*Οι παλαιότερες αποφάσεις της ΕΔΔ αναδημοσιεύονται από το αρχείο και δεν έχει γίνει καμία παρέμβαση στο περιεχόμενό τους.
*Οι παλαιότερες αποφάσεις της ΕΔΔ αναδημοσιεύονται από το αρχείο και δεν έχει γίνει καμία παρέμβαση στο περιεχόμενό τους.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
12/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
12/04/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονα (12/17/3/2016) που υποβλήθηκαν από τη συντεχνία ΣΗΔΗΚΕΚ (ΠΕΟ), την Κίνηση για Ισότητα, Στήριξη, Αντιρατσισμό (ΚΙΣΑ) και τον κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο του ΑΚΕΛ-Αριστερά-Νέες Δυνάμεις κ. Γιάννο Λαμάρη για ρατσιστικές και ξενοφοβικές αναφορές που έγιναν στην τηλεοπτική εκπομπή ΤΕΤ-Α-ΤΕΤ του ΡΙΚ. Η εκπομπή, στην οποία φιλοξενούμενος ήταν ο Ελληνας τραγουδιστής Νότης Σφακιανάκης, προβλήθηκε στις 13 Μαρτίου, 2016. Οπως προκύπτει από το παράπονο της ΔΗΣΗΚΕΚ-ΠΕΟ, η εκπομπή ήταν οπτικογραφημένη και είχαν γίνει διαβήματα προς το ΡΙΚ να μη την προβάλει δεδομένου ότι, όπως αναφέρθηκε, είχαν επισημανθεί άκρως ρατσιστικές και ξενοφοβικές αναφορές του τραγουδιστή. Το ΡΙΚ προχώρησε στην προβολή του, αναφέροντας σε ανακοίνωσή του, ύστερα από διαμαρτυρίες που έγιναν, ότι «αυτό που προέχει είναι η ελευθερία της έκφρασης και του λόγου και κατά συνέπεια οποιαδήποτε μορφή λογοκρισίας στην εκπομπή ή μη μετάδοση της θα καταστρατηγούσε τις αρχές αυτές». Το ΡΙΚ ανέφερε ότι πρόβαλε αυτούσια τη συνέντευξη και έθεσε το περιεχόμενο της εκπομπής στην κρίση των τηλεθεατών και της κοινωνίας, «μιας κοινωνίας που είναι ικανή να απορρίψει ιδέες και απόψεις τις οποίες δεν ασπάζεται και δεν υιοθετεί». Επίσης ανέφερε πως το ΡΙΚ δεν ενστερνίζεται ποσώς τις απόψεις του φιλοξενούμενου στην εν λόγω εκπομπή. Την ίδια απάντηση έδωσε στην Επιτροπή και ο αναπληρωτής διευθυντής του ΡΙΚ όταν ενημερώθηκε για το ενδεχόμενο εξέτασης των παραπόνων. Η Επιτροπή παρακολούθησε την εκπομπή από οπτικογράφηση που προμήθευσε το ΡΙΚ και διαπίστωσε πως ο κ. Σφακιανάκης, χωρίς να του υποβληθεί οποιαδήποτε σχετική ερώτηση από την παρουσιαστή Τάσο Τρύφωνος, επιδόθηκε σε μια ακατάσχετη ρατσιστική και ξενοφοβική ρητορική που κράτησε τουλάχιστο 6 λεπτά. Με αφορμή αναφορά του παρουσιαστή στο γεγονός ότι η τραγουδίστρια Δέσποινα Βανδή αποχώρησε από το σχήμα του επειδή είχε κάνει δηλώσεις για τους μετανάστες, δηλώνοντας πως ο κ. Σφακιανάκης δεν είχε σεβαστεί το γεγονός πως οι γονείς της ήταν μετανάστες στη Γερμανία ο τραγουδιστής ανέφερε πως και ο ίδιος και η μητέρα του ήταν μετανάστες και δεν έχει τίποτε με τους μετανάστες και πρόσθεσε: «Οι άνθρωποι αυτοί (οι γονείς του) ήταν μετανάστες, δεν ήταν λαθρομετανάστες, οι οποίοι πήραν άδεια από τη χώρα στην οποία πήγαν, όπως η μητέρα μου και εγώ. Χωρίς άδεια συνεπάγεται λαθρομετανάστευση. Λαθρομετανάστευση σημαίνει βιασμός…Εγώ ο ίδιος είμαι μετανάστης. Η γυναίκα μου ξένη είναι, δεν ήλθε παράνομα στην πατρίδα μου να μου τη βιάσει χωρίς να της δώσω εγώ την άδεια». Στη συνέχεια αναφέρθηκε σε μια φερόμενη συνομωσία του πρώην Προέδρου της Τουρκίας Τουργκούτ Οζάλ που κατ’ ισχυρισμό είχε πει «να τελειώνουμε μετους απέναντι, να τους ρίξουμε κάνα δυο εκατομμύρια μουσουλμάνους και έσβησε η Ελλάδα» και πρόσθεσε ότι η άφιξη χιλιάδων προσφύγων στην Ελλάδα ήταν μέρος του σχεδίου αυτού. Ο παρουσιαστής επιχείρησε να υποδείξει ότι οι άνθρωποι που έφθαναν στην Ελλάδα ήταν πρόσφυγες που έφευγαν από την πατρίδα τους για να γλυτώσουν από τον πόλεμο, αλλά ο κ. Σφακιανάκης τον διέκοψε ότι οι άνθρωποι αυτοί είναι «ριψάσπιδες», γιατί δεν τους επιτέθηκε καμιά χώρα, για να γλυτώσουν από τον εμφύλιο. Διακόπτοντας ακόμα μια φορά τον παρουσιαστή που επιχείρησε να πει πως οι πρόσφυγες και τα παιδιά που έφθαναν δεν είχαν στον ήλιο μοίρα, ο τραγουδιστής ισχυρίστηκε ότι στην Κω είχε δει ανθρώπους που έφθαναν εκεί με πορτοφόλια γεμάτα πεντακοσάρικα, και πρόσθεσε: «Είναι όλοι πλούσια παιδιά. Μιλάμε τώρα για πολλά λεφτά…Τι τα μωρά, αφού η μάνα τους έχει ένα πορτοφόλι γεμάτο (κάνει σχήμα για να δείξει το χοντρό πορτοφόλι)…τι τα μωρά;» Παρουσιαστής: Τώρα αυτό όταν το λες δεν καταλαβαίνεις…; Σφακιανάκης: Όχι δεν καταλαβαίνω…δεν με ενδιαφέρει να καταλάβω την γνώμη των άλλων η οποία είναι λανθασμένη…στο βιασμό της πατρίδος μου, που θα μου κάνουν εμένα το στρατόπεδο, που αποστρατικοποίησαν, γιατί τα νησιά μας εκεί είναι η άκρη, είναι τα σύνορα, αποστρατικοποίησαν λοιπόν τα στρατόπεδά μας, πήραν τα παιδιά μας του στρατού και έχουν βάλει μετανάστες λαθραίους στην Ελλάδα οι οποίοι δημιουργούν hot spot, που συνεπάγεται καυτό σημείο η μετανάστευση, καυτό σημείο. -Μα έρχονται εδώ για να φύγουν, να πάνε πιο πάνω. -Και τι είμαι εγώ, κέντρο διερχομένων; -Φεύγεις από τη Συρία, είσαι πρόσφυγας, αλλά ριψάσπις (!), γιατί σε διώξανε οι γονείς σου, σου δώσανε τα φράγκα που είχαν στην πάντα, τα πήρες εσύ στο πορτοφόλι… -Τι ήθελες, να μείνουν εκεί να σκοτωθούν;…Αφού έγινε το έλα να δεις… -Εμφύλιος είναι, δεν είναι πόλεμος…Εξισλαμίζουν την πατρίδα μας και επειδή αυτοί γεννοβολάνε σαν κουνέλια, δεν θα υπάρχει Ελλάδα, δεν θα υπάρχουν Ελληνες…Θα σ’ αναγκάσουνε να ζήσεις κάτω από άλλες συνθήκες και εγώ δεν θέλω να το επιτρέψω, γιατί την πατρίδα μου την αγαπώ λίγο παραπάνω από την οικογένειά μου. Το ΡΙΚ, ανταποκρινόμενο στην παράκληση της Επιτροπής να παραθέσει τις απόψεις του, ανέφερε ότι «απορρίπτει κατηγορηματικά και εκφράζει την έντονη ένσταση του στις καταγγελίες». Ανέφερε επίσης ότι αυτό που προέχει είναι η ελευθερία της έκφρασης και του λόγου, της διακίνησης των ιδεών και της προβολής όλων των απόψεων "ανεξάρτητα αν συμφωνούμε ή όχι με αυτές". Υποστήριξε πως οποιαδήποτε μορφή λογοκρισίας στην εκπομπή ή μη μετάδοση της θα καταστρατηγούσε τις αρχές αυτές και θα ήταν παράνομη και αντιδεοντολογική. Εξ άλλου, ανάφερε πως έθεσε το περιεχόμενο της εκπομπής στην κρίση των τηλεθεατών και της κοινωνίας, «μιας κοινωνίας που είναι ικανή να απορρίψει ιδέες και απόψεις τις οποίες δεν ασπάζεται και δεν υιοθετεί. Το σημαντικό είναι να υπάρχει αντίλογος και το ΡΙΚ προτίθεται-όπως και πράττει συνεχώς-να φιλοξενήσει σύντομα και την αντίθετη άποψη…. Το ΡΙΚ δεν ενστερνίζεται ποσώς τις απόψεις του φιλοξενούμενου στην εν λόγω εκπομπή». Ο παρουσιαστής της εκπομπής Τάσος Τρύφωνος ανέφερε στην απάντησή του πως είχε συνεννοηθεί με τον κ. Σφακιανάκη ότι δεν θα δεχτεί ερωτήσεις που θα του δώσουν την ευκαιρία να αναπτύξει τις ακραίες θέσεις του όσον αφορά σε πολιτικά ή κοινωνικά θέματα ( Χρυσή Αυγή, χούντα, μετανάστες, σύμφωνο συμβίωσης, θρησκεία κτλ.), κάτι το οποίο αποδέχτηκε. Περαιτέρω ανέφερε πως στην εκπομπή δεν υποβλήθηκε κανένα ερώτημα για τη μετανάστευση και τους πρόσφυγες αλλά όταν ο φιλοξενούμενος άρχισε να μιλά εναντίον των προσφύγων-μεταναστών προσπάθησε να του υποδείξει ότι διαφωνούσε με όσα ανέφερε και όταν είδε ότι παρά τις υποδείξεις δεν συμμορφωνόταν άλλαξε θέμα συζήτησης. Ο παρουσιαστής ανέφερε ότι στο μοντάζ κρατήθηκε το επίμαχο απόσπασμα γιατί ο ίδιος θεώρησε πως δεν υπήρχε παρότρυνση ή ρητορική μίσους αλλά προσωπικές απόψεις του Σφακιανάκη και θα έπρεπε να κριθεί γι’ αυτές εφ’ όσον παρά τις υποδείξεις επέμενε να τις διατυπώσει. Κατά τη διάρκεια της προβολής περνούσε στο πάνω μέρος της οθόνης συρόμενο μήνυμα που ανέφερε ότι το ΡΙΚ δεν ασπάζεται και δεν υιοθετεί τις απόψεις του καλλιτέχνη. Επίσης ανέφερε ότι προσωπικά στην καθημερινή ραδιοφωνική του εκπομπή και σε αρθρογραφία του σε Κυριακάτικη εφημερίδα στέκεται απέναντι σε θέματα ρατσισμού και ξενοφοβίας. Τα παράπονα εξετάστηκαν υπό το πρίσμα των προνοιών του άρθρου 12 του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, περί δυσμενών διακρίσεων, που προβλέπει ότι: «Τα Μ.Μ.Ε. αποφεύγουν οποιαδήποτε απ’ ευθείας ή άλλη αναφορά ή ενέργεια εναντίον προσώπου η οποία περιέχει στοιχεία προκατάληψης με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη γλώσσα, τη θρησκεία, τις πολιτικές ή άλλες πεποιθήσεις, την εθνική ή κοινωνική προέλευση, την περιουσία, την καταγωγή, την ηλικία, το φύλο και το προσωπικό καθεστώς, περιλαμβανομένης της φυσικής ή διανοητικής ασθένειας ή αναπηρίας. Ο χλευασμός, η διαπόμπευση και ο διασυρμός ατόμων ή ομάδων είναι ανεπίτρεπτος». Η Επιτροπή αποφάσισε ότι οι προαναφερθείσες αναφορές που παρατέθηκαν ενδεικτικά και άλλες ήταν κατάφωρα ρατσιστικές και μισαλλόδοξες αφού ήταν σαφώς απαξιωτικές για τους μετανάστες και με αυτές επιχείρησε να περάσει την ιδέα ότι οι μετανάστες είναι βιαστές της Ελλάδας, πλούσιοι άνθρωποι που φεύγουν από την πατρίδα τους για να αποφύγουν τον κίνδυνο του πολέμου, ή είναι μέρος συνωμοσίας για να καταστραφεί η Ελλάδα με την αλλαγή της δημογραφικής σύνθεσης του πληθυσμού της. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι η ευθύνη του ΡΙΚ για την παραχώρηση της ευκαιρίας στον κ Σφακιανάκη να διακηρύξει τις ρατσιστικές και μισαλλόδοξες απόψεις του μεγιστοποιείται από το γεγονός ότι είχε τη δυνατότητα να μην προβάλει τη ρητορική μίσους, που ήταν αντίθετη όχι μόνο προς τη δημοσιογραφική δεοντολογία, αλλά και ενάντια στο νόμο περί Καταπολέμησης του Ρατσισμού. Η εκπομπή ήταν μαγνητοσκοπημένη και υπήρχε δυνατότητα είτε να μη μεταδοθεί καθόλου είτε να αφαιρεθούν τα επίμαχα σημεία, ιδιαίτερα μετά τις παρεμβάσεις που έγιναν προς τη διεύθυνση του Ιδρύματος. Το ΡΙΚ επικαλέστηκε ως δικαιολογία για την προβολή της ρατσιστικής ρητορικής ο δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης και της διακίνησής των ιδεών και της προβολής όλων των απόψεων. Η Επιτροπή επισημαίνει πως το δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης δεν είναι απεριόριστο, αλλά υπόκειται στους περιορισμούς του σεβασμού των δικαιωμάτων των άλλων, της τήρηση της νομιμότητας και της δημοσιογραφικής δεοντολογίας. Δεν είναι επιτρεπτό εν ονόματι της ελευθερίας της έκφρασης ένας δημόσιος ραδιοτηλεοπτικός σταθμός να προβάλλει ρατσιστικές απόψεις. Μακράν του να συνιστά λογοκρισία, η αποφυγή μετάδοσης της ρατσιστικής ρητορικής που προαναφέρθηκε, η μη μετάδοση της θα αποτελούσε συμμόρφωση προς τις επιταγές του νόμου και της δημοσιογραφικής δεοντολογίας. Ο εναρμονιστικός νόμος περί Καταπολέμησης ορισμένων μορφών ρατσισμού του 2011 προνοεί φυλάκιση 5 ετών και πρόστιμο €10.000 για όσους μεταδίδουν ρατσιστικά μηνύματα. Ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας απαγορεύει τις δυσμενείς διακρίσεις και το διασυρμό λόγω, μεταξύ άλλων, φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής, διαφοράς χρώματος ή θρησκείας. Η προαγωγή της πολυφωνίας δεν σημαίνει προαγωγή της ασυδοσίας. Κατ' αναλογία, θα μπορούσε να επιτραπεί σε ένα παιδεραστή να προβάλλει τις απόψεις του υπέρ της παιδεραστίας με επίκληση του δικαιώματος της ελευθερίας έκφρασης. Οι θέσεις του ΡΙΚ περί μετάδοσης των πάντων ώστε να αφήνεται στην κρίση των τηλεθεατών και της κοινωνίας, «μιας κοινωνίας που είναι ικανή να απορρίψει ιδέες και απόψεις τις οποίες δεν ασπάζεται και δεν υιοθετεί" είναι και ανεδαφικές και επικίνδυνες για την κοινωνία. Η αντίληψη που εκφράζεται περί της κοινωνίας ως ενός συνόλου ανθρώπων απόλυτα λογικών και ικανών να ξεχωρίσουν το καλό από το κακό είναι απλοϊκή και εκτός πραγματικότητας και θα πρέπει αυτό να το έχει υπόψη ένας ραδιοτηλεοπτικός σταθμός, και δη δημόσιος. Η κοινωνία αποτελείται από επί μέρους άτομα και ομάδες με ίδιες αντιλήψεις και διαφορετικό βαθμό ικανότητας να ξεχωρίζει το καλό από το κακό και και το επιβλαβές. Τα ΜΜΕ, και δη το ΡΙΚ ως δημόσια ραδιοτηλεόραση, έχουν καθήκον να προστατεύουν ομάδες που είναι ευάλωτες ή επιρρεπείς στην προπαγάνδα μίσους. Το παράδειγμα της Χιτλερικής προπαγάνδας περί Αρίας φυλής μετέτρεψε τη Γερμανική κοινωνία σε μια μηχανή θανάτου εκατομμυρίων. Η Επιτροπή θεωρεί ότι το φόρτωμα της ευθύνης στην κοινωνία να δεχθεί ή να απορρίψει ιδέες και απόψεις που δεν συμμερίζεται συνιστά προσπάθεια του ΡΙΚ να απεκδυθεί των δικών του ευθυνών έναντι του συνόλου της κοινωνίας. Το επιχείρημα του αντιλόγου δεν ευσταθεί. Δεν υπήρξε όταν μεταδίδονταν οι ρατσιστικές αντιλήψεις του Σφακιανάκη, πέραν των ανεπιτυχών παρεμβάσεων του παρουσιαστή να τον πείσει ότι δεν θα έπρεπε να τις εκστομίζει. Η αντίληψη ότι μπορεί να επιτρέπεται η προβολή απόψεων που παραβιάζουν το νόμο με το επιχείρημα ότι θα υπάρξει αντίλογος είναι ανεπαρκής, γιατί δεν είναι δυνατό να επιτρέπεται μετάδοση ρατσιστικής ρητορικής μίσους με το επιχείρημα ότι θα απαντηθεί σε ένα μελλοντικό αντίλογο. Η Επιτροπή επιθυμεί τέλος να κάμει εύφημη μνεία του γεγονότος ότι ο τηλεπαρουσιαστής τουλάχιστο προσπάθησε να σταματήσει, πλην ανεπιτυχώς, τη ρατσιστική ρητορική του φιλοξενούμενού του. Επίσης επιθυμεί να υποδείξει, γενικότερα, ότι οι τηλεπαρουσιαστές σε κάθε περίπτωση οφείλουν να διαχωρίζουν με σθένος και αποφασιστικότητα τη θέση τους από ανάλογες τοποθετήσεις. Η Επιτροπή θεωρεί ότι ένας συρόμενος υπέρτιτλος που εξέφραζε τη διαφωνία του ΡΙΚ σε όσα είχαν αναφερθεί δεν ήταν ούτε αρκετός ούτε σοβαρό άλλοθι για την ευκαιρία που δόθηκε να προβληθούν ακραίες απόψεις μίσους.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
11/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
12/04/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (11/17/3/2016) από δημοσιογράφο ότι διάφορες ιστοσελίδες δημοσιοποίησαν αποκλειστικά προσωπική και οικογενειακή του υπόθεση, χωρίς τη δική του συγκατάθεση. Ειδικότερα, ανέφερε ότι η ιστοσελίδα show-biz δημοσίευσε και η ιστοσελίδα celebrity αναδημοσίευσε από την πρώτη, είδηση που αναφερόταν στο χωρισμό του από τη σύζυγό του. Οι προαναφερθείσες ιστοσελίδες δημοσίευσαν επίσης φωτογραφίες του ζεύγους και των δύο κατά μόνας. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι και άλλες ιστοσελίδες στην Κύπρο, όπως όπως η SigmaLive, Cyprusnews, Reporter, καθώς και στην Ελλάδα επίσης αναδημοσίευσαν τις πληροφορίες Ο δημοσιογράφος ανέφερε στο παράπονό του ότι του ήταν πραγματικά ακατανόητο να γράφει ο συντάκτης της είδησης πως ο χωρισμός έγινε μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας και με άκρα διακριτικότητα και από την άλλη να δημοσιεύει τις πληροφορίες. Επίσης ανέφερε: «Θεωρώ ότι τέτοιου είδους παρεμβάσεις στη προσωπική ζωή των ανθρώπων και δημοσιοποιήσεις προσωπικών τους στιγμών, χωρίς την έγκριση των εμπλεκομένων, περιπλέκουν την κατάσταση και απομακρύνουν την όποια θετική πιθανή εξέλιξη». Στην παράκληση της Επιτροπής προς τις ιστοσελίδες να παραθέσουν τις απόψεις τους επί του παραπόνου ανταποκρίθηκε μέσω νομικού συμβούλου μόνο η cyprusnews, η οποία ανήκει στο ίδιο συγκρότημα με την showbiz. Στην απάντηση παρατέθηκαν διάφορες αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ως προς το τι είναι δημόσιο πρόσωπο, με την παρατήρηση ότι τα πολιτικά πρόσωπα πρέπει να έχουν περισσότερη ανεκτικότητα σε δημοσιεύματα που αναφέρονται σ’ αυτά. Ανέφερε επίσης ότι η αρχή αυτή «επεκτείνεται σε κάθε πρόσωπο το οποίο μπορεί να χαρακτηρισθεί δημόσιο πρόσωπο, δηλαδή το πρόσωπο εκείνου που με τις πράξεις του…ή από την ίδια τη θέση του … εισέρχεται στη σφαίρα της ‘δημόσιας κονίστρας΄». Περαιτέρω υποστήριξε πως ο παραπονούμενος, λόγω της ιδιότητας του δημοσιογράφου, είναι δημόσιο πρόσωπο του οποίου υπό προϋποθέσεις, η ιδιωτική ζωή μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης. Εξ άλλου, ανέφερε ότι στο δημοσίευμα δεν γινόταν καμία απολύτως κριτική και πρόβαλε τον ισχυρισμό ότι αν έχει εκδοθεί διαζύγιο, τότε υπάρχει δικαστική απόφαση, που με βάση το σύνταγμα εκδόθηκε δημόσια κα επομένως το δημοσίευμα ήταν απολύτως προνομιούχο. Η Επιτροπή εξέτασε το παράπονο υπό το πρίσμα του άρθρου 3 περί ιδιωτικής ζωής, το οποίο προβλέπει ότι: «Η υπόληψη και η ιδιωτική ζωή κάθε προσώπου τυγχάνουν σεβασμού και δεν αποκαλύπτονται στοιχεία προσωπικού χαρακτήρα. Παρεμβάσεις και έρευνες στην ιδιωτική ζωή προσώπων, χωρίς τη συγκατάθεσή τους, περιλαμβανομένης της λήψης φωτογραφιών προσώπων χωρίς τη γνώση ή συγκατάθεσής τους - εκτός εάν εμπλέκονται σε γεγονότα ή καταστάσεις που συνιστούν είδηση γενικότερου ενδιαφέροντος- ή σε ιδιωτική περιουσία, καθώς και η εξασφάλιση πληροφοριών με μηχανισμούς υποκλοπής ή μακράς φωτογράφησης είναι γενικά απαράδεκτες, η δε δημοσιοποίησή τους μπορεί να δικαιολογηθεί μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις και αποκλειστικά προς το δημόσιο συμφέρον». Η Επιτροπή μελέτησε προσεκτικά τη θέση ότι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων επιτρέπουν την παρέμβαση στην προσωπική και οικογενειακή κατάσταση προσώπων που βρίσκονται στη λεγόμενη δημόσια κονίστρα. Ανεξάρτητα από τις νομικές τοποθετήσεις, ο κανόνας που ισχύει είναι ότι τα ΜΜΕ μπορούν να ασχολούνται με την προσωπική ή οικογενειακή ζωή δημοσίων προσώπων μόνον όταν αυτή έχει άμεση σχέση με το αξίωμα, το λειτούργημα ή τις θέσεις που δημοσίως υποστηρίζουν. Καθοδηγητικός κανόνας για την Επιτροπή είναι η απόφαση του ΕΔΑΔ στην υπόθεση της Πριγκίπισσας Καρολίνας του Μονακό, στην οποία έκρινε ότι και τα δημόσια πρόσωπα έχουν δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή, όπως για παράδειγμα να μη δημοσιεύονται φωτογραφίες σε ιδιωτικές ή οικογενειακές στιγμές. Στην ίδια υπόθεση το Δικαστήριο έθεσε ως κριτήριο για το επιτρεπτό της δημοσίευσης ή μη φωτογραφιών ή κειμένων σε σχέση με δημόσια πρόσωπα το κατά πόσο η δημοσιοποίηση έχει σκοπό να συμβάλει στη δημόσια συζήτηση επί θέματος δημοσίου ενδιαφέροντος. Το δικαστήριο θεώρησε ότι οι ιδιωτικές στιγμές της Καρολίνας του Μονακό δεν ανήκαν στις περιπτώσεις στις οποίες η δημοσιοποίησή τους θα συνέβαλλε στη συζήτηση θέματος δημοσίου ενδιαφέροντος. (Λεπτομέρειες: http://www.cmcc.org.cy/Cyprus_AIPCE.html#More_Carolina_Case ) Η Επιτροπή αποφάσισε ότι κάθε πρόσωπο που είναι γνωστό ευρύτερα στο κοινό δεν καθίσταται αυτομάτως δημόσιο πρόσωπο ώστε να δικαιολογείται οποιοσδήποτε να ασχολείται με την ιδιωτική του ζωή. Δημόσιο πρόσωπο, με βάση τις ισχύουσες αντιλήψεις, είναι το πρόσωπο του οποίου η ζωή, οι πράξεις και η συμπεριφορά αποτελούν το επίκεντρο έντονου δημόσιου ενδιαφέροντος, δηλαδή το πρόσωπο που είναι αρκούντως γνωστό ή διάσημο, όπως κυβερνητικοί επίσημοι, πολιτικοί, διασημότητες, ηθοποιοί, αθλητές με φήμη, ή το πρόσωπο το ίδιο προβάλλεται δημοσίως με την έκφραση γνώμης για θέματα δημοσίου ενδιαφέροντος ή απλώς εσκεμμένα και φορτικά προβάλλει τον εαυτό του δημοσίως, χάριν της προβολής. Η Επιτροπή δεν θεωρεί ότι ένας επαγγελματίας δημοσιογράφος είναι δημόσιο πρόσωπο επειδή το επάγγελμά του του επιβάλλει να εμφανίζεται δημόσια, ώστε να δικαιολογείται αναφορά στην ιδιωτική και οικογενειακή του κατάσταση, ούτε και η οικογενειακή του κατάσταση βρίσκεται σε συνάφεια ή σχέση με την εργασία του. Αν ίσχυε κάτι τέτοιο, τότε κατ’ αναλογία και άλλοι γνωστοί επαγγελματίες, για παράδειγμα γνωστοί δικηγόροι, γιατροί, αρχιτέκτονες η επιχειρηματίες θα μπορούσαν να καταταγούν μεταξύ των δημοσίων προσώπων και η ιδιωτικής τους ζωή θα μπορούσε να αποτελεί αντικείμενο δημόσιας περιέργειας ή συζήτησης. Ο παραπονούμενος, ως δημοσιογράφος της τηλεόρασης δεν διαφέρει καθόλου από ένα δημοσιογράφο του γραπτού λόγου ή του ραδιοφώνου, πέραν του ότι για να κάμει τη δουλειά του είναι υποχρεωμένο να εμφανίζεται από την τηλεόραση. Αυτό όμως δεν τον καθιστά δημόσιο πρόσωπο, ώστε η ιδιωτική του ζωή να μπορεί να είναι αντικείμενο δημόσιας περιέργειας και σχολιασμού ή το κοινό να έχει συμφέρον ή δικαίωμα να γνωρίζει για την ιδιωτική του ζωή. Η Επιτροπή θεωρεί και τονίζει ότι άλλο είναι το συμφέρον των πολιτών να γνωρίζουν τι κάνουν και πως συμπεριφέρονται δημόσια άτομα όταν η συμπεριφορά αυτή έχει άμεση συνάφεια με τη θέση, το λειτούργημα ή τα αξίωμα που κατέχουν και άλλο η δημόσια περιέργεια που πηγάζει από κουτσομπολίστικη διάθεση. Ακόμα και αν γινόταν δεκτό ότι ο παραπονούμενος είναι δημόσιο πρόσωπο με την έννοια που αναφέρθηκε πιο πάνω, που δεν είναι, ο χωρισμός από τη σύζυγο του δεν έχει καμιά σχέση με το επάγγελμά του και πώς το ασκεί και επομένως το κοινό δεν έχει έννομο δικαίωμα να γνωρίζει την οικογενειακή του κατάσταση. Εξ άλλου, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η μη άσκηση κριτικής για το χωρισμό του παραπονούμενου, την οποία επικαλέστηκε η cyprusnews δεν μεταβάλλει την κατάσταση όσον αφορά στην παρέμβαση στην ιδιωτική και οικογενειακή του ζωή και κατάσταση. Ούτε μπορούν να ληφθούν υπόψη υποθέσεις ή εικασίες κατά πόσο εκδόθηκε δικαστικό διαζύγιο ή όχι και αν έγιναν δημόσιες ακροάσεις και επομένως δεν μπορεί να ευσταθήσει η επίκληση της δημοσιοποίησης δικαστικής απόφασης. Ακόμα και αν υπήρχε δικαστική διαδικασία, δεν δικαιολογείται η παρέμβαση στην ιδιωτική ζωή του παραπονουμένου. Και σε άλλες περιπτώσεις γίνονται δημόσιες δικαστικές ακροάσεις για θέματα με τα οποία κατά κανόνα είναι ανεπίτρεπτο να ασχολούνται οι δημοσιογράφοι και τα ΜΜΕ, όπως για παράδειγμα η δημοσιοποίηση αυτοκτονιών. Η Επιτροπή επίσης αποφάσισε ότι, εν όψει τον στοιχείων που κατέχει, είναι ανακριβής ο ισχυρισμό ότι η ιστοσελίδα cyprusnews δε δημοσίευσε την είδηση, αλλά μόνο συνδέσμους ως μηχανή αναζήτησης. Στις 16 Μαρτίου, 2013, δημοσιεύθηκε ο τίτλος «Χώρισαν ***-***» και σύνδεσμος που παρέπεμπε σε τουλάχιστο δύο ιστοσελίδες που είχαν δημοσιεύσει την είδηση. Η αναδημοσίευση ή παραπομπή στην είδηση συνιστά παραβίαση της ιδιωτικής ζωής, και είναι περισσότερο σοβαρή από την πρώτη δημοσίευση, γιατί καθιστά ένα γεγονός ευρύτερα γνωστό. Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή κατέληξε στην απόφαση ότι η δημοσίευση είδησης για το χωρισμό του παραπονουμένου από τη σύζυγό του συνιστούσε παραβίαση των προνοιών του άρθρου 11 του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας που καθιστά ανεπίτρεπτη την παρέμβαση στην ιδιωτική ζωή και την αποκάλυψη προσωπικών δεδομένων. Περαιτέρω, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η αναφορά στο χωρισμό του ζεύγους αντανακλά στα παιδιά, αποκαλύπτοντας δεδομένα που αφορούν στην ιδιωτική τους ζωή και κατά συνέπεια παραβίαση του ίδιου άρθρου του Κώδικα σε σχέση και με τα παιδιά.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
10/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
