτηση της ομιλήτριας συνιστούσε βλασφημία.
Η δεύτερη παραπονούμενη υπέβαλε παράπονο σχετικά με άρθρο του Κώστα Κωνσταντίνου στον Πολίτη, στις 28,12/2018, αναφέροντας μεταξύ άλλων ότι «αποκαλεί ηλίθιους όσους δεν ανέχονται τις ύβρεις και τους χλευασμούς του εναντίον της θρησκείας της πλειοψηφίας των νόμιμων κατοίκων αυτού του κράτους». Σε άλλο σημείο ανέφερε ότι «ηλίθιος δεν είναι εκείνος που καταγγέλλει αλλά εκείνος που δεν αντιλαμβάνεται ότι ο καθένας μας έχει το δικαίωμα να καταγγείλει τον οποιονδήποτε σε οποιανδήποτε αρχή επιλέξει». Επίσης έθεσε το ερώτημα «από πότε ένας δημοσιογράφος μπορεί να αποκαλέσει ηλίθιο τον οποιονδήποτε πολίτη καταγγείλει ποινικό αδίκημα» και κατά πόσο «μπορεί ένας δημοσιογράφος να αγνοεί τον ποινικό κώδικα και να αποκαλεί ηλίθιο τον οποιονδήποτε πολίτη τον καταγγέλλει»; Περαιτέρω επικαλέστηκε τα άρθρα του Ποινικού Κώδικα 141 και 142 τα οποία καθιστούν ποινικό αδίκημα πράξεις που γίνονται με πρόθεση να θίξουν τα θρησκευτικά αισθήματα ή που μπορούν να εκληφθούν ως ύβρις για τη θρησκεία.
Ο Κώστας Κωνσταντίνου, απαντώντας στα δύο παράπονα ανέφερε ότι η ανάρτηση του σκίτσου σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης έγινε με χιουμοριστική διάθεση και περαιτέρω επικαλέστηκε σωρεία αποφάσεων του ΕΔΑΔ που προστατεύουν απόλυτα το δικαίωμα «να πιστεύει ή και να μην πιστεύει και βεβαίως το δικαίωμα της σάτιρας» Επί της ουσίας, ανέφερε ότι πουθενά στα γραφόμενά του δεν υπάρχει χλευασμός, διαπόμπευση ή διασυρμός για κανένα άτομο, σε αντίθεση με αναρτήσεις κάτω από τη δική του που τον εξύβριζαν και τον χλεύαζαν. Η Επιτροπή, εξετάζοντας τις εκατέρωθεν θέσεις και το υλικό που είχε ενώπιον της υπέδειξε κατ’ αρχήν ότι η χρήση εκφράσεων που είναι μειωτικές για οποιοδήποτε δεν έχουν θέση στις δημόσιες συζητήσεις.
Ως προς την επίκληση των νομοθετικών προνοιών που αναφέρονται στη θρησκεία, η Επιτροπή αποφάσισε ότι δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητά της η εφαρμογή οποιασδήποτε νομοθετικής πρόνοιας, δεδομένου ότι αποστολή της εκ του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας είναι να μεριμνά για τη συμμόρφωση προς τις πρόνοιές του. Ως εκ τούτου, η Επιστολή δεν υπεισήλθε στην εξέταση του σημείου των δύο παραπόνων που αναφέρονται σε παραβίαση του Ποινικού Κώδικα.
Η Επιτροπή αποφάσισε επίσης ότι ο Κώδικας δεν περιλαμβάνει καμιά πρόνοια η οποία να προστατεύει τη θρησκεία γενικά ή κάποια θρησκεία ειδικότερα, ως εκ του γεγονότος ότι το δικαίωμα στην ελευθερία σκέψεως, συνειδήσεως και θρησκείας κατοχυρώνεται από τη Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Το δικαίωμα αυτό προστατεύει την ελευθερία της θρησκείας και επιτρέπει την άσκηση κριτικής της θρησκείας και των λειτουργών της θρησκεία. Ωστόσο ο Κώδικας περιλαμβάνει πρόνοιες προστασίας των ατόμων λόγω των θρησκευτικών τους ή άλλων πεποιθήσεων, απαγορεύοντας επιθέσεις, λεκτικούς χαρακτηρισμούς και ενέργειες προκατάληψης λόγω της θρησκείας και των θρησκευτικών πεποιθήσεων του ατόμου.