12/04/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (10/8/2/2016) από γυναίκα εναντίον της εφημερίδας ΣΗΜΕΡΙΝΗ και του δημοσιογράφου Μάριου Δημητρίου για αποκάλυψη προσωπικών στοιχείων της ίδιας και του παιδιού της. Το παράπονο αναφερόταν σε δημοσίευμα του Μάριου Δημητρίου στη «Σημερινή», στις 17/2/2016, κάτω από τον τίτλο «Δυο ξένοι στο πάρκο» σχετικά με την περίπτωση δύο ατόμων, γονέων του εν διαστάσει συζύγου της παραπονουμένης, τους οποίους συνάντησε σε ένα μικρό πάρκο στο οποίο ο εν διαστάσει σύζυγος της οργάνωσε πάρτι γενεθλίων για να προβάλει δημοσίως το γεγονός ότι έχει αποξενωθεί από το παιδί του. Το άρθρο συνοδευόταν από φωτογραφία των δύο ατόμω ενώ κα΄θονταν σε παγκάκι στο πάρκο. Ο Μάριος Δημητρίου έγραψε ανάμεσα σε άλλα ότι τα δύο άτομα που εμφανίζονταν στη φωτογραφία πήγαν εκεί για τα γενέθλια του εγγονού τους, που είχαν να δουν 22 μήνες, αναφέροντας ότι «κάποιοι αποξενώνουν από τα παιδιά όχι μόνο τον πατέρα ή τη μητέρα, αλλά και όλη την οικογένεια του αποξενωμένου γονιού». Ο Μάριος Δημητρίου παρέθεσε τις απόψεις του εκφράζοντας έκπληξη για το παράπονο, αναφέροντας ότι δεν κατονόμασε την παραπονούμενη. Στην απάντησή του προς την Επιτροπή ανέφερε: «Να αναφέρω αρχικά ότι λυπάμαι πραγματικά για την αναστάτωση που πέρα από κάθε πρόθεσή μου, προκάλεσε στην κυρία *** το άρθρο, το οποίο γράφτηκε με σεβασμό προς την υπόληψη και την ιδιωτική της ζωή, αλλά και προς τα στοιχειώδη δικαιώματα του ανήλικου παιδιού της και με κίνητρο την εξυπηρέτηση του συμφέροντος του παιδιού, όπως προνοεί και ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Θέμα του άρθρου είναι τα επώδυνα συναισθήματα ενός ζεύγους συνταξιούχων, που τυγχάνει να είναι οι γονείς του εν διαστάσει συζύγου της κυρίας ***, λόγω της αποξένωσής τους από το (...) εγγονάκι τους. Να διευκρινίσω ότι πριν συνομιλήσω μαζί τους, δεν τους γνώριζα, όπως δεν γνώριζα την κυρία *** και τον πρώην σύζυγό της». Ανέφερε ότι το δημοσίευμα επικεντρωνόταν στην έκκληση τους για αποκατάσταση της επικοινωνίας με το εγγονάκι τους και πρόσθεσε ότι το άρθρο του δεν περιείχε κανένα προσβλητικό ή άλλο χαρακτηρισμό προς οποιονδήποτε και δεν είχε κουτσομπολίστικο χαρακτήρα. Πρόσθεσε πως δεν ήταν τυχαίο, ή αποσπασματικό, αλλά αποτελούσε συνέχεια μιας σειράς περισσότερων από δέκα ρεπορτάζ, τα οποία επισύναψε, αλλά και άρθρων του για το κοινωνικό πρόβλημα της γονικής αποξένωσης, που κατά την περίοδο εκείνη βρισκόταν στο επίκεντο συζυτήσεων στα ΜΜΕ και ακόμα πιο έντονα, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, μετά και την ίδρυση Ομάδας γονιών κατά της γονικής αποξένωσης. Περαιτέρω ανέφερε πως η γονική αποξένωση, ως αποτέλεσμα του χωρισμού των συζύγων, απασχολεί έντονα χιλιάδες χωρισμένα ζευγάρια και τους στενούς συγγενείς τους, το Γραφείο της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, το Οικογενειακό Δικαστήριο, την Αστυνομία, τις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες, τους ψυχολόγους και τους κοινωνιολόγους, αλλά και τον νομικό και τον πολιτικό κόσμο της Κύπρου και συζητήθηκε στην Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Βουλής, δύο φορές το τελευταίο διάστημα - τον Ιούλιο 2015 και τον Δεκέμβριο 2015 – ενώ συνεχίζει να βρίσκεται υπό συζήτηση στη Βουλή. Εξ άλλου, ανέφερε πως η περίπτωση του άρθρου του δεν είχε καμιά σχέση με το παράπονο που αφορούσε σε εκπομπή τηλεοπτικού σταθμού, για την οποία υποβλήθηκε επίσης παράπονο (υπόθεση 9/2016). Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι το άρθρο ήταν γραμμένο με λεπτότητα και με σεβασμό προς όσους αντιμετωπίζουν το πρόβλημα της αποξένωσης από τα παιδιά τους ή τα εγγόνια τους. Η Επιτροπή εξέφρασε επίσης την ευαρέσκειά της για το γεγονός ότι ο Μάριος Δημητρίου επέδειξε, όπως πάντοτε, προθυμία συνεργασίας και υποβοήθησης του έργου της εξέτασης του παραπόνου. Εξ άλλου, διαπίστωσε ότι ότι γράφοντάς το επίμαχο άρθρο, ο Μάριος Δημητρίου δεν είχε πρόθεση να θίξει είτε την παραπονούμενη είτε να βλάψει το παιδί της. Ωστόσο, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι ανεξάρτητα από τις ευγενείς προθέσεις του δημοσιογράφου, παραμένει το γεγονός ότι το δημοσίευμα θα ήταν δυνατό να οδηγήσει στην αποκάλυψη της ταυτότητας της παραπονούμενης, λόγω της δημοσίευσης της φωτογραφίας του ζεύγους που παραπονέθηκε ότι είχε αποξενωθεί από του εγγονάκι τους, δεδομένου ότι είναι βέβαιο πως υπάρχουν άνθρωποι που γνωρίζουν το ζευγάρι και επομένως θα μπορούσε να αναμένεται ότι θα αναγνώριζαν τον πατέρα του παιδιού και συνεπώς και την εν διαστάσει συζύγου του και του παιδιού. Για να υπάρξει αναγνώριση δεν χρειάζεται να γίνει από πολλούς. Η αναγνώριση συντελείται έστω και αν ένας μόνο συγγενής, φίλος, γείτονας ή γνωστός στο περιβάλλον της μητέρας είτε στη γειτονιά είτε στην εργασία αναγνωρίσει την ίδια και το παιδί και επομένως παραβιάζονται οι πρόνοιες του Κώδικα περί ιδιωτικής ζωής και μη αποκάλυψης προσωπικών δεδομένων. Επίσης πρέπει να τονισθεί ότι δεν είναι ανάγκη η αναγνώριση να γίνει από ένα ευρύτερο κύκλο ανθρώπων και ότι η αναγνώριση έχει μεγαλύτερη σημασία όταν πραγματώνεται από ανθρώπους του στενού περιβάλλοντος ενός προσώπου παρά από ένα σύνολο αγνώστων. Υπό το φως των ανωτέρω διαπιστώσεων, η Επιτροπή προχώρησε στην περαιτέρω εξέταση του θέματος υπό το πρίσμα των διατάξεων των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας και ειδικότερα των άρθρων 3 περί ιδιωτικής ζωής και 11 περί προστασίας των παιδιών. Το άρθρο 3 προβλέπει ότι «η υπόληψη και η ιδιωτική ζωή κάθε προσώπου τυγχάνουν σεβασμού και δεν αποκαλύπτονται στοιχεία προσωπικού χαρακτήρα…. η δε δημοσιοποίησή τους μπορεί να δικαιολογηθεί μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις και αποκλειστικά προς το δημόσιο συμφέρον». Το δημόσιο συμφέρον δεν αφορά στο τι ο δημοσιογράφος υποθέτει ότι είναι προς όφελος του παιδιού ή των παππούδων, αλλά καθορίζεται εξαντλητικά και αναφέρεται στην προστασία της δημόσιας ασφάλειας και υγείας, στην ανίχνυεση ή αποκάλυψη εγκλήματος, στην προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και στην παρεμπόδιση παραπλάνησης του κοινού ως αποτέλεσμα πράξεων ή δηλώσεων. Εξ άλλου, το άρθρο 11 προβλέπει ότι «οι λειτουργοί (των ΜΜΕ) κατά κανόνα δεν παίρνουν συνεντεύξεις από και δεν φωτογραφίζουν παιδιά κάτω των 16 ετών σε σχέση με θέματα που αφορούν στην προσωπική τους κατάσταση ή ευημερία, χωρίς τη συγκατάθεση γονέως των ή άλλου ενηλίκου που έχει την ευθύνη γι’ αυτά. Τα Μ.Μ.Ε. και οι λειτουργοί των υποχρεούνται να τηρούν τις πρόνοιες της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού». Δεδομένης της δημοσίευσης της φωτογραφίας και της δυνατότητας κάποια άτομα να οδηγηθούν εμμέσως στην ταυτότητα της παραπονούμενης και του παιδιού, η Επιτροπή αποφάσισε ότι υπήρξε ακούσια παραβίαση του άρθρου 3 του κώδικα που προστατεύει το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή και απαγορεύει την αποκάλυψη προσωπικών δεδομένων. Ως προς το παιδί, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η πιθανή έμμεση αποκάλυψη της ταυτότητάς του και στοιχείων του, όπως η οικογενειακή του κατάσταση, συνιστά και πάλι ακούσια παραβίαση του άρθρου 11 του Κώδικα που αποσκοπεί στην προστασία των παιδιών. Η Επιτροπή αναφέρει συναφώς ότι με βάση τον Κώδικα, τα ΜΜΕ και οι δημοσιογράφοι υποχρεούνται να τηρούν τις πρόνοιες της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, που έχει επικυρωθεί από την Κυπριακή Δημοκρατία και συνεπώς έχει αυξημένη τυπική ισχύ έναντι άλλων νόμων. Το άρθρο 3 της Σύμβασης προβλέπει ότι σε οποιεσδήποτε αποφάσεις από οιονδήποτε πρόσωπο ή οργανισμό «πρέπει να λαμβάνεται πρωτίστως υπόψη το συμφέρον του παιδιού». Η Επίτροπος για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Παιδιού έχει επανειλημμένα υποδείξει ότι το συμφέρον του παιδιού είναι υπέρτερο του συμφέροντος οποιουδήποτε άλλου προσώπου περιλαμβανομένου του πατέρα ή της μητέρας. Επίσης, το άρθρο 16 της Σύμβασης προβλέπει ότι «κανένα παιδί δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αυθαίρετης ή παράνομης επέμβασης στην ιδιωτική του ζωή, στην οικογένεια του, στην κατοικία του ή στην αλληλογραφία του, ούτε παράνομων προσβολών της τιμής και της υπόληψης του». Υπό το φως των ανωτέρω προνοιών μπορεί να λεχθεί ότι η προστασία του παιδιού έναντι οποιασδήποτε παρέμβασης στην ιδιωτική του ζωή, ακόμη και όταν υπάρχει ισχυρισμός ότι γίνεται προς εξυπηρέτηση του συμφέροντός του, είναι απόλυτη. Μόνο σε πολύ εξαιρετικές περιπτώσεις στις οποίες με βάση αντικειμενικά κριτήρια πράγματι εξυπηρετείται το συμφέρον του παιδιού επιτρέπεται παρέμβαση στην ιδιωτική του ζωή. Η Επιτροπή αισθάνεται την ανάγκη να κάμει εύφημη μνεία για την προθυμία του Μάριο Δημητρίου για συνεργασία με την Επιτροπή και στην υπευθυνότητα και ευαισθησία με την οποία χειρίζεται τα κοινωνικά θέματα. Επισημαίνοντας και πάλι ότι η παραβίαση ήταν ακούσια, η Επιτροπή αναφέρει ότι θεώρησε ορθό να κάμει τις πιο πάνω επισημάνεις προκειμένου να επισύρει την προσοχή στο γεγονός ότι οι δημοσιογράφοι πρέπει να λαμβάνουν υπόψη πιθανές επιπτώσεις όταν αναφέρονται σε πρόσωπα κάτω από συνθήκες που είναι δυνατό να επηρεάσουν τρίτα άτομα.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
7/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
12/04/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (7/22/2/2016) από τον Αλβίνο Βασιλειάδη εναντίον της δημοσιογραφικής ιστοσελίδας TOTHEMAONLINE και της δημοσιογράφου Χριστιάνας Τσαγκάρη για δημοσίευση, στο πλαίσιο ρεπορτάζ για τα πρώτα χιόνια, την 1η Ιανουαρίου, 2016, φωτογραφίας χιονισμένου τοπίου στην κοινότητα Κυπερούντας, την οποία πήρε ο ίδιος, χωρίς τη συγκατάθεσή του. Ανέφερε επίσης ότι δημοσιεύθηκαν και φωτογραφίες άλλων, μεταξύ των οποίων και του Γενικού Ελεγκτή Οδυσσέα Μιχαηλίδη, προσθέτοντας ότι «προφανώς δεν θα είναι ούτε εις γνώση αυτών». Στο ρεπορτάζ δημοσιεύθηκαν συνολικά 12 φωτογραφίες από διάφορες περιοχές στις οποίες είχε χιονίσει, που ενδεχομένως να είχαν αναρτηθεί από χρήστες σελίδων κοινωνικής δικτύωσης, Facebook και άλλες, στους προσωπικούς τους λογαριασμούς. Παραθέτοντας τις απόψεις της ιστοσελίδας ενώπιον της Επιτροπής, ο διευθυντής σύνταξης Φάνης Μακρίδης ανέφερε ότι μόλις ο κ. Βασιλειάδης κοινοποίησε το παράπονό για τη χρησιμοποίηση της φωτογραφίας στη δημοσιογράφο Χριστιάνα Τσαγκάρη έδωσε οδηγίες και η φωτογραφία αφαιρέθηκε αμέσως. Παράλληλα, η δημοσιογράφος απολογήθηκε προς τον παραπονούμενο για τη χρήση της φωτογραφίας χωρίς την προηγούμενη συγκατάθεσή του. Με βάση τα ενώπιόν της στοιχεία, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η φωτογραφία στην οποία αναφέρεται ο παραπονούμενος λήφθηκε από τον προσωπικό του λογαριασμό στο Facebook και δημοσιεύθηκε ως μέρος ρεπορτάζ για τα πρώτα χρόνια του χρόνου στην ιστοσελίδα tothemaonline. Ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, άρθρο 7, περί πνευματικής ιδιοκτησίας, προβλέπει ότι «τα Μ.Μ.Ε. και οι λειτουργοί σέβονται και εφαρμόζουν το εκάστοτε ισχύον Δίκαιο και συμβάσεις που αφορούν στην προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας. Εκεί που επιτρέπεται, η αναδημοσίευση από άλλη πηγή γίνεται με σεβασμό προς το συγγραφέα/δημιουργό ή τον ιδιοκτήτη. Τα Μ.Μ.Ε. και οι λειτουργοί των υποχρεούνται να αναφέρουν την προέλευση». Με βάση την πρόνοια αυτή η Επιτροπή έχει εκδώσει εκτεταμένες αποφάσεις ύστερα από παράπονα στις οποίες καταγράφονται οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες δημοσιογράφοι αναδημοσιεύουν κείμενα ή παραθέτουν αποσπάσματα από πνευματικά έργα άλλων. (Ιδε υποθέσεις 24/2013, 4/2014, 14/2014, 12/2015 στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.cmcc.org.cy/Decisions/Decisions.html ) Η παρούσα περίπτωση περιπλέκεται από το γεγονός ότι η εμφάνιση των διαδικτυακών ΜΜΕ και των σελίδων κοινωνικής δικτύωσης έχει καταστήσει πολύ πιο διαδεδομένη και εν πολλοίς ανεξέλεγκτη τη χρήση πνευματικής δημιουργίας τρίτων και κατά συνέπεια στη δημιουργία σύγχυσης ως προς την έκταση της προστασίας των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και στην παραβίαση των δικαιωμάτων αυτών. Οσον αφορά στο Facebook, ισχύουν διάφοροι κανόνες όσον αφορά στην ορατότητα κειμένων ή φωτογραφιών, αναλόγως αν ο χρήσης επιτρέπει οι αναρτήσεις του να είναι ορατές μόνον από τον ίδιο, τους φίλους του, τους φίλους των φίλων του, από ορισμένα άτομα ή ομάδες ή από όλους τους χρήστες. Επομένως κείμενα ή φωτογραφίες που αναρτώνται σε προσωπικούς λογαριασμούς στο Facebook προορίζονται για εκείνους στους οποίους ο ιδιοκτήτης του λογαριασμού έχει δώσει άδεια θέασης. Ακόμη και όταν επιτρέπεται οι αναρτήσεις να είναι ορατές από όλους, αυτές εξ ορισμού προορίζονται για τους επισκέπτες του Facebook και μόνο και δεν σημαίνει ότι επιτρέπεται η άνευ ετέρου χρήση τους από τα ΜΜΕ και τους δημοσιογράφους. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή αποφάσισε ότι, προκειμένου να τηρούνται οι πρόνοιες του Κώδικα περί πνευματικής ιδιοκτησίας, οι δημοσιογράφοι οφείλουν προτού χρησιμοποιήσουν κείμενα ή φωτογραφίες που έχουν αναρτηθεί δημόσια σε προσωπικούς λογαριασμούς θα πρέπει απαραιτήτως, εκεί όπου είναι δυνατό, να λαμβάνουν την άδεια του ιδιοκτήτη. Αυτό προκύπτει από την πρόνοια του Κώδικα ότι «…η αναδημοσίευση από άλλη πηγή γίνεται με σεβασμό προς το συγγραφέα/δημιουργό ή τον ιδιοκτήτη». Περαιτέρω, το άρθρο 7 προβλέπει ότι «τα Μ.Μ.Ε. και οι λειτουργοί των υποχρεούνται να αναφέρουν την προέλευση», γεγονός που σημαίνει πως ακόμα και όταν έχει ληφθεί άδεια, ή σε περιπτώσεις που δεν χρειάζεται, (για παράδειγμα όταν πρόκειται για αναφορά σε απόσπασμα άρθρου ή λογοτεχνικού έργου ή για φωτογραφίες που έχουν χρησιμοποιηθεί προηγουμένως ευρέως) οι δημοσιογράφοι και τα ΜΜΕ έχουν υποχρέωση να αναφέρουν την πηγή, όταν είναι γνωστή. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι υπήρξε παραβίαση των προνοιών του Κώδικα ως αναφέρθηκε ανωτέρω, η οποία ήρθη με την αφαίρεση της φωτογραφίας και την απολογία της δημοσιογράφου. Η Επιτροπή εξέφρασε την ευαρέσκειά της για την άμεση άρση της παραβίασης καθώς και την απολογία τα δημοσιογράφου, σε συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις της δημοσιογραφικής δεοντολογίας.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
8/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
12/04/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (8/4/3/2016) από τη δημοσιογράφο Τώνια Σταυρινού για δημοσίευση είδησης σε δύο ιστοσελίδες, στην οποία αναφερόταν ότι τηλεπαρουσιαστής απολύθηκε από τον τηλεοπτικό σταθμό στον οποίο εργαζόταν, ύστερα από τη δημοσιοποίηση δύο βίντεο τα οποία τον παρουσίαζαν σε πολύ προσωπικές στιγμές. Το παράπονο ανέφερε ότι το δημοσίευμα συνιστούσε «σοβαρή παραβίαση προσωπικών δεδομένων ενός ανθρώπου, που λόγω της φύσης της εργασίας του αποτέλεσε αντικείμενο χυδαίας επίθεσης για ένα πολύ προσωπικό του βίντεο που διέρρευσε κακόβουλα». Το παράπονο αφορούσε σε δημοσίευμα στην ιστοσελίδα famous-news.com.cy στις 2/4/2016 και στην ιστοσελίδα larnakaonline, η οποία ανάρτησε το δημοσίευμα την επομένη, αναφέροντας ως πηγή την πρώτη ιστοσελίδα. Η Γραμματεία υπέδειξε προφορικά σε αρμόδιο δημοσιογράφο-μέτοχο στη larnakaonline ότι η είδηση αποκάλυπτε αυστηρώς προσωπικά δεδομένα και παραβίαζε την ιδιωτική ζωή ενός ατόμου και υπέβαλε παράκληση να αφαιρεθεί η είδηση. Ο δημοσιογράφος απάντησε ότι η εφημερίδα δεν δημοσίευσε τίποτε, αλλά απλώς αναδημοσίευσε πληροφορίες από τη famous-news, εννοώντας ότι δεν είχε ευθύνη για την είδηση. Στη famous-news στάληκε από τη Γραμματεία επιστολή με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο στις 4 Μαρτίου, 2015, με τη επισήμανση ότι το δημοσίευμα συνιστούσε προφανή παραβίαση των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί σεβασμού της ιδιωτικής ζωής και προσωπικών δεδομένων, καθώς και δημοσίευσης πληροφοριών που ήταν αποτέλεσμα υποκλοπής. Η ιστοσελίδα απάντησε ότι η ανάρτηση της είδησης οφειλόταν σε απειρία των δημοσιογράφων της και σε άγνοια του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας και ζήτησε να ενημερωθεί για το περιεχόμενό του. Επίσης ανέφερε ότι αφαίρεσε αμέσως την είδηση. Η Επιτροπή εξέφρασε ευαρέσκεια για το γεγονός ότι η famous-news αναγνώρισε το λάθος και αφαίρεσε το κείμενο και τη φωτογραφία, καθώς και για το γεγονός ότι ζήτησε ενημέρωση για τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Επί της ουσίας του παραπόνου, η Επιτροπή αποφάσισε ότι και στις δύο περιπτώσεις υπήρξε παραβίαση του άρθρου 3 του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, το οποίο προβλέπει ότι: «Η υπόληψη και η ιδιωτική ζωή κάθε προσώπου τυγχάνουν σεβασμού και δεν αποκαλύπτονται στοιχεία προσωπικού χαρακτήρα. Παρεμβάσεις και έρευνες στην ιδιωτική ζωή προσώπων, χωρίς τη συγκατάθεσή τους, περιλαμβανομένης της λήψης φωτογραφιών προσώπων χωρίς τη γνώση ή συγκατάθεσής τους - εκτός εάν εμπλέκονται σε γεγονότα ή καταστάσεις που συνιστούν είδηση γενικότερου ενδιαφέροντος- ή σε ιδιωτική περιουσία, καθώς και η εξασφάλιση πληροφοριών με μηχανισμούς υποκλοπής ή μακράς φωτογράφησης είναι γενικά απαράδεκτες, η δε δημοσιοποίησή τους μπορεί να δικαιολογηθεί μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις και αποκλειστικά προς το δημόσιο συμφέρον». Οι εξαιρέσεις του δημοσίου συμφέροντος αφορούν στην προστασία της δημόσιας ασφάλειας και υγείας, στην προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, στην ανίχνευση εγκλήματος και στην παρεμπόδιση παραπλάνησης του κοινού ως αποτέλεσμα πράξεων ή δηλώσεων. Επίσης αποφάσισε ότι η δημοσίευση των πληροφοριών συνιστούσε διασυρμό κατά παράβαση της πρόνοιας του άρθρου 12 περί δυσμενών διακρίσεων λόγω οποιωνδήποτε χαρακτηριστικών προσωπικού χαρακτήρα, το οποίο επίσης θεωρεί ως ανεπίτρεπτο το χλευασμό, τη διαπόμπευση και το διασυρμός ατόμων ή ομάδων. Η Επιτροπή αποφάσισε περαιτέρω ότι υπήρξε παραβίαση της πρόνοιας περί απόκτησης πληροφοριών, δεδομένου ότι δημοσιεύθηκε σύνδεσμος σε βίντεο και περιγραφή του περιεχομένου του βίντεο, του οποίου η απόκτηση έγινε υπό συνθήκες που συνιστούσαν υποκλοπή, κατά παράβαση των πιο κάτω προνοιών του άρθρου 6: «Οι λειτουργοί γενικά δεν πρέπει να επιχειρούν να εξασφαλίσουν, οι ίδιοι ή μέσω τρίτων, πληροφορίες ή εικόνες/φωτογραφίες με ψευδείς παραστάσεις ή με άλλο δόλιο τρόπο. Με εξαίρεση την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, έγγραφα και εικόνες/φωτογραφίες μπορούν να λαμβάνονται μόνο με τη συγκατάθεση του ιδιοκτήτη τους. Οι λειτουργοί δεν αποκτούν, ούτε προσπαθούν να αποκτήσουν, πληροφορίες ή εικόνες/φωτογραφίες με εκφοβισμό ή εκβιασμό». Η Επιτροπή θεωρεί χρήσιμο να επισημάνει προς όλους ότι η παρέμβαση στην ιδιωτική ζωή οποιουδήποτε είναι ανεπίτρεπτη, ακόμη και όταν πρόκειται για δημόσια πρόσωπα, εκτός αν η παρέμβαση αφορά σε θέμα που έχει άμεση σχέση με το αξίωμα, τα καθήκοντα και τις απόψεις που δημοσίως εκφράζουν. Περεταίρω, η Επιτροπή εξέφρασε την ανησυχία της για συχνά κρούσματα παρέμβασης στην ιδιωτική ζωή, πέραν της παρούσης υπόθεσης, που ισοδυναμούν με κοινωνικό κανιβαλισμό και απευθύνει έκκληση προς όλους να είναι προσεκτικοί όταν αναφορές τους σε πρόσωπα είναι δυνατό να οδηγήσουν στην ταυτότητα τρίτων και να παραβιάζουν την ιδιωτική ζωή ή προσωπικά τους δεδομένα. Η Επιτροπή επιθυμεί να εκφράσει την ευαρέσκεια της για την ευαισθησία που επέδειξε η δημοσιογράφος Τώνια Σταυρινού για την παραβίαση της ιδιωτικής ζωής ενός τρίτου, πράγμα που είχε πράξει και σε μια προηγούμενη ανάλογη περίπτωση.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
9/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
12/04/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (9/8/2/2016) από γυναίκα εναντίον του τηλεοπτικού σταθμού ΜΕΓΑ και των συντελεστών της εκπομπής «Εχεις μέσον» για αποκάλυψη προσωπικών στοιχείων της ίδιας και του παιδιού της. Η παραπονούμενη ανέφερε ότι ο εν διαστάσει σύζυγος της, μετά την εμφάνιση του στην εκπομπή "Ενημέρωση Τώρα", στις 16 Φεβρουαρίου 2016, (ίδε ύπόθεση 5/2016) με νέα, τηλεφωνική αυτή τη φορά, παρέμβαση του στην εκπομπή του ΜΕΓΑ "Έχεις μέσον" μετέδωσε πληροφορίες και στοιχεία τα οποία οδηγούσαν στην αποκάλυψη της ταυτότητας της ίδιας και του παιδιού της και αφορούσαν στην προσωπική και οικογενειακή της ζωή και σε προσωπικά της δεδομένα. Ειδικότερα ανέφερε ότι αναφέρθηκε στη βάπτιση του παιδιού τους, στα πρώτα του γενέθλια, σε συγκεκριμένα γεγονότα που αποτελούσαν μέρος της ιδιωτικής της ζωής και του παιδιού της, σε διατάγματα δικαστηρίου, σε απόρρητες εκθέσεις του Γραφείου Ευημερία και στην εν εξελίξει εκδίκαση υπόθεση γονικής μέριμνας του παιδιού. Επίσης παραπονέθηκε ότι οι δημοσιογράφοι-παρουσιαστές της εκπομπής, Νατάσα Ιωάννου και Ονούφριος Σωκράτους, όχι μόνο παραχώρησαν άφθονο τηλεοπτικό χρόνο στον εν διαστάσει σύζυγο της να αναφέρει τα προαναφερθέντα «αλλά επιδιώκοντας τον εντυπωσιασμό … αυτοαναγορεύθηκαν δικαστές… βγάζοντας αποφάσεις, καταγγέλλοντας και καταδικάζοντας με δημόσια…» Η Επιτροπή ζήτησε επανειλημμένα τις απόψεις του τηλεοπτικού σταθμού και των συντελεστών της εκπομπής «Εχεις μέσον», χωρίς δυστυχώς ανταπόκριση και παρά το γεγονός ότι δόθηκαν υποσχέσεις ότι θα αποστέλλονταν οι θέσεις των καθ’ ων το παράπονο για τα όσα ανέφερε η παραπονούμενη. Η παράληψη συνεργασίας με την Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας συνιστά αφ’ εαυτής παραβίαση της πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, που προβλέπει ότι «τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και οι Λειτουργοί των αναλαμβάνουν την υποχρέωση να συνεργάζονται με την Επιτροπή κατά τη διεξαγωγή των ερευνών της και ότι η μη συνεργασία τους συνιστά παραβίαση του Κώδικα. Δεδομένου ότι οι καθ’ ων το παράπονο δεν υπέβαλαν τις θέσεις τους, η Επιτροπή προχώρησε στην εξέταση του παραπόνου με βάση τα στοιχεία που είχε ενώπιόν της, δηλαδή στα όσα ανέφερε η παραπονούμενη και όσα προέκυψαν από την εξέταση του περιεχομένου της εκπομπής. Το παράπονο στηρίζεται στα ίδια γεγονότα και είναι ανάλογο με εκείνον εναντίον της προαναφερθείσης εκπομπής «Ενημέρωση Τώρα». Όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της εκπομπής ο εν διαστάσει σύζυγος της παραπονούμενης έκαμε τηλεφωνική παρέμβαση στη διάρκεια συζήτησης μεταξύ δύο καλεσμένων για το θέμα της αποξένωσης των παιδιών σε περίπτωση διάλυσης γάμου ή διαζυγίου. Ο εν διαστάσει σύζυγος της παραπονούμενης ανέφερε την ιδιότητα-επάγγελμά του που τον κάνει γνωστό ευρέως, γεγονός που έμμεσα οδηγεί στην αποκάλυψης της ταυτότητας της παραπονούμενης και του παιδιού τους. Περαιτέρω αναφέρθηκε σε γεγονότα που αφορούσαν στη βάπτιση του παιδιού, στα πρώτα γενέθλια του παιδιού το 2015, σε γεγονότα που διαδραματίστηκαν σε ορεινό χωριό τον Αύγουστο του 2015, σε τυχαία συνάντηση της εν διαστάσει συζύγου του με τους γονείς του, αναφέροντας ότι είχαν να δουν το εγγόνι τους για δύο χρόνια και στα δεύτερα γενέθλια του παιδιού. Επίσης διατύπωσε διάφορες κατηγορίες και ισχυρισμούς εναντίον της εν διαστάσει συζύγου του. Η παρουσιάστρια Νατάσα Ιωάννου ρώτησε κατά πόσο «υπάρχει τόση μεγάλη διαφορά, χάσμα, ήρθαν τα πάνω κάτω, που να δικαιολογεί αυτή τη συμπεριφορά, από τη δική της πλευρά, που να σου στερεί δηλαδή το ίδιο σου το παιδί;», αποφαινόμενη με αυτό τον τρόπο ότι για την αποξένωση ευθύνεται η μητέρα ή αποκλειστικά η μητέρα. Η απάντηση ήταν: «Δεν υπάρχει μεταξύ μας καμία επικοινωνία, στέλλω μηνύματα, παίρνω τηλέφωνα, ενδιαφέρομαι για την υγεία του γιου μου, εδώ και πέντε μήνες δεν τον είδα, γιατί μετά από αυτά τα συμβάντα θεώρησα πιο σωστό να μην πηγαίνω να το δω για να μην ταλαιπωρείται κάθε φορά που πηγαίνω, γιατί υπάρχουν και άλλα γεγονότα στα οποία δεν θέλω να αναφερθώ και κατέληξα να υποβάλω αίτηση για νέο διάταγμα επικοινωνίας για να παίρνω το γιο μου στο σπίτι μου». Η Επιτροπή εξέτασε το παράπονο υπό το πρίσμα των προνοιών των άρθρων 3 και 11 του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί ιδιωτικής ζωής και περί προστασίας των παιδιών αντίστοιχα. Το άρθρο 3 προβλέπει ότι «η υπόληψη και η ιδιωτική ζωή κάθε προσώπου τυγχάνουν σεβασμού και δεν αποκαλύπτονται στοιχεία προσωπικού χαρακτήρα…. η δε δημοσιοποίησή τους μπορεί να δικαιολογηθεί μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις και αποκλειστικά προς το δημόσιο συμφέρον». Επίσης προβλέπει ότι «Τα ΜΜΕ και οι λειτουργοί τους δεν προβαίνουν σε ανοίκειες προσωπικές επιθέσεις και υβριστικούς και προσβλητικούς χαρακτηρισμούς που διασύρουν την τιμή και υπόληψη». Εξ άλλου, το άρθρο 11 προβλέπει ότι «οι λειτουργοί (των ΜΜΕ) κατά κανόνα δεν παίρνουν συνεντεύξεις από και δεν φωτογραφίζουν παιδιά κάτω των 16 ετών σε σχέση με θέματα που αφορούν στην προσωπική τους κατάσταση ή ευημερία, χωρίς τη συγκατάθεση γονέως των ή άλλου ενηλίκου που έχει την ευθύνη γι’ αυτά. Τα Μ.Μ.Ε. και οι λειτουργοί των υποχρεούνται να τηρούν τις πρόνοιες της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού». Υπό το φως των γεγονότων και των προνοιών του Κώδικα, η Επιτροπή αποφάσισε ότι στη διάρκεια της εκπομπής τόσο ο τηλεοπτικός σταθμός όσο και οι συντελεστές του παραβίασαν κατάφωρα την ιδιωτική ζωή της παραπονούμενης και αποκάλυψαν προσωπικά της δεδομένα και επίσης παραβίασαν τα δικαιώματα του παιδιού, αποκαλύπτοντας προσωπικά του στοιχεία. Η αναφορά στην ταυτότητα του πατέρα κατά την τηλεφωνική του παρέμβαση οδηγούσε ευθέως στην αποκάλυψη της ταυτότητας της παραπονούμενης και του παιδιού του ζεύγους, καθώς και της οικογενειακής της κατάστασης, γεγονός που είναι ανεπίτρεπτο με βάση τις πρόνοιες του προαναφερθέντος άρθρου 3 περί ιδιωτικής ζωής. Το πλήθος των ανθρώπων που ήταν δυνατό να αναγνωρίσουν την παραπονούμενη και το παιδί της δεν έχει σημασία. Αρκεί η αναγνώρισή της να ήταν δυνατή έστω και από ένα ή από μερικούς ανθρώπους, για παράδειγμα προσωπικούς φίλους, γνωστούς στο επίπεδο της γειτονιάς και στο περιβάλλον εργασίας, για να συντελεσθεί η παραβίαση. Δεν είναι αναγκαίο η αναγνώριση να μπορεί να γίνει από ένα μεγάλο πλήθος ή από το ευρύτερο κοινό. Μάλιστα μπορεί να λεχθεί ότι συνιστά μεγαλύτερο κακό να γίνει η αναγνώριση σε επίπεδο στενού συγγενικού ή φιλικού περιβάλλοντος ή σε επίπεδο γνωστών στο επίπεδο της εργασίας ή της γειτονιάς παρά από ένα μεγαλύτερο πλήθος το οποίο δεν γνωρίζει το υπό αναφορά άτομο. Στη διάρκεια της εκπομπής έγιναν αναφορές που συνιστούσαν μομφή κατά της μητέρας, γεγονός που αποτελεί διασυρμό κατά παράβαση της σχετικής πρόνοιας του άρθρου 3. Στη διάρκεια της εκπομπής αναφέρθηκαν στοιχεία που αποτελούν προσωπικά δεδομένα της παραπονούμενης ως αναγόμενα στην ιδιωτικής της ζωή και στο οικογενειακό της καθεστώς. Επίσης αναφέρθηκαν γεγονότα και διατυπώθηκαν ισχυρισμοί που κατά την κρίση της Επιτροπής συνιστούν διασυρμό και διαπόμπευσή της, κατά παράβαση των άρθρων 3 και 12 περί δυσμενών διακρίσεων, που προβλέπει ότι «ο χλευασμός, η διαπόμπευση και ο διασυρμός ατόμων ή ομάδων είναι ανεπίτρεπτος». Συνακόλουθα, η Επιτροπή αποφάσισε ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 3 του Κώδικα που προστατεύει το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή και απαγορεύει την αποκάλυψη προσωπικών δεδομένων και το διασυρμό και του άρθρου 12 περί του ανεπίτρεπτου των δυσμενών διακρίσεων και του χλευασμού ή διασυρμού. Ως προς το παιδί, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η αναφορά της ταυτότητας του πατέρα στην εκπομπή οδηγούσε κατά τον ίδιο τρόπο στην αποκάλυψη της ταυτότητάς του παιδιού, ενώ παράλληλα αναφέρθηκαν στοιχεία που ανάγονται στην προσωπική και οικογενειακή του κατάσταση. Η αποκάλυψη αυτή συνιστά παραβίαση από μέρους του σταθμού και των συντελεστών της εκπομπής των προνοιών του άρθρου 11 του Κώδικα που αποσκοπεί στην προστασία των παιδιών. Η Επιτροπή αναφέρει συναφώς ότι με βάση τον Κώδικα, τα ΜΜΕ και οι δημοσιογράφοι υποχρεούνται να τηρούν τις πρόνοιες της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, που έχει επικυρωθεί από την Κυπριακή Δημοκρατία και συνεπώς έχει αυξημένη τυπική ισχύ έναντι άλλων νόμων. Το άρθρο 3 της Σύμβασης προβλέπει ότι σε οποιεσδήποτε αποφάσεις από οιονδήποτε πρόσωπο ή οργανισμό «πρέπει να λαμβάνεται πρωτίστως υπόψη το συμφέρον του παιδιού». Η Επίτροπος για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Παιδιού έχει επανειλημμένα υποδείξει ότι το συμφέρον του παιδιού είναι υπέρτερο του συμφέροντος οποιουδήποτε άλλου προσώπου περιλαμβανομένου του πατέρα ή της μητέρας. Επίσης, το άρθρο 16 της Σύμβασης προβλέπει ότι «κανένα παιδί δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αυθαίρετης ή παράνομης επέμβασης στην ιδιωτική του ζωή, στην οικογένεια του, στην κατοικία του ή στην αλληλογραφία του, ούτε παράνομων προσβολών της τιμής και της υπόληψης του». Υπό το φως των ανωτέρω προνοιών μπορεί να λεχθεί ότι η προστασία του παιδιού έναντι οποιασδήποτε παρέμβασης στην ιδιωτική του ζωή είναι απόλυτη, ακόμη και όταν υπάρχει ισχυρισμός ότι γίνεται προς εξυπηρέτηση του συμφέροντός του. Μόνο σε πολύ εξαιρετικές περιπτώσεις στις οποίες με βάση αντικειμενικά κριτήρια πράγματι εξυπηρετείται το συμφέρον του παιδιού επιτρέπεται παρέμβαση στην ιδιωτική του ζωή. Συνακόλουθα, η Επιτροπή αποφάσισε ότι ο σταθμός ΜΕΓΑ και οι συντελεστές της εκπομπής «Εχεις μέσον» ευθύνεται για το γεγονός ότι έδωσε βήμα για να γίνουν οι προαναφερθείσες επιλήψιμες αναφορές και οι συντελεστές της εκπομπής «Εχεις μέσον», συνέβαλαν στην παραβίαση της ιδιωτικής ζωής της παραπονούμενης και στο διασυρμό της, καθώς και της ιδιωτικής ζωής και των δικαιωμάτων του παιδιού. Η Επιτροπή αισθάνεται υποχρεωμένη να επισημάνει ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι πρέπει λαμβάνουν υπόψη το γεγονός ότι η παρουσία προσώπων σε ζωντανές εκπομπές αναπόφευκτα οδηγεί στην ταυτοποίηση τρίτων προσώπων, καθώς επίσης και το ενδεχόμενο ότι διάφορες αναφορές είναι δυνατό να αντανακλούν σε πρόσωπα που δεν αναφέρονται μεν ονομαστικά αλλά η ταυτότητά τους αποκαλύπτεται έμμεσα.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
5/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
15/03/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (5/15/2/2016) από γυναίκα εναντίον των συντελεστών της εκπομπής «Ενημέρωση τώρα» του τηλεοπτικού σταθμού ΜΕΓΑ για αποκάλυψη προσωπικών δεδομένων της ιδίας και του παιδιού της και για διασυρμό. Το παράπονο αφορά σε εκπομπή που μεταδόθηκε το Φεβρουάριο, 2016, στην οποία ήταν προσκεκλημένος ο εν διαστάσει σύζυγος της παραπονούμενης, ο οποίος κλήθηκε να μιλήσει για την προσωπική του εμπειρία κατά τη συζήτηση του θέματος της γονικής αποξένωσης από παιδιά, των οποίων οι γονείς βρίσκονται σε διάσταση ή έχουν πάρει διαζύγιο. Κατά την εκπομπή ο παρουσιαστής Παύλος Μυλωνάς παρουσίασε τον εν διαστάσει σύζυγό της γυναίκας, αναφέροντας το επάγγελμά του και άλλες προσωπικές λεπτομέρειες. Ο εν διαστάσει σύζυγος ανέφερε επίσης στοιχεία για τον ίδιο είπε ότι είχε ξεκινήσει μια διαμαρτυρία σε πάρκο προαστίου της Λευκωσίας γιατί, όπως υτποστήριξε, κατά τα τελευταία δύο με τρία χρόνια δεν μπορεί να έχει σωστή επικοινωνία με το παιδί του. Επίσης ανέφερε τόσο την ηλικία όσο και την ημερομηνία των γενεθλίων του παιδιού. Η συμπαρουσιάστρια Πέρσα Σιάσου ρώτησε πόσο χρονών είναι το παιδί του και εκείνος απάντησε: «… Φεβρουαρίου κλείνει τα … του χρόνια…την ερχόμενη….». Ο Παύλος Μυλωνάς συνέχισε λέγοντας ότι σε μερικές ημέρες ο εν διαστάσει σύζυγος θα έκανε πάρτι και εκείνος απάντησε αναφέροντας την ημέρα κατά την οποία θα γιόρταζε τα γενέθλια του γιου του στο πάρκο προαστίου της Λευκωσίας και κάλεσε τους φίλους του να παραστούν για να γιορτάσουν μαζί του. Αφού μίλησε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Γονικής Αποξένωσης Γιώργος Τσόκκος γενικά για το θέμα της γονικής αποξένωσης, ο Παύλος Μυλωνάς ανακοίνωσε ότι η παραπονούμενη ζήτησε τηλεφωνική παρέμβαση και ότι θα της έδιδε το δικαίωμα να πει τις απόψεις της. Παρακάλεσε να μη δημιουργηθεί διαμάχη μεταξύ τους, γιατί το θέμα της συζήτησης ήταν η γονική αποξένωση γενικά. Η παραπονούμενη παρέθεσε τη δική της εκδοχή για το λόγο για τον οποίο ο εν διαστάσει σύζυγός της δεν επισκέπτεται το παιδί τους και πρόσθεσε ότι αυτά που κάνει έχουν αντίκτυπο στο παιδί και για το λόγο αυτό δεν αντιδρά σε αναρτήσεις του στο Facebook. Η παραπονούμενη, στο γραπτό παράπονό της προς την Επιτροπή ανέφερε πως στη διάρκεια της εκπομπής ο τέως σύζυγός της δημοσιοποίησε προσωπικά δεδομένα του παιδιού τους και της ιδίας και αποδοκίμασε το γεγονός ότι ο τηλεοπτικός σταθμός και οι παρουσιαστές της εκπομπής επέτρεψαν να αναφερθούν προσωπικά της δεδομένα, και μάλιστα χωρίς ή ίδια να είχε ενημερωθεί εκ των προτέρων για την πρόθεση να παρουσιασθεί στην εκπομπή ο εν διστάσει σύζυγός της. Είπε ότι πληροφορήθηκε το γεγονός από τρίτους και προσπάθησε ανεπιτυχώς να πείσει το σταθμό και τους συντελεστές της παραγωγής να μην παρουσιάσουν τον εν διαστάσει σύζυγό της στην εκπομπή προκειμένου να μη αποκαλυφθούν προσωπικά δεδομένα της ίδιας και του παιδιού. Επίσης ανέφερε ότι στη διάρκεια της εκπομπής τηλεφώνησε στον παραγωγό και ζήτησε να σεβαστούν το παιδί της, χωρίς να υπάρξει ανταπόκριση, αν και τελικά της επέτρεψαν να πει τις απόψεις της. Ο Διευθυντής ειδήσεων του ΜΕΓΑ Μιχάλης Παυλίδης ανέφερε στην απάντησή του ότι το αντικείμενο συζήτησης στην επίμαχη εκπομπή ήταν το κοινωνικό πρόβλημα της γονικής αποξένωσης και ότι όσα προέκυψαν με αφορμή τις παρεμβάσεις δεν ήταν προγραμματισμένα. Για τα υπόλοιπα παρέπεμψε στην απάντηση του Παύλου Μυλωνά, ο οποίος ανέφερε στη δική του απάντησή πως απορρίπτει τις κατηγορίες της παραπονούμενης ως εντελώς ανυπόστατες. Ανέφερε επίσης ότι κατά την εκπομπή δεν επέτρεψε στον πατέρα να αναφερθεί στην προσωπική του αντιπαράθεση με την πρώην σύζυγό του και επικαλέστηκε μήνυμα του δικηγόρου της ότι ο σταθμός χειρίστηκε το θέμα «θαυμάσια». Περαιτέρω ανέφερε ότι η ίδια η παραπονούμενη ζήτησε να κάμει παρέμβαση κατά την οποία αναφέρθηκε σε προσωπικές αντιπαραθέσεις και πρόσθεσε ότι οι συντελεστές της εκπομπής δεν επέτρεψαν περαιτέρω συζήτηση των θεμάτων που ηγέρθησαν. Η Επιτροπή εξέτασε το παράπονο υπό το πρίσμα των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας και ειδικότερα των άρθρων 3 περί ιδιωτικής ζωής και 11 περί προστασίας των παιδιών. Το άρθρο 3 προβλέπει ότι «η υπόληψη και η ιδιωτική ζωή κάθε προσώπου τυγχάνουν σεβασμού και δεν αποκαλύπτονται στοιχεία προσωπικού χαρακτήρα…. η δε δημοσιοποίησή τους μπορεί να δικαιολογηθεί μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις και αποκλειστικά προς το δημόσιο συμφέρον». Εξ άλλου, το άρθρο 11 προβλέπει ότι «οι λειτουργοί (των ΜΜΕ) κατά κανόνα δεν παίρνουν συνεντεύξεις από και δεν φωτογραφίζουν παιδιά κάτω των 16 ετών σε σχέση με θέματα που αφορούν στην προσωπική τους κατάσταση ή ευημερία, χωρίς τη συγκατάθεση γονέως των ή άλλου ενηλίκου που έχει την ευθύνη γι’ αυτά. Τα Μ.Μ.Ε. και οι λειτουργοί των υποχρεούνται να τηρούν τις πρόνοιες της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού». Η Επιτροπή αποφάσισε ότι στη διάρκεια της εκπομπής τόσο ο τηλεοπτικός σταθμός όσο και οι συντελεστές του παραβίασαν κατάφωρα την ιδιωτική ζωή της παραπονούμενης και αποκάλυψαν προσωπικά της δεδομένα και επίσης παραβίασαν τα δικαιώματα του παιδιού, αποκαλύπτοντας προσωπικά του στοιχεία. Το γεγονός και μόνο της παρουσίας του εν διαστάσει συζύγου της στην εκπομπή οδηγούσε ευθέως στην αποκάλυψη της ταυτότητας της παραπονούμενης και του παιδιού του ζεύγους, καθώς και της οικογενειακής της κατάστασης, γεγονός που είναι ανεπίτρεπτο με βάση τις πρόνοιες του προαναφερθέντος άρθρου 3 περί ιδιωτικής ζωής. Το πλήθος των ανθρώπων που ήταν δυνατό να αναγνωρίσουν την παραπονούμενη και το παιδί της δεν έχει σημασία. Αρκεί η αναγνώρισή της να ήταν δυνατή έστω και ένα ή από μερικούς ανθρώπους, για παράδειγμα προσωπικούς φίλους, γνωστούς στο επίπεδο της γειτονιάς και στο περιβάλλον εργασίας, για να συντελεσθεί η παραβίαση. Δεν είναι αναγκαίο η αναγνώριση να μπορεί να γίνει από ένα μεγάλο πλήθος ή από το ευρύτερο κοινό. Μάλιστα μπορεί να λεχθεί ότι συνιστά μεγαλύτερο κακό να γίνει η αναγνώριση σε επίπεδο μικρού συγγενικού ή φιλικού περιβάλλοντος ή σε επίπεδο γνωστών στο επίπεδο της εργασίας ή της γειτονιάς παρά από ένα μεγαλύτερο πλήθος το οποίο είναι αδιάφορο προς το υπό αναφορά άτομο. Το γεγονός ότι η παραπονούμενη ζήτησε και μίλησε από την εκπομπή δεν θεραπεύει τη βλάβη που υπέστη ή την ευθύνη του σταθμού και των συντελεστών της εκπομπής, γιατί υποχρεώθηκε να το πράξει προκειμένου να απαντήσει σε όσα ο τηλεοπτικός σταθμός έδωσε την ευκαιρία να αναφέρει ο εν διαστάσεις σύζυγός της, τα οποία έκρινε ότι έχρηζαν απάντησης. Εξ άλλου, το αντικείμενο του παραπόνου δεν είναι η αντιπαράθεση μεταξύ των εν διαστάσει συζύγων, αλλά η εισβολή στην ιδιωτική ζωή και η αποκάλυψη προσωπικών δεδομένων. Επίσης, αποφάσιε ότι οι παρεμβάσεις του παρουσιαστή για να αποτρέψει αναφορά προσωπικών δεδομένων και άλλων στοιχείων της διαμάχης του εν διαστάσει ζεύγους καλώς έγιναν, αλλά δεν θεραπεύουν το γεγονός ότι επετράπη να γίνει αναγνώριση της παραπονούμενης και να αναφερθούν προσωπικά της στοιχεία και περαιτέρω να γίνουν αναφορές στο παιδί. Πολύ περισσότερο που οι συντελεστές της παραγωγής δεν έλαβαν υπόψη τις προληπτικές παρεμβάσεις της παραπονούμενης για να αποτρέψει την εξέλιξη αυτή. Στη διάρκεια της εκπομπής αναφέρθηκαν στοιχεία που αποτελούν προσωπικά δεδομένα της παραπονούμενης ως αναγόμενα στην ιδιωτικής της ζωή και στο προσωπικό και οικογενειακό της καθεστώς. Επίσης αναφέρθηκαν γεγονότα και διατυπώθηκαν ισχυρισμοί που κατά την κρίση της Επιτροπής συνιστούν διασυρμό και διαπόμπευσή της, κατά παράβαση του άρθρου 12 περί δυσμενών διακρίσεων, που προβλέπει ότι «ο χλευασμός, η διαπόμπευση και ο διασυρμός ατόμων ή ομάδων είναι ανεπίτρεπτος». Συνεπώς η Επιτροπή αποφάσισε ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 3 του κώδικα που προστατεύει το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή και απαγορεύει την αποκάλυψη προσωπικών δεδομένων και του άρθρου 12 περί του ανεπίτρεπτου των δυσμενών διακρίσεων και του χλευασμού ή διασυρμού. Ως προς το παιδί, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η παρουσία και μόνο του πατέρα στην εκπομπή οδηγούσε κατά τον ίδιο τρόπο στην αποκάλυψη της ταυτότητάς του, ενώ παράλληλα αναφέρθηκαν προσωπικά του στοιχεία, όπως η ηλικία και η ημέρα των γενεθλίων του και φυσικά τα ονόματα των γονέων του και η οικογενειακή του κατάσταση. Η αποκάλυψη αυτή συνιστά παραβίαση από μέρους του σταθμού και των συντελεστών της εκπομπής των προνοιών του άρθρου 11 του Κώδικα που αποσκοπεί στην προστασία των παιδιών. Η Επιτροπή αναφέρει συναφώς ότι με βάση τον Κώδικα, τα ΜΜΕ και οι δημοσιογράφοι υποχρεούνται να τηρούν τις πρόνοιες της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, που έχει επικυρωθεί από την Κυπριακή Δημοκρατία και συνεπώς έχει αυξημένη τυπική ισχύ έναντι άλλων νόμων. Το άρθρο 3 της Σύμβασης προβλέπει ότι σε οποιεσδήποτε αποφάσεις από οιονδήποτε πρόσωπο ή οργανισμό «πρέπει να λαμβάνεται πρωτίστως υπόψη το συμφέρον του παιδιού». Η Επίτροπος για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Παιδιού έχει επανειλημμένα υποδείξει ότι το συμφέρον του παιδιού είναι υπέρτερο του συμφέροντος οποιουδήποτε άλλου προσώπου περιλαμβανομένου του πατέρα ή της μητέρας. Επίσης, το άρθρο 16 της Σύμβασης προβλέπει ότι «κανένα παιδί δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αυθαίρετης ή παράνομης επέμβασης στην ιδιωτική του ζωή, στην οικογένεια του, στην κατοικία του ή στην αλληλογραφία του, ούτε παράνομων προσβολών της τιμής και της υπόληψης του». Υπό το φως των ανωτέρω προνοιών μπορεί να λεχθεί ότι η προστασία του παιδιού έναντι οποιασδήποτε παρέμβασης στην ιδιωτική του ζωή, ακόμη και όταν υπάρχει ισχυρισμός ότι γίνεται προς εξυπηρέτηση του συμφέροντός του, είναι απόλυτη. Μόνο σε πολύ εξαιρετικές περιπτώσεις στις οποίες με βάση αντικειμενικά κριτήρια πράγματι εξυπηρετείται το συμφέρον του παιδιού επιτρέπεται παρέμβαση στην ιδιωτική του ζωή. Υπό το φως των ανωτέρω, η Επιτροπή αποφάσισε ότι ο σταθμός και οι συντελεστές της εκπομπής «Ενημέρωση τώρα», ανεξάρτητα από οποιεσδήποτε προθέσεις, ενήργησαν κατά παράβαση του άρθρου 11 του Κώδικα, που ρητώς απαγορεύει οποιεσδήποτε παρεμβάσεις στη ζωή του παιδιού. Η Επιτροπή αισθάνεται υποχρεωμένη να επισημάνει ότι σε ζωντανές εκπομπές οι συντελεστές πρέπει να μεριμνούν για τα απρόοπτα και να λαμβάνουν μέριμνα να τα προλαμβάνουν ή να τα αντιμετωπίζουν. Ιδιαίτερα, θα πρέπει να έχουν πάντοτε υπόψη τις επιπτώσεις που ενδεχομένως να έχει η παρουσία ατόμων σε εκπομπές πάνω σε τρίτα άτομα.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
17/20151
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
15/03/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (17/10/12/2015) από το Μιχάλη Ολύμπιο ότι δύο σκίτσα του ΠΙΝ (Πέτρου Παπαπέτρου) που δημοσιεύθηκαν στο «Φιλελεύθερο», προωθούσαν τη βία και το ρατσισμό και έστελλαν μισαλλόδοξα μηνύματα υποθάλποντας φανατισμούς και πάθη. Το ένα από τα δύο σκίτσα παρουσιάζει μασκοφόρους ταραξίες σε γήπεδο ποδοσφαίρου που κραδαίνουν ξύλα με καρφιά, βόμβες και άλλα αντικείμενα, με έναν από αυτούς να λέγει: «Να προσέχουμε ποιους δέρνουμε γιατί θα βγάλει ανακοίνωση ο Αϊντα ότι είμαστε ρατσιστές ξενοφοβικοί και δεν θέλουμε λύση». Το δεύτερο σκίτσο παρουσιάζει δύο άτομα μπροστά σε πάσσαλο με οδικές πινακίδες προς πόλεις και χωριά στα κατεχόμενα με αλλαγμένα τα τοπωνύμια στην Τουρκική, με φόντο τον Πενταδάκτυλο και την Τουρκική σημαία, μπροστά στις οποίες στέκονται δύο άτομα. Το ένα άτομο ερωτά «Πώς μεταφράζεται στα Τούρκικα το…Τάκης Χατζηδημητρίου;» και το δεύτερο απαντά «Τάκης Χατζηδημητρίου».
Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι θεωρούσε πως το πρώτο σκίτσο προωθούσε τη βία και τον εθνοτικό ρατσισμό κατά των Τουρκοκυπρίων και επίσης συνιστούσε παραβίαση των προνοιών του Κώδικα για την υποχρέωση των δημοσιογράφων να «είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί και διακριτικοί στην παρουσίαση θεμάτων όπως η βία, το έγκλημα…” Για το δεύτερο σκίτσο, ο παραπονούμενος ανέφερε ότι συνιστούσε απρόκλητη προσβολή για τον κ. Τάκη Χατζηδημητρίου υπονοώντας ότι εξυπηρετεί συμφέροντα της Τουρκίας και ότι εξέπεμπε μισαλλόδοξο μήνυμα και δημιουργούσε αχρείαστους φανατισμούς και πάθη. Δεδομένου ότι το δεύτερο σκίτσο αφορούσε τρίτο άτομο, η Επιτροπή απευθύνθηκε στον κ. Χατζηδημητρίου με το ερώτημα κατά πόσο είχε ένσταση να εξετασθεί το παράπονο. Απάντησε ότι δεν είχε ένσταση για την εξέταση του παραπόνου και παρατήρησε ότι θεωρούσε το σκίτσο βάναυσο. Ο «Φιλελεύθερος» και ο ΠΙΝ απέρριψαν τις θέσεις του παραπονούμενου, υποστηρίζοντας ότι τα δύο σκίτσα συνιστούσαν σχολιασμό θεμάτων της επικαιρότητας μέσω της γελοιογραφίας. Περαιτέρω υποστήριξαν ότι η γελοιογραφία σκοπό έχει να σχολιάζει επίκαιρα θέματα όπως η βία στα γήπεδα και οι ταραξίες, μέσω της σάτιρας, της διακωμώδησης, του χιούμορ του σαρκασμού, της υπερβολής και της παραδοξότητας. Ανέφεραν ακόμη πως τα σκίτσα ήταν μεμονωμένα και ασχολούνταν με θέματα επικαιρότητας και δεν αποτελούσαν μέρος κάποιας κακόβουλης εκστρατείας του σκιτσογράφου. Κατά την εξέταση του θέματος, η Επιτροπή έλαβε υπόψη τη θέση των καθ΄ ων το παράπονο ότι τα επίμαχα σκίτσα συνιστούσαν σχολιασμό της επικαιρότητας με σατιρική ή και σαρκαστική διάθεση, η οποία μπορεί να εκφρασθεί μέσω της διακωμώδησης και της υπερβολής. Επίσης έλαβε υπόψη ότι η σάτιρα έχει κατά κανόνα ευρύτερο πεδίο έκφρασης στο σχολιασμό προσώπων και καταστάσεων από άλλες μορφές έκφρασης γνώμης. Παράλληλα έλαβε υπόψη ότι τα δημοσιεύματα, είτε πρόκειται για κείμενα λόγου, είτε για σκίτσα ή φωτογραφίες, μπορούν να ερμηνευθούν κατά περισσότερους από ένα τρόπους υπό το πρίσμα της χρονικής στιγμής, σύγχρονων γεγονότων και της γενικότερης «περιρρέουσας ατμόσφαιρας» και κατά συνέπεια δεν περιορίστηκε στην εξέταση του θέματος υπό το πρίσμα της εκδοχής που έδωσε ο σκιτσογράφος, ότι δηλαδή το πρώτο σκίτσο συνιστούσε σαρκασμό για τους ταραξίες των γηπέδων και το δεύτερο ότι σατίριζε με χιουμοριστική διάθεση την αλλαγή των τοπωνυμίων στα κατεχόμενα, με αφορμή την κυκλοφορία σχετικού βιβλίου. Εξετάζοντας το πρώτο σκίτσο, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι επιδέχεται δύο διαφορετικές ερμηνείες, δηλαδή μπορεί να εκληφθεί ως σαρκασμός για τους χούλιγκαν των γηπέδων, αλλά και ως σχολιασμός γεγονότων που διαδραματίστηκαν αμέσως πριν από τη δημοσίευση του σκίτσου, στη διάρκεια διαδηλώσεων Ελληνοκυπρίων στις ελεύθερες περιοχές, με αφορμή την επέτειο της ανακήρυξης του ψευδοκράτους. Οχήματα Τουρκοκυπρίων δέχθηκαν επιθέσεις και υπέστησαν ζημιές από διαδηλωτές, που δεν ήταν ταραξίες των γηπέδων. Ο απεσταλμένος του Γ.Γ. των Ηνωμένων Εθνών Εσπεν Μπαρθ Αϊντα προέβη σε δήλωση στην οποία ανέφερε μεταξύ άλλων ότι οι επιθέσεις έγιναν από άτομα που δεν επιθυμούν τη λύση του Κυπριακού. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι από την άποψη της διακωμώδησης των ταραξιών των γηπέδων το σκίτσο δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί επιλήψιμο. Ομως, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι η εφημερίδα απευθύνεται σε όλες τις ηλικίες και τάξεις του πληθυσμού και επομένως και σε άτομα νεαρής ηλικίας και ποικίλου επιπέδου διαπαιδαγώγησης και μόρφωσης. Εξετάζοντας το πρώτο σκίτσο-γελοιογραφία από την άποψη της έκφρασης σαρκασμού για τους χούλιγκαν των γηπέδων, η Επιτροπή αποφάσισε ότι θα μπορούσε να θεωρηθεί ως πρότυπο και αποτελέσει παρότρυνση ή ενθάρρυνση σε άσκηση βίας από άτομα που λόγω διαπαιδαγώγησης, μορφωτικού επιπέδου ή προδιάθεσης θεωρούν τη βία όχι ως κάτι κακό και κοινωνικά απαράδεκτο αλλά ως μαγκιά και τρόπο ζωής για τους νέους (και όχι μόνο) και επομένως ως κάτι το φυσικό, το επιτρεπτό ή ακόμη και ως μέσο ανάδειξης τους στα μάτια της κοινωνίας και κυρίως ατόμων με παρόμοιες αντιλήψεις, που δυστυχώς διαπιστώνεται πως δεν είναι λίγα. Από την άποψη αυτή, η Επιτροπή αποφάσισε ότι το σκίτσο συνιστούσε παράβαση της γενικής πρόνοιας του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας που προβλέπει ότι οι δημοσιογράφοι και τα ΜΜΕ είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί και διακριτικοί στην παρουσίαση θεμάτων όπως η βία και το έγκλημα και προάγουν τη δημοκρατία και τις άλλες πανανθρώπινες αξίες. Όπως προαναφέρθηκε, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι το σκίτσο αυτό είναι δυνατό να ερμηνευθεί και διαφορετικά, δηλαδή να εκληφθεί ως σχολιασμός της δήλωσης του προσωπικού απεσταλμένου του Γ.Γ. των Ηνωμένων Εθνών Εσπεν Μπαρθ Αϊντα, που αποδοκίμασε τις επιθέσεις των διαδηλωτών εναντίον οχημάτων Τουρκοκυπρίων. Υπό το πρίσμα της δεύτερης αυτής ερμηνείας, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η φράση «Να προσέχουμε ποιους δέρνουμε γιατί θα βγάλει ανακοίνωση ο Αϊντα ότι είμαστε ρατσιστές ξενοφοβικοί και δεν θέλουμε λύση» συνιστούσε εμφανή αναφορά στους Τουρκοκυπρίους, γεγονός που κρίθηκε ως δυσμενής διάκριση στη βάση της εθνοτικής καταγωγής και συνεπώς παράβαση του άρθρου 12 το οποίο προβλέπει ότι «τα Μ.Μ.Ε. αποφεύγουν οποιαδήποτε απ’ ευθείας ή άλλη αναφορά ή ενέργεια εναντίον προσώπου η οποία περιέχει στοιχεία προκατάληψης με βάση στη φυλή, το χρώμα, τη γλώσσα, τη θρησκεία, τις πολιτικές ή άλλες πεποιθήσεις, την εθνική ή κοινωνική προέλευση…». Επίσης, με βάση τη δεύτερη δυνατή ερμηνεία του σκίτσου, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η πιο πάνω φράση υποβάλλει κατά παραπλανητικό τρόπο ότι τις επιθέσεις εναντίον των Τουρκοκυπρίων είναι δυνατό να διενήργησαν χούλιγκαν των γηπέδων και όχι άτομα που είναι γενικά γνωστό ότι πρόσκεινται σε ομάδες, οργανώσεις ή κόμματα που αντιτίθενται σε λύση του Κυπριακού, κατά παράβαση του Άρθρου 1 του Κώδικα, το οποίο προβλέπει ότι «τα ΜΜΕ μεριμνούν ώστε να μη δημοσιεύονται ανακριβείς, παραπλανητικές, φανταστικές ή διαστρεβλωτικές της αλήθειας ειδήσεις, πληροφορίες ή σχόλια». Εξετάζοντας το δεύτερο σκίτσο, η Επιτροπή, έλαβε υπόψη ότι ο κ. Τάκης Χατζηδημητρίου είναι ευρέως γνωστό άτομο, το οποίο έχει ενεργό δράση στην προαγωγή των σχέσεων των δύο κοινοτήτων της Κύπρου και της επαναπροσέγγισης και έχει προσφέρει σημαντικές υπηρεσίες για την προστασία και συντήρηση μνημείων της κοινής πολιτιστικής κληρονομιάς, συνεργαζόμενος προς τούτο στενά με Τουρκοκυπρίους, στο πλαίσιο της αρμόδιας δικοινοτικής επιτροπής. Η Επιτροπή αποφάσισε, ότι πέραν της σατιρικής αποδοκιμασίας της αντικατάστασης των Ελληνικών τοπωνυμίων στις κατεχόμενες περιοχές με Τουρκικά, με αφορμή την έκδοση βιβλίου για τα τοπωνύμια στα κατεχόμενα εδάφη της Κύπρου, η αναφορά στον κ. Χατζηδημητρίου αποτελεί αναίτια και ανεπίτρεπτη διασύνδεση του ονόματός του με την καταδικαστέα πρακτική της αλλαγής των τοπωνυμίων. Η Επιτροπή θεώρησε ότι ο διάλογος στο σκίτσο δυνατό μπορεί να ερμηνευθεί ως αποδοκιμασία για την ενασχόληση του κ. Χατζηδημητρίου στο πλαίσιο της επιτροπής για την πολιτιστική κληρονομιά ή και υπονοούμενο ότι η ενασχόλησης αυτή δυνατό να ενθάρρυνε ή να συνέβαλε στη μετονομασία των Ελληνικών τοπωνυμίων στα κατεχόμενα, ή ότι η πολιτική επαναπροσέγγισης την οποία εκφράζει ο κ. Χατζηδημητρίου δεν μπόρεσε ή έχει αποτύχει ή ότι ο κ. Χατζηδημητρίου δεν έχει ενδιαφερθεί για να αποτρέψει το φαινόμενο αυτό ή ενδεχομένως να προσπάθησε και απέτυχε. Η Επιτροπή θεωρεί ότι οποιοσδήποτε μπορεί να κρίνει και να επικρίνει τον κ. Χατζηδημητρίου είτε για τις απόψεις του ή την εργασία του ή και τα δύο. Αυτό όμως πρέπει να γίνει με τρόπο που να καθιστά σαφές για πιο πράγμα επικρίνεται ώστε να παρέχεται η δυνατότητα απάντησης στην επίκριση. Αντίθετα, το σκίτσο συνιστούσε μια αφηρημένη μομφή ή απροσδιόριστη καταγγελία εναντίον του κ. Χατζηδημητρίου, στη βάση μη διακριτών στοιχείων ή γεγονότων, σε σημείο που να προκαλεί σύγχυσή κατά πόσο πρόκειται για παράθεση γεγονότων ή για σχόλιο. Η πρακτική αυτή συνιστά παράβαση της πρόνοιας του άρθρου 1 του Κώδικα Δημοσιογραφικής δεοντολογίας,, που προβλέπει ότι «τα Μ.Μ.Ε., ενώ έχουν δικαίωμα να προβαίνουν σε αναλύσεις και να υποστηρίζουν συγκεκριμένες θέσεις, εν τούτοις θα πρέπει να καθιστούν σαφή τη διάκριση μεταξύ γεγονότος και ερμηνείας, σχολίου ή εικασίας». Η Επιτροπή αποφάσισε επίσης ότι η διασύνδεση του κ. Χατζηδημητρίου με την αλλαγή των τοπωνυμίων και η αποδοκιμασία του με ένα σκίτσο που δημιουργεί συνειρμούς για τη συνεργασία του με την τουρκική πλευρά συνιστά άδικη και ανεπίτρεπτη προσωπική επίθεση και επίσης χλευασμό, διαπόμπευση ή διασυρμό ενός ατόμου σε σχέση με τις πράξεις πολιτικής του κατοχικού καθεστώτος που εφάρμοσε από την πρώτη ημέρα της εισβολής του 1974 και που αποσκοπεί στην αλλαγή του χαρακτήρα των κατεχομένων περιοχών της Κύπρου, περιλαμβανομένων των τοπωνυμίων. Η ταύτιση με αυτό τον τρόπο του κ. Χατζηδημητρίου ή της εργασίας του με τους Τούρκους, αναφέροντας ότι το όνομά του δεν χρειάζεται καν να μεταφρασθεί στα Τούρκικα, συνιστά παραβίαση του άρθρου 12 του Κώδικα, δεδομένου που προβλέπει ότι «τα Μ.Μ.Ε. αποφεύγουν οποιαδήποτε απ’ ευθείας ή άλλη αναφορά ή ενέργεια εναντίον προσώπου η οποία περιέχει στοιχεία προκατάληψης με βάση … τις πολιτικές ή άλλες πεποιθήσεις» και επίσης καθορίζει ως ανεπίτρεπτο το χλευασμό, τη διαπόμπευση ή το διασυρμό ατόμων ή ομάδων. Όπως προαναφέρθηκε, η Επιτροπή αναγνωρίζει το δικαίωμα οποιουδήποτε δημοσιογράφου ή ΜΜΕ, στο πλαίσιο του δικαιώματος της ελευθερίας έκφρασης, να κρίνει και να επικρίνει οποιαδήποτε πολιτική ή τις πράξεις, τις πεποιθήσεις ή ενέργειες οποιουδήποτε. Όμως το δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης πρέπει να ασκείται απαρεγκλίτως στο πλαίσιο των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Όπως προαναφέρθηκε, η Επιτροπή αναγνωρίζει επίσης ότι η σάτιρα έχει ευρύτερο πεδίο έκφρασης που μπορεί να φθάνει και μέχρι του σημείου της υπερβολής ή και διακωμώδησης, αλλά δεν αποδέχεται ότι αυτή η ευρύτερη ελευθερία είναι δυνατό να φθάνει μέχρι του σημείου που εξόφθαλμα καθάπτεται βασικών προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, όπως είναι οι διατάξεις που αποσκοπούν στη διασφάλιση της ακρίβειας των πληροφοριών και της αντικειμενικότητας, στην καταπολέμηση του ρατσισμού και της μισαλλοδοξίας μέσω της προκατάληψης που εκδηλώνεται στη βάση της φυλής, του χρώματος, της γλώσσας, της θρησκείας, της εθνικής ή κοινωνικής προέλευσης και των πολιτικών ή άλλων πεποιθήσεων. Επίσης, η Επιτροπή θεωρεί ανεπίτρεπτη τη χρήση της σάτιρας ως οχήματος για προαγωγή της βίας, κατά παράβαση νομικών διατάξεων, ή ως μέσου παραπληροφόρησης και παραπλάνησης. Παράλληλα, η Επιτροπή δεν θεωρεί αποδεκτό η άσκηση κριτικής να είναι γενικής φύσεως και να μετατρέπεται σε προσωπική επίθεση ή να λαμβάνει τη μορφή διασυρμού οποιουδήποτε.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