Εχοντας υπόψη τα ανωτέρω, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η ανάρτηση και το δημοσίευμα του Κώστα Κωνσταντίνου δεν παραβίασαν καμιά πρόνοια του Κώδικα, αφ’ ενός επειδή η ανάρτηση συνιστούσε σάτιρα στην οποία αναγνωρίζεται ευρύ πεδίο δράσης στο πλαίσιο του δικαιώματος έκφρασης μέσω της σάτιρας και αφ’ ετέρου σε κανένα σημείο δεν διαπίστωσε επίθεση ή έκφραση δυσμενούς διάκρισης σε βάρος ατόμων ή ομάδων λόγω θρησκευτικών πεποιθήσεων.
Διευκρινίζεται ότι άλλο είναι να αισθάνεται κάποιος ότι θίγεται από επιθέσεις ή κριτική εναντίον μιας οποιασδήποτε θρησκείας στην οποία πιστεύει και εντελώς διαφορετικό ζήτημα είναι η φραστική επίθεση, ο χλευασμός και η δυσμενής διάκριση εναντίον συγκεκριμένων ατόμων και ομάδων λόγω θρησκευτικών πεποιθήσεων.
Σημειώνεται ότι και η νομολογία του ΕΔΑΔ επί του θέματος της θρησκείας, με την οποία εναρμονίζονται οι πλείστες Επιτροπές Δεοντολογίας και ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, είναι να προστατεύει την ελευθερία της θρησκείας και παράλληλα να επιτρέπει κριτική της θρησκείας και των λειτουργών της θρησκείας, αλλά να προστατεύει άτομα και ομάδες από δυσμενείς διακρίσεις και επιθέσεις εναντίον ατόμων λόγω των θρησκευτικών τους ή άλλων πεποιθήσεων.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
25/2018
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
26/02/2019
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (25/2/10/2018) από την ΚΙΣΑ για δημοσίευμα της Καθημερινής στις 24 Σεπτεμβρίου, 2018, που ανέφερε πως η εφημερίδα και ο εκδότης της άρχισαν εκστρατεία εναντίον της ΚΙΣΑ ύστερα από κριτική που άσκησε η οργάνωση ενώπιον επιτροπής της Βουλής για την απόφαση της Κυβέρνησης «να βαπτίσει την ευνοιοκρατικά διορισθείσα Επίτροπο Διοίκησης, η οποία ως γνωστό είναι η σύζυγος του, σε «ανεξάρτητο» εμπειρογνώμονα για την εμπορία προσώπων». Η παραπονούμενη οργάνωση ανέφερε ότι ο εκδότης της Καθημερινής, καταχρώμενος την εξουσία που του παρέχει η κατοχή Μέσου Μαζικής Ενημέρωσης επιτέθηκε «με ψέματα, συκοφαντίες και λασπολογία εναντίον της ΚΙΣΑ,, κάνοντας λόγο για «πλούσια ΜΚΟ» με ύποπτες πηγές χρηματοδότησης την οποία «έχει καπαρώσει» ζευγάρι εισπράττοντας «ουκ ολίγα ποσά ως μισθούς και άλλα ωφελήματα». Σύμφωνα με το παράπονο, το επίμαχο δημοσίευμα περιέχει ανυπόστατους συνειρμούς με ad hominem επίθεση στην οργάνωση και στελέχη της, ακόμα και συγγενικά πρόσωπα των στελεχών της. Η ΚΙΣΑ ανέφερε πως η συμπεριφορά της εφημερίδας εγείρει ερωτηματικά αφού έχει ως στόχο την κατασυκοφάντηση χωρίς κανένα απολύτως δεδομένο. Το επίμαχο δημοσίευμα ανέφερε μεταξύ άλλων ότι η ΚΙΣΑ είναι μια γκρίζα οργάνωση η οποία δεν διοικείται με διαφάνεια. Υποστήριξε ότι οι λογαριασμοί της δεν έχουν δοθεί στη δημοσιότητα από το 2015, ούτε και οι χρηματοδότες της. Ανέφερε επίσης ότι η οργάνωση ελέγχεται πλήρως από το ζεύγος Δώρου Πολυκάρπου (Εκτελεστικό Διευθυντή) και τη σύζυγό του, δικηγόρο Νικολέτα Χαραλαμπίδου και ότι ο κ. Πολυκάρπου δήλωσε παλαιότερα ότι στελέχη της οργάνωσης αναγκάστηκαν να κάνουν προσωπικά δάνεια 80-90 χιλιάδων ευρώ για να μπορεί να λειτουργεί η οργάνωση, χωρίς να δώσει ούτε ονόματα των στελεχών, ούτε άλλα στοιχεία, όπως για παράδειγμα γιατί χρειάστηκε τόσος δανεισμός για να λειτουργήσει μια οργάνωση που στηρίζεται σε εθελοντές. Περαιτέρω ανέφερε ότι στους λογαριασμούς της ΚΙΣΑ που υπάρχουν στο διαδίκτυο για το 2015 καταγράφεται εισόδημα 156.000 ευρώ, χωρίς να ξεκαθαρίζεται από πού προέρχονται αυτά τα χρήματα. Το 2014 το εισόδημα της ήταν 114.000. Το 2015 δόθηκαν μισθοί 77.500 ευρώ (ενώ το 2014 οι μισθοί ήταν 60.000) και καταγράφεται ένα αδιευκρίνιστο έξοδο, EU-funded and other projects expenses, ύψους 50.590 ευρώ. Περαιτέρω υποστήριξε πως ο εκτελεστικός πρόεδρος της ΚΙΣΑ πληρώνεται από την οργάνωση, άγνωστο με ποιο μισθό και ότι «είναι ο μοναδικός ίσως στην Κύπρο και από τους λίγους ίσως παγκόσμια που πληρώνονται για το... εθελοντικό τους έργο». Το δημοσίευμα ανέφερε επίσης ότι κάποιο, αδιευκρίνιστο κονδύλι λαμβάνει από την ΚΙΣΑ και η σύζυγός του Πολυκάρπου ως η μοναδική, όπως λέγεται, δικηγόρος που ασχολείται με τις υποθέσεις της οργάνωσης και των ατόμων που αυτή προστατεύει. Η ΚΙΣΑ δεν έδωσε ποτέ της στη δημοσιότητα, ως όφειλε, το κόστος των υπηρεσιών της Χαραλαμπίδου και τη σχέση που αυτή έχει με την οργάνωση. Περαιτέρω ανέφερε πως η Νικολέτα Χαραλαμπίδου έλαβε τα τελευταία χρόνια εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ για εργασία που κατ’ αποκλειστικότητα έκανε για την Επίτροπο Νομοθεσίας και την Επίτροπο Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού, Λήδα Κουρσουμπά. Η Επιτροπή ζήτησε από την εφημερίδα τις απόψεις της και εκ μέρους της απάντησε το δικηγορικό γραφείο Λοττίδης και Λοττίδης, αναφέροντας ότι το παράπονο δεν ήταν σαφές και γι’ αυτό δεν μπορούσε να απαντήσει. Στο δικηγορικό γραφείο επεξηγήθηκε ότι «αυτό που η Επιτροπή συνάγει από την ανάγνωση των κειμένων του παραπόνου, χρησιμοποιώντας ως οδηγό τη συνήθη έννοια των λέξεων, και συνεπώς αυτό που εξετάζει ως παράπονο, είναι ότι η εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, δημοσίευσε ένα κείμενο που κατ’ ισχυρισμό περιέχει «ψέματα, συκοφαντίες και λασπολογία» και χωρίς στοιχεία τεκμηρίωσης, άρα ανακριβές και αντίθετο προς την πρόνοια του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας για επίδειξη μέριμνας από πλευράς ΜΜΕ και δημοσιογράφων ώστε «να μη δημοσιεύονται ανακριβείς, παραπλανητικές, φανταστικές ή διαστρεβλωτικές της αλήθειας ειδήσεις, πληροφορίες ή σχόλια». Παρά το γεγονός ότι έγιναν τρεις υπομνήσεις για παράθεση των θέσεων της εφημερίδας,, τελικά στάληκε στις 9/1/2019 η αρχική επιστολή του δικηγορικού Γραφείου Λοττίδη, ημερομηνίας 22/10/2018, στην οποία ανέφερε ότι δεν αντιλήφθηκε ποιο ήταν το παράπονο. Καταβλήθηκε μια τελική προσπάθεια να ληφθούν οι θέσεις της εφημερίδας, από την οποία επίσης ζητήθηκε να επεξηγήσει και τεκμηριώσει την αναφορά που γίνεται στο δημοσίευμα για «οργάνωση με περίεργες διασυνδέσεις και καθόλου ξεκάθαρη χρηματοδότηση και διαχείριση κονδυλίων». Η εφημερίδα παρέλειψε και πάλι να παραθέσει τις απόψεις της επί του παραπόνου, και η Επιτροπή αποφάσισε ότι δεν είχε άλλη επιλογή παρά να προχωρήσει στην ουσιαστική εξέταση του παραπόνου με βάση όσα στοιχεία είχε ενώπιόν της, δηλαδή το παράπονο και το επίμαχο δημοσίευμα.. Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η εφημερίδα προέβη σε σχολιασμό στοιχείων που πήρε από την ιστοσελίδα της ΚΙΣΑ, τα οποία αφορούσαν στον τελευταίο δημοσιευμένο ισολογισμό της οργάνωσης για το 2015. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι η εφημερίδα είχε κάθε δικαίωμα να σχολιάσει τα στοιχεία αυτά, δεδομένου ότι πρόκειται για μια οργάνωση με δημόσια δράση η οποία λαμβάνει χρηματοδότηση από διάφορες πηγές.. Περαιτέρω αποφάσισε ή άσκηση κριτικής προς την οργάνωση είναι συμβατή με το κατοχυρωμένο δικαίωμα έκφρασης γνώμης για ένα θέμα δημοσίου ενδιαφέροντος και επίσης ότι ήταν θεμιτή η έκφραση των απόψεων που διατύπωσε η εφημερίδα για τις δραστηριότητες της δικηγόρου Νικολέτας Χαραλαμπίδου, συζύγου του Εκτελεστικού Διευθυντή της ΚΙΣΑ Δώρου Πολυκάρπου σε σχέση με την ΚΙΣΑ, «ως η μοναδική…δικηγόρους που ασχολείται με τις υποθέσεις της οργάνωσης και των ατόμων που αυτή προστατεύει». Το έρεισμα για την έκφραση των απόψεων αυτών έγκειται στο γεγονός ότι η ΚΙΣΑ είναι μια οργάνωση που δραστηριοποιείται δημοσίως και κάνει έντονα γνωστή την παρουσία της στο κοινό ως υποστηρικτής των δικαιωμάτων των μεταναστών και γενικώς των αλλοδαπών στην Κύπρο, ενώ παράλληλα ενίοτε λαμβάνει και πολιτικές θέσεις ασκώντας κριτική στην κυβέρνηση για μέτρα που λαμβάνει ως προς το μεταναστευτικό πρόβλημα, όπως προκύπτει από δημόσιες ανακοινώσεις της που επικαλέστηκε η εφημερίδα. Ωστόσο, η Επιτροπή αποφάσισε ότι σχόλια και αναφορές της εφημερίδας που είχαν ως αντικείμενο άλλες δραστηριότητες της κ. Χαραλαμπίδου στο πλαίσιο της άσκησης του δικηγορικού της επαγγέλματος δεν είχαν καμιά σχέση με την ΚΙΣΑ ή τις δραστηριότητες της κ. Χαραλαμπίδου σε σχέση με την ΚΙΣΑ και κατά συνέπεια δεν είχαν θέση σε μια άσκηση κριτικής προς την οργάνωση αυτή. Οι δραστηριότητες αυτές, που αφορούσαν συνεργασία της με την Επίτροπο νομοθεσίας θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο κριτικής της εφημερίδας, ως θέμα δημοσίου ενδιαφέροντος, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν μπορούσαν να συνδεθούν με την ΚΙΣΑ. Και αυτό γιατί δεν της ανατέθηκαν στο πλαίσιο της εργασίας της στην ή για την οργάνωση αλλά στο πλαίσιο της επαγγελματικής της ιδιότητας ως δικηγόρου. Η Επιτροπή αποφάσισε επίσης ότι η άρνηση της εφημερίδας να συνεργασθεί κατά τον πρέποντα τρόπο στην εξέταση του παραπόνου συνιστά παραβίαση της γενικής πρόνοιας του Κώδικα περί υποχρέωσης των ΜΜΕ και των λειτουργών τους να συνεργάζονται με την Επιτροπή στη διερεύνηση παραπόνων.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
3/2019
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
26/02/2019
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (3/14/1/2019) από τη βουλευτή Ειρήνη Χαραλαμπίδου εναντίον του ΚΥΠΕ για μη μετάδοση επιστολής-καταγγελίας του δικηγόρου Νίκου Κληρίδη για κατ’ ισχυρισμό διαπλοκή δικαστών με δικηγορικό γραφείο.
Η κ. Χαραλαμπίδου απέσυρε το παράπονό της λίγες ημέρες αργότερα με επιστολή της προς τον Πρόεδρο της Επιτροπής και προτού ζητηθούν οι θέσεις του Πρακτορείου.
Η Επιτροπή θεώρησε το παράπονο ως μη υποβληθέν.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
5/2019
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
26/02/2019
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας ασχολήθηκε αυτεπάγγελτα με την περίπτωση ιστοσελίδων που εξακολουθούν να έχουν αναρτημένες φωτογραφίες δύο παιδιών που απήχθησαν από το σχολείο τους στη Λάρνακα στις 25/9/2018 (υπόθεση 5/31/1/2019).