3/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
15/03/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ,ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (3/21/1/2016) από τον Ανδρέα Ιωάννου ότι «ο τηλεοπτικός σταθμός Σίγμα πρόβαλε διαφημιστική ταινία για τα ανδρικά καλλιστεία που διοργάνωσε ο σταθμός με σκηνές που λήφθηκαν στα Κρατητήρια Κοκκινοτριμιθιάς. Επίσης ανέφερε ότι έγιναν καταγγελίες από τηλεθεατές για το γεγονός αυτό και ότι υπήρξε εξαπάτηση του φρουρού ασφαλείας από τους ανθρώπους του σταθμού ως προς τους πραγματικούς σκοπούς της επίσκεψη τους στο συγκεκριμένο χώρο. Ο παραπονούμενος υποστήριξε ότι η όλη επιχείρηση στήθηκε με οδηγίες και καθοδήγηση του διευθύνοντα συμβούλου του σταθμού κ. Χρύσανθου Τσουρούλη. Εξ άλλου, παραπονέθηκε ότι «ο ‘Φιλελεύθερος’ πρόβαλε συστηματικά σε δημοσιεύματά του ότι 50 επώνυμοι γδύνονται για το πιο hot party της χρονιάς, αναφέροντας πως πρόκειται για ψευδή διαφήμιση «διότι οι 50 επώνυμοι δεν πρόκειται να γδυθούν στο πάρτι αλλά γδύθηκαν προηγουμένως και στο πάρτι θα υπάρχουν απλά οι φωτογραφίες τους». Πρόκειται, εν πολλοίς, για επανάληψη παραπόνου, σε ότι αφορά στον τηλεοπτικό Σταθμό ΣΙΓΜΑ, που υποβλήθηκε στις 16/11/2015, το οποίο η Επιτροπή αποφάσισε μεν να εξετάσει, αλλά δεν μπόρεσε να πράξει, διότι ο παραπονούμενος δεν παρέθεσε επαρκή στοιχεία για το χρόνο προβολής του διαφημιστικού. Ανταποκρινόμενος σε παράκληση της Επιτροπής να υποβάλει συγκεκριμένες λεπτομέρειες, όπως ημερομηνίες προβολής ή δημοσίευσης, απέστειλε στις 11/2/2016 επιστολή, στην οποία παρέχει τις πληροφορίες που του ζητήθηκαν. Παράλληλα υπέβαλε νέο παράπονο εναντίον του κ. Τσουρούλη και του Σίγμα για μετάδοση εμπιστευτικού εγγράφου που δόθηκε σε ενημέρωση των κομμάτων από τον πρόεδρο Νίκο Αναστασιάδη το οποίο η Επιτροπή εξέτασε ως ξεχωριστό παράπονο (Ιδε υπόθεση 4/16). Ως προς την αναφορά στο «Φιλελεύθερο» ο παραπονούμενος δεν υπέβαλε οποιαδήποτε στοιχεία για το υπό αναφορά δημοσίευμα και η Επιτροπή αποφάσισε ότι δεν ήταν σε θέση να εξετάσει οποιοδήποτε παράπονο λόγω έλλειψης στοιχείων. Στην επιστολή του ο παραπονούμενος αναφέρθηκε και σε προηγούμενη απόφαση της Επιτροπής για τον κ. Τσουρούλη ή άλλα παράπονα εναντίον του, ζητώντας από την Επιτροπή να κάνει «κάτι επί τέλους με αυτό τον άνθρωπο». Η Επιτροπή έκρινε πως με βάση τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, δεν εμπίπτει στην αποστολή της η λήψη μέτρων εναντίον οποιουδήποτε συγκεκριμένου ατόμου, πέραν της έκδοσης αποφάσεων μέσω των οποίων επιδιώκεται η συμμόρφωση των δημοσιογράφων και των ΜΜΕ προς τις πρόνοιες του Κώδικα. Εξ άλλου, ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας δεν περιλαμβάνει πρόνοια με βάση την οποία να είναι δυνατό να ληφθεί υπόψη προηγούμενη απόφαση στην εξέταση νέων παραπόνων. Αυτό είναι σύμφωνο με τις πρόνοιες του Κώδικα ότι η Επιτροπή δεν επιβάλλει ποινές, στην επιβολή των οποίων να μπορούν να προσμετρήσουν προηγούμενα κατά το πρότυπο δικαστικών αποφάσεων. Για το λόγο αυτό η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη αποφάσεις η άλλες υποθέσεις στις οποίες έγινε αναφορά, κατά την εξέταση του παραπόνου για τη μετάδοση της διαφημιστικής ταινίας, θεωρώντας ότι είναι άσχετες με την υπό εξέταση υπόθεση. Κατά την εξέταση του θέματος, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι το όλο θέμα προέκυψε μετά τη δημοσίευση φωτογραφιών σε διάφορες ιστοσελίδες που παρουσίαζαν τους διαγωνιζόμενους στο «Mister Cyprus» και την παρουσιάστρια να ποζάρουν στους εξωτερικούς χώρους των κρατητηρίων με φόντο την περίφραξη. Όπως αναφερόταν, οι φωτογραφίες λήφθηκαν κατά το γύρισμα διαφημιστικής ταινίας για το διαγωνισμό. Η δημοσίευση των φωτογραφιών και η πληροφορία για το γύρισμα διαφημιστικού στο χώρο των Κρατητηρίων προκάλεσε αντιδράσεις και σχόλια από μέλη του κοινού που ανέφεραν ότι η πράξη βεβήλωσε ένα χώρο στον οποίο υπέφεραν χιλιάδες άνθρωποι που κρατήθηκαν για χρόνια χωρίς δίκη και 13 συνολικά κρατούμενοι πέθαναν στα Κρατητήρια. Το επίμαχο τρέιλερ μεταδόθηκε στην εκπομπή «Ζήσε το» της Βασιλικής Χατζηαδάμου στις 24/9/2015 με σκοπό, όπως αναφέρθηκε, να καταδειχθεί πως δεν περιείχε ο,τιδήποτε το επιλήψιμο. Το διαφημιστικό είχε διάρκεια 46 δευτερολέπτων και παρουσίαζε τους διαγωνιζόμενους στο «Mister Cyprus» με άρβυλα, παντελόνια παραλλαγής και μαύρα μπλουζάκια να τρέχουν και να κάνουν γυμναστικές ασκήσεις εδάφους στους εξωτερικούς χώρους των κρατητηρίων με φόντο το συρματόπλεγμα και την παρουσιάστρια της εκπομπής ντυμένη με μίνι να περπατά ανάμεσά τους και στο τέλος να πατά με το ψηλοτάκουνο παπούτσι της έναν από αυτούς στη μέση. Μετά τις αντιδράσεις του κοινού το Σίγμα εξέδωσε ανακοίνωση στις 24/9/2015 και ο κ. Τσουρούλης παρουσιάστηκε μετά την προβολή για να εξηγήσει τα σκεπτικό του γυρίσματος της διαφημιστικής ταινίας στα Κρατητήρια Κοκκινοτριμιθιάς. Η ανακοίνωση του Σίγμα ανέφερε ότι για σκοπούς διαφήμισης της εκπομπής “Mister Cyprus” λήφθηκαν σκηνές στο χώρο των κρατητηρίων Κοκκινοτριμιθιάς για τηλεοπτικό γύρισμα διαφημιστικής ταινίας για την εκπομπή MR CYPRUS λόγω του στρατιωτικού περιβάλλοντος. Ανέφερε ότι σχετική άδεια παραχωρήθηκε από τον αρμόδιο διαχειριστή και κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων υπήρχε επίβλεψη της αστυνομίας. Περαιτέρω, ανέφερε ότι οι σκηνές που λήφθηκαν «ουδεμίαν συσχέτιση είχαν με τον ιστορικό χώρο ή την ηρωική ιστορία του έπους του 1955-1959, για τα οποία ο σταθμός μας έχει επιδείξει τον δέοντα σεβασμό, κάτι που έχει αποδείξει εμπράκτως, εξάλλου και στο παρελθόν». Επίσης υποστήριξε ότι ο χώρος έχει χρησιμοποιηθεί και χρησιμοποιείται ακόμη για σκοπούς γυρισμάτων ή φωτογραφίσεων και μάλιστα μέσα στους θαλάμους, ενώ οι σκηνές για το διαφημιστικό λήφθηκαν σε μέρος της αυλής μόνο, με «τον απόλυτο σεβασμό από την παραγωγή». Περαιτέρω ανέφερε ότι «φωτογραφίες που δημοσιεύθηκαν σε προσωπικούς λογαριασμούς στο διαδίκτυο και που θεωρήθηκε ότι προσέβαλαν τον ιστορικό χώρο αποτελούσαν υλικό back-stage, κατέβηκαν άμεσα και δεν υπήρχε καμία αναπαραγωγή τους από τα Μέσα του Συγκροτήματος ΔΙΑΣ». Εξ άλλου, ανέφερε ότι παρόλο που δεν υπάρχει κάτι το επιλήψιμο στο τελικό προϊόν, που είχε πρόθεση να διαφημίσει, αποφάσισε -για να αποδείξει του λόγου το αληθές- να το προβάλει κατά τη διάρκεια της εκπομπής ΖΗΣΕ ΤΟ! στις 16:00, το επίμαχο trailer για μία και μόνο φορά. Τέλος ανέφερε ότι δεν υπήρξε πρόθεση προσβολής της ιστορικής μνήμης του έπους του αγώνα και του χώρου των κρατητηρίων και ότι στο διαφημιστικό δεν έγινε καμία αναφορά στην ιστορία ή τις υψηλές πράξεις των ευγενών ηρώων του τόπου αυτού, τις οποίες «ο σταθμός μας και ο καθένας μας προσωπικά, θα τις τιμά στο πνεύμα, στο λόγο και σε προγράμματά μας". Το ΣΙΓΜΑ ανταποκρίθηκε σε παράκληση της Επιτροπής να παραθέσει τις απόψεις του με επιστολή του Αναπληρωτή Διευθυντή Ειδήσεων Νικήτα Κυριάκου, στην οποία επανέλαβε το περιεχόμενο της προαναφερθείσας ανακοίνωσης. Στη διάρκεια της εκπομπής ο κ. Τσουρούλης μίλησε εκτεταμένα για το θέμα αναπτύσσοντας τις θέσεις που εκφράστηκαν στη γραπτή ανακοίνωση. Η Επιτροπή εξέτασε το θέμα υπό το πρίσμα της καταγγελίας ότι «υπήρξε εξαπάτηση του φρουρού ασφαλείας από τους ανθρώπους του σταθμού ως προς τους πραγματικούς σκοπούς της επίσκεψης τους στο χώρο των Κρατητηρίων", προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσο υπήρξε παράνομη πρόσβαση στα Κρατητήρια ή δόλος. Όταν το θέμα ηγέρθη για πρώτη φορά το Νοέμβριο του 2015, ο Γιάννης Σπανός, αρμόδιος στην οργάνωση Ιστορικής Μνήμης ανέφερε στη Γραμματεία ότι πράγματι έγινε επίσκεψη από συνεργείο στο χώρο των κρατητηρίων για την οποία ο Χρύσανθος Τσουρούλης απολογήθηκε και το θέμα θεωρήθηκε λήξαν και δεν υπήρχε κανένα παράπονο. Υπό το φως της βεβαίωσης αυτής η Επιτροπή αποφάσισε ότι δεν υπήρξε παράβαση παραβίαση της πρόνοιας του άρθρου 6 που απαγορεύει τη λήψη πληροφοριών, εικόνων ή φωτογραφιών με ψευδείς παραστάσεις ή άλλο δόλιο τρόπο, δεδομένου ότι υπήρξε δήλωση πως είχε ληφθεί άδεια εισόδου στο χώρο. Η Επιτροπή θεωρεί χρήσιμο να επισημάνει ότι η επίκληση του γεγονότος ότι ο χώρος χρησιμοποιείται για φωτογραφίσεις γάμων ή για άλλα γυρίσματα δεν αποτελεί δικαιολογητικό για οποιοδήποτε για χρήση που δεν συνάδει με την ιστορική σημασία του χώρου και τα συναισθήματα που δημιουργεί ως χώρος κράτησης, ταλαιπωρίας, βασανισμού και θανάτου κρατουμένων του απελευθερωτικού αγώνα του Κυπριακού λαού. Η Επιτροπή δεν έχει αρμοδιότητα να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια πέραν του να υποδείξει στα ΜΜΕ και στους δημοσιογράφους να επιδεικνύουν ανάλογη συμπεριφορά στο χώρο αυτό και να τονίσει ότι επαφίεται στους αρμόδιους για διαφύλαξη του χώρου να διασφαλίσουν ότι θα τυγχάνει του δέοντος σεβασμού. Παράλληλα η Επιτροπή θεώρησε ως επιβεβλημένο να υποδείξει ότι το διαφημιστικό δεν θα έπρεπε να είχε προβληθεί για λόγους συνέπειας προς το σεβασμό που εκφράστηκε από μέρους των αρμοδίων και του τηλεοπτικού σταθμού ΣΙΓΜΑ για την ιερότητα ή εθνική σημασία του χώρου. Εφ’ όσον το ΣΙΓΜΑ βεβαίωσε ότι το διαφημιστικό δεν περιείχε επιλήψιμες σκηνές και ότι δεν επρόκειτο να χρησιμοποιηθεί για τους σκοπούς για τους οποίους είχε ληφθεί, λαμβάνοντας υπόψη τις ευαισθησίες που είχαν εκφρασθεί και παρ’ όλο που η λήψη των σκηνών έγινε με απόλυτο σεβασμό προς το χώρο, ο σταθμός θα έπρεπε να είχε αρκεσθεί στις διαβεβαιώσεις του. Εξ άλλου, η προβολή του έδωσε την ευκαιρία σε διάφορες ιστοσελίδες να πάρουν το διαφημιστικό και να το αναρτήσουν για θέαση από τους επισκέπτες τους, παρ' όλο που το ΣΙΓΜΑ το αφαίρεσε από την ιστοσελίδα του. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι ο Κώδικας δεν περιλαμβάνει πρόνοιες που να ρυθμίζουν ειδικά τη συμπεριφορά των δημοσιογράφων και των ΜΜΕ σε χώρους ιστορικής μνήμης ή εθνικής και θρησκευτικής σημασίας, πέραν της γενικής διάταξης περί επίδειξης ήθους, διαγωγής, συμπεριφοράς και επαγγελματικού επιπέδου της υψηλότερης δυνατής στάθμης. Ως εκ τούτου η Επιτροπή δεν μπορεί να προβεί σε οποιαδήποτε άλλη ενέργεια που να είναι σύμφωνη με τις αρμοδιότητες που έχει με βάση τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, πέραν του να προτρέψει τους δημοσιογράφους να επιδεικνύουν υψηλό ήθος και να ενεργούν με το δέοντα σεβασμό προς το χώρο στον οποίο εκάστοτε βρίσκονται, χωρίς να προκαλούν τα αισθήματα ή τις αντιλήψεις των μελών του κοινού. Ιδιαίτερα, όσον αφορά χώρους όπως αυτός των Κρατητηρίων Κοκκινοτριμιθιάς, πρέπει να έχουν υπόψη ότι όλοι οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τα που κάθε άνθρωπος ξεχωριστά μπορεί να έχει για κάθε ένα συγκεκριμένο χώρο.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
14/2015
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
15/03/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
Αντί απόφασης αποφασίστηκε να αναληφθεί προσπάθεια επιμόρφωσης
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας ασχολήθηκε αυτεπάγγελτα με υπόθεση (14/22/9/2015) δημοσίευσης φωτογραφιών καταδίκων από την ιστοσελίδα Cyprus Times, οι οποίες λήφθηκαν στη διάρκεια θεατρικής παράστασης από φυλακισμένους. Οι φωτογραφίες, που ήταν αρκετές, αποτελούσαν μέρος είδησης για την παράσταση που δόθηκε μπροστά σε κοινό από φυλακισμένους, καθώς και συγγενείς και φίλους των, το Σεπτέμβριο του 2015. Το φωτορεπορτάζ επικεντρώθηκε σε φυλακισμένους, των οποίων η σύλληψη και δίκη είχε απασχολήσει την κοινή γνώμη. Η Επιτροπή έκρινε ότι το κείμενο της είδησης δεν περιείχε ό,τιδήποτε το μεμπτό, όμως θεώρησε ότι οι φωτογραφίες συνιστούσαν παραβίαση του δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή. Ωστόσο η Επιτροπή αποφάσισε να μην εκδώσει επίσημη απόφαση, θεωρώντας ότι θα ήταν πιο πρόσφορο, με αφορμή την περίπτωση αυτή, αλλά και άλλες κατά τις οποίες πολλές ιστοσελίδες παραβιάζουν πρόνοιες του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, να αναλάβει εκστρατεία ενημέρωσης και επιμόρφωσης των δημοσιογράφων που εργάζονται σε ιστοσελίδες, Η απόφαση αυτή λήφθηκε μετά τη διαπίστωση ότι οι παραβιάσεις του Κώδικα Δεοντολογίας διαπράττονται πιο συχνά από τις ιστοσελίδες, προφανώς επειδή απασχολούν νέους δημοσιογράφους που δεν είχα την ευκαιρία να γνωρίσουν και να εξοικειωθούν με τις πρόνοιες του Κώδικα. Κατά συνέπεια διευθέτησε συναντήσεις με υπεύθυνους και δημοσιογράφους ιστοσελίδων μέσω του νεοσύστατου συνδέσμου τους για την ενημέρωσή τους σχετικά με τις πρόνοιες του Κώδικα.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
4/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
15/03/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (4/16/2/2016) από τον Ανδρέα Ιωάννου εναντίον του Διευθυντή του τηλεοπτικού σταθμού ΣΙΓΜΑ Χρύσανθου Τσουρούλη για αντιδεοντολογική δημοσιοποίηση απορρήτου εγγράφου του Εθνικού Συμβουλίου από την ιστοσελίδα SIGMALIVE. Πρόκειται για έγγραφο που δόθηκε στα μέλη του Εθνικού Συμβουλίου για ενημέρωση σχετικά με την πορεία των διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό. Το έγγραφο περιείχε τις θέσεις του Προέδρου Αναστασιάδη ως προς τα ποια θέματα συζητήθηκαν, σε ποια υπάρχει συμφωνία ή σύγκλιση απόψεων και ποια δεν συζητήθηκαν ακόμη ή συζητήθηκαν και υπήρχε διαφωνία. Διαβάστηκε από τον κ. Αναστασιάδη στην κοινή συνάντηση που είχε ο ίδιος και ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Μουσταφά Ακιντζί με το Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών στο Νταβός τον Ιανουάριο του 2016. Μετά τη δημοσιοποίηση του εγγράφου εκδόθηκε ανακοίνωση του Κυβερνητικού Εκπροσώπου στην οποία εξέφραζε την απαρέσκεια του Προέδρου για τη διαρροή του, αναφέροντας ότι οι υπεύθυνοι για τη διαρροή παραβίασαν τη συμφωνία της εμπιστευτικότητας των όσων συζητούνται στο Εθνικό Συμβούλιο. Ο παραπονούμενος ανέφερε στο παράπονό του ότι «τo Sigma Live πρόβαλε … το απόρρητο έγγραφο που έστειλε ο Πρόεδρος Αναστασιάδης στο Γ. Γραμματέα του ΟΗΕ όπου δίνεται μια λεπτομερής αναφορά για την πορεία των συνομιλιών. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να κατηγορηθεί η δική μας πλευρά από τον ΟΗΕ ότι δεν τηρεί την εμπιστευτικότητα των συνομιλιών παρά το ότι δεσμευτήκαμε να τηρούμε την εμπιστευτικότητα των συνομιλιών. Επίσης να μας κατηγορεί ο κ. Ακιντζί ότι δεν μας έχει εμπιστοσύνη διότι ενώ συμφωνούμε να τηρούμε το απόρρητο των συνομιλιών εμείς δεν τηρούμε τον λόγο μας". Επίσης ανέφερε ότι το δικαίωμα στη πληροφόρηση όταν αυτό το δικαίωμα βλάπτει το εθνικό συμφέρον δεν μπορεί να χρησιμοποιήσετε ως επιχείρημα και ότι "δεν μπορεί το πάθος του κ. Τσουρούλη για αποκλειστικότητες και για να ανεβάσει τα νούμερα τηλεθέασης του σταθμού του να δημιουργεί σοβαρό κίνδυνο να τινάξει στο αέρα μια κρίσιμη διαπραγμάτευση για το μέλλον του τόπου". Εξ άλλου, ανέφερε ότι αυτός που του έδωσε το έγγραφο έχει ευθύνη ήταν όμως στην κρίση του κ. Τσουρούλη αν το έγγραφο αυτό το απόρρητο έπρεπε να το μεταδώσει ή όχι. Ο Αναπληρωτής Διευθυντής Ειδήσεων του ΣΙΓΜΑ Νικήτας Κυριάκου, παραθέτοντας τις θέσεις του σταθμού, ανέφερε ότι μέρος του εγγράφου είχε δημοσιευθεί σε εφημερίδες προηγουμένως, ενώ ήταν και στην κατοχή δεκάδων ξένων πρεσβειών. Πρόσθεσε πως αναφορές στο περιεχόμενο του εγγράφου έγιναν και από τα πολιτικά κόμματα και τέλος ότι «ήταν για το κοινό καλό η δημοσιοποίηση του εγγράφου, ώστε να γνωρίζουν οι πολίτες τα όσα προκύπτουν και αφορούν το Κυπριακό». Η Επιτροπή αποφάσισε ότι με βάση τα ενώπιόν της στοιχεία δεν προκύπτει ότι το απόρρητο έγγραφο αποκτήθηκε από το SIGMALIVE με παράνομο ή δόλιο τρόπο και κατά συνέπεια επαφίετο στην κρίση του πώς θα το χειριζόταν. Η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας δεν περιλαμβάνει καμιά πρόνοια η οποία να απαγορεύει ή να ρυθμίζει με οποιοδήποτε τρόπο τη δημοσίευση εγγράφων που περιέρχονται νόμιμα στην κατοχή τους πέραν των περιπτώσεων που ο Κώδικας επιτρέπει παρέκκλιση από τις πρόνοιες για τη λήψη ή δημοσίευση πληροφοριών για λόγους δημοσίου συμφέροντος. Οι λόγοι που καθορίζουν το δημόσιο συμφέρον είναι η υποβοήθηση ανίχνευσης ή αποκάλυψης εγκλήματος, η προστασία της δημόσιας ασφάλειας ή υγείας, η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και η παρεμπόδιση παραπλάνησης του κοινού ως αποτέλεσμα πράξεων ή δηλώσεων ατόμων ή οργανισμών. Η απαρίθμηση αυτή των περιπτώσεων παρέκκλισης από τον Κώδικα είναι περιοριστική και γι’ αυτό δεν είναι δυνατό να περιληφθούν άλλες περιπτώσεις κατ’ αναλογία. Το εθνικό συμφέρον του οποίου έκαμε επίκληση ο παραπονούμενος ή η πρόκληση δυσφορίας σε οποιοδήποτε, κυβέρνηση, οργανισμό ή άτομο ή οι πιθανές κατηγορίες για αναξιοπιστία από οποιοδήποτε δεν διαλαμβάνονται στο δημόσιο συμφέρον όπως καθορίζεται ανωτέρω. Συνακόλουθα, η Επιτροπή αποφάσισε ότι με τη δημοσίευση του εγγράφου δεν υπήρξε παράβαση προνοιών του Κώδικα και ότι επαφίετο στην κρίση των δημοσιογράφων και των ΜΜΕ πώς θα χειρίζονταν το διαβαθμισμένο ως απόρρητο έγγραφο, εφ’ όσο δεν το απέκτησαν με δόλιο ή παράνομο τρόπο. Από την άλλη, η Επιτροπή έλαβε υπόψη το γεγονός ότι το ίδιο έγγραφο δημοσιεύθηκε και από άλλα ΜΜΕ για τα οποία δεν υποβλήθηκε ανάλογο παράπονο.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
2/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
16/02/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε αυτεπάγγελτα υπόθεση (2/14//01/2016) που αφορά στην εκπομπή «Ενημέρωση Τώρα» του τηλεοπτικού σταθμού ΜΕΓΑ στις 07/01/2016 κατά την οποία ο παρουσιαστής Παύλος Μυλωνάς χρησιμοποίησε τη λέξη «κοπρίτες» για να χαρακτηρίσει όσους επισκέπτονται το κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου και προβαίνουν σε αγορές διαφόρων ειδών. Ο κ. Μυλωνάς, σχολιάζοντας σκηνές που προβλήθηκαν αμέσως προηγουμένως που παρουσίαζαν ένα Κύπριο βρακά ο οποίος απεβίωσε σε ηλικία 103 ετών, είπε επί λέξει: «Στις δεκαετίες του 30, 40,50, λόγω της κατοχής των Εγγλέζων, γιατί είχαμε και κατοχή των Εγγλέζων και συνεργάτες τους ήταν δυστυχώς οι επικουρικοί Τούρκοι, ξεκίνησε ένα μποϋκοτάζ και αγόραζαν δεν θυμάμαι το όνομα του ένα συγκεκριμένο ύφασμα για να ράβουν τις βράκες τους, Κυπριακό ή Ελληνικό, για να μην αγοράζουν ρούχα των Εγγλέζων. Ακριβώς ό,τι κάνουμε εμείς, ο κάθε κοπρίτης πηγαίνει στα κατεχόμενα για να αγοράσει φθηνά τσιγάρα, να αγοράσει φθηνά λάστιχα αυτοκινήτου, να βάλει καύσιμα φθηνά. Αυτοί οι κοπρίτες ας σκεφτούν λίγο του παππούδες τους, που πεινούσαν, που δεν είχαν ούτε internet, ούτε καναπέ, ούτε τζάκια, ούτε θέρμανση, στο κρύο ήταν στις δύσκολες δουλειές της γεωργίας, είχαν πάνω τους ψυχή την οποία πούλησαν οι κοπρίτες, στο όνομα του χρήματος, των πέντε, δέκα, είκοσι ή εκατόν ευρώ για να πάνε εκεί που βίαζαν και κατέκτησαν οι κατακτητές την πατρίδα μας και σκότωσαν τα αδέλφια, τους θείους, τους παππούδες τους, τους γνωστούς τους. Αυτοί οι κοπρίτες κυριαρχούν δυστυχώς γιατί είναι πάρα πολλοί που πηγαίνουν για 5 και 10 ευρώ στα κατεχόμενα, για να μην προσθέσω και εκείνους τους αλήτες οι οποίοι πηγαίνουν για τα καζίνο και τα μπουρδέλα ». Την επομένη, 8/01/2016 ο δημοσιογράφος ανέφερε στην εκπομπή του ότι ο θόρυβος που δημιουργήθηκε από όσα είπε την προηγούμενη οφειλόταν σε «παρεξήγηση ή σε σκόπιμη παραπληροφόρηση γιατί υπάρχει τόσος φανατισμός που οι πιο πολλοί κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν». Υποστήριξε ότι αποκάλεσε «κοπρίτες αυτούς που δραστηριοποιούνται στα κατεχόμενα επιχειρηματικά πριν από τη λύση του Κυπριακού και αυτούς που πηγαίνουν και αγοράζουν αδικαιολόγητα πράγματα από τα κατεχόμενα.» Περαιτέρω ανέφερε ότι δεν αποκάλεσε κοπρίτες αυτούς που πηγαίνουν για προσκύνημα στα κατεχόμενα, ή τους Αμμοχωστιανούς που πήγαν προσκύνημα (στην τελετή βάπτισης του Σταυρού στη Γλώσσα) για να διατρανώσουν τη θέλησή τους να επιστρέψουν στη γη, τους ή τους πρόσφυγες που παν στα κατεχόμενα, ή τους ανθρώπους που έχουν κοινωνική συναναστροφή με αρκετούς Τουρκοκύπριους. Περαιτέρω είπε ότι ήταν ξεκάθαρη η τοποθέτησή του «που μπορεί να αφήνει μια σκιά γι’ αυτούς που αγοράζουν λάστιχα, βάζουν βενζίνη»...«γιατί σ’ αυτούς είναι πάρα πολλοί φτωχοί που αγοράζουν φάρμακα που δεν μπορούν να αγοράσουν στις ελεύθερες περιοχές ή είναι άνεργοι που έχουν ανάγκη. Αντιλαμβάνεστε ότι ούτε και αυτοί δεν θα μπορούσαν να μπουν στην ίδια κατηγορία». Επίσης είπε ότι «ακόμα και αυτοί οι επιχειρηματίες που αγοράζουν γη από Ελληνοκύπριους ή συνεργάζονται με Τουρκοκυπρίους επιχειρηματικά ή παν στα καζίνο ή σε άλλες κακόφημες περιοχές, αυτοί δεν μπορούν να μπουν στους κοπρίτες, κάτι άλλο είναι αυτοί.» Ο Διευθυντής Ειδήσεων του ΜΕΓΑ Μιχάλης Παυλίδης, ανταποκρινόμενος σε παράκληση της Επιτροπής να παραθέσει τις απόψεις του τηλεοπτικού σταθμού ανέφερε ότι ο δημοσιογράφος Παύλος Μυλωνάς προέβη σε αδόκιμους χαρακτηρισμούς οι οποίοι όπως προκύπτει και εκ των υστέρων θα μπορούσαν να παρερμηνευθούν και να τύχουν εκμετάλλευσης. Ανέφερε επίσης ότι συζήτησε το θέμα μαζί του και κατέληξαν στην ανάγκη να προβεί σε διευκρινήσεις αποφεύγοντας τους χαρακτηρισμούς, με στόχο να ξεκαθαρίσει αυτό που πιστεύει, και ως δημοσιογράφος έχει κάθε δικαίωμα να εκφράζει, με τέτοιο τρόπο που δεν θα αφήνει κανένα περιθώριο παρερμηνείας. Επίσης βεβαίωσε ότι «ως Διεύθυνση Ειδήσεων του ΜΕΓΑ… αναγνωρίζουμε το δικαίωμα των δημοσιογράφων να εκφράζουν τις απόψεις τους μακριά από χαρακτηρισμούς, φτάνει να τις τεκμηριώνουν μέσα στα πλαίσια της δημοσιογραφικής δεοντολογίας» και πρόσθεσε πως στο ΜΕΓΑ δεν χρησιμοποιείται η προληπτική λογοκρισία. Ο κ. Μυλωνάς, παραθέτοντας τις απόψεις του υποστήριξε πως οι αναφορά του σε κοπρίτες που μεταβαίνουν στα κατεχόμενα για αγορές, προκάλεσε σωρεία αντιδράσεων, γιατί διαστρεβλώθηκε συνειδητά “ως πρωτοφανής εξύβριση απλού κόσμου που μεταβαίνει στα κατεχόμενα για να προσκυνήσει ή να δει τα σπίτια του ή λόγω κάποιας άλλης ανθρώπινης ανάγκης». Πρόσθεσε πως αυτό δεν ευσταθεί. Πρόσθεσε πως αφορμή για το σχόλιο ήταν το ρεπορτάζ για ένα ηλικιωμένο βρακά, έναν από τους τελευταίους στην Κύπρο, που απεβίωσε σε ηλικία 103 ετών. Ο κ. Μυλωνάς ανέφερε ότι θεωρούσε πρωτοφανή αν και κατανοητή την επίθεση που δέχτηκε «λόγω του φανατισμού που καλλιεργείται στην κοινωνία, ειδικά τώρα που οι συνομιλίες βρίσκονται για άλλη μια φορά σε κομβικό σημείο», και πως η αναφορά του έτυχε πολιτικής εκμετάλλευσης. Περαιτέρω ανέφερε πως χρησιμοποίησε την λέξη κοπρίτης, με την έννοια του αργόσχολου ή φυγόπονου, για όσους μεταβαίνουν για αγορές στην ημικατεχόμενη από τα τουρκικά στρατεύματα πατρίδα μας. Ανέφερε επίσης ότι το Κυπριακό δεν λύθηκε δυστυχώς ακόμη, ενώ με βάση τον κανονισμό για το εμπόριο, πολλά εμπορεύματα που αγοράζονται στην κατεχόμενη Κύπρο είναι παράνομη πράξη. Επίσης ανέφερε πως «η αυξανόμενη αυτή δραστηριότητα όπως φαίνεται πολλών Κυπρίων, δημιουργεί τεράστια οικονομικά προβλήματα σε δεκάδες, αν όχι εκατοντάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις». Επίσης ανέφερε: «Χρησιμοποιώντας λοιπόν ένα αδόκιμο ίσως όρο, αναφέρθηκα σε αυτούς τους πολίτες, που σήμερα ενισχύουν ένα παράνομο καθεστώς για αναψυχή ή για πιο φθηνές αγορές, την ώρα που δίνεται μάχη μη αναγνώρισης ή ενίσχυσης του (ψευδοκράτους) οικονομικά (τουρισμό) διεθνώς. Και θεωρώ ότι στα πλαίσια της ελευθεροτυπίας μπορούμε οι δημοσιογράφοι και οφείλουμε να αναδεικνύουμε πράξεις που στρέφονται κατά του δημοσίου συμφέροντος… Η ελευθεροτυπία είναι ουσιώδες κεκτημένο και από τα βασικά χαρακτηριστικά της Δημοκρατίας… Δεν αναφέρθηκα και υπονοούσα τους ανθρώπους που μεταβαίνουν στα κατεχόμενα ή τους Αμμοχωστιανούς που επιστρέφουν διατρανώνοντας τον πόθο τους για επιστροφή ή για αυτούς που επιχειρούν την επαναπροσέγγιση. Μην ξεχνάτε πως ακόμα υπάρχει τουρκικός στρατός, υπάρχουν οι νόμοι που παραβιάζονται, ενώ η αναφορά ότι παραβίασα τα ανθρώπινα δικαιώματα κάποιων με τον χαρακτηρισμό αυτό δεν ευσταθεί. Τα μόνα ανθρώπινα δικαιώματα που παραβιάζονται είναι των χιλιάδων προσφύγων, των αγνοουμένων και των συγγενών τους και όσων άλλων έχουμε υποστεί τη βία του τουρκικού στρατού». Προτού εισέλθει στην εξέταση των όσων αναφέρθηκαν στην εκπομπή και στη συνέχεια των θέσεων του ΜΕΓΑ και του κ. Μυλωνά, η Επιτροπή θεώρησε χρήσιμο να αναφέρει, χάριν της ιστορικής ακρίβειας ότι το μποϋκοτάζ κατά τον απελευθερωτικό αγώνα 1955-1959 διατάχθηκε από την ΕΟΚΑ και αφορούσε σε όλα τα Αγγλικά προϊόντα και τη χρήση της Αγγλικής στις επιγραφές των καταστημάτων. Το ύφασμα στο οποίο έγινε αναφορά ήταν η Κυπριακής ύφανσης αλατζιά που χρησιμοποιείτο κυρίως για τα μαθητικά παντελόνια και τις ποδιές στα γυμνάσια και όχι για τις βράκες, για τις οποίες χρησιμοποιούσαν το δίμιτο ύφασμα και οι οποίες, ούτως ή άλλως, στη δεκαετία του 1950 δεν ήταν και τόσο διαδεδομένες. Επίσης διερεύνησε την προέλευση και τη σημασία της λέξης «κοπρίτης». Η λέξη έχει τις ρίζες της στην αρχαιότητα, οπότε οι πτωχοί που δεν είχαν τη δυνατότητα να αναθρέψουν τα παιδιά τους τα άφηναν σε σωρούς κοπριάς, που έχει την ιδιότητα να αυτοθερμαίνεται, προκειμένου να μην πεθάνουν από το κρύο, με την προσδοκία ότι κάποιος θα βρισκόταν να τα πάρει και να τα υιοθετήσει. Από την πρακτική της υιοθεσίας με αυτό τον τρόπο προήλθε η πρώτη έννοια της λέξης «κοπρίτης» που σήμαινε το θετό γιο, τον παρακατιανό, που περιμαζεύτηκε από την κοπριά. Στη σύγχρονη καθομιλούμενη η έννοια του «κοπρίτη» (συνώνυμο «κοπρόσκυλο») προήλθε από τα σκυλιά που δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά να κάθονται και να κοπρίζουν. Τα Ελληνικά λεξικά αναφέρουν ότι η λέξη σημαίνει τον αδέσποτο σκύλο και μεταφορικά τον τεμπέλη, τον αργόσχολο, τον αχαΐρευτο, το χαραμοφάη, τον ανεπρόκοπο. Επομένως, η λέξη αυτή, όταν απευθύνεται προς οποιοδήποτε, αποτελεί ύβρη. Η Επιτροπή θεωρεί αναγκαίο να τονίσει ευθύς εξ αρχής ότι ο κ. Μυλωνάς, στο πλαίσιο της ελευθερίας έκφρασης, είχε κάθε δικαίωμα να κρίνει, να επικρίνει και να κακίσει μια πρακτική που κατά την άποψή του είναι κακή για εθνικούς, πολιτικούς και οικονομικούς λόγους. Το δικαίωμα αυτό αποτελεί την πεμπτουσία της δημοσιογραφικής αποστολής, που είναι να παρέχει ακριβή και έγκυρη πληροφόρηση χωρίς παραπλανητικές αναφορές και με βάση έγκυρα στοιχεία και δεδομένα να προβαίνει σε σχόλια, χωρίς περιορισμό ως προς τις απόψεις που εκφράζει. Ωστόσο, αυτό το αναφαίρετο δικαίωμα πρέπει να ασκείται πάντα στο πλαίσιο των κανόνων της Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, που τέθηκαν από τους ίδιους τους δημοσιογράφους και τα ΜΜΕ μέσω των φορέων τους. Η Επιτροπή θεωρεί επίσης χρήσιμο να επισημάνει ότι είναι διαμετρικά αντίθετη με την επιβολή λογοκρισίας, προληπτική ή κατασταλτική, με την επισήμανση πως η λογοκρισία είναι εντελώς διαφορετική από τον επιμελή σχεδιασμό ως προς τη δομή, το ύφος και τη γλώσσα που πρέπει να χρησιμοποιείται σε μια ζωντανή τηλεοπτική εκπομπή. Μακράν του να συνιστά λογοκρισία, ο έλεγχος για τον χειρισμό μιας εκπομπής αποτελεί αυτονόητη υποχρέωση αυτών που έχουν την αρμοδιότητα και την τελική ευθύνη για μια εκπομπή. Τούτων λεχθέντων, η Επιτροπή αποφάσισε ότι ο όρος «κοπρίτης», με την έννοια που αναφέρθηκε πιο πάνω και όπως χρησιμοποιείται στην καθομιλούμενη αποτελεί ύβρη προς όσους απευθύνεται και ότι η χρήση της από ένα δημοσιογράφο, και μάλιστα στη διάρκεια μιας ζωντανής τηλεοπτικής εκπομπής, για να χαρακτηρίσει μια ομάδα ανθρώπων, όποιοι και να είναι αυτοί, είναι αντιδεοντολογική. Ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας ορίζει ότι «το ήθος, η αξιοπρέπεια και εντιμότητα, η διαγωγή, η συμπεριφορά και το επαγγελματικό επίπεδο των λειτουργών θα πρέπει να είναι της υψηλότερης δυνατής στάθμης. Οι λειτουργοί των ΜΜΕ αποφεύγουν δημοσιεύματα ή μεταδόσεις ή τη χρήση γλώσσας, που με βάση τις επικρατούσες αντιλήψεις, έχουν χυδαίο ή αισχρό περιεχόμενο». Επίσης, το άρθρο 12 του Κώδικα περί δυσμενών διακρίσεων, προβλέπει ότι «τα Μ.Μ.Ε. αποφεύγουν οποιαδήποτε απ’ ευθείας ή άλλη αναφορά ή ενέργεια εναντίον προσώπου η οποία περιέχει στοιχεία προκατάληψης με βάση στη φυλή, το χρώμα, τη γλώσσα, τη θρησκεία, τις πολιτικές ή άλλες πεποιθήσεις, την εθνική ή κοινωνική προέλευση, την περιουσία, την καταγωγή, την ηλικία, το φύλο και το προσωπικό καθεστώς, περιλαμβανομένης της φυσικής ή διανοητικής ασθένειας ή αναπηρίας. Ο χλευασμός, η διαπόμπευση και ο διασυρμός ατόμων ή ομάδων είναι ανεπίτρεπτος». Υπό το φως των ανωτέρω, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η χρήση του όρου «κοπρίτης», σύμφωνα και με την παραδοχή και του Διευθυντή Ειδήσεων του Μέγα και του ίδιου του δημοσιογράφου συνιστούσε αδόκιμο χαρακτηρισμό. Κατά συνέπεια, έκρινε πως συνιστούσε παραβίαση της γενικής πρόνοιας ως προς το ήθος και τη συμπεριφορά που πρέπει να επιδεικνύουν οι δημοσιογράφοι και αποτελούσε χλευασμό, διαπόμπευση ή διασυρμό μια ομάδας του πληθυσμού, ανεξάρτητα από το πώς καθορίζεται αυτή η ομάδα, κατά παράβαση των προαναφερθεισών προνοιών του Κώδικα.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
1/2016
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
16/01/2016
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (1/4/1/2016) από τον πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου του τηλεοπτικού σταθμού ΑΝΤΕΝΝΑ κ. Λουκή Παπαφιλίππου εναντίον του δημοσιογράφου-παρουσιαστή του τηλεοπτικού σταθμού ΜΕΓΑ Παύλου Μυλωνά και του ΜΕΓΑ για διατύπωση ανάρμοστων, ατεκμηρίωτων και αβάσιμων ισχυρισμών σχετικά με τα στοιχεία δημοσκόπησης που παρουσίασε ο ΑΝΤ1. Ο κ. Παπαφιλίππου παραπονέθηκε, ειδικότερα, ότι ο κ. Μυλωνάς, στην εκπομπή της στις 21/12/2015 προέβη σε ελλιπή, μεροληπτική και μονομερή ενημέρωση στη διάρκεια της εκπομπής του ΜΕΓΑ «Ενημέρωση Τώρα» και «προσπάθησε να πείσει τους τηλεθεατές του, ότι η δημοσκόπηση, έγινε έχοντας ως στόχο την χειραγώγηση της κοινής γνώμης και ότι έγινε κατά παραγγελία, επί πληρωμή». Ο κ. Παπαφιλίππου ανέφερε στο παράπονό του ότι ο κ. Μυλωνάς απέφυγε να αναφέρει ουσιώδη στοιχεία της δημοσκόπησης, όπως από πια εταιρεία διεξήχθη και την ταυτότητα της έρευνας, αφήνοντας να αιωρείται η αμφιβολία για τα αποτελέσματα της. Περαιτέρω ανέφερε πως «αν ο κύριος Μυλωνάς επιθυμούσε να αναφερθεί στα αποτελέσματα της έρευνας που ο ANTENNA παρουσίασε το προηγούμενο βράδυ, έχοντας μάλιστα την πρόθεση να την υποτιμήσει, υποβαθμίσει και χαρακτηρίσει ως τσόντα και γελοιότητα, δεοντολογικά θα έπρεπε να αποταθεί στην εταιρεία που έκανε την έρευνα και να πάρει τις απόψεις, θέσεις και απαντήσεις στα δικά του ερωτηματικά και αμφιβολίες δίνοντας την ευκαιρία στους τηλεθεατές του να σχηματίσουν την δική τους άποψη. Αντί αυτού προτίμησε τον μονόλογο και τους από άμβωνος αφορισμούς, προσπαθώντας αυτός να χειραγωγήσει την άποψη όσων τον παρακολουθούσαν». Τα επίμαχα σχόλια για τα οποία υποβλήθηκε το παράπονο αναφέρονταν σε δημοσκόπηση που είχε παρουσιάσει ο ΑΝΤ1 στις 21/12/2015 και ειδικότερα στα ποσοστά ικανοποίησης και δυσαρέσκειας για τον τρόπο άσκησης των καθηκόντων της Κυβέρνησης. Σύμφωνα με την έρευνα, ο Πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης είχε ποσοστό 51,2% όσον αφορά στο χειρισμό του Κυπριακού, (πολύ ικανοποιημένος 20,4%-αρκετά 31,8%). Οσον αφορά στη δημοτικότητα του Προέδρου και των πολιτικών αρχηγών η έρευνα έδινε τα ακόλουθα αποτελέσματα: Αναστασιάδης 29,5% αρνητική, 65,7% θετική, Νεοφύτου 37,5% αρνητική, 49,7% θετική, Κυπριανού 59,2% αρνητική, 32,8% θετική, Λιλλήκας 58,5% αρνητική, 32,3% θετική, Σιζόπουλος 57,7% αρνητική, 31,4% θετική, Παπαδόπουλος 59,6% αρνητική, 30,5% θετική, Συλλούρης 56,8% αρνητική, 29,7% θετική, Περδίκης 58,1% αρνητική, 29,1% θετική. Στην εκπομπή του την επομένη, 22/12/2015, ο κ. Μυλωνάς ανέφερε ότι «ψες είχε τσόντα, σε εισαγωγικά, αργά το βράδυ», και διευκρίνισε ότι παρακολούθησε βαρόμετρο κοινής γνώμης, χωρίς να αναφέρει από ποιο τηλεοπτικό σταθμό. Μεταξύ του και της συμπαρουσιάστριάς του Πέρσας Σάσιου διεξήχθη η ακόλουθη στιχομυθία: «- Ακούστε…αποδοχή του προέδρου Αναστασιάδη 65 και κάτι τοις εκατόν, 50% η «δημοφιλία» του Αβέρωφ Νεοφύτου και δεν ήταν ανέκδοτο, το έκαμαν εταιρείες. Λοιπόν, οι δημοσκοπήσεις στην Ελλάδα και οι δημοσκόποι το ξέρεις ότι γελοιοποιήθηκαν και στην Κύπρο γελοιοποιήθηκαν πολλές φορές, θα ξανα-γελοιοποιηθούν, έχω την εντύπωση, διότι δεν γίνεται να χειραγωγείς την κοινή γνώμη μ’ αυτό τον τρόπο, την προκαλείς. Λοιπόν, πάμε να δούμε… -Παύλο, με συγχωρείς, εδώ απλώς ένα σχόλιο αν μου επιτρέπεις και δεν μιλάμε απλώς για τα πρόσωπα, αν θα ‘πρεπε να υπάρχει αντιπάθεια στον πρόεδρο Αναστασιάδη ή στο πρόσωπο του προέδρου…αλλά όταν έχει μια χώρα σε κρίση και δεν υπάρχει ακόμη κάτι αισιόδοξο δεν μπορεί να είναι ευχαριστημένος ο κόσμος. -Εξήντα τοις εκατόν, δηλαδή 35 ο Συναγερμός και κανένα δεκαπεντάρι του ΑΚΕΛ και 5-6 των υπολοίπων, είναι φοβερό, δεν είναι φοβερό;. Ο δεύτερος ήταν ο Αντρος Κυπριανού, με 32…. Είναι να τραβάς τα μαλλιά σου. Αλλά όταν είδα την κατάσταση… -Οι δημοσκοπήσεις και οι δημοσκόποι το παραδέχονται ότι ο κόσμος δεν συνεργάζεται… δεν θεωρούνται αντικειμενικές από κανένα πλέον, νομίζω ότι έχουνε χάσει. -Τις χρησιμοποιούν για να χειραγωγείται η κοινή γνώμη είναι πλέον αποδεδειγμένο και από τις δημοσκοπήσεις στην Ελλάδα και από τις δικές μας…Οι γελοιότητες που γίνονταν. από όλα τα κανάλια δηλαδή, τις παραγγέλνεις, τις πληρώνεις και τις μεταδίδεις. Ο κ. Μυλωνάς επανήλθε στο θέμα αυτό στην ίδια εκπομπή στις 28/12/2015 λέγοντας ότι ήθελε να διευκρινίσει τον όρο «τσόντα» που είχε χρησιμοποιήσει σε εισαγωγικά, διαβάζοντας από το λήμμα «τσόντα» στο λεξικό Μπαμπινιώτη. Ανέφερε ότι η πρώτη σημασία του είναι «πρόσθετο κομμάτι υφάσματος που τοποθετείται σε ρούχο για να μακρύνει ή να φαρδύνει». Πρόσθεσε ότι το ίδιο μπορεί να γίνει με τις δημοσκοπήσεις. Είπε επίσης ότι υπάρχει και δεύτερη ερμηνεία του όρου αναφέροντας ότι «πολλοί έχουν ταυτίσει τη τσόντα με το πορνό, αλλά δεν είναι έτσι. Η δεύτερη ερμηνεία, όπως ανέφερε, «είναι εμβόλιμη σκηνή πορνό κατά την προβολή ταινίας κάποιου περιεχομένου, που κάποιοι μπορούν να τη θεωρούν και τέχνη, αλλά είναι εμβόλιμη σκηνή, δεν είναι σκηνή της χυδαιότητας για τους συντηρητικούς. Είναι μια εμβόλιμη σκηνή στην όλη ταινία». Στην πραγματικότητα, η ερμηνεία που δίδει το λεξικό Μπαμπινιώτη είναι διαφορετική, με την έννοια ότι η τσόντα με την παράγωγη έννοια της είναι πάντα ταινία πορνό. Αναφέρει: «Τσόντα= 1. πρόσθετο κομμάτι υφάσματος που τοποθετείται σε φορεσιά, για να μακρύνει ή να φαρδύνει.2. (κατ’ επέκταση) καθετί που προστίθεται σε κάτι άλλο, συνώνυμο συμπλήρωμα. 3 (ειδικότερα) η εμβόλιμη σκηνή πορνό που παρεμβάλλεται κατά την προβολή ταινίας με διαφορετικό θέμα. 4 (συνεκδ.) κάθε ταινία ή κασέτα βίντεο με τολμηρό περιεχόμενο.» (ΣΗΜ: Η τσόντα προέρχεται από το ιταλικό giunta, ή το ισπανικό junta που σημαίνει ένωση, σύνδεσμο ή προέκταση. Το διαδικτυακό λεξικό Σύγχρονης Ελληνικής Γλώσσας αναφέρει ως παράγωγη σημασία: α. σκηνές πορνογραφικής ταινίας, που προβάλλονται τελείως ασύνδετα ανάμεσα σε σκηνές άλλης ταινίας, σε λαϊκούς συνήθως κινηματογράφους. β. πορνογραφική ταινία. || (επέκτ.) σκανδαλιστικό θέαμα). Ανταποκρινόμενος στην παράκληση της Επιτροπής να παραθέσει της απόψεις του ΜΕΓΑ, ο Διευθυντής Ειδήσεων Μιχάλης Παυλίδης ανέφερε ότι «και στις δύο περιπτώσεις (σημ: η άλλη αφορά τη χρήση της λέξης ‘κοπρίτες’ σε άλλη εκπομπή για όσους αγοράζουν από τα κατεχόμενα, υπόθεση 2/2016) ο δημοσιογράφος Παύλος Μυλωνάς προέβη σε αδόκιμους χαρακτηρισμούς οι οποίοι όπως προκύπτει και εκ των υστέρων θα μπορούσαν να παρερμηνευθούν και να τύχουν εκμετάλλευσης». Ανέφερε επίσης ότι μετά και από τις δύο εκπομπές συζήτησε το θέμα μαζί του και κατέληξαν στην ανάγκη να προβεί σε διευκρινήσεις αποφεύγοντας τους χαρακτηρισμούς, με στόχο να ξεκαθαρίσει αυτό που πιστεύει, και ως δημοσιογράφος έχει κάθε δικαίωμα να εκφράζει, με τέτοιο τρόπο που δεν θα αφήνει κανένα περιθώριο παρερμηνείας. Ο κ. Παυλίδης ανέφερε ότι ο κ. Μυλωνάς προέβη σε διευκρινίσεις και στις δύο περιπτώσεις. Επίσης βεβαίωσε ότι «ως Διεύθυνση Ειδήσεων του ΜΕΓΑ… αναγνωρίζουμε το δικαίωμα των δημοσιογράφων να εκφράζουν τις απόψεις τους μακριά από χαρακτηρισμούς, φτάνει να τις τεκμηριώνουν μέσα στα πλαίσια της δημοσιογραφικής δεοντολογίας» και πρόσθεσε πως στο ΜΕΓΑ δεν χρησιμοποιείται η προληπτική λογοκρισία. Ο κ. Μυλωνάς ανέφερε προς την Επιτροπή ότι οι αναφορές του στο βαρόμετρο της κοινής γνώμης που προβλήθηκε από τον ΑΝΤ1 δεν είχαν σκοπό να αμφισβητήσουν την επιστημονική εργασία των ερευνητών της εταιρείας, όμως υποστήριξε ότι από τα ευρήματα που παρουσιάστηκαν ήταν ευδιάκριτη η αντιφατικότητα σε κάποιες από τις κατηγορίες των αποτελεσμάτων και πρόσθεσε: «Θέλοντας λοιπόν να σχολιάσω αυτή την μη λογική διακύμανση στα αποτελέσματα που προέκυψαν από τις απαντήσεις των πολιτών, χρησιμοποίησα την λέξη τσόντα. Ίσως να μπορούσα να χρησιμοποιήσω κάποια άλλη, αλλά στο μυαλό μου δεν είχα κάτι το περιφρονητικό ή το εξευτελιστικό. Η συγκεκριμένη λέξη ερμηνεύεται σε έγκριτα λεξικά (βλ. Μπαμπινιώτη), ως ένα επιπρόσθετο κομμάτι ύφασμα που χρησιμοποιείς για να κοντύνεις ή να μακρύνεις ένα ρούχο. Γι’ αυτό χαρακτήρισα κάποια αποτελέσματα ως τσόντα. Διότι αλλού ήταν πολύ αυξημένα και αλλού πολύ μειωμένα τα ποσοστά, με αποτέλεσμα να δείχνουν προσαρμοσμένα και υποκειμενικά». Εξ άλλου υποστήριξε ότι «μέσα στα πλαίσια της ελευθεροτυπίας και της ελευθερίας της έκφρασης γνώμης δεν είναι απαγορευτικό, ούτε και αντιδεοντολογικό να ασκείται κριτική στην εικόνα των αποτελεσμάτων μιας έρευνας». Πρόσθεσε επίσης ότι είχε πληροφόρηση «και για άλλες έρευνες στις οποίες σε καμία περίπτωση η αποδοχή του Νίκου Αναστασιάδη ξεπερνά το 53% ή του Αβέρωφ Νεοφύτου το 40%». Περαιτέρω ανέφερε τα ακόλουθα: ” Το Κυπριακό Βαρόμετρο, όπως διαφημίζεται από τον ίδιο τον σταθμό, δεν είναι άλλη μια δημοσκόπηση, αλλά διεκδικεί την βαρύτητα της καταγραφής της κοινής γνώμης ως βαρόμετρο μεγάλης σημασίας. Ως εκ τούτου η έννοια τσόντα και η αναφορά της περιέγραφε, ίσως ατυχώς, την πιθανότητα κάποιος να προσθέτει σε κάτι άλλο για να φαρδύνει ή να μακρύνει, δηλαδή να αναδείξει κάτι περισσότερο ή να μειώσει άλλο. Ούτε για χειραγώγηση μίλησα, ούτε για επί πληρωμή έρευνα». Εξ άλλου, ανέφερε ότι από την εκπομπή του κάλεσε τον Διευθυντή της εταιρείας να προσέλθει και να πάρει όσο χρόνο χρειάζεται και να παρουσιάσει τα στοιχεία της έρευνας, χωρίς όμως ανταπόκριση. Κατέληξε αναφέροντας: «Δεν θα ήθελα να πιστέψω πως βρισκόμαστε στο 2004. Ζούμε παρόμοιες μέρες και ώρες και ίσως να έχουμε δημοψηφίσματα. Κατά συνέπεια όλες οι έρευνες και οι δημοκοπήσεις θα πρέπει με όλο το σεβασμό να είναι αντικειμενικές και επιστημονικά ορθές και διάφανες. Ταπεινά και με απόλυτο σεβασμό, αυτά πρέπει να απασχολούν την Επιτροπή Δεοντολογίας. Όπως επίσης και η όποια προσπάθεια λογοκρισίας ή φίμωσης των δημοσιογράφων». Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα ενώπιόν της στοιχεία η Επιτροπή έκρινε ότι το όλο θέμα θα έπρεπε να εξετασθεί υπό το πρίσμα των γενικών προνοιών περί υποχρέωσης των δημοσιογράφων και των ΜΜΕ για σεβασμό «της αλήθειας και του δικαιώματος του πολίτη για αντικειμενική ολοκληρωμένη και έγκυρη πληροφόρηση» και περί συμπεριφοράς και επαγγελματικού επιπέδου των λειτουργών των ΜΜΕ, καθώς και των ειδικών προνοιών του άρθρου 1 περί ακρίβειας των πληροφοριών και του άρθρου 2 περί παροχής του δικαιώματος απάντησης. Το άρθρο 1 ορίζει ότι: Τα Μ.Μ.Ε. μεριμνούν ώστε να μη δημοσιεύονται ανακριβείς, παραπλανητικές, φανταστικές ή διαστρεβλωτικές της αλήθειας ειδήσεις, πληροφορίες ή σχόλια. Σε περίπτωση που έχει συμβεί κάτι τέτοιο χωρούν σε άμεση διόρθωση ή και απολογία. …….. Τα Μ.Μ.Ε. ενώ έχουν δικαίωμα να προβαίνουν σε αναλύσεις και να υποστηρίζουν συγκεκριμένες θέσεις, εν τούτοις θα πρέπει να καθιστούν σαφή τη διάκριση μεταξύ γεγονότος και ερμηνείας, σχολίου ή εικασίας». Το άρθρο 2 προβλέπει ότι «τα Μ.Μ.Ε. παρέχουν στους επηρεαζομένους, στην κατάλληλη περίπτωση, και ιδιαιτέρως όταν έχουν υποστεί επίθεση, την ευκαιρία να απαντήσουν…» Με τη βοήθεια λεξικών και προβαίνοντας σε έρευνα μεταξύ μελών του κοινού, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το κυπριακό κοινό αντιλαμβάνεται τον όρο «τσόντα» ως πορνογραφικό υλικό, έννοια που είναι παράγωγη της αρχικής έννοιας του πρόσθετου υφάσματος για να μακρύνει ή να φαρδύνει ένα φόρεμα. Ο κ. Μυλωνάς υποστήριξε ότι χρησιμοποίησε τον όρο με την αρχική του έννοια. Δεδεομένης όμως του γεγονότος ότι το κοινό αντιλαμβάνεται τον όρο με την παράγωγη έννοια του πορνογραφικού υλικού, και με βάση την παραδοχή του διευθυντή ειδήσεων του ΜΕΓΑ, η Επιτροπή θεώρησε ότι η χρήση του όρου υπήρξε αδόκιμη και συνεπώς συνιστούσε παραβίαση των γενικών προνοιών περί της υποχρέωσης των δημοσιογράφων να επιδεικνύουν ήθος, διαγωγή, συμπεριφορά και επαγγελματικό επίπεδο της υψηλότερη δυνατής στάθμης». Ο κ. Μυλωνάς ανέφερε στην απάντησή του προς την Επιτροπή ότι «η έννοια τσόντα και η αναφορά της περιέγραφε, ίσως ατυχώς, την πιθανότητα κάποιος να προσθέτει σε κάτι άλλο για να φαρδύνει ή να μακρύνει, δηλαδή να αναδείξει κάτι περισσότερο ή να μειώσει άλλο». Εξετάζοντας τη χρήση του όρου με την έννοια που ανέφερε ο ίδιος, η Επιτροπή έκρινε ότι ο κ. Μυλωνάς υπονοούσε ότι η δημοσκόπηση στην οποία αναφέρθηκε ήταν τροποποιημένη ή κομμένη και ραμμένη στα μέτρα κάποιου. Η Επιτροπή θεωρεί ότι αποτελεί δικαίωμα παντός, που πηγάζει από το δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης, η αμφισβήτηση της ακρίβειας των στοιχείων που περιλαμβάνονταν στο υπό συζήτηση βαρόμετρο. Θέση της Επιτροπής είναι ότι κάνοντας χρήση του δικαιώματος της ελευθερίας έκφρασης, ο κ. Μυλωνάς επικαλέστηκε ανεξακρίβωτες ή αυθαίρετες, ή παραπλανητικές πληροφορίες, κατά παράβαση της γενικής διάταξης του Κώδικα περί της υποχρέωσης των δημοσιογράφων και των ΜΜΕ να παρέχουν στο κοινό «αντικειμενική, ολοκληρωμένη και έγκυρη πληροφόρηση» και της ειδικής διάταξης να αποφεύγουν τη μετάδοση ανακριβών, φανταστικών ή διαστρεβλωτικών της αλήθειας πληροφοριών. Για παράδειγμα επικαλέστηκε δικές του πληροφορίες για το ποσοστό αποδεκτικότητας του προέδρου χωρίς να αναφέρει από πού προέρχονταν και έκαμε αναφορά σε δημοσκοπήσεις που έδιναν μικρότερα ποσοστά στον Προέδρο της Δημοκρατίας και στον κ. Νεοφύτου χωρίς να παρουσιάσει κανένα στοιχείο που να αποδεικνύει την ύπαρξη, την προέλευση ή την ακρίβειά τους. Ανέφερε κάποιους δικούς του αυθαίρετους υπολογισμούς για να δικαιολογήσει την άποψή του ότι το ποσοστό αποδεκτικότητας του Προέδρου δεν θα έπρεπε να ήταν «65 και κάτι τοις εκατό», αλλά θα έπρεπε να ήταν χαμηλότερο. Για να δικαιολογήσει την άποψη αυτή υποστήριξε ότι η αποδεκτικότητα του Προέδρου θα έπρεπε να ήταν αυτή που θα του έδινε το άθροισμα 35% από το ΔΗΣΥ, 15% από το ΑΚΕΛ και 5-6% των υπολοίπων, δηλαδή προέβη σε μια εικασία ή έκαμε σχόλιο που παρουσίασε ως γεγονός. Η αναφορά αυτή συνιστά παραβίαση της πρόνοιας για τη λήψη μέριμνας από μέρους των δημοσιογράφων για αποφυγή μετάδοσης ή δημοσίευσης ανακριβών, παραπλανητικών, φανταστικών ή διαστρεβλωτικών της αλήθειας ειδήσεων Επί πλέον, έκαμε επιλεκτική αναφορά στα αποτελέσματα της δημοσκόπησης του ΑΝΤ1, περιοριζόμενος στα ποσοστά αποδοχής του Προέδρου Αναστασιάδη, του Προέδρου του ΔΗΣΥ και του Γενικού Γραμματέα του ΑΚΕΛ για να υποστηρίξει ότι παρουσιάστηκαν ψηλότερα στη δημοσκόπηση από όσο δικαιολογούσαν τα ποσοστά των κομμάτων από τα οποία υποθετικά προερχόταν η υποστήριξη, αλλά δεν ανέφερε τα ποσοστά αποδεκτικότητας και των άλλων πολιτικών αρχηγών, τα οποία είναι πολλαπλάσια της δύναμης των κομμάτων τους. Εξ άλλου, η όλη μέθοδος την οποία μετήλθε για να υποστηρίξει την άποψή του περί διογκωμένων ποσοστών προκαλούσε σύγχυση ως προς το τι αποτελούσε σχόλιο και τι εξακριβωμένη πληροφορία, κατά παράβαση της πρόνοιας περί σαφούς διάκρισης μεταξύ γεγονότος και ερμηνείας, σχολίου ή εικασίας. Η Επιτροπή έκρινε επίσης ότι η αμφισβήτηση της εγκυρότητας της δημοσκόπησης, με τον τρόπο που έγινε, συνιστούσε παραβίαση των προνοιών του άρθρου 2 περί παροχής του δικαιώματος απάντησης, δεδομένου ότι από τη μια δεν δόθηκε η ταυτότητα της δημοσκόπησης και δεν αναφέρθηκε ποιος την έκαμε για να γνωρίζει το κοινό την προέλευσή της και δεν κλήθηκε αντιπρόσωπος του γραφείου που την έκαμε για να δώσει τις δικές του απαντήσεις και εξηγήσεις για τα ποσοστά που έδινε η έρευνα και πώς προήλθαν. Το γεγονός ότι κάλεσε τον υπεύθυνο του γραφείου ύστερα από μια εβδομάδα από την εκπομπή του να παρουσιάσει τις απόψεις του δεν ισοδυναμεί με παροχή του δικαιώματος απάντησης. Η πρόσκληση έγινε κυριολεκτικά «στον αέρα» και δεν ήταν καθόλου βέβαιο ότι αυτός προς τον οποίο απευθυνόταν, ο Νίκος Νικολάου του γραφείου «Evresis», παρακολουθούσε την εκπομπή για να ανταποκριθεί στην πρόσκληση. Ο κ. Μυλωνάς, στην απάντησή του προς την Επιτροπή, αρνήθηκε ότι έκαμε αναφορά σε χειραγώγηση ή για επί πληρωμή έρευνα ενώ στην πραγματικότητα έκαμε και τα δύο. Στην εκπομπή του στις 22/12/2015 ο κ. Μυλωνάς ανέφερε «…διότι δεν γίνεται να χειραγωγείς την κοινή γνώμη μ’ αυτό τον τρόπο», ενώ λίγο αργότερα και απαντώντας σε παρατήρηση της συμπαρουσιάστριάς του ότι «οι δημοσκοπήσεις… δεν θεωρούνται αντικειμενικές από κανένα πλέον, νομίζω ότι έχουνε χάσει» ανέφερε επί λέξει: «Τις χρησιμοποιούν για να χειραγωγείται η κοινή γνώμη, είναι πλέον αποδεδειγμένο από τις δημοσκοπήσεις στην Ελλάδα και τις δικές μας. Οι γελοιότητες που γίνονταν από όλα τα κανάλια, δηλαδή τις παραγγέλνεις, τις πληρώνεις και τις μεταδίδεις». Η Επιτροπή θεώρησε επάναγκες να σχολιάσει παρατηρήσεις του κ. Μυλωνά που περιέχονται στην απάντησή του προς την Επιτροπή, στην οποία μεταξύ άλλων ανέφερε: «Δεν θα ήθελα να πιστέψω πως βρισκόμαστε στο 2004. Ζούμε παρόμοιες μέρες και ώρες και ίσως να έχουμε δημοψηφίσματα. Κατά συνέπεια όλες οι έρευνες και οι δημοκοπήσεις θα πρέπει με όλο το σεβασμό να είναι αντικειμενικές και επιστημονικά ορθές και διάφανες. Ταπεινά και με απόλυτο σεβασμό, αυτά πρέπει να απασχολούν την Επιτροπή Δεοντολογίας. Όπως επίσης και η όποια προσπάθεια λογοκρισίας ή φίμωσης των δημοσιογράφων». Η Επιτροπή επισημαίνει ότι αποστολή της όπως καθορίζεται στον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας είναι από τη μια η προστασία της ελευθερίας έκφρασης, που είναι πεμπτουσία της δημοσιογραφικής αποστολής, πάντα μέσα στα πλαίσια της τήρησης των κανόνων της Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας και από την άλλη η προστασία των μελών της κοινωνίας από συμπεριφορές δημοσιογράφων και ΜΜΕ που αντιβαίνουν στις πρόνοιες του Κώδικα. Με την αναφορά του στο τι πρέπει κατά την άποψή του να απασχολεί την Επιτροπή, ο κ. Μυλωνάς φαίνεται να μην έχει σαφή αντίληψη ως προς τη φύση και την αποστολή της Επιτροπής. Η Επιτροπή συστάθηκε από τους φορείς των δημοσιογράφων και των ΜΜΕ ως όργανο αυτορρύθμισης, με την εφαρμογή του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Δεν της ανατέθηκε και δεν έχει δικαίωμα να παρακολουθεί τις πολιτικές εξελίξεις, τις δημοσκοπήσεις ή ό,τιδήποτε άλλο σχετικό και να παρεμβαίνει, αλλά μόνο να επιλαμβάνεται παραπόνων για παραβίαση προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας και να εκδίδει αποφάσεις με βάση τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της, χωρίς επηρεασμό από πολιτικές εξελίξεις ή κομματικές τοποθετήσεις και διαμάχες. Η Επιτροπή δεν προσπαθεί να επιβάλει είτε λογοκρισία, προληπτική ή κατασταλτική, είτε φίμωση, αλλά έχει ως μόνη της έγνοια την άσκηση της δημοσιογραφίας μέσα στα πλαίσια που καθόρισαν οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι και τα ΜΜΕ δια των αντιπροσώπων τους.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