Ο λόγος για τον οποίο η Επιτροπή θεώρησε ότι όφειλε να παρέμβει αυτεπάγγελτα είναι το γεγονός ότι πρόκειται για ανήλικα παιδιά τα οποία δεν μπορούν να υπερασπισθούν μόνα τον εαυτό τους και να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους στην ιδιωτική ζωή και στη μη αποκάλυψη στοιχείων προσωπικού χαρακτήρα.
Η Επιτροπή θεώρησε τη διατήρηση των φωτογραφιών στις ιστοσελίδες αυτές ως σοβαρή παραβίαση των προνοιών του Κώδικα που αναφέρονται στη μη παρέμβαση στην ιδιωτική ζωή και στη μη αποκάλυψη στοιχείων προσωπικού χαρακτήρα ή τη δημοσίευση φωτογραφιών που λήφθηκαν χωρίς τη συγκατάθεση των κηδεμόνων των παιδιών.
Επισημαίνεται πως η Επιτροπή τόνισε επανειλημμένα σε αποφάσεις της στο παρελθόν ότι φωτογραφίες που δίδονται στη δημοσιότητα από την Αστυνομία μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο για το σκοπό που εκδόθηκαν και μέσα στο χρονικό περιθώριο μέχρι την εκπλήρωση του σκοπού της δημοσιοποίησής τους.
Εφ’ όσον ο σκοπός για τον οποίο δόθηκαν οι φωτογραφίες έχει επιτευχθεί ή ολοκληρωθεί, κάθε περαιτέρω χρήση των φωτογραφιών αυτών αντιβαίνει στις πρόνοιες του Κώδικα περί ιδιωτικής ζωής και στοιχείων προσωπικού χαρακτήρα.
Περαιτέρω, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η ανάρτηση των φωτογραφιών των παιδιών αντιβαίνει ευθέως προς τις πρόνοιες του Κώδικα για το Παιδί, που προβλέπουν ότι «οι λειτουργοί κατά κανόνα δεν παίρνουν συνεντεύξεις από και δεν φωτογραφίζουν παιδιά κάτω των 16 ετών σε σχέση με θέματα που αφορούν την προσωπική τους κατάσταση ή ευημερία, χωρίς τη συγκατάθεση τουλάχιστον ενός εκ των δύο γονέων του ή άλλου ενηλίκου που έχει την ευθύνη γι’ αυτά.
Τα Μ.Μ.Ε. και οι λειτουργοί των υποχρεούνται να τηρούν τις πρόνοιες της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού».
Η Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού» ρητά προβλέπει ότι κανένας δεν έχει το δικαίωμα να ασχολείται με παιδιά και ότι κάθε ενέργεια που αφορά σε παιδιά πρέπει να αποβλέπει στο συμφέρον τους και μόνο, ακόμη και όταν έχει δοθεί η συγκατάθεση του γονέα ή του κηδεμόνα.
Στην προκειμένη περίπτωση της ανάρτησης των φωτογραφιών των παιδιών η δημοσίευση των φωτογραφιών τους είναι παντελώς ανεπίτρεπτη αλλά και δεν εξυπηρετεί κανένα συμφέρον των παιδιών.