15/2015
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
10/12/2015
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (15/16/11/205) από πολίτη εναντίον του τηλεοπτικού σταθμού Σίγμα και προσωπικά εναντίον του διευθυντή του Χρύσανθου Τσουρούλη για μετάδοση μη εξακριβωμένων και ανακριβών πληροφοριών. Ειδικότερα ο παραπονούμενος ανέφερε ότι το ΣΙΓΜΑ «μετέδωσε χωρίς να προηγηθεί διερεύνηση και εξακρίβωση πραγματικών γεγονότων πληροφορία δήθεν ότι εντοπίστηκε Ελληνοκύπριος αγνοούμενος του 1974, προκαλώντας αχρείαστο πανικό ανάμεσα στους συγγενείς αγνοουμένων». Το παράπονο αφορούσε σε είδηση του ΣΙΓΜΑ που μεταδόθηκε στις 11 Σεπτεμβρίου, 2015 η οποία ανέφερε ότι: «Σύμφωνα με απόλυτα διασταυρωμένες πληροφορίες, Τούρκος υπήκοος, ο οποίος διαμένει στην Τουρκία ισχυρίζεται ότι έχει ενδείξεις πως ενδέχεται να είναι Ελληνοκύπριος που μεταφέρθηκε στην Τουρκία από τα παιδικά του χρόνια και συγκεκριμένα κατά την τουρκική εισβολή στο νησί, το 1974. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι ο ίδιος ήλθε σε επαφή με το κυπριακό ΥΠΕΞ μέσω της Ελλάδας και ότι η Κυπριακή Δημοκρατία βρίσκεται σε συνεχή επαφή μαζί του «και έχει αναπτυχθεί επικοινωνία». Μάλιστα, υπάρχει αλληλογραφία μεταξύ του ιδίου και της Δημοκρατίας. Ο άντρας εξέφρασε την επιθυμία να υποβληθεί σε τεστ DNΑ, ώστε να εξακριβωθεί κατά πόσον επιβεβαιώνονται οι υποψίες του ότι είναι Ελληνοκύπριος απαχθείς από τον τουρκικό στρατό το 1974. Οι Αρμόδιες Αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας επεξεργάζονται την περίπτωση του Τούρκου υπηκόου και αναζητούν τρόπους διεξαγωγής των αναγκαίων εξετάσεων DNA.» Στη συνέχεια η είδηση αναφερόταν σε επιλογές που εξετάζει η Κυπριακή Δημοκρατία για διερεύνηση των ισχυρισμών και παρέθετε δήλωση αρμόδιας πηγής που ανέφερε ότι «είναι υποχρέωση μας… να διερευνήσουμε την περίπτωση του και κάθε άλλη περίπτωση και ισχυρισμό, ακόμα κι αν οι πιθανότητες να είναι αυτός που ισχυρίζεται είναι απειροελάχιστες». Στη συνέχεια παρέθετε επίσημη δήλωση του Υπουργείου Εξωτερικών που ανέφερε ότι: «… τέτοιου είδους ειδήσεις προκαλούν πολλές φορές άδικη και αχρείαστη αναστάτωση σε συγγενείς αγνοουμένων, αφού παρόμοιοι ισχυρισμοί στο παρελθόν αποδείχθηκαν τελικά αβάσιμοι. Ολες οι υποθέσεις και πληροφορίες που άπτονται του ανθρωπιστικού θέματος των αγνοουμένων, περιλαμβανομένων εκείνων του σημερινού δημοσιεύματος, τυγχάνουν χειρισμού με τη δέουσα σοβαρότητα και υπευθυνότητα από τις αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας, έχοντας πάντα ως γνώμονα την αδήριτη αναγκαιότητα του τερματισμού του συνεχιζόμενου δράματος που βιώνουν καθημερινά οι οικογένειες των αγνοουμένων. Με πλήρη σεβασμό στις οικογένειες των αγνοουμένων μας, το Υπουργείο Εξωτερικών θα επανέλθει επί του θέματος εάν προκύψουν εξελίξεις.» Στις 9/11/2015 Το Υπουργείο Εξωτερικών εξέδωσε ανακοίνωση σύμφωνα με την οποία οι αρμόδιες αρχές εξέτασαν γενετικό υλικό που λήφθηκε από τον Τούρκο υπήκοο και ανέφερε: «Από τα αποτελέσματα όλων των προαναφερθεισών συγκρίσεων δεν παρατηρήθηκε οποιαδήποτε συσχέτιση των γενετικών προφίλ του εν λόγω προσώπου με οποιοδήποτε γενετικό προφίλ που είναι καταχωρημένο μέχρι σήμερα στην ηλεκτρονική Βάση Δεδομένων Γενετικών Προφίλ συγγενών αγνοουμένων/πεσόντων της Κυπριακής Δημοκρατίας. Το Υπουργείο Εξωτερικών επαναλαμβάνει ότι το ανθρωπιστικό θέμα των αγνοουμένων αποτελεί ζήτημα ύψιστης προτεραιότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας και ότι τυγχάνει χειρισμού με τη δέουσα σοβαρότητα και υπευθυνότητα από τις αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας, έχοντας πάντα ως γνώμονα την αδήριτη αναγκαιότητα του τερματισμού του συνεχιζόμενου δράματος που βιώνουν καθημερινά οι οικογένειες των αγνοουμένων.» Απαντώντας στην καταγγελία ότι δεν έγινε διερεύνηση της είδησης, ο αναπληρωτής διευθυντής ειδήσεων του ΣΙΓΜΑ Νικήτας Κυριάκου ανέφερε στην Επιτροπή ότι προτού μεταδοθεί η είδηση οι πληροφορίες διασταυρώθηκαν με το Υπουργείο Εξωτερικών και επιβεβαιώθηκε πως ήταν ακριβείς. Η Επιτροπή, αφού μελέτησε τις εκατέρωθεν θέσεις και όλο το υλικό που τέθηκε ενώπιον της διαπίστωσε ότι η είδηση που μετέδωσε το ΣΙΓΜΑ ήταν απόλυτα ακριβής και βασιζόταν σε πραγματικά γεγονότα, τα οποία ήταν ότι ένας Τούρκος υπήκοος διατύπωσε τον ισχυρισμό ότι δυνατό να ήταν Ελληνοκύπριος αγνοούμενος της Τουρκικής εισβολής του 1974 και ότι το Υπουργείο Εξωτερικών ήταν ενήμερο του ισχυρισμού αυτού και το διερευνούσε. Τα γεγονότα αυτά αναφέρθηκαν σαφώς στην είδηση και δεν αφέθηκε η παραμικρή υποψία ότι ο ισχυρισμός ήταν ακριβής. Αντίθετα, η είδηση έκαμε σαφές ότι το Υπουργείο Εξωτερικών διερευνούσε τον ισχυρισμό αν και θεωρούσε ότι η πιθανότητα να ήταν ακριβής ήταν απειροελάχιστη. Περαιτέρω, ο τηλεοπτικός σταθμός παρακολούθησε την εξέλιξη της είδησης και στις 9/11/2015 μετέδωσε είδηση δύο λεπτών σχετικά με την ανακοίνωση του Υπουργείου Εξωτερικών για τα αποτελέσματα των εξετάσεων γενετικού υλικού που κατέρριπταν τον ισχυρισμό του Τούρκου υπηκόου. Η Επιτροπή θεωρεί πως το κριτήριο στην υπόθεση αυτή δεν ήταν κατά πόσον ο ισχυρισμούς που πρόβαλε ο Τούρκος υπήκοος ήταν ακριβής, αλλά κατά πόσον τα γεγονότα που αναφέρονταν στην είδηση ήταν πραγματικά. Από την εξέταση όλων των στοιχείων προκύπτει ότι η είδηση του ΣΙΓΜΑ παρέθετα πραγματικά γεγονότα, τα οποία έτυχαν επιβεβαίωσης και από το Υπουργείο Εξωτερικών. Κατά συνέπεια αποφάσισε ότι δεν υπήρξε παραβίαση της πρόνοιας για την ακρίβεια των πληροφοριών ή παραπλάνηση και ότι ο τηλεοπτικός σταθμός προέβη στις επιβαλλόμενες ενέργειες για επιβεβαίωση της ακρίβειας των πληροφοριών. Συνακόλουθα, η Επιτροπή απέρριψε το παράπονο.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
13/2015
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
19/11/2015
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (13/04/9/15) από τη Νέλλη Μαχμούροβα Τσαγγαρίδη, εναντίον της εφημερίδας «Φιλελεύθερος» για δημοσίευση ανακριβών πληροφοριών στην αγγελία για την κηδεία του αποβιώσαντος συζύγου της και για άρνηση δημοσίευσης ανασκευής των ανακριβειών. Η παραπονούμενη ανέφερε ότι στην αγγελία της κηδείας του αποβιώσαντος συζύγου της, τέως δημοσίου υπαλλήλου, που δημοσιεύθηκε στις 6/6/2015, αναγράφηκε το όνομα της συζύγου ως Α****. Σύμφωνα με το παράπονο, το στοιχείο αυτό ήταν ανακριβές και παρείχε λανθασμένη πληροφόρηση, δεδομένου ότι η φερόμενη ως σύζυγος στην πραγματικότητα ήταν πρώην σύζυγός του, δεδομένου ότι ο γάμος λύθηκε με απόφαση εκκλησιαστικού δικαστηρίου στις 3/7/1995 που επικυρώθηκε από τη Μητρόπολη Λεμεσού στις 5/5/2003. Η παραπονούμενη ανέφερε ότι συνήψε γάμο με τον αποβιώσαντα Τσαγγαρίδη στις 22/5/2003 και ότι ο γάμος της υφίστατο και ήταν έγκυρος κατά την ημέρα του θανάτου του. Προς επιβεβαίωση, η παραπονούμενη παρουσίασε τόσο τη διαζευκτήρια βεβαίωση της Μητρόπολης Λεμεσού, όσο και ισχύον πιστοποιητικό γάμου της με το θανόντα. Η παραπονούμενη αποτάθηκε στην εφημερίδα, στις 7 Αυγούστου, 2015, ζητώντας να δημοσιευθεί στην εφημερίδα διόρθωση, υποβάλλοντας όλα τα αποδεικτικά στοιχεία για την εγκυρότητα του γάμου της, καθώς και πιστοποιητικό για την υιοθεσία του γιου της από τον αποβιώσαντα. Το κείμενο αναφερόταν στο περιεχόμενο της αγγελίας κηδείας του αποβιώσαντα και παρέθετε στοιχεία της οικογένειάς του, αναφέροντας πως ήταν στη διάθεση της εφημερίδας να παράσχει όλα τα αποδεικτικά στοιχεία για την εγκυρότητα του γάμου της και της υιοθεσίας. Ο «Φιλελεύθερος» δεν αποδέχθηκε το κείμενο και η παραπονούμενη απέστειλε στις 31 Αυγούστου, 2015 δεύτερο συντομευμένο κείμενο για δημοσίευση το οποίο και πάλι δεν έγινε αποδεκτό από την εφημερίδα, που αντιπρότεινε το ακόλουθο κείμενο για δημοσίευση, προσφερόμενη να το δημοσιεύσει δωρεάν: «Αναφορικά με τον αποβιώσαντα Μενέλαο Τσαγγαρίδη εκ Κυπερούντας, που απεβίωσε στις 2/6/2015, εγώ η κάτωθι υπογεγραμμένη Νέλλη Μαχμούροβα Τσαγγαρίδη επιθυμώ να δηλώσω ότι κατά τον χρόνο του θανάτου του τελούσα νόμιμη σύζυγος του.» Η παραπονούμενη θεώρησε το κείμενο ως ανεπαρκή διόρθωση και αποτάθηκε στην Επιτροπή Δεοντολογίας ζητώντας της συνδρομή της για δημοσίευση διόρθωσης. Με βάση την πρόνοια του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας που προβλέπει ότι «επιδίωξη της Επιτροπής είναι η διευθέτηση, το συντομότερο δυνατό, οιασδήποτε διαφοράς που δυνατό να ενέχει ουσιαστική παράβαση των κανόνων του παρόντα Κώδικα», η Γραμματεία κατέβαλε προσπάθεια φιλικής διευθέτησης, χωρίς όμως αποτέλεσμα, δεδομένου ότι οι δύο πλευρές επέμεναν στις θέσεις τους. Η θέση της εφημερίδας ήταν ότι δεν επιθυμούσε στη διόρθωση να γίνει αναφορά σε στοιχεία σχετιζόμενα με το νομικό καθεστώς του γάμου του αποβιώσαντος με την πρώτη του σύζυγο. Η παραπονούμενη υπέβαλε δεύτερο κείμενο, αφού πρώτα ζήτησε από τη Γραμματεία της Επιτροπής να το ελέγξει λεκτικά και γραμματικά δεδομένου ότι δεν γνωρίζει καλά τη Ελληνική, το οποίο απέστειλε στην εφημερίδα, Το κείμενο έχει ως ακολούθως: «Αναγκαία διόρθωση-Δήλωση Εγώ η κάτωθι υπογεγραμμένη Νέλλη Μαχμούροβα Τσαγγαρίδη, νόμιμη σύζυγος του Μενέλαου Τσαγγαρίδη εκ Κυπερούντας, συνταξιούχου τελωνειακού (ήταν Υπευθυνος Τελωνείου Πάφου), ο οποίος απεβίωσε στην Παραμύθα Λεμεσού στις 2/6/2015, αναφέρομαι στην δημοσίευση αγγελίας της κηδείας του, στην εφημερίδα Φιλελεύθερος στις 4/6/2015, στην οποία, υπό τον τίτλο τεθλιμμένοι, σημειώνονται μεταξύ άλλων, «Η σύζυγος: Α****» αντί του ονόματος μου ως νομίμου συζύγου του. Ο αποβιώσας σύζυγος μου Μενέλαος Τσαγγαρίδης είχε διαζευχθεί την εν λόγω Α**** από τις 3/7/1995. Με την παρούσα μου δηλώνω υπεύθυνα ότι η υποφαινόμενη ήμουν και είμαι η νόμιμη σύζυγος του από 22/05/2003 αποβιώσαντος Μενέλαου Τσαγγαρίδη. Εχω το πιστοποιητικό του ισχύοντος γάμου μου με τον Μενέλαο Τσαγγαρίδη και το έγγραφο υιοθεσίας του τρίτου γιου του Σαμψών Σαρουμιάν Τσαγγαρίδη, ο οποίος επίσης παραλείπεται από την σχετική δημοσίευση.» Η εφημερίδα αρνήθηκε να δημοσιεύσει το κείμενο της παραπονούμενης και επέμενε στο ανωτέρω αναφερόμενο δικό της κείμενο. Κατόπιν της νέας άρνησης της εφημερίδας να δημοσιεύσει το κείμενό της, η Νέλλη Μαχμούροβα Τσαγγαρίδη υπέβαλε παράπονο στην Επιτροπή, ζητώντας εξέτασή του. Η νομική σύμβουλος της εφημερίδας προσήλθε σε συνεδρία υποεπιτροπής και ανέφερε ότι η εφημερίδα αφαίρεσε τις αναφορές από την αρχική απάντηση της παραπονούμενης για να μη βρεθεί ενδεχομένως εκτεθειμένη νομικά από τις αναφορές στο νομικό καθεστώς του πρώτου γάμου του θανόντα. Είπε επίσης ότι θέση της είναι πως έδωσε ευκαιρία στην παραπονούμενη για απάντηση και ότι το κείμενο που πρότεινε η εφημερίδα ήταν επαρκές για ικανοποίησή της. Αφού εξέτασε τις εκατέρωθεν θέσεις και όλα τα ενώπιον της στοιχεία, η Επιτροπή επισήμανε ότι ο διευθυντής ή ο αρχισυντάκτης της εφημερίδας φέρουν την ευθύνη για το περιεχόμενο οποιουδήποτε κειμένου που δημοσιεύεται, περιλαμβανομένων διαφημίσεων ή αγγελιών, και ότι είναι δικό τους θέμα να εξεύρουν τρόπους κατοχύρωσης της θέσης τους και της εφημερίδας έναντι νομικών συνεπειών από ανακρίβειες ή νομικά επιλήψιμο περιεχόμενο ανακοινώσεων που δημοσιεύονται επί πληρωμή από τρίτους. Ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας προνοεί στο άρθρο 1 ότι: «τα Μ.Μ.Ε. μεριμνούν ώστε να μη δημοσιεύονται ανακριβείς, παραπλανητικές, φανταστικές ή διαστρεβλωτικές της αλήθειας ειδήσεις, πληροφορίες ή σχόλια. Σε περίπτωση που έχει συμβεί κάτι τέτοιο χωρούν σε άμεση διόρθωση ή και απολογία.» Περαιτέρω το άρθρο 2 ορίζει ότι «Τα Μ.Μ.Ε. παρέχουν στους επηρεαζομένους, στην κατάλληλη περίπτωση και ιδιαιτέρως όταν έχουν υποστεί επίθεση, την ευκαιρία να απαντήσουν…Τα ΜΜΕ έχουν το δικαίωμα να συντομεύουν μακροσκελείς επιστολές, νοουμένου ότι δεν θα επηρεάζεται ουσιωδώς το περιεχόμενο της απάντησης και να αρνούνται τη δημοσίευση επιστολών που είναι ενδεχόμενο να έχουν νομικές συνέπειες για τα ίδια ή τρίτα πρόσωπα.» Ως προς την τελευταία πρόνοια του άρθρου 2, η Επιτροπή σημείωσε ότι η παραπονούμενη παρέθεσε όλα τα αποδεικτικά στοιχεία ως προς την ακρίβεια των ισχυρισμών της και κατά συνέπεια και της ανακρίβειας που περιείχε η δημοσιευθείσα αγγελία κηδείας του συζύγου της. Σε προηγούμενες αποφάσεις της η Επιτροπή τόνισε την υποχρέωση των ΜΜΕ να παρέχουν δικαίωμα, απάντησης σε άτομα που έχουν θιγεί από δημοσιεύματα, στις οποίες επισήμανε τη δυνατότητα που έχει ο εκδότης να περικόπτει κείμενα απαντήσεων όταν είναι μακροσκελή ή επεκτείνονται σε άσχετα με το ανασκευαζόμενο κείμενο θέματα και να αφαιρεί ό,τιδήποτε είναι νομικά επιλήψιμο, ή είναι δυνατό να προκαλέσει ποινική ή πολιτική αγωγή εναντίον του, ή θίγει τα δικαιώματα, την αξιοπρέπεια και την καλή φήμη τρίτων. Η Επιτροπή περαιτέρω θεωρεί ότι η απάντηση ή η ανασκευή πρέπει να είναι ανάλογη ως προς την έκταση με το ανασκευαζόμενο κείμενο και να δημοσιεύεται κατά το δυνατό στην ίδια σελίδα και θέση. Επίσης πρέπει να είναι κόσμια και να μη περιέχει υβριστικούς ή προσβλητικούς χαρακτηρισμούς για οποιοδήποτε. Παράλληλα, η Επιτροπή υποδεικνύει ότι το κείμενο με το οποίο ανασκευάζεται ή απαντάται ένα δημοσίευμα πρέπει να αναφέρει το λόγο για τον οποίο γίνεται η ανασκευή και να καθιστά απολύτως σαφές τι ακριβώς διορθώνεται ή ανασκευάζεται. Κατά συνέπεια, ο δικαιούμενος σε ανασκευή δημοσιεύματος έχει δικαίωμα να περιλάβει στο κείμενό του όλα εκείνα τα στοιχεία που είναι απαραίτητα προκειμένου να γίνεται απολύτως σαφές και κατανοητό ποιες ανακρίβειες και ποια γεγονότα ή απόψεις ανασκευάζονται ή απαντώνται. Στην προκειμένη περίπτωση, η Επιτροπή αποφάσισε ότι το περιεχόμενο της ανασκευαζόμενης αγγελίας θα έπρεπε να καθιστά σαφές πως η διόρθωση αφορούσε στην παρουσίαση άλλης γυναίκας ως νομίμου συζύγου του θανόντα. Κατά συνέπεια, θεώρησε ότι η παράθεσε λεπτομερειών της αγγελίας κηδείας που αμφισβητούσαν τη νομιμότητα του γάμου της παραπονούμενης με το θανόντα, με την παρουσίαση άλλης γυναίκας ως νομίμου συζύγου του, ήταν απαραίτητα στοιχεία προκειμένου να γίνει στον αναγνώστη κατανοητό πως προέκυψε και ποια ήταν η ανασκευαζόμενη ανακρίβεια. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή αποφάσισε πως το προταθέν από την εφημερίδα κείμενο δεν περιείχε όλες τις απαραίτητες πληροφορίες που ήταν ουσιώδεις για να γίνει κατανοητή η διόρθωση ή ανασκευή. Κατά συνέπεια θεώρησε πως η δημοσίευση του κειμένου «Αναφορικά με τον αποβιώσαντα Μενέλαο Τσαγγαρίδη εκ Κυπερούντας, που απεβίωσε στις 2/6/2015, εγώ η κάτωθι υπογεγραμμένη Νέλλη Μαχμούροβα Τσαγγαρίδη επιθυμώ να δηλώσω ότι κατά τον χρόνο του θανάτου του τελούσα νόμιμη σύζυγος του» δεν πληρούσε τους αναγκαίους όρους προκειμένου να θεωρηθεί επαρκής ανασκευή και κατά προέκταση δεν ικανοποιούσε το προβλεπόμενο από τον Κώδικα δικαίωμα απάντησης. Πέραν τούτου, η Επιτροπή θώρησε ότι η παρουσίαση μιας γυναίκας να δηλώνει, φαινομενικά άνευ αποχρώντος λόγου και αιτίας, ότι είναι η νόμιμη σύζυγος κάποιου, την εκθέτει και τη μειώνει στην αντίληψη του κοινού. Τέλος, η Επιτροπή θεωρεί σκόπιμο να υποδείξει ότι σε κάθε περίπτωση τα ΜΜΕ έχουν την ευθύνη και βαρύνονται με τη δαπάνη, αν υπάρχει, για τη διόρθωση ή ανασκευή ανακριβειών και επομένως η προσφορά δωρεάν δημοσίευσης οποιουδήποτε απαντητικού κειμένου είναι άνευ σημασίας και αντικειμένου.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
16/2015
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
10/11/2015
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (16/3/11/2015) από το Διευθύνοντα Συνέταιρο του δικηγορικού γραφείου «Τάσσος Παπαδόπουλος & Συνεργάτες», Νίκος Παπαευσταθίου εναντίον του δημοσιογράφου Μανώλη Καλατζή και της εφημερίδας «ΠΟΛΙΤΗΣ» για δημοσίευση κατ’ ισχυρισμό ανακριβών και παραπλανητικών πληροφοριών και για παράλειψη παροχής του δικαιώματος απάντησης. Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι ο Μανώλης Καλατζής δημοσίευσε είδηση την 1η Νοεμβρίου, 2015 στην εφημερίδα «Πολίτης», στην οποία ανακριβώς έγραψε ότι το γραφείο πήρε ως αμοιβή σε δύο περιπτώσεις παροχής υπηρεσιών στην Τράπεζα Κύπρου τα ποσά των €19.202.000 (δεκαεννέα εκατομμυρίων…) και €10.381.000 (δέκα εκατομμυρίων…) ενώ στην πραγματικότητα τα εκατομμύρια ήταν χιλιάδες ευρώ.. Ειδικότερα ανέφερε ότι:: «Η εφημερίδα είτε παραποιώντας και πλαστογραφώντας τα ποσά που προφανώς κατατέθηκαν στην Επιτροπή Θεσμών και Αξιών της Βουλής των Αντιπροσώπων, είτε δημοσιεύοντας ποσά που εμφανώς είναι παραποιημένα και πλαστογραφημένα από τρίτο πρόσωπο με την πρόσθεση τριών μηδενικών (000) στο τέλος του αριθμού της κάθε χρέωσής μας, μετέτρεψε τις χιλιάδες σε εκατομμύρια. Στη βάση αυτών των πλαστογραφημένων εγγράφων και χαλκευμένων αριθμών δημιούργησε ένα κακόηθες λιβελλογράφημα σε βάρος του γραφείου μας. Επίσης ανέφερε πως: «Θα ανέμενε κάποιος από την εφημερίδα και τον δημοσιογράφο προτού προβεί στη δημοσίευση του συγκεκριμένου δημοσιεύματος να ερωτούσε και τις απόψεις του γραφείου μας, πράγμα που δυστυχώς δεν έγινε». Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι στην δεύτερη περίπτωση που υπήρχε αναφορά στο δικηγορικό γραφείο «Τάσσος Παπαδόπουλος», ο δημοσιογράφος μετέτρεψε ο ίδιος σε €10.381.000 το ποσό των €10.381,46 που αναφερόταν στο έγγραφο της Βουλής ως αμοιβή προς το δικηγορικό γραφείο. Ο Μανώλης Καλατζής, παραθέτοντας τις απόψεις του επί του παραπόνου, υποστήριξε πως στην είδησή του παρέθεσε στοιχεία για αμοιβές δικηγορικών γραφείων από την Τράπεζα Κύπρου χωρίς να παρέμβει κατ’ ελάχιστον στα όσα ανέφεραν σχετικά επίσημα έγγραφα και ότι «ως εκ τούτου τα στοιχεία ήταν ακριβέστατα και αυτό αποδεικνύεται από τα σχετικά έγγραφα που κατέθεσε η Τράπεζα Κύπρου στην Επιτροπή Θεσμών…» Ο κ. Καλατζής δεν ανέφερε με βάση ποιο σκεπτικό ή μεθοδολογία κατέληξε στο συμπέρασμα πως τα επίμαχα ποσά εξέφραζαν εκατομμύρια και όχι χιλιάδες Ευρώ. Επίσης ανέφερε ότι δεν υπήρξε καμία παραποίηση ούτε πλαστογραφία από την εφημερίδα και το δημοσιογράφο, δεδομένου ότι η Βουλή, με ανακοίνωσή της στις 4/11/2015 ανέφερε μεταξύ άλλων ότι: «Τα ποσά που αναφέρονται, όπως προκύπτει και από το κυρίως μέρος της έκθεσης (πρόκειται για την έκθεση της Επιτροπής Θεσμών για την κατάρρευση της κυπριακής οικονομίας), αφορούν χιλιάδες και όχι εκατομμύρια ευρώ όπως δημοσιεύτηκε. Θα πρέπει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι το έγγραφο το οποίο δημοσιεύτηκε, στο οποίο φαίνεται μια χειρόγραφη σημείωση με τρία μηδενικά, αποτελούσε έγγραφο εργασίας και εκ παραδρομής αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα της Βουλής των Αντιπροσώπων αντί του πρωτότυπου, το οποίο βρίσκεται καταχωρημένο στο Αρχείο της Βουλής».
Ο κ. Καλατζής ανέφερε ότι η ανακοίνωση της Βουλής καταρρίπτει τον ισχυρισμό για πλαστογραφία από μέρους της εφημερίδας. Ως προς το παράπονο για την παροχή του δικαιώματος απάντησης ο κ. Καλατζής ανέφερε πως η εφημερίδα «Πολίτης» δημοσίευσε στην ηλεκτρονική της έκδοση την απάντηση του κ. Παπαυεσταθίου την 1/11/2015 και την επομένη δημοσίευσε την ανακοίνωσή του στην έντυπη έκδοσή της, ικανοποιώντας το αίτημα του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας για παροχή του δικαιώματος απάντησης. Εξ άλλου, ανέφερε ότι η εφημερίδα δεν απολογήθηκε, γιατί ο κ. Παπαευσταθίου δεν ζήτησε απολογία όταν ο «Φιλελεύθερος δημοσίευσε τα ίδια στοιχεία τον Μάϊο του 2014. Τέλος ανέφερε ότι δεν θεώρησε αναγκαίο να ζητήσει τις θέσεις του δικηγορικού γραφείου, δεδομένου ότι τα στοιχεία που δημοσίευσε αφ’ ενός είχαν δημοσιευθεί στο «Φιλελεύθερο» μερικούς μήνες προηγουμένως χωρίς να τύχουν σχολιασμού και αφ’ ετέρου γιατί λήφθηκαν από επίσημο έγγραφο, που περιλάμβανε χιλιάδες ονόματα δικηγόρων. Είπε όμως ότι αποτάθηκε για σχολιασμό στην Τράπεζα Κύπρου, από την οποία προήλθαν τα έγγραφα, αλλά δεν υπήρξε ανταπόκριση. Εξ άλλου, ανέφερε πως η εφημερίδα δημοσίευσε στις 8/11/2015 έγγραφο της Βουλής που βεβαίωνε ότι τα ποσά που πληρώθηκαν σε δικηγορικά γραφεία ήταν χιλιάδες ευρώ και όχι εκατομμύρια. Ο κ. Καλατζής παραπονέθηκε πως ο κ. Παπαευσταθίου, στην ανακοίνωση που εξέδωσε την 1/11/2015 του απέδιδε τη διάπραξη των ποινικών αδικημάτων της παραποίησης και πλαστογραφίας, ζητώντας τη δίωξή του από το Γενικό Εισαγγελέα. Ο κ. Καλατζής ανέφερε ότι «πρόκειται για πρωτοφανή επιχείρηση τρομοκράτησης δημοσιογράφου και εφημερίδας την οποία η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας οφείλει να στηλιτεύσει. Τέτοιες μέθοδοι στοχεύουν στη φίμωση των δημοσιογράφων και στον περιορισμό της ελευθεροτυπίας και δεν μπορεί να γίνονται ανεκτές». Η Επιτροπή εξέτασε επισταμένα την είδηση του κ. Καλατζή υπό τον τίτλο «Εκατομμύρια για νομικές συμβουλές, αγωγές και συμβόλαια-ΟΙ ΧΟΥΒΑΡΝΤΑΔΕΣ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΩΝ», στην οποία ανέφερε ότι η Τράπεζα Κύπρου και η Λαϊκή διέθεταν ποσά «που προκαλούν ίλιγγο» για νομικές υπηρεσίες από δικηγορικά γραφεία. Ανέφερε πως τα στοιχεία στα οποία βασίστηκε η είδηση προήλθαν από απόρρητο έγγραφο ημερομηνίας 11 Δεκεμβρίου, 2013 της Τράπεζας Κύπρου προς την Επιτροπή Θεσμών της Βουλής στο οποίο παρατίθεντο τα ποσά που πήραν κατ’ έτος διάφορα δικηγορικά γραφεία για παροχή νομικών υπηρεσιών, που όπως σημείωνε, ήταν νόμιμες συναλλαγές. Ειδικά, για το 2002 ανέφερε ότι το δικηγορικό γραφείο Τάσσος Παπαδόπουλος εισέπραξε €19,202,000 (εκατομμύρια) και τρία ξένα δικηγορικά γραφεία «εισέπραξαν αστρονομικά ποσά (περίπου 80 εκατομμύρια ευρώ), ενώ το δικηγορικό γραφείο «Χρυσαφίνης και Πολυβίου» εισέπραξε €1.706.000 (εκατομμύρια). Περαιτέρω ανέφερε ότι το 2003, χρονιά κατά την οποία ο ιδιοκτήτης του γραφείου εξελέγη Πρόεδρος της Δημοκρατίας, το δικηγορικό γραφείο «Τάσσος Παπαδόπουλος» πήρε €10.381.000 (εκατομμύρια), ενώ το δικηγορικό γραφείο «Χρυσαφίνης και Πολυβίου» σμίκρυνε τη ψαλίδα εισπράττοντας €8.543.000. Με βάση τα ενώπιόν της στοιχεία η Επιτροπή κατέληξε σε κατ’ αρχήν αποφάσεις επί των διαφόρων σημείων για τις οποίες ενημέρωσε τα μέρη. Μετά την ενημέρωσή του, ο κ. Καλατζής υπέβαλε πρόσθετα στοιχεία, και μάλιστα ουσιαστικά, το κυριότερο των οποίων ήταν ότι η ανάγνωση των αριθμών στο επίμαχο έγγραφο από τον ίδιο ήταν ορθή, δεδομένου ότι πάνω από τα αναφερόμενα ποσά υπάρχει η ένδειξη «EURO’000» που σημαίνει ότι οποιοδήποτε ποσό αναφέρεται κάτω από την ένδειξη αυτή και ανεξάρτητα από οποιεσδήποτε άλλες σημειώσεις, πρέπει να πολλαπλασιαστεί επί χίλια. Η Επιτροπή διερεύνησε το θέμα απευθύνοντας σχετικά ερωτήματα και ζητώντας τις απόψεις ανώτερου λειτουργού του Γενικού Λογιστηρίου της Δημοκρατίας, καθώς και λογιστών δύο ιδιωτικών ελεγκτικών γραφείων. Ολοι ανέφεραν ότι η ένδειξη EUR’000 ή €’000 σημαίνει πως τα ποσά που παρατίθενται πρέπει να πολλαπλασιαστούν επί χίλια και συνεπώς τα ποσά που αναγράφονταν στο έγγραφο θα έπρεπε να αναγνωσθούν ως εκατομμύρια. Η Γραμματεία ανέτρεξε επίσης σε έγγραφα της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου και διαπίστωσε ότι τα ποσά γράφονται με τον ίδιο τρόπο, για παράδειγμα στην ανακοίνωση ημερομηνίας 2/12/2015 για την οικονομική κατάσταση τον Νοέμβριο, 2015, τα ποσά αναγράφονται με έξι αριθμούς κάτω από την ένδειξη €’000, που σημαίνει ότι στα αναφερόμενα ποσά πρέπει να προστεθούν τρία μηδενικά. Τα αποθέματα χρυσού των οποίων η αξία είναι €447.600.000 αναγράφονται ως 447.600.
Εξ άλλου, ο Πρόεδρος της Επιτροπής Θεσμών και Αξιών της Βουλής κ. Δημήτρης Συλλούρης ανέφερε στη Γραμματεία ότι τα ποσά που αναφέρονταν στο έγγραφο ήταν στην πραγματικότητα χιλιάδες ευρώ αλλά είχαν αναγραφεί με λανθασμένο τρόπο στο επίμαχο έγγραφο. Στην πρώτη περίπτωση που αφορά στο δικηγορικό γραφείο «Τάσσος Παπαδόπουλος» το ποσό που αναγράφεται στο έγγραφο είναι 19,202.ΧΧ, δηλαδή 19 χιλιάδες και 202 ευρώ, ενώ το δεκαδικό μέρος διαγράφηκε και πάνω από αυτό γράφτηκαν με το χέρι τρία μηδενικά (000), μετατρέποντας το ποσό σε εκατομμύρια. Αυτό αποτελεί πιθανή ένδειξη πως και σε επίπεδο Βουλής θεωρήθηκε σε κάποιο στάδιο πως το ποσό αναφερόταν σε εκατομμύρια. Στη δεύτερη περίπτωση που εμφαίνεται η επωνυμία του δικηγορικού γραφείου το ποσό στο έγγραφο είναι αναλλοίωτο, δηλαδή €10,381.46. Υπό το φως των πιο πάνω και με βάση τις βεβαιώσεις επαγγελματιών λογιστών και ελεγκτών η Επιτροπή αποφάσισε ότι δημοσιογράφος δικαιολογημένα ανέγνωσε και ανέγραψε τα ποσά ως εκατομμύρια. Εκ των υστέρων υπήρξε η βεβαίωση της Βουλής των Αντιπροσώπων ότι τα ποσά που αναφέρονταν ήταν χιλιάδες ευρώ, αλλά το στοιχείο αυτό δεν υπήρχε κατά τον ουσιώδη χρόνο της σύνταξης της είδησης. Η Επιτροπή αποφάσισε επίσης πως τα επίσημα έγγραφα έχουν το τεκμήριο της ακρίβειας και συνεπώς δεν υφίσταται υποχρέωση από μέρους του δημοσιογράφου για εξακρίβωση των στοιχείων που αναφέρονταν στο επίσημο έγγραφο της Βουλής, ούτε και παροχή ευκαιρίας σχολιασμού με βάση την πρόνοια του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας που προβλέπει ότι «τα ΜΜΕ παρέχουν στους επηρεαζομένους, στην κατάλληλη περίπτωση… την ευκαιρία να απαντήσουν…» Η «κατάλληλη περίπτωση» είναι θέμα ερμηνείας και κρίνεται με βάση τα γεγονότα κατά περίπτωση. Όμως επισημαίνεται πώς είναι πάγια θέση της Επιτροπής ότι σε περιπτώσεις κατά τις οποίες είναι δυνατό ή αναμενόμενο να εγερθούν αμφισβητήσεις και σοβαρή διχογνωμία, πρέπει να παρέχεται η ευκαιρία στα εμπλεκόμενα μέρη για σχολιασμό ή αντίκρουση ταυτόχρονα με τη δημοσίευση, γεγονός που συμβάλλει στην ενίσχυση της αξιοπιστίας και της έξωθεν καλής μαρτυρίας για αμερόληπτη πληροφόρηση. Εξετάζοντας όλα τα δεδομένα της παρούσης περίπτωσης, η Επιτροπή θεώρησε ότι αν και δεν είχε υποχρέωση επειδή ήταν επίσημα έγγραφα, θα ήταν καλό και πρόσφορο ο δημοσιογράφος να είχε ζητήσει τις απόψεις του δικηγορικού γραφείου επί του θέματος των αμοιβών που παρουσιαζόταν να είχε λάβει, πολύ περισσότερο που και ό ίδιος ανέφερε ότι τα ποσά που αναφέρονταν προκαλούσαν ίλιγγο. Το γεγονός ότι ανάλογα στοιχεία δημοσιεύθηκαν στο «Φιλελεύθερο» πριν από πολλούς μήνες χωρίς να γίνει σχολιασμός ή να υπάρξει διαμαρτυρία δεν ήταν λόγος παράλειψης παροχής της ευκαιρίας σχολιασμού, δεδομένου μάλιστα ότι η δημοσίευση έγινε για διαφορετικούς λόγους. Ο μη σχολιασμός ή η σιωπή δεν πρέπει να εκλαμβάνεται εκ προοιμίου ως επιβεβαίωση της ακρίβειας οποιωνδήποτε πληροφοριών. Αυτό ισχύει σε μεγαλύτερο βαθμό στην προκειμένη περίπτωση, επειδή τα στοιχεία που δημοσίευσε ο «Φιλελεύθερος» στην ηλεκτρονική του έκδοση ήταν κρυμμένα πίσω από ένα ηλεκτρονικό σύνδεσμο που παρέπεμπε σε ένα από τα πολλά παραρτήματα τα οποία συνόδευαν την έκθεση της Επιτροπής Θεσμών και Αξιών για τα αίτια της κατάρρευσης της οικονομίας. Τα στοιχεία δεν παρουσιάστηκαν μεμονωμένα, ούτε και έτυχαν καμιάς ιδιαίτερης προβολής, επισήμανσης ή σχολιασμού από το «Φιλελεύθερο», όπως στην περίπτωση της είδησης του «Πολίτη» που απέβλεπε στην επισήμανση ότι οι Τράπεζες διέθεταν «αστρονομικά ποσά» για νομικές υπηρεσίες που «προκαλούν ίλιγγο». Η Επιτροπή περαιτέρω διαπίστωσε πως η εφημερίδα ικανοποίησε το δικαίωμα απάντησης του δικηγορικού γραφείου, δημοσιεύοντας αυτολεξεί τόσο την ανακοίνωση της Βουλής για το όλο θέμα, όσο και την ανακοίνωσή που εξέδωσε ο παραπονούμενος σε απάντηση ανακοίνωσης της Ενωσης Συντακτών, η οποία ασχολήθηκε με το θέμα και εξέφρασε υποστήριξη προς το δημοσιογράφο σε σχέση με τη διατύπωση κατηγοριών εναντίον του για πλαστογραφία του επίμαχου εγγράφου. Περαιτέρω, υπό το φως των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον της, η Επιτροπή απέρριψε την κατηγορία του παραπονουμένου για πλαστογραφία ή παραποίηση εγγράφου από το δημοσιογράφο. Επίσης επισήμανε ότι κατηγορίες, ισχυρισμοί και επιθέσεις που αποδίδουν ποινικά αδικήματα σε οποιοδήποτε και ιδιαίτερα σε δημοσιογράφους δεν πρέπει να γίνονται ελαφρά τη καρδία, δεδομένου ότι είναι δυνατό να εκληφθούν ως προσπάθεια φίμωσης. Ως προς το παράπονο του κ. Καλατζή για άσκηση τρομοκρατίας από μέρους του παραπονούμενου η Επιτροπή θεώρησε ότι δεν επρόκειτο για διατύπωση απειλών ή προειδοποιήσεων προς το δημοσιογράφο, αλλά για αναφορά σε ενέργειες που είχαν ήδη γίνει προς το Γενικό Εισαγγελέα με αίτημα να διεξαγάγει έρευνα για πιθανά ποινικά αδικήματα ή ενεργειών προς την Επιτροπή Θεσμών και Αξιών της Βουλής. Η Επιτροπή θεωρεί ότι ο παραπονούμενος είχε δικαίωμα να προβεί σε οποιεσδήποτε ενέργειες θεωρούσε πρόσφορες ή δικαιολογημένες. Το αίτημά του για διεξαγωγή ποινικής έρευνας από το Γενικό Εισαγγελέα θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι συνιστούσε απειλή αν ο παραπονούμενος ασκούσε θεσμικό ή άλλο έλεγχο πάνω στο Γενικό Εισαγγελέα ή στην Επιτροπή Θεσμών και Αξιών της Βουλής, γεγονός που δεν συμβαίνει, ή θα ήταν σε θέση με κάποιο τρόπο να παρέμβει στις αποφάσεις τους. Παρά ταύτα, η Επιτροπή επισημαίνει ότι ενώ οι δημοσιογράφοι δεν είναι πέραν κριτικής και επίκρισης, θα πρέπει να αποφεύγονται δηλώσεις και ισχυρισμοί που είναι δυνατό να πλήξουν την ελευθεροτυπία και το δικαίωμα έκφρασης.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
6/2015
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
16/07/2015
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (6/4/5/2015) από την ΚΙΣΑ (Κίνηση Ισότητα, Στήριξη, Αντιρατσισμός) για χρήση ρατσιστικού λόγου σε δύο δημοσιεύματα στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος» Το ένα δημοσίευμα , ημερομηνίας 13/3/2015 αναφερόταν στην περίπτωση ενός άνδρα, ο οποίος στη δεύτερή του συνάντηση με γυναίκα την πήρε για βόλτα με το αυτοκίνητό του πολυτελείας. Στο δρόμο του ζήτησε τσιγάρα και αναψυκτικά και όταν εκείνος πήγε σε περίπτερο για να τα αγοράσει, η γυναίκα πήρε το αυτοκίνητό και εξαφανίστηκε. Η γυναίκα συνελήφθη αργότερα και παραδέχθηκε ότι πήρε το αυτοκίνητο και το παρέδωσε σε ένα άλλο άνδρα. Η είδηση αναφέρθηκε στην εθνοτική καταγωγή τόσο της γυναίκας όσο και του άνδρα στον οποίο παρέδωσε το αυτοκίνητο, καθώς και δύο συνεργών του. Επίσης ανέφερε πως στο αυτοκίνητο βρισκόταν η κάρτα αναπήρου του ιδιοκτήτη. Η είδηση αναρτήθηκε στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας και κάτω από αυτή δημοσιεύθηκαν κοροϊδευτικά και μειωτικά σχόλια για τους αναπήρους, όπως και ξενοφοβικά σχόλια. Ένα από αυτά απέδιδε την αύξηση της εγκληματικότητας στους ξένους και υποστήριζε ότι για τις διαρρήξεις ευθύνονται οι αλλοδαποί. Η ΚΙΣΑ παραπονέθηκε πως η εφημερίδα αναφέρθηκε επανειλημμένα στην εθνοτική καταγωγή υπόδικης γυναίκας τονίζοντας το μεταναστευτικό της υπόβαθρο. Η ΚΙΣΑ διατύπωσε τη θέση ότι η αναφορά στην εθνοτική καταγωγή υπόπτου για ποινικά αδικήματα αποτελεί ρατσιστικό λόγο, δεδομένου ότι η εθνοτική καταγωγή δεν έχει καμία σχέση με τις πράξεις για τις οποίες το άτομο είναι ύποπτο. Επίσης υπέδειξε ότι τέτοιες αναφορές απλώς αναπαράγουν στερεότυπα και προκαταλήψεις και συνεπώς διακρίσεις εναντίον ανθρώπων στη βάση της φυλετικής/ εθνοτικής καταγωγής. Εξ άλλου, ανέφερε ότι η εφημερίδα επέτρεψε την ανάρτηση και παραμονή ρατσιστικών σχολίων κάτω από την είδηση στην ηλεκτρονική της έκδοση, υποδεικνύοντας ότι η απουσία παρέμβασης για την αφαίρεσή τους καταδεικνύει πως η εφημερίδα δεν είχε πρόθεση να αναλάβει τις ευθύνες της για τις διακρίσεις που αναπαράγονται μέσα από την πλατφόρμα της, αλλά μάλλον τις προωθεί. Το δεύτερο δημοσίευμα ημερομηνίας 20/3/2015 αναφερόταν στην περίπτωση άνδρα 34 χρόνων που καταδικάστηκε σε φυλάκιση έξι χρόνων από το Κακουργιοδικείο που τον βρήκε ένοχο σε κατηγορία ότι μαχαίρωσε συνάδελφο της συζύγου του όταν πληροφορήθηκε ότι εκείνη μιλούσε μαζί του. Το δημοσίευμα αναφερόταν στην εθνική καταγωγή του καταδικασθέντα και στο γεγονός ότι ήταν πολιτικός πρόσφυγας που νυμφεύθηκε Κυπρία. Η είδηση αναρτήθηκε στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας και κάτω από αυτή δημοσιεύθηκαν σχόλια, τα οποία αφέθηκαν αναρτημένα για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ένα τέτοιο σαφώς ρατσιστικό και ξενοφοβικό σχόλιο παρέθετε τις απόψεις του σχολιογράφου για τα προβλήματα που κατά την αντίληψή του αντιμετωπίζουν τα παιδιά από μικτούς γάμους και αναφερόταν με πολύ μειωτικούς χαρακτηρισμούς στις γυναίκες που συνάπτουν γάμο με αλλοδαπούς. Η ΚΙΣΑ παραπονέθηκε ότι το δημοσίευμα αναφέρθηκε επανειλημμένα στην εθνοτική καταγωγή του καταδικασθέντα και στην προσφυγική ιδιότητά του και παρέθεσε περιγραφή βίαιης συμπεριφοράς, στοιχεία τα οποία δεν εξυπηρετούν άλλο σκοπό από την περαιτέρω συναισθηματική φόρτιση των αναγνωστριών και αναγνωστών, παράλληλα με τη ρατσιστική προκατάληψη που υποκινείται από την επαναλαμβανόμενη αναφορά στην εθνοτική καταγωγή και στο προσφυγικό καθεστώς του υπό αναφορά ατόμου. Επίσης παραπονέθηκε πως το δημοσίευμα αναφέρθηκε περιγραφικά σε λεπτομέρειες της προσωπικότητας και της προσωπικής και οικογενειακής ζωής του ατόμου, καθώς και σε λεπτομέρειες της υπόθεσης, οι οποίες οδηγούν στην ταυτότητα του ατόμου αυτού. Η ΚΙΣΑ υπέδειξε ότι η εθνοτική καταγωγή κάποιου δεν έχει σχέση με τις πράξεις για τις οποίες έχει καταδικασθεί και ότι αναφορές όπως αυτές προάγουν στερεότυπα, προκαταλήψεις και διακρίσεις στη βάση της φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής. Ο συντάκτης της είδησης Χριστάκης Γιαννακού ενημερώθηκε για το παράπονο και του ζητήθηκε να επικοινωνήσει με την Επιτροπή, προκειμένου να γίνει διευθέτηση παρουσίας του σε υποεπιτροπή για να παρουσιάσει τις θέσεις του επί του παραπόνου. Δεν υπήρξε ανταπόκριση, γεγονός που αφ’ εαυτού συνιστά άρνηση συνεργασίας με την Επιτροπή και κατά συνέπεια παραβίαση του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Η νομική σύμβουλος της εφημερίδας έδωσε τηλεφωνικά τις θέσεις της εφημερίδας, αναφέροντας ότι δεν υπήρχε πρόθεση καλλιέργειας ρατσιστικού ή ξενοφοβικού κλίματος από μέρους του συντάκτη με τις αναφορές του στην εθνική προέλευση των προσώπων που εμπλέκονται. Είπε επίσης ότι η αναφορά στην εθνική καταγωγή έγινε με σκοπό τον προσδιορισμό του τόπου καταγωγής, όπως θα αναφερόταν και για κάποιον Κύπριο ότι κατάγεται για παράδειγμα από κάποια πόλη. Επίσης ζήτησε να ορισθεί συνάντηση με υποεπιτροπή στην οποία να παραστεί η ίδια μαζί με το συντάκτη των δύο ειδήσεων αλλά παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες της Επιτροπής να ορίσει χρόνο συνάντησης αυτό δεν έγινε κατορθωτό, με αποτέλεσμα να παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα από την υποβολή του παραπόνου.. Λόγω του γεγονότος αυτού η Επιτροπή αποφάσισε να προχωρήσει στην έκδοση απόφασης, την οποία να κληθεί να παραλάβει ο συντάκτης των ειδήσεων ώστε να ενημερωθεί και για τις πρόνοιες του Κώδικα όσον αφορά στο θέμα της παράθεσης της εθνοτικής ή φυλετικής προέλευσης. Δυστυχώς και πάλι δεν υπήρξε ανταπόκριση και η Επιτροπή αποφάσισε την δημοσιοποίηση της απόφασής της. Η Επιτροπή έλαβε υπόψη το περιεχόμενο των δύο δημοσιευμάτων στο σύνολό τους, τις θέσεις της ΚΙΣΑ και τις απόψεις της εφημερίδα και την ειδική πρόνοια του άρθρου 12 του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, που απαγορεύει τις δυσμενείς διακρίσεις με βάση, ανάμεσα σε άλλα τη φυλή, το χρώμα, την εθνική προέλευση και το προσωπικό καθεστώς, περιλαμβανομένης της αναπηρίας. Επίσης, όσον αφορά στο δεύτερο παράπονο, έλαβε υπόψη της πρόνοιες του άρθρου 3 περί σεβασμού της ιδιωτικής ζωής και των στοιχείων προσωπικού χαρακτήρα. Ως προς τη πτυχή των παραπόνων για καλλιέργεια προκατάληψης και ξενοφοβίας, η Επιτροπή επισημαίνει ότι μόλις πρόσφατα δημοσιεύθηκε στον Κώδικα ειδικό ερμηνευτικό παράρτημα με οδηγίες για το χειρισμό θεμάτων που αφορούν σε μετανάστες, στο οποίο αναφέρεται ότι: «Παράδειγμα δημιουργίας προκατάληψης από τα ΜΜΕ είναι η αναφορά στην εθνική και φυλετική προέλευση όταν αυτές οι ιδιότητες δεν συνιστούν ουσιώδες στοιχείο της είδησης. Η πρακτική αυτή παρατηρείται κατά κύριο λόγο σε ειδήσεις που αναφέρονται σε εγκλήματα ή αδικήματα ή για οποιοδήποτε άλλο λόγο αντανακλούν αρνητικά σε άτομα ή ομάδες, στις οποίες η εθνική και φυλετική προέλευση ή απλώς και το γεγονός ότι ο δράστης ή το θύμα δεν είναι Κύπριος αναδεικνύονται σε πρωτεύον στοιχείο της είδησης. Αντίθετα η ιδιότητα κάποιου ως Κυπρίου δεν θεωρείται, σε ανάλογες περιπτώσεις, στοιχείο της είδησης και δεν αναφέρεται σχεδόν ποτέ. Η πρακτική αυτή συμβάλλει στη δημιουργία αισθημάτων ξενοφοβίας». Και περαιτέρω: «Μην γράφετε και μη μεταδίδετε ειδήσεις για γεγονότα στα οποία εμπλέκονται μετανάστες, πρόσφυγες, αιτητές ασύλου ή θύματα εμπορίας ανθρώπων, εφ’ όσον τα ίδια γεγονότα δεν θα αποτελούσαν είδηση αν τα εμπλεκόμενα άτομα ήταν Κύπριοι. Ειδικά σε περιπτώσεις εγκλημάτων ή αδικημάτων μην αναφέρετε το στοιχείο της εθνικής προέλευσης του υπόπτου ή των υπόπτων, αν αυτό δεν αποτελεί συστατικό και απαραίτητο στοιχείο της είδησης». Η Επιτροπή θεωρεί ότι είναι προφανές πως στις δύο αυτές περιπτώσεις υπάρχει όχι μόνο παραβίαση των σχετικών προνοιών του Κώδικα, αλλά, όπως προκύπτει και από την απάντηση της εφημερίδας, άρνηση κατανόησης ή αποδοχής σαφών προνοιών του Κώδικα. Επανειλημμένα τονίστηκε σε αποφάσεις της Επιτροπής ότι ή φυλετική και εθνική καταγωγή ή προέλευση δεν έχει ουσιώδη συνάφεια με αδικήματα για τα οποία ένα άτομο είναι ύποπτο ή κατηγορούμενο ή έχει καταδικασθεί. Το άτομο δεν αδικοπραγεί και δεν εγκληματεί λόγω της φυλετικής ή εθνικής του προέλευσης αλλά για άλλους λόγους που μπορεί να είναι κοινοί για άτομα με διαφορετική εθνική προέλευση. Η άνευ αποχρώντος λόγους σύνδεση της εθνικής ή φυλετικής προέλευσης σε σχέση με εγκλήματα ή αδικήματα απλώς συμβάλλει στη δημιουργία στερεότυπων αντιλήψεων και προκαταλήψεων με συνέπεια τη δημιουργία ξενοφοβικών αισθημάτων. Υπό το φως των ανωτέρω, η Επιτροπή αποφάσισε ότι τα δύο δημοσιεύματα παραβιάζουν τις πρόνοιες του άρθρου 12 περί αποφυγής δυσμενών διακρίσεων. Επίσης αποφάσισε ότι το δεύτερο δημοσίευμα παραβιάζει τις πρόνοιες περί μη αποκάλυψης προσωπικών δεδομένων, δεδομένου ότι το δημοσίευμα περιείχε λεπτομέρειες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην αποκάλυψη της ταυτότητας προσώπων, όπως της συζύγου του καταδικασθέντος. Η Επιτροπή αποφάσισε περαιτέρω ότι η εφημερίδα είναι υπεύθυνη για υποκίνηση ρατσιστικών προκαταλήψεων δεδομένου ότι επέτρεψε να παραμείνουν αναρτημένα ρατσιστικά σχόλια στην ιστοσελίδα της. Συναφώς υποδεικνύει ότι σε απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων τονίζεται ότι τα ΜΜΕ φέρουν νομική ευθύνη για σχόλια αναγνωστών που αναρτώνται σε ιστοσελίδες και οφείλουν να παρεμβαίνουν για αφαίρεσή τους μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα οσάκις το περιεχόμενό τους είναι για οποιοδήποτε λόγο επιλήψιμο. Σχετική με το πιο θέμα των σχολίων που δημοσιεύονται από το μέλη του κοινού σε ιστοσελίδες είναι απόφαση της Επιτροπής στις 27/2/2014, στην οποία επισημαίνεται, με βάση απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, από την οποία προκύπτει ότι οι ιστοσελίδες έχουν όχι μόνο δικαίωμα αλλά και νομική υποχρέωσης αφαίρεσης επιλήψιμων σχολίων από μέλη του κοινού. Ιδε: http://www.cmcc.org.cy/Decisions/index_2014_files/1_2014.html
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
9/2015
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
16/07/2015
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΟΧΙ,ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (9/2/6/2015) από την Παγκύπρια Συντεχνία Δημοσίων Υπαλλήλων (ΠΑΣΥΔΥ) για δημοσίευμα στο «Φιλελεύθερο» σε σχέση με επεισόδιο σε βάρος υπαλλήλων του Γραφείου Ευημερίας στη Λάρνακα. Η ΠΑΣΥΔΥ ανέφερε στο παράπονό της ότι αποτάθηκε προς την Επιτροπή αφού προηγουμένως απευθύνθηκε με επιστολή της προς την εφημερίδα ζητώντας να λάβει διορθωτικά μέτρα σε σχέση με σχόλιο της Τώνιας Σταυρινού στις 10 Μαΐου, 2015 αναφορικά με επεισόδιο, κατά το οποίο γυναίκα εισέβαλε οπλισμένη σε γραφείο Ευημερίας, χωρίς να υπάρξει ανταπόκριση. Το παράπονο ανέφερε: «Η συντάκτρια του σχετικού θέματος, αγνοώντας παντελώς τόσο τα αισθήματα τρόμου που προξένησε στους λειτουργούς του Τμήματος η απειλή με όπλο, την οποία εμφανώς η συντάκτρια και δικαιολογεί, αλλά ιδιαίτερα και τον ασήκωτο φόρτο εργασίας των λειτουργών, καταλήγει με την εκτίμηση ότι η υπεύθυνη λειτουργός συμπεριφέρθηκε «με υποτιμητικές φωνές και με αγενή ξεφυσήματα» προς την παραπονούμενη και οπλοφορούσα. Η ΠΑΣΥΔΥ ανέφερε ότι «είναι απαράβατη αρχή στην ορθή και αμερόληπτη ενημέρωση να παρατίθενται οι θέσεις όλων των εμπλεκομένων στα γεγονότα και τα θέματα που καλύπτονται από τα Μ.Μ.Ε. και λυπούμαστε να παρατηρήσουμε ότι στην προκειμένη περίπτωση η συντάκτρια που χειρίστηκε το θέμα αφήνει το συμπέρασμα ότι αναζητούσε αφορμή για να επιτεθεί κατά των δημοσίων υπαλλήλων, εκμεταλλευόμενη το ρόλο της στην πληροφόρηση για να προωθήσει θέσεις και συμφέροντα που πολεμούν τους εργαζόμενους και προωθούν τις απόψεις ότι οι δημόσιες υπηρεσίες νοσούν». Το σχόλιο που προκάλεσε την αντίδραση της ΠΑΣΥΔΥ έχει ως ακολούθως: «Τι οδηγεί έναν άνθρωπο να αρπάξει ένα όπλο και να απειλήσει αθώους πολίτες; Απελπισία; Οργή; Εξάντληση της υπομονής του; Μάλλον αρκεί να αντικρύσει στα πρόσωπα που σημαδεύει το τερατώδες πρόσωπο της κρατικής αναλγησίας... Η κυρία που μπούκαρε στο Γραφείο Ευημερίας απειλώντας να σκοτώσει λειτουργούς του, κρίθηκε «ψυχικά διαταραγμένη» και κλείστηκε στην Αθαλάσσα, δίνοντας επίλογο σ' ένα παραλίγο δράμα. Υπάρχει όμως κι ένα άλλο δράμα που δεν τελειώνει ποτέ. Είναι το καθημερινό μαρτύριο των ανθρώπων που έχουν ανάγκη από τις κοινωνικές υπηρεσίες του κράτους. Ενός κράτους που μετατρέπει κάθε μη προνομιούχο πολίτη σε ζητιάνο, αναγκάζοντας τον μαζί με τα χαρτιά και τα πιστοποιητικά του να καταβάλλει και κάτι πολυτιμότερο: την αξιοπρέπεια του. Οι λειτουργοί που δέχθηκαν απειλή, κατέφυγαν στο νόμιμο δικαίωμα της απεργίας για να διαμαρτυρηθούν. Ποια είναι άραγε τα μέσα που μπορεί να χρησιμοποιήσει ο πολίτης απέναντι στη συστηματική βία του κράτους πρόνοιας; Όταν καθυστερεί η επιταγή, όταν περιμένεις εξαθλιωμένος για μήνες στις ουρές του νοσοκομείου για ένα φάρμακο, όταν ένα χαρτί και μια σφραγίδα θα καθορίσουν πώς θα ξημερώσει η επόμενη σου μέρα, είναι δύσκολο να κρατάς παραμάσχαλα και την ψυχραιμία σου. Το γραφείο που ασχολείται με την «ευημερία» των πολιτών είναι υποστελεχωμένο, με ωράρια δημόσιας υπηρεσίας, με πετσοκομμένα κονδύλια, με υπερφορτωμένους λειτουργούς που πάντα κάνουν «ότι μπορούν» υποβάλλοντας σε σαδιστικά αργές διαδικασίες τους «δικαιούχους» (όρος που χρησιμοποιείται για να αφαιρέσει περεταίρω την ανθρώπινη ιδιότητα). Πριν μερικούς μήνες η κοινή γνώμη ανατρίχιασε στο άκουσμα της είδησης ενός 13χρονου κοριτσιού που πιάστηκε να κάνει σεξ με έναν παππού σε παρκινγκ, για δύο ευρώ την φορά, «για να αγοράζει σοκολάτες». Το κορίτσι ήταν «περίπτωση που παρακολουθείτο» από το Γραφείο Ευημερίας. Πέρσι πάλι, μία γυναίκα με χρόνια νόσο, άνεργη, πάμφτωχη και «γνωστή στο γραφείο Ευημερίας» πέθανε μέσα σε σωρούς από σκουπίδια με αποτέλεσμα ο 5χρονος γιος της να μείνει μόνος πριν τον πάρουν χαμπάρι οι γείτονες κι ειδοποιήσουν την Αστυνομία. Ύστερα είναι και περιπτώσεις όπως της Α. που έχει ένα γιο με ειδικές ανάγκες κι από τότε που ο πρώην σύζυγος της αποφάσισε να της κόψει τη διατροφή, ζει με την σύνταξη της μάνας της. Τρεις άνθρωποι ζουν με €350. Τι να σου κάνει και το γραφείο Ευημερίας. «Πρέπει να πάτε δικαστικά εναντίον του συζύγου» της είπαν. Καμία από αυτές τις γυναίκες δεν πήρε το όπλο. Προτιμά να δαγκώνει το μαξιλάρι της τα βράδια. Γι' αυτό και μόνο το κράτος και η Πολιτεία θα έπρεπε να ντρέπονται όταν την κοιτάζουν. Να την ευγνωμονούν που παραμένει οπλισμένη μόνο με υπομονή και όχι εκρηκτικά. Αντ' αυτού, μέσα από τις επικρατούσες νοοτροπίες και τις απάνθρωπα εξευτελιστικές διαδικασίες τους, αναγκάζουν εκείνην να χαμηλώνει τα μάτια. Μπροστά στις υποτιμητικές φωνές και τα αγενή ξεφυσήματα της κάθε λειτουργού που «χειρίζεται» το «περιστατικό» της». Η Επιτροπή αποφάσισε πως, ανεξάρτητα από τις ισχυρές απόψεις που περιέχει το σχόλιο και το ύφος έκφρασης, και πέραν της τελευταίας φράσης, την οποία θεώρησε ότι αφ’ ενός αποτελεί ατυχή γενίκευση που θίγει το σύνολο των δημοσίων υπαλλήλων και αφ’ ετέρου οδηγεί σε συμπεράσματα για τη συμπεριφορά συγκεκριμένης λειτουργού, δεν προκύπτει παραβίαση οποιασδήποτε πρόνοιας του Κώδικα, δεδομένου ότι το δημοσίευμα αποτελεί έκφραση γνώμης που κατοχυρώνεται απόλυτα από το δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης. Η Επιτροπή ζήτησε πληροφόρηση από την εφημερίδα κατά πόσο προέβη σε οποιαδήποτε ενέργεια σχετικά με την επιστολή-απάντηση που της είχε απευθύνει η ΠΑΣΥΔΥ. Η εφημερίδα απάντησε πως η επιστολή δεν δημοσιεύθηκε, επειδή ανέφερε πως η ΠΑΣΥΔΥ θα απευθυνόταν στην Επιτροπή για εξέταση του θέματος και η εφημερίδα ανέμενε την εξέλιξή του. Επίσης εξέφρασε προθυμία να δημοσιεύσει την επιστολή με τις θέσεις της ΠΑΣΥΔΥ. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι ανεξάρτητα από την υποβολή παραπόνου, η εφημερίδα θα έπρεπε να είχε δημοσιεύσει χωρίς καθυστέρηση την επιστολή, συμμορφούμενη προς την τις πρόνοιες του άρθρου 2 του Κώδικα δημοσιογραφικής Δεοντολογίας που κατοχυρώνει το δικαίωμα απάντησης. Ο Κώδικας σαφώς προβλέπει ότι «τα Μ.Μ.Ε. παρέχουν στους επηρεαζομένους, στην κατάλληλη περίπτωση και ιδιαιτέρως όταν έχουν υποστεί επίθεση, την ευκαιρία να απαντήσουν, και εν πάση περιπτώσει μέσα σε χρονικό διάστημα που δεν θα απέχει χρονικά από το δημοσίευμα ή τη μετάδοση τόσο, ώστε το δικαίωμα απάντησης να καθίσταται άνευ αντικειμένου». Από τη διατύπωση αυτή προκύπτει ότι η υποχρέωση δημοσίευση της απάντησης είναι απόλυτη και δεν εξαρτάται από οποιαδήποτε άλλη παράλληλη ενέργεια οποιουδήποτε ατόμου ή οργάνου. Γι’ αυτό το λόγο παρέχεται από τον Κώδικα στα ΜΜΕ η δυνατότητα συντόμευσης μακροσκελών απαντήσεων και το δικαίωμα να αρνηθούν τη δημοσίευση ή να προβούν σε αφαιρέσεις, στην περίπτωση κατά την οποία το περιεχόμενο της απάντησης είναι ενδεχόμενο να έχει νομικές συνέπειες για τα ίδια ή τρίτα πρόσωπα. Η καθυστέρηση δημοσίευσης της επιστολής δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από την προσφυγή της ΠΑΣΥΔΥ στην Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Αντίθετα, η Επιτροπή πιστεύει ότι το αίτημα της ΠΑΣΥΔΥ θα έπρεπε να αποτελέσει πρόσθετο κίνητρο για δημοσίευση της επιστολής προς απόδειξη της καλής πίστης της εφημερίδας. Η Επιτροπή υποδεικνύει ότι η υποχρέωση αυτή εξακολουθεί να υφίσταται, αλλά παράλληλα επισημαίνει ότι η πάροδος ικανού χρόνου από τη δημοσίευση καθιστά την άσκηση του δικαιώματος απάντησης σχεδόν άνευ αντικειμένου.