Για τους λόγους αυτούς, η Επιτροπή έχει ήδη καλέσει τις ιστοσελίδες που διατήρησαν αναρτημένες τις φωτογραφίες των παιδιών να τις αφαιρέσουν χωρίς καθυστέρηση.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
33/2018
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
10/01/2019
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (33/7/11/2018) από τη δημοσιογράφο Αργυρώ Ζουπανιώτη, ότι το ΡΙΚ, δια του Διευθυντή Ειδήσεων και του αρχισυντάκτη Γιάννη Νικολάου, την εξανάγκασαν σε παραίτηση με την άσκηση πιέσεων να ενεργήσει αντιδεοντολογικά. Ειδικότερα, η παραπονούμενη, που ήταν ανταποκρίτρια του ΡΙΚ στη Λάρνακα, ανέφερε δύο προαναφερθέντες με την «αφόρητα πιεστική συμπεριφορά…επιμόνως απαιτούσαν παρά τη θέληση μου, να παραβώ το νόμο και τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, δηλαδή να αποκαλύψω στο ρεπορτάζ μου, όνομα υπόπτου». Η παραπονούμενη επισύναψε επιστολές στις οποίες, όπως αναφέρει, «καταγράφεται η αξίωση του Αρχισυντάκτη του ΡΙΚ Γιαννάκη Νικολάου και του Διευθυντή Ειδήσεων Πανίκου Χατζηπαναγή, που επέμεναν να κατονομάσω τον ύποπτο της απαγωγής δύο ανηλίκων (παρουσιάστηκε ως ύποπτος στο Δικαστήριο Λάρνακας στις 26 Σεπτεμβρίου)». Επίσης ανέφερε πως όταν αρνήθηκε άρχισε εναντίον της ένας ανελέητος πόλεμος, λόγου του οποίου και εξ αιτίας της συμπεριφοράς των δύο στελεχών του ΡΙΚ, εξαναγκάστηκε σε παραίτηση από της θέση της Ο Διευθυντής Ειδήσεων του ΡΙΚ ανέφερε σε απάντησή του στην Επιτροπή ότι υποδείχθηκε στην κ. Ζουπανιώτου «η ανάγκη συμμόρφωσης με την πάγια τακτική του Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου να μπορεί να αναφέρει τα ονόματα υπόπτων για εγκληματικές πράξεις όταν εναντίον τους εκδοθεί διάταγμα προσωποκράτησης». Σύμφωνα με τον κ. Χατζηπαναγή, «η τακτική αυτή ακολουθείται τα τελευταία χρόνια, με βάση τη νομολογία και με την έγκριση του νομικού συμβούλου του ΡΙΚ, Πόλυ Πολυβίου. Ο κ. Πολυβίου ρωτήθηκε και ενέκρινε και τη συμπερίληψη του ονόματος του υπόπτου, στο σχετικό ρεπορτάζ, μετά την έγκριση του διατάγματος προσωποκράτησης του». Σύμφωνα με τον κ. Χατζηπαναγή, ο νομικός σύμβουλος του ΡΙΚ έδωσε την ακόλουθη γνωμάτευση: «Δεν υπάρχει άκαμπτος νομικός κανόνας επί του θέματος. Όλα εξαρτώνται από τα γεγονότα, και το βασικό είναι να αποφεύγεται οποιοσδήποτε ισχυρισμός ή υπαινιγμός ενοχής. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να γίνεται σαφές ότι η κατηγορία εναντίον κάποιου ή ακόμα και η έκδοση διατάγματος κράτησης δεν συνεπάγεται κρίση για την ενοχή του εν λόγω ατόμου, αλλά ότι το κάθε πρόσωπο θεωρείται αθώο μέχρι να καταδικαστεί από το αρμόδιο Δικαστήριο». Η Επιτροπή ζήτησε από την παραπονούμενη, στις 19 Νοεμβρίου, 2018, να καθορίσει τον χρόνο στον οποίο της ασκήθηκε πίεση για αναφορά του ονόματος του υπόπτου σε σχέση με το χρόνο έκδοσης του διατάγματος κράτησης. Δεν υπήρξε ανταπόκριση και έγινε υπόμνηση στην παραπονούμενη, στις 8 Δεκεμβρίου, 2018, χωρίς και πάλι να υπάρξει ανταπόκριση. Η Επιτροπή θεώρησε την παράλειψη της παραπονούμενης να απαντήσει στο ερώτημα ως έλλειψη ενδιαφέροντος για εξέταση του παραπόνου. Περαιτέρω, αποφάσισε ότι ελλείψει των στοιχείων που ζητήθηκαν δεν ήταν δυνατό να συνεχίσει την εξέταση του παραπόνου και το απέρριψε.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
32/2018
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
10/01/2019