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
8/2015
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
16/07/2015
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (8/27/5/2015) από γυναίκα αστυνομικό που υπηρετεί σε Αστυνομικό Σταθμό της Επαρχίας Λάρνακας για δημοσιεύματα στην ιστοσελίδα TOTHEMAOLINE ημερομηνίας 22/5/2015. Η παραπονούμενη ανέφερε ότι τα δημοσιεύματα ήταν ψευδή, παραπλανητικά και αβάσιμα και ότι περιείχαν υβριστικούς και μειωτικούς ισχυρισμούς και χαρακτηρισμούς για την ίδια. Τα δημοσιεύματα δεν αναφέρονταν στην παραπονούμενη ονομαστικά, αλλά όπως η ίδια υπέδειξε, την περιέγραφαν ως γυναίκα αστυφύλακα που υπηρετούσε σε συγκεκριμένο αστυνομικό σταθμό, με συνέπεια, σε συνδυασμό με τα γεγονότα που αναφέρονταν, να οδηγούν στην αποκάλυψη της ταυτότητάς της σε άτομα της περιοχής όπου διαμένει και σε ευρύ κύκλο μελών της Αστυνομικής Δύναμης. Η παραπονούμενη ανέφερε ότι στον αστυνομικό σταθμό υπηρετούν μόνο 4 γυναίκες αστυνομικοί και ότι έγινε αμέσως αντιληπτό στην κοινότητα ότι τα δημοσιεύματα αναφέρονταν στην ίδια λόγω καταγγελίας την οποία είχε υποβάλει προηγουμένως η ίδια εναντίον υποστατικού για παράνομη λειτουργία και πρόκληση οχληρίας και η οποία είχε γίνει ευρέως γνωστή στην περιοχή. Παράλληλα, η ταυτότητά της έγινε γνωστή σε ευρύ κύκλο μεταξύ των μελών της Αστυνομίας επειδή διατάχθηκε έκθεση γεγονότων μετά τα δημοσιεύματα της ιστοσελίδας. Η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη τα δημοσιεύματα, τις θέσεις της ιστοσελίδας και το σύνολο των γεγονότων, αποφάσισε ότι το παράπονο ήταν αποδεκτό προς εξέταση γιατί τα δημοσιεύματα οδηγούσαν σε αποκάλυψη της ταυτότητας της παραπονούμενης. Η ορθότητα της θέσης αυτής προκύπτει και από το γεγονός ότι η ιστοσελίδα απέδωσε στην παραπονούμενη και δεύτερη καταγγελία εναντίον κέντρου για πρόκληση οχληρίας, που δεν έγινε από εκείνη. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι η αποκάλυψη της ταυτότητας οποιουδήποτε ατόμου συντελείται όταν τα στοιχεία που δημοσιεύονται είναι τέτοια ώστε πρόσωπα του περιβάλλοντος ή της περιοχής στην οποία διαμένει ή στην οποία είναι γνωστό, ανεξάρτητα από το μέγεθος του πλήθους των ανθρώπων, να αντιλαμβάνονται ότι σχετίζονται με το άτομο αυτό. Η Επιτροπή, στο πλαίσιο της αποστολής της για τήρηση υψηλού επαγγελματικού επιπέδου από μέρους των ΜΜΕ και των λειτουργών τους, θεώρησε χρέος της να επισημάνει ότι το αρχικό δημοσίευμα της ιστοσελίδας χαρακτηρίζεται από χαμηλού επιπέδου δημοσιογραφικό λόγο ως προς τη χρήση της γλώσσας, το ύφος, την έκφραση και την πληροφόρηση. Το δημοσίευμα, ημερομηνίας 22/5/2015, ανέφερε ότι «ένας τίμιος και εργατικός λοχίας, ο … (παρέθεσε το όνομά του αλλά λανθασμένο επίθετο) «μετατέθηκε χωρίς καμιά αιτία από τη Λάρνακα στη Λευκωσία, γιατί έτσι ήθελε γυναίκα Αστυνομικός του σταθμού ***». Ειδικότερα, το δημοσίευμα ανέφερε ότι ο λοχίας μετατέθηκε ύστερα από παράπονο συγκεκριμένης γυναίκας Αστυφύλακα, «της οποίας το έργο είναι μηδαμινό και η οποία παρουσιάζει προβληματική συμπεριφορά όπου υπηρετήσει», η οποία τον κατάγγειλε ότι δεν εκτέλεσε τα καθήκοντα του, καταλογίζοντάς του ότι δεν προέβη σε καταγγελία εναντίον καφενείου από το οποίο ακουγόταν δυνατή μουσική στις 9 μ.μ. στη διάρκεια παιδικού πάρτι. Το δημοσίευμα δεν ανέφερε την ημερομηνία κατά την οποία έγινε η καταγγελία, άφηνε όμως να εννοηθεί ότι έγινε στο άμεσο προηγούμενο διάστημα, αφού ανέφερε ότι «απόψε, (δηλαδή το βράδυ της 22/5/2015) η συγκεκριμένη Αστυφύλακας, σε συγκεκριμένο καφενείο, στο οποίο βρίσκονταν πρόσωπα αξιόπιστα και ευυπόληπτα, έφτασε σε σημείο να σπάζει και να κλωτσά τραπέζια και καρέκλες».Σύμφωνα πάντα με το δημοσίευμα «επιπλέον απειλούσε τους πάντες και τα πάντα, ενώ στον συγκεκριμένο χώρο τηρείτο η τάξη και ο νόμος. Μάλιστα, επικοινώνησε με το γραφείο του πολίτη, υποδυόμενη πολίτη και κατήγγειλε το εν λόγω υποστατικό» με αποτέλεσμα να «καταγγελθεί ξανά το εν λόγω υποστατικό». Το δημοσίευμα κατέληγε με τη φράση «Τώρα, ποιος πρέπει να μετατεθεί, ποιος πρέπει να απολυθεί ή ποιος πρέπει να βρίσκεται στην Αστυνομία, είναι άλλου παπά ευαγγέλιο. Ο Θεός να μας προσέχει. Ζήτω η Κυπριακή Δημοκρατία». Κάτω από το δημοσίευμα αναρτήθηκαν πολλά σχόλια, από άνδρες και γυναίκες επικριτικά για την αστυνομικό, τα πλείστα με χυδαίο και υβριστικό περιεχόμενο. Η ιστοσελίδα δεν έκαμε καμιά ενέργεια για να τα αφαιρέσει για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ακολούθησαν και άλλα δημοσιεύματα για «την περίπτωση της περιβόητης Αστυνομικού του σταθμού ***, όλα κάτω από τίτλους στους οποίους η παραπονούμενη περιγραφόταν ως «η αστυφύλακας με τα καπρίτσια». Στις 25/5/2015 η ιστοσελίδα δημοσίευσε νέα είδηση για το θέμα υποστηρίζοντας πως «Γερές πλάτες φαίνεται να έχει η γυναίκα αστυφύλακας με τα καπρίτσια» και ότι «η αστυφύλακας φαίνεται μάλιστα να επηρεάζει αποφάσεις και να μεταθέτει αστυφύλακες συναδέλφους της. Επίσης, διοχετεύοντας πληροφορίες για διάφορους, φαίνεται να πετυχαίνει μεταθέσεις ακόμα και να ανέχονται παρεμβάσεις της σε διάφορους τομείς». H ιστοσελίδα ανάρτησε άλλες δύο ειδήσεις, τη μια στα 9 Ιουνίου, 2015, στην οποία υποστήριζε ότι η υπό αναφορά αστυφύλακας πέτυχε μεταθέσεις ακόμη και ανωτέρων της και ότι «τώρα έβαλε στο στόχαστρο της ιδιοκτήτη καφενείου στη Λάρνακα που γειτνιάζει με το σπίτι της στέλλοντας περιπολικά στο υποστατικό του». Ανέφερε επίσης ότι μαζεύει υπογραφές για να κλείσει το καφενείο και κατέληγε με τον ισχυρισμό ότι «παρακολουθείται από ψυχολόγο, γεγονός για το οποίο δεν γνωρίζουμε αν έχει ενημερώσει τους ανώτερούς της». Σε άλλο δημοσίευμα στις 19 Ιουνίου, 2015, η ιστοσελίδα ανέφερε ότι «η αστυφύλακας με τα καπρίτσια» είχε υποβάλει παράπονο στην Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας και επίσης ότι «έγινε παράνομη παρέμβαση συγκεκριμένου προσώπου και άσκηση πιέσεων προς τον συγκεκριμένο λογία της αστυνομίας που πήγε να εξετάσει παράπονο εναντίον του καφενείου της γειτονιάς». Τέλος καλούσε τον Αστυνομικό Διευθυντή Λάρνακας, «ο οποίος ανέχεται την συγκεκριμένη συμπεριφορά, να δώσει και ο ίδιος εξηγήσεις στον Αρχηγό της Αστυνομίας, για το τι έχει πράξει μέχρι σήμερα για την συγκεκριμένη αστυφύλακα». Η παραπονούμενη ανέφερε ότι το δημοσίευμα στις 22/5/2015 στην πραγματικότητα περιέγραφε γεγονότα που διαδραματίστηκαν σε δύο διαφορετικές ημέρες, κατά τις οποίες έγινε καταγγελία εναντίον καφενείου-κέντρου που λειτουργούσε χωρίς άδεια. Η πρώτη καταγγελία έγινε από την ίδια στις 12 Ιανουαρίου, 2015, με τηλεφώνημά της στη γραμμή του πολίτη και επίσης προς τον Αστυνομικό Διευθυντή Λάρνακας εναντίον κέντρου στη γειτονιά της για χρήση μεγαφώνων και πρόκληση οχληρίας με δυνατή μουσική. Το γεγονός έγινε ευρέως γνωστό στην περιοχή, με αποτέλεσμα όταν δημοσιεύθηκε το επίμαχο κείμενο στις 22/5/2015, όλοι στη γειτονιά να σκεφθούν ότι αναφερόταν στην ίδια. Η παραπονούμενη ανέφερε πως στην πραγματικότητα η δεύτερη καταγγελία δεν προήλθε από την ίδια, ούτε και επισκέφθηκε το καφενείο-κέντρο εκείνη την ημέρα, γιατί κατά τον ουσιώδη χρόνο βρισκόταν σε σπίτι φίλων της και επομένως ψευδώς το δημοσίευμα ανέφερε ότι την καταγγελία υπέβαλε εκείνη και ότι μπήκε στο υποστατικό και έσπαζε και κλωτσούσε καρέκλες και τραπέζια και απειλούσε τους πάντες. Τέλος ανέφερε πως η ιστοσελίδα επέτρεψε να παραμείνουν αναρτημένα κάτω από το πρώτο δημοσίευμα σχόλια αναγνωστών με υβριστικό, χυδαίο και αισχρό περιεχόμενο γι’ αυτήν. Η ιστοσελίδα απάντησε στο παράπονο μέσω δικηγορικού γραφείου υποστηρίζοντας πως «σε καμία περίπτωση δεν αναφέρει και/ή σκιαγραφεί και/ή φωτογραφίζει και/ή κατονομάζει το οποιοδήποτε πρόσωπο πάρα μόνο κάνει αναφορά και/ή χρησιμοποιεί την λέξη 'Αστυφύλακας’. Επίσης ανέφερε ότι η ιστοσελίδα «ενέργησε μέσα στα πλαίσια που ορίζει ο Νόμος και οι Αρχές Δεοντολογίας του Δημοσιογραφικού Επαγγέλματος υπηρετώντας το αναφαίρετο δικαίωμα του ανθρώπου και του πολίτη να πληροφορεί και να πληροφορείται ελεύθερα» και επίσης ότι οι δημοσιογράφοι που εργάζονται σ’ αυτήν «θεωρούν ως πρώτιστο καθήκον τους τόσο προς την κοινωνία όσο και προς τον εαυτό τους τη δημοσιοποίηση όλης της αλήθειας». Περαιτέρω ανέφερε πως η ιστοσελίδα δημοσίευσε “έγκυρες και διασταυρωμένες πληροφορίες που ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα” και πρόσθεσε πως αν της ζητηθεί θα προσκομίσει ένορκες δηλώσεις ευυπόληπτων πολιτών ότι η παραπονούμενη «άρπαζε το μικρόφωνο από τα χέρια προσώπου και το έριχνε στο έδαφος καθώς και μαρτυρίες ότι κλωτσούσε καρέκλες και απειλούσε "Θεούς και Δαίμονες» μπροστά στα μάτια θαμώνων. Τέλος υποστήριξε πως «παρόλο που δεν είναι στις αρμοδιότητές της να ασχολείται με τις αναρτήσεις και/ ή τα σχόλια αναγνωστών, …τα σχόλια έχουν διαγραφεί». Σε σχέση με τον ισχυρισμό ότι η εφημερίδα δεν αποκάλυψε την ταυτότητα της παραπονούμενης, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα, όπως και κατά το στάδιο αξιολόγηση του παραπόνου, ότι τα δημοσιεύματα περιείχαν αρκετά στοιχεία που οδηγούσαν αβίαστα στην αποκάλυψη της ταυτότητάς της σε άτομα που την γνωρίζουν. Διερευνώντας τα γεγονότα, η Επιτροπή πληροφορήθηκε ότι η αναφερόμενη μετάθεση του Λοχία της Αστυνομίας έγινε στις 2 Μαρτίου, 2015 και δεν σχετίζεται με κανένα τρόπο με γεγονότα τα οποία το δημοσίευμα υποβάλλει ότι συνέβησαν στις 22/5/2015. Ο ίδιος ο λογίας πληροφόρησε την Επιτροπή ότι δεν γνωρίζει καν το λόγο της μετάθεσής του από τη Λάρνακα στη Λευκωσία και επίσης ότι διατηρεί φιλικές σχέσεις με την παραπονούμενη και δεν βρίσκεται με κανένα τρόπο σε αντιπαράθεση μαζί της ή άτομα του άμεσου περιβάλλοντός της. Η Επιτροπή έλαβε επίσης πληροφόρηση την οποία θεωρεί ως απολύτως έγκυρη ότι η αρμόδιοι στην Αστυνομία, μετά την υποβολή έκθεσης γεγονότων σε σχέση με τους ισχυρισμούς ή καταγγελίες της ιστοσελίδας, έκριναν ότι δεν ενδείκνυτο η λήψη μέτρων εναντίον της αστυνομικού ή οποιαδήποτε άλλη ενέργεια. Η Επιτροπή θεωρεί ότι το θέμα αφορά όχι μόνο στην ακρίβεια των πληροφοριών, την οποία επικαλείται η ιστοσελίδα για να αιτιολογήσει τα δημοσιεύματά της, αλλά σε σειρά προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, που αναφέρονται στην τήρηση υψηλού επαγγελματικού επιπέδου από μέρους των ΜΜΕ και των δημοσιογράφων, στην παροχή ακριβούς, έγκυρης και αντικειμενικής ενημέρωσης, στην παροχή του δικαιώματος απάντησης και αντίκρουσης, στην αποφυγή δυσμενών διακρίσεων και προσβολής ή διασυρμού ατόμων ή ομάδων και στο σεβασμό των προσωπικών δεδομένων. Πάγια θέση της Επιτροπής είναι ότι ο Κώδικας, κατοχυρώνοντας το δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης και πληροφόρησης επιβάλλει ταυτόχρονα την υποχρέωση επίδειξη ήθους, αμεροληψίας και αντικειμενικότητας. Από το ύφος των δημοσιευμάτων και τους χαρακτηρισμούς που χρησιμοποίησε η ιστοσελίδα, όπως «η αστυφύλακας με τα καπρίτσια», «η περιβόητη αστυφύλακας» «η αστυφύλακας της οποίας το έργο είναι μηδαμινό και η οποία παρουσιάζει προβληματική συμπεριφορά όπου υπηρετήσει» «παρακολουθείται από ψυχολόγο, γεγονός για το οποίο δεν γνωρίζουμε αν έχει ενημερώσει τους ανώτερούς της», αβίαστα προκύπτει η ύπαρξη προκατάληψης εναντίον της παραπονούμενης. Το γεγονός αυτό επιμαρτυρείται από το ότι ενώ υπήρξαν τουλάχιστο πέντε δημοσιεύματα που απέδιδαν στην ίδια επιλήψιμη συμπεριφορά δεν της δόθηκε σε καμιά περίπτωση η ευκαιρία ή το δικαίωμα να δώσει τη δική της εκδοχή ή να αντικρούσει τις κατηγορίες. Εξ άλλου, διατυπώθηκε εναντίον της μομφή για το γεγονός ότι υπέβαλε καταγγελία εναντίον καφενείου που λειτουργούσε παράνομα ως κέντρο, αν και η η ίδια ιστοσελίδα επισημαίνει πως το καφενείο δεν είχε άδεια κατά τον ουσιώδη χρόνο. Επίσης της αποδόθηκαν ευθύνες για διάφορα άλλα γεγονότα, τα οποία αναφέρονται γενικώς και αορίστως, όπως η μετάθεση αστυφυλάκων και ανωτέρων της και οι φερόμενες παρεμβάσεις της που γίνονται ανεκτές «για διάφορα θέματα», για τα οποία δεν υπάρχει ίχνος επιβεβαιωτικής μαρτυρίας, όπως η μετάθεση του αστυνομικού λοχία ή ακόμη και ανωτέρων της και η υποβολή καταγγελίας, στην οποία δεν είχε προβεί. Η Επιτροπή σημείωσε επίσης το γεγονός ότι στο πρώτο δημοσίευμα της εφημερίδας υπήρχε παραπλάνηση, γιατί άφηνε να εννοηθεί ότι την ημέρα εκείνη, δηλαδή στις 22/5/2015 συνέβησαν γεγονότα τα οποία στην πραγματικότητα χρονικά τοποθετούνται πέντε και πλέον μήνες προηγουμένως. Με βάση τα πιο πάνω η Επιτροπή διαπίστωσε παραβίαση των γενικών διατάξεων περί παροχής αντικειμενικής, ολοκληρωμένης και έγκυρης πληροφόρησης και περί υψηλού επαγγελματικού επιπέδου και αποφυγής γλώσσας με χυδαίο ή αισχρό περιεχόμενο και των ειδικών διατάξεων περί μη δημοσίευσης ανακριβών ή παραπλανητικών πληροφοριών (άρθρο 1), παροχής του δικαιώματος απάντησης και αντίκρουσης (άρθρο 2), περί σεβασμού προσωπικών δεδομένων και περί αποφυγής ανοίκειων προσωπικών επιθέσεων και προσβλητικών ή υβριστικών χαρακτηρισμών που διασύρουν την τιμή και υπόληψη (άρθρο 3) και περί αποφυγής προκατάληψης, χλευασμού, διαπόμπευσης ή διασυρμού (άρθρο12). Ιδιαίτερα προσβλητικά, άσεμνα και αισχρά ήταν κάποια από τα σχόλια που αναρτήθηκαν κάτω από την αρχική είδηση. Η Επιτροπή δεν αποδέχθηκε τη θέση του νομικού συμβούλου της ιστοσελίδας ότι δεν είναι στις αρμοδιότητές της να ασχολείται με τις αναρτήσεις και/ ή τα σχόλια αναγνωστών. Κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε ασυδοσία. Αντίθετα, η Επιτροπή υποδεικνύει ότι οι υπεύθυνοι ιστοσελίδων είναι υπόλογοι για τα σχόλια που αναρτούν μέλη του κοινού κάτω από ειδήσεις τους, με βάση και τη νομολογία του ΕΔΑΔ, (υπόθεση ιστότοπου DELFI AS v ESTONIA, Οκτώβριος 2013)σύμφωνα με την οποία οι επιμελητές ιστότοπων έχουν υποχρέωση να παρεμβαίνουν χωρίς καθυστέρηση για την αφαίρεση προσβλητικών, υβριστικών και χυδαίων ή άσεμνων σχολίων που αναρτούν μέλη του κοινού. http://hudoc.echr.coe.int/eng?i=001-126635#{"itemid":["001-126635"]} (Based on the above elements, in particular the insulting and threatening nature of the comments, the fact that the comments were posted in reaction to an article published by the applicant company in its professionally-managed news portal run on a commercial basis, the insufficiency of the measures taken by the applicant company to avoid damage being caused to other parties’ reputations and to ensure a realistic possibility that the authors of the comments will be held liable, and the moderate sanction imposed on the applicant company, the Court considers that in the present case the domestic courts’ finding that the applicant company was liable for the defamatory comments posted by readers on its Internet news portal was a justified and proportionate restriction on the applicant company’s right to freedom of expression.) Οι καθ’ ων το παράπονο επέτρεψαν να παραμείνουν αναρτημένα σχόλια για μεγάλο χρονικό διάστημα και η αφαίρεσή τους έγινε μόνο αφού ενημερώθηκαν για την υποβολή παραπόνου στην Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Σχετική με το πιο πάνω θέμα είναι απόφαση της Επιτροπής στις 27/2/2014 http://www.cmcc.org.cy/Decisions/index_2014_files/1_2014.html
ΠΡΟΝΟΙΑ/EΣ ΚΩΔΙΚΑ:
ΜΜΕ:
ΑΡ. ΠΑΡΑΠΟΝΟΥ:
10/2015
ΗΜ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
16/07/2015
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ:
ΝΑΙ
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (10/22/6/2015) από αξιωματικό της Αστυνομίας σύμφωνα με το οποίο η ηλεκτρονική εφημερίδα Cyprus Times δημοσίευσε είδηση στις 19 Ιουνίου, 2015, που υποστήριζε ότι ο γιος του καταγγέλθηκε για πρόκληση ζημιών σε περιουσία αλλά δεν λήφθηκαν μέτρα εναντίον του λόγω της ιδιότητας του πατέρα του. Ο παραπονούμενος υποστήριξε ότι το δημοσίευμα, υπό τον τίτλο «Τρομοκρατεί τους γείτονες αλλά… τη βγάζει «καθαρή» γιος αξιωματικού της Αστυνομίας», είναι άκρως προσβλητικό για τον ίδιο και το γιό του, τον οποίο το δημοσίευμα χαρακτηρίζει ψυχοπαθή. Ο πατέρας ανέφερε πως αυτό δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Ο παραπονούμενος ανέφερε ότι το δημοσίευμα αποκάλυψε προσωπικά δεδομένα, τόσο του ιδίου όσο και του γιου του. Οι τίτλοι πάνω από την είδηση περιγράφουν το περιεχόμενό της: «Σοβαρή καταγγελία, η οποία αφήνει εκτεθειμένο υψηλόβαθμο στέλεχος της Αστυνομίας, ενώπιον του Αρχηγού της Δύναμης – Σε απελπιστική κατάσταση οι κάτοικοι του Δήμου Στροβόλου με την απίστευτη συμπεριφορά που επιδεικνύει ο γιος του αξιωματικού – Υποστηρίζουν ότι αντιμετωπίζει ψυχολογικά προβλήματα και προβαίνει σε «τραμπουκισμούς» και επικίνδυνες ενέργειες εναντίον τους – Κλείνουν όλοι τα αυτιά και τα μάτια γιατί υπάρχει το… «μέσον» - Η Cyprus Times αποκαλύπτει την επιστολή προς τον Αρχηγό». Σύμφωνα με το δημοσίευμα της Cyprus Times, στις αρχές Ιουνίου, 2015, κάτοικοι της ενορίας Σταυρού της περιοχής Στροβόλου, απέστειλαν επιστολή στον Αρχηγό της Αστυνομίας, καταγγέλλοντας τη φερόμενη επικίνδυνη συμπεριφορά που επιδεικνύει ο γιος του εν λόγω αξιωματικού και ισχυρίστηκαν ότι ο γιος καλύπτεται πλήρως από τον πατέρα του, λόγω της θέσης που κατέχει στο σώμα. Η επιστολή, την οποία δημοσίευσε σε φωτοτυπία ο ιστότοπος, περιγράφει ενέργειες του γιου εναντίον γείτονα και του οχήματός του και αναφέρει ότι ύστερα από καταγγελία εκδόθηκε διάταγμα υποχρεωτικής νοσηλείας του στο ψυχιατρείο. Ωστόσο, με την πάροδο κάποιων ημερών, ο γιός επέστρεψε κανονικά στο σπίτι του «και μάλιστα χωρίς να επιδείξει την παραμικρή αλλαγή στη συμπεριφορά του». Η συντάκτρια της είδησης Ντίνα Κλεάνθους απάντησε ότι στο κείμενο που δημοσιεύθηκε δεν γίνεται καμιά αναφορά που να θίγει το άτομο ή να παρουσιάζει στοιχεία της ταυτότητας του. Επίσης ανέφερε ότι στην είδηση επισημαίνεται επανειλημμένως ότι τα όσα γράφονται αφορούν ισχυρισμούς όπως αυτοί εκφράζονται σε επιστολή η οποία αυτούσια εστάλη και στον Αρχηγό της Αστυνομίας. Περαιτέρω ανέφερε πώς «θεωρείται συνήθης τακτική για έναν δημοσιογράφο σε ένα ρεπορτάζ, να αναφέρεται με την ηλικία στο πρόσωπο το οποίο αφορά το ρεπορτάζ, «ενώ όσον αφορά τη φερόμενη κατάσταση της υγείας του, επαναλαμβάνουμε ότι αυτές οι αναφορές αποτελούν ισχυρισμούς των προσώπων που υπογράφουν την επιστολή προς τον Αρχηγό της Αστυνομίας, την οποία και το ρεπορτάζ επικαλείται». Τέλος ανέφερε ότι στόχος του ρεπορτάζ δεν ήταν να δημιουργήσει προβλήματα ή να θίξει την αξιοπρέπεια των εμπλεκομένων, αλλά μόνο να παρουσιάσει τα γεγονότα, όπως αυτά αναφέρονται στη συγκεκριμένη επιστολή, «όπως κάθε δημοσιογράφος οφείλει να πράττει σε κάθε περίπτωση… Η πρόθεση μας ήταν ξεκάθαρη, αφού σε περίπτωση που σκοπός μας ήταν να εκθέσουμε πρόσωπα και καταστάσεις δεν θα μπαίναμε καν στη διαδικασία να σβήσουμε τα στοιχεία από την επιστολή όπως αυτή δημοσιεύθηκε». Σε ξεχωριστή επιστολή μέσω δικηγορικού γραφείου αναφέρεται ότι οι πελάτες του ισχυρίζονται πως το δημοσίευμα είναι αληθές, δεδομένου ότι αναπαράγει αυτούσια καταγγελία προς τον Αρχηγό Αστυνομίας και αναφέρεται σε θέμα «δημοσίου ενδιαφέροντος». Περαιτέρω αναφέρει πως η νομολογία των Δικαστηρίων (ΡΙΚ εναντίον Χαράλαμπου Καψού) είναι ότι το «κριτήριο… είναι η διακρίβωση κατά πόσο το μέρος ή τα μέρη του δημοσιεύματος που δεν αποδείχθηκε ότι είναι αληθινά βλάπτουν ουσιωδώς των υπόληψη του εφεσίβλητου, λαμβανομένου όμως υπόψη του αληθούς των υπόλοιπων κατηγοριών». Επίσης αναφέρθηκε σε Αγγλική νομολογία σύμφωνα με την οποία η υπεράσπιση που βασίζεται σε μερική αλήθεια των προβληθέντων ισχυρισμών μπορεί να ευσταθήσει ή ο εναγόμενος να στηριχθεί στο μέρος των ισχυρισμών που αποδείχθηκε για να μειώσει το ύψος των αποζημιώσεων. Οι δικηγόροι ανέφεραν ότι η ιστοσελίδα «ουδέν ψευδές» δημοσίευσε προβάλλοντας τους ισχυρισμούς των γειτόνων. Υποστηρίχθηκε πως με την καταγγελία επιχειρείται η φίμωση της ελευθερίας του τύπου, ο έμμεσος εκβιασμός της ιστοσελίδας και ο αποπροσανατολισμός από την ουσία που είναι ότι το άτομο που αναφέρεται είναι επικίνδυνο αν αληθεύουν οι ισχυρισμού που προβάλλονται. Τέλος αναφέρθηκε πως η ιστοσελίδα με το δημοσίευμά της άσκησε πίεση προς τις αρχές να πράξουν τα δέοντα. Η Επιτροπή εξέτασε το παράπονο υπό το πρίσμα των προνοιών του άρθρου 3 Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, που αναφέρει: «Η υπόληψη και η ιδιωτική ζωή κάθε προσώπου τυγχάνουν σεβασμού και δεν αποκαλύπτονται στοιχεία προσωπικού χαρακτήρα. Παρεμβάσεις και έρευνες στην ιδιωτική ζωή προσώπων, χωρίς τη συγκατάθεσή τους, περιλαμβανομένης της λήψης φωτογραφιών προσώπων χωρίς τη γνώση ή συγκατάθεσής τους - εκτός εάν εμπλέκονται σε γεγονότα ή καταστάσεις που συνιστούν είδηση γενικότερου ενδιαφέροντος- ή σε ιδιωτική περιουσία, καθώς και η εξασφάλιση πληροφοριών με μηχανισμούς υποκλοπής ή μακράς φωτογράφησης είναι γενικά απαράδεκτες, η δε δημοσιοποίησή τους μπορεί να δικαιολογηθεί μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις και αποκλειστικά προς το δημόσιο συμφέρον. Τα ΜΜΕ και οι λειτουργοί τους δεν προβαίνουν σε ανοίκειες προσωπικές επιθέσεις και υβριστικούς και προσβλητικούς χαρακτηρισμούς που διασύρουν την τιμή και υπόληψη». Επίσης το άρθρο 12 σαφώς ορίζει ότι τα ΜΜΕ αποφεύγουν οποιαδήποτε απ’ ευθείας ή άλλη αναφορά ή ενέργεια εναντίον προσώπου η οποία περιέχει στοιχεία προκατάληψης με βάση … το προσωπικό καθεστώς, περιλαμβανομένης της φυσικής ή διανοητικής ασθένειας ή αναπηρίας. Ο χλευασμός, η διαπόμπευση και ο διασυρμός ατόμων ή ομάδων είναι ανεπίτρεπτος. Η Επιτροπή εξέτασε κατ’ αρχήν τη θέση πως η διαδικτυακή εφημερίδα ανέφερε επανειλημμένα πως τα όσα δημοσίευσε αποτελούν ισχυρισμούς που διατυπώθηκαν από τους κατοίκους μιας περιοχής σε επιστολή τους προς τον Αρχηγό της Αστυνομίας. Η Επιτροπή επισύρει την προσοχή στο γεγονός ότι αποτελεί βασική αρχή πως η επίκληση προβολής ή αναδημοσίευσης ισχυρισμών δεν αποτελεί άλλοθι. Η δημοσίευση οποιωνδήποτε ισχυρισμών δεν απαλλάσσει το δημοσιογράφο ή το ΜΜΕ που τους δημοσίευσε από οποιαδήποτε ευθύνη, είτε από απόψεως παραβίασης του νόμου ή παράβασης των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Αντίθετα το γεγονός ότι επρόκειτο για δημοσίευση ισχυρισμών επέβαλλε διπλή υποχρέωση στο δημοσιογράφο και στο ΜΜΕ, πρώτον να εξακριβώσουν την ακρίβεια των ισχυρισμών και δεύτερον να δώσουν στα άτομα στα οποία αναφέρονταν οι ισχυρισμοί την ευκαιρία παράθεσης των θέσεών τους και αντίκρουσης των προβαλλόμενων ισχυρισμών ή κατ’ ισχυρισμό γεγονότων. Αναφορικά με τη θέση της συντάκτριας της είδησης ότι «είναι συνήθης τακτική για έναν δημοσιογράφο σε ένα ρεπορτάζ, να αναφέρεται με την ηλικία στο πρόσωπο το οποίο αφορά το ρεπορτάζ», η Επιτροπή επισημαίνει πως η αναφορά στην ηλικία ενός ατόμου, όταν αποκαλύπτεται ταυτόχρονα η ταυτότητά του, αποτελεί προσωπικό δεδομένο, το οποίο κάτω από κάποιες περιστάσεις δεν επιτρέπεται να αποκαλυφθεί. Περαιτέρω η Επιτροπή, έχοντας υπόψη τα γεγονότα και τις πρόνοιες του Κώδικα, αποφάσισε πως στην περίπτωση του επίμαχου δημοσιεύματος η επίκληση της αλήθειας των προβαλλόμενων ισχυρισμών δεν παρέχει δικαιολόγηση της σωρηδόν παραβίασης διατάξεων του Κώδικα. Εξ άλλου αποφάσισε πως σε περιπτώσεις όπως η παρούσα, η ύπαρξη ή απουσία πρόθεσης δεν αποτελεί δικαιολογία, γιατί αυτό που έχει σημασία είναι το αποτέλεσμα ως προς την τήρηση ή μη των προνοιών του Κώδικα. Η Επιτροπή αποφάσισε πως με το δημοσίευμα σαφώς παραβιάζονται οι πρόνοιες των δύο προαναφερθέντων άρθρων του Κώδικα περί σεβασμού των προσωπικών δεδομένων και αποφυγής δυσμενών διακρίσεων με αναφορές που ανάγονται στο προσωπικό καθεστώς. Στη δημοσιευόμενη φωτοτυπία της επιστολής σβήστηκαν μεν κάποια ονόματά, αλλά αφέθηκαν άλλα προσωπικά στοιχεία, όπως η πλήρης διεύθυνση, το μικρό όνομα του υιού του παραπονούμενου και το μικρό όνομα του ίδιου του παραπονούμενου και η ιδιότητά του ως αξιωματικού υπηρετούντος στο αρχηγείο Αστυνομίας. Επίσης προβάλλονται ισχυρισμοί για φερόμενη ασθένεια του υιού του παραπονουμένου, γεγονός που ανάγεται αυστηρά στο προσωπικό καθεστώς. Ηταν θετικό το γεγονός ότι η ιστοσελίδα έσβησε κάποια στοιχεία προσωπικού χαρακτήρα αλλά δεν επέδειξε τη δέουσα μέριμνα ώστε να απαλείψει όλα τα στοιχεία που αποτελούν προσωπικά δεδομένα του παραπονούμενου και του γιου του. Η Επιτροπή απέρριψε τον ισχυρισμό του νομικού συμβούλου της ιστοσελίδας ότι η καταγγελία αποσκοπεί σε «φίμωσή της ελευθερίας του τύπου» και στον αποπροσανατολισμό από την ουσία του θέματος, γιατί σε καμιά περίπτωση ο παραπονούμενος δεν ζήτησε από την Επιτροπή να παρέμβει για να παρεμποδίσει την εφημερίδα να δημοσιεύσει ο,τιδήποτε. Η Επιτροπή επιθυμεί να υποδείξει ότι η υποβολή παραπόνου με αίτημα της συμμόρφωση προς τις πρόνοιες του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι συνιστά ή αποβλέπει στον περιορισμό του δικαιώματος έκφρασης. Εξ άλλου, η προβολή της νομολογίας για τη μερική αλήθεια κρίθηκε ότι δεν έχει καμιά σχέση με την υπόθεση, γιατί η αλήθεια των προβαλλόμενων ισχυρισμών δεν συνιστά δικαιολογία για την παραβίαση των προνοιών του Κώδικα που αναφέρονται στα προσωπικά δεδομένα και στο προσωπικό καθεστώς. Επισημαίνεται ότι ούτε η σχετική νομοθεσία περί προσωπικών δεδομένων επιτρέπει εξαιρέσεις από την υποχρέωση σεβασμού των προσωπικών δεδομένων λόγω αλήθειας των προβαλλομένων στοιχείων. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι ο ισχυρισμός περί θέματος «δημοσίου ενδιαφέροντος» δεν ευσταθεί και δεν παρέχει υπεράσπιση, γιατί το δικαίωμα του κοινού στην πληροφόρηση δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι δικαιολογεί την παρέμβαση στην προσωπική ζωή ή τη διαπόμπευση οποιουδήποτε με τη δημοσίευση προσωπικών στοιχείων ή ισχυρισμών. Ακόμη και αν θεωρηθεί πως η κατ’ ισχυρισμό συμπεριφορά ενός αξιωματικού της αστυνομίας αποτελεί θέμα «δημοσίου ενδιαφέροντος» η αναφορά σ’ αυτή μπορεί να γίνει μόνο κάτω από όρους και προϋποθέσεις, όπως η διασταύρωση των πληροφοριών και η παροχή του δικαιώματος αντίκρουσης, που δεν έγινε στην προκειμένη περίπτωση. Εξ άλλου, η Επιτροπή έκρινε πως η ιστοσελίδα θα μπορούσε να ασκήσει πίεση στις αρχές για να προβούν στη λήψη μέτρων χωρίς να παραβιάσει ουσιώδη δικαιώματα των ατόμων των οποίων αποκαλύπτεται η ταυτότητα και κατ’ ακολουθία να παραβιάσει διατάξεις του Κώδικα. Επισημαίνεται πως ο Κώδικας δεν προβλέπει εξαιρέσεις για θέματα «δημοσίου ενδιαφέροντος», αλλά μόνο για θέματα «δημοσίου συμφέροντος», επιτρέποντας παρέκκλιση από τις πρόνοιές του σε συγκεκριμένες μόνο περιπτώσεις, που είναι: (α) Υποβοήθηση ανίχνευσης ή αποκάλυψη εγκλήματος. (β) Προστασία της δημόσιας ασφάλειας ή υγείας. (γ) Προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. (δ) Παρεμπόδιση παραπλάνησης του κοινού ως αποτέλεσμα πράξεων ή δηλώσεων ατόμων ή οργανισμών. Στην προκειμένη περίπτωση τίποτε από τα πιο πάνω δεν εξυπηρετείται με την παραβίαση των προσωπικών δεδομένων και τις δυσμενείς διακρίσεις λόγω προσωπικού καθεστώτος των ατόμων που αναφέρονται στο δημοσίευμα. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η αποκάλυψη των προσωπικών δεδομένων του παραπονούμενου και του γιου του συνιστά παραβίαση των προνοιών των άρθρων 3 και 12 του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, ενώ η παράλειψη για έλεγχο των ισχυρισμών που διατυπώνονται στο δημοσίευμα συνιστά παραβίαση του άρθρου 2 περί παροχής του δικαιώματος απάντησης στους άμεσα επηρεαζομένους στην κατάλληλη περίπτωση. Όπως η Επιτροπή επανειλημμένα υπέδειξε, η κατάλληλη περίπτωση παροχής του δικαιώματος απάντησης ή αντίκρουσης σε ανάλογες περιπτώσεις είναι πριν από τη δημοσίευση ώστε οι προβαλλόμενοι ισχυρισμοί και η αντίθετη άποψη να δημοσιεύονται ταυτόχρονα και κατ’ αντιπαραβολή.