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (32/7/11/2017) από την καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Κύπρου Αλεξία Παναγιώτου εναντίον της εφημερίδας Cyprus Mail για κατ’ ισχυρισμό σεξιστική και μεροληπτική αναφορά λόγω φύλου σε άρθρο συνεργάτη της εφημερίδας. Το παράπονο υποστήριξε και το Μεσογειακό Ινστιτούτο Μελετών Κοινωνικού Φύλου (Mediterranean Institute of Gender Studies –MIGS) Το παράπονο αναφέρεται στη φράση «‘It is a bit like the promiscuous woman with many lovers who slaps her daughter after a classmate kisses her on the cheek,» που περιλήφθηκε σε άρθρο του συνεργάτη της εφημερίδας Γιώργου Κουμουλλή, στο οποίο σχολίαζε με αποδοκιμαστική διάθεση προτροπή του Προέδρου Νίκου Αναστασιάδη προς τους Τουρκοκυπρίους να αποκόψουν τους δεσμούς τους με την Τουρκία Ο αρθρογράφος παρέθετε σειρά παραδειγμάτων που κατά την άποψή του μαρτυρούν την προσκόλληση των Ελληνοκυπρίων στην Ελλάδα και παρέθετε την επίμαχη φράση ως μέτρο σύγκρισης με την προτροπή του Προέδρου. Η παραπονούμενη ανέφερε ότι η φράση συνιστά «αναίσχυντη σεξιστική αναφορά» και ότι ο αρχισυντάκτης όφειλε να ζητήσει από τον αρθρογράφο να την αφαιρέσει προτού δημοσιευθεί το άρθρο. Ζήτησε από την Επιτροπή να διασφαλίσει ότι τα ΜΜΕ αποφεύγουν δημοσίευση τέτοιων σεξιστικών και γελοίων παρομοιώσεων, καθώς και την αφαίρεση του άρθρου από την εφημερίδα. Το Μεσογειακό Ινστιτούτο Μελετών Κοινωνικού Φύλου ανέφερε ότι θεωρεί πως «τέτοιου είδους σχόλια που προωθούν τη βία κατά των γυναικών και τέτοιου είδους στερεότυπα είναι τουλάχιστον απαράδεκτα». Στο παράπονο απάντησε η Rachael Gillett, που είχε την ευθύνη επιμέλειας και δημοσίευσης του άρθρου στην κυριακάτικη έκδοση της εφημερίδας Sunday Mail, αναφέροντας ότι ως δημοσιογράφος θεωρεί ως δεδομένο ότι η εφημερίδα δεν πρέπει να προάγει τη βία μεταξύ των φύλων, το σεξισμό και φυλετικά στερεότυπα ή την άσκηση βίας στα παιδιά, αλλά διερωτήθηκε κατά πόσο η επίμαχη αναφορά σε γυναίκα με πολλούς εραστές συνιστά προαγωγή του σεξισμού ή φυλετικά στερεότυπα. Ανέφερε επίσης ότι ο αρθρογράφος δεν έκρινε τη γυναίκα που έχει πολλούς εραστές αλλά καταδίκαζε την υποκρισία. Απέρριψε επίσης τη θέση ότι η αναφορά προάγει τη βία εναντίον των παιδιών και συμφώνησε με τη διαπίστωση ότι το απόσπασμα δεν είχε καμιά σχέση με το θέμα του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, αλλά έθεσε το ερώτημα γιατί δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να ενισχύσει τη θέση του αρθρογράφου για ανακολουθία μεταξύ της προτροπής του προέδρου και της υφιστάμενης κατάστασης όσον αφορά τις σχέσεις της ελληνοκυπριακής κοινότητας και του κράτους με την Ελλάδα. Τέλος υποστήριξε ότι το σχόλιο δικαιολογείται από το δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης, γιατί η εφημερίδα έχει καθήκον να παρουσιάζει ένα ευρύ φάσμα απόψεων. Κατά τη συζήτηση του παραπόνου, η Επιτροπή ασχολήθηκε με τη σημασία της φράσης “promiscuous woman” και διαπίστωσε ότι, δεδομένου ότι η αγγλική λέξη promiscuous είναι επίθετο που αναφέρεται τόσο σε άνδρες όσο και γυναίκες και σημαίνει στην κυριολεξία άτομο που έχει πολλούς σεξουαλικούς εταίρους, που συνάπτει σεξουαλικές σχέσεις στα τυφλά και (αποδοκιμαστικά) αμφιβόλου ηθικής. Είναι επίσης δυνατό να χρησιμοποιηθεί με την έννοια του «αδιακρίτως» «απερισκέπτως» «στην τύχη», «ανευθύνως». Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι το άρθρο αποδοκίμαζε την κατά την άποψη του αρθρογράφου υποκριτική προτροπή του Προέδρου της Δημοκρατίας προς τους Τουρκοκύπριους να αποσείσουν την εξάρτησή τους από την Τουρκία, ενώ την ίδια στιγμή υπάρχει, κατά την άποψή του, ανάλογη κατάσταση και στην Ελληνοκυπριακή κοινότητα. Όπως προκύπτει από την ανάγνωση ολόκληρου του κειμένου, ο αρθρογράφος είχε ως μόνο σκοπό να αποδοκιμάσει μια κατά την άποψή του υποκριτική στάση και χρησιμοποίησε τη φράση ως μέτρο σύγκρισης και όχι για να σχολιάσει τη σεξουαλική συμπεριφορά των γυναικών. Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η χρησιμοποίηση της επίμαχης φράσης δυνατό να ήταν ατυχής, δεδομένου ότι είναι δυνατό να εκληφθεί ως μειωτική για τη γυναίκα με κριτήρια του παρελθόντος ως προς την ερωτική συμπεριφορά των γυναικών, αλλά και των ανδρών. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη τόσο το σκοπό για τον οποίο χρησιμοποιήθηκε η επίμαχη φράση, όσο και τις σημερινές αντιλήψεις περί ελευθερίας και γυναικών και ανδρών να έχουν ελεύθερες σεξουαλικές ή ερωτικές σχέσεις κατά την επιλογή τους, αποφάσισε ότι η φράση δεν συνιστούσε μειωτική αναφορά στις γυναίκες ή δυσμενή διάκριση σε βάρος των γυναικών με κριτήριο την προσωπική συμπεριφορά. Η Επιτροπή αποφάσισε επίσης ότι η αναφορά σε ράπισμα της φιλημένης κόρης από τη μητέρα με πολλούς εραστές (υποκριτική συμπεριφορά) δύσκολα μπορεί να εκληφθεί ως προτροπή για την άσκηση βίας πάνω στα παιδιά. Πάντως, η Επιτροπή αισθάνεται την ανάγκη να καλέσει δημοσιογράφους και αρθρογράφους να είναι προσεκτικοί στη χρήση φράσεων ή λέξεων που είναι ενδεχομένως δυνατό να εκληφθούν ως μεροληπτική αναφορά με κριτήρια που αναφέρονται στον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας (άρθρο 12) και αφορούν «τη φυλή, το χρώμα, τη γλώσσα, τη θρησκεία, τις πολιτικές ή άλλες πεποιθήσεις, την εθνική ή κοινωνική προέλευση, την περιουσία, την καταγωγή, την ηλικία, το φύλο και το προσωπικό καθεστώς» .
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
34/2018
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
20/12/2018
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (34/11/12/2018) από το Χρίστο Ιωσηφίδη, δικηγόρο, πρώην συνεργατιστή, ότι η τοπική εφημερίδα «Η Αθηένου» αρνήθηκε να δημοσιεύσει άρθρο του σε σχέση με την κατάρρευση του συνεργατισμού. Ειδικότερα ανέφερε ότι απέστειλε στη συντακτική επιτροπή της εφημερίδας για δημοσίευση άρθρο με τον τίτλο «Συνεργατισμός…τι θα πούμε στα εγγόνια μας;» το οποίο αποτελούσε απάντηση σε άρθρο που δημοσιεύθηκε υπό τον τίτλο «Συνεργατισμός…τι θα πούμε στους παππούδες μας;». Σύμφωνα με τον παραπονούμενο, ο Δήμαρχος Αθηένου, χωρίς να είναι μέλος της συντακτικής επιτροπής της εφημερίδας, τον πληροφόρησε τηλεφωνικώς ότι το άρθρο του δεν θα δημοσιευόταν, διότι πιθανόν να αποτελούσε λίβελλο. Όπως ανέφερε ο παραπονούμενος, το άρθρο του δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος» Η Επιτροπή, εξετάζοντας τα γεγονότα, αποφάσισε ότι υπήρχε θέμα ως προς την αρμοδιότητά της να εξετάσει το παράπονο, δεδομένου ότι δεν στρεφόταν εναντίον κάποιου ΜΜΕ ή δημοσιογράφου, αλλά του Δημάρχου Αθηένου. Με βάση τον Κώδικα, η Επιτροπή δέχεται και εξετάζει παράπονα μόνο εναντίον ΜΜΕ και των λειτουργών τους. Ο Δήμαρχος Αθηένου δεν είναι δημοσιογράφος και δεν είναι καν (σύμφωνα με τον ίδιο τον παραπονούμενο) μέλος της συντακτικής επιτροπής της τοπικής εφημερίδας, ώστε να δικαιολογείται εξέτασή του ως αναφερόμενου σε λειτουργό ΜΜΕ Αποφασίστηκε και επισημάνθηκε στον παραπονούμενο ότι η Επιτροπή δεν είχε αρμοδιότητα να εξετάζει παράπονα για πράξεις ή παραλείψεις Δημάρχων, αλλά παράπονα εναντίον ΜΜΕ και λειτουργών τους. Του ζητήθηκε, εάν επιθυμούσε εξέταση του παραπόνου του, να το επαναδιατυπώσει ώστε να στρέφεται εναντίον κάποιου ΜΜΕ ή ατόμων που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Επιτροπής, όπως οι λειτουργοί των ΜΜΕ